.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Κυριακή 14 Ιανουαρίου 2018

Ο θάνατος – Σοφία Άντζακα


Μιλάμε... οι άνθρωποι, για τις χαρές της ζωής, για ηδονές, δόξες, μεγαλεία, αναγνώριση, κάνουμε σχέδια για έρωτες, για γάμους, για διαιώνιση του είδους.

…... ….. ….. ….. ….. ….. ….. ….. …. ….. …... ….... …... ….... ….. …... ….. ….. ….. ….. …... ….. …
Παράξενος κόσμος που λέει πως βρίσκεται στην Αττική
και δεν βρίσκεται πουθενά.
Αγοράζουν κουφέτα για να παντρευτούνε
κρατούν «σωσίτριχα» φωτογραφίζονται(*)
…... ….. ….. ….. ….. ….. ….. ….. …. ….. …... ….... …... ….... ….. …... ….. ….. ….. ….. …... ….. …
Όσοι είναι επιστήμονες προσθέτουν σ' όλα αυτά και τα όνειρά τους γιατην προώθηση της επιστήμης, για έρευνες, ανακαλύψεις, εφευρέσεις, εξερευνήσεις, διερευνήσεις και κατακτήσεις νέων οριζόντων. Και κανείς δεν υποπτεύεται ότι κουβαλάει μέσα του τον θάνατο.
Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι η λήθη του θανάτου είναι μια ευλογία αφού, διαφορετικά, ο άνθρωπος δεν θα είχε όρεξη για ζωή και για επιστημονικές ανακαλύψεις.
Πραγματικά, αν καλοεξετάσει κανείς την κατάσταση, αντιλαμβάνεται ότι σχεδόν όλος ο κόσμος ενεργεί σαν να μην πρόκειται να πεθάνει ποτέ ή σαν να πρόκειται να ζήσει χίλια χρόνια.
Αν έχουμε τον λεγόμενο «πολιτισμό» το οφείλουμε στο ότι λησμονούμε τον θάνατο που φωλιάζει μέσα μας. Σχεδόν ολόκληρο το οικοδόμημα της «προόδου» στηρίζεται στη λησμονιά του τρομαχτικού αυτού γεγονότος.
Ίσως να πει κανείς ότι δεν έχει νόημα να εντρυφά σ' ένα γεγονός που αργεί συνήθως να συμβεί στη ζωή των ατόμων, εκτός από εξαιρέσεις. Και όταν βρισκόμαστε μπροστά στην εξαίρεση, στο θάνατο νηπίων, παιδιών ή νεαρών ατόμων, το γεγονός μας ξενίζει, μας φαίνεται αφύσικο. Τόσο βαθειά είναι ριζωμένη μέσα μας η αυθαίρετη και αστήρικτη πεποίθηση ότι το φυσιολογικό για κάθε άνθρωπο είναι να ζήσει τουλάχιστον ογδόντα χρόνια. Όσο για το ίδιο το γεγονός του θανάτου, έχουμε και γι' αυτό τη βαθειά ριζωμένη πεποίθηση ότι περιορίζεται στη φευγαλέα χρονική στιγμή της τελευταίας πνοής. Μόνο τότε δεχόμαστε ότι επισκέπτεται τον άνθρωπο ο θάνατος.
Αν θέλαμε, όμως, να προσέξουμε, αν θέλαμε να είμαστε πιο ανοιχτοί και πιο ευαίσθητοι στο τι γίνεται μέσα σ' εμάς τους ίδιους, θα είχαμε σχηματίσει μιαν εντελώς διαφορετική εικόνα για τον θάνατο.
Τότε, θα αντιλαμβανόμαστε ότι τη στιγμή της σαρκικής μας σύλληψης συντελείται και η σύλληψη του θανάτου. Ή καλύτερα, θα βλέπαμε δύο ταυτόχρονες συλλήψεις, αλλά με μια και μόνη δηλαδή με τη σύλληψη του θανάτου αφού η σάρκα είναι θάνατος.
Από την πρώτη στιγμή, λοιπόν, της σύλληψης του θανάτου μέσα στη μήτρα της μητέρας μας, αρχίζει η ανάπτυξή του. Όταν γεννηθεί έξω από τη μήτρα, αρχίζει να αναπτύσσει όχι μόνο τα σωματικά όργανά του, αλλά και τα πιο εσωτερικά, τη σκέψη και το συναίσθημα, όλα φθαρτά. Με αυτά του τα εργαλεία χτίζει τον πολιτισμό, φτιάχνει τις επιστήμες, κατακτά τη σελήνη και το διάστημα, κατασκευάζει ατομικές βόμβες, απειλεί με καταστρεπτικούς πολέμους, καταρρίπτει ρεκόρ ταχύτητας στους εναέριους χώρους, επινοεί μέσα μαζικής επικοινωνίας για να πληροφορούνται οι άνθρωποι τις ειδήσεις του θανάτου, που τις αποκαλούν «επεισόδια ζωής».

* * *

Κάθε μέρα της «ζωής» μας, μεγαλώνει και αυξάνει ο θάνατος, κάθε μέρα απλώνεται όλοι και πιο πολύ στο σώμα μας, καταλαμβάνοντας όλο και περισσότερο τη σκέψη και το συναίσθημά μας. Και μας έχει πείσει ότι εκτρέφουμε τη ζωή, ότι αυτήν αναπτύσσουμε μέσα μας, ότι είμαστε φορείς της.
Αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν είμαστε παρά μια συσκευή θανάτου, μια συσκευή φτιαγμένη από υλικό θανάτου, ότι μέσα μας ζει και θεριεύει μια απάνθρωπη Αρχή. Τρέφεται και μεγαλώνει για τον εαυτό της. Μας χρησιμοποιεί για δικούς της σκοπούς. Πολλαπλασιάζει το δικό της είδος μέσα από μας, φτιάχνει τον δικό της πολιτισμό με τα θνητά μας όργανα, χτίζει, χτίζει, σαν μανιακή, με κομμένη την ανάσα, περνάει τη σκυτάλη της από μήτρα σε μήτρα, χωρίς κορεσμό.

* * *

Ο θάνατος δεν ζει έξω από τη σάρκα, έξω από τη σκέψη και το συναίσθημα. Είναι η σάρκα, η σκέψη και το συναίσθημα. Κι επειδή ο θάνατος αγνοεί τη ζωή, είναι αποκομμένος από την περιοχή της.
«Και γιατί δεν βλέπουμε την περιοχή της ζωής;» ίσως ρωτήσει κανείς.
Μα πως να τη δούμε αφού η ζωή δεν έχει σχέση με τη σάρκα, δηλαδή με το θάνατο; Είναι δυνατό με τα μάτια του θανάτου, δηλαδή τα θνητά, τα σαρκικά μας μάτια, να δουν ό,τιδήποτε δεν είναι θάνατος; Είναι δυνατό η σκέψη μας, που είναι η σκέψη του θανάτου, να συλλάβει την έννοια της Ζωής; Είναι δυνατό το συναίσθημά μας, που είναι συναίσθημα του θανάτου, να νιώσει τη δόνηση της Ζωής;
Ο θάνατος έχει χτίσει ολόκληρα οικοδομήματα φιλοσοφίας με τη σκέψη του, προσπαθώντας να συλλάβει ένα ψήγμα Ζωής. Έχει φτιάξει ένα τεράστιο οικοδόμημα τέχνης για τον ίδιο λόγο. Αλλά ό,τι έχει οικοδομήσει, όσο κι αν οι άνθρωποι τα αποκαλούν αθάνατα μνημεία τέχνης, πολιτισμού ή σκέψης, μυρίζουν θάνατο.
Τι φοβερή εικόνα, αλήθεια! Γεννιόμαστε σαν θάνατος, ζούμε σαν θάνατος, δηλαδή μας ζει και μας κινεί ο θάνατος ώσπου να μας καταλάβει ολόκληρους τη στερνή μέρα της «ζωής» μας και να μας παραδώσει στην άλλη του φάση, τη φάση της ακινησίας.
Ο θάνατος «ζει» ανάμεσα σε δύο φάσεις. Της πρόσθεσης και της αφαίρεσης. Όταν συμπληρωθεί η μια αρχίζει η άλλη και πάλι από την αρχή, σε μιαν ατέλειωτη, ασφυκτική ανακύκλιση.
Ώστε, λοιπόν, δεν υπάρχει τίποτα το ζωντανό μέσα μας; Μέσα σ' αυτό το σώμα του θανάτου; Και βέβαια υπάρχει. Το θίξαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο. Είναι κάτι σφήνες Ζωής και αθανασίας από περιοχές που δεν έχουν σχέση με τον θάνατο. Αλλά πως να πεισθεί κανείς ότι όσο δεν λειτουργούν μέσα στο σώμα του, στο σώμα του θανάτου, οι δυνάμεις της Ζωής, είναι ταυτόσημος με τον θάνατο, που τον πιστεύει για Ζωή:
Τα όσα ελέχθησαν πάρα πάνω, μας φέρνουν στο νου μια μοναδική συνειδητοποίηση του θανάτου διατυπωμένη με την απαράμιλλη ευαισθησία ενός ποιητή(**)
…... ….. ….. ….. ….. ….. ….. ….. …. ….. …... ….... …... ….... ….. …... ….. ….. ….. ….. …... ….. 

Ο θάνατος δεν υπάρχει μήτε στους πολέμους
μήτε στο δηλητήριο, μήτε στα στιλέτα.
Μήτε στους βραδινούς θαλάμους των νοσοκομείων.
Υπάρχει μες στην αναμμένη θρυαλλίδα,
που στα δικά σου μοναχά μυστικά κανάλια,
με αργό βήμα προχωρεί, απ' την πρώτη εκείνη μέρα.

Αν το αισθανθείς μπορέσεις τούτο το περπάτημα,
θάχεις τη χάρη της μόνης γεύσης του θανάτου.
Αλλά την έκρηξη δεν θα την αισθανθείς.
Γιατί θάβλεπες τότε, αυτό που λένε θάνατο
να φορεί το δικό σου πρόσωπο στο πρόσωπό του.


___________
(*)Από το «Τετράδιο Γυμνασμάτων» του Γ. Σεφέρη. Ίδε Σ. Άντζακα «Η Άλλη Ζωή στην ποίηση του Γ. Σεφέρη
(**)Μέρος από το ποίημα «Γεύση Θανάτου» από τη συλλογή «Επιθανάτια και Σάτυρες» του Γ. Θ. Βαφόπουλου




ΣΟΦΙΑ Ζ. ΑΝΤΖΑΚΑ
ΔΕΣΜΟΤΡΟΠΙΑ
Η ΤΕΧΝΗ Της ΑΝΘΡΩΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΘΑΝΑΤΟΠΟΙΗΣΗΣ
ΠΡΑΓΜΑΤΕΙΑ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΠΑΓΕΙΡΙΑ 1991



Δεν υπάρχουν σχόλια: