.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Κυριακή 13 Ιουλίου 2025

Πόσο μονάχος που ‘μαι αυτό το δείλι… - Ρώμος Φιλύρας

 

Εδώ γυρτός, στην κόχη, στο παράθυρο

πόσο μονάχος που ‘μαι αυτό το δείλι

κανείς δεν ήρθε ως την πικρή μου μόνωση

μήτε η καλή μου, μήτε κι άλλοι φίλοι

κοιτάω απλά και ωραία που ξετυλίγονται

οι αγάπες των πουλιών πίσω απ’ το τζάμι

με το τραγούδι ενός ανίδεου τζίτζικα

που μες τη ζέστη πια έχει αποκάμει

κάποιος ανθός, πίσω απ’ τη στέγη ανάλαφρα

που υψώθηκε ο καπνός συλλογισμένος

μια πεταλούδα ερωτική

κι όμως, πόσο έρημος ανάμεσό τους

που ‘μαι απόψε, ξένος, πικρή ερημιά

και τώρα πόσο εμάκρυνε το μάταιο βουητό

του μαύρου κόσμου

και τι επιπόλαια Θέε μου

μ’ εγκατέλειψαν τα πάντα απόψε

ως και ο εαυτός μου

Κυριακή 6 Ιουλίου 2025

Κυριακάτικο Απόγευμα – Mile Klopcic

 
Όλοι τους βγήκαν ή εμείναν σπίτι τους
με το γραμμόφωνο στο παραθύρι πλάι.
Μονάχα ένας ζητιάνος με τη βιέλλα* του
επέρασε κουτσαίνοντας και πάει.

Έρημοι οι δρόμοι και κλειστές οι καγκελόπορτες
θύρα ανοιχτή καμμιά δεν έχει μείνει.
Για ναύρουν ησυχία οι ανθρώποι εφύγανε,
κι αφήσαν πίσω τους τρομαχτική γαλήνη.

Κι ένας που πάει μονάχος κι αργοπόρησε,
μια περιπέτεια μπορεί να συναντήσει:
καθώς θα στρίβη ανύποπτος στο δρόμο του,
κατάφατσα τον εαυτό του ν’ αντικρύση.

«Ε, πατριώτη, εσύ ‘σαι; Πως τα κέφια μας;
Μα… κάτι μούχαν πη για θάνατο σου,
για κάποια απελπισία, λέει, που σ’ έσπρωξε
σκοινί να δέσης γύρω στο λαιμό σου!»

Κι ύστερα, θλιβερά θ’ αποχαιρέταγε
τον εαυτό του, γιατί ξέρει πως μια μέρα,
στρίβοντας τη γωνιά, το πλήθος θάβρισκε,
το πλήθος να φωνάζη όλο φοβέρα.

Τώρα η πλατεία είν’ άδεια, - ως απολείτουργα
μένει ο Θεός κι η χάρη του στην εκκλησία.
Κι ο φύλακας μονάχος παραστέκεται,
το βράδυ να γυρνούμε με ησυχία.

_______________
* είδος κιθάρας

Μετάφραση Αιμιλία Στεφ. Δάφνη

Κυριακή 29 Ιουνίου 2025

Angelus Novus - Walter Benjamin


Υπάρχει ένας πίνακας του Κλέε που ονομάζεται Angelus Novus. Απεικονίζει έναν άγγελο που μοιά­ζει σαν να πρόκειται να απομακρυνθεί από κάτι που κοιτάζει. Τα μάτια του είναι γουρλωμένα, το στόμα του είναι ανοιχτό και τα φτερά του είναι τεντωμένα. Ο άγγελος της Ιστορίας έτσι πρέπει να μοιάζει. Έχει το πρόσωπο στραμμένο προς το παρελθόν. Εκεί που μπροστά μας παρουσιάζεται μια αλυσίδα γεγονότων, εκείνος βλέπει μια ενιαία καταστροφή που συσσωρεύει αδιάκοπα χαλάσματα επί χαλασμάτων και τα ρίχνει στα πόδια του. Θα ήθελε να παραμείνει, να ξυπνήσει τους νεκρούς και να συναρμολογήσει ό,τι έχει διαλυ­θεί. Έχει όμως ξεσπάσει θύελλα στον Παράδεισο και φυσάει - η θύελλα πιέζει τα φτερά του και είναι τόσο δυνατή, που ο άγγελος δεν μπορεί πια να τα κλείσει. Η θύελλα τον σπρώχνει ασυγκράτητα προς το μέλλον, στο οποίο έχει γυρισμένη την πλάτη, ενώ ο σωρός των ερειπίων μπροστά του μεγαλώνει ίσαμε τον ουρανό. Αυτό που ονομάζουμε πρόοδο είναι η θύελλα αυτή.
 
 
Walter Benjamin 
Για μια κριτική της βίας - Για την έννοια της Ιστορίας
Μετάφραση Χρήστος Μαρσέλλος
Εκδόσεις  Έρμα 2023
 
 


Κυριακή 22 Ιουνίου 2025

Λήθη - Λορέντζος Μαβίλης

 

Καλότυχοι οι νεκροί, που λησμονάνε
την πίκρια της ζωής· όντας βυθίσει
ο ήλιος, και το σούρουπο ακολουθήσει,
μην τους κλαις, ο καημός σου όσος και νάναι!

Τέτοιαν ώρα οι ψυχές διψούν και πάνε
στης λησμονιάς την κρουσταλλένια βρύση·
μα βούρκος το νεράκι θα μαυρίσει,
α στάξει γι’ αυτές δάκρυ, όθε αγαπάνε.

Κι αν πιουν θολό νερό, ξαναθυμούνται,
διαβαίνοντας λιβάδια από ασφοδίλι,
πόνους παλιούς, που μέσα τους κοιμούνται.

Α δεν μπορείς παρά να κλαις το δείλι,
τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν:
θέλουν – μα δε βολεί να λησμονήσουν.


Λορέντζος Μαβίλης
Τα Έργα (Δεύτερη Έκδοση)
Εκδότης Στέφανος Πάργας
Αλεξάνδρεια 1923

Κυριακή 15 Ιουνίου 2025

Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΣΑΝ ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΜΑ ΣΤΗ ΝΟΟΤΡΟΠΙΑ ΤΗΣ ΜΑΖΑΣ - CARL GUSTAV JUNG

 
Προκειμένου να αποδεσμευτεί η φαντασία του κυρίαρχου Κράτους -με άλλα λόγια τα χέρια αυτών που το χειρίζονται- από κάθε είδους περιορισμό, όλα τα κοινωνικοπολιτικά κινήματα προσπαθούν να απο­κόψουν τις θρησκείες από τα υπόβαθρα τους. Επειδή έχουν σκοπό να μεταμορφώσουν το άτομο σε κρατι­κή μηχανή, πρέπει να το αποκόψουν από οποιαδήπο­τε άλλη εξάρτηση. Θρησκεία όμως σημαίνει εξάρτη­ση και υποταγή στα γεγονότα της υπερβατικής ε­μπειρίας, που δεν έχουν σχέση με κοινωνικές ή φυσι­κές συνθήκες, αλλά ασχολούνται κύρια με την ψυχι­κή στάση του ατόμου.
Από την άλλη, για να υπάρχει θέση απέναντι στις εξωτερικές συνθήκες της ζωής, χρειάζεται να υπάρ­χει και ένα σημείο αναφοράς πέρα από αυτές. Οι θρησκείες δίνουν, ή λένε ότι δίνουν, ένα τέτοιο ση­μείο επιτρέποντας συνεπώς στο άτομο να εξασκήσει την κρίση και τη δύναμή του να παίρνει αποφάσεις. Υποστηρίζουν πως του παρέχουν κάποια προφύλαξη ενάντια στη φανερή και αναπόφευκτη δύναμη των περιστάσεων στις οποίες είναι εκτεθειμένο. Αν η στα­τιστική είναι η μοναδική πραγματικότητα, τότε παί­ζει και το ρόλο της μοναδικής εξουσίας. Υπάρχει μό­νο μία κατάσταση και αφού δεν υπάρχει κάποια αντί­θετη, η κρίση και η απόφαση παύουν να υφίστανται και θεωρούνται απώλεια χρόνου. Το άτομο είναι κα­ταδικασμένο να μετατραπεί σε εργαλείο της στατι­στικής -δηλαδή ένα κρατικό εργαλείο.
Οι θρησκείες όμως κηρύσσουν κάποια άλλη ε­ξουσία αντίθετη προς την «εγκόσμια». Το δόγμα της εξάρτησης του ανθρώπου από το Θεό, διεκδικεί το άτομο τόσο, όσο και ο κόσμος. Τέτοιες απόλυτες απαιτήσεις πιθανά να το απομονώνουν από τον κόσμο, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που αποξενώνεται από τον εαυτό του όταν υποκύπτει στη μαζική νοοτροπία. Στην περίπτωση της θρησκείας και για χάρη του θρησκευτικού του πιστεύω χάνει συνήθως την κρίση και την αποφασιστικότητά του, όπως ακριβώς και στην περίπτωση του Κράτους. Αυτός είναι ο σκοπός των θρησκειών, εκτός βέβαια και αν συμβιβαστούν με το Κράτος. Σε αυτή την περίπτωση καλύτερα να τις ονομάζουμε « θρησκεύματα» και όχι «θρησκείες». Ένα θρήσκευμα εκφράζει κάποια συγκεκριμένη συλ­λογική πίστη, ενώ η λέξη θρησκεία εκφράζει μια υπο­κειμενική σχέση με κάποιους συγκεκριμένους, μετα­φυσικούς, υπεργήινους παράγοντες. Το θρήσκευμα είναι μία ομολογία πίστης με μαζική απήχηση. Δη­λαδή, πρόκειται για κάποια κοινωνική υπόθεση, α­ντίθετη με την έννοια και το σκοπό της θρησκείας που αφορά στη σχέση του ατόμου με το Θεό (Χρι­στιανισμός, Ιουδαϊσμός, Ισλαμισμός) ή την ατραπό της λύτρωσης και απελευθέρωσης (Βουδισμός). Όλα τα έθιμα κατάγονται από αυτό το βασικό στοιχείο, το οποίο όμως, χωρίς την ατομική υπευθυνότητα προς το Θεό, δεν είναι τίποτε άλλο παρά συμβατική η­θική.
Συμβιβασμένα με τη γήινη πραγματικότητα, τα θρησκεύματα είναι υποχρεωμένα να επιχειρούν μια προοδευτική κωδικοποίηση των απόψεων, των δογ­μάτων και εθίμων τους τόσο εκτεταμένη και εξωτερι­κή, ώστε μειώνουν το αυθεντικό θρησκευτικό τους στοιχείο -τη ζωντανή σχέση και την άμεση αντιμε­τώπιση του υπεργήινου σημείου αναφοράς τους. Η θρησκεία μετράει την αξία και σημασία της υποκει­μενικής θρησκευτικής σχέσης με το μέτρο του παρα­δοσιακού δόγματος. Όπου δε συμβαίνει κάτι τέτοιο, όπως στον Προτεσταντισμό, αμέσως μόλις βρεθεί κάποιος που πιστεύει ότι καθοδηγείται από τη Θεία Θέληση, ακούγονται φήμες για ασκητισμό, φατρίες και εκκεντρικότητες. Το θρήσκευμα ταυτίζεται με την παγιοποιημένη εκκλησία, ή με άλλα λόγια, δη­μιουργεί ένα λαϊκό ίδρυμα στα μέλη του οποίου δεν περιλαμβάνονται μόνο αληθινοί πιστοί, αλλά και έ­νας μεγάλος αριθμός « αδιάφορων» ανθρώπων που α­νήκουν στο θρήσκευμα μόνο και μόνο από τη δύναμη της συνήθειας. Εδώ η διαφορά ανάμεσα στη θρη­σκεία και το θρήσκευμα γίνεται ολοφάνερη. Συνε­πώς, η συμμετοχή σε κάποιο θρήσκευμα δεν είναι πάντα θρησκευτικό γεγονός, αλλά κοινωνικό και σαν τέτοιο, δεν κάνει απολύτως τίποτε για να προσφέρει στο άτομο κάποια θεμέλια. Για να συντηρηθεί εξαρτάται αποκλειστικά από μία εξουσία που δεν ανήκει σε αυτόν τον κόσμο. Εδώ το κριτήριο δεν είναι η υποκριτική υπηρεσία προς το θρήσκευμα, αλλά το ψυχολογικό γεγονός πως η ζωή του ατόμου δεν καθο­ρίζεται από το εγώ και τις απόψεις του ή από κοινω­νικούς παράγοντες, αλλά από μία υπερβατική ηγε­σία. Δεν είναι οι ηθικές αρχές, παρ' όλη την ανωτε­ρότητά τους, ούτε και τα θρησκεύματα, παρ' όλη την ορθοδοξία τους, που προσφέρουν τα θεμέλια της ε­λευθερίας και της αυτονομίας του ατόμου, αλλά η εμπειρική γνώση. Εκείνη η αδιάψευστη εμπειρία μιας έντονα προσωπικής και αμοιβαίας σχέσης ανά­μεσα στον άνθρωπο και κάποια ουράνια αρχή, που ενεργεί σαν αντίβαρο προς τον «κόσμο» και τη «λο­γική» του.
Μια τέτοια διαπίστωση δε θα ικανοποιήσει ούτε τον άνθρωπο της μάζας ούτε το συλλογικό πιστό. Για τον πρώτο, η κρατική πολιτική είναι η ανώτατη αρ­χή σκέψης και ενέργειας. Αυτός ήταν και ο σκοπός για τον οποίο ανατράφηκε και επομένως επιτρέπει στο άτομο το δικαίωμα ύπαρξης μόνον όταν εκπρο­σωπεί κάποια κρατική λειτουργία. Από την άλλη, ο πιστός παραδέχεται πως το Κράτος έχει έναν ηθικό και έναν πραγματικό προσανατολισμό· ομολογεί πως όχι μόνο ο άνθρωπος, αλλά και το Κράτος υπόκειται στην κυριαρχία του «Θεού» και σε περίπτωση αμφι­βολίας η ανώτατη απόφαση ανήκει στο Θεό. Επειδή δε θεωρώ δεδομένη καμιά μεταφυσική κρίση, είμαι αναγκασμένος να αφήσω ανοιχτό το ζήτημα του κα­τά πόσο ο φαινομενικός κόσμος του ανθρώπου και η φύση γενικότερα αποτελεί το «αντίθετο» του Θεού. Αυτό που μπορώ να κάνω είναι να υποδείξω πως όχι μόνο είναι βέβαιη η ψυχολογική αντίθεση ανάμεσα σε αυτά τα δυο επίπεδα εμπειρίας στην Καινή Διαθή­κη, αλλά η τελευταία μπορεί ακόμη να χρησιμέψει σαν ένα πολύ σαφές παράδειγμα για την αρνητική στάση των δικτατορικών Κρατών προς τη Θρησκεία και της Εκκλησίας προς τον αθεϊσμό και τον υλισμό.
Ο άνθρωπος σαν κοινωνικό όν δεν είναι δυνατό να υπάρξει για μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς κά­ποιο δεσμό με την κοινότητα. Κατά τον ίδιο τρόπο, το άτομο δεν πρόκειται να βρει ποτέ την αληθινή δικαίωση για την ύπαρξη και την πνευματική και η­θική του αυτονομία, παρά μόνον σε εκείνη την υπερ­γήινη αρχή που μπορεί να εξισορροπεί την πολυδύ­ναμη επίδραση των εξωτερικών παραγόντων. Το άτο­μο που δεν έχει πρόσβαση στο Θεό δεν μπορεί να αντισταθεί με δικά του μέσα στις φυσικές και ηθικές έλξεις του κόσμου. Για αυτό και χρειάζεται την από­δειξη της εσωτερικής υπερβατικής εμπειρίας που μπορεί να τον προστατέψει από την αναπόφευκτη υ­ποταγή στη μάζα. Μια νοητική ή έστω ηθική διείσ­δυση στη γελοιοποίηση και ηθική ανευθυνότητα του ανθρώπου είναι μία αρνητική μόνο αναγνώριση της μάζας που μόλις ισοδυναμεί με κάποια περιπλάνηση προς το δρόμο της εξατομίκευσης. Λείπει η καθοδη­γητική δύναμη της θρησκευτικής πίστης επειδή πλέον εκλογικεύθηκε. Το δικτατορικό Κράτος διαθέ­τει ένα μεγάλο πλεονέκτημα, σε σύγκριση με την α­στική λογική, μαζί με το άτομο καταπίνει και όλες τις θρησκευτικές δυνάμεις. Το Κράτος πήρε τη θέση του Θεού. Από αυτή την οπτική γωνία καταλαβαίνουμε για ποιο λόγο οι δικτατορίες στην εφαρμογή τους είναι θρησκείες και η κρατική σκλαβιά μια μορφή λατρείας. Η θρησκευτική λειτουργία όμως, δεν είναι δυνατόν να παραμερίζεται και να διαστρεβλώ­νεται με αυτό τον τρόπο χωρίς να δημιουργούνται κρυφές αμφιβολίες που καταπιέζονται αμέσως ώστε να αποφύγουν τη σύγκρουση με τις επικρατούσες τά­σεις απέναντι στη νοοτροπία της μάζας. Το αποτέλε­σμα, όπως πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις, είναι πα­ρέκκλιση που παίρνει τη μορφή φανατισμού. Αυτός με τη σειρά του χρησιμοποιείται σαν όπλο για να εξολοθρέψει και την τελευταία σπίθα αντίθεσης. Η ελεύθερη γνώμη καταπνίγεται και η ηθική απόφαση καταπιέζεται με κτηνωδία, με το πρόσχημα πως ο σκοπός αγιάζει ακόμη και τα πρόστυχα μέσα. Η κρα­τική πολιτική εξελίσσεται σε θρήσκευμα, ο ηγέτης γίνεται ημίθεος πέρα από το καλό ή το κακό και οι ψηφοφόροι τους τιμούνται σαν ήρωες, μάρτυρες, α­πόστολοι, ιεροκήρυκες. Υπάρχει μόνο μία αλήθεια και καμιά άλλη πέρα από αυτήν. Είναι το ιερό των ιερών και δεν επιδέχεται κριτική. Οποιοσδήποτε σκέφτεται διαφορετικά είναι αιρετικός και, όπως ήδη γνωρίζουμε από την ιστορία, απειλείται με μάλλον δυσάρεστες τιμωρίες. Μόνο ο ηγέτης που κρατάει την πολιτική εξουσία στα χέρια του, μπορεί να ερμη­νέψει το πολιτικό δόγμα αυθεντικά, και το κάνει, ό­πως όμως τον συμφέρει. Όταν το άτομο γίνεται αριθ­μημένη κοινωνική μονάδα μέσω του μαζικού κανόνα και η πολιτεία ανέρχεται στην υπέρτατη εξουσία, το μόνο που περιμένει κανείς είναι πως και η θρησκευ­τική λειτουργία θα καταποντιστεί. Η θρησκεία, όπως η προσεκτική παρατήρηση και ο υπολογισμός ορι­σμένων αόρατων και ανεξέλεγκτων παραγόντων, εί­ναι μία ενστικτώδης στάση, ιδιαίτερο γνώρισμα του ανθρώπου, και οι εκδηλώσεις της διαφαίνονται σε ό­λη την εξέλιξη της ανθρώπινης ιστορίας. Ο προφα­νής σκοπός της είναι να συγκρατεί την ψυχική ισορ­ροπία, γιατί ο φυσικός άνθρωπος διαθέτει μία εξίσου φυσική «γνώση» του γεγονότος πως οποιαδήποτε στιγμή οι συνειδητές του λειτουργίες μπορούν να α­νατραπούν από ανεξέλεγκτα εξωτερικά ή εσωτερικά συμβάντα. Για αυτό φρόντιζε πάντα να εξασφαλίζει με κατάλληλα θρησκευτικά μέσα κάθε απόφαση που μπορεί να είχε συνέπειες τόσο για τον εαυτό του, όσο και για τους άλλους. Στις αόρατες δυνάμεις γίνονταν προσφορές, αναγγέλλονταν μεγαλόσχημες ευλογίες και εκτελούνταν κάθε είδους επίσημα τυπικά. Πα­ντού και πάντα υπήρχαν rites d' entree et de sortie (τελετουργίες έναρξης και τέλους) που η μαγική τους αποτελεσματικότητα απορρίφθηκε και κατηγορήθη­καν σαν μαγγανείες και προλήψεις από εκείνους τους ορθολογιστές που είναι ανίκανοι για παραπέρα ψυχολογική εμβάθυνση. Πάνω από όλα όμως, η μαγεία έχει ένα ψυχολογικό αποτέλεσμα που η σημασία του δε θα έπρεπε να υποτιμηθεί. Η εκτέλεση μιας «μαγι­κής» εργασίας δίνει στο άτομο που την εκτελεί μια αίσθηση σιγουριάς που είναι απόλυτα ουσιαστική για τη λήψη κάποιας απόφασης, γιατί η απόφαση είναι αναπόφευκτα κάτι το μονόπλευρο, οπότε και δί­καια θεωρείται ριψοκίνδυνη. Ακόμη και ένας δικτά­τορας θεωρεί απαραίτητο όχι μόνο να συνοδεύει τις κρατικές ενέργειες με απειλές, αλλά και να τις εκθέ­τει με κάθε είδους επισημότητες. Οι ορχήστρες, οι σημαίες, τα λάβαρα, οι παραστάσεις και τα παρωχη­μένα συνθήματα δε διαφέρουν ουσιαστικά από τους κανονιοβολισμούς, τα ξόρκια και τα πυροτεχνήματα που χρησιμοποιεί η εκκλησία για να διώξει τους δαί­μονες. Μόνο που οι υποβλητικές παρελάσεις της κρατικής δύναμης αναδύουν ένα συλλογικό αίσθημα σιγουριάς, το οποίο όμως, αντίθετα από τις θρησκευ­τικές εμπειρίες, δεν τον προφυλάσσει από τον εσωτε­ρικό του δαιμονισμό. Συνεπώς προσκολλάται όλο και περισσότερο στη δύναμη του Κράτους -δηλαδή της μάζας- στηριζόμενος πάνω της τόσο φυσικά όσο και ηθικά, δίνοντας έτσι το τελικό χτύπημα στην κοινωνική του ανικανότητα. Το Κράτος -όπως και η Εκκλησία- απαιτεί ενθουσιασμό, αυτοθυσία και αγά­πη· και αν η θρησκεία απαιτεί ή προϋποθέτει το « φό­βο του Θεού» τότε και το δικτατορικό Κράτος προ­σπαθεί σίγουρα να παρέχει τον απαιτούμενο φόβο.
Όταν ο ορθολογιστής κατευθύνει την κύρια δύ­ναμη της επίθεσης του προς τη μαγική αποτελεσμα­τικότητα της τελετουργίας, έτσι όπως επιβεβαιώνε­ται από την παράδοση, στην πραγματικότητα αποτυ­χαίνει ολοκληρωτικά να βρει το στόχο του. Το ου­σιαστικό σημείο, δηλαδή το ψυχολογικό αποτέλε­σμα, παραβλέπεται, μολονότι και οι δύο παρατάξεις το χρησιμοποιούν για εντελώς αντίθετους σκοπούς. Μια παρόμοια κατάσταση επικρατεί και στη σύλλη­ψη του σκοπού. Οι στόχοι της θρησκείας - απελευ­θέρωση από το σατανά, συμφιλίωση με το θεό, μετα­θανάτιες αμοιβές κ.λπ. - μεταβάλλονται σε εγκό­σμιες υποσχέσεις για απαλλαγή από τη φροντίδα του επιούσιου, "για δίκαιη κατανομή των εγκόσμιων αγα­θών, για παγκόσμια μελλοντική ευημερία και λιγότε­ρες εργατικές ώρες. Το ότι η εκπλήρωση αυτών των υποσχέσεων είναι τόσο μακρινή όσο και ο Παράδει­σος, μας δίνει μια ακόμα αναλογία, υπογραμμίζοντας για άλλη μια φορά το γεγονός πως οι μάζες αποτρέ­πονται από τον υπερβατικό σκοπό για χάρη μιας ε­γκόσμιας πίστης που εκθειάζεται με την ίδια θρη­σκευτική θέρμη την οποία επιδείχνουν τα θρησκεύ­ματα.
Δε χρειάζεται να απαριθμήσουμε όλους τους πα­ραλληλισμούς ανάμεσα στις εγκόσμιες και υπερκό­σμιες θρησκείες, αλλά πρέπει να δώσουμε έμφαση στο γεγονός πως μια φυσική λειτουργία όπως η θρη­σκευτική, δεν μπορεί να αντικατασταθεί με τον ορθο­λογισμό και την επονομαζόμενη διαφωτισμένη κριτι­κή. Σίγουρα μπορείτε να θεωρήσετε τα δογματικά πε­ριεχόμενα των θρησκευμάτων σαν αντιφατικά και να τα εξευτελίσετε, αλλά αυτές οι μέθοδοι αποτυγχά­νουν και δεν καθηλώνουν τη θρησκευτική λειτουρ­γία που χτίζει τα υπόβαθρα των θρησκευμάτων. Η θρησκεία, με την έννοια της συνειδητής θεώρησης των υπερλογικών παραγόντων της ψυχής και του α­τομικού πεπρωμένου, επανεμφανίζεται -σαθρά παρα­μορφωμένη- στη θεοποίηση του Κράτους και του δι­κτάτορα: Naturam expellas furca tames usque vecur­ ret (Μπορείς να παραμερίσεις τη φύση με το δικρά­νι, αλλά πάντα θα τη βρίσκεις μπροστά σου). Έτσι, οι αρχηγοί και δικτάτορες ζύγισαν την κατάσταση επακριβώς και έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους για να συγκαλύψουν κάθε φανερό παραλληλισμό με τη θεοποίηση του Καίσαρα και να αποκρύψουν την πραγματική τους δύναμη πίσω από την έννοια του Κράτους, μολονότι βέβαια αυτό δεν αλλάζει τίποτε.
Όπως είπαμε ήδη, το δικτατορικό καθεστώς πέρα από τη στέρηση των ατομικών δικαιωμάτων προκα­λεί και μια ψυχική αποξένωση, αποκόβοντας το άτομο από τα θεμέλια της ύπαρξής του. Η ηθική απόφα­ση του ατομικού ανθρώπινου όντος δε λογαριάζεται πλέον. Το μόνο που μετράει είναι οι τυφλές κινήσεις της μάζας και με αυτό τον τρόπο το ψέμα έγινε η λειτουργική αρχή της πολιτικής δράσης. Το Κράτος αφαιρεί από μέσα του κάθε λογικό συμπέρασμα, πράγμα που αποδείχνεται σιωπηλά από την ύπαρξη πολλών εκατομμυρίων κρατικών σκλάβων, στερημέ­νων από κάθε δικαίωμα.
Τόσο οι δικτατορίες, όσο και οι δογματικές θρη­σκείες, αποδίδουν ιδιαίτερη έμφαση στην ιδέα της κοινότητας. Η Εκκλησία από την άλλη, εμφανίζεται σαν ένα συλλογικό ιδεώδες και όταν είναι ιδιαίτερα αδυνατισμένη, όπως στην περίπτωση του Προτεστα­ντισμού, η οδυνηρή έλλειψη της συνεκτικότητας της αντισταθμίζεται από την ελπίδα ή την πίστη σε κά­ποια «εμπειρία της κοινότητας». Είναι γεγονός πως η «κοινότητα» είναι μια αναπόσπαστη βοήθεια για την οργάνωση των μαζών, αλλά ταυτόχρονα και δίκοπο μαχαίρι. Αν προσθέσουμε άπειρα μηδενικά δεν πρό­κειται να φτιάξουμε ποτέ μια μονάδα. Κατά τον ίδιο τρόπο και η αξία κάποιας κοινότητας εξαρτάται από το ηθικό και πνευματικό ανάστημα των ατόμων που τη συγκροτούν. Για αυτό δεν μπορεί να περιμένει κα­νείς από την κοινότητα κάποιο αποτέλεσμα που θα υπερσκελίσει την υπνωτική επιρροή του περιβάλλο­ντος -δηλαδή μια πραγματική και θεμελιώδη 'αλλαγή των ατόμων, είτε προς το καλύτερο είτε προς το χει­ρότερο. Τέτοιες αλλαγές προέρχονται μόνο από την προσωπική αντιμετώπιση του ανθρώπου προς τον άν­θρωπο και όχι από τα κρατικά ή χριστιανικά μαζικά βαπτίσματα που δεν αγγίζουν τον εσωτερικό άνθρωπο. Όμως τα δικτατορικά καθεστώτα λογαριάζουν χωρίς τον ξενοδόχο παραβλέποντας το ατομικό αν­θρώπινο όν, το οποίο θα απαιτήσει τελικά τα δικαιώ­ματά του.

CARL GUSTAV JUNG
Ο ΑΝΕΞΕΡΕΥΝΗΤΟΣ ΕΑΥΤΟΣ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΣΙΑΦΑΡΙΚΑΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΑΜΒΛΙΧΟΣ 1988

Κυριακή 8 Ιουνίου 2025

Εδώ σ’ αυτή την Άνοιξη – Dylan Thomas

 
Εδώ σ’ αυτή την Άνοιξη αστέρια επιπλέουν στο κενό·
Εδώ σ’ αυτόν το διακοσμητικό Χειμώνα
Η αυγή χαϊδεύει τους γυμνούς ανέμους·
Το Καλοκαίρι αυτό κηδεύει έν’ Ανοιξιάτικο πουλί.

Σύμβολα έχουν διαλεχτεί απ’ των ετών
Το κυκλογύρισμα τεσσάρων εποχιακών ακτών,
Σε Φθινοπωρινά μαθήματα τριών εποχιακών πυρών
Και τεσσάρων τόνων πουλιών.

Θα μπορούσα να πω το Καλοκαίρι από τα δέντρα, τα σκουλήκια
Να πω τελικά αν είναι οι άνεμοι του Χειμώνα
Ή η κηδεία του ήλιου·
Θα μπορούσα να διαβάσω την Άνοιξη στη φωνή του κούκου
Κι ο Σάλιακας θα μπορούσε να με διδάξει την καταστροφή.

Ένα σκουλήκι λέει το Καλοκαίρι καλύτερα απ’ ένα ρολόι,
Ο σάλιακας είναι ένα ζωντανό ημερολόγιο·
Τι θα μου πει αν ένα άχρονο έντομο
Λέει πως ο κόσμος τσακίζει;


Dylan Thomas
Κι ο Θάνατος δεν θα ‘χει εξουσία
Μετάφραση Γιώργος Μπλάνας
Εκδόσεις Ελεύθερος Τύπος 1988