.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2012

ΑΙΓΥΠΤΙΑΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ – ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ Ν. ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ*


Στενή και μικρή λωρίδα γης, που αρδεύεται και λιπαίνεται άφθονα χάρις στις μεγάλες πλημμύρες του Νείλου, περιβάλλεται δε από εκτεταμένες ερήμους και προστατεύεται με ψηλούς απόκρημνους βράχους από τις εισβολές νομάδων φυλώ, η αρχαία Αίγυπτος ανέπτυξε ταχύτατα περίλαμπρο και υπέροχο πολιτισμό. Μια κοιλάδα, ένας ποταμός και μια φυλή ανθρώπων παρήγαγαν με μια συνδυασμένη προσπάθεια έναν κόσμο θαυμάτων σε εποχή, κατά την οποία, στην Ευρώπη, υπήρχαν ακόμη άνθρωποι που ζούσαν σχεδόν γυμνοί και έβαφαν το δέρμα τους (όπως π.χ. οι αρχαίοι Βρετόνοι). Οι Έλληνες συγγραφείς γέμισαν τα έργα τους με αναμνήσεις από αυτήν την πλήρη μυστηρίων χώρα. Μιλούν για τον Πατέρα Νείλον, για τις εκατοντάπυλες Θήβες, για το Λαβύρινθο, για τις Πυραμίδες, για τη Σφίγγα και τη Στήλη του Μέμνωνος που χαιρετά τον ανατέλοντα ήλιο.
Η αιγυπτιακή χρονολογία, το υπόδειγμα και πρότυπο όλων των άλλων χαράχθηκε πάνω και μέσα σε άφθαρτα μνημεία. Αλλά, για μεγάλο χρονικό διάστημα, αυτά έμεναν για μας μυστήρια, όπως π.χ. οι ιεροί οβελίσκοι, ο λαβύρινθος, τα ανθρωποκέφαλα πτηνά που παρίσταναν τη σκεπτόμενη ψυχή, οι ιεροί σκαραβαίοι (που συμβολίζουν την δημιουργική δύναμη), οι σφίγγες (αντιπροσωπευτικά σύμβολα της δυνάμεως), τα φίδια (που εικονίζουν τη ζωή και την αιωνιότητα), τα ιερογλυφικά και άλλα. Πιθανόν είναι, ότι όλα αυτά τα πράγματα έμεινα αιώνια μυστικά και για τον αιγυπτιακό ακόμη λαό, ο οποίος με φόβο και με σιωπή έχτισε τις πυραμίδες. Το σύνολο όλων αυτών των συμβόλων αποτελούσε την γλώσσα ενός μυστικού οργανισμού, που υπήρξε ο μεγαλύτερος και πλουσιώτερος σε περιεχόμενο από όσους γνωρίζομε ως σήμερα. Τον οργανισμόν αυτό τον αποτελούσαν οι ιεροφάντες μυσταγωγοί της αρχαίας Αιγύπτου.
Μακρυά από κάθε πειραματική βοήθεια, μέσα στη σιωπή και στη μοναξιά των γιγαντιαίων ναών, ανεκαλύφθησαν πολλές μεγάλες αλήθειες από μερικές εξέχουσες ανθρώπινες διάνοιες, από τους ανθρώπους δηλαδή, εκείνους, των οποίων τα πνεύματα ανήσυχα, ερευνούσαν μακρυά από τη βέβηλη τύρβη της ζωής, την αιτία, τη διάταξη και τον προορισμό των κόσμων. Και ό,τι τα πνεύματα αυτών των ερευνητών ανεκάλυπταν ή συνελάμβαναν, το προφύλασσαν κατόπιν με επιμέλεια από τις κοινές, μικρές και υποανάπτυκτες διάνοιες του πλήθους, το συνεκάλυπταν κάτω από συμβολικές παραστάσεις και αλληγορικές διδασκαλίες και το μετέδιδαν σ' εκείνους μόνον, που, έπειτα από πολλές και οδυνηρές δοκιμασίες αποδεικνύονταν ικανοί και άξιοι να το δεχθούν, να το καλλιεργήσουν και να το προάγουν.
Έτσι, με μια συνεχή και αδιάκοπη προσπάθεια, δημιουργήθηκε ο μυστικός οργανισμός των ιεροφαντών, που κυριαρχεί στην ιστορία της Αιγύπτου. Σ' αυτόν οφείλονται τα καλούμενα αιγυπτιακά μυστήρια, που καθιερώθηκαν πιθανώτατα γύρω στο έτος 2600 π.Χ.
Η καθιέρωση αυτών των μυστηρίων ανταποκρινόταν στην επιθυμία των ιεροφαντών να διαδώσουν τις γνώσεις τους μεταξύ μεγαλυτέρου αριθμού ανθρώπων, που θα ήταν σε θέση να τις δεχθούν και να τις κατανοήσουν. Αυτή η προπαρασκευή ήταν απαραίτητη και για άλλο λόγο. Οι γνώσεις που κατείχαν οι Αιγύπτιοι ιερείς παρείχαν στους κατόχους των τρομακτικές δυνάμεις. Έπρεπε, λοιπόν, ν' αποκλεισθή προσεκτικά το ενδεχόμενο κακής χρησιμοποιήσεώς των, από ανθρώπους που θα ήταν απαράσκευοι ψυχικά και πνευματικά, για να σηκώσουν στους ώμους των αυτό το βαρύτατο φορτίο. Η σταδιακή μύηση απομάκρυνε αυτό τον κίνδυνο.
Η τάξη των ιερέων κυριαρχούσε απόλυτα, γιατί μόνον τα μέλη της κατείχαν όλη τη γνώση. Αυτοί ωνόμαζαν τους βασιλείς και οτυς κατηύθυναν στις πράξεις και τις αποφάσεις τους, μέχρι και των ελαχίστων λεπτομερειών. Στους ιερείς είχαν δοθή τα ύψιστα αξιώματα. Ήταν οι σοφοί νομοθέτες, οι δικαστές, οι γιατροί των σωμάτων και των ψυχών. Οι σημαντικώτατες σχολές τους βρίσκονταν στις Θήβες, Μέμφιδα, Ηλιούπολη και Σαΐδα. Ήσαν κάτοχοι μεγάλου τμήματος του εδάφους, εισέπρατταν την δεκάτη και δεν επλήρωναν φόρους. Δεν συμμερίζονταν τις ειδωλολατρικές τάσεις του λαού. Από τ' άλλο μέρος, όμως, θεωρούσαν επικίνδυνο να το διαφωτίσουν μαζικά. Αυτή τη διαφώτιση την έκαναν μεμονωμένα, σε ελαχίστους εκλεκτούς, που με τη σειρά τους, γίνονταν ποιμένες και οδηγοί του λαού.
Κύματα κατακτητών πέρασαν κατόπιν από την Αίγυπτο και ξένοι βασιλείς ανέβηκαν στο θρόνο της. Οι ιερείς κατώρθωσαν, ωστόσο, να διατηρήσουν και κάτω από τις ξενικές δυναστείες τον οργανισμό και τις μυστικές τελετές τους.
Παρά τις προόδους των αρχαιολογικών ερευνών στην κοιλάδα του Νείλου, πολλά σημεία των αιγυπτιακών μυστηρίων παραμένουν ακόμη άγνωστα. Δεν ξέρομε γι' αυτά περισσότερα παρ' ό,τι για τα Ελευσίνια ή τα άλλα μυστήρια της αρχαιότητος. Τη μόνη θετική συμβολή στο ζήτημα αυτό παρέχει η «Βίβλος των νεκρών» που περικλείει, κάτω από αλληγορική μορφή, τις δοξασίες των αρχαίων Αιγυπτίων για το θάνατο και τις περιπλανήσεις της ψυχής έπειτα από την επίγεια ζωή. Αξιόλογες πηγές γι' αυτά τα μυστήρια αποτελούν επίσης ο Λούκιος Απουλήιος, που έζησε κατά τον 2ο μ.Χ. αιώνα και ο νεωπλατωνικός Ιάμβλιχος (κατά δύο αιώνες νεώτερος του πρώτου). Και οι δύο παρέχουν σημαντικές πληροφορίες, που είναι, όμως, αρκετά σκοτεινές, ώστε να μην είναι δυνατόν να αναπαραστήσωμε τα Μυστήρια, βασιζόμενοι μόνον σ' αυτές.
Η κύρια έδρα των μυστηρίων βρισκόταν στη Μέμφιδα, κοντά στη «Μεγάλη Πυραμίδα».
Τα μυστήρια αυτά ήσαν τριών ειδών:
1. Τα μυστήρια της Ίσιδος τα οποία εκαλούντο Μικρά ή Ελάσσονα και ετελούντο κατά την εραρινή ισημερία.
2. Τα μυστήρια του Σεράπιδος, που γίνονταν κατά το θερινό ηλιοστάσιο.
3. Τα μυστήρια του Οσίριδος, που γίνονταν κατά την φθινοπωρινή ισημερία.
Τα δύο τελευταία λέγονταν και Μεγάλα ή Μείζονα Μυστήρια.

ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΙΣΙΔΟΣ
Ο τρόπος διεξαγωγής, καθώς και η σημασία των μυστηρίων αυτών, που αποτελούν τρόπον τινά τον πρώτον βαθμόν της αιγυπτιακής μυήσεως, είναι άγνωστος.
Πολλά περί του τρόπου της μυήσεως στα μυστήρια αυτά γράφουν οι συγγραφείς Μάκευ, Συρέ και άλλοι. Εν τούτοις, οι περιγραφές αυτές δε βασίζονται πάνω σε κανένα θετικό ιστορικό γεγονός.
Τα μυστήρια της Ίσιδος διαδόθηκαν κατά την εποχή της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας σαν τελευταίο δώρο πολιτισμού της Αιγύπτου στον υπόλοιπο κόσμο, είχαν δε και τότε ως κεντρικό σημείο τη μεγάλη Ίσιδα (ο τελευταίος ναός της Ίσιδος, επί της νήσου των Φιλών, στο Νείλο, έκλεισε – κατά διαταγή του Ιουστινιανού – το 569 μ.Χ.).
Τα μυστήρια είχαν εκστατικό χαρακτήρα. Η σπουδαιοτάτη πηγή για τα μυστήρια της Ίσιδος, που ετελούντο στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, θεωρείται ο Απουλήιος, που, το 11ο βιβλίο των «Μεταμορφώσεων» του («ο Χρυσούς όνος») περιγράφει τη μύηση σ' αυτά («εις τα μυστικά της αγίας νυκτός») του ήρωός του Λουκίου.
Ο Απουλήιος γράφει τα εξής μεταξύ άλλων:
«Ο ιερεύς, αφού απεμάκρυνε τους βεβήλους, λαβών με εκ της χειρός με έφερεν εις τα ενδότερα του ιερού και με περιέβαλε με καινουργές εκ λινού ένδυμα. Ίσως, περίεργε αναγνώστα, αισθάνεσαι αγωνίαν να μάθης τι ελέχθη και τι επράχθη ακολούθως. Θα σου το έλεγα εάν μου επετρέπετο να σου το ειπώ. Θα το εγνώριζες, εάν σου επετρέπετο να το ακούσης. Αλλά τόσον τα ώτα τα οποία ήκουαν τα πράγματα αυτά, όσον και η γλώσσα, η οποία θα τα έλεγε, θα έδρεπαν τα κακά αποτελέσματα της αφροσύνης των. Δεν θα σε βασανίσω εν τούτοις περισσότερον εις την εκκρεμότητα εις την οποίαν ευρίσκεσαι εν θρησκευτική αναμονή. Άκουσον επομένως, αλλά πίστευσε, ότι είναι αληθές. Επλησίασα τα όρια του θανάτου, διέβην το κατώφλιον της Περσεφόνης, ωχήθην εφ' όλων των στοιχείων, και επέστρεψα επί της γης. Είδον τον ήλιον, λάμποντα με το απαστράπτον λευκόν φως του εν μέση νυκτί, και προσήγγισα εις τους κάτω και εις τους άνω θεούς και προσηυχήθην προς αυτούς πρόσωπον προς πρόσωπον. Ιδού, σου αφηγήθην πράγματα, περί των οποίων, καίτι τα ήκουσες, θα μείνεις αναγκαστικώς εις άγνοιαν».
«Επομένως – γράφουν οι Λεννόφ και Πόζνερ – και στα μυστήρια αυτά επρόκειτο περί θανάτου και αναγεννήσεως, περί θανάτου, όπως τον περίεγραψε ο Πλούταρχος: «εις τον θάνατον συμβαίνει εις την ψυχήν το ίδιον, όπως και εις τους εισαγομένους εις τα μεγάλα μυστήρια».
Ο Απουλήιος γράφει επίσης:
«Ιδέ, Λούκιε, παρακινουμένη από τις παρακλήσεις σου – εγώ, η οποία είναι η Φύσις, η αρχική πηγή όλων των πραγμάτων, η βασίλισσα όλων των αιώνων, η υψίστη των θεοτήτων, η κυρίαρχος των πνευμάτων των νεκρών, η πρώτη των ουρανίων υπάρξεων, η παγκόσμιος ύλη, η ενιαία και εν τούτοις πολύμορφος μορφή της αδημιουργήτου υπάρξεως, κυβερνώ με το βλέμμα μου τας φωτεινάς κορυφάς των ορέων, τους ανέμους των θαλασσών, την ηρεμία του κάτω βασιλείου. Όλη η γήινη σφαίρα λατρεύει τη θεότητά μου – κατά ποικίλους τρόπους, με διάφορα δόγματα. Οι Φρύγιοι με αποκαλούν Πεσσινουντίκα, μητέρα των θεών. Οι ιθαγενείς της Αττικής, Κεκρώπειον Αθηνάν. Οι Κύπριοι Αθηνάν της Πάφου. Οι βέλη φέροντες Κρήτες, Άρτεμιν Δίκτυναν, οι τρίγλωσσοι Σικελιανοί, στυγίαν Περσεφόνην, οι Ελευσίνιοι αρχαίαν θεάν Δήμητραν. Άλλοι ακόμη με ονομάζουν Ήραν ή θεάν των πολέμων. Ενώ ή Εκάτην ή Ταμνουσίαν. Οι Αιθιόπιοι, Άρειοι και Αιγύπτιοι, οι οποίοι είναι ειδήμονες της αρχαίας σοφίας, απονέμουν εις εμέ το αληθές όνομά μου, βασίλισσα Ίσις».
«Από τα ανωτέρω, γράφει ο Έκεθορν, γίνεται φανερόν, ότι η Ίσις για τους μυημένους, δεν είχε την αστρονομική (Σελήνη) ή την εκάστοτε επικρατούσα σημασία στους διαφόρους λαούς. Για τους μύστες, όλες οι πολύπτυχες μορφές αναφέρονταν σε μία, όλα τα πολυάριθμα είδωλα εξαφανίζονταν και τη θέση τους έπαιρνε μια θεότης – πρωταρχική δύναμη και πρωταρχικό πνεύμα».
Εκτός όμως του Απουλήιου και ο Πλούταρχος γράφει επίσης, ότι στη μετώπη του ναού της Ίσιδος υπήρχε η επιγραφή:
«Εγώ η Ίσις είμαι παν ό,τι υπήρξε, υπάρχει ή θα υπάρξη, ουδείς δε ποτέ θνητός με απεκάλυψε».
Από τις ανωτέρω πηγές και από όσα είναι γνωστά περί της Ίσιδος σαν θεάς του Αιγυπτιακού Πανθέου και περί της λατρείας της από τους βεβήλους, ο Μάκεϋ συμπεραίνει ότι τα Ισιακά Μυστήρια αποτελούσαν περιγραφή των αλληλοδιαδόχως φθινουσών και ανανεουμένων δυνάμεων της φύσεως. Ο Ίγγενς ισχυρίζεται ότι, κατά τα μυστήρια της Ίσιδος, αναπαρίσταντο με μορφή δράματος, οι περιπέτειες και ο τραγικός θάνατος του Οσίριδος, ο δε Απουλήιος βεβαιώνει, ότι η μύηση είχε στενή ομοιότητα με εθελούσιο θάνατο στον οποίον η ελπίς της αναστάσεως ήταν αβέβαιη. Ο Μάκεϋ, όμως, αντικρούει και τις δύο γνώμες και ισχυρίζεται ότι τα Ισιακά μυστήρια ήσαν απλώς προπαρασκευαστικά στα του Οσίριδος και ότι σ' αυτά εδιδάσκετο, με παραδείγματα από τους φυσικούς νόμους, η ανάγκη του ηθικού καθαρμού.

ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΣΕΡΑΠΙΔΟΣ
Αυτά κατά τους Μάκεϋ, Έκεθορν, κ.α., αποτελούσαν τον δεύτερο βαθμό της Αιγυπτιακής μυήσεως. Και γι' αυτά επίσης καμμία σαφής, θετική και εξακριβωμένη πληροφορία δεν υπάρχει. Όταν ο Θεοδόσιος διέταξε την κατεδάφιση του Σεραπείου, ανακαλύφθηκαν, γράφει ο Έκεθορν, κάτω απ'οτη γη διάδρομοι και υπόγειες αίθουσες, όπου γίνονταν οι μυήσεις.
Μερικοί υπαινιγμοί για τα μυστήρια του Σεράπιδος, βρίσκονται στον Απουλήιο και στον Πορφύριο. Ο Απουλήιος, που τα ονομάζει «νυκτερινά όργια του Σεράπιδος, θεού εκ των πρώτων», αναφέρει μόνον ότι ακολουθούσαν τα Ισιακά και προπαρασκεύαζαν για την τελική και μεγαλύτερη μύηση.
Ο Πορφύριος εξ άλλου γράφει:
«Ως ποτ' έτι και νυν, εν τη ανοίξει του αγίου Σεράπιδος η θεραπεία δια πυρός και ύδατος γίνεται, λείβοντος του υμνωδού το ύδωρ και το πυρ φαίνοντο, υπηνίκας εστώς επί του ουδού τω πατρίω των Αιγυπτίων φωνή εγείρει τον θεόν».

ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΟΣΙΡΙΔΟΣ
Τα μυστήρια αυτά που αποτελούσαν τον τρίτο βαθμό της Αιγυπτιακής μυήσεως, περιστρέφονταν γύρω στο μύθο για το θάνατο του Οσίριδος. Ο μύθος αυτός έχει στις γενικές γραμμές του ως εξής:
Ο καλός θεός, ο αγαθοποιός Όσιρις, βασιλιάς της Κάτω και Άνω Αιγύπτου, που διεδέχθη τους απογόνους του μεγάλου θεού Ρα, κατά Πλούταρχον υιός του γήινου θεού Σεμθ (γης) και της Ουρανίας βασιλίσσης Νουτ (ουρανού), έλαβε ως γυναίκα τη συνετή και στη μαγεία έμπειρη αδελφή του Ίσιδα. Η θεά αυτή, που κατήργησε στην Αίγυπτο τις ανθρωποθυσίες και εδίδαξε στους Αιγυπτίους την καλλιέργεια των δημητριακών και της αμπέλου, την υφαντουργίαν, την τέχνη της αμφιέσεως και τη μαγεία, είχε αδελφό, ονόματι Σημ (Τυφών). Αυτός, που ήταν το πνεύμα του κακού και της φθοράς, συνωμότησε κατά του Οσίριδος, όταν αυτός, αφού συμπλήρωσε το έργο του με την οργάνωση και τη θεσμοθέτηση της θρησκευτικής τελετουργίας, ανεχώρησε για να συνεχίση αυτή την προσπάθεια και σ' άλλες χώρες, αφήνοντας την αντιβασιλείαν στην Ίσιδα. Όταν επέστρεψε ο Όσιρις, ο Σημ τον συνέλαβε με δόλο, τον σκότωσε, τον ετεμάχισε, έβαλε τα κομμάτια του πτώματός τους σ' ένα κιβώτιο και τα έρριξε κατόπιν στο Νείλο. Η Ίσις κατέφυγε τότε, μαζί με τους πιστούς σ' αυτήν Θωβ και Ανούβιο, στα έλη του Δέλτα. Εκεί αναζήτησε το πτώμα και έπειτα από σκληρούς αγώνες και περιπέτειες, κατωρθωσε να βρη όλα τα κομμάτια του πλην του φαλλού, που έμεινε μέσα στο Νείλο.
Με τη δύναμη του σφοδρού έρωτός της και με μαγικές επικλήσεις, η Ίσις ανασυγκρότησε το σώμα και το επανέφερε θριαμβευτικά στην Αίγυπτο, όπου το εμπιστεύθηκε στις φροντίδες των ιερέων. Αυτοί διεκήρυξαν κατόπιν ότι ο Όσιρις ανεστήθη εκ νεκρών και έγινε θεός.
Το μέρος του σώματος του Οσίριδος που δεν βρέθηκε – το γεννητικό του μόριο – η Ίσις το αντικατέστησε με τεχνητή απομίμηση, την οποία καθιέρωσε και που βρίσκεται κατόπιν ως έμβλημα γονιμότητος, με το όνομα «φαλός». Αφού γονιμοποιήθηκε η Ίσις από τον ανασχηματισμένο Όσιριν, γέννησε τον Ώρο, που πολέμησε κατά του Σηθ και τον κατενίκησε. Χάρις δε στις νεκρικές του τελετουργίες και τις μαγικές επωδούς του, ο Ώρος κατώρθωσε να θεοποιήση τον πατέρα του, έτσι δε ο Όσιρις απήλαυσε την Νέαν Ζωή στις μονές των νεκρών, αφού έγινε και βασιλιάς του κάτω κόσμου.
Αυτός είναι ο μύθος του Οσίριδος στιε γενικές γραμμές, με μικρές, εννοείται, παραλλαγές λεπτομερειών στους διαφόρους συγγραφείς, που έγραψαν γι' αυτόν.
Το μύθο αυτό και την παράδοση για το θάνατο και την ανάσταση του Οσίριδος, καθώς και τη νικηφόρο εκδίκηση του υιού του ακολουθούσε κατά τους Λένοφ και Πόζνερ το τυπικό των μυστηρίων του Οσίριδος, για τα οποία τίποτα το θετικο δεν είναι γνωστό.
Νεώτερες ανασκαφές έφεραν εις φως εν «Οσίρειον» εκ της 19ης δυναστείας (1300 π.Χ.), που βρίσκεται βαθειά κάτω απ' τη γη και είναι πλούσιο σε παραστάσεις και επιγραφές από τη «Βίβλο των νεκρών». Δια κυκλικής τάφρου σχηματιζόταν μια πλατεία.
Όταν ο Νείλος πλημμύριζε και ερχόταν το «νέο ύδωρ», ανερχόταν επίσης και η στάθμη του εντός της τάφρου νερού και τότε η πλατεία μετατρεπόταν σε νήσο, που έπαιζε μεγάλο ρόλο στη λατρεία του Οσίριδος.
Μια παράσταση, που υπάρχει στο Λούβρον, και που ανήκει, κατά τους υπολογισμούς του Έρμαν Κες, στην 11η δυναστεία, δηλαδή, στην εποχή μετά την καταστροφή του αρχαίου βασιλείου (λίγο πριν ο Αμενεχμέτ Ι κυριαρχήσει πάλι περί το 2.000 π.Χ. σε όλη την Αίγυπτο), παριστάνει, κατά τη γνώμη των πλέον ονομαστών Αιγυπτιολόγων, το θάνατο και την αναζωογόνηση του Οσίριδος, καθώς και το χαιρετισμό των θεών προς τον αναστηθέντα. Ο Μορέ διακρίνει σ' αυτή, δύσκολα εξηγούμενη εικόνα, την παράσταση Οσιρείου μυστικής εορτής, κατά την οποία ο μυούμενος αποκτούσε τη βεβαιότητα της Αθανασίας και συνήθιζε να βλέπη το θάνατο σαν «λίκνο της ζωής».
Όσον αφορά την ερμηνεία του μύθου, πολλοί υποστηρίζουν ότι είχε αστρονομική μόνο σημασία.
Ο Όσιρις είναι ο Ήλιος και η Ίσις η Σελήνη. Ο Τυφών είναι το σύμβολο του χειμώνα, που προκαλεί την καταστροφή της γονιμοποιού και ευφοροποιού δυνάμεως του Ηλίου, και που στερεί αυτόν – τρόπο τινά – από τη ζωή του.
Την μετά την πάροδο του χειμώνα επιστροφή του αφθόνου ηλιακού φωτός και της θερμότητος, που αναζωογονούν και πάλι τη φύση, κατά την άνοιξη, συμβολίζει η ανάσταση και η θεοποίηση του Οσίριδος.
Η επικρατέστερη, όμως γνώμη αποδίδει στο μύθο του Οσίριδος άλλη βαθύτερη σημασία, πλην της καθαρώς αστρονομικής.
Κατά τον Μάκεϋ, ο Όσιρις και ο Σηθ είναι οι αντιπρόσωποι των δύο ανταγωνιζωμένων αρχών, του καλού και του κακού, του φωτός και του σκοτους, της ζωής και του θανάτου.
Κατά τον Έκεθορν, η διδασκαλία περί του ενός θεού αποτελούσε την κυριωτάτη από τις μυστικές αποκαλύψεις, που παρέχονταν στον τέλεια μυημένο.
Κατά τους Λένοφ – Πόζνερ, ο Όσιρις παριστάνει την άρρενα αρχή, εν αντιθέσει προς την Ίσιδα, που συμβολίζει την θήλεια αρχή.
Ο Βίκινσον έχει τη γνώμη, ότι τα Μυστήρια του Οσίριδος, αποτελούν αποκάλυψη μελλοντικής εκδηλώσεως της θεότητος.
«Κατά τας μυήσεις, γράφει ο Όλιβερ, ο υποψήφιος επληροφορείτο, ότι τα μυστήρια μεταδόθηκαν από τον Αδάμ, τον Σηθ και τον Ενώχ, ο δε τέλειος μύστης εκαλείτο «Αλ-ομ-γιαχ» ή «Αλ-ομ-τσακ» εκ του ονόματος της θεότητος. Απόλυτος μυστικότης επεβάλλετο, τα δε ιερά δόγματα γίνονταν γνωστά με σύμβολα.
Πολλά εξ αυτών διετηρήθησαν. Έτσι η στιγμή εντός κύκλου ήταν το σύμβολο της θεότητος, περιβαλλλομένης από την αιωνιότητα, η «σφαίρα» ήτο σύμβολο του υπερτάτου και αιωνίου θεού, ο «ουροβόρος όφις» συμβόλιζε την αιωνιότητα, «παιδίον καθήμερον επί λωτού», συμβόλιζε τον Ήλιο. Το δένδρο του φοίνικος εσήμαινε τη νίκη, η ράβδος την εξουσία, ο μύρμηξ τη γνώση, η αιξ τη γονιμότητα, η δεξιά χειρ με τους δακτύλους ανοικτούς την αφθονία και η αριστερά χειρ κλειστή την προστασία».
Στα Αιγυπτιακά μυστήρια είχαν μυηθεί ο Ηρόδοτος, ο Πλούταρχος και ο Πυθαγόρας.
Απ' αυτούς μόνον οι δύο πρώτοι αναφέρουν ελάχιστα πράγματα, ίσως γιατί και αυτοί οι ίδιοι τα αγνοούσαν, δεδομένου ότι τα μεγάλα μυστικά φανερώνονταν σ' ελάχιστους μόνον μύστες, που ήταν κυρίως Αιγύπτιοι ιερείς. Μπορούμε λοιπόν, να υποθέσουμε ότι οι Έλληνες συγγραφείς είχαν μυηθεί μόνον στα κατώτατα μυστήρια.



ΑΠΟΚΡΥΦΟΣ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΥ
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΝΙΚΟΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΑΚΡΗ

*Δεν αναφέρεται ο συγγραφέας του κειμένου.
Στο τέλος του βιβλίου στην Γενική Βιβλιογραφία αναφέρονται 29 ονόματα αλλά δεν προσδιορίζεται ο συγγραφέας εκάστου κειμένου. (σημ. Δ.μ.Δ.)

Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2012

Μαντρική Επίκλησις*(The great Invocation) – Αριστοτέλους Σ. Παπασταύρου



Εκ της Εστίας του Φωτός ήτις είναι Πνεύμα Θεού,
Γένοιτο, φως να εισρεύση εις τας σκέψεις των ανθρώπων,
Είθε, Φως να κατέλθη επί της γης.

Εκ της Πηγής της Αγάπης, εν τη καρδία του Θεού,
Γένοιτο, αγάπη να διαχυθή εις τας καρδίας των ανθρώπων,
Είθε ο Χριστός να επανέλθη επί της γης.

Εκ του Κέντρου όπου η Θεία Θέλησις είναι γνωστή,
Είθε, σκοπός να κατευθύνη τας μικράς των ανθρώπων βουλάς,
Ο σκοπός ον ο Κύριος γνωρίζει και εξυπηρετεί.

Εκ του Κέντρου ο αποκαλούμεν την ανθρώπινον φυλήν,
Γένοιτο το Σχέδιον Αγάπης και Φωτός να εκπληρωθή,
Κ' είθε ν' αποκλείση την πύλην ένθα το κακόν ενοικεί.

Είθε Φως, Αγάπη και Δύναμις να επαναφέρουν το Σχέδιον επί της Γης.

***
From the point of Light within the Mind of God
Let light stream forth into the minds of men.
Let Light descend on Earth.

From the point of Love within the Heart of God
Let love stream forth into the hearts of men.
My Christ return to Earth.

From the centre where the Will of God is known
Let purpose guide the little wills of men -
The purpose which the Master knows and serves.

From the centre which we call the race of men
Let the Plan of Love and Light work out.
And may it seal the door where evil dwells.

Let Light and Love and Power restore the Plan on Earth.


* Η προσευχή αύτη, γνωστή ως η Μεγάλη Επίκλησις, είναι του τύπου των επωδών, και εδόθη εις την ανθρωπότητα παρά του Θιβέτου, τη συναινέσει της Ιεραρχίας, κατά την πανσέληνον του Ιουνίου του 1945. Μετεφράσθη εκ του Αγγλικού εις πεντήκοντα και πλέον γλώσσας και διαλέκτους. Απαγγέλεται παρ' εκατομμυρίων ανθρώπων ανά την υφήλιον, και είναι η μόνη μαντρική επίκλησις ήτις εδόθη εις την ανθρωπότητα παρά του Σωτήρος ημών Χριστού μετά την Κυριακήν Προσευχήν, το «Πάτερ ημών...». Εις εκάστην των τεσσάρων στροφών αναφέρεται και μια εκ των όψεων της Θείας ενεργείας. Εν τη πρώτη διακρίνομεν την Συμπαντικήν Ψυχήν, ή Υπερψυχήν (Oversoul) – την Εστίαν του Φωτός. Εν τη δευτέρα αναφέρεται η Ιεραρχία, ως Πηγή Αγάπης εις κάθε μορφήν Θείας εκδηλώσεως. Εν τη τρίτη νοείται η Σαμπάλλα, το κέντρον εξ ου η Ιεραρχία διαφωτίζεται. Η ανθρωπότης αναφέρεται εν τη τετάρτη.


Αριστοτέλους Σ. Παπασταύρου
Θεοί Εν Μέσω Ημών
Tucson, Arizona, U.S.A.


Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2012

Ο ΤΡΟΜΕΡΟΣ ΓΕΡΟΣ – H. P. LOVECRAFT


Ήταν στα σχέδια του Άντζελο Ρίτσι, του Τζο Τσάνεκ και του Μανουέλ Σίλβα να κάνουν μια βίζιτα στον Τρομερό Γέρο. Ο τελευταίος αυτός είναι ένας γεράκος που ζει ολομόναχος σ' ένα παμπάλαιο σπίτι της οδού Ουώτερ κοντά στη θάλασσα, και φημολογείται ότι είναι τόσο πάμπλουτος όσο και αδύναμος – ιδιότητες που προστιθέμενες συνθέτουν μια ιδιαιτέρως ελκυστική περίπτωση για ανθρώπους του επαγγέλματος των κ.κ. Ρίτσι, Τσάνεκ και Σίλβα. Γιατί το επάγγελμα αυτό δεν ήταν τίποτα λιγότερο αξιοπρεπές από εκείνο του ληστή.
Οι κάτοικοι του Κίνγκσπορτ λένε και σκέφτονται τέτοια σκοτεινά πράγματα για τον Τρομερό Γέρο, που γενικά τον προστατεύουν από επισκέψεις επαγγελματιών του είδους του κυρίου Ρίτσι και των συναδέλφων του. Και αυτό παρά το σχεδόν σίγουρο γεγονός ότι κρύβει μια περιουσία απροσδιορίστου μεγέθους κάπου μέσα σ' εκείνη τη σεβάσμια κατοικία του που μυρίζει μούχλα. Ο γέρος είναι, πραγματικά, ένας πολύ παράξενος άνθρωπος, και πιστεύεται ότι στα νιάτα του ήταν καπετάνιος στα μεγάλα ιστιοφόρα που έφταναν ως τις Ανατολικές Ινδίες, αλλά είναι πια τόσο ηλικιωμένος που κανένας δεν τον θυμάται νέο, και παράλληλα, τόσο λιγομίλητος που ελάχιστοι ξέρουν έστω καν το όνομά του.
Ανάμεσα στα στραβοχυμένα δέντρα της μπροστινής αυλής του παμπάλαιου και παραμελημένου σπιτιού του, ο γέρος διατηρεί μαι παράξενη συλλογή από μεγάλες πέτρες, περίεργα τοποθετημένες και βαμμένες έτσι που μοιάζουν με τα είδωλα κάποιου ακαθόριστου ανατολίτικου ναού. Αυτή η συλλογή τρομάζει και κρατάει μακριά τα πιο πολλά από τα πιτσιρίκια που τους αρέσει να πειράζουν τον Τρομερό Γέρο σχετικά με τα μακριά άσπρα μαλλιά του και τη γενειάδα του, ή να σπάζουν τα μικρά τζάμια στα παράθυρά του με κάποια καλοζυγιασμένα βλήματα. Αλλά υπάρχουν και μερικά άλλα πράγματα που τρομάζουν και τους μεγαλύτερους, εκείνους που η περιέργεια τους σπρώχνει κατά καιρούς να κοντοζυγώνουν στα κλεφτά το σπίτι για να κρυφοκοιτάξουν μέσα από τα σκονισμένα του παράθυρα. Οι άνθρωποι αυτοί λένε ότι πάνω σ' ένα τραπέζι σ' ένα γυμνό δωμάτιο του ισογείου υπάρχουν πολλά περίεργα μπουκάλια, κι ότι μέσα στο καθένα απ' αυτά κρέμεται από μια κλωστή ένα μικρό κομμάτι μολυβιού, σαν εκκρεμές. Και λένε ακόμη ότι ο Τρομερός Γέρος μιλάει σ' αυτά τα μπουκάλια, αποκαλώντας τα με ονόματα όπως Τζακ, Σημαδεμένο, Ψηλολέλεκα Τομ, Σπανιόλο Τζο, Πήτερ και ύπαρχο Έλλις, και ότι κάθε φορά που απευθύνεται σ' ένα μπουκάλι το μικρό μολύβι μέσα του βγάζει ορισμένες δονήσεις σαν να του απαντά.
Εκείνοι που έχουν κατασκοπεύσει τον ψηλό, λιπόσαρκο Τρομερό Γέρο σ' αυτές τις περίεργες στιχομυθίες του δεν αποτολμούν να το ξανακάνουν ποτέ πια. Αλλά ο Άντζελο Ρίτσι, ο Τζο Τσάνεκ κι ο Μανουέλ Σίλβα δεν ήταν γέννημα θρέμμα του Κίνγκσπορτ. Αυτοί ήταν από εκείνη την καινούρια κι ετερόκλητη ξενόφερτη φάρα που βρίσκεται έξω από το μαγικό κύκλο της ζωής και των παραδόσεων της Νέας Αγγλίας. Έτσι, ελόγου τους, έβλεπαν τον Τρομερό Γέρο απλώς σαν έναν ετοιμόρροπο και σχεδόν ανήμπορο ψαρογένη άντρα, που δεν μπορούσε καν να περπατήσει δίχως τη βοήθεια του ροζιασμένου μπαστουνιού του, και του οποίου τα ισχνά, αδύναμα χέρια έτρεμαν αξιολύπητα.
Οι τρεις τους, με τον τρόπο τους, λυπόντουσαν πραγματικά το μοναχικό γεράκο, που δεν τον συμπαθούσε κανείς, που τον απέφευγαν οι πάντες και στον οποίο γαύγιζαν περίεργα όλα τα σκυλιά όταν τον έβλεπαν. Αλλά η δουλειά είναι δουλειά, και για ένα ληστή ο οποίος έχει αφιερώσει την ψυχή του στο επάγγελμα, υπάρχει μαι σαγήνη και μια πρόκληση στην ιδέα ενός πολύ γέρου και πολύ αδύναμου άντρα που δεν έχει λογαριασμό στην τράπεζα, αλλά πληρώνει τα λιγοστά του ψώνια στο μαγαζί του χωριού με χρυσά κι ασημένια σπανιόλικα νομίσματα που είχαν κοπεί πριν διακόσια χρόνια.
Οι κ.κ. Ρίτσι, Τσάνεκ και Σίλβα επέλεξαν τη νύχτα της 11ης του Απρίλη για την επίσκεψή τους. Ο κ. Ρίτσι και ο κ. Σίλβα θα αναλάμβαναν αυτή καθεαυτή την επίσκεψη στο δύστυχο γεράκο, ενώ ο κος Τσάνεκ θα περίμενε, τους συντρόφους του, καθώς και το εικαζόμενο μεταλλικό φορτίο τους, σ' ένα σκεπαστό αυτοκίνητο στην οδό Σιπ, δίπλα στην αυλόπορτα της ψηλής πίσω μάντρας του σπιτιού του οικοδεσπότη τους. Η επιθυμία τους ν' αποφύγουν τις περιττές εξηγήσεις σε περίπτωση κάποιας απρόσμενης παρενόχλησης από την αστυνομία επέβαλε αυτά τα μέτρα προκειμένου να έχουν τη δυνατότητα μιας αθόρυβης και διακριτικής αναχώρησης.
Όπως είχε προσυμφωνηθεί, οι τρεις τολμηροί κύριοι ξεκίνησαν ξεχωριστά προκειμένου ν' αποφύγουν τις τυχόν κακόβουλες υποψίες που θα γεννιόντουσαν αργότερα. Οι κ.κ. Ρίτσι και Σίλβα συναντήθηκαν στην οδό Ουώτερ δίπλα στην μπροστινή αυλόπορτα του γέρου, και μόλο που δεν τους πολυάρεσε ο τρόπος που το φεγγάρι έλαμπε πάνω στις βαμμένες πέτρες ανάμεσα στα μπουμπουκιασμένα κλαδιά των στραβοχυμένων δέντρων, είχαν πολύ πιο σπουδαία πράγματα να σκεφτούν από κάποιες απλές κι ανόητες δεισιδαιμονίες. Εκείνο που τους απασχολούσε κυρίως ήταν η σκέψη ότι το να πείσουν τον Τρομερό γέρο να γίνει λαλίστερος αναφορικά με το κομπόδεμά του σε χρυσάφι κι ασήμι μπορεί ν' αποδεικνυόταν μάλλον δυσάρεστη δουλειά, γιατί οι γερο-καπεταναίοι φημίζονται ως ιδιαίτερα πεισματάρηδες και ξεροκέφαλοι άνθρωποι.
Παρ' όλα αυτά, ο άλλος ήταν πολύ γέρος και σκέτο ερείπιο, και οι επισκέπτες του θα ήταν δύο. Χώρια απ αυτό, οι κ.κ. Ρίτσι και Σίλβα ήταν πολύ έμπειροι στην τέχνη του να κάνουν και τα πλέον απρόθυμα άτομα λαλίστατα, και ήταν εύκολο να πνίξει κανείς τις τυχόν κραυγές ενός αδύναμου και ιδιαίτερα ευάλωτου γέρου. Έτσι πλησίασαν στο μοναδικό φωτισμένο παράθυρο, κι εκεί άκουσαν τον Τρομερό Γέρο να μιλά σαν ξεμωραμένος προς τα μπουκάλια του με τα εκκρεμή. Ύστερα φόρεσαν τις μάσκες τους και χτύπησαν ευγενικά στην πολυκαιρισμένη δρύινη πόρτα.

Η αναμονή φαινόταν ατελείωτη στον κ. Τσάνεκ καθώς καθόταν ανασαλεύοντας νευρικά μέσα στο σκεπαστό αμάξι τους στην οδό Σιπ, δίπλα στην πίσω αυλόπορτα του Τρομερού Γέρου. Ήταν πιο πονόψυχος από το σύνηθες, και δεν του άρεσαν οι αποτρόπαιες κραυγές που άκουσε να βγαίνουν από το αρχαίο σπίτι λίγο μετά την ώρα που είχαν καθορίσει για την επίσκεψη. Μα αφού είχε πει στους συναδέλφους του να είναι όσο το δυνατόν πιο ευγενικοί με το δύστυχο γερο-καπετάνιο.
Κάθε τόσο, όλο νευρικότητα, έριχνε ματιές προς τη στενή δρύινη πόρτα στον ψηλό και πνιγμένο στους κισσούς πέτρινο τοίχο. Κάθε λίγο και λιγάκι κοιτούσε το ρολόι του και αναρωτιόταν για την καθυστέρηση. Μήπως ο γέρος τα είχε τινάξει πριν αποκαλύψει που ήταν κρυμμένος ο θησαυρός του, κι έτσι είχαν αναγκαστεί να κάνουν μια πλήρη έρευνα;
Στον κ. Τσάνεκ δεν του άρεσε να περιμένει τόση πολλή ώρα στο σκοτάδι σ' ένα τέτοιο μέρος. Μετά άκουσε κάτι σαν σιγανά βήματα ή ρυθμικά χτυπήματα στο δρομάκι από την άλλη μεριά της πόρτας, άκουσε κάποιον να πασπατεύει το μάνταλο, και είδε τη στενή, βαριά πόρτα ν' ανοίγει προς τα μέσα. Και στο λιγοστό φως από τη μοναδική μικρή κι αδύναμη λάμπα του δρόμου ζόρισε τα μάτια του για να δει τι είχαν καταφέρει ν' αποκομίσουν οι συνάδελφοί του από εκείνο το αγριωπό σπίτι που ορθωνόταν τόσο κοντά πίσω τους. Αλλά κοιτάζοντας, δεν είδε αυτό που περίμενε. Διότι δεν αντίκρυσε κανέναν από τους συναδέλφους του εκεί, παρά μόνον τον Τρομερό Γέρο, ο οποίος στεκόταν σιωπηλός και στηριγμένος στο ροζιασμένο μπαστούνι του, και χαμογελούσε απαίσια. Ο κ. Τσάνεκ ποτέ άλλοτε δεν είχε προσέξει το χρώμα των ματιών του γέρου, αλλά τώρα έβλεπε ότι ήταν κίτρινα.

Και τα πιο ασήμαντα πράγματα γίνονται μεγάλο θέμα σ' ένα μικρό τόπο, κι αυτός είναι ο λόγος που οι κάτοικοι του Κίνγκσπορτ δεν έπαψαν να μιλούν όλη εκείνη την άνοιξη και το καλοκαίρι για τα τρία μη αναγνωρίσιμα πτώματα που είχε ξεβράσει η παλίρροια. Ήταν φρικτά διαμελισμένα σαν από πολλές ναυτικές σπάθες, και αποτρόπαια καταλιανισμένα σαν να είχαν τσαλαπατηθεί από πολλές ανελέητες μπότες. Μερικοί, μάλιστα, έφτασαν ως το σημείο να κάνουν λόγο και για ακόμη πιο ασήμαντα πράγματα, όπως για εκείνο το αυτοκίνητο που είχε βρεθεί εγκατελειμμένο στην οδό Σιπ, ή για τις ιδιαίτερα απόκοσμες κραυγές, μάλλον από κάποιο ξεστρατισμένο αγρίμι ή αποδημητικό πουλί, που είχαν ακουστεί τη νύχτα από κάποιους ντόπιους οι οποίοι έτυχε να είναι ξυπνητοί.
Αλλά ο Τρομερός Γέρος δε φάνηκε να δείχνει απολύτως κανένα ενδιαφέρον γι' αυτά τα ανεύθυνα κουτσομπολιά του χωριού. Ήταν από τη φύση του κλειστός τύπος, κι όταν κανείς είναι τόσο γέρος και αδύναμος γίνεται δύο φορές πιο κλειστός. Εξάλλου, τα μάτια ενός τόσο παλιού καπετάνιου της θάλασσας θα πρέπει να είχαν δει δεκάδες πιο συναρπαστικά πράγματα σ' εκείνες τις πολύ μακρινές και ξεχασμένες μέρες της νιότης του.

Ο Γιώργος Μπαλάνος προτείνει και μεταφράζει:
Οι Εκπληκτικοί Κόσμοι του H. P. Lovecraft – 5
Το Χρώμα από το Διάστημα και Άλλες Ιστορίες
ΕΚΔΟΣΕΙΣ LOCUS 7

Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2012

ΕΥΡΗΚΑ [ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 1] – EDGAR ALLAN POE

Edgar Poe, January 19, 1809 – October 7, 1849

Janis Lyn Joplin, January 19, 1943 – October 4, 1970
Καμιά αστρονομική πλάνη δεν είναι πιο αβάσιμη και καμιά δεν έχει υποστηριχτεί τόσο επίμονα όσο εκείνη της τέλειας απεραντοσύνης του Αστρικού Σύμπαντος. Οι λόγοι που εισηγούνται το πεπερασμένο μου φαίνονται, όπως τους χαρακτήρισα , a priori πολύ σοβαροί. Πέρα όμως απ' αυτούς, η παρατήρηση μας διαβεβαιώνει πως υπάρχει, σίγουρα, σε διάφορες αποστάσεις από μας – αν όχι σ' όλες – ένα σαφές όριο. Ή, στο τέλος-τέλος, δε μας αφήνονται περιθώρια να σκεφτούμε διαφορετικά. Αν πάντως η διαδοχή αστέρων δεν είχε τέλος, το βάθος του ουρανού θα χαρακτηριζόταν από μιαν ομοιόμορφη φωτεινότητα όπως εκείνη του Γαλαξία, γιατί σ' όλον αυτό τον κάμπο δε θα υπήρχε ούτε ένα σημείο χωρίς αστέρι. Επομένως, ο μόνος τρόπος για να δυνηθούμε, υπό παρόμοιες συνθήκες, να εξηγήσουμε τα χαίνοντα κενά που εντοπίζουν σε αναρίθμητα σημεία τα τηλεσκόπιά μας, θα ήταν να υποθέσουμε ότι η απόσταση του αόρατου βάθους είναι τόσο τεράστια, ώστε καμιά ακτίδα φωτός από κείθε δεν μπορεί να φτάσει ως εμάς. Ποιος μπορεί ν' αποκλείσει κάτι τέτοιο; Εγώ το μόνο που λέω είναι ότι δεν έχουμε ούτε ίχνος ένδειξης ότι κάτι τέτοιο ισχύει.
Όταν μιλούσα για την χονδροειδή προπέτεια της πεποίθησης ότι όλα τα σώματα πάνω στη Γη τείνουν ολόισα προς το κέντρο της, παρατήρησα πως «με ορισμένες εξαιρέσεις που θα διευκρινηστούν αργότερα, είναι γεγονός ότι κάθε γήινο σώμα έχει μια τάση όχι μόνο προς το κέντρο της Γης αλλά και προς όποιαν άλλη δυνατή κατεύθυνση». Οι «εξαιρέσεις» αναφέρονται σ' εκείνα τα συχνά παρατηρούμενα διάκενα του στερεώματος, όπου η πολύ προσεχτική μας έρευνα, όχι μόνο δεν εντοπίζει αστρικά σώματα, αλλά μήτε καν ενδείξεις για την ύπαρξή τους, κι όπου τα πελώρια χάσματα, πιο σκοτεινά κι από τον Έρεβο, θαρρείς και μας διανοίγουνε προσβάσεις, μέσ' απ' τα μεθοριακά τείχη του Αστρικού Σύμπαντος, στο επέκεινα άπειρο Σύμπαν του Κενού. Όταν, τώρα, ένα γήινο σώμα – είτε εξαιτίας της ιδιαίτερης δικής του είτε εξαιτίας της περιστροφικής κίνησης της Γης – τυχαίνει να βρεθεί στην ίδια ευθεία μ' αυτά τα διάκενα, τις κοσμικές τούτες αβύσσους, καθίσταται πρόδηλο πως δεν έλκεται πλέον προς την κατεύθυνση του κενού – και συνεπώς, για μια στιγμή, «βαραίνει» περισσότερο απ' ό,τι σε οποιαδήποτε περίοδο, πριν ή μετά. Ανεξάρτητα όμως από τη θεώρηση των συγκεκριμένων διάκενων, κι εξετάζοντας μονάχα τη γενικά άνιση κατανομή των αστεριών, βλέπουμε ότι η μόνιμη φορά των επίγειων σωμάτων προς το κέντρο της Γης κυμαίνεται στο διηνεκές.
Καταλαβαίνουμε λοιπόν την απομόνωση του Σύμπαντός μας. Αντιλαμβανόμαστε την απομόνωση αυτών (όλων αυτών) που συλλαμβάνουν οι αισθήσεις μας. Γνωρίζουμε πως υπάρχει ένα σύμπλεγμα συμπλεγμάτων, μια σύναξη αστεριών, που ολούθε γύρω της εκτείνονται οι απέραντοι ερημότοποι ενός Διαστήματος που ξεπερνά τα όρια κάθε ανθρώπινης αντίληψης.
Αλλ' επειδή, άραγε, είμαστε αναγκασμένοι να σταματήσουμε μπροστά στα όρια του Σύμπαντος των Άστρων, απαιτώντας περισσότερες μαρτυρίες από τις αισθήσεις, παίρνουμε το δικαίωμα να συμπεράνουμε ότι πράγματι δεν υφίσταται υλικό σημείο πέρ' από κείνο-κει όπου μπορούμε να φτάσουμε; Έχουμε ή δεν έχουμε ανάλογο δικαίωμα να συμπεράνουμε ότι τούτο το αντιληπτό Σύμπαν – αυτό το σύμπλεγμα συμπλεγμάτων – δεν είναι παρά ένα από μια σειρά συμπλέγματα συμπλεγμάτων, αθέατα για μας στο υπόλοιπό τους σύνολο, λόγω της απόστασης που μας χωρίζει, κι επειδή βέβαι το φως τους διαχέεται τόσο εξαντλητικά πριν φτάσει σ' εμάς, ώστε δεν προκαλείται καμιά φωτεινή εντύπωση στον αμφιβληστροειδή μας – ή ακόμα λόγω του ότι δεν υπάρχει φωτεινή ακτινοβολία σ' εκείνους τους αφάνταστα μακρινούς κόσμους. Ή, τέλος, λόγω του ότι η απόσταση είναι τόσο μεγάλη ώστε τα ηλεκτρικά σήματα της παρουσίας τους στο Διάστημα, ταξιδεύοντας για μυριάδες χρόνια, δεν την έχουν ακόμα διασχίσει.
Έχουμε δικαίωμα να βγάλουμε παρόμοια συμπεράσματα; Υπάρχει κάτι που να μας κατευθύνει σε τέτοιας λογής οράματα; Αν έχουμε αυτό το δικαίωμα σε κάποιο βαθμό, το έχουμε σε όλες του τις διαστάσεις.
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος, καθώς ολοφάνερα έχει μιαν έφεση για το «Άπειρο», επιδαψιλεύει θωπείες στο φάσμα αυτής της ιδέας. Μοιάζει να αναζητεί με πάθος τούτη την άπιαστη έννοια, ελπίζοντας ότι μόλις τη συλλάβει θα μπορέσει και να την πιστέψει. Ό,τι χαρακτηρίζει το σύνολο του ανθρώπινου γένους δεν είναι δυνατό, φυσικά, να θεωρείται νοσηρό όταν αφορά ένα μεμονωμένο μέλος του. Ωστόσο ενδέχεται να υπάρχουν ανώτερες διάνοιες που σε μια τέτοια προδιάθεση διαβλέπουν όλα τα διακριτικά γνωρίσματα της μονομανίας.
Το ερώτημά μου όμως παραμένει αναπάντητο: Έχουμε δικαίωμα να συμπεράνουμε – ή, μάλλον, να φανταστούμε – μιαν ατελεύτητη σειρά «συμπλέγματα συμπλεγμάτων», ή «Σύμπαντα», λίγο-πολύ παρόμοια;
Απαντώ ότι, σε μια τέτοια περίπτωση, το «δικαίωμα» εξαρτάται απόλυτα από την τόλμη της φαντασίας που το υποστηρίζει. Ας μου επιτραπεί να δηλώσω πως, ως άτομο, γοητεύομαι από τη φανταστική ιδέα (δεν τολμώ να πω τίποτε περισσότερο) ότι πράγματι υφίσταται μια δίχως όρια διαδοχή από Σύμπαντα, λίγο-πολύ όμοια με το δικό μας – αυτό που γνωρίζουμε, και το μοναδικό που θα γνωρίσουμε ποτέ, τουλάχιστον ίσαμε την επιστροφή και του δικού μας Σύμπαντος στην Ενότητα. Εάν τέτοια συμπλέγματα συμπλεγμάτων υπάρχουν – και υπάρχουν -, γίνεται άνετα ξεκάθαρο πως, μη έχοντας ουδεμιά σχέση με την καταγωγή μας, δεν έχουν την παραμικρή και με τους νόμους μας. Ούτε αυτά μας έλκουν, ούτε εμείς τα έλκουμε. Η ύλη τους (το πνεύμα τους δεν είναι δικό μας) δεν απαντά σε κανένα μέρος του δικού μας Σύμπαντος. Είναι αδύνατο να εντυπωθούν στις αισθήσεις μας ή στις ψυχές μας. Ανάμεσα σ' εμάς και σ' αυτά – αν τα θεωρήσουμε προς στιγμήν ως σύνολο – δε λειτουργούν κοινές επιρροές. Το καθένα τους υπάρχει, ξέχωρα κι ανεξάρτητα, στην αγκάλη του δικού του αλλιώτικου Θεού.


EDGAR ALLAN POE
ΕΥΡΗΚΑ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ – ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ – ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ
ΣΠΥΡΟΣ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ GUTENBERG
ΜΙΚΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ

Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2012

Εμφάνισις των νομάδων Βοημών – Eliphas Levi


Κατά τας αρχάς του 15ου αιώνος, εμφανίζονται εις την Ευρώπην ομάδες μελαψών και αγνώστου προελεύσεως μεταναστών. Υπό των μεν αποκαλούνται Βοημοί, διότι έλεγον ότι προέρχονται από την Βοημίαν, υπό των δε Αιγύπτιοι (Γύφτοι), διότι ο αρχηγός των ελάμβανε τον τίτλον του δουκός της Αιγύπτου. Εξήσκουν την μαντικήν, μικροκλοπάς και αγυρτείαν. Ήσαν ορδαί νομάδων οι οποίοι κατώκουν εντός πρωτογόνων καλυβών ή σκηνών τας οποίας κατεσκεύαζον οι ίδιοι. Η θρησκεία των ήτο άγνωστος, ελέγοντο εν τούτοις χριστιανοί, πλην η ορθοδοξία των ήτο πλέον ή αμφίβολος. Εξήσκουν μεταξύ των την κοινοκτημοσύνην και την επιμειξίαν και εχρησιμοποίουν δια τας μαντείας των σειράν παραδόξων σημείων αντιπροσωπευόντων τας αρετάς και την αλληγορικήν μορφήν των αριθμών.
Πόθεν προήρχοντο; Τίνος εξαφανισθέντος και κατηραμένου κόσμου ήσαν τα ζώντα λείψανα; Ήσαν μήπως, όπως ο δεισιδαίμων κόσμος ενόμιζε, τα τέκνα γοήτων και δαιμόνων; Ποίος Σωτήρ θνήσκων και διαψευσθείς τους είχε καταρασθή και καταδικάσει να βαδίζουν χωρίς ανάπαυλαν (παράδοσις περί του περιπλανωμένου Ιουδαίου, του ιπτάμενου Ολλανδού); Μήπως ήσαν οι απόγονοι αυτού; Μήπως ήσαν τα κατάλοιπα των 12 φυλών του Ισραήλ αι οποίαι διεσκορπίσθησαν μετά την αιχμαλωσίαν και ήσαν δέσμιοι του Γκογκ και Μαγκόγκ εις άγνωστα κλίματα; Αυτάς τας ερωτήσεις διετύπωνον οι άνθρωποι της εποχής εκείνης βλέποντας τους μυστηριώδεις εκείνους ξένους να παρέρχωνται, οι οποίοι εφαίνετο ότι είχον διατηρήσει μόνον τας δεισιδαιμονίας και τα ελαττώματα ενός αφανισθέντος πολιτισμού. Εχθροί της εργασίας, δεν εσέβοντο ούτε την ιδιοκτησίαν, ούτε την οικογένειαν, έσυρον όπισθέν των τας γυναίκας και τα μικρά των και διεσάλευον με την μαντικήν των την ειρήνην των εντίμων οικογενειών.
Ευκόλως όμως το άγνωστον διατρέφει υπονοίας, το ακατανόητον υποψίας, προπηλακισμούς και τέλος διώξεις. Οι μυστηριώδεις αυτοί άνθρωποι θα πρέπει να είχον λόγους να αποκρύπτουν την προέλευσίν των και τα ς μυχιοτέρας πράξεις των. Ασφαλώς θα είναι ενσάρκωσις του αντιχρίστου και θα επιδίδωνται εις ενεργείας επιβλαβείς δια τους άλλους ανθρώπους. Προς στιγμήν αι μάζαι εταράχθησαν και κατέληξαν να αποδίδουν όλα τα κακά, όλα τα μυστηριώδη εγκλήματα, όλας τας αντιξοότητας αυτών εις ενεργείας των γύφτων. Και σήμερον ακόμη αι μητέρες φοβίζουν τα παιδιά των με την απειλήν ότι θα τα πάρουν οι γύφτοι και θα τους πιουν το αίμα.
Της γενικής ταύτης διώξεως δεν εξηρέθη ουδέ το παράδοξον εκείνο βιβλίον των δια του οποίου ετέλουν τας μαντείας των και προέλεγον τα μέλλοντα. Τα πολύχρωμα εκείνα χαρτονάκια με τας ακατανοήτους εικόνας των, τα οποία είναι (περί αυτού δεν χωρεί αμφιβολία) η μνημειώδης σύνοψις όλων των αποκαλύψεων του αρχαίου κόσμου, η κλεις των αιγυπτιακών ιερογλύφων, των κλειδών του Σολομώντος, των πρωταρχικών γραφών του Ενώχ και του Ερμού, εχρησιμοποίουν δι' όλας των τας ματντικάς τέχνας. Επί του σημείου τούτου εις συγγραφεύς (ο VAILLANT αφιερώσας επί του ζητήματος των Βοημών ειδικόν σύγγραμα με τον τίτλον «HISTOIRE SPECIALE DES ROMMUNI OU BOHEMIENS», αποδεικνύει εξαίρετον εμβρίθειαν και μολονότι ομιλεί περί του Ταρώ ως άνθρωπος που δεν εννόησε πολλά πράγματα, εν τούτοις καταφαίνεται ότι το εμελέτησεν επισταμένως, ας είδωμεν τι γράφει επί του προκειμένου:
«Η γενική μορφή, η διάταξις των στοιχείων, η κατάστρωσις των φύλλων και αι εικόνες που παριστούν ταύτα αν και ποικιλοτρόπως αλλοιωθείσαι υπό του χρόνου, είναι τόσον κατάδηλα αλληγορικαί, αι δε αλληγορίαι αύται είναι τόσον σύμφωνοι προς τας κοινωνικάς, φιλοσοφικάς και θρησκευτικάς αντιλήψεις της αρχαιότητος, ώστε να μη δυσκολευθούμεν να τας αναγνωρίσωμεν ως την σύνθεσιν παντός ό,τι απετέλει την πίστιν των αρχαίων λαών. Εξ όσων είπομεν, αντιλαμβανόμεθα ότι είναι προϊόν συνθετικόν του αστρικού βιβλίου του Ενώχ που είναι η Ενωχιάς, ότι έχει συνταχθή επί τη βάσει του αστρικού τροχού της Αθώρ που είναι η Ασταρώθ, ότι, όμοιον προς το ινδικόν Οττάρα, την πολικήν άρκτον ή Αρκτούρα του Βορρά, είναι η ανωτέρα ισχύς (Ταρί) επί της οποίας βασίζονται η σταθερότης του κόσμου και το αστρικόν στερέωμα της γης, ότι συνεπώς, όπως η πολική άρκτος εξ ης εφαντάσθησαν το άρμα του Ηλίου, το άρμα του Δαυΐδ και του Αρθούρου, είναι η Τύχη των Ελλήνων, το πεπωμένον των Κινέζω, η τύχη των Αιγυπτίων και των Βοημών, ότι ακόμη, περιστρεφόμενα τα άστρα περί την πολικήν άρκτον, διαχέουν επί της γης το φως και την σκιάν, την τύχην και την ατυχίαν, την θερμότητα και το ψύχος εξ ων πηγάζουν το καλόν και το κακόν, η αγάπη και το μίσος, που προξενούν την ευτυχίαν ή την δυστυχίαν των ανθρώπων».
»Εάν η καταγωγή του ιδιοτύπου τούτου βιβλίου χάνεται εις την νύκτα των αιώνων, μέχρι του σημείου ώστε να μη γνωρίζωμεν ούτε που, ούτε πότε εφευρέθη, το παν μας οδηγεί εις το να παραδεχθώμεν ότι είναι ινδο-ταρταρικής προελεύσεως και ότι διαφοροτρόπως μεταμορφωθέν υπό των αρχαίων λαών, αναλόγως των αποχρώσεων των πεποιθήσεων και του χαρακτήρος των σοφών των, ήτο εν βιβλίον – μνημείον των αποκρύφων γνώσεών των. Θα πρέπει να ήτο γνωστόν εις τους Ρωμαίους, ίσως προσκομισθέν από των πρώτων χρόνων της Δημοκρατίας, υπό των πολυαρίθμων εκείνων ξένων οίτινες ερχόμενοι εξ Ανατολών και μεμυημένοι εις τα μυστήρια της Ίσιδος και του Διονύσου, εκόμισαν την επιστήμην των εκείνης εις του διαδόχους του Νουμά».
Ο VAILLANT δεν μας λέγει ότι τα 4 ιερογλυφικά σημεία του Ταρώ, αι ράβδοι, τα κύπελλα, τα ξίφη και τα δηνάρια, απαντώνται εις τον Όμηρον, σκαλισμένα επί της ασπίδος του Αχιλλέως αλλά κατ' αυτόν:
«Τα κύπελλα ομοιάζουν προς τα τόξα ή το δρέπανον του χρόνου, προς τα ιερά δοχεία και τα ουράνια πλοία. Τα δηνάρια, αναλογούν προς τα άστρα και τους πλανήτας, τα ξίφη προς τα πυρά, τας φλόγας, τας ακτίνας, αι ράβδοι προς τας σκιάς, τους λίθους, τα δένδρα, τα φυτά. Ο άσσος του κυπέλλου είναι το οικουμενικόν δοχείον του κόσμου, το δρέπανον της αληθείας του ουρανού, η αρχή της γης. Ο άσσος του δηναρίου είναι ο ήλιος, ο μοναδικός οφθαλμός του κόσμου, τροφή και στοιχείον της ζωής. Ο άσσος του ξίφους, είναι η λόγχη του Άρεως, πηγή των πολέμων, των ατυχημάτων, των νικών. Ο άσσος της ράβδου, είναι ο οφθαλμός του όφεως, ρόπαλον του Ηρακλέους, το έμβλημα της γεωργίας».
»Το 2 του κυπέλλου είναι η αγελάς, η Ιώ, η Ίσις και ο βους Άπις ή Μνεύης. Το 3 του κυπέλλου είναι η Ίσις, η Σελήνη, βασίλισσα της νυκτός. Το 3 των δηναρίων είναι ο Όσιρις, ο Ήλιος, κύριος και βασιλεύς της ημέρας. Το 9 των δηναρίων είναι ο αγγελιοφόρος Ερμής ή ο άγγελος Γαβριήλ. Το 9 του κυπέλλου είναι η κύησις της καλής τύχης εξ ης γεννάται η ευτυχία».
»Τέλος υπάρχει ένας κινεζικός πίναξ, συνιστάμενος από χαρακτήρας οι οποίοι σχηματίζουν διαμερίσματα παραλληλόγραμμα ομοιόμορφα και ακριβώς του αυτού μεγέθους με τα φύλλα του Ταρώ. Τα διαμερίσματα ταύτα κατανέμονται εις 6 καθέτους στήλας, εκ των οποίων αι 5 πρώται περιλαμβάνουν εκάστη 14 διαμερίσματα, εν όλω 70, ενώ η έκτη είναι κατά το ήμισυ πλήρης και περιλαμβάνει μόνον 7. Πάντως ο πίναξ ούτος έχει σχηματισθή επί τη βάσει συνδυασμών του αριθμού 7, κάθε πλήρης στήλη έχει 2Χ7=14 διαμερίσματα, ενώ αι κατά το ήμισυ πλήρεις έχουν 7. Από απόψεως χρωματισμού, ομοιάζει επίσης προς το Ταρώ, καθότι τα 4 χρώματα αυτού απαντώνται εις τας 4 πρώτας στήλας του. Κατά τους Κινέζους, ο Πίναξ ούτος ανάγεται εις την εποχήν της αποξηράνσεως των υδάτων μετά τον κατακλυσμόν του ΙΑΟ, δυνάμεθα λοιπόν να συμπεράνωμεν ότι είναι το πρωτότυπον ή μεταγραφή του Ταρώ και ότι εν πάσει περιπτώσει, είναι προγενέστερον του Μωυσέως, ότι επομένως ανάγεται εις αποτάτους χρόνους, ίσως εις την εποχήν συντάξεως του Ζωδιακού κύκλου και ότι συνεπώς αριθμεί ηλικίαν άνω των 6.600 ετών».
»Αυτό είναι το Ταρώ των Βοημών εκ του οποίου οι Εβραίοι κατ' αντιλογίαν εποίησαν την Τορά ή τον εβραϊκόν Νόμον. Μακράν από του να θεωρήται τότε ως παίγνιον, ήτο το κατ' εξοχήν σοβαρόν βιβλίον των αποκαλύψεων, των συμβόλων και των εμβλημάτων, των αναλογιών και σχέσεων μεταξύ αστέρων και ανθρώπου, το βιβλίον της μοίρας».
Ο Βαιγιάν υποθέτει ότι το Ταρώ, ετροποποιήθη και ηλλοιώθη, πράγμα που αληθεύει όσον αφορά τα γερμανικά Ταρώ με κινεζικάς εικόνας, αλλά τούτο δεν αληθεύει όσον αφορά τα ιταλικά Ταρώ και το Ταρώ της BESANCON, εις τα οποία ανευρίσκονται ίχνη των πρωταρχικών αιγυπτιακών ιερογλύφων. Εις το Δόγμα και Τυπικόν μας αναφέραμεν τας ακάμπτους προσπαθείας του ETTEILLA ή ALLIETTE προς ανασύνθεσιν του Ταρώ.
Δεν πιστεύομεν ομοίως την γνώμην του Βαιγιάν ως ορθήν καθ' ην οι Βοημοί είναι οι νόμιμοι κτήτορες της κλειδός ταύτης των μυήσεων. Την χρεωστούν ίσως εις την άφρονα ακριτομύθιαν ενός Εβραίου καββαλιστού. Οι Βοημοί είναι προελεύσεως ινδικής, ο ιστορικός των το απέδειξεν με πολλήν αληθοφάνειαν. Το Ταρώ όμως το οποίον έχομεν σήμερον που είναι κτήμα των Βοημών, κατάγεται από την Αίγυπτον, διελθόν δια της Ιουδαίας. Αι κλείδες όντως του Ταρώ τούτου, αναφέρονται εις τα εβραϊκά γράμματα, μερικαί δε εικόνες αναπαράγουν την μορφήν των χαρακτήρων του ιερού τούτου αλφαβήτου.
Τι ήσαν λοιπόν οι Βοημοί αυτοί; Ήσαν, όπως λέγει ο ποιητής:
LE BESTE IMMONDE D' UN ANCIEN MONDE (Το άσημον κατάλοιπον ενός αρχαίου κόσμου).
Ήτο μια γνωστική αίρεσις ινδών, των οποίων τα ήθη ηνάγκασαν τους λαούς να τους εξορίσουν. Ήσαν, όπως σχεδόν το ωμολογούν και οι ίδιοι, οι βεβηλωταί του μεγάλου απορρήτου, διωχθέντες από κάποιαν μοιραίαν κατάραν. Παραπλανηθέν ποίμνιον από κάποιον ενθουσιώδη φακίρην, αποφάσισαν να γίνουν αιώνιοι πλανήτες της γης, διαμαρτυρόμενοι κατά παντός πολιτισμού, εν ονόματι υποθετικού τινος φυσικού δικαίου, το οποίον τους απήλασσε από κάθε καθήκον. Αλλά το δικαίωμα που θέλει να επιβληθή, παραγνωρίζον το καθήκον, είναι η επίθεσις, η σύλληψις, η κλοπή, είναο ο βραχίων του Κάιν εγειρόμενος κατά του αδελφού του, η δε κοινωνία η οποία αμύνεται, είναι ως να εκδικήται τον Άβελ.




ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΣΦΙΓΓΟΣ
ALFONSE LOUIS CONSTANT
(ELIPHAS LEVI)
No 019
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΑΓΕΙΑΣ ΤΟΜΟΣ Β'
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΜΕΛΗ

Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2012

Αποξένωση - ΠΑΥΛΟΣ ΣΠ. ΚΥΡΑΓΓΕΛΟΣ


Απίθανα υψωμένοι βράχοι
εχτίσανε την αποξένωση.
Γύπες πτωματοφάγοι
δεν αποτόλμησαν τη Βυθομέτρηση της.
Το σκοτάδι, πού τη χρωμάτισε,
εκαρατόμησε τα μάτια
και δεν επέτρεψε δικαιοδοσία
ούτε στο Χώρο.
Ό χρόνος την ετύλιξε σιωπηλά
και τόνοι πένθιμοι φυτρώσανε στην άκρη της.
Η σιωπή την έντυσε
με την απουσία της ζέστης.
Κάθε χρόνος, που κύλαγε,
επρόσθετε στο βάθος της.
Τραγούδι δεν ακούστηκε κοντά της,σκιά δεν την πλησίασε.
Βράχοι απόκρημνοι, απλησίαστοι,
στα έγκατα χωμένοι,
άγνωστοι στ' άνθη,
χωρίς καν ξεράγκαθα στις ρωγμές τους,
ψυχροί, γυμνοί, ανώνυμοι,
φτιάξανε μέσα τους την απομόνωση,
την κατευθύνανε στο βάθος
και δεν την είδε ουτε ή νύχτα.
Οι χρόνοι, πού κυλήσανε,
προσθέσανε στο βάθος της.
Νεκρή από την κύηση,
βγήκε χωρίς φωνή.
'Όρνεα νεκροφόρα
αηδίασαν τη γεύση της.

Κυριακή 8 Ιανουαρίου 2012

ΠΕΡΙ ΠΡΟΦΗΤΕΙΩΝ - GUILLAUME APOLLINAIRE



Γνώρισα μερικές μάντισσες
Η κυρα Σαλμαζούρ είχε μάθει να ρίχνει τα χαρτιά στην Ωκεανία
Εκεί κάτω ήταν που είχε ακόμη την τύχη να πάρει μέρος
Σε μια απολαυστική σκηνή ανθρωποφαγίας
Δε μιλούσε γι' αυτό σε πολλούς
Σ' ό,τι αφορούσε το μέλλον δε γελιόταν ποτέ της

Μια Σερετανή χαρτορίχτρα η Μαργαρίτα δεν ξέρω τίποτε άλλο για τ' όνομά της
Είναι εξίσου ικανή
Αλλά η κυρία Ντερουά είναι η καλύτερα εμπνευσμένη
Η πλέον σαφής
Ό,τι μου είπε για το παρελθόν ήταν αληθινό κι ό,τι
Μου προανάγγειλε επαληθεύτηκε στο χρόνο που όριζε
Γνώρισα έναν ισκιομάντη αλλά δε θέλησα να μελετήσει τη σκιά μου
Γνωρίζω ένα ραβδοσκόπο είναι ο Νορβηγός ζωγράφος Ντίριξ

Σπασμένος καθρέφτης χυμένο αλάτι είτε ψωμί που πέφτει
Μπορούν αυτοί οι απρόσωποι θεοί να με φυλάγουν πάντα
Επιτέλους δεν πιστεύω αλλά βλέπω και ακούω και σημειώστε
Πως διαβάζω αρκετά καλά στο χέρι
Επειδή δεν πιστεύω αλλά βλέπω κι όταν είναι δυνατόν ακούω

Όλος ο κόσμος είναι προφήτης αγαπητέ μου Αντρέ Μπιλύ
Όμως πάει πολύς καιρός τώρα που κάνουμε τους ανθρώπους να πιστεύουν
Πως δεν έχουν κανένα μέλλον πως είναι τελείως αμαθείς
Και ηλίθιοι εκ γενετής
Πως έχουν πάρει την απόφασή τους και κανείς δεν έχει ούτε την ιδέα
Ν' αναρωτηθεί αν γνωρίζει το μέλλον ή όχι
Δεν υπάρχει θρησκευτικό αίσθημα σ' όλα αυτά
Ούτε στις δεισιδαιμονίες ούτε στις προφητείες
Ούτε σ' όλα αυτά που ονομάζουν αποκρυφολογία
Υπάρχει πριν απ' όλα ένας τρόπος να παρατηρείς τη φύση
Και να ερμηνεύεις τη φύση
Που είναι πολύ θεμιτός.


ΚΛΕΙΤΟΣ ΚΥΡΟΥ
ΞΕΝΕΣ ΦΩΝΕΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ 1979

Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2012

Το Θηρίον της «Αποκαλύψεως» - ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΧΑΛΑΣ



Η «Αποκάλυψις» του Ιωάννου είναι το πλήρες Ιερογλυφιών εκείνο βιβλίον, το πλήρες δηλαδή γρίφων προς επίλυσιν, το συντελούν αφ' ενός μεν εις την εξάσκησιν του νου του αναγνώστου εις την αποκάλυψιν του υπό το γράμμα, του υπό τον «μύθον» νοήματος, αφ' ετέρου δε εις την κατανόησιν όσον το δυνατόν ταχύτερον της εν τω «Παντί Αληθείας». Διότι ο καταγινόμενος με την ανακάλυψιν της υπό τον μύθον επιμελώς υποκρυπτόμενης Αληθείας, αποκτά την ευχέρειαν και την δύναμιν να ανακαλύπτη τους υπό τα φαινόμενα φυσικούς Νόμους και τους υπό τα γεγονότα νόμους, σύμφωνους προς τους οποίους εξελίσσονται τα ανθρώπινα. Είναι αφάνταστος η μορφωτική, κατά ταύτα, δυναμικότης των «μύθων» και ολόκληρος η Παιδεία και Παιδαγωγική της Αρχαίας Ελλάδος, καθώς και των Εβραίων της παλαιάς εποχής, επί των μύθων εστηρίζετο. Όταν ο Χριστός συνιστά την «έρευναν» των Γραφών, εννοεί την εξάσκησιν, των εις αυτήν προστρεχόντων, εις το ν' ανευρίσκουν την υπό τον μύθον υποκρυπτομένην απαστράπτουσαν αλήθειαν. Διότι «την ονομαζομένην σοφίαν περί τα πρώτα αίτια και αρχάς υπολαμβάνουσι πάντες». Δηλαδή: σοφός είναι εκείνος, ο οποίος δύναται να ανατρέχη και να ανευρίσκη τα «πρώτα αίτια και αρχάς», τα οποία πάντοτε ευρίσκονται υπό τα φαινόμενα και τα γεγονότα.
Η Αλήθεια ως αιδήμων Παρθένος, αποφεύγει τα βλέμματα των βεβήλων και ζητεί να προσηλωθούν επ' αυτής οφθαλμοί άξιοι, έχοντες καθαρθεί από την λήμην της αθεΐας και της κτηνωδίας. Η Αλήθεια είναι Παρθένος, που έχει αυτή τας προτιμήσεις της και επιθυμεί να ενοική εις ψυχήν φαύλην και μοιχαλίδα. Και αυτός είναι ο λόγος δια τον οποίον «με τας 7 σφραγίδας της Αποκαλύψεως» είναι εσφραγισμένη και η «Αποκάλυψις». Διότι εις αυτήν ενοικεί το Μυστήριον των Μυστηρίων: δηλαδή «ο Κύριος εν όλη Του τη δόξη». Η «Αποκάλυψις» δηλαδή περιγράφει όλας τας φάσεις της προοδευτικής Θεοποιήσεως του ανθρώπου εκείνου, ο οποίος άπαξ δια παντός απεφάσισε να καταστή Υιός Θεού, και να περιβληθή την δόξαν «Κυρίου».
Η Παλαιά Διαθήκη τελειώνει με την ακόλουθον μυστηριώδη φράσιν: «Και ιδού εγώ αποστέλλω υμίν Ηλίαν τον Θεσβίτην, πριν ή ελθείν την Ημέραν Κυρίου την μεγάλην και Επιφανή, ος αποκαταστήσει καρδίαν Πατρός προς υιόν, και καρδίαν ανθρώπου προς τον πλησίον αυτού». Η φράσις αυτή περιέχει την Κλείδα της κατανοήσεως «του κατά Χριστόν Μυστηρίου», δηλαδή ολόκληρον την Βίβλον, επειδή αυτή περί τον Χριστόν περιστρέφεται, περί το Άλφα και το Ω, περί ολόκληρον δηλαδή το Ανθρώπινον Γένος, το οποίον ο Χριστός συμβολίζει, ως Υιός Θεού και ως Σωτήρ αυτού, και ως Υιός του ανθρώπου. Ο Χριστός ενοικεί εις την Ψυχήν κάθε ανεξαιρέτως ανθρώπου, ολόκληρος δε ο αγών και η προσπάθεια, η καταβαλλομένη υπό του ανθρώπου, αποβλέπει εις την κάθαρσιν της Ψυχής του μέχρι τοιουτου βαθμού, ώστε να εμφανισθή εις τα τρίσβαθα της ψυχής του υποψηφίου δια την Θεοποίησιν, ο εν ημίν Χριστός: και τότε έρχεται η ημέρα Κυρίου η Μεγάλη και Επιφανής, και πραγματοποιούνται τα τελικά πεπρωμένα.
Δια την κατανόησιν της ανωτέρω φράσεως είναι ανάγκη να κατανοήση κανείς τι σημαίνει: Ηλίας ο Θεσβίτης. Αλλά ας μη κουράζεται άδικα ο αναγνώστης: ο Χριστός ο ίδιος αποκαλύπτει ποίος ούτος είναι: δεν είναι μόνον Πρόσωπον, αλλά και ολόκληρος περίοδος προσπαθείας: Ηλίας ο Θεσβίτης είναι η Περίοδος της Καθάρσεως, της Σταυρώσεως της Σαρκός, της Νεκρώσεως των Παθών, της εκριζώσεως εκ της Ψυχής πάσης φα´υλης επιθυμίας βιοτικών φροντίδων, κοσμικών φιλοδοξιών, της δοκησισοφίας και διπλής αγνοίας: η Περίοδος αυτή είναι η Περίοδος της Μετανοίας, του Βαπτίσματος (όχι του τυπικού, όταν είμεθα μωρά, όχι του Συμβολικού, αλλά του πραγματικού). Είναι η Περίοδος του Βαπτιστού Ιωάννου. Διότι ο Χριστός μας αποκαλύπτει ότι ο Ηλίας ο Θεσβίτης και ο Βαπτιστής είναι εν και το αυτό: η Περίοδος δηλαδή της Καθάρσεως ή της Βαπτίσεως, η περίοδος καθ' ην η ψυχή, από πόρνη και μοιχαλίς, που ήτο, καθίσταται Παρθένος, αξία του Νυμφίου. Και τότε επιτελείται το Μυστήριον των Μυστηρίων: η Εμφάνισις ή η Παρουσία του Κυρίου. Τούτο δε, ως είπομεν γίνεται εις τα τρίσβαθα της ψυχής του ανθρώπου, όστις και Θεοποιείται.
Πάντες ανεξαιρέτως οι Άγιοι, πάντες οι Θεοποιηθέντες έδωσαν τον μεγάλον αγώνα των κατά του «Θηρίου» περί του οποίου ομιλεί η «Αποκάλυψις». Εκείνοι δ' όσοι απετόλμησαν να ερμηνεύσουν την «αποκάλυψιν», χωρίς να δυνηθούν να κατανοήσουν ποίον είναι το «Θηρίον», απεδείχθησαν δοκησίσοφοι και μη κατανοήσαντες «το κατά Χριστόν Μυστήριον».
Ο μέγιστος λόγος περί του Θηρίου γίνεται εις το ιγ' και ιζ' κεφάλαιο της «Αποκαλυψεως». Την λύσιν του δίδει ο Ελληνικός Αλφάβητος.
Αλλά βεβαίως σκοπός της παρούσης μας δεν είναι να αποκαλύψωμεν ούτε το Μυστήριον του Ελληνικού Αλφαβήτου, ούτε τα άφθαστα και θειότατα Μυστήρια του Ζωδίου, αλλ' ούτε και λεπτομερώς την «αποκάλυψιν». Θα περιορισθώμεν εις ολίγα τινά. Ιδού η Κλεις της Κατανοήσεως της «Αποκαλύψεως»: αυτή εν το συνόλω της περιστρέφεται περί τους 12 Άθλους του Ηρακλέους: δηλαδή η Ψυχή, αφυπνισθείσα και τρωθείσα υπό του Θείου Έρωτος, όπως αποκτήση την προ της Πτώσεως Αγνότητα της και Παρθενίαν και καταστή Επαξία Νύμφη του Νυμφίου, καταβάλλει τους αντιστοίχους και απαραιτήτους άθλους της Καθάρσεως από πάσαν μόλυνσιν και από το συνολικόν απόθεμα της Κόπρου του Αυγείου, της ενοικούσης εις αυτήν.
Εκείνος όστις παίζει τον κύριον ρόλον, είναι ο προοδευτικώς μυούμενος εις την εν «τω Παντί αλήθειαν» Ιωάννης, ο συμβολίζων τον Καθαιρόμενον, τον Λουόμενον, τον Απολουόμενον, τον Τελειούμενον. Και αφού διέλθει δι' ολοκλήρου του κύκλου της Μυήσεως: δια του Ζωδίου δηλαδή ή του Κύκλου των 360 μοιρών, Θεοποιείται, γίνεται Τέκνον Θεού, γεννηθέν άνωθεν, εξ ύδατος και Πνεύματος. Αυτός είναι ο νικών! Επτάκις γίνεται λόγος εις την «Απόκάλυψιν» περί του: ο νικών, απορεί δε κανείς διατί ο συγγραφεύς της «Αποκαλύψεως» δεν μεταβάλλει εις αιτιατικήν την λέξιν, όπως η σύνταξις το απαιτεί. Απλούστατα διότι όπως είπομεν, η «Αποκάλυψις» βασίζεται επί της Αποκρύφου διατάξεως του Ελληνικού Αλφαβήτου. Πράγματι: ο Νικών = 1.000 (ο = 70 + ν = 50 + ι = 10 + κ = 20 + ω = 800 + ν = 50 = 1.000). Δεν μεταχειρίζεται την αιτιατικήν, διότι αλλάσσει η αριθμητική αξία της λέξεως, και θέλει ο συγγραφεύς να επιστήση την προσοχήν του αναγνώστου επί του 1.000, με τον οποίον αριθμόν συμπληρούται και το αριθμητικόν σύστημα της Αρχαίας Ελλάδος και συμπληρούται ο 28ος αριθμός του τελευταίου Ψηφίου του Ελληνικού Αλφαβήτου, ο οποίος είναι το α = 1.000. Ο δε 28 αριθμός είναι και ο αριθμός των 28 ημερών της Σελήνης.
Αλλ' ας έλθωμεν εις το Θηρίον: ολόκληρον το μυστήριον αυτού περιέχεται εις την ακόλουθον φράσιν. «Ώδε η σοφία εστίν. Ο έχων τον νουν ψηφισάτω τον αριθμόν του Θηρίου, ο αριθμός γαρ ανθρώπου εστίν. Και ο αριθμός αυτού 666».
Ας προσέξει κανείς εις την λέξιν: ο νους και αριθμός του ανθρώπου. Αντίστοιχος λέξις με την λέξιν: «ο νους» είναι «η φρην». Αριθμός ανθρώπου σημαίνει ότι η λέξις έχει σχέσιν με τον άνθρωπον, πράγματι δε: η λέξις «η φρην» έχει σχέσιν με τον άνθρωπον. Αν τώρα «ψηφίσωμεν»: έχομεν: η = 8 + φ = 500 + ρ = 100 + η = 8 + ν = 50 = 666.
Ώστε το θηρίον είναι η φρην αλλά πως είναι δυνατόν το Θηρίον να είναι αντίστοιχον με το: «η φρην»; Απλούστατα, διότι η φρην, εις την Αρχαίαν Ελληνικήν της ομηρικής εποχής σημαίνει: την έδραν των παθών... την συμβολιζομένην από την Εκκλησίαν της Περγάμου: «όπου ο θρόνος του Σατανά». Διότι εκάστη Εκκλησία αντιστοιχεί προς ένα κέντρον και μιαν των 7 Λειτουργιών της Ψυχής.
Η φρην επομένως υπονοεί την θηριώδη λειτουργίαν παντός ανθρώπου, το «λογικόν» του υπανθρώπου, όχι του ανθρώπου, του οδηγουμένου υπό του Λόγου και Νου. Του ανθρώπου δηλαδή εκείνου τον οποίον οδηγεί η εις τα προηγούμενα κεφάλαια εξετασθείσα και αποκαλυφθείσα Θηρευτική. Εφ' όσον δηλαδή ο άνθρωπος έχει στραμμένην την σκέψιν του εις μόνην την Λατρείαν της Σαρκός, και εις τα μέσα (όπλα ή δίπλωμα ή τέχνην ή επιστήμην, τα οποία θα ικανοποιούν μόνον την Σάρκα και τας κοσμικάς επιδιώξεις και φιλοδοξίας) έχει επί της χειρός ή του μετώπου του γεγραμμένον τον αριθμόν 666, όπως αποκαλύπτει η «Αποκάλυψις», δηλαδή την θηρευτικήν!
Αφ' ης όμως στιγμής αφυπνίζεται εις την επίγνωσιν, ότι πρέπει να καταστήση την Ψυχήν του αξίαν δια τον γάμον μετά του Αρνιού, Ναόν όπου θα κατοικήση ο Θεός και το Αρνίον, ευρίσκεται εις την οδόν, η οποία θα τον οδηγήση εις την τελικήν νίκην, και θα τον καταστήση: «Ο Νικών».
Περιοριζόμεθα εις αυτάς τας εξηγήσεις, επί του θηρίου της «Αποκαλύψεως», δια να καταδείξωμεν ότι η θηρευτική, αποκλειστικώς και μόνη επισπώσα την προσοχήν μας, αποκτηνώνει και αποθηριώνει τελικώς τον άνθρωπον, φονεύει τους δύο πιστούς του Κυρίου Μάρτυρας. Δια να μη υποστή η Ψυχή την τύχην αυτήν ο Χριστός διαρκώς εντέλλεται: «Γρηγορείτε και προσεύχεσθε!» και «Ουκ επ' άρτω μόνο ζήσεται άνθρωπος, αλλ' επί παντί ρήματι εκπορευομένω δια στόματος Θεού».
Πράγματι δε μόνον δια της μελέτης έργων, ανθρώπων οι οποίοι, και επί της γης ακόμη όντες, εθεοποιήθησαν, «εγενήθησαν άνωθεν εξ ύδατος και Πνεύματος», τρέφει τις την ψυχήν του και την ζωοποιεί, μέχρι της τελικής Νίκης: της Ημέρας Κυρίου της Μεγάλης και Επιφανούς, καθ' ην επιτελείται η Παρουσία του Κυρίου εν όλη Του τη δόξη, όπως ο ίδιος εις τα Ευαγγέλια (όπου γίνεται λόγος περί της Παρουσίας Του) αποκαλύπτει. Και τούτο ως είπομεν, συμβαίνει εις τα τρίσβαθα της ψυχής του Νικώντος το Θηρίον.



ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΧΑΛΑΣ
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΜΕΛΗ

Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2012

Η ΚΑΛΤΣΑ ΤΗΣ ΝΩΕΝΑΣ – ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ



-Και τα κουνούπια πως να ηύραν τρόπον κ' εσώθησαν εις την την Κιβωτόν; Κ' η μυίγα; και τα μυιγαράκια; κ' οι μουσίτσες;
-Και τα μικρόβια;
Αι δύο κυρίαι είχαν τον λόγον. Η πρώτη, ευτραφής, μεγαλόσωμος, και καλοκαμωμένη, όσον εφαίνετο υπό τας ακτίνας της σελήνης, μέσω του δένδρου, και υπό το φως ενός φανού επί χαμηλού στύλου, έξωθεν του εξοχικού καφενείου, ήτο σύζυγος του παρακαθημένου αυτή υπερμεσήλικος κυρίου με την γενειάδα, όστις ήτο επαρχιώτης πολιτευόμενος. Η άλλη, νεαρά ακόμη, άγαμος ήτο εν ενεργεία δασκάλα. Εις γνώριμός των, νεαρός κύριος, συνεπλήρου την τετράδα. Είχαν πίει τον καφέν των, την θερινήν εκείνην νύκτα, και ανεψύχοντο.
-Και ο ψύλλος τάχα που να ετρύπωσε, και κατώρθωσε να γλυτώση; είπεν η δασκάλα.
-Δεν αμφιβάλλω ότι στην κάλτσα της Νώενας θα εχώθη, απήντησεν η μεγαλόσωμος.
Όλοι εκάγχασαν.
-Μα η ψείρα;
-Ω, η ψείρα; Χωρίς άλλο θα εκόλλησε στην γενειάδα του Νώε.
Ο γηραιός κύριος ακουσίως έψαυσε την γενειάδα του

* * *
Εις ένα όμιλον αντικρινόν εκάθηντο τρεις λιμοκοντόροι. Οι δύο μόνον εφορούσαν στενά. Ο τρίτος, αμύστακος ακόμη, εφορούσε κομψά ρασάκια, και είχε την κοτσίδα του οπίσω δεμένην εις την μέση με κορδέλαν. Ίσως ήτο Ριζαρείτης.
Κατά σύμπτωσιν, κ' εκεί η ομιλία ήτο σχετική με την Παλαιάν Διαθήκην. Οι τρεις νέοι ωμιλούσαν εν εξάψει, κ' εφαίνοντο ότι είχαν δειπνήσει εν αφθονία.
-Και τίνος τα πουλάς αυτά βρε;... Πως μίλησεν η γαϊδάρα του Βαρλαάμ; (sic) Τίνος τα πουλάς αυτά βρε;
Το βρε ο Ριζαρείτης το απηύθυνε βεβαίως εις τον αόρατον και απρόσωπον [τον] διευθυντήν συντάκτην της Ιεράς Γραφής, προς τον οποίον απέστρεφε ρητορικώς τον λόγον. Ίσως εις τον προφήτην Μωυσέα.
-Τίνος τα πουλάς αυτά; επανέλαβε και τρίτην φοράν.
Ο νεαρός κύριος του γείτονος ομίλου, αν κ' εγέλασε με τας ελαφράς ευφυολογίας των δυο γυναικών, φαίνεται ότι δεν ευηρεστήθη από την βαναυσότητα του μικρού ρασοφόρου. Και αποτεινόμενος προς την ιδίαν ομάδα του, αρκετά μεγαλοφώνως ώστε να ακούεται και από τους γείτονας, είπε:
-Τίνος τα πουλά;... Μ' αυτά τα πράγματα, είναι είκοσιν αιώνες τώρα, εξακολουθούν να πουλούνται εις εκατομμύρια ανθρώπων, και μάλιστα αι Βιβλικαί Εταιρείαι τα πουλούν μεταφρασμένα εις τριακόσιες τόσες γλώσσες... Κ' έπειτα, εκείνος που τα πουλά, ως θαύμα ζητεί να τα πουλήση και όχι ως κοινόν τι και σύνηθες. Ουδέ βιάζει κανένα να το πιστεύση.
-Και δεν είναι πολύ παράξενο αν ωμίλησε μιαν φοράν η γαϊδάρα, είπεν ακάκως ο γηραιός κύριος. Πόσοι γάιδαροι και γαϊδάρες πόσες μιλουν!
-Ας τ' αφήσουμε αυτό, είπεν ο νέος. Μα ιδέτε πόσον καλά ο νεαρός αυτός ρασοφόρος μανθάνει τα «ιερά γράμματα», αφού τον Βαλαάμ, τον μάντιν, που έζησε χίλια χρόνια προ Χριστού, τον κάνει Βαρλαάμ, τον αιρετικόν της 13ης μετά Χριστόν εκατονταετηρίδος... Και το κάτω-κάτω, κύριε, επέφερεν οιονεί αποστρέφων τον λόγον προς τον Ριζαρείτην, αφού δεν σ' αρέσει, κύριε, η Θρησκεία και το ιερατικόν στάδιον, διατί φορείς ράσα, και διατί οι φιλόστοργοι γονείς σου σε στέλνουν να φοιτάς εις την Ριζάρειον; Έως πότε θα είμεθα αχαρακτήριστοι Γραικύλοι;



Υπόμνημα

Πρώτη δημοσίευση στην εφημ. Αλήθεια, 7 Ιανουαρίου 1907, με την υπογραφή Α. Παπαδιαμάντης. Πρώτη αναδημοσίευση σε τόμο: Βαλέτας (Α')
Έγινε αντιβολή της πρώτης δημοσίευσης με τις εκδόσεις Βαλέτα και Σεφερλή (Γ')
Η Σεφερλή ομολογεί ότι δεν είδε την πρώτη δημοσίευση και ακολουθεί τον Βαλέτα.
Ο Παπαδιαμάντης δεν μνημονεύει το διήγημα.



ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ
Α Π Α Ν Τ Α
ΤΟΜΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΣ
ΚΡΙΤΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ
Ν. Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΟΜΟΣ

Κυριακή 1 Ιανουαρίου 2012

ΜΙΚΡΟΙ ΤΥΡΑΝΝΟΙ – CARLOS CASTANEDA



Ο δον Χουάν δε συζήτησε μαζί μου την κυριαρχία της συνείδησης παρά πολλούς μήνες αργότερα. Βρισκόμαστε στο σπίτι όπου έμενε η ομάδα του ναγκουάλ
«Πάμε μια βόλτα», μου είπε ο δον Χουάν, ακουμπώντας το χέρι του στον ώμο μου. «Ή ακόμα καλύτερα, πάμε στην πλατεία, όπου έχει πολύ κόσμο, να καθίσουμε και να μιλήσουμε».
Ξαφνιάστηκα όταν μου μίλησε. Βρισκόμουν στο σπίτι δύο ολόκληρες μέρες και δεν με είχε ούτε καν χαιρετήσει.
Καθώς βγαίναμε από το σπίτι μας, σταμάτησε η Γκόρντα και απαίτησε να την πάρουμε μαζί μας. Έδειχνε αποφασισμένη να μη δεχτεί άρνηση. Ο δον Χουάν, με πολύ αυστηρή φωνή, της είπε ότι είχε να συζητήσει μαζί μου κάτι προσωπικό.
«Θα μιλήσετε για μένα», είπε η Γκόρντα. Ο τόνος και οι χειρονομίες της έδειχναν καχυποψία.
«Έχεις δίκιο», απάντησε ξερά ο δον Χουάν. Την προσπέρασε χωρίς να την κοιτάξει.
Τον ακολούθησα και περπατήσαμε αμίλητοι μέχρι την πλατεία της πόλης. Όταν καθίσαμε των ρώτησα τι θα μπορούσαμε να βρούμε να συζητήσουμε για την Γκόρντα. Εξακολουθούσα να αισθάνομαι καρφωμένο πάνω μου το απειλητικό της βλέμμα, καθώς βγαίναμε από το σπίτι.
«Δεν έχουμε τίποτα να συζητήσουμε για την Γκόρντα ή για οποιονδήποτε άλλον», είπε. «Της το είπα απλά και μόνο για να προκαλέσω τον τεράστιο εγωισμό της. Και πέτυχε. Είναι έξαλλη μαζί μας. Αν την ξέρω καλά, μέχρι τώρα θα έχει φουντώσει την αυτοπεποίθηση και την αγανάκτησή της. Δεν θα εκπλαγώ να έρθει να μας βρει εδώ, στο παγκάκι».
«Αν δεν πρόκειται να μιλήσουμε για την Γκόρντα, τι θα συζητήσουμε;» ρώτησα.
«Θα συνεχίσουμε τη συζήτηση που αρχίσαμε στην Οαξάκα», απάντησε. «Η κατανόηση της εξήγησης της συνείδησης θα χρειαστεί τη μεγαλύτερη δυνατή προσπάθεια από μέρους σου και την προθυμία σου να μεταφέρεσαι απ'οτο ένα στο άλλο στάδιο συνείδησης. Ενώ θα συζητάμε, απαιτώ την απόλυτη συγκέντρωσή και υπομονή σου».
Γκρινιάζοντας του είπα ότι με είχε κάνει να αιστανθώ άσχημα, αρνούμενος να μου μιλήσει, τις δύο προηγούμενες μέρες. Με κοίταξε και σήκωσε τα φρύδια του. Ένα χαμόγελο εμφανίστηκε στα χείλια του και μετά εξαφανίστηκε. Συνειδητοποίησα ότι μου έδειχνε ότι δεν ήμουν καλύτερος από την Γκόρντα.
«Προκαλούσα τον εγωισμό σου», είπε συνοφρυωμένος. «Ο εγωισμός είναι ο μεγαλύτερος εχθρός σου. Σκέψου το – αυτό που μας κάνει αδύνατους είναι το να αισθανόμαστε ότι μας προσβάλλουν οι ενέργειες των συνανθρώπων μας. Ο εγωισμός μας απαιτεί να περνάμε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας προσβλημένοι από κάποιον.
»Οι νέοι μάντεις συνιστούσαν να καταβάλλεται κάθε προσπάθεια για την εξαφάνιση του εγωισμού από τη ζωή των πολεμιστών. Έχω ακολουθήσει αυτή τη σύσταση και μεγάλο μέρος της συμπεριφοράς μου απέναντί σου έχει σκοπό να σου δείξει ότι χωρίς εγωισμό, είμαστε αήττητοι!»
καθώς τον άκουγα, τα μάτια του έγιναν ξαφνικά πολύ γυαλιστερά. Σκεφτόμουν ότι ήταν έτοιμος να γελάσει και ότι δεν υπήρχε λόγος για κάτι τέτοιο, όταν ξαφνιάστηκα από ένα δυνατό οδυνηρό χαστούκι στο δεξί μου μάγουλο.
Τινάχτηκα όρθιος. Η Γκόρντα στεκόταν πίσω μου με το χέρι της ακόμα σηκωμένο. Το πρόσωπό της ήταν κατακόκκινο από το θυμό.
«Τώρα μπορείτε να πείτε ό,τι θέλετε για μένα, έχοντας κάποια δικαιολογία», φώναξε. «Αν έχετε πάντως να πείτε κάτι, πείτε το μπροστά μου!».
Η έκρηξή της έμοιαζε να την έχει εξαντλήσει, γιατί κάθισε κάτω στο τσιμέντο και άρχισε να κλαίει. Ο δον Χουάν έδειχνε ενθουσιασμένος. Εγώ ήμουν παγωμένος από τη μανία μου. Η Γκόρντα με κοίταξε και μετά γύρισε προς τον δον Χουάν. Του είπε παραπονεμένα ότι δεν είχαμε δικαίωμα να την κατηγορούμε.
Ο δον Χουάν γέλασε τόσο δυνατά που διπλώθηκε στα δύο. Δεν μπορούσε ούτε να μιλήσει. Προσπάθησε δύο τρεις φορές να μου πει κάτι, αλλά τελικά παράτησε την προσπάθεια και απομακρύνθηκε με το σώμα του να αναταράζεται ακόμα από τα γέλια.
Ήμουν έτοιμος να τρέξω πίσω του, κοιτάζοντας ακόμα αγριεμένα τη Γκόρντα – εκείνη τη στιγμή την εύρισκα αποκρουστική – όταν μου συνέβηκε κάτι εκπληκτικό. Κατάλαβα γιατί με είχε βρει τόσο αστείο ο δον Χουάν. Η Γκόρντα και εγώ είμασταν φρικιαστικά όμοιοι. Ο εγωισμός μας ήταν τρομακτικός. Η έκπληξη και η οργή μου που με είχαν χαστουκίσει ήταν σαν το θυμό και τις υποψίες της Γκόρντα. Ο δον Χουάν είχε δίκιο. Το βάρος του εγωισμού είναι μεγάλο εμπόδιο.
Έτρεξα πίσω του, ενθουσιασμένος, με τα δάκρυα να τρέχουν στο πρόσωπό μου. Τον πρόλαβα και του είπα τι είχα καταλάβει. Τα μάτια του γυάλιζαν με ικανοποίηση και ευχαρίστηση.
«Τι να κάνω με τη Γκόρντα;» ρώτησα.
«Τίποτα», απάντησε. «Η συνειδητοποίηση είναι πάντα κάτι το προσωπικό».
Άλλαξε θέμα και είπε ότι οι οιωνοί μας έλεγαν να συνεχίσουμε τη συζήτησή μας πίσω στο σπίτι, ή στο μεγάλο δωμάτιο με τις άνετες πολυθρόνες, ή στην πίσω αυλή που είχε έναν σκεπαστό διάδρομο γύρω της. Είπε ότι όποτε εξηγούσε μέσα στο σπίτι, αυτά τα δύο μέρη ήταν απαγορευμένα για όλους τους άλλους.
Γυρίσαμε στο σπίτι. Ο δον Χουάν είπε σε όλους τι είχε κάνει η Γκόρντα. Η χαρά που έδειξαν όλοι οι μάντεις έκανε τη θέση της Γκόρντα πολύ δύσκολη.
«Ο εγωισμός δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με ευγένειες», είπε ο δον Χουάν όταν του εξέφρασα την ανησυχία μου για την Γκόρντα.
Μετά είπε σε όλους να βγουν από το δωμάτιο. Καθίσαμε και ο δον Χουάν άρχισε τις εξηγήσεις του.
Είπε ότι οι μάντεις, παλιοί και νέοι, χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη περιλαμβάνει αυτούς που είναι διατεθειμένοι να αυτοσυγκρατηθούν και μπορούν να διοχετεύσουν τις ενέργειές τους προς στόχους που μπορούν να βοηθήσουν τους άλλους μάντεις αλλά και την ανθρωπότητα γενικά. Η άλλη κατηγορία περιλαμβάνει αυτούς που δε συμπαθούν την αυτοσυγκράτηση και δεν ενδιαφέρονται για τέτοιους στόχους. Οι μάντεις πιστεύουν ότι αυτοί οι τελευταίοι είναι αυτοί που δεν κατάφεραν να λύσουν το πρόβλημα του εγωισμού.
«Ο εγωισμός δεν είναι κάτι το απλό και αφελές», εξήγησε. «Από τη μια μεριά, αποτελεί τον πυρήνα όλων όσων είναι καλά για μας και από την άλλη μεριά, τον πυρήνα όσων είναι σάπια. Για να ξεφορτωθεί κανείς το σάπιο εγωισμό χρειάζεται ένα αριστούργημα στρατηγικής. Οι μάντεις μέσα στους αιώνες, έχουν τιμήσει ιδιαίτερα αυτούς που το κατάφεραν».
Παραπονέθηκα ότι η ιδέα της εξαφάνισης του εγωισμού, αν και μου φαινόταν ελκυστική μερικές φορές, ήταν στην ουσία ακατανόητη. Του είπα ότι εύρισκα τις οδηγίες του τόσο ασαφείς που δεν μπορούσα να τις ακολουθήσω.
«Σου είπα πολλές φορές», είπε, «ότι προκειμένου να ακολουθήσεις το μονοπάτι της γνώσης πρέπει να έχεις μεγάλη φαντασία. Βλέπεις, το μονοπάτι της γνώσης, τίποτα δεν είναι τόσο ξεκάθαρο όσο θα θέλαμε».
Η δυσάρεστη αίσθηση που μου δημιούργησαν τα λόγια του με έκανε να πω ότι αυτά που έλεγε μου θύμιζαν κηρύγματα της καθολικής εκκλησίας. Μετά από μια ολόκληρη ζωή που με δίδασκαν τα κακά της αμαρτίας, είχα γίνει αναίσθητος.
«Η μάχη των πολεμιστών κατά του εγωισμού», είπε, «είναι θέμα στρατηγικής, όχι αρχής. Το λάθος σου είναι ότι μεταφράζεις ό,τι λέω με βάση την ηθική».
«Σε θεωρώ πολύ ηθικό άνθρωπο, δον Χουάν», επέμεινα.
«Απλώς έχεις προσέξει το ότι είμαι άψογος», είπε.
«Το να είσαι άψογος, όπως και το να ξεφορτώνεσαι τον εγωισμό σου, αποτελούν πολύ αόριστες έννοιες για να έχουν κάποια αξία για μένα», παρατήρησα.
Ο δον Χουάν πνίγηκε στα γέλια και του ζήτησα να εξηγήσει τι σημαίνει να είσαι άψογος.
«Το να είσαι άψογος δεν είναι τίποτα περισσότερο από τη σωστή χρήση της ενέργειας», είπε. «Οι δηλώσεις μου δεν περιλαμβάνουν κανένα υπαινιγμό ηθικής. Έτσι εξοικονόμησα ενέργεια και αυτό με κάνει άψογο. Για να το καταλάβεις, θα πρέπει και εσύ να εξοικονομήσεις αρκετή ενέργεια».
Μείναμε σιωπηλοί για αρκετή ώρα. Ήθελα να σκεφτώ αυτό που είχε πει. Ξαφνικά, άρχισε να μιλάει και πάλι.
«Οι πολεμιστές μελετούν τις στρατηγικές τους», είπε. «Καταγράφουν όλα όσα κάνουν. Μετά αποφασίζουν τι απ' αυτά μπορεί να αλλάξει προκειμένου να ξεκουραστούν, από απόψεως δαπάνης ενέργειας».
Παρατήρησα ότι αυτός ο κατάλογος θα πρέπει να περιλαμβάνει τα πάντα. Υπομονετικά μου εξήγησε ότι ο στρατηγικός κατάλογος στον οποίο αναφερόταν, κάλυπτε μόνο τους τρόπους συμπεριφοράς που δεν ήταν κρίσιμοι για την επιβίωση και την καλή ζωή μας.
Άρπαξα την ευκαιρία για να επισημάνω ότι η επιβίωση και η καλή ζωή ήταν κάτι που μπορούσε να ερμηνευθεί με άπειρους τρόπους, άρα, δεν υπήρχε τρόπος να συμφωνήσει κανείς στο τι ήταν ή δεν ήταν απαραίτητο.
Καθώς μιλούσα άρχισα να χάνω τη φόρα μου. Τελικά, σταμάτησα γιατί κατάλαβα τη ματαιότητα των επιχειρημάτων μου.
Ο δον Χουάν είπε τότε, ότι, στους στρατηγικούς καταλόγους των πολεμιστών, ο εγωισμός είναι αυτό που καταναλίσκει την περισσότερη ενέργεια και άρα αυτόν προσπαθούν να εξαλείψουν.
«Μια από τις βασικές προσπάθειες των πολεμιστών είναι να απελευθερώσουν αυτή την ενέργεια, προκειμένου να αντιμετωπίσουν μ' αυτή το άγνωστο», συνέχισε ο δον Χουάν. «Με τον τρόπο αυτό, με την αλλαγή της πορείας της ενέργειας, γίνεται κανείς άψογος».
Είπε ότι η πιο αποτελεσματική στρατηγική είχε δημιουργηθεί από τους μάντεις της κατοχής, τους αναμφισβήτητους κυρίαρχους της «επιμονής». Αποτελείται από έξι στοιχεία που αλληλοεπηρεάζονται. Τα πέντε απ' αυτά αποκαλούνται «χαρακτηριστικά της πολεμικότητας»: έλεγχος, πειθαρχία, μακροθυμία, χρονισμός και «θέληση». Αφορούν τον κόσμο του πολεμιστή που μάχεται να χάσει τον εγωισμό. Το έκτο στοιχείο, που είναι ίσως το πιο σημαντικό αφορά τον έξω κόσμο και λέγεται ο μικρός τύραννος.
Με κοίταξε σιωπηλά σαν να ρωτούσε αν είχα καταλάβει.
«Τα έχω χαμένα», είπα. «Λες συνέχεια ότι η Γκόρντα είναι ο μικρός τύραννος στη ζωή μου. Τι ακριβώς είναι ένας μικρός τύραννος;»
«Ένας μικρός τύραννος είναι ένας βασανιστής», απάντησε. «Κάποιος που ή έχει δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω στους πολεμιστές, ή απλά και μόνο τους ενοχλεί μέχρι παραφροσύνης».
Ο δον Χουάν χαμογελούσε πλατιά καθώς μου μιλουσε. Είπε ότι οι νέοι μάντεις ανέπτυξαν τη δική τους κατάταξη των μικρών τυράννων. Αν και η έννοια αυτή αποτελεί μια από τις σημαντικότερες και σοβαρότερες ανακαλύψεις τους, το αντιμετώπιζαν με χιούμορ. Με διαβεβαίωσε ότι υπήρχε μια υποψία κακίας και χιούμορ σε κάθε μια από τις κατηγορίες τους, επειδή το χιούμορ ήταν ο μοναδικός τρόπος να αντισταθμίσουν την ακαταμάχητη τάση της ανθρώπινης συνείδησης να κατατάσσει και να δημιουργεί άβολες κατηγορίες.
Οι νέοι μάντεις, σύμφωνα με την πρακτική τους, θεώρησαν σωστό να ξεκινήσουν την κατάταξη με την αρχέγονη πηγή ενέργειας τον ένα και μοναδικό κυρίαρχο του σύμπαντος, που την ονόμασαν απλά «ο τύραννος». Οι υπόλοιποι καταπιεστές και αυθεντίες, φυσικά κατατάχτηκαν απείρως χαμηλότερα από την κατηγορία του τύραννου. Σε σύγκριση με την πηγή των πάντων, οι πιο τρομεροί, τυραννικοί άνθρωποι ήταν απλοί παλιάτσοι. Άρα, κατατάχτηκαν στην κατηγορία των μικρών τυράννων, «πίντσες τιράνος».
Είπε ότι υπήρχαν δύο υποκατηγορίες μικρών τυράννων. Η πρώτη υποκατηγορία περιλάμβανε τους μικρούς τυράννους που ταλαιπωρούν και προκαλούν δυστυχία, χωρίς όμως να προκαλούν το θάνατο κανενός. Αυτοί ονομάζονταν μικροί τυραννίσκοι, «ρεπίντσες τιρανίτος», ή μικροτυραννάκια «πίντες τιρανίτος τσικιτίτος».
Σκέφτηκα ότι οι κατηγορίες αυτές ήταν γελοίες. Ήμουν σίγουρος ότι έβγαζε από το μυαλό του τους ισπανικούς όρους. Τον ρώτησα αν ήταν έτσι.
«Κάθε άλλο», απάντησε, δείχνοντας να το διασκεδάζει. «Οι νέοι μάντεις ήταν καταπληκτικοί με τις κατατάξεις τους. Ο Χενάρο αναμφισβήτητα είναι ένας από τους καλύτερους. Αν τον παρατηρήσεις προσεκτικά, θα συνειδητοποιήσεις πως ακριβώς αισθάνονται οι μάντεις για τις κατηγορίες αυτές».
Γέλασε δυνατά βλέποντας τη σύγχισή μου όταν τον ρώτησα αν με κορόιδευε.
«Δεν θα μπορούσα ούτε να το διανοηθώ», είπε χαμογελώντας. «Ο Χενάρο θα μπορούσε να το κάνει, αλλά όχι εγώ, ιδίως όταν ξέρω πως αισθάνεσαι για τις κατηγορίες. Μόνο που οι νέοι μάντεις είναι τρομερά ανεβλαβείς».
Πρόσθεσε ότι οι μικροί μικροτύραννοι χωρίζονταν σε τέσσερις άλλες υποκατηγορίες. Μια γι' αυτούς που βασανίζουν βάναυσα και βίαια. Μια άλλη γι' αυτούς που δημιουργούν τρομερή ανησυχία και φόβο με ύπουλες μεθόδους. Μια άλλη γι' αυτούς που καταπιέζουν με τη λύπη. Και η τελευταία, γι' αυτούς που βασανίζουν κάνοντας τους πολεμιστές να οργίζονται.
«Η Γκόρντα ανήκει σε δική της κατηγορία», πρόσθεσε. «Είναι ένας δραστήριος μικροσκοπικός μικροτύραννος. Σε ενοχλεί μέχρι θανάτου και σε εξοργίζει. Μέχρι που σε χαστουκίζει. Με όλα αυτά σε διδάσκει την απελευθέρωση από τον εγωισμό».
«Δεν είναι δυνατόν!» διαμαρτυρήθηκα.
«Δεν έχεις ακόμα συνδυάσει όλα τα συστατικά της στρατηγικής που έχουν διαμορφώσει οι νέοι μάντεις», είπε. «Όταν θα το κάνει θα δεις πόσο αποτελεσματική και έξυπνη είναι η λύση να χρησιμοποιείται ένας μικρός τύραννος. Μπορώ να πω ότι αυτή η στρατηγική, όχι μόνο εξαφανίζει τον εγωισμό, αλλά και προετοιμάζει τους πολεμιστές για την τελική συνειδητοποίηση ότι το να είσαι άψογος είναι το μόνο που έχει σημασία στο μονοπάτι της γνώσης».
Είπε ότι αυτό που είχαν υπ’ όψη τους οι νέοι μάντεις ήταν μια θανάσιμη κατάσταση στην οποία ο μικρός τύραννος ήταν σαν μια βουνοκορυφή και τα συστατικά της πολεμικότητας ήταν σαν αναρριχητές που συναντιόνταν στην κορφή.
«Συνήθως χρησιμοποιούνται μόνο τέσσερα συστατικά», συνέχισε. «Το πέμπτο, η «θέληση», φυλάγεται πάντα για την τελική αντιπαράθεση, όπως ότανοι πολεμιστές αντιμετωπίζουν το εκτελεστικό απόσπασμα».
«Γιατί γίνεται έτσι;»
«Γιατί η θέληση ανήκει σε μια άλλη σφαίρα, το άγνωστο. Τα άλλα τέσσερα ανήκουν στο γνωστό, εκεί ακριβώς που βρίσκονται οι μικροί τύραννοι. Μάλιστα αυτό που μετατρέπει τους ανθρώπους σε μικρούς τυράννους, είναι η συνεχής μανιακή χρήση του γνωστού».
Ο δον Χουάν εξήγησε ότι η αλληλεπίδραση ανάμεσα στα πέντε συστατικά της πολεμικότητας γίνεται μόνο από μάντεις που είναι άψογοι πολεμιστές και ελέγχουν απόλυτα την «θέληση». Μια τέτοια αλληλεπίδραση αποτελεί την υπέρτατη κίνηση που δεν μπορεί να γίνει στο καθημερινό ανθρώπινο στάδιο.
«Τα τέσσερα συστατικά είναι αρκετά για να αντιμετωπίσει κανείς ακόμα και τους χειρότερους μικρούς τυράννους», συνέχισε. «Με την προϋπόθεση, φυσικά, ότι έχει βρεθεί ένας μικρός τύραννος. Όπως είπα, ο μικρός τύραννος είναι το εξωτερικό στοιχείο, αυτό που δεν μπορούμε να ελέγξουμε και το στοιχείο που κατά πάσα πιθανότητα είναι το πιο σημαντικό. Ο ευεργέτης μου έλεγε ότι ο πολεμιστής που σκοντάφτει πάνω σε έναν μικρό τύραννο, είναι τυχερός. Εννοούσε ότι είσαι τυχερός αν συναντήσεις έναν στον δρόμο σου, γιατί αν δεν τον συναντήσεις θα πρέπεινα ψάξεις να τον βρεις».
Εξήγησε ότι ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της εποχής της κατοχής ήταν ένα οικοδόμημα που το αποκάλεσε «πρόοδο τριών φάσεων». Οι μάντεις της περιόδου αυτής, καταλαβαίνοντας τη φύση του ανθρώπου, μπόρεσαν να φτάσουν στο αδιαμφισβήτητο συμπέρασμα ότι αν οι μάντεις μπορούν να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τους μικρούς τυράννους, μπορούν σίγουρα να αντιμετωπίσουν ανώδυνα το άγνωστο. Και μετά μπορούν να αντέξουν ακόμα και την παρουσία αυτού που βρίσκεται πέρα από τα όρια της ανθρώπινης κατανόησης.
«Η αντίδραση του μέσου ανθρώπου είναι να σκεφτεί ότι η σειρά αυτής της δήλωσης πρέπει να αναστραφεί», συνέχισε. «Ένας μάντης που μπορεί να κρατήσει τη θέση του απέναντι στο άγνωστο, μπορεί σίγουρανα αντιμετωπίσει τους μικρούς τυράννους. Αλλά δεν είναι έτσι. Αυτό που κατέστρεψε τους θαυμάσιους μάντεις των αρχαίων χρόνων, ήταν αυτή ακριβώς η παρανόηση. Τώρα ξέρουμε περισσότερα. Ξέρουμε ότι τίποτα δεν μπορεί να δοκιμάσει περισσότερο το πνεύμα του πολεμιστή, απ’ ότι το να αντιμετωπίσει απίθανους ανθρώπους σε θέσεις ισχύος. Μόνο κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες μπορούν οι πολεμιστές να αποκτήσουν τη νηφαλιότητα και την ηρεμία που απαιτείται για να αντέξουν την πίεση που δεν μπορεί να κατανοηθεί».
Διαφώνησα μαζί του. Του είπα ότι, κατά τη γνώμη μου, το μόνο που μπορούν να κάνουν οι τύραννοι είναι να φέρουν τα θύματά τους σε απόγνωση ή να τα αναγκάσουν να γίνουν εξ ίσου βάναυσα μ’ αυτούς. Επεσήμανα ότι έχουν γίνει αναρίθμητες μελέτες σχετικά με τα αποτελέσματα σωματικών και ψυχολογικών βασανιστηρίων σε τέτοια θύματα.
«Η διαφορά βρίσκεται σε κάτι που είπες», απάντησε. «Μίλησες για θύματα, όχι για πολεμιστές. Κάποτε αισθανόμουν κι εγώ σαν και σένα. Θα σου πω τι με έκανε να αλλάξω, αλλά πρώτα ας γυρίσουμε σ΄αυτό που είπα για την κατοχή. Οι μάντεις εκείνης της εποχής δε θα μπορούσαν να βρουν προσφορότερο έδαφος. Οι Ισπανοί ήταν οι μικροί τύραννοι που δοκίμασαν τις ικανότητές τους στο έπακρο. Αφού αντιμετώπισαν τους κατακτητές, οι μάντεις ήταν έτοιμοι να αντιμετωπίσουν οτιδήποτε. Ήταν τυχεροί. Εκείνη την εποχή υπήρχαν παντού μικροί τύραννοι.
»Μετά από αυτά τα θαυμάσια χρόνια της αφθονίας, τα πράγματα άλλαξαν σημαντικά. Οι μικροί τύραννοι δεν είχαν ποτέ άλλοτε τέτοια δύναμη. Μόνο εκείνη την περίοδο είχαν απεριόριστη εξουσία. Ένας μικρός τύραννος με απεριόριστες δυνατότητες είναι το τέλειο συστατικό για την προετοιμασία ενός θαυμάσιου μάντη.
»Δυστυχώς, στην εποχή μας οι μάντεις χρειάζεται να φτάσουν στα άκρα για να βρουν έναν αξιόλογο τύραννο. Και τις περισσότερες φορές αναγκάζονται να ικανοποιηθούν με μικροπράγματα».
«Εσύ βρήκες ένα μικρό τύραννο δον Χουάν;»
«Ήμουν τυχερός. Ένας τεράστιος τύραννος με βρήκε εμένα. Εκείνη την εποχή, όμως, αισθανόμουν όπως και συ. Δε θεωρούσα τον εαυτό μου τυχερό».
Ο δον Χουάν είπε ότι η δοκιμασία του άρχισε μερικές εβδομάδες πριν συναντήσει τον ευεργέτη του. Μόλις που είχε κλείσει τα είκοσι. Είχε βρει μια δουλειά σαν εργάτης σε ένα εργοστάσιο ζάχαρης. Ανέκαθεν ήταν δυνατός και έτσι ήταν εύκολο να βρίσκει δουλειές που απαιτούσαν μπράτσα. Μια μέρα, καθώς μετέφερε κάτι μεγάλα σακιά ζάχαρη, μπήκε μέσα μια γυναίκα. Ήταν πολύ καλά ντυμένη και φαινόταν εύπορη. Ήταν καμιά πενηνταριά χρονών, είπε ο δον Χουάν. Κοίταξε τον δον Χουάν, μίλησε στον αρχιεργάτη κι έφυγε. Στη συνέχεια ο αρχιεργάτης πλησίασε τον δον Χουάν και του είπε ότι αν του έδινε κάτι, θα τον σύστηνε για μια δουλειά στο σπίτι του αφεντικού. Ο δον Χουάν του είπε ότι δεν είχε λεφτά. Ο αρχιεργάτης χαμογέλασε και είπε ότι δεν πείραζε, θα είχε αρκετά την ημέρα της μισθοδοσίας. Χτύπησε φιλικά τον δον Χουάν στην πλάτη και τον διαβεβαίωσε ότι ήταν μεγάλη τιμή να δουλέψει για το αφεντικό.
Ο δον Χουάν είπε ότι σαν αστοιχείωτος και φτωχός ινδιάνος που ήταν εκείνη την εποχή, τα έχαψε όλα. Πίστευε ότι τον βοηθούσε κάποια καλή νεράιδα. Υποσχέθηκε να δώσει στον αρχιεργάτη ό,τι ήθελε. Ο αρχιεργάτης ζήτησε ένα τεράστιο ποσό που έπρεπε να πληρωθεί σε δόσεις.
Αμέσως μετά, ο ίδιος ο αρχιεργάτης, πήγε τον δον Χουάν στο σπίτι, που ήταν αρκετά μακριά από την πόλη, και τον άφησε εκεί με έναν άλλο αρχιεργάτη, έναν άσκημο, σοβαρό, τεράστιο άντρα που έκανε πολλές ερωτήσεις.
Ήθελε να μάθει για την οικογένεια του δον Χουάν. Ο δον Χουάν είπε ότι δεν είχε οικογένεια. Ο αρχιεργάτης χάρηκε τόσο πολύ που χαμογέλασε, δείχνοντας τα σάπια δόντια του.
Υποσχέθηκε στον δον Χουάν ότι θα τον πλήρωναν καλά και ότι θα ήταν σε θέση ακόμα και να αποταμιεύσει, μια και δε θα ήταν αναγκασμένος να ξοδεύει, μένοντας και τρώγοντας στο σπίτι.
Ο τρόπος με τον οποίο γελούσε ο τεράστιος αυτός άνθρωπος, ήταν τρομακτικός. Ο δον Χουάν κατάλαβε ότι έπρεπε να φύγει αμέσως. Έτρεξε στην πόρτα, αλλά ο αρχιεργάτης μπήκε μπροστά του με ένα πιστόλι στο χέρι. Σήκωσε τον κόκκορα και το έχωσε στο στομάχι του δον Χουάν.
«Έχεις έρθει εδώ για να δουλέψεις μέχρι να σέρνεσαι», είπε «και μην το ξεχνάς».
Τον έσπρωξε με ένα γκλομπ και τον οδήγησε στο πλάι του σπιτιού. Αφού δήλωσε ότι οι άντρες του δούλευαν από την ανατολή μέχρι τη δύση του ηλίου, χωρίς διάλειμμα, έβαλε τον δον Χουάν να σκάψει για να ξεριζώσει δυο τεράστιους κορμούς. Του είπε επίσης ότι αν προσπαθούσε να αποδράσει, ή αν πήγαινε στις αρχές, θα τον σκότωνε – και ότι αν ποτέ ο δον Χουάν έφευγε, θα ορκιζόταν στο δικαστήριο ότι είχε προσπαθήσει να δολοφονήσει το αφεντικό.
«Θα δουλέψεις εδώ μέχρι να πεθάνεις», είπε. «Κάποιος άλλος Ινδιάνος θα πάρει τη θέση σου, όπως εσύ παίρνεις τη θέση κάποιου που πέθανε».
Ο δον Χουάν είπε ότι το σπίτι έμοιαζε με κάστρο, γεμάτο άντρες οπλισμένους με μασέτες.
Άρχισε λοιπόν να δουλεύει καιπροσπάθησε να μη σκέφτεται τη θέση του. Στο τέλος της ημέρας, ο αρχιεργάτης γύρισε και τον πήγε με κλωτσιές μέχρι την κουζίνα, επειδή δεν του άρεσε το περήφανο βλέμμα του. Απείλησε να κόψει τους τένοντες στα χέρια του δον Χουάν αν δεν υπάκουε.
Στην κουζίνα, μια γριά έφερε φαγητό, αλλά ο δον Χουάν ήταν τόσο στενοχωρημένος και φοβισμένος που δεν μπορούσε να φάει. Η γριά τον συμβούλεψε να φάει όσο μπορούσε. Έπρεπε να κρατήσει τη δύναμή του, είπε, επειδή η δουλειά του δε θα σταματούσε ποτέ. Τον προειδοποίησε ότι ο άνθρωπος που είχε τη θέση του πριν απ’ αυτόν, είχε πεθάνει μια μέρα νωρίτερα. Ήταν πολύ αδύναμος για να δουλέψει και είχε πέσει από ένα παράθυρο του δεύτερου ορόφου.
Ο δον Χουάν μου είπε ότι δούλεψε στο σπίτι του αφεντικού επί τρεις βδομάδες, και ότι ο αρχιεργάτης τον κυνηγούσε συνέχεια. Τον έβαζε να δουλεύει κάτω από τις πιο επικίνδυνες συνθήκες, να κάνει την πιο βαριά δουλειά που μπορούσε να φανταστεί κανείς, κάτω από την συνεχή απειλή του μαχαιριού, του πιστολιού και του γκλομπ. Τον έστελνε καθημερινά στους σταύλους για να καθαρίσει ανάμεσα στα χωρίσματα, ενώ τα νευρικά άλογα ήταν μέσα. Στην αρχή της κάθε μέρας, ο δον Χουάν πίστευε ότι θα ήταν η τελευταία του σ’ αυτόν τον κόσμο. Και η επιβίωση σήμαινε απλά και μόνο ότι θα έπρεπε να ξαναπεράσει από την ίδια δοκιμασία την επόμενη μέρα.
Αυτό που έφερε το τέλος, ήταν ότι ζήτησε λίγη ελεύθερη ώρα. Σαν πρόφαση, είπε ότι έπρεπε να πάει στην πόλη για να δώσει στον αρχιεργάτη του εργοστασίου ζαχάρεως τα λεφτά που του χρώσταγε. Ο άλλος αρχιεργάτης απάντησε ότι ο δον Χουάν δεν μπορούσε να σταματήσει ούτε για ένα λεπτό να δουλεύει, γιατί ήταν χρεωμένος μέχρι το λαιμό μόνο και μόνο για το προνόμιο να δουλεύει εκεί.
Ο δον Χουάν κατάλαβε ότι ήταν ξοφλημένος. Κατάλαβε ότι οι δύο αρχιεργάτες ήταν συνεννοημένοι να παίρνουν φτωχούς ινδιάνους από το εργοστάσιο, να τους αναγκάζουν να δουλεύουν μέχρι θανάτου και μετά να μοιράζονται τους μισθούς τους. Αυτό τον έκανε να θυμώσει τόσο πολύ που διέσχισε τρέχοντας και ουρλιάζοντας την κουζίνα και μπήκε στο κυρίως σπίτι. Ο αρχιεργάτης και οι άλλοι εργάτες ξαφνιάστηκαν. Έτρεξε έξω από την μπροστινή πόρτα, και σχεδόν κατάφερε να ξεφύγει, αλλά ο αρχιεργάτης τον πρόλαβε στο δρόμο και τον πυροβόλησε στο στήθος. Τον άφησε νομίζοντας ότι ήταν νεκρός.
Ο δον Χουάν είπε ότι δεν ήταν η μοίρα του να πεθάνει. Ο ευεργέτης του τον βρήκε εκεί και τον φρόντισε, μέχρι που έγινε καλά.
«Όταν είπα ολόκληρη την ιστορία στον ευεργέτη μου», είπε ο δον Χουάν, «με δυσκολία συγκράτησε τον ενθουσιασμό του. Αυτός ο αρχιεργάτης είναι θησαυρός, μου είπε. Είναι πολύ καλός για να τον αφήσουμε να πάει χαμένος. Κάποια μέρα, πρέπει να γυρίσεις σ' εκείνο το σπίτι.
»Μίλησε για την τύχη μου, που κατάφερα να βρω έναν μικρό τύραννο που ήταν ένας στο εκατομμύριο, με σχεδόν απεριόριστη ισχύ. Νόμιζα ότι ήταν μουρλός. Πέρασαν χρόνια πριν καταλάβω για τι πράγμα μιλούσε».
«Είναι μια από τις πιο τρομερές ιστορίες που έχω ακούσει», είπα. «Ξαναγύρισες πράγματι στο σπίτι;”
«Και βέβαια, τρία χρόνια αργότερα. Ο ευεργέτης μου είχε δίκιο. Ένας μικρός τύραννος σαν κι αυτόν ήταν ένας στο εκατομμύριο και δεν μπορούσε να πάει χαμένος».
«Πως κατάφερες να γυρίσεις;»
«Ο ευεργέτης μου ανέπτυξε μια στρατηγική που χρησιμοποιούσε τα τέσσερα συστατικά της πολεμικότητας: έλεγχο, πειθαρχία, επιμονή και χρονισμό».
Ο δον Χουάν είπε ότι ο ευεργέτης του, εξηγώντας του τι έπρεπε να κάνει για να κερδίσει αντιμετωπίζοντας αυτό το κάθαρμα, του είπε αυτά που οι νέοι μάντεις θεωρούσαν τα τέσσερα βήματα στο μονοπάτι της γνώσης. Το πρώτο βήμα είναι η απόφαση να γίνεις μαθητευόμενος. Αφού οι μαθητευόμενοι αλλάξουν τις απόψεις τους για τον εαυτό τους και τον κόσμο γύρω τους, κάνουν το δεύτερο βήμα και γίνονται πολεμιστές, δηλαδή όντα ικανά για απόλυτη πειθαρχία και έλεγχο του εαυτού τους. Το τρίτο βήμα, αφού αποκτηθεί η υπομονή και ο χρονισμός, είναι να γίνουν άνθρωποι της γνώσης. Και όταν οι άνθρωποι της γνώσης μαθουν να «βλέπουν», έχουν κάνει το τέταρτο βήμα και έχουν γίνει μάντεις.
Ο ευεργέτης του είχε τονίσει το γεγονός ότι ο δον Χουάν βρισκόταν στο μονοπάτι αρκετό καιρό, ώστε να αποκτήσει τα πρώτα δύο συστατικά: έλεγχο και πειθαρχία. Ο δον Χουάν επεσήμανε ότι και τα δύο αυτά συστατικά αναφέρονται σε μια εσωτερική κατάσταση. Ο πολεμιστής ασχολείται με τον εαυτό του, όχι με εγωιστικό τρόπο, αλλά από την άποψη της απόλυτης και συνεχούς εξέτασης του είναι του.
«Εκείνη την εποχή, τα άλλα δύο συστατικά μου ήταν απαγορευμένα», συνέχισε ο δον Χουάν. «Η επιμονή και ο χρονισμός δεν αποτελούν ακριβώς εσωτερική κατάσταση. Αποτελούν το χώρο όπου κινείται ο άνθρωπος της γνώσης. Ο ευεργέτης μου μου το έδειξε μέσω της στρατηγικής του».
«Αυτό σημαίνει ότι δεν θα μπορούσες να αντιμετωπίσεις από μόνος σου το μικρό τύραννο;» ρώτησα.
«Είμαι σίγουρος ότι θα τα κατάφερντα μόνος μου, αν και πάντα αμφέβαλα αν θα μπορούσα να τα καταφέρω με τόσο κέφι και χαρά. Ο ευεργέτης μου χαιρόταν τη σύγκρουση, καθοδηγώντας την. Η ιδέα του να χρησιμοποιείς έναν μικρό τύραννο, δεν είναι μόνο για την τελειοποίηση του πνεύματος του πολεμιστή, αλλά και για διασκέδαση και χαρά».
«Πως μπορεί να διασκεδάσει κανείς με το τέρας που μου περιέγραψες;»
«Δεν ήταν τίποτα σε σχέση με τα πραγματικά τέρατα που αντιμετώπιζαν οι μάντεις κατά τη διάρκεια της κατοχής. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, διασκέδαζαν πολύ αντιμετωπίζοντας τους. Απέδειξαν ότι ακόμα και οι χειρότεροι τύραννοι μπορούν να δώσουν χαρά, με την προϋπόθεση φυσικά ότι είσαι πολεμιστής».
Ο δον Χουάν εξήγησε ότι το λάθος που έκαναν οι άνθρωποι όταν αντιμετώπιζαν μικρούς τυράννους ήταν το να μην έχουν μια στρατηγική. Το βασικό πρόβλημα είναι ότι ο μέσος άνθρωπος παίρνει τον εαυτό του πολύ στα σοβαρά. Οι ενέργειές τους και τα αισθήματά τους, όπως και αυτά των μικρών τυράννων, έχουν μεγάλη σημασία. Οι πολεμιστές από την άλλη μεριά, όχι μόνο έουν μια καλά προετοιμασμένη στρατηγική, αλλά είναι απελευθερωμένοι και από τον εγωισμό. Αυτό που συγκρατεί τον εγωισμό είναι το ότι έχουν καταλάβει πως η πραγματικότητα είναι μια δική μας ερμηνεία. Αυτή η γνώση ήταν το πλεονέκτημα που είχε ο μάντης απέναντι στον απλοϊκό ισπανό.
Είπε ότι πείσθηκε ότι θα μπορούσε να νικήσει τον αρχιεργάτη, χρησιμοποιώντας την απλή διαπίστωση ότι οι μικροί τύραννοι, παίρνουν πολύ σοβαρά τον εαυτό τους, κάτι που δεν κάνουν οι πολεμιστές.
Ακολουθώντας το στρατηγικό σχέδιο του ευεργέτη του, ο δον Χουάν έπιασε δουλειά στο ίδιο εργοστάσιο ζάχαρης. Κανείς δεν θυμόταν ότι είχε ξαναεργασθεί εκεί. Διάφοροι φτωχοί ινδιάνοι έρχονταν και έφευγαν χωρίς να αφήνουν κανένα ίχνος.
Η στρατηγική του ευεργέτη του έλεγε να περιμένει να έρθει κάποιος αναζητώντας νέο θύμα. Όπως έγιναν τα πράγματα, ήρθε η ίδια γυναίκα και τον επεσήμανε, όπως είχε κάνει πριν από μερικά χρόνια. Αυτή τη φορά ήταν ακόμα πιο δυνατός στα μπράτσα.
Τα πράγματα ακολούθησαν την ίδια πορεία. Η στρατηγική, όμως, έλεγε ότι έπρεπε να αρνηθεί από την αρχή να πληρώσει τον αρχιεργάτη. Ο αρχιεργάτης δεν είχε ξανασυναντήσει άρνηση και σάστισε. Απείλησε να απολύσει τον δον Χουάν. Ο δον Χουάν τον απείλησε με τη σειρά του, λέγοντας ότι θα πήγαινε κατευθείαν στο σπίτι της κυρίας και θα την έβλεπε. Ο δον Χουάν ήξερε ότι η γυναίκα, που ήταν η γυναίκα του ιδιοκτήτη του εργοστασίου, δεν ήξερε τι έκαναν οι δύο αρχιεργάτες. Είπε στον αρχιεργάτη ότι ήξερε που έμενε, επειδή είχε δουλέψει στα γειτονικά χωράφια, κόβοντας ζαχαροκάλαμο. Ο αρχιεργάτης άρχισε να μαζεύεται και ο δον Χουάν του ζήτησε εκείνου λεφτά, πριν δεχθεί να πάει στο σπίτι της κυρίας. Ο αρχιεργάτης υποχώρησε και του έδωσε μερικά χαρτονομίσματα. Ο δον Χουάν ήξερε πολύ καλά ότι η συμφωνία του αρχιεργάτη ήταν απλά ένα κόλπο για να τον πάει μέχρι το σπίτι.
«Με πήγε πάλι ο ίδιος στο σπίτι», είπε ο δον Χουάν, «ήταν μια παλιά χασιέντα που ανήκε στην οικογένεια που είχε το εργοστάσιο – πλούσιοι άνθρωποι που ή ήξεραν τι συνέβαινε και δεν τους ένοιαζε, ή αδιαφορούσαν τόσο που δεν το είχαν καν προσέξει.
»Μόλις φθάσαμε εκεί, έτρεξα μέσα στο σπίτι για να βρω την κυρία. Τη βρήκα. Γονάτισα μπροστά της και της φίλησα το χέρι, ευχαριστώντας την. Οι δύο αρχιεργάτες έμειναν άναυδοι.
»Ο αρχιεργάτης του σπιτιού έκανε τα ίδια όπως και την προηγούμενη φορά. Αλλά είχα τα κατάλληλα μέσα να τον αντιμετωπίσω. Είχα έλεγχο, πειθαρχία, επιμονή και χρονισμό. Όλα έγιναν όπως τα είχε προγραμματίσει ο ευεργέτης μου. Ο έλεγχος με βοήθησε να ικανοποιήσω τις μεγαλύτερες απαιτήσεις του. Αυτό που συνήθως μας εξαντλεί σ' αυτές τις περιπτώσεις, είναι η φθορά του εγωισμού μας. Κάθε άνθρωπος που έχει λίγη περηφάνια μέσα του, αισθάνεται να κομματιάζεται όταν τον κάνουν να αισθάνεται ότι δεν έχει καμιά αξία.
»Έκανα με ευχαρίστηση ό,τι μου έλεγαν. Ήμουν χαρούμενος και δυνατός. Και δεν έδινα δεκάρα για την περηφάνια μου ή για το φόβο μου. Βρισκόμουν εκεί σαν ένας άψογος πολεμιστής. Το να κουρδίζεις το πνεύμα σου ότνα κάποιος άλλος σε ταλαιπωρεί, λέγεται έλεγχος».
Ο δον Χουάν εξήγησε ότι η στρατηγική του ευεργέτη του, απαιτούσε ότι αντί να λυπάται τον εαυτό του, όπως είχε κάνει την προηγούμενη φορά, να αρχίσει αμέσως να χαρτογραφεί τα ισχυρά σημεία του αντιπάλου, τις αδυναμίες του , τις ιδιοτροπίες της συμπεριφοράς του.
Ανακάλυψε ότι τα ισχυρότερα σημεία του αρχιεργάτη, ήταν η βίαιη φύση και η τόλμη του. Είχε πυροβολήσει τον δον Χουάν μέρα μεσημέρι, και μπροστά σε ένα σωρό περαστικούς. Η μεγάλη του αδυναμία ήταν ότι του άρεσε η δουλειά του και δεν ήθελε να την βάλει σε κίνδυνο. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορούσε να προσπαθήσει να σκοτώσει τον δον Χουάν μέσα στον περίβολο του σπιτιού, την ημέρα. Η άλλη του αδυναμία, ήταν ότι ήταν οικογενειάρχης. Είχε μια γυναίκα και παιδιά, που ζούσαν σε μια καλύβα κοντά στο σπίτι.
«Το να μαζέψεις όλες αυτές τις πληροφορίες ενώ σε δέρνουν, λέγεται πειθαρχία», είπε ο δον Χουάν. «Ο αρχιεργάτης ήταν ένα κάθαρμα. Δεν είχε τίποτα καλό επάνω του. Σύμφωνα με τους νέους μάντεις, ένας τέλειος μικρός τύραννος δεν έχει τίποτα το καλό».
Ο δον Χουάν είπε ότι τα άλλα δύο συστατικά της πολεμικότητας, υπομονή και χρονισμός, που δεν τα είχε ακόμα αποκτήσει, είχαν αυτόματα αποτελέσει μέρος της στρατηγικής του ευεργέτη του. Η υπομονή είναι να περιμένεις -χωρίς βιασύνη, χωρίς άγχος – μια ευχάριστη αναβολή αυτού που θα γίνει.
«Πάσχιζα μέρα με τη μέρα», συνέχισε ο δον Χουάν, «καμιά φορά κλαίγοντας κάτω από το μαστίγιο του αρχιεργάτη. Και όμως, ήμουν ευτυχισμένος. Η στρατηγική του ευεργέτη μου ήταν αυτή που με έκανε να περνάω από μέρα σε μέρα, χωρίς να τον μισώ. Ήμουν πολεμιστής. Ήξερα ότι περιμένα και ήξερα τι περίμενα. Εκει βρίσκεται η μεγάλη χαρά του να είσαι πολεμιστής».
Πρόσθεσε ότι η στρατηγική του ευεργέτη του απαιτούσε τη συστηματική παρενόχληση του αρχιεργάτη, με τον να καλύπτεται πίσω από κάποιον ανώτερο, όπως είχαν κάνει και οι μάντεις της κατοχής, καλυπτόμενοι πίσω από την καθολική εκκλησία. Ένας φτωχός παπάς, ήταν καμιά φορά πιο ισχυρός από έναν ευγενή.
Η ασπίδα του δον Χουάν ήταν η γυναίκα που του είχε βρει τη δουλειά. Γονάτιζε μπροστά της και τη φώναζε αγία, κάθε φορά που την έβλεπε. Την ικέτευσε να του δώσει το μετάλλιο του φύλακα αγίου της έτσι ώστε να προσεύχεται σ' αυτόν για την υγεία και την ευτυχία της.
«Μου έδωσε ένα», είπε ο δον Χουάν, «και αυτό τάραξε πολύ τον αρχιεργάτη. Και όταν έβαλα τους υπηρέτες να προσεύχονται το βράδυ, κόντεψε να πάθει καρδιακή προσβολή. Νομίζω ότι τότε αποφάσισε να με σκοτώσει. Δεν μπορούσε να με αφήσει να συνεχίσω.
»Σαν αντίμετρο, οργάνωσα μιαν ολονυκτία ανάμεσα στους υπηρέτες του σπιτιου. Η κυρία πίστευε ότι ήμουν ένας πολύ ευλαβής άνθρωπος.
»Δεν κοιμόμουν βαριά μετά απ' αυτό, ούτε κοιμόμουν στο κρεβάτι μου. Κάθε βράδυ σκαρφάλωνα στη στέγη. Από εκεί τον είδα δύο φορές να με ψάχνει μέσα στη νύχτα, με το φόνο να γυαλίζει στα μάτια του.
»Κάθε μέρα με έστελνε στα χωρίσματα των αλόγων, ελπίζοντας ότι θα με τσαλαπατούσαν μέχρι θανάτου, αλλά εγώ είχα μερικές βαριές σανίδες που έστηνα σε μια γωνιά και προφυλαγόμουν από πίσω τους. Ο αρχιεργάτης ποτέ δεν το έμαθε, γιατί τα άλογα του έφερναν αηδία – άλλη μια από τις αδυναμίες του, η πιο θανάσιμη, όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα».
Ο δον Χουάν είπε ότι ο χρονισμός, είναι αυτό που προσδιορίζει τη στιγμή της απελευθέρωσης όλων αυτών που συγκρατείς μέσα σου. Έλεγχος, πειθαρχία, και υπομονή είναι σαν ένα φράγμα πίσω από το οποίο λιμνάζουν τα πάντα. Ο χρονισμός είναι η πόρτα του φράγματος.
Ο αρχιεργάτης γνώριζε μόνο τη βία, με την οποία τρομοκρατούσε. Αν εξουδετερωνόταν η βία του, γινόταν σχεδόν ακίνδυνος. Ο δον Χουάν ήξερε ότι ο αρχιεργάτης δε θα τολμούσε να τον σκοτώσει μπροστά στο σπίτι, έτσι μια μέρα, μπροστά σε όλους τους εργάτες, αλλά και σε σημείο όπου μπορούσε να τον δει η γυναίκα του αφεντικού του, τον προσέβαλε. Τον αποκάλεσε δειλό, που φοβόταν θανάσιμα τη γυναίκα του αφεντικού.
Η στρατηγική του ευεργέτη του προέβλεπε ότι θα έπρεπε να περιμένει να εμφανιστεί μια τέτοια ευκαιρία, για να την εκμεταλευτεί ανατρέποντας έτσι την κατάσταση. Έτσι γίνεται συνήθως με κάτι ξαφνικό. Ο τελευταίος των σκλάβων ξαφνικά κοροϊδεύει τον τύραννό του, τον προκαλεί και τον κάνει να αισθάνεται γελοίος μπροστά σε μάρτυρες, και μετά απομακρύνεται χωρίς να του δώσει καιρό να αντεπιτεθεί.
«Την άλλη στιγμή ο αρχιεργάτης τρελάθηκε από την οργή του, αλλά εγώ είχα ήδη γονατίσει μπροστά στην κυρά», συνέχισε.
Ο δον Χουάν είπε ότι όταν η κυρία γύρισε στο σπίτι, ο αρχιεργάτης και οι φίλοι του τον φώναξαν στο πίσω μέρος, δήθεν για να κάνει κάποια δουλειά. Ο αρχιεργάτης ήταν πολύ χλωμός από το θυμό. Από τον ήχο της φωνής του, ο δον Χουάν κατάλαβε τι σκόπευε να κάνει. Ο δον Χουαν προσποιήθηκε ότι δεχόταν, αλλά αντί να πάει προς την πίσω αυλή, έτρεξε προς τους σταύλους. Ήταν σίγουρος ότι τα άλογα θα έκαναν τέτοια φασαρία, που οι ιδιοκτήτες θα έβγαιναν να δουν τι συνέβαινε. Ήξερε ότι ο αρχιεργάτης δε θα τολμούσε να τον πυροβολήσει. Κάτι τέτοιο θα έκανε πολύ φασαρία και ο φόβος να χάσει τη δουλειά του, τον συγκρατούσε. Ο δον Χουάν ήξερε επίσης ότι ο αρχιεργάτης δε θα πήγαινε εκεί που ήταν τα άλογα – εκτός αν τον πίεζε πέρα από το ανώτατο σημείο της αντοχής του.
«Πήδηξα μέσα στο χώρισμα του πιο άγριου βαρβάτου», είπε ο δον Χουάν «και ο μικρός τύραννος, τυφλωμένος από την οργή, έβγαλε το μαχαίρι του και με ακολούθησε. Αμέσως κρύφτηκα πίσω από τις σανίδες μου. Το άλογο τον κλώτσησε μια φορά και όλα τελείωσαν.
»Είχα μείνει έξι μήνες στο σπίτι, και σ’ αυτή την περίοδο είχα χρησιμοποιήσει τα τέσσερα συστατικά της ποεμικότητας. Χάρη σ΄αυτά είχα πετύχει. Ούτε μια φορά δεν είχα λυπηθεί τον εαυτό μου, ούτε είχα κλάψει από την αδυναμία μου να αντιδράσω. Ήμουν χαρούμενος και ήρεμος. Ο έλεγχος και η πειθαρχία μου παρέμεναν όπως πάντα, και είχα ένα παράδειγμα του τι μπορεί να κάνει η επιμονή και ο χρονισμός για τους άψογους πολεμιστές. Και ούτε για μια στιγμή δεν είχα επιδιώξει τον θάνατο του αρχιεργάτη.
»Ο ευεργέτης μου μου εξήγησε κάτι πολύ ενδιαφέρον. Η υπομονή σημαίνει να συγκρατείς με το πνεύμα κάτι που ξέρεις ότι πρέπει να συμβεί. Δε σημαίνει ότι ο πολεμιστής σχεδιάζει να κάνει κακό σε κάποιον, ή να ξεκαθαρίσει παλιούς λογαριασμούς. Η υπομονή είναι κάτι το ανεξάρτητο. Όσο ο πολεμιστής έχει έλεγχο, πειθαρχία και χρονισμό, η υπομονή εξασφαλίζει ότι θα γίνει αυτό που πρέπει, σε όποιον το αξίζει».
«Υπάρχει περίπτωση να νικάνε οι μικροί τύραννοι και να καταστρέφουν τον πολεμιστή που τους αντιμετωπίζει;» ρώτησα.
«Φυσικά. Υπήρχε μια εποχή που οι πολεμιστές πέθαιναν σαν μύγες, στην αρχή της κατοχής. Είχαν αποδεκατιστεί. Οι μικροί τύραννοι μπορούσαν να θανατώσουν οποιονδήποτε, όποτε τους ερχόταν. Κάτω από τέτοιες πιέσεις, οι μάντεις έφθασαν στο απόγειο των ικανοτήτων τους».
Ο δον Χουάν είπε ότι εκείνη την εποχή, οι μάντεις που επιζούσαν, έπρεπε να παλεύουν με όλες τους τις δυνάμεις, για να βρουν καινούργιες τεχνικές.
«Οι νέοι μάντεις χρησιμοποιούσαν μικρούς τυράννους», είπε ο δον Χουάν κοιτάζοντάς με επίμονα, «όχι μόνο για να ξεφορτωθούν τον εγωισμό τους, αλλά και για να πετύχουν την πολύ εξευγενισμένη κίνηση του να φύγουν απ’ αυτόν τον κόσμο. Θα καταλάβεις αυτή την κίνηση, καθώς θα συνεχίσουμε να συζητάμε την κυριαρχία της συνείδησης».
Εξήγησα στον δον Χουάν ότι αυτό που ήθελα να μάθω, ήταν αν στο παρόν, στη δική μας εποχή, οι μικροί τύραννοι που εκείνος αποκαλούσε «μικροπράγματα», μπορούσαν να νικήσουν ένα πολειστή.
«Φυσικά», απάντησε. «Οι συνέπειες όμως, δεν είναι τόσο σοβαρές όσο στο παρελθόν. Σήμερα εννοείται ότι οι πολεμιστές έχουν πάντα την ευκαιρία να συνέλθουν, ή να αποσυρθούν και να ξαναγυρίσουν. Αλλά υπάρχεικαι μια άλλη πλευρά στο πρόβλημα. Το να νικηθείς από έναν ασήμαντο μικρό τύραννο δεν είναι θανάσιμο, αλλά είναι εξευτελιστικό. Η θνησιμότητα, με μεταφορική έννοια, είναι σχεδόν το ίδιο υψηλή. Εννοώ ότι οι πολεμιστές που υποκύπτουν σε έναν ασήμαντο μικρό τύραννο, εξολοθρεύονται από την δική τους αίσθηση της αποτυχίας και της ανεπάρκειας. Αυτό για μένα σημαίνει μεγάλη θνησιμότητα».
«Πως μετράτε την αποτυχία;»
«Όποιος ενώνεται με τον μικρό τύραννο, είναι νικημένος. Το να ενεργείς με θυμό, χωρίς έλεγχο και πειθαρχία, το να μην έχεις υπομονή, σημαίνει ήττα!»
«Τι συμβαίνει όταν ηττηθούν οι πολεμιστές;»
«Ή ανασυντάσσονται, ή εγκαταλείπουν την επιδίωξη της γνώσης και μπαίνουν για πάντα στις τάξεις των μικρών τυράννων».



CARLOS CASTANEDA
ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΦΛΟΓΑ
(FLAME FROM WITHIN)
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΩΣΤΑΣ ΤΣΑΠΟΓΑΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΚΤΟΣ