.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2019

ΔΙΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΕΞΕΛΙΞΗ ΚΑΙ ΜΕΤΕΝΣΑΡΚΩΣΗ - ANANDA K. COOMARASWAMY



Οι επονομαζόμενες αντιθέσεις μεταξύ θρησκείας και επιστήμης είναι, ως επί το πλείστον, αποτέλεσμα μιας αμοιβαίας παρεξήγησης των αντίστοιχων ορίων και της έκτασης της κάθε μιας. Όσον αφορά την έκταση: η μια (η θρησκεία) ασχολείται με το γιατί των πραγμάτων, η άλλη (η επιστήμη) με το πως των πραγμάτων: η πρώτη ασχολείται με μη-απτά πράγματα, η δεύτερη με πράγματα που μπορούν να μετρηθούν. Το ερώτημα των ορίων της κάθε μιας είναι σημαντικό. Με μια πρώτη ματιά, η σύλληψη μιας δημιουργίας ολοκληρωμένης «εν αρχή», μοιάζει να αντιφάσκει με την παρατηρούμενη καταγωγή των ειδών από μια σταδιακή εξέλιξη. Αλλά το «εν αρχή», δεν σημαίνει μόνο «κατ’ αρχάς» (που σχετίζεται με την έννοια του χρόνου), αλλά επίσης και «κατ’ Αρχήν». Αναφέρονται δηλαδή σε μια υπέρτατη πηγή η οποία προηγείται των δευτερευουσών αιτιών δημιουργίας, και δεν έχει καμιά σχέση με τη διαδοχή του χρόνου η οποία είναι επακόλουθο της υποτιθέμενης αρχής λειτουργίας της δημιουργίας. Έτσι, όπως λέει ο Δάντης, «ούτε πριν, ούτε μετά, ήταν η κίνηση του Θεού στο πρόσωπο των υδάτων». Και όπως αναφέρει ο Φίλων, «σε αυτόν τον χρόνο, πραγματικά, όλα τα πράγματα έλαβαν μέρος ταυτόχρονα… αλλά η σειρά διαδοχής τους ήταν αναγκαστικά γραμμένη στη Βίβλο λόγω της διαδοχικής τους γένεσης (στο χρόνο)». Και ο Boehme ακόμη, «ήταν μια αέναη αρχή».
Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, «τα αιώνια όντα δεν υπάρχουν στο χρόνο». Η ύπαρξη του Θεού, κατά συνέπεια, είναι τώρα, το αιώνιο τώρα που διαχωρίζει παρελθούσες από μελλοντικές διάρκειες, αλλά αυτό καθαυτό δεν έχει διάρκεια, οσοδήποτε μικρή κι αν είναι αυτή. Ως εκ τούτου, όπως λέει ο Meister Eckhart, «ο Θεός δημιουργεί το σύμπαν τώρα, αυτή τη στιγμή». Μόλις περάσει λίγος χρόνος, οσοδήποτε λίγος κι αν είναι, το παν έχει αλλάξει. Τα πάντα ρει, και «δεν μπορείς να μπεις δύο φορές στον ίδιο ποταμό». Κατά τον Τζαλανουντίν Ρουμί, «κάθε στιγμή πεθαίνετε και επιστρέφετε. Ο Μωάμεθ έχει πει ότι τούτος ο κόσμος δεν είναι παρά μια στιγμή... κάθε στιγμή ο κόσμος ανανεώνεται, η ζωή αενάως ξαναρχίζει, σαν το ρυάκι... η αρχή, που είναι σκέψη, πραγματοποιείται στη δράση. Ας γνωρίζετε ότι έτσι πλάστηκε ο κόσμος στην αιωνιότητα».
Σε όλ’ αυτά δεν υπάρχει τίποτα στο οποίο ο φυσικός επιστήμονας να μπορεί να αντιδράσει. Μπορεί βεβαίως να απαντήσει πως το δικό του ενδιαφέρον περιορίζεται στη λειτουργία των ενδιάμεσων αιτίων, και ότι δεν επεκτείνεται στις ερωτήσεις για την πρώτη αιτία, ή για το τι της ζωής. Αυτό όμως είναι απλώς ένας ορισμός του πεδίου που έχει διαλέξει να ασχοληθεί. Το Εγώ είναι το μόνο περιεχόμενο του Εαυτού που μπορεί να γνωσθεί αντικειμενικά, και συνεπώς το μόνο που, στην πραγματικότητα, θα επιθυμούσε να μελετήσει. Η ενασχόλησή του όμως σχετίζεται μόνο με τη συμπεριφορά.
Η εμπειρική παρατήρηση γίνεται πάντοτε πάνω σε πράγματα που μεταβάλλονται. Αυτό σημαίνει, και εδώ συμφωνούν όλοι οι φιλόσοφοι, ότι για τα ατομικά πράγματα ή για τις τάξεις των ατομικών πραγμάτων δεν μπορεί να ειπωθεί ότι είναι, αλλά μόνον ότι γίνονται ή εξελίσσονται. Ο φυσιολόγος, για παράδειγμα, ερευνά το σώμα, και ο ψυχολόγος την ψυχή ή την ατομικότητα. Ο τελευταίος γνωρίζει τέλεια, ότι η συνεχής ύπαρξη των ατομικοτήτων είναι μόνο μια προϋπόθεση μελέτης του, βολική μεν και ακόμη απαραίτητη για πρακτικούς σκοπούς, αλλά νοητικά αβάσιμη. Και σε αυτό το σημείο βρίσκεται σε πλήρη συμφωνία με τους Βουδιστές, που ακούραστα επιμένουν ότι σώμα και ψυχή – που είναι σύνθετα και μεταβλητά, και συνεπώς πλήρως θνητά – «δεν είναι ο Εαυτός μου», δεν είναι η Πραγματικότητα που πρέπει να γνωσθεί αν θέλουμε να «γίνουμε ό,τι είμαστε». Παρομοίως ο Άγιος Αυγουστίνος υποδεικνύει ότι αυτοί που αντιλήφθηκαν ότι σώμα και ψυχή είναι μεταβλητά, έχουν επιζητήσει το αμετάβλητο, και έτσι βρήκαν το Θεό – εκείνο το Ένα, για το οποίο οι Ουπανισάδες διακηρύσσουν ότι «Αυτό είσαι εσύ». Η θεολογία συνεπώς, σε συμφωνία με την οντολογία, προσπερνώντας όλα όσα είναι συναισθηματικά, ασχολείται με αυτό που δεν κινείται – «αλλαγή και σήψη βλέπω παντού γύρω μου, ω Συ που δεν μεταβάλλεσαι». Θεωρεί εκείνο που βρίσκεται στο αιώνιο τώρα, το οποίο διαχωρίζει πάντοτε το παρελθόν από το μέλλον και χωρίς το οποίο αυτό το ζεύγος των όρων δεν θα είχε κανένα νόημα, ακριβώς όπως ο χώρος δεν θα είχε κανένα νόημα χωρίς το σημείο που διακρίνει το εδώ από το εκεί. Στιγμή χωρίς διάρκεια, σημείο χωρίς έκταση, αυτό είναι το Χρυσό Μέσο και ο ασύλληπτος Στενός Δρόμος που οδηγεί έξω από τον χρόνο, στην αιωνιότητα, και τον θάνατο στην αθανασία.
Η εμπειρία μας για τη «ζωή» είναι εξελικτική: τι εξελίσσεται; Η εξέλιξη είναι μετενσάρκωση, ο θάνατος του ενός είναι η αναγέννηση του άλλου σε στιγμιαία συνέχεια. Ποιος μετενσαρκώνεται; Η μεταφυσική μας προϊδεάζει να πούμε, αντί για το cogito ergo sum (σκέπτομαι άρα υπάρχω) του Ντεκάρτ, cogito ergo est (σκέπτομαι άρα είμαι). Και στην ερώτηση ποιος είναι, απαντά ότι αυτή είναι μια ακατάλληλη ερώτηση, γιατί το θέμα δεν είναι το κάτι μεταξύ άλλων, αλλά ουσιαστικά το τι είναι και το τι δεν είναι μεταξύ όλων αυτών. Η μετενσάρκωση – όπως νοείται με την τρέχουσα έννοια, υπονοώντας δηλαδή την επιστροφή των ατομικών ψυχών σε άλλα σώματα εδώ στη γη, δεν είναι η ορθόδοξη Ινδική διδασκαλία, αλλά μόνο μια λαϊκή δοξασία. Όπως σημειώνει επί παραδείγματος ο B. C. Law, «είναι αυτονόητο ότι ο σκεπτόμενος Βουδιστής απορρίπτει την ιδέα του περάσματος κάποιου ατομικού «εγώ» από ένα σώμα σ’ ένα άλλο». Και εμείς συμπαρατασσόμαστε με τον Σρι Σανκαρατσάρυα, όταν λέει πως «αληθώς δεν υπάρχει άλλος μέτοικος εκτός από τον Κύριο». Αυτός λοιπόν που είναι και τα δύο, δηλαδή υπερβατικά ο εαυτός του και ταυτόχρονα ο έμφυτος εαυτός όλων των όντων, αλλά ποτέ ο ίδιος δεν γίνεται οποιοσδήποτε. Σχετικά με αυτό θα μπορούσαμε να παραθέσουμε διάφορα αποσπάσματα από τις Ουπανισάδες και τις Βέδες που να το προσδίδουν άφθονο κύρος. Εάν σε αυτές τώρα, βρίσκουμε τον Κρίσνα να λέει στον Αρτζούνα, και τον Βούδα στους μαθητές του, ότι «μακρύς είναι ο δρόμος που έχουμε διανύσει, και πολλές οι γεννήσεις που εσείς κι εγώ έχουμε γνωρίσει», αυτό δεν αναφέρεται στην πολλαπλότητα των υπάρξεων, αλλά στον Κοινό Εσωτερικό Άνθρωπο που υπάρχει μέσα στον καθένα μας, και που στους περισσότερους ανθρώπους έχει λησμονήσει τον εαυτό του, αλλά στους επαναφυπνισμένους έχει φθάσει στο τέρμα του δρόμου και έχοντας καθαρίσει απ’ όλα τα γίγνεσθαι δεν είναι μια προσωπικότητα στον χρόνο, δεν είναι ο οποιοσδήποτε, δεν είναι κάποιος με κοινό όνομα.

Ο Κύριος είναι ο μόνος μέτοικος. Αυτό είσαι εσύ – ο Άνθρωπος μέσα στον καθένα μας. Έτσι όπως λέει ο William Blake:

Ο άνθρωπος κοιτάει έξω, στο δέντρο, στο φυτό, στο ψάρι, στο θηρίο, συλλέγοντας τα διασκορπισμένα μέλη του αιώνιου σώματός του...
Οπουδήποτε φυτρώνει γρασίδι ή μπουμπουκιάζει ένα φύλλο, οράται ο Αιώνιος Άνθρωπος, ακροάται, αισθάνεται όλες του τις λύπες μέχρι να επανακτήσει την αρχαία του ευλογία.

ή ο Μαβίκκα Βασάγκαρ:

Χορτάρι, θάμνος ήμουν Εγώ, σκουλήκι, δέντρο, πληθώρα ζώων, πουλί, φίδι, πέτρα, άνθρωπος και δαίμονας...
Σε κάθε γεννημένο είδος, Μεγάλε Κύριε! Αυτή τη μέρα κέρδισα την απελευθέρωσή μου.

ή ο Οβίδιος:

Το πνεύμα περιπλανάται, πότε ‘δω πότε ‘κει, και καταλαμβάνει οποιαδήποτε μορφή επιθυμεί. Από τα κτήνη περνά στα ανθρώπινα σώματα και από τα σώματα μας στα κτήνη, αλλά ποτέ δεν εκμηδενίζεται

ή ο Taliesin:

Άλλαξα πολλές φορεσιές προτού αφυπνισθώ... ήμουν ο ήρωας σε μάχες... είμαι γέρος. Είμαι νέος...

ή ο Εμπεδοκλής:

Πριν από τώρα, είχα γεννηθεί νέος και νέα, θάμνος και πουλί, κι ένα βουβό ψάρι που πηδούσε έξω απ’ το νερό

ή ο Ταλαλουντίν Ρουμί:
Αυτός ήρθε πρώτα από το ανόργανο βασίλειο, πολλά χρόνια πριν περιπλανήθηκε στη φυτική κατάσταση, πέρασε στην κατάσταση του ζώου, και από ‘κει στην ανθρωπότητα, απ’ όπου και πάλι πρέπει να γίνει μια καινούργια μετοίκηση.

ή η Αϊταρέγια Αρανιάκα:

Αυτός που γνωρίζει τον Εαυτό του όλο και πιο καθαρά, όλο και περισσότερο εκδηλώνεται πλήρως. Σε οτιδήποτε υπάρχει, φυτά και δέντρα και ζώα, όλο και περισσότερο γνωρίζει τον Εαυτό του πλήρως εκδηλωμένο. Γιατί στα φυτά και στα δέντρα είναι ορατό το πλάσμα μόνο, ενώ στα ζώα η διάνοια. Σε αυτά ο Εαυτός γίνεται περισσότερο εμφανής. Γιατί αυτός είναι περισσότερο προικισμένος με Πρόνοια, αυτός λέει ό,τι έχει γνωρίσει, αυτός βλέπει ό,τι έχει γνωρίσει, γνωρίζει το αύριο, γνωρίζει τι είναι και τι δεν είναι εγκόσμιο, και δια μέσου του θνητού επιζητά το αθάνατο. Αλλά όσον αφορά τα άλλα, τα ζώα, η πείνα και η δίψα είναι ο βαθμός της διάκρισής τους.

ή συνοπτικά στα λόγια του Αττάρ:

Προσκυνητής, Προσκύνημα και Οδός, δεν ήταν παρά ο Εαυτός μου προς τον Εαυτό μου.

Αυτή είναι η παραδοσιακή διδασκαλία της μετοίκησης και εξέλιξης της «αενάου παραγωγικής Φύσεως», και όχι η λαϊκή και ανιμιστική δοξασία της μετενσάρκωσης. Είναι μια διδασκαλία που με κανέναν τρόπο δεν αντιτίθεται ή αποκλείει την πραγματικότητα της εξελικτικής επεξεργασίας, όπως αυτή εξετάζεται από τον σύγχρονο φυσιοδίφη. Αντιθέτως μάλιστα, αυτό ακριβώς είναι το συμπέρασμα στο οποίο οδηγείται και ο Erwin Schrodinger από την έρευνά του πάνω στην κληρονομικότητα, που περιέχεται στο βιβλίο του Τι είναι η Ζωή. Εκεί, στο τελευταίο κεφάλαιο που τιτλοφορείται «Ντετερμινισμός και ελεύθερη βούληση», καταλήγει ότι «το μόνο δυνατό συμπέρασμα είναι ότι Εγώ, στην πλατύτερη έννοια του όρου – εννοώντας κάθε συνειδητό ον που έχει ποτέ πει ή αισθανθεί Εγώ – είναι το πρόσωπο, εάν φυσικά υπάρχει κανείς, που ελέγχει την “κίνηση των ατόμων” σύμφωνα με τους Νόμους της Φύσης... Η συνείδηση είναι ένας ενικός του οποίου ο πληθυντικός είναι άγνωστος».
Ο Schrodinger λέγοντας αυτά διατελούσε εν πλήρη γνώσει του γεγονότος ότι αυτή η θέση εκφράζεται, και μάλιστα σαφέστερα και ευκρινέστερα, στις Ουπανισάδες, σε μορφές λόγου σαν κι αυτή: «Αυτό είσαι εσύ... έξω από το Οποίο δεν υπάρχει άλλος σοφός ακροατής, ή στοχαστής, ή άλλο αίτιο».
Αναφέρθηκα στον Schrodinger, όχι γιατί πιστεύω ότι η αλήθεια των παραδοσιακών διδασκαλιών μπορεί να αποδειχθεί με εργαστηριακές μεθόδους, αλλά γιατί παρουσιάζει πολύ καθαρό το κύριο σημείο του θέματός μας, που είναι ότι δεν υπάρχουν καθόλου αναγκαίες αντιθέσεις μεταξύ επιστήμης και θρησκείας, παρά μόνο μια πιθανότητα σύγχυσης όσον αφορά τα αντίστοιχα πεδία τους. Και γιατί καταδεικνύει επίσης το γεγονός ότι για τον ολοκληρωμένο άνθρωπο, στον οποίον η ένωση του εγώ με τον Εαυτό έχει συντελεσθεί, δεν υπάρχει αξεπέραστο φράγμα μεταξύ των πεδίων της επιστήμης και της θρησκείας. Ο φυσικός επιστήμονας και ο μεταφυσικός – ένας άνθρωπος μπορεί να να είναι και τα δύο – δεν είναι καθόλου απαραίτητο να εγκαταλείψουν ούτε ο ένας την επιστημονική αντικειμενικότητα, ούτε ο άλλος τις αρχές της μεταφυσικής.


ANANDA K. COOMARASWAMY
[ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ]
ΜΕΤΟΙΚΗΣΗ ΜΕΤΕΜΨΥΧΩΣΗ ΜΕΤΕΝΣΑΡΚΩΣΗ ΓΕΓΟΝΟΤΑ & ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΕΙΣ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΑΚΗΣ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ – ΝΑΣΙΑ ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ 1993

Δεν υπάρχουν σχόλια: