.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Τετάρτη 29 Σεπτεμβρίου 2010

Ο μήνας των παγωμένων σταφυλιών – ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΩΓΟΥ

Η Κατερίνα γεννήθηκε στις 1 Ιουνίου του  1940 και αυτοκτόνησε με χάπια στις 3 Οκώβρη του 1993.
Η Janis Joplin γεννήθηκε στις 19 Ιανουαρίου του  1943 και πέθανε από overdose στις 4 Οκτώβρη του 1970.
Τον μήνα των παγωμένων σταφυλιών.


(1)
Το σπίτι μου, όσο το άνοιγμα των χεριών της κόρης μου
4 χρόνια άστεγη τώρα...

(2)
Κι ανυπόδετη κι άρρωστη γύρναγα
Κρύωνα.
Κι όπου έστρεψα
όξος και πρέζα και χολή

(3)
Και τα 'παιρνα να μη λυπήσω τους ανθρώπους

(4)
Και ήρθε -και χάμω- στα γόνατα έπεσα
και χωμάτινος βόλος έγινα
και μέσα μου κύλησα
και σε μια ανάσα της ψυχής μου
που είχε μείνει φεγγερή
-εκεί ακούμπησα-
κι έκλαιγα νερό. Νερά πολύ.

(5)
Κι όσο νερό έβγαλα
νερό δεν είχε για μένα
στέρεψα -λέπια- γοργόνα έγινα
κι ο άνθρωπος φοβήθηκε ακόμα πιο πολύ...

(6)
Κι όταν τα μάτια άνοιξα
και πλάι και γύρω και παντού
μεγάλη λίμνη έγινε
που πλέανε αιωνόβια μικρούτσικα ανθάκια

(7)
...νύχτωνε στον ουρανό...
Και σε δυό περίεργα σύννεφα
που ακίνητα τρέχαν
εγώ ανάμεσα σε δυό διάτρητους “ληστές”
στα φώτα σταυρωμένη

(8)
Μπορεί δίκαια...
Προκάλεσα με πάθος τη ζωή.
Ασέβησα δύο φορές γιατί τους ήξερα τους Νόμους.
Άσκησα την όραση για μακριά
κι έχασα τα κοντινά μου

(9)
Τώρα
πληρώνω με ντροπή
Τυφλή
Χωρίς σκυλί
χωρίς ραβδί
διαβαίνω ανάμεσά σας

(10)
Εσύ!
Εσένα που αγάπησα.
Κοίτα άμα πιεις κι όπως πάντα μεθύσεις
μην πεις ποτέ πως μ' αγάπησες
Δε θ' άφηνες να γίνω πλατανόφυλλο
σε ξεροπόταμους να πλέω...

(11)
ΜΗ!...
Τυλίγω πάγο στο συναίσθημα
Τίποτ' άλλο δεν είναι”.
Ύστερα μεγαλώνοντας κι άλλο
το άνοιγμα των χεριών
Φ ο β ά μ α ι” είπε
κι έφυγε με μια ασήκωτη βαλίτσα
το παιδί
αφήνοντάς με
σε μια πόρτα ανοιχτή
από αναρριχητικά τρόμου και σκοτάδι πνιγμένη
10 Οκτωβρίου η Μυρτώ
Το μήνα των παγωμένων σταφυλιών γεννημένη.

(12)
Στάθηκα πεσμένη ε κ ε ί
ώρες... ώρα πολλή...
Τότε
μέσα από κ ε ι
πνιγμένος στ' αναρριχητικά
βγήκε ένας φίλος χαμένος
Εεειι... του λέω, Χρίστο...
Ησύχασε... Πήγαινε να κοιμηθείς...
Είσαι καιρό σκοτωμένος.
Εεειι... μου λέει, Ρηνούλα, λυπημένος πολύ
Ησύχασε... Πήγαινε να ξαπλωθείς...
Από σφαίρα ή άσπρη
είσαι καιρό πεθαμένος

(13)
Υπνωτισμένη ξάπλωσα
στο μάρμαρο του νεκροτομείου
Το σώμα μου έβλεπα
οι φοιτητές
για πείραμα
να κόβουνε
πολύ λεπτές ροδέλες
Το άχρωμο αίμα μου
με κουβάδες ξεπλένανε
άρρωστοι για τη δόση τους
Από τις φλέβες τους
τις πλατείες τυλίγανε
θανάτου κορδέλες

(14)
Α
Αδερφή μου...
Ανυψώσου εσύ
γαλανή απ' το μπλε
Απαστράπτουσα...

(15)
Πασάλειψαν τα μούτρα μου
μ' ώχρας μπογιά.
Τα νύχια τα μάτια και τ' αυτιά
σαύρας πρασινόμαυρο.
Τα μάγουλα κατακόκκινα
σαν του Πάσχα αυγά.
Ήθος ποιώ.
Έγινα ηθοποιός.
Πουτάνα θεατρίνα

(16)
ΣΚΗΝΗ 35
Μακρύς χωμάτινος δρόμος...
Κακός χειμώνας φυσάει άρρωστη βροχή
Ήχοι συγκεχυμένοι από στρατιωτικά παραγγέλματα
εκκλησιαστική μουσική και λύκοι.
Στην άκρη του κάδρου, η μαύρη άκρη ενός ράσου
που ανεμίζει και χάνεται...
(Στην πλάτη μου ένα ξυράφι αποφασισμένο
και ο ιριδισμός τραμπούκου
στο μάτι του σκηνοθέτη
με μπάζει στο πλάνο “να τα πω”.
Κλείνω τα μάτια. Λέπρα.
Η Βιριδιάνα με ξυρισμένο το κεφάλι στο πάτωμα
προσεύχεται.
Η Τέχνη “εν ιδρώτι της ψυχής...”
Προσεύχομαι.)

(17)
Δέντρο ήμουνα κι έσπασα
Μου σπασαν όλα τα κλαδιά
γιατί εκεί τρέχανε τα ξεστρατισμένα παιδιά
να παίξουνε τους κρεμασμένους

(18)
Ρίζα το λένε τώρα.

(19)
το χρώμα μου
νύχτας βαθιάς μαβί
Εκείνο που παίρνει ο ουρανός
όταν μεγάλο βράχο δένει στο λαιμό
και σ' άραχλα νερά βουλιάζει το φεγγάρι

(20)
Η αφή μου
βελούδο φθαρμένο παλιό
με νεκρικές ανταύγιες τσαλακωμένο
Σε ηρωικές γιορτές
εξάρσεις βίας
και πορείες οργής παραφορεμένο

(21)
Ο ήχος μου συνέχεια
ανάμνηση δέντρου που φυλλορροεί
Στο χέρι μου “χτυπημένος” αετός
οικόσημο της μοναξιάς μου
Σε άλλους χάρτες
σημάδι μου ο Ερμής
Το μήνα των κερασιών. 1 Ιουνίου γεννημένη.

(22)
Και ήρθανε και λιώσανε
τα νύχια του αετού από τη μοναξιά
Και το ράμφος του μονάχος του γύρισε
μοναχός να πεθάνει

(23)
Ποτέ πιά!...
Μοιρολογούν τα κύματα...
Για πάντα!
Μου ψιθυρίζει η θάλασσα...
Πάρτε τις λέξεις από δω!
Και τα δυό τρόμο μου φέρνουν
Πονάει για μένα το νερό
και γω γι αυτό
το ίδιο...

(24)
Η ζωή μου που λέτε παιδιά
όπως τα παραμύθια αυτά τα παιδικά
Με γάντζους, κακές μάγισσες, ξύλο, τσουβάλια, ζητιανιά
Ξέρετε, αυτά που γράφουνε για τα παιδιά
ειδικά εκπαιδευμένες καταστολής μονάδες
Και τα μαθαίνουνε μετά
για να τα πούνε μετά
μανάδες μαινάδες

(25)
Μια νύχτα λοιπόν...

(26)
που το φεγγάρι είχε κατέβει πολύ χαμηλά
κι ο θάνατος είχε μπλεγμένα στα δάχτυλά του
τούφες απ' τα δικά μου τα μαλλιά
κατηφόρισα να βρω έναν άνθρωπο.
Είχα χρόνια να δω έναν άνθρωπο.
Είχα χρόνους ν' ακούσω ανθρώπου λαλιά.
Όμως όλοι όσοι ήτανε συναθροισμένοι στην αγορά
κροάζανε κρα κρα
κι ακόμα
είχανε βγάλει πίσω τους
κροκοδείλου ουρά

(27)
Έπρεπε
αν ήθελα ακόμα να σωθώ
αν ήθελα ακόμα να ζήσω
να βρω έναν τρόπο να μοιάζω μ' αυτούς
ή κάτι τέλος πάντων
να τους εξευμενίσω

(28)
Έτρεξα λοιπόν γρήγορα γρήγορα
κι έβαλα ένα μεγάλου αρχηγού
παλτό στρατιωτικό
το οποίο ανέσυρα
από αριστοκρατικούς εμετούς
και πολυτελή σκουπίδια.
Δυστυχώς όμως για πολλοστή φορά
ήτανε λάθος η κίνηση.
Θεωρήθηκε Ύβρις
Ή...

(29)
για να ακριβολογώ
στη γλώσσα των κρα κρα
Περιύβριση Στρατιωτικής Αρχής
Κι αρχίσανε τότε που λέτε
με πέτρες να τρέχουν όλοι πίσω μου
και τις ουρές
στο χώμα να χτυπάνε

(30)
Με βάραινε και το παλτό
με βάραινε και το μυαλό
και στάθηκα στη σιωπή
ν' ακούσω τη σιωπή μου

(31)
Και φαίνεται -για να τελειώνουν τα παραμύθια παιδιά-
πως πάλι θαύμα έγινε
γιατί αόρατη έγινα
κι ενώ μπροστά τους ήμουνα
με ψάχναν όλο πίσω...

(32)





















(33)
Ποιος είναι ο λόγος της ποίησης
που βγαίνει απ´ το ποιώ
και που σημαίνει πράττω
Ζητάω την απάντηση
απ' τους ακινητοποιημένους

(34)
Τρομοκρατία: Εξουσιάζω δια της
βίας. Τρόμου.*
Και τρομοκράτης τι θέλει να πει;
Δε θέλω απάντηση απ' αυτούς που την επινοήσανε
Ζητάω απάντηση απ' τους λαχανιασμένους
_____________
* Πάπυρος – Λαρούς.


(35)
(αέρας σήκωσε...
Ποιός φύλαξε κι ακόμα δεν ξερίζωσα
με τέτοιο μίσος που ο καιρός
ξεσκίζει και βροντά
εξώφυλλα βιβλίων...)

(36)
Η πόλις είχεν
οριστικώς καταστραφεί.
Η όποια προσπάθεια
ήτο καταδικασμένη.
Ευρίσκετο πλησίον του ναού Σμινθέως Απόλλωνος
και το άβατον ιερόν
της Νεδουσίας Αθηνάς.
Ελέγετο: ΠΟΙΗΕΣΣΑ”

(37)
..................................
Κάπως έτσι
που λέτε πάντα έγινε
κι επέζησα
και κάθομαι και ιστορώ...

(38)
Μια μέρα λοιπόν...


ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΩΓΟΥ
ο μήνας των παγωμένων σταφυλιών
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ

Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2010

Ο ΔΗΜΟΦΩΝ ΚΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ – ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΛΑΠΑΘΙΩΤΗΣ


Σαν έφτασε στα τριάντα του χρόνια, ο δημοφών, ο ενάρετος αν και νεαρός φιλόσοφος, με την ωραία κορμοστασιά και τα γαλάζια τα ονειρώδη μάτια, ο μαθητής του Πρωταγόρα και του Πλάτωνα, αποφάσισε να κλείση ξάφνου δια μιας τη νεότητά του, και ν’ αποτραβηχθή σαν ασκητής. Πολύ πριν να φανούν οι Χριστιανοί ασκητές κ’ οι διάφοροι στηλίτες, ο Δημοφών το είχε κάνει πρώτος αυθόρμητα κ’ εν πλήρει συνειδήσει, με τη διαφορά πως δεν τον έσπρωχνε, καθώς αυτούς αργότερα, η πίστη κ’ ο φανατισμός, αλλά – κι αυτό είναι το σπουδαίο – εξ εναντίας η πλήρης κ’ η απόλυτη απιστία...
Αποτραβήχτηκε λοιπόν σε μια σπηλιά, σε μια έρημη κοιλάδα της Βοιωτίας, όχι μακριά απ’ τον Ορχομενό, κ’ έζησε εκεί για κάμποσο διάστημα, μόνος εντελώς, με μια προμήθεια μοναχά τροφής, μια χωματένια υδρία, κ’ ένα σκληρό στρώμα, για ν’ αναπαύεται τη νύχτα. Ο λόγος που τον έφερε ως εκεί, δεν ήταν η συνηθισμένη απογοήτευση της καθεμερινής χυδαίας ζωής μήτε καμμιάν αγάπη θλιβερή (δεν είχε ίσως ποτέ αγαπήσει, αυτό που λέμε αγάπη) αλλά το ίδιο πρόβλημα της ζωής, το κεντρικό, το μέγα κι ακαθόριστο, που είναι γραφτό αιωνίως, να διαφεύγη, και που καμμιά προσφερομένη του ερμηνεία, δεν ικανοποιεί! Είχε προ πολλού εμβαθύνει, και συστηματικά, μεσ’ στο πολύπλοκο κι ασύλληπτο αυτό ζήτημα, και του είχε δόσει λύσεις διάφορες, εδώ κ’ εκεί, κατά καιρούς, ως που απότομα, αφού είχε, με χίλιους κόπους κι αγωνίες, θεμελιώσει κάποιο σύστημα, βάσιμο κάπως και τελειωτικό, σύμφωνα με τις τότε κρατούσες αντιλήψεις, έχανε ξαφνικά το στήριγμά του, ένα καλό πρωί, και ξαναβρισκόταν, μόνος και αμαθής, απέναντι του αγνώστου...
Ήταν στιγμές που το πολιορκούσε η σκέψη του, απ’ όλες τις μεριές, τόσο στενά, πούλεγε λίγο ακόμα ίσως, και θάφθανε στον ίδιο τον πυρήνα του προβλήματος κ’ ίσως αυτές οι λιγοστές στιγμές, να ήταν το πλέον απώτατο σημείον, που φθάνει η ανθρώπινη διανόηση ιδίως όμως ήταν πεισμένος, πως δε μπορεί παρά να ρθή μια μέρα που η ανθρωπότης θα το λύσει οριστικά (που νάξερε πως, ύστερα από δυο χιλιάδες χρόνια, θάμαστε πάντοτε κ’ εμείς στην ίδιαν απορία!)... Είχε τόσο πολύ απορροφηθεί από την έμμονην αυτήν ιδέα, και είχε καταναλώσει όλα τα πνευματικά του εφόδια σε τέτοιο απεριόριστο σημείο, ώστε δύο αυλάκια πρώιμα είχαν χαραχθεί στο μέτωπό του, το θαυμαστό του εφηβικό εκείνο μέτωπο, το στεφανωμένο με σγουρά μαλλιά, που ο Κέβης, ο επιγραμματοποιός, το είχε υμνήσει κάποτε, σ’ εν απ’ τα ξακουστά επιγράμματά του!
Μια νύχτα πήρε τη μεγάλη απόφαση, να προσφύγει σε μιαν υπεκφυγήν και να περιμείνη έτσι το τέλος της ζωής του, μπορούσε ακόμα, κ’ η ζωή η πρωτογενής, η κατά φύση, η κα νονική, να του αποκαθιστούσε τη σαλευθείσα τη γαλήνη της ψυχής του, και να τον επανέφερε, ασυναίσθητα, στον αρχικό μοιραίον προορισμό του, που είχεν ίσως αποπλανηθεί – ποιος ξέρει...
Ένα βράδι, καθώς ήταν μόνο και κοιτούσε τάστρα – θα ήταν κατά τα μέσα του Μεταγειτνιώνος – του εφάνη, μες στη συλλογή του, σαν κάποιος να ήρθε και να εστάθη δίπλα του. Γύρισε το κεφάλι, απορημένος, και είδε μια σκιά, κάτι σαν τυλιγμένο σ’ ένα πέπλο, και που δεν είχεν ακριβώς το σχήμα ανθρώπου. Στεκόταν εκεί δίπλα του, και δεν μιλούσε διόλου, μήτε φαινόταν να έχη ζωή πραγματική. Τούκανε μοναχά ένα νεύμα, να πλησιάση. Ο Δημοφών έσφιξε τη χλαμύδα γύρω στο κορμί του, και πλησίασε. Ήταν ορθή στην άκρη ενός βράχου, κ’ έμοιαζε σαν κομμένη μεσ’ στο βράχο.
Του είπε τότε με μυστηριώδη φωνή:
-Ξέρω ποιος είσαι, και τι θέλεις. Έλα μαζί μου να τα μάθεις όλα...
Κ’ ο Δημοφών την πήρε το κατόπι, δίχως να διστάση, τόσο ήταν αποτραβηγμένος απ’ τα εγκόσμια κ’ η προσοχή του ήταν στραμμένη αλλού. Αφού περπάτησαν πολλή ώρα μεσ’ στα σκοτεινά, έφθασαν εμπρός σε μια σπηλιά. Εκεί στο βράχο ήταν μια θύρα, ερμητικά κλεισμένη. Η θύρα αμέσως άνοιξε μονάχη, και τότε εκείνοι μπήκαν σε μια σήραγγα που ωδηγούσε σε μια υπόγεια κρύπτη αχανή, με στοές και με διαδρόμους. Στην αρχή ο Δημοφών δε μπόρεσε να διακρίνη τίποτε σιγά-σιγά όμως ένα φως, άγνωστο πως ερχόμενο, απροσδιόριστο καθώς το φως της πρώτης χαραυγής, φώτισε αμυδρά όλα τα πράγματα, σα νάβγαινε ακριβώς μεσ’ απ’ τα πράγματα, και να είχε μια πηγή υπερφυσική. Κι όταν πάλι γύρισε τα μάτια του στη σκιά, που τώρα ήταν σταματισμένη μεσ’ στη μέση, είδε μια εξαίσιαν ομορφιά στο πρόσωπό της, κάτι υπερκόσμιο χυμένο στη μορφή της, σα να ήταν κάποια εμφάνιση ενός λαμπρού υπερπέραν... Και τότε ο Δημοφών αισθάνθηκε μεσ’ στην ψυχή του, κάτι επίσημο και κατανυκτικό, που δεν ήταν ο τρόμος του αγνώστου, αλλά το δέος του υπερφυσικού!
Κ’ η προσοχή του πάλι σταμάτησε στη σκιά, και πρόσμενε να δη τι θα του πη.
Κ’ η σκιά τον κοίταζε καλά-καλά στα μάτια, και του είπε:
-Έχεις στο νου σου πάντα την ίδιαν απορία;
Ναι, πάντα...
Και τότε διημείφθη αναμεταξύ των, ο επόμενος διάλογος. Για μια στιγμή, ο Δημοφών μπορρούσε να πιστέψη πως ήταν μια απ’ τις καθημερινές συνομιλίες, που ήταν συνηθισμένες τότε στα γυμνάσια, και στα σπουδαστήρια που φοιτούσε:
-Ελπίζεις η απορία σου αυτή να ικανοποιηθή κάπως μια μέρα;
-Δεν ξέρω, έχω καθήκον να το ελπίζω...
Που βασίζεσαι τάχα, ως προς αυτό;
-Στο Άγνωστο: εφόσον είναι το άγνωστο, κανένας δε μπορεί να προδικάση, κείνο που μπορεί να κάμη αύριο...
-Έχεις κανένα δεδομένον, πως η απορία σου αυτή έχει λυθεί ποτέ, και από κανένα; ή πως το άγνωστο έχει δείξει, ίσαμε τώρα, την εύνοιά του, σε άνθρωπο θνητόν;...
-Και πως μπορώ να ξέρω, αν αύριο δεν το κάμη στην παντοδυναμία του; Πως μπορώ να ξέρω καν αυτό, εφόσον τίποτε ακριβώς δεν ξέρω;!...
-Ώστε βαδίζεις έτσι, χωρίς καμμιά πεποίθηση ωρισμένη;
-Πολλές φορές σχεδόν θαρρώ πως φθάνω, πολύ κοντά στην τελικήν αλήθεια.
-Δε σου ήρθε κάποτε ίσως η υποψία, πως οσοδήποτε κοντά κι αν είσαι στην αλήθεια, πάντα είσαι το ίδιο μακριά απ’ αυτήν, όσο δεν την κατέχεις ακριβώς;...
-Σχεδόν νομίζω πως κι αυτό το ξέρω...
-Και τότε;...
-Δεν ξέρω: περιμένω...
-Τι λοιπόν μπορείς να περιμένης, αφού διαθέτεις πάντα τα ίδια μέσα;
-Δεν μου μένουν άλλα να διαθέσω...
-Συμπέρασμα;
-Κανένα! Δεν έχω άλλη διέξοδο να εκλέξω...
-Αν είχες, θα την ακολουθούσες;
-Μόνο γι’ αυτό κινούμαι και αναπνέω! Αυτό είναι ακριβώς που πάντα ελπίζω...
Τότε η σκιά τούκανε νεύμα να πλησιάση ακόμα πιο κοντά, και τούδειξε δύο θύρες, σκαμμένες μεσ’ στο βράχο, που είχαν τώρα λες φανερωθεί, στις δυο αντίθετες μεριές του μαγικού σπηλαίου.
-Να, κοίταξε καλά τις δυό αυτές θύρες: η μια οδηγεί προς την κανονική ζωή. Όποιος περάση από τη θύρα αυτή θα λυτρωθή απ’ το βάρος της σκέψης του, και θα επιστρέψη πάλι μεσ’ στον κόσμο, να ζήση καθώς ζουν μυριάδες όντα χωρίς καμμιάν ερώτηση στα χείλη, ακολουθώντας τη μοιραία γραμμή τους, να υπάρχουν μόνο και να συντηρούνται μην ψάχνοντας για το γιατί ποτέ!
Η άλλη οδηγεί στην πλήρη γνώση – ή μάλλον θέτει τέρμα στην περιωρισμένη αυτή ζωή, για όσους εξέκλιναν από τον αρχικό τον προορισμό τους. Διάλεξε ποια θες ν’ ακολουθήσης.
Η σκιά είχε γύρει τώρα ολόκληρη σχεδόν στο πρόσωπό του, και τότε είδε διαμιάς, σε μιαν αιφνίδιαν έκλαμψη του νου, πως τόσην ώρα ήταν μόνος εντελώς, και μιλούσε με τον ίδιο τον εαυτόν του!
Τότε ο Δημοφών σηκώθηκε έξαλος, και κραύγασε με διάτορη φωνή:
-Τη θύρα που οδηγεί στην πλήρη γνώση – ή μάλλον θέτει τέρμα στην περιωρισμένη αυτή ζωή, για όσους εξέκλιναν από τον αρικό τον προρισμό τους!...
Κι ο Δημοφών προχώρησε στη θύρα, με το κεφάλι αγέρωχα υψωμένο, μ’ ένα βαθύ χαμόγελο θριάμβου, σαν ημίθεος!
Ένας κρότος ξερός μονάχα ακούστηκε, και κάτι κύλησε βαριά στα σκοτεινά...
Έτσι ανηρπάγη ένα βράδυ ο Δημοφών, ο ενάρετος φιλόσοφος, ο μαθητής του Πρωταγόρα και του Πλάτωνα, την εποχή που ασκήτευε σε μια σπηλιά, σε μια έρημη κοιλάδα της Βοιωτίας, όχι μακριά απ’ τον Ορχομενό, ένα βράδι, περί μέσα του Μεταγειτνιώνος, ενώ έψαχνε να βρη λίγο νερό, για να γιομίση την υδρία του, μη βλέποντας καλά στα σκοτεινά, έπεσε σ’ ένα βάραθρο, κ’ εχάθη...


Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΗΣ ΙΣΙΔΑΣ – DION FORTUNE


Όλοι οι θεοί είναι ένας θεός. Όλες οι θεές είναι μια θεά και υπάρχει ένας μυητής.
Στην αρχή υπήρχε το διάστημα και σκοτάδι και ακινησία, αρχαιότερο από το χρόνο και ξεχασμένο από τους θεούς. Η κίνηση αναδύθηκε στο διάστημα. Αυτή ήταν η αρχή.
Τούτη η θάλασσα του απείρου διαστήματος υπήρξε η πηγή όλης της ζωής. Η ζωή ξεπήδησε από εκεί σαν μια παλίρροια στη σιωπηλή θάλασσα. Τα πάντα θα επιστρέψουν εκεί, όταν έλθει η νύχτα των θεών. Αυτή είναι η Μεγάλη Θάλασσα, η Μάρα, η Πικρή. Η Μεγάλη Μητέρα. Επειδή επικρατούσε ακινησία στο διάστημ πριν την εμφάνιση της κίνησης ως παλίρροιας, γι' αυτό ονομάστηκε από τους Σοφούς Παθητική Αρχή της Φύσης και αποδόθηκε σαν Νερό ή Ρέον Διάστημα. Ωστόσο, δεν μπορεί να υπάρξει ροή στο διάστημα, αν δεν αφυπνιστεί η δύναμη. Και αυτή η δύναμη είναι η Ενεργητική Αρχή της δημιουργίας. Όλα τα πράγματα είναι μέρη της φύσης της Ενεργητικής ή της Παθητικής Αρχής και αποδίδονται σε αυτές.
Ο Τρισμέγιστος Ερμής χάραξε στο Σμαραγδένιο πίνακα: “Όπως πάνω, έτσι και κάτω”. Στη γη το παιχνίδι των ουράνιων αρχών αντικατοπτρίζεται στις πράξεις των ανδρών και των γυναικών. Η παθητικότητα της παρθένας αντιστοιχεί στη στιγμή ακριβώς του αρχέγονου διαστήματος πριν την εμφάνιση των παλιρροιών. Ο άνδρας είναι ο δότης της ζωής. Αυτοί είναι που παίζουν τον ενεργητικό και τον παθητικό ρόλο στη δημιουργία της ζωής. Από εκείνον γίνεται αυτή δημιουργική και γόνιμη. Όμως τα παιδιά είναι δικά της. Έτσι, αν και ο άνδρας είναι ο δότης της ζωής, μένει με άδεια χέρια. Αυτοαναλώνεται και δεν έχει τίποτε δικό του, εκτός του ότι εκείνη τον αποκαλεί σύζυγο.
Η ζωή του βρίσκεται στα χέρια της. Η ζωή του, όπως ήταν, είναι και θα είναι. Άρα θα έπρεπε να λατρεύει την Παθητική Αρχή, γιατί δίχως αυτή δεν υπάρχει. Ελάχιστα αναγνωρίζει πόσο τη χρειάζεται σε κάθε τομέα της ζωής. Τούτη η Αρχή είναι η Μεγάλη Θεά.
Όλοι οι θεοί είναι ένας θεός και όλες οι θεές είναι μια θεά και ένας είναι ο μυητής.
Αν και πολλοί την αποκάλεσαν με διάφορα ονόματα, για όλους είναι η Μεγάλη Θεά, το διάστημα, η γή και το νερό. Σαν διάστημα την ονομάζουν Ρέα, μητέρα των θεών, που δημιούργησε τους θεούς. Είναι πιο αρχαία και από το χρόνο: αυτή είναι η μήτρα της ύλης, η ουσία της αιτίας όλης της ύπαρξης, αδιαφοροποίητη, αγνή. Είναι, επίσης, το Μπίνα, η Θεία Μητέρα, εκείνη που δέχεται το Χόχμα, το Θείο Πατέρα. Αυτή είναι η μορφοποιός αιτία της άμορφης δύναμης και μέσω αυτής δομούνται οι μορφές. Η ίδια είναι και φορέας του θανάτου, γιατί ό,τι έχει μορφή πρέπει να πεθάνει, να χαθεί, ώστε να μπορέσει να γεννηθεί ξανά σε μια άλλη ζωή. Καθετί που γεννιέται πρέπει να πεθάνει. Γιατί ό,τι πεθαίνει, ξαναγεννιέται. Γι' αυτό την ονομάζουν Μάρα, Πικρή, Κυρά της Θλίψης. Επείδή φέρνει το θάνατο. Την ονομάζουν και Γαία γιατί είναι η πιο αρχαία γη, η πρώτη μορφή που σχηματίστηκε από το άμορφο. Όλα αυτά είναι η Θεά και τα βλέπουμε σε αυτήν. Ό,τι ταιριάζει στη φύση της, ανταποκρίνεται σε αυτήν και εκείνη είναι κυρίαρχος. Οι παλίρροιές Της είναι οι παλίρροιες όλων. Η πορεία της είναι πορεία όλων. Αναγνωρίζεται μέσα στα δημιουργήματά της.
Οτιδήποτε αναδύεται από το τίποτε, το δίνει αυτή. Οτιδήποτε βυθίζεται στο τίποτε, εκείνη το δέχεται. Αυτή είναι η Μεγάλη Θάλασσα, από όπου αναδύεται η ζωή και στην οποία επιστρέφουν όλα στο τέλος ενός αιώνα.
Καθώς βυθιζόμαστε στον ύπνο, βουλιάζουμε στα αρχέγονα βάθη, επιστρέφοντας στις χαμένες μνήμες πριν την ύπαρξη του χρόνου: και η ψυχή ανανεώνεται, ερχόμενη σε επαφή με τη Μεγάλη Μητέρα. Όποιος δεν μπορεί να στραφεί προς το αρχέγονο, δεν έχει βαθιές ρίζες στη ζωή και ξεραίνεται όπως το γρασίδι. Τέτοιοι άνθρωποι είναι ζωντανοί νεκροί, είναι εκείνοι που ορφάνεψαν από τη Μεγάλη Μητέρα.
Η Περσεφόνη είναι η κόρη της Μεγάλης Μητέρας, η Βασίλισσα του Άδη, που κυβερνά τα βασίλεια του ύπνου και του θανάτου. Οι άνθρωποι την λατρεύουν και με τη μορφή της Σκοτεινής Βασίλισσας, αλλά ταυτίζεται και με την Αφροδίτη. Εδώ κρύβεται ένα μεγάλο μυστήριο, γιατί είναι διακηρυγμένο πως κανείς δεν θα καταλάβει τη μια αν δεν καταλάβει την άλλη.
Όταν πεθαίνουν οι άνθρωποι, πηγαίνουν σε αυτήν διασχίζοντας το σκοτεινό ποτάμι και η ίδια είναι φύλακας των ψυχών τους μέχρι την αυγή. Όμως, υπάρχει ένας θάνατος και στη ζωή, ο οποίος οδηγεί σε αναγέννηση. Γιατί φοβάστε τη Σκοτεινή Βασίλισσα ω! Άνθρωποι; Αυτή είναι ο Ανανεωτής. Ξυπνάμε από τον ύπνο ανανεωμένοι. Ξυπνάμε από το θάνατο ξαναγεννημένοι. Ο άνθρωπος παίρνει δύναμη από την αγκαλιά της Περσεφόνης.
Όταν οι άνθρωποι έρχονται σε επαφή με την Περσεφόνη, τότε η ψυχή επαναπροσανατολίζεται. Βυθίζονται στη Μήτρα του χρόνου. Γίνονται όπως οι αγέννητοι. Καθώς εισέρχονται στο Βασίλειο της Περσεφόνης, στέκουν δεκτικοί και περιμένουν τον ερχομό της ζωής.
Και η Βασίλισσα του Άδη εισχωρεί εντός τους και τους γονιμοποιεί προσφέροντας ζωή, οπότε βαδίζουν αναζωογονημένοι, χαρούμενοι και ενδυναμωμένοι από το άγγιγμα της Βασίλισσας που διαφεντεύει τον ύπνο.
Όπως η Βασίλισσα του Άδη είναι κόρη της Μεγάλης Μητέρας, έτσι και η χρυσή Αφροδίτη, η θεά της αγάπης, αναδύθηκε από τη Μεγάλη Θάλασσα και σχετίζεται με μια από τις όψεις της Ίσιδας.
Είναι η Αφυπνίστρια. Αυτή που διεγείρει καθετί που βρίσκεται σε λανθάνουσα κατάσταση. Ταυτίζεται με την ελκτική δύναμη του εξώτερου διαστήματος, η οποία οδηγεί το κέντρο στην εκδήλωση. Οτιδήποτε υπάρχει σε αυτο το πανίσχυρο κέντρο, γεμάτο προσμονή και προσδοκία, είναι ανίκανο να εκπορευθεί και να ορμήσει σε εκδήλωση, εάν δεν το ελκύσει το εξώτερο διάστημα.
Μια σταθερή ισορροπία ενυπάρχει στην ακινησία, μέχρι που τη διαταράσσει το εξώτερο διάστημα και ο Πατέρας όλων εισχωρεί για να ικανοποιήσει τη λαχτάρα του διαστήματος. Πόσο παράξενες και βαθιές είναι αυτές οι αλήθειες. Όντως αυτά είναι τα κλειδιά στη ζωή των ανδρών και των γυναικών που τα αγνοούν όσοι δε λατρεύουν τη Μεγάλη Θεά.
Η Χρυσή Αφροδίτη δεν ήρθε σαν μια παρθένα, σαν θύμα: είναι η Αφυπνίστρια, η Επιθυμητή. Ως εξώτερο διάστημα στέλνει το κάλεσμά της και ο Πατέρας των πάντων ανταποκρίνεται και αρχίζει να ερωτοτροπεί. Εκείνη ξύπνησε την επιθυμία του και δημιουργήθηκαν οι κόσμοι. Ιδού! Αυτή είναι που Αφυπνίζει.
Ό,τι υπάρχει δραστηριοποιημένο στο εξώτερο, είναι λανθάνον στο εσώτερο, περιμένοντας να αφυπνιστεί,ανίκανο να εκπορευθεί εάν δε δεχθεί αυτό το άγγιγμα. Αγωνίζεται με πόνους, σαν κάποια που δεν μπορεί να γεννήσει, έως ότου η Μεγάλη Μητέρα μετατρέψει το λανθάνον σε ενεργό.
Πόσο ισχυρή είναι η χρυσή Αφροδίτη, η διεγέρτρια των ανδρών! Μία άλλη όψη της Μεγάλης Κυρίας είναι το Φεγγάρι, και άλλοι την αποκαλούν Σελήνη, άλλοι Λούνα, αλλά οι σοφοί την ονομάζουν Λεβανάχ, γιατί σε αυτό περιέχεται ο ιερός αριθμός του ονόματός Της. Αυτή κυβερνά τις περιόδους της πλημμυρίδας και της αμπώτιδας και σε αυτήν ανταποκρίνονται τα νερά της Μεγάλης Θάλασσας. Το ίδιο και τα νερά όλων των θαλασών πάνω στη γη και, συνεπώς, κυβερνά τη φύση της γυναίκας.
Κατά παρόμοιο τρόπο και στις ψυχές των ανθρώπων υπάρχει η πλημμυρίδα και η αμπώτιδα των παλιρροιών της ζωής, αλλά κανείς δεν γνωρίζει την ύπαρξή τους εκτός από τους σοφούς. Και αυτές τις επιβλέπει η σεληνιακή όωη της Μεγάλης Θεάς. Καθώς προχωρεί από την ανατολή ως της δύση της, οι πλίρροιες ανταποκρίνονται ανάλογα. Ανατέλλει από τη θάλασσα σαν απογευματινό αστέρι και τα νερά της γης πλυμμυρίζουν. Βυθίζεται στο δυτικό ωκεανό και τα νερά αποσύρονται στο εσωτερικό της γης και μένουν ακίνητα σε εκείνη τη μεγάλη σκοτεινή λίμνη που αντικατοπτρίζονται το φεγγάρι και τα αστέρια. Όποιος είναι γαλήνιος σαν τη σκοτεινή λίμνη της Περσεφόνης στον κάτω κόσμο, θα αντικρύσει τις παλίρροιες του Αόρατου να κινούνται και θα γνωρίσει όλα τα πράγματα. Γι αυτό ονομάζουμε τη Σελήνη δωρήτρια των οραμάτων.
Όμως όλα αυτά είναι ένα πράγμα. Όλες αυτές οι θεές είναι μια θεά που την ονομάζουμε Ίσιδα, Γυναίκα των πάντων, στην οποίας τη φύση περιέχονται όλα τα πράγματα. Παρθένα και ταυτόχρονα προκλητική. Ζωοδότρια και φορέας του θανάτου μαζί. Αυτή είναι η αιτία της Δημιουργίας, γιατί ξυπνά την επιθυμία του Πατέρα των Πάντων και εκείνος για χάρη της δημιουργεί. Τούτη είναι η αιτία που οι σοφοί ονομάζουν όλες τις γυναίκες Ίσιδα.
Αυτή είναι που σαν Μεγάλη Θάλασσα καλεί το σοφό να επιστρέψει κοντά της, να βυθιστεί στα βάθη της, να αυτοαναλωθεί και να κοιμηθεί σε απόλυτη άρνηση. Αυτή είναι που σαν Ίσιδα του Κάτω Κόσμου τον ξυπνά μες στο σκοτάδι με τα φιλιά της και την ημέρα εκείνος γεννιέται πανίσχυρος σαν τον Όσιρι. Αυτή είναι που αναδύεται από την θάλασσα σαν άστρο και τον καλεί να έρθει σε εκδήλωση. Και εκείνος ανταποκρίνεται στο κάλεσμά της και η γη πρασινίζει από βλάστηση. Όλα αυτά είναι η Μεγάλη Θεά και πολλά περισσότερα. Οι συνεχείς αλλαγές που συμβαδίζουν με τις φάσεις της σελήνης και τις ανάγκες της ανθρώπινης ψυχής, ανταποκρίνονται στις δικές της.
Εξωτερικά ο άντρας είναι ο κύριος, ο ζωοδότης. Αλλά εσωτερικά, γονατίζει εμπρός της και παίρνει ζωή από τα χέρια της, καθώς αυτή σκύβει πάνω του. Επομένως, θα έπρεπε να λατρεύει τη Μεγάλη Θεά, γιατί χωρίς Αυτήν αυτός δεν έχει ζωή και ιέρειά Της είναι κάθε γυναίκα. Στο πρόσωπο κάθε γυναίκας ας αναζητά τα χαρακτηριστικά της θεάς, παρακολουθώντας τις φάσεις της μέσα από την πλημμυρίδα και την αμπώτιδα των παλιρροιών στις οποίες ανταποκρίνεται η ψυχή της. Περιμένοντας το κάλεσμά της, γιατί του είναι απαραίτητο, υποφέροντας μέσα στην απόμόνωσή του.
Κάθε γυναίκα είναι μια ιέρεια της θεάς. Αυτή είναι η ισχυρή βασίλισσα του κάτω κόσμου, που μαγνητίζει με τα φιλιά της και δίνει ζωή. Εσωτερικά αυτή είναι η πανίσχυρη. Αυτή είναι που γονιμοποιεί. Αυτή παρακινεί τον άνδρα στη δημιουργία, γιατί χωρίς επιθυμία, η ζωή δεν συνεχίζεται.
Το κάλεσμά της μέσα από το σκοτάδι είναι που ανακουφίζει. Γιατί εσωτερικά το αρσενικό είναι αδρανές. Η εκδήλωσή του οφείλεται στην επιθυμία της και όχι εξαιτίας της δικής του ζωής. Μέχρι να τον αγγίξουν τα χέρια της, μοιάζει σαν νεκρός στο βασίλειο των σκιών. Είναι ζωντανός νεκρός.
Ω κόρες της Ίσιδας λατρεύετε τη θεά και στο όνομά της προσφέρετε το κάλεσμα που αφυπνίζει και γεμίζει αγαλίαση. Έτσι θα έχετε την ευλογία της και θα ζήσετε μια ολοκληρωμένη ζωή.
Οι αρχαίοι σοφοί θεωρούσαν όλα τα δημιουργήματα σαν φωτισμένα ενδύματα του Δημιουργού. Και στις εκδηλώσεις της Φύσης διέκριναν τις εκδηλώσεις του Θεού. Και λάτρευαν το Θεό όπως φανερώνεται στη Φύση, διακηρύσσοντας: “Ας γίνει η Φύση μέσα μου εκδήλωση του Θεού”.
Η Ίσιδα είναι όλες οι γυναίκες και όλες οι γυναίκες είναι η Ίσιδα. Ο Όσιρις είναι όλοι οι άνδρες και όλοι οι άνδρες είναι ο Όσιρις. Η Ίσιδα είναι καθετί παθητικό, δεκτικό και λανθάνον. Ο Όσιρις είναι καθετί δυναμικό και ισχυρό. Ό,τι είναι λανθάνον εξωτερικά, είναι ισχυρό εσωτερικά. Συνεπώς η Ίσιδα είναι η Περσεφόνη και η Αφροδίτη μαζί. Ο Όσιρις, ο ζωοδότης, μοιάζει με τον Άρχοντα των Βασιλείων του Θανάτου. Αυτός είναι ο νόμος της εναλασσόμενης πολικότητας, τον οποίο γνωρίζουν οι σοφοί.
Ο άντρας δεν πρέπει να είναι πάντα δυναμικός, αλλά χρειάζεται να αφήνεται στην αγκαλιά της Περσεφόνης. Τότε αυτή που ήταν σκοτεινή και κρύα, όπως το εξώτερο διάστημα πριν από τη Δημιουργία, θα γίνει βασίλισσα του κάτω κόσμου, αντλώντας δύναμη από την υποταγή του και τα φιλιά της αποκτούν δύναμη πάνω στα χείλη του.
Αφυπνισμένος από τα φιλιά της θα ανυψωθεί, παντοδύναμος ενώ η επιθυμία του θα προσελκύσει τη χρυσή Αφροδίτη μέσα του. Δίχως, όμως, τα φιλιά της Περσεφόνης, θα κοιμάται στον Άδη για πάντα.
Και εκείνη που είναι ιέρεια της Ίσιδας, κυβερνά τις ευαίσθητες, εσώτερες παλίρροιες της ανδρικής καρδιάς ως Λεβανάχ, η σελήνη. Σαν Περσεφόνη τον τραβά κάτω στα σκοτάδια, όπου μπορεί να είναι δεκτικός και παθητικός. Σαν Αφροδίτη τον μυεί στο φως και στη ζωή. Ανταποκρίνεται αλλάζοντας φάσεις ανάλογα με τις ανάγκες της μυστικής του ζωης και νιώθοντας πως τον γεμίζει αισθάνεται θριαμβευτής στη δύναμή του. Και η ίδια, αφυπνίζοντάς τον, προκαλώντας τον και ανταποκρινόμενη προς αυτόν, πλημμυρίζει με την πληρότητα της ζωής, γιατί αυτή είναι η αγαπημένη της θεάς.


DION FORTUNE
ΘΕΜΑΤΑ ΕΣΩΤΕΡΙΣΜΟΥ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΜΙΧΑΛΙΤΣΗ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΑΜΒΛΙΧΟΣ

Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου 2010

Η ΑΙΓΛΗ ΚΑΙ Η ΔΟΞΑ ΤΗΣ ΦΑΛΑΙΝΟΘΗΡΙΑΣ / Ο ΙΩΝΑΣ ΑΠΟ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΠΟΨΗ – HERMAN MELVILLE


1. Η ΑΙΓΛΗ ΚΑΙ Η ΔΟΞΑ ΤΗΣ ΦΑΛΑΙΝΟΘΗΡΙΑΣ

Υπάρχουν μερικά δύσκολα πράγματα, που, όταν αναλαμβάνει κανείς να τα φέρει σε πέρας, ένα προσεκτικό μπέρδεμα είναι η αληθινή μέθοδος.
Όσο περισσότερο εμβαθύνω στο θέμα αυτό της φαλαινοθηρίας και επεκτείνω τις έρευνές μου, φτάνοντας μάλιστα ως το ξεκίνημά της, τόσο περισσότερο με εντυπωσιάζει η μεγάλη αίγλη και η αρχαιότητά της. Κι όταν ειδικά βρίσκω τόσους πολλούς και μεγάλους ημίθεους, ήρωες και προφήτες κάθε λογής που την έχουν περιβάλει, ο καθένας με τον τρόπο του, με τόσο μεγάλη τιμή, παρασύρομαι από τη σκέψη πως κι εγώ ο ίδιος ανήκω, αν και σε δεύτερη μοίρα, σε μια τόσο δοξασμένη αδελφότητα.
Ο γενναίος Περσέας, γιός του Δία, ήταν ο πρώτος φαλαινοθήρας. Πρέπει επίσης να πούμε, κι αυτό αποτελεί αιώνια τιμή του επαγγέλματός μας, πως η πρώτη φάλαινα που δέχτηκε επίθεση από την αδελφότητά μας δε σκοτώθηκε για κάποιο χυδαίο σκοπό. Εκείνο τον καιρό το επάγγελμά μας ήταν γεμάτο ιπποτισμό – τότε είχαμ όπλα για να βοηθάμε εκείνους που κινδύνευαν κι όχι για να γεμίζουμε τα λαδικά των ανθρώπων. Όλοι ξέρουμε την υπέροχη ιστορία του Περσέα και της Ανδρομέδας. Πως η όμορφη Ανδρομέδα, η κόρη ενός βασιλιά, δέθηκε σε ένα βράχο στην παραλία, και πως, την ώρα που ο Λεβιάθαν ήταν έτοιμος να την πάρει μακριά, ο Περσέας, ο πρίγκιπας των φαλαινοθήρων, προχωρώντας άφοβα, χτύπησε με το καμάκι το τέρας, ελευθέρωσε και παντρεύτηκε την κοπέλα. Αν λάβουμε υπόψη πως αυτός ο Λεβιάθαν σκοτώθηκε με το πρώτο ακριβώς χτύπημα, πρόκειται για ένα αξιοθαύμαστο κατόρθωμα που πραγματοποιήθηκε με αριστοτεχνικό τρόπο και που σπάνια καταφέρνουν να πραγματοποιήσουν οι καλύτεροι φαλαινοθήρες του καιρού μας. Κι ας μην αμφιβάλλει κανείς γι' αυτή την αρκίτικη ιστορία. Γιατί στην αρχαία Ιόππη, στη σημερινή Γιάφα, στα παράλια της Συρίας, σε έναν από τους ειδωλολατρικούς ναούς, υπήρχε για πολλούς αιώνες ο τεράστιος σκελετός μιας φάλαινας, που οι παραδόσεις της πόλης και όλοι οι κάτοικοι βεβαίωναν πως ήταν ακριβώς τα κόκαλα από το τέρας που σκότωσε ο Περσέας. Όταν οι Ρωμαίοι κατέλαβαν την Ιόππη, ο ίδιος σκελετός μεταφέρθηκε στην Ιταλία, αποτελώντας μέρος του θριάμβου που οργανώθηκε. Αυτό που φαίνεται πολύ παράξενο και υποβλητικά σημαντικό, σε τούτη την ιστορία, είναι το εξής: από την Ιόππη ήταν που έκανε πανιά ο Ιωνάς.
Με την περιπέτεια του Περσέα και της Ανδρομέδας συγγενεύει – μερικοί μάλιστα υποθέτουν πως έμμεσα προέρχεται από αυτήν – εκείνη η πασίγνωστη ιστορία του Άι-Γιώργη και του Δράκοντα. Του δράκοντα που υποστηρίζω πως ήταν φάλαινα. Γιατί, σε πολλά αρχαία χρονικά, φάλαινες και δράκοντες μπερδεύονται παράξενα, και συχνά η μία λέξη παίρνει τη θέση της άλλης. “Μοιάζεις με λιοντάρι του ωκεανού και με δράκο της θάλασσας”, λέει ο Εζεκιήλ, εννοώντας με τις λέξεις αυτές, καθαρά τη φάλαινα. Πραγματικά, μερικές μεταφράσεις της Βίβλου χρησιμοποιούν αυτήν ακριβώς τη λέξη. Εξάλλου, θα μείωνε πολύ τη δόξα του ανδραγαθήματος, αν ο Άι-Γιώργης δεν είχε αντιμετωπίσει παρά ένα ερπετό της στεριάς που σέρνεται στο χώμα και δεν είχε πολεμήσει με το μέγα τέρας του ωκεανού. Οποιοσδήποτε άνθρωπος μπορεί να σκοτώσει ένα φίδι, αλλά μόνο ένας Περσέας, ένας Άι-Γιώργης, ένας Κόφιν, έχει τα κότσια να πλησιάσει με θάρρος και να πολεμήσει μια φάλαινα.
Ας μην αφήσουμε να μας παραπλανήσουν οι σύγχρονες ζωγραφικές απεικονίσεις αυτής της σκηνής. Γιατί ενώ οι απεικονίσεις αυτές παριστάνουν το ζώο, που αντιμετώπισε εκείνος ο ανδρείος και παλιός φαλαινοθήρας, να έχει αόριστα μορφή που θυμίζει γρύπα, ενώ απεικονίζουν τη μάχη στη στεριά και τον άγιο καβάλα στο άλογο, παρόλα αυτά, έχοντας υπόψη τη μεγάλη άγνοια που υπήρχε τον καιρό εκείνο, όταν η πραγματική μορφή της φάλαινας ήταν άγνωστη στους ζωγράφους. Έχοντας υπόψη πως η φάλαινα του Άι-Γιώργη, όπως και στην περίπτωση του Περσέα, δεν αποκλείεται να είχε βγει από τη θάλασσα και να 'χε συρθεί στην ακτή. Έχοντας υπόψη πως το ζώο, που καβαλικεύει ο Άι-Γιώργης, δεν αποκλείεται να ήταν απλώς και μόνο μια μεγάλη φώκια ή ένας μεγάλος θαλάσσιος ίππος. Έχοντας όλα αυτά στο μυαλό, δε φαίνεται εντελώς ασυμβίβαστο με την ιερή παράδοση και τα αρχαιότατα σκίτσα αυτής της σκηνής, να θεωρήσουμε πως αυτός, ο λεγόμενος δράκοντας, δεν είναι άλλος από τον ίδιο το μεγάλο Λεβιάθαν. Πραγματικά, έχοντας σαν γνώμονα εκείνη την αλήθεια που βλέπει τα πράγματα σε βάθος και καθρεφτίζει μόνο την πραγματικότητα, όλη αυτή η ιστορία φαίνεται να μοιάζει με κείνο το είδωλο των Φιλισταίων που ονομαζόταν Δαγών και ήταν συνάμα ψάρι, άνθρωπος και πουλί. Που, όταν στήθηκε μπροστά στην κιβωτό του Ισραήλ, το αλογίσιο του κεφάλι και οι δύο παλάμες των χεριών του κόπηκαν κι έπεσαν καταγής, και μόνο ο κορμός ή το ψαρίσιο μέρος του απόμεινε. Έτσι λοιπόν, προστάτης της Αγγλίας είναι κάποιος από τη δική μας ευγενική τάξη, ένας φαλαινοθήρας δηλαδή. Δικαιολογημένα εμείς, οι καμακιστές του Ναντάκετ, θα 'πρεπε να συμπεριλαμβανόμαστε σε κείνο το τόσο εκλεκτό τάγμα του Άι-γιώργη. Μην αφήνετε λοιπόν τους ιππότες εκείνου του ένδοξου τάγματος (κανείς από δαύτους, τολμώ να πω, δεν είχε ποτέ του σχέσεις με κάποια φάλαινα, όπως ο μεγάλος προστάτης τους), μην αφήνετε ποτέ να κοιτάξουν ένα Ναντακετιανό με περιφρόνηση, γιατί, ακόμα κι όταν φοράμε τις μάλλινες φανέλες μας και τα κατραμωμένα παντελόνια μας, δικαιούμαστε περισσότερο από αυτούς να φοράμε το παράσημο του Άι-Γιώργη.
Όσο για το ζήτημα αν θα δεχτούμε ή όχι τον Ηρακλή στο σινάφι μας, εξακολουθώ εδώ και πολύν καιρό να έχω αμφιβολίες: γιατί, αν και, σύμφωνα με τις ελληνικές μυθολογικές παραδόσεις, εκείνο τον αρχαίο Κρόκετ, εκείνο τον αρχαίο Κιτ Κάρσον, εκείνο τον ρωμαλέο ήρωα υπέροχων κατορθωμάτων που μας γεμίζουν τόση χαρά, τον κατάπιε και τον ξέρασε μετά μια φάλαινα, παρόλα αυτά, αν αυτό ειδικά το γεγονός τον κάνει φαλαινοθήρα, είνα θέμα συζητήσιμο. Πουθενά δε φαίνεται να χτύπησε πράγματι, κάποια στιγμή, το ψάρι του με το καμάκι, παρά μόνο από μέσα – αυτό είναι αλήθεια. Θα μπορούσε ωστόσο να θεωρηθεί ένα είδος ακούσιου φαλαινοθήρα. Όπως κι αν έχει το πράγμα, αν αυτός
δεν κατάφερε να πιάσει τη φαλαινα, σίγουρο είναι πως τον έπιασε εκείνη. Ζητώ να τον θεωρήσουμε σαν κάποιον από το σινάφι μας.
Ωστόσο οι πιο καλές αντιρρητικές πηγές θεωρούν πως αυτή η ελληνική ιστορία του Ηρακλή και της φάλαινας κατάγεται από την εβραϊκή ιστοριά του Ιωνά και της φάλαινας, που είναι ακόμα πιο παλιά. Και vice versa. Μοιάζουν ασφαλώς πολύ. Αν λοιπόν ζητώ να θεωρήσουμε φαλαινοθήρα τον ημίθεο, γιατί να μη θεωρήσουμε φαλαινοθήρα και τον προφήτη;
Και δεν είναι μόνο οι ήρωες, οι άγιοι, οι ημίθεοι και οι προφήτες που εξαντλούν ολόκληρη τη λίστα των μελών που περιλαμβάνει η τάξη μας. Δεν αναφέραμε ακόμα το μεγάλο αρχηγό μας, και πρέπει να τον αναφέρουμε. Γιατί, όπως οι μεγαλοπρεπείς βασιλιάδες του παλιού καιρού, έτσι και μεις, βρίσκουμε τα ανάντη της αδελφότητάς μας σε αυτούς ακριβώς τους μεγάλους θεούς. Αξίζει λοιπόν να αφηγηθούμε πάλι εκείνη τη θαυμάσια ιστορία της Ανατολής, από τις ιερές Γραφές των Ινδιών, που μας παρουσιάζουν αυτόν ακριβώς το θείο βισνού σαν Κύριό μας. Το Βισνού, που, με την πρώτη από τις δέκα γήινες ενσαρκώσεις του ξεχώρισε για πάντα κι έδωσε ένα ιερό χαρακτήρα στη φάλαινα. Όταν ο Βράχμα ή ο Θεός των θεών, λένε οι Ιερές Γραφές των Ινδιών, αποφάσισε να ξαναπλάσει τον κόσμο, ύστερα από κάποια περιοδική του διάλυση, έπλασε το Βισνού, για να διευθύνει εκείνο το έργο. Αλλά οι Βέδες ή τα απόκρυφα βιβλία, που ως φαίνεται η ανάγνωσή τους ήταν απαραίτητη στο Βισνού πριν αρχίσει τη δημιουργία του κόσμου και που πρέπει συνεπώς να περιείχαν κάτι σαν πρακτικές συμβουλές σε νέους αρχιτέκτονες, οι Βέδες αυτές βρίσκονταν στο βυθό του ωκεανού. Έτσι ο Βισνού ενσαρκώθηκε σε φάλαινα και, βουτώντας με τη μορφή αυτή στα άπατα βάθη, ξαναπήρε τπίσω τα ιερά βιβλία. Δεν ήταν λοιπόν αυτός ο Βισνού ένας φαλαινοθήρας; όπως ακριβώς ονομάζουμε καβαλάρη κάποιον που καβαλάει ένα άλογο;
Ο Περσέας, ο Άι-γιώργης, ο Ηρακλής, ο Ιωνάς και ο Βισνού! Να μια λίστα με διάφορα μέλη για σένα! Ποιό άλλο συνάφι, εκτός από το φαλαινοθηρικό, μπορεί να έχει επικεφαλής τέτοια ονόματα;

2. Ο ΙΩΝΑΣ ΑΠΟ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΠΟΨΗ

Στο προηγούμενο Κεφάλαιο έγινε αναφορά στην ιστορία του Ιωνά και της φάλαινας, που βασίζεται σε ιστορικά γεγονότα. Σήμερα μερικοί Ναντακετιανοί μάλλον δεν πιστεύουν αυτή την ιστοριά του Ιωνά και της φάλαινας, πως βασίζεται δηλαδή σε ιστορικά γεγονότα. Αλλά και στην παλιά εποχή υπήρχαν μερικοί σκεπτικιστές Έλληνες και Ρωμαίοι, που, αποτελώντας εξαίρεση από τους ορθόφρονες ειδωλολάτρες του καιρού τους, αμφισβητούσαν, το ίδιο κι αυτοί, τόσο την ιστορία του Ηρακλή με τη φάλαινα, όσο και την ιστορία του Αρίωνα με το δελφίνι. Παρόλα αυτά όμως η δυσπιστία τους σε κείνες τις παραδόσεις δε μετέβαλε καθόλου τις παραδόσεις αυτές σε γεγονότα μικρότερης αξίας.
Μια βασική αιτία που ένας φαλαινοθήρας του γνωστού μας Σαγκ-Χάρμπορ μπορούσε δίκαια να αμφισβητεί την εβραϊκή ιστορία, ήταν η εξής: Ο φαλαινοθήρας αυτός είχε στη διάθεσή του μιας από κείνες τις αλλόκοτες Βίβλους του παλιού καιρού, που ήταν στολισμένη με περίεργες ξυλογραφίες, χωρίς την παραμικρή επιστημονική ακρίβεια. Μια από τις ξυλογραφίες εκείνες παράσταινε την φάλαινα του Ιωνά με δυο φυσητήρες στο κεφάλι της – χαρακτηριστικό που υπάρχει μόνο σε ένα είδος Λεβιάθαν (στη γνήσια Φάλαινα και στις ποικιλίες αυτής της ράτσας) και που γι' αυτόν οι ψαράδες λένε χαρακτηριστικά: “Η παραμικρή μπουκιά θα μπορούσε να τον πνίξει” - τόσο πολύ στενός είναι ο οισοφάγος του. Πάνω σ' αυτό όμως, η απάντηση του Επίσκοπου Τζεμπ είναι έτοιμη κιόλας από πριν. Δεν είναι απαραίτητο, υποδεικνύει ο Επίσκοπος, να θεωρούμε τον Ιωνά χωμένο στην κοιλιά της φάλαινας, αλλά εγκαταστημένον προσωρινά σε κάποιο μέρος στο στόμα της. Αυτό μάλιστα για τον καλό Επίσκοπο φαίνεται αρκετά λογικό. Γιατί, πραγματικά, το στόμα της γνήσιας Φάλαινας θα μπορούσε να χωρέσει δυο τραπέζια του ουίστ και να βολέψει άνετα όλους τους παίχτες. Το ίδιο ίσως και ο Ιωνάς – μπορεί να είχε τρυπώσει σε κανένα κούφιο δόντι. Όταν το ξανασκέφτηκα όμως, θυμήθηκα πως η Γνήσια Φάλαινα δεν έχει δόντια.
Ένας άλλος λόγος που κάποιος Σαγκχαρποριανός (με αυτό το όνομα ήταν γνωστός) υποστήριζε σθεναρά την απιστία του πάνω σε τούτο το ζήτημα του προφήτη, σχετιζόταν κάπως αόριστα με το φυλακισμένο του σώμα και τα γαστρικά υγρά της φάλαινας. Αλλά κι αυτό επίσης το επιχείρημα καταρρέει, γιατί ένας Γερμανός εξηγητής υποθέτει πως ο Ιωνάς πρέπει να έχει κρυφτεί στο κορμί μας νεκρής φάλαινας που έπλεε στην επιφάνεια – όπως ακριβώς οι Γάλλοι στρατιώτες, στην εκστρατεία εναντίον της Ρωσίας, που έκαναν σκηνές τα νεκρά τους άλογα και σούρνοντας με την κοιλιά χώνονταν μέσα. Εκτός απ' αυτό, κάποιοι άλλοι σχολιαστές της ηπειρωτικής Ευρώπης έχουν υποθέσει πως, όταν ο Ιωνάς ρίχτηκε έξω από το πλοίο που είχε σαλπάρει από την Ιόππη, ευθύς-αμέσως το 'σκασε με ένα άλλο σκάφος που ήταν πολύ κοντά, με κάποιο σκάφος που είχε σαν ακρόπρωρο μια φάλαινα. Θα μπορούσα μάλιστα να προσθέσω πως δεν αποκλείεται να ονομαζόταν “Η Φάλαινα”, όπως βαφτιζόνται μερικά σκάφη σήμερα με τα ονόματα ο “Καρχαρίας”, ο “Γλάρος”, ο “Αετός”. Από την άλλη μεριά πάλι, δεν έλειψαν κάποιοι σοφοί εξηγητές που διατύπωσαν την άποψη πως η φάλαινα που αναφέρεται στο βιβλίο του Ιωνά είχε την έννοια ενός σωσίβιου – ενός ασκού φουσκωμένου με αέρα. Ο προφήτης, που κινδύνευε, κολύμπησε προς το σωσίβιο αυτό και έτσι σώθηκε από πνιγμό. Έτσι λοιπόν ο άτυχος ο Σαγκχαρμποριανός φαίνεται να έχει ηττηθεί σε όλα τα σημεία. Είχε ωστόσο έναν ακόμα λόγο που δικαιολογούσε την απιστία του. Αν θυμάμαι καλά, ο λόγος αυτός ήταν ο εξής: Τον Ιωνά τον κατάπιε μια φάλαινα στη Μεσόγειο και ύστερα από τρεις μέρες τον ξέρασε σε ένα μέρος που απείχε τρεις μέρες ταξίδι από τη Νινευή. Από μια πόλη στον ποταμό Τίγρη δηλαδή, που απείχε όμως από τα παράλια της Μεσογείου, από το πιο κοντινό σημείο τους, πολύ περισσότερο από τρεις μέρες ταξίδι. Πως ήταν δυνατόν αυτό;
Αποκλείεται όμως να υπήρχε κάποιος άλλος δρόμος για τη φάλαινα ώστε να βγάλει τον προφήτη στη στεριά, στο μέρος εκείνο που βρισκόταν τόσο κοντά στη Νινευή; Αποκλείεται. Μπορούσε βέβαια να τον έχει πάει στο μέρος αυτό κάνοντας κύκλο, περνώντας από το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας. Αλλά κι αν ακόμα δεν αναφέρουμε τη διαδρομή εκείνη από τη μια ως την άλλη άκρη της Μεσογείου, καθώς κι άλλη μια διαδρομή ως τον Περσικό Κόλπο και την Ερυθρά Θάλασσα, μια τέτοια υπόθεση, θα συνεπαγόταν έναν ολόκληρο περίπλου γύρω από όλη την Αφρική σε τρεις μέρες, χωρίς να αναφέρουμε τα νερά του ποταμού Τίγρη, κοντά στο μέρος που βρισκόταν η Νινευή, που ήταν πολύ ρηχά για να κολυμπήσει οποιαδήποτε φάλαινα. Άλλωστε η άποψη αυτή, πως ο Ιωνάς καβατζάρισε το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας σε μια μέρα μόνο, θα αφαιρούσε μεμιάς την τιμή της ανακάλυψης εκείνου του μεγάλου κάβου από τον Βαρθολομαίο Ντιάζ, που θεωρείται πως είναι αυτός που τον ανακάλυψε πράγματι, βγάζοντας έτσι τη σύγχρονη ιστορία ψεύτρα.
Ωστόσο όλοι αυτοί οι ανόητοι ισχυρισμοί του φίλου Σαγκχαρμποριανού, το μόνο που απέδειξαν ήταν η ανόητη έπαρση της λογικής του – κάτι που σε αυτόν ήταν ακόμα περισσότερο αξιοκατάκριτο, γιατί ήταν σχεδόν αμόρφωτος – τα λίγα που ήξερε ήταν ό,τι είχε μάθει από τον ήλιο και τη θάλασσα. Ναι, όλη εκείνη η κουβέντα το μόνο που απεδειξε ήταν η ανόητη, ανίερη έπαρσή του και η άθλια, σατανική περιφρόνησή του προς το σεβάσμιο κλήρο. Γιατί ένας Πορτογάλος καθολικός ιερέας είχε προβάλει την ίδια ακριβώς ιδέα, πως ο Ιωνάς δηλαδή έφατσε στη Νινευή περνώντας από το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας, σαν κάτι εξαιρετικό, που έκανε ακόμα πιο αξιοθαύμαστο ολόκληρο το θαύμα. Κι έτσι ήταν. Εξάλλου, μέχρι και σήμερα, οι άριστα πληροφορημένοι Τούρκοι πιστεύουν ειλικρινά στην ιστορία του Ιωνά, που θεωρούν πως βασίζεται σε ιστορικά γεγονότα. Πριν από περίπου τρεις αιώνες μάλιστα, ένας Εγγλέζος περιηγητής, στα Ταξίδια του γνωστού μας Χάρις, μιλάει για ένα τούρκικο τζαμί χτισμένο προς τιμή του Ιωνά – μέσα σ' αυτό το τζαμί υπήρχε ένα θαυματουργό λυχνάρι που έκαιε χωρίς λάδι.



HERMAN MELVILLE
ΜΟΜΠΙ-ΝΤΙΚ ή Η ΦΑΛΑΙΝΑ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ Α.Κ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ GUTENBERG

Πέμπτη 23 Σεπτεμβρίου 2010

Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΚΑΙ ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΗΣ – ROBERT AMBELAIN


Θεωρήσαμε απαραίτητο να αφιερώσουμε μιαν ειδική μελέτη για ένα περίεργο κείμενο το οποίο από τη στιγμή που έκανε την εμφάνισή του μέχρι και σήμερα δεν έπαψε να προκαλεί φιλονικείες. Λέγεται «Αποκάλυψη» με την ελληνική κυριολεξία της λέξης.
Η Σύνοδος του Τριδέντου (1545) το τοποθέτησε οριστικα ανάμεσα στα κανονικά κείμενα και η απόφαση αυτή παραμένει βασικά αναντίρρητη για τον καθολικό κόσμο. Μόνο διάφορες αυτοκέφαλες ανατολικές Εκκλησίες, ανεξάρτητες από τη Ρώμη, εξακολουθούν να το αρνούνται. Βασίζονται σε αρχαιότερα λαμπρά παραδείγματα.
Ο Μέγας Ωριγένης το αγνοεί (254). Ο Ευσέβιος της Καισάρειας (340) δεν τολμάει να πάρει θέση ανοιχτά αλλά αναφέρει λεπτομερέστατα όλες τις παρατηρήσεις του Άγιου Διουνύσιου της Αλεξάνδρειας (261) και αποδίδει όλα του τα επιχειρήματα εναντίον του αποστολικού χαρακτήρα της «Αποκάλυψης». Διαβάζοντας τα κείμενά του, νιώθει κανείς ολοφάνερα, ότι ο Ευσέβιος παραδέχεται βουβά όλες τις κατηγορίες του Διονύσιου εναντίον του μυστηριώδους αυτού κειμένου.
Αργότερα, η Σύνοδος της Λαοδικείας, αρνείται να το συμπεριλάβει στον επίσημο κανόνα. Οι Πατέρες της Εκκλησίας το θεώρησαν παρείσακτο, άσχετο με το Ευαγγελικό Μήνυμα και το καταπολέμησαν ή το αγνόησαν. Αναφέρουμε: Άγιος Βασίλειος (379), Άγιος Κύριλλος της Ιερουσαλήμ (386), Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός (390), Γρηγόριος ο Νύσσης (400), Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος (407), Θεοδώρητος. Όλοι αυτοί το αγνοούν τελείως και δεν το υπολογίζουν ανάμεσα στα κείμενα που χρησιμοποιούν. Ο Άγιος Ιερώνυμος (420) τηρεί μιαν ανάλογη στάση με τον Ευσέβιο της Καισάρειας.
Η επίσημη παράδοση θέλει να παρουσιάζει την «Αποκάλυψη» ως τη διήγηση ενός οράματος που είδε «εν εκστάσει» ο Απόστολος Ιωάννης όταν βρισκόταν εξόριστος στην Πάτμο. Η μετάβαση του Ιωάννη στην Πάτμο έγινε το 94 μχ, τον πρώτο χρόνο της βασιλείας του Νέρβα. Ας σημειώσουμε αυτή τη λέπτομέρεια γιατί έχει σημασία.
Θα μπορούσε κανείς να εκφράσει την απορία πως μπόρεσε το «Μέντιουμ» να συγκρατήσει στη μνήμη του και να καταγράψει όταν επέστρεψε στην φυσιολογική του κατάσταση, μιαν ενόραση τόσο μεγάλης διάρκειας.
Θα μπορούσε επίσης να ρωτήσει πως μπορεί ένα κείμενο να παρουσιάζεται, το 94 μχ, ως προφητικό ενώ περιγράφει, και με πολύ ακριβολογικό τρόπο α) την πυρπόληση της Ρώμης (κεφ. 18), που έγινε το 64 μχ, δηλαδή τριάντα χρόνια ενωρίτερα και β) την καταστροφή της Ιερουσαλήμ (κεφ. 11), η οποία έγινε το 70 μχ, δηλαδή εικοσιτέσσερα χρόνια νωρίτερα!
Επίσης η επίσημη παράδοση μας λέει ότι ο Απόστολος Ιωάννης έγραψε τη «Αποκάλυψη» στα ελληνικά, πράγμα που επισημαίνει και ο Άγιος Διονύσιος της Αλεξάνδρειας, αλλά προσθέτει: «...βλέπω ότι ούτε η διάλεκτος του ούτε η γλώσσα του είναι τα ελληνικά. Χρησιμοποιεί βάρβαρους ιδιωματισμούς και πολλές φορές εκτρέπεται σε σολοικισμούς!...» (Ευσέβιος της Καισάρειας: Εκκλησιαστική Ιστορία VII, 25, 26).
Πράγματι πρόκειται αναμφίβολα για ένα αραμαϊκό πρωτότυπο μεταφρασμένο στα εβραϊκά και στη συνέχεια στα ελληνικά. Όταν εμφανίστηκε η ελληνική έκδοση στα τέλη του 1ου αιώνα οι άλλες δύο εξαφανίστηκαν.
Αυτό λοιπόν που συμφωνήσαμε να ονομάζουμε «Αποκάλυψη» είναι στην πραγματικότητα μια συρραφή διαφόρων κειμένων γραμμένα από διαφορετικούς συγγραφείς. Έτσι τουλάχιστον ισχυρίζονται ορισμένοι ερευνητές. Άλλοι από αυτούς λένε ότι πρόκειται για δυο και άλλοι για τρία διαφορετικά έργα, εβραϊκής μάλλον καταγωγής, τα οποία ένας χριστιανός συντάκτης μιας αρκετά προχωρημένης εποχής τα συναρμολόγησε με αδέξιο τρόπο.
Ο R.P. Boimard, OP., καθηγητής της Βιβλικής Σχολής της Ιερουσαλήμ, στο έργο του «Η Βίβλος της Ιερουσαλήμ» αποδεικνύει ότι το καθαρά προφητικό μέρος της «Αποκάλυψης» (κεφ. 4ο έως κεφ. 22ο) είναι συρραφή από δυο διαφορετικές «Αποκαλύψεις» ανεξάρτητες αρχικά η μια από την άλλη.
Οι «Επιστολές προς τις Επτά Εκκλησίες» (2ο και 3ο κεφάλαιο) πρέπει και αυτές αρχικά να ήταν χωριστές. Κι αυτό επειδή δεν μπορούμε να φανταστούμε ότι ο συντάκτης τους τις έγραψε όλες μαζί και τις έστειλε με ομαδικά αντίγραφα στους παραλήπτες τους, όσο και αν είναι κοινός ο γενικός χαρακτήρας του θέματος που αναπτύσσεται σ’ αυτές.
Επιπλέον η «Αποκάλυψη» βάζει σε σκέψεις έναν λιγάκι παρατηρητικό και καχύποπτο αναγνώστη. Και ιδού γιατί. Έχει εμπρός του ένα κείμενο που υποτίθεται ότι γράφτηκε στην Πάτμο το 94 μχ από τον Απόστολο Ιωάννη, και όμως το κείμενο αυτό αγνοεί ορισμένα από τα σημαντικότερα γεγονότα του χριστιανικού κινήματος! Δηλαδή:
- Την ύπαρξη των δώδεκα αποστόλων που καθορίστηκαν και αγιοποιήθηκαν από τον Ιησού, ως καθοδηγητές της Εκκλησίας.
- Την ύπαρξη του Πέτρου ως κεφαλή της Εκκλησίας.
- Την ύπαρξη του Παύλου, την αποστολή του, τον σημαντικό ρόλο που έπαιξε και τον θάνατο του στη Ρώμη το 67 μχ.
- Την ύπαρξη των τεσσάρων Ευαγγελίων, για να μην αναφέρουμε και τα πολυάριθμα Απόκρυφα που κυκλοφορούσαν ήδη από την εποχή αυτή.
- Την ύπαρξη των Επιστολών του Παύλου, που διαβάζονταν ωστόσο σε όλες τις Εκκλησίες στις οποίες απευθύνονταν.
- Την ύπαρξη των εβδομήκοντα δύο Αποστόλων που χειροτονήθηκαν από τους αρχικούς δώδεκα και την αποστολή που ανέλαβαν.

Εάν όλα αυτά τα γεγονότα αγνοούνται από την «Αποκάλυψη», αυτό σημαίνει απλούστατα ότι το κείμενο της συντάχθηκε παλαιότερα. Βέβαια γίνεται λόγος για την «πόλιν όπου εσταυρώθη ο Κύριος» (11.8) αλλά πολλοί μεσσιανικοί ηγέτες σταυρώθηκαν στην Ιερουσαλήμ, όπως για παράδειγμα ο Εζεκίας ο οποίος ήταν και αυτός «Υιός Δαυίδ» και κατά συνέπεια «Κύριος» του Ισραήλ. Ακόμη στο εδάφιο 14.6 γίνεται λόγος για κάποιο «αιώνιο Ευαγγέλιο». Αλλά ας δούμε τι λέει ακριβώς το κείμενο:
«Και είδον άλλον άγγελον πετώμενον εν μεσουρανήματι έχοντα ευαγγέλιον αιώνιον, ευαγγελίσαι επί τους καθημένους επί της γης...»
Ο όρος που χρησιμοποιεί η πρωτότυπη ελληνική έκδοση είναι κατά λέξη ευαγγέλιον αιώνιον, που στα ελληνικά της εποχής δεν σημαίνει «Ευαγγέλιο» με την σημερινή έννοια της λέξης, αλλά ευ – αγγελία, καλό μήνυμα, χαρμόσυνο νέο, επιστολή που το περιεχόμενό της προξενεί χαρά.
Υπάρχει επιπλέον μια απόδειξη που ενισχύει την άποψη ότι το πρωτότυπο κείμενο γράφτηκε στα αραμαϊκά και όχι στα ελληνικά. Η γλώσσα αυτή ήταν η λαϊκή διάλεκτος των Εβραίων ήδη από τον 4ο πχ αιώνα, ενώ τα κλασσικά εβραϊκά χρησιμοποιούνταν από τότε μόνο για τις προσευχές και τις λειτουργίες. Εάν λοιπόν η «Αποκάλυψη» (τουλάχιστον το πρωτότυπο κείμενο χωρίς τις μεταγενέστερες προσθήκες) απευθυνόταν – σαν ένα είδος «λαϊκής προκήρυξης» - προς το εβραϊκό έθνος που στέναζε κάτω από τον ρωμαϊκό ζυγό, είναι ευνόητο ότι γράφτηκε στη γλώσσα την οποία καταλάβαινε ο λαός.
Βέβαια, θα παρουσιάσουμε με αναλυτικότερο τρόπο αυτή την υπόθεση. Ας περάσουμε όμως πρώτα στην απόδειξη της ύπαρξης αραμαϊκού πρωτοτύπου.
Στο εδάφιο 9.11 γράφει τα εξής:
«Και έχουσιν εφ’ εαυτών βασιλέα τον άγγελον της αβύσσου, όνομα αυτώ εβραϊστί Αβαδδών και εν ελληνική όνομα έχει Απολλύων...»
Ο Άγιος Ιερώνυμος που μετέφρασε την Αγία γραφή στα λατινικά (Vulgata) πρόσθεσε χωρίς δισταγμό στο τέλος της παραπάνω φράσης: «...et latine habet nomen Exterminans». Δηλαδή: «...και στα λατινικά το όνομά του είναι Εξολοθρευτής».
Με την ίδια λογική ο Π. Π. Μπουαμάρ στη γαλλική παρουσίαση της Γραφής, προσθέτει σ’ αυτό το σημείο μια παραπομπή και μας λέει: «στα γαλλικά: Καταστροφή, Ερήμωση». Εύκολα βγαίνει το συμπέρασμα. Διαδοχικά, ο κάθε μεταφραστής της «Αποκάλυψης» θεώρησε υποχρέωσή του να καθορίσει στην γλώσσα του τη σημασία του ονόματος του Άρχοντα της Αβύσσου και την πρόσθεσε στην προηγούμενη μετάφραση.
Ποιο ήταν το αραμαϊκό όνομα το οποίο ο πρώτος Εβραίος μεταφραστής την απέδωσε στην γλώσσα του: Μήπως Abaddon; Ίσως. Η ρίζα abdouth (Aleph, Beith, Dalet, Vav, Tav) (1) από την οποία προέρχεται και την συναντάμε στο Sepher Raziel (2) (Folio 5α) με την σημασία της «απώλειας» και είναι συνάμα και το όνομα του άγγελου του ανατολικού ανέμου στην τρίτη tequoufah.
Εάν λοιπόν αυτό το κείμενο ήταν απλώς μια προκήρυξη γραμμένη στη λαϊκή γλώσσα του καιρού της, με σκοπό να ενισχύσει την εβραϊκή αντίσταση εναντίον του Ρωμαίου κατακτητή, τότε ποιος ήταν ο συντάκτης της; Και σε ποιά εποχή γράφτηκε το πρωτότυπο μέρος της, εάν αφαιρέσουμε τις προσθήκες;
Για τη δεύτερη ερώτηση δίνουμε ήδη την απάντηση, ότι η «Αποκάλυψη» συντάχτηκε πριν από το 64μχ, εφόσον αυτή είναι η χρονιά της πυρπόλησης της Ρώμης και δεν μπορούμε να παρουσιάσουμε την εκ των υστέρων περιγραφή της ως προφητεία. Και θα την τοποθετήσουμε ακόμη νωρίτερα, πριν από την εποχή όπου ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ξεκίνησε το κήρυγμα της άφιξης του Χριστού στο ποτάμιο πέρασμα της Βεηθαβάρα του Ιορδάνη, κατά τον 15ο χρόνο της βασιλείας του Τιβέριου, δηλαδή το 28 μχ. Και ιδού η απόδειξη του συλλογισμού μας, μαζί με την υπογραφή του συντάκτη της προκήρυξης:

«Αποκάλυψις Ιησού Χριστού(4), ην έδωκεν αυτώ ο Θεός(5), δείξαι τοις δούλοις αυτού α δει γενέσθαι εν τάχει, και εσήμανεν αποστείλας δια του αγγέλου αυτού τω δούλω αυτού Ιωάννη ος εμαρτύρησε τον λόγον του Θεού και την μαρτυρίαν Ιησού Χριστού, όσα είδε. Μακάριος ο αναγιγνώσκων και οι ακούοντες τους λόγους της προφητείας και τηρούντες τα εν αυτή γεγραμμένα. Ο γαρ καιρός εγγύς». (Αποκάλυψη πρόλογος, 1.1 – 3)
«Εγώ Ιησούς έπεμψα τον άγγελον μου μαρτυρήσαι υμίν ταύτα επί ταις εκκλησίας. Εγώ ειμί η ρίζα και το γένος Δαυίδ, ο αστήρ ο λαμπρός ο πρωινός... και ο δίψων έρχέστω, και ο θέλων λαβέτω ύδωρ ζωής δωρεάν... Λέγει ο μαρτυρών ταύτα, ναι έρχομαι ταχύ...» (Αποκάλυψη, επίλογος 22.16 – 20).

Εάν δεχτούμε ότι η «Αποκάλυψη» γράφτηκε από τον Απόστολο Ιωάννη στην Πάτμο το 94 μχ, τότε δεχόμαστε ταυτόχρονα και την πλάνη του οράματος του, διότι ο Ιησούς δεν ήρθε «ταχύ», δεν ήρθε καθόλου!
Όσο για την αναγγελία της πυρπόλησης της Ρώμης (συμβολικά χαρακτηρισμένης με το όνομα της Βαβυλώνας) και την καταστροφή της Ιερουσαλήμ, και τα δύο, είναι γεγονότα που το 94 μχ έχουν ήδη συμβεί.
Τώρα λοιπόν μπορούμε να φτάσουμε στα συμπεράσματα.
Παραλήπτης της τρομερής αυτής «Αποκάλυψης», του μηνύματος δηλαδή του Ιησού ύστερα από μιαν ενόραση που είδε ο ίδιος, δεν είναι ο Απόστολος Ιωάννης αλλά ο Ιωάννης ο Βαπτιστής! Αυτό το μήνυμα έρχεται από την Αίγυπτο, όπου είχε καταφύγει ο Ιησούς, μετά την αποτυχία της επανάστασης η οποία έγινε κατά την εποχή της Απογραφής. Τα ρωμαϊκά αντίποινα ήσαν τρομερά, ο στρατός των Ζηλωτών σκορπισμένος, αλλά όλα αυτά δεν θα διαρκούσαν ακόμη για πολύ.
Πράγματι ο Ιησούς «έρχεται ταχύ» αλλά με την απόλυτα υλική έννοια της έκφρασης δηλαδή «επιστρέφει σύντομα». Δεν θα αργήσει να παρουσιαστεί το 28 μχ στο πέρασμα Βεηθαβάρα του Ιορδάνη για να αντικαταστήσει τον Βαπτιστή που ολοκληρώνει πλέον το έργο του.
Και ο «άγγελος» που έφερε το μήνυμα μόνον άγγελος δεν είναι. Διότι το ελληνικό κείμενο μας μιλάει για έναν άγγελο, ελληνική λέξη που σημαίνει: απεσταλμένος, αγγελιοφόρος, ταχυδρόμος, έξω από οποιονδήποτε υπερφυσικό χαρακτήρα στα ελληνικά της εποχής. Στην ίδια γλώσσα για να υποδείξουν πνευματικά όντα χρησιμοποιούσαν τις λέξεις: δαίμων, διάβολος, κακοδαίμων. Και ο λόγος είναι απλούστατος. Οι Αρχαίοι Έλληνες δεν είχαν στη μυθολογία τους το είδος αυτών των πνευμάτων που δεχθήκαμε εκ των υστέρων να τα ονομάσουμε αγγέλους!...
Όσο για τον όρο «εκκλησία», αποδίδεται θαυμάσια με την εβραϊκή λέξη “kahal” η οποία έχει ακριβώς την ίδια έννοια. Και οι δυο αυτές λέξεις σημαίνουν: συγκέντρωση σ’ έναν ορισμένο χώρο των μελών μιας κίνησης, ενός δήμου, μιας οργάνωσης. Και θα δούμε παρακάτω ότι η συγκέντρωση αυτή δεν είναι αδικαιολόγητη.
Έτσι λοιπόν η πρώτη «Αποκάλυψη» (απαλλαγμένη απότις μεταγενέστερες προσθήκες) είναι γραμμένη από τον Ιησού, όπως το λέει άλλωστε και ο ίδιος στον πρόλογο και τον επίλογο.
Την έγραψε γύρω στα 26 με 27 μχ και παραλήπτης της είναι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής. Στόχος της είναι να διεγείρει για άλλη μια φορά, με απατηλές ελπίδες, τον νόμιμο πόθο του εβραϊκού λαού για εθνική ανεξαρτησία, που στέναζε κάτω από τον ρωμαϊκό ζυγό. Γι’ αυτό δεν λείπουν οι απειλές: «Ουαί, ουαί, ουαί [τρεις φορές] τους κατοικούντας επί της γης». (Αποκάλυψη 8.13)
«Ουαί τους κατοικούντας την γην και την θάλασσαν...» (Αποκάλυψη 12.12)
Η τύχη των άλλων λαών δεν θα είναι ζηλευτή, όταν θα θριαμβεύσει αυτός ο φανατικός εξτρεμιστής, που είχε απορριφθεί άλλωστε απ’ όλο σχεδόν το Ισραήλ. «Και ο νικών και ο τηρών άχρι τέλους τα έργα μου, δώσω αυτώ εξουσίαν επί των εθνών, και πομανεί αυτούς εν ράβδω σιδηρά, ως τα σκεύη τα κεραμικά συντρίβεται, ως καγώ είληφα παρά του Πατρός μου, και δώσω αυτώ τον αστέρα τον πρωινόν» (Αποκάλυψη 2.26 – 28).
Βάζοντας στην άκρη το περίεργο αυτό δώρο καταλαβαίνει κανείς ότι οι γειτονικοι λαοί δεν ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση των Ζηλωτών για συμμαχία και κοινό αγώνα εναντίον της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Και φθάνει στο συμπέρασμα ότι εάν αντίγραφα της ορμητικής αυτής πρόσκλησης για ιερό πόλεμο (διότι γι’ αυτό πρόκειται) καλομεταφρασμένα από τα αραμαϊκά στα ελληνικά (την τ΄ρεχουσα γλώσσα συναλλαγής ανάμεσα στον Ρωμαίο κατακτητή και τον μορφωμένο ιουδαϊσμο, που είχε εξελληνιστεί ήδη από τον 2ο πχ αιώνα) παραδόθηκαν από τους αντιπάλους του Ιησού στους διάφορους στρατιωτικούς διοικητές όπως ο Πιλάτος, ο Μάρκελος κ.τλ. τότε μόνο η ανάγνωση τους και η κοινοποίηση τους στη γραμματεία του Καίσαρα, αρκούσε για να δικαιολογήσει απόλυτα τα συστηματικά μέτρα καταδίωξης που στράφηκαν εναντίον του οποιουδήποτε οπαδού του αινιγματικου αυτού «Χριστού», όχι μόνο στην Παλαιστίνη αλλά σ’ όλες τις επαρχίες της Αυτοκρατορίας.
Τούτο μας διαβεβαιώνει και ο Σουητόνιος στη «Ζωή των Δώδεκα Καισάρων» με μια φράση του, την οποία πιθανότατα την περιέκοψαν κάπως οι μοναχοί αντιγραφείς: ¨Και επειδή οι Εβραίοι, με την υποκίνηση κάποιου Χριστού, επαναστατούσαν συνεχώς, ο Αυτοκράτωρ τους έδιωξε από την Ρώμη...» (Κλαύδιος, XXV)
Το κείμενο αναφέρεται στα γεγονότα της Ρώμης του 52 μχ. Ο Ιησούς έχει ήδη σταυρωθεί στην Ιερουσαλήμ πριν από δεκαεννέα χρόνια. Όμως οι οπαδοί του τον παραουσιάζουν ως αναστημένο και ο Σουητόνιος, που καταγράφει όσα λένε στις ανακρίσεις, νομίζει ότι ο Χριστός είναι ακόμα ζωντανός και συνεχίζει να συνομωτεί εναντίον της Pax Romana. Έτσι βλέπουμε πως το 52 μχ, η μεσσιανική οργάνωση γίνεται αιτία να πέσουν οι κεραυνοί της Αυτοκρατορίας επάνω στη φιλήσυχη κατά πλειονότητα εβραϊκή παροικία της Ρώμης η οποία ήδη από την εποχή του Τιβέριου μετρούσε επάνω από πενήντα χιλιάδες ψυχές.
Επίσης εξηγείται έτσι η σιωπή, οι επιφυλάξεις και οι αντιδράσεις των Πατέρων της Εκκλησίας εναντίον του τόσο ενοχοποιητικού αυτού κειμένου. Διότι εάν η ρωμαϊκή αστυνομία και κατά συνέπεια ο αυτοκράτορας, γνώριζαν το περιεχόμενο της «Αποκάλυψης» πριν από την πυρπόληση της Ρώμης το 64 μχ (πράγμα που είναι σχεδόν σίγουρο), τότε είναι αυτονόητο ότι, μετά την πυρκαγιά, θεωρήθηκε έγκλημα σε ολόκληρη την αυτοκρατορία το γεγονός να είναι κανείς χριστιανός. Και δεν αποκλείεται καθόλου η υπόθεση, ότι οι ρωμαϊκές διώξεις εναντίον του μεσσιανισμού του Ιησού, να ξεκίνησαν από τη στιγμή της δημιουργίας του, διότι ακριβώς οι πρακτικές εφαρμογές του υλοποιούσαν κατά γράμμα αυτή την αληθινή «έκκληση για ιερό πόλεμο» εναντίον των εθνών (τα έθνη: οι πολυθεϊστές) που αποτελούσε η «Αποκάλυψη».
Και ιδού κάτι άλλο ακόμα. Μέσα στην «Επιστολή προς την εκκλησία της Περγάμου» (Αποκάλυψη 2. 12 – 13) υπάρχει ένας αφανέρωτος μάρτυρας, του οποίου κανένας ερευνητής της Γραφής δεν τολμάει να επικαλεσθεί τη μνήμη. Διότι και η απλή του υπόμνηση αρκεί για να προκαλέσει την έκρηξη της Αλήθειας! Ιδού τι λέει το εντυπωσιακό αυτό απόσπασμα:
«Και τω αγγέλω της εν Περγάμω εκκλησίας γράψον. Τάδε λέγει ο έχων την ρομφαίαν την δίστομον, την οξείαν. Οίδα τα έργα σου και που κατοικείς. Όπου ο θρόνος του Σατανά. Και κρατείς το όνομά μου και ουκ ηρνήσω την πίστιν μου και εν ταις ημέρες εν αις Αντίπας ο μάρτυς μου ο πιστός, ος απεκτάνθη παρ’ υμίν όπου ο Σατανάς κατοικεί» (Αποκάλυψη 2,12 – 13).
Θα παρατηρήσουμε πρώτα απ’ όλα ότι οι «άγγελοι» που ο Ιωάννης παίρνει τη διαταγή να τους γράψει, δεν μπορεί να είναι άγγελοι με τη χριστιανική έννοια του όρου, αλλά «άγγελοι» με την αρχαία ελληνική σημασία της λέξης δηλαδή αγγελειοφόροι και κατά συγκυρία παραλήπτες των επιστολών απόλυτα ανθρώπινοι. Πρόκειται απλούστατα για τους γραφείς της κάθε εβραϊκής kahal που στην ελληνική μετάφραση του κειμένου έγιναν «εκκλησίες». Διαφορετικά δεν βλέπουμε πως θα τα κατάφερνε ο Ιωάννης να μεταβιβάσει το μήνυμα του Ιησού στον προστάτη άγγελο της κάθε Εκκλησίας, εάν αυτός ο «άγγελος» ήταν στην πραγματικότητα ένα γνήσιο πνεύμα!
Και τίθεται τώρα το ερώτημα: Ποιός είναι αυτός ο «μάρτυς» του Ιησού, που λέγεται Αντίπας και που θανατώθηκε στην Πέργαμο για την πίστη του Χριστού πριν ο τελευταίους γράψει την «Αποκάλυψη» και την στείλει στον Ιωάννη;
Ούτε οι «Πράξεις των Αποστόλων», ούτε οι «Πράξεις» του Κάρπου, ούτε η «Εκκλησιαστική Ιστορία» του Ευσέβιου της Καισάρειας, μας διαφωτίζουν επάνω στο θέμα. Ο Ευσέβιος μας λέει τα εξής στο τέταρτο βιβλίο του: «Εχουμε ακόμα τις Πράξεις και άλλων μαρτύρων που εμαρτύρησαν στην Πέργαμο, πόλη της Ασίας. Ο Κάρπος, ο Παπύλας, και μια γυναίκα, η Αγαθονίκη, που όλοι τους βρήκαν έναν ένδοξο θάνατο μετά από πολυάριθμα και αξιόλογα μαρτύρια» (Ευσέβιος της Καισάρειας: «εκκλησιαστική Ιστορία» IV, 25, 48).
Οι καθολικοί ερευνητές τοποθετούν αυτές τις εκτελέσεις είτε στον καιρό της βασιλείας του Δέκιου (240 – 251 μχ). Φεύγουμε λοιπόν μακριά από την εποχή της «Αποκάλυψης» ακόμα και από την επίσημη χρονολογική της τοποθέτηση (δηλαδή το 94 μχ). Άρα ο Αντίπας πέθανε πριν από το 94 μχ και κατά τη δική μας υπόδειξη πριν από το 28 μχ. Όμως ο οποιοσδήποτε καθολικός, διαμαρτυρόμενος ή ορθόδοξος ερευνητής παραδέχεται ότι ο πρώτος μάρτυρας είναι ο διάκονος Στέφανος που λιθοβολήθηκε στην Ιερουσαλήμ το 36 μχ, τη χρονιά όπου ο Μάρκελλος διαδέχτηκε τον Πιλάτο στο αξίωμα του στρατιωτικού διοικητή.
Έτσι ο μάρτυρας Αντίπας ο οποίος θανατώθηκε στην Πέργαμο για την πίστη του στον Ιησού, και κανένας ερευνητής δεν μας μιλάει γι’ αυτόν (συνηθίζουν να προσπερνούν την παράγραφο αυτή χωρίς να αναφέρουν το παραμικρό, χωρίς να προσθέτουν μια επεξηγηματική υποσημείωση) είναι για την επίσημη ιστορία του χριστιανισμού το ίδιο αποστομωτικός και το ίδιο επικίνδυνος όσο και ο Ιούδας ο Γαλιλαίος και η πόλη Γάμαλα...

___________  
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗ
  1. Ίσως το περιεχόμενο αυτής της παρένθεσης να θεωρηθεί άχρηστο και ακατανόητο από τον μέσο αναγνώστη, όμως ο μεταφταστής από συνέπεια στην αρχή της απομυθοποίησης των εννοιών, τον πληροφορεί – πράγμα που είναι άλλωστε γνωστό στον οποιοδήποτε γνωρίζει εβραϊκά – ότι όταν σ’ αυτή τη γλώσσα αναφερόμαστε σε λέξεις – και κατά συνέπεια και στα αραμαϊκά αφού γράφονται με το ίδιο αλφάβητο – είμαστε υποχρεωμένοι να τις αναλύσουμε γράμμα προς γράμμα για να οδηγηθούμε στην ρίζα (shoresh) που θα μας υποδείξει τη σημασία τους.
  2. Sepher Raziel: το βιβλίο (sepher) του Ραζιήλ (ο έμπειστος του Θεού).
  3. Ο ανατολικός αυτός άνεμος είναι μια κλιματολογική πραγματικότητα της Παλαιστίνης. Φυσάει από τα ανατολικά της χώρας καυτός και αποπνικτικός και αν διαρκέσει αρκετό χρονικό διάστημα καταστρέφει τις φυτείες και τα ζωντανά. Εκδηλώνεται βασικά στην εποχή (tequoufah) του καλοκαιριού, που είναι και η Τρίτη του εβραϊκού ημερολογίου.
  4. «Χριστός» στα ελληνικά της εποχής σημαίνει: «Αυτός που έχει λάβει το – βασιλικό ή προφητικό – χρίσμα. Στα εβραϊκά: Messiah.
  5. Αυτές οι τέσσερις λέξεις αποδεικνύουν ότι ο Ιησούς, αυτή την εποχή δεν θεωρούμε ακόμα τον εαυτό του Θεό.



ROBERT AMBELAIN
Το πραγματικό ιστορικό πρόσωπο
Ι Η Σ Ο Υ Σ ή ΤΟ ΘΑΝΑΣΙΜΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΩΝ ΝΑΪΤΩΝ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ (αναθεωρημένη και συμπληρωμένη) ΜΑΡΙΟΣ ΒΕΡΕΤΤΑΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΑΡΙΟΣ ΒΕΡΕΤΤΑΣ

Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2010

Ο ΙΓΚΙΤΟΥΡ ή Η ΤΡΕΛΑ ΤΟΥ ΕΛΒΕΝΟΝ (απόσπασμα) ΤΟ ΜΕΣΟΝΥΧΤΙ – ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΜΑΛΛΑΡΜΕ


Βέβαια υφίσταμαι μια παρουσία του Μεσονυχτιού. Η ώρα δε χάθηκε σε καθρέφτη, δε χώθηκε σε παραπετάσματα, αναπλάθοντας με την αδειανή της ηχηρότητα κάποια επίπλωση. Θυμούμαι το χρυσάφι της που πήγαινε να μοιάξει κάοσμημα τίποτα ονείρου, πλούσια κι ανωφέλευτη επιβίωση, μόνο που στο θαλασσινό κι αστρικό σύμπλοκο κάποιας χρυσοχοϊκής διαβάζονταν το άπειρο τυχαίο των συζεύξεων.
Αποκαλύπτοντας τα μεσάνυχτα, ποτέ τότε παρόμοιο δε φανέρωσε συνταίριαγμα, γιατί να την η μοναδική που δημιούργησε ώρα. Όπου και θάλασσα και αστερισμοί ξεχωρίζουν απ' τ' Άπειρο, παραμένοντας, στην εξωτερικότητα, αμοιβαία μηδέν, για να εναποθεουν την ουσία, στην ώρα την ενιαία, να κάμει το απόλυτο παρόν των πραγμάτων.
Και η παρουσία του Μεσονυχτιού παραμένει στ' όραμα μιας κάμαρης του χρόνου όπου η μυστηριώδης επίπλωση καθηλώνει αόριστη μια δόνηση σκέψης, θραύσμα φωτεινό της επιστροφής και του αρχικού των κυμάτων της απλώματος, ενώ ακινητοποιείται (σε όριο κινητό) η προηγούμενη απ' την πτώση της ώρας θέση σε γαλήνη ναρκωτική του εγώ καθαρού μακρόχρονα ονειρεμένου. Που ο χρόνος του όμως αποσυνετέθηκε σε παραπετάσματα όπου απάνω στάθμευσε, συμπληρώνοντας τα με την αίγλη της, μποδισμένη η δόνηση, μέσα σε λήθη, σαν κόμη που λιποθυμεί, τριγύρω στο φωτισμένο πρόσωπο του μυστηρίου, με μάτια τίποτα όμοια ο καθρέφτης, του φιλοξενούμενου, του στερημένου κάθε σημασία όσο και παρουσία.
Είναι τ' όνειρο το καθαρό ενός Μεσονυχτιού, εξαφανισμένο στον εαυτό του, που τη Λάμψη του την αναγνώρισαν, μονάχο που στους κόλπους παραμένει της βυθισμένης συμπλήρωσης του στη σκιά, και τη στειρότητά του συνοψίζει στην ωχρότητα ενός βιβλίου ανοιχτού που επιδεικνύεται στο τραπέζι. Σελίς και διάκοσμος της Νύχτας συνηθισμένα, μόνο που ακόμα υφίσταται η σιωπή ενός λόγου που πρόφερε αρχαίου, όπου, επιστρέφοντας, τούτο το Μεσονύχτι αναπλάθει τη σκιά του τελειωμένη και εκμηδενισμένη με τα λόγια αυτά: Υπήρξα η ώρα που οφείλει να με κάμει καθαρό.
Νεικρή από καιρό, τέτοια καθρεφτίζεται μια αρχαία ιδέα στη λάμψη της χίμαιρας που μέσα της το όνειρό της εξέπνευσε, και αναγνωρίζει στην απρομνημόνευτη τον εαυτό της κενή χειρονομία που την ίδια προσκαλεί, για να περατώσει του πολικού ονείρου αυτού τον ανταγωνισμό, να πάει, και με τη λάμψη μαζί τη χιμαιρική και το κείμενο ξανά κλειστό, στο χάος της αμβλωμένης σκιάς και του λόγου που συγχωρεί τα Μεσάνυχτα.
Ανώφελο, της επίπλωσης που συμπληρωμένη θα σωριαστεί σ' ερέβη όπως τα παραπετάσματα, που βάρυναν κιόλας στο σταθερό όλων των ημερών σχήμα, ενώ, αυτενέργητη αναλαμπή, από την ίδια της γεννημένη την προβολή στης σκοτίδας το καθρέφτισμα, σπινθηρίζει η καθάρια του διαμαντιού φωτια στο ρολόγι, μοναδική επιβίωση και κόσμημα της αιώνιας Νύχτας, διατυπώνεται η ώρα σ' αυτήν την ηχώ, στο κατώφλι θυρόφυλλων που με την πράξη του της Νύχτας άνοιξαν: “Χαίρε, που υπήρξα, νύχτα, ο ίδιος σου τάφος, που, η επιζώσα όμως σκιά, θα μεταμορφωθεί σε αιωνιότητα”.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης

Όταν οι άγγελοι περπατούν
Ανθολογία πεζού ποιήματος
Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ

Δευτέρα 20 Σεπτεμβρίου 2010

Σοβαρά, γιατρέ εμένα λυπάσαι; - ΧΡΟΝΗΣ ΜΙΣΣΙΟΣ


Την ώρα που έφευγα και με χαιρέταγε, τα μάτια του στάζανε λύπη. Μου λέει, που θα πας τώρα, ρε Φάνη - εγώ μια ζωή το ίδιο ψευδώνυμο στις παρανομίες. Όπως στεκόμασταν όρθιοι, του λεω, σοβαρά μιλάς, γιατρέ, εμένα λυπάσαι; Ξαφνιάστηκε, μα, μου λέει, φεύγεις έτσι μέσα στη νύχτα, σε κηνυγάνε θεοί και δαίμονες, σκοτώνουν, βασανίζουν, δεν έχεις σπίτι, οικογένεια, δεν έχεις όνομα... Τον κοίταξα. Έπρεπε να τον πληγώσω, δεν είχα άλλο δρόμο. Ήμουνα στριμωγμένος, αν αφηνόμουνα στην παραδοχή της λύπης, ήμουνα χαμένος, γιατί τα αντικειμενικά στοιχεία, όπως τα περιέγραφε ο γιατρός, ήτανε σωστά. Όμως είχα ανάγκη να υπερασπιστώ τη ζωή μου, την ουσία της, απέναντι και στον ίδιο τον εαυτό μου. Σοβαρά, του λέω, γιατρέ εμένα λυπάσαι; Τα έχασε ελαφρώς. Ήταν πολύ καλός και γλυκός άνθρωπος, αλλά και παλικάρι, για να δεχτεί να κρύψει έναν παράνομο σε μια στιγμή που ούτε η μάνα σου, που λέει ο λόγος, δε σ΄ έβαζε μέσα. Όπου το ραδιόφωνο ούρλιαζε ημερήσιες διαταγές, "Πας όστις φιλοξενεί άτομον μη δηλωμένον εις τας Αστυνομικάς Αρχάς, θα παραπέμπεται εις το έκτακτον στροτοδικείον..." Κοίτα να δεις, του λέω, εγώ κρατάω τη ζωή μου και τη μοίρα μου στα χέρια μου, οι επιλογές είναι δικές μου, όποτε θέλω, περνάω στη δική σου θέση. Αν τώρα κάνω ένα τηλεφώνημα στην ασφάλεια και τους πω ότι παύω να ασχολούμαι με την πολιτική, χωρίς να αποκηρύξω τίποτα και κανέναν, αύριο θα περπατώ και εγώ "ελεύθερα" και "ακίνδυνα" όπως εσύ... Εσύ μπορείς να περάσεις στη δική μου θέση; Να τα παρατήσεις όλα, λεφτά, καριέρα, οικογένεια, σπίτια, να δεθείς μ΄ ένα όνειρο και να το κυνηγήσεις, ν΄ αγαπήσεις με πάθος τους ανθρώπους και την ελευθερία τους, να μπεις στην καρδιά της εποχής σου, και από απλός θεατής να γίνεις δημιουργός της ιστορίας; Και, να σου πω και κάτι ακόμα: είμαστε συνομήλικοι. Αν δεχτούμε ότι αυτό που λέμε ζωή δεν είναι να υπάρχεις σαν δέντρο, δηλαδή να υπάρχεις μονάχα βιολογικά - δεν ξέρω αν χρησιμοποιώ και σωστά τους όρους, αλλά καταλαβαίνεις τι θέλω να πω - δηλαδή αν τη ζωή μπορούμε να τη μετράμε απλώς με την παραγωγή κάποιων αγαθών και κάποιων υπηρεσιών και με το να καταναλώνουμε κάποια αγαθά και κάποιες υπηρεσίες, τότε πιστεύω πως η ζωή δε θα ΄ταν τίποτα άλλο, παρά μια απέραντη πλήξη. Νομίζω πως αυτό που ονομάζουμε ζωή μετριέται μονάχα με τα συναισθήματα που νιώθουμε σαν άνθρωποι, τις συγκινήσεις, τις πίκρες, τις χαρές, τις μικρές ευτυχίες, τις μικρές δυστυχίες, την επιβεβαίωση, τελικά, της ανθρώπινης ουσίας μας. Πόσες φορές στη ζωή σου ένιωσες έντονα συναισθήματα και συγκινήσεις, γιατρέ; Όταν πήρες το πτυχίο σου, όταν ερωτεύτηκες τη γυναίκα σου, όταν έκανες καριέρα, όταν γεννήθηκε η κορούλα σου... Γύρω από αυτά κλείνει ο κύκλος. Εγώ ,τα ίδια χρόνια, έζησα τόσα συμπυκνωμένα συναισθήματα, τόσο έντονα, που εσύ ούτε σε εκατό χρόνια της δικής σου ζωής δεν μπορείς να τα ζήσεις. Πόσες φορές έπαιξα με το θάνατο, όχι για παιχνίδι, γιατί τότε θα μπορούσα απλώς να κάνω ένα επικίνδυνο νούμερο στο τσίρκο, αλλά συνεπαρμένος από τους μύθους μου, από τα οράματά μου, από την αγάπη μου για τη ζωή, για τον άνθρωπο και τη λευτεριά του. Πόσες φορές τόλμησα, μετρήθηκα με φοβερούς μηχανισμούς, άλλοτε νικώντας, άλλοτε χάνοντας, αλλά πάντοτε νιώθοντας άνθρωπος και ποτέ αντικείμενο κάποιας μοίρας. Ακόμα, γιατρέ μου, σε σχέση με σένα είμαι πολύ νέος, και να σου πω γιατί; Πράγματα που για σένα θεωρούνται δεδομένα και τα περνάς αδιάφορα, για μένα είναι μικρές και μεγάλες ευτυχίες. Τα θαύματα του κόσμου, που λένε, η όρασή μου με εφήβεια έκπληξη τα ζει και με γεμίζει συναισθήματα. Είμαι βέβαιος πως ένας περίπατος τη νύχτα στους έρημους δρόμους της πόλης, είναι για σένα κάτι πολύ συνηθισμένο, αν όχι βαρετό. Ένας περίπατος στος δάσος, ο θόρυβος της θάλασσας, ένα όμορφο δέντρο, ένα λουλούδι, το κρασί, ο έρωτας... Η επαφή σου με τα πράγματα είναι τυπική, δεν τα πλουτίζεις, δε σε πλουτίζουν, τα ξεπερνάς, δεν τα ζεις. Για μένα, κάθε πρωινό είναι μια έκπληξη, κάθε δειλινό μια νοσταλγία, κάθε νύχτα ένα μεγάλο μυστήριο, ένα ποτήρι κρασί, ένα φιλί. Αλήθεια, ποιες είναι οι επιθυμίες σου, γιατρέ; Είσαι "πετυχημένος", ο,τι επιθυμείς το έχεις, είσαι κορεσμένος άρα γέρος, γιατί ταυτόχρονα δεν μπορείς να τα ξεφορτωθείς όλ΄ αυτά. Είσαι ταξινομημένος, δεν μπορείς να πετάξεις, να μπεις στον δρόμο των συναισθημάτων, της φαντασίας , του ονείρου, της επιθυμίας, μιας νέας επαφής σου με τα πράγματα και τους ανθρώπους. Κοίτα, ψάξε λίγο, ο δρόμος σου είναι ο δρόμος που μετατρέπει τον άνθρωπο σε αντικείμαενο με βιολογικές ανάγκες... Μη με λυπάσαι, σε παρακαλώ, εγώ θα είμαι πάντα με τις μειοψηφίες, έκθετος πάντα, ποτέ ένθετος. Δε θύμωσε, δεν μου είπε ότι λέω μαλακίες. Μ΄ αγκάλιασε, μου είπε πως είμαστε περίεργοι άνθρωποι αλλά ωραίοι. Με φιλήσε, μου έβαλε και δέκα χιλιάρικα στην τσέπη -μεγάλο ποσό για εκείνη την εποχή- και έφυγα. Το ξέρω πως είπα μεγάλα λόγια γιατί, παρ΄ όλα αυτά, είμαι ένθετος, τοποθετημένος και ταξινομημένος σε άλλους μηχανισμούς, σε μιαν άλλη λογική, σε μιαν άλλη τάξη πραγμάτων.


ΧΡΟΝΗΣ ΜΙΣΣΙΟΣ
...καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΡΑΜΜΑΤΑ











ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΑΓΓΕΛΩΝ ΕΝΤΟΣ ΑΤΜΟΜΗΧΑΝΗΣ - ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ
Santana ft. Steven Tyler - Just Feel Better
Ανέβηκε απÏ� William974. - Δείτε τα πιο πρÏ�σφατα επιλεγμένα μουσικά videos.

Όταν με την βαρύτητα του ανέμου που συναρπάζει τα φρόκαλα μέσ’ απ’ τα πόδια των μανάδων εσάλπησε το πεφταστέρι τις τελευταίες εντολές των θεανθρώπων σηκώθηκε υπερήφανος ο φθόγγος και μ’ ευκαμψία τελείου μηχανικού λεπτολογήματος παρέσυρε την ευτυχία προς τα πελάγη μιας παμμεγίστης παλιρροίας. Τότε συνέβη να φτερνισθούν οι φυσητήρες και όλα τα κήτη ανέστρεψαν την κοιλιά τους και κατεποντίσθησαν αύτανδρα τα περασμένα κουφάρια υπέρ της αναγεννήσεως της ευτυχίας υπέρ της εκπληρώσεως των εσχατιών υπέρ της ειρήνης υπέρ της αμαυρώσεως υπέρ της εκλάμψεως της αληθείας υπέρ της κατισχύσεως των ρόδων και της μαγικής αράχνης εν έτει χαράς για τον αιώνα των μεγάλων ολισθημάτων των κυμάτων επάνω στα στεκούμενα καράβια.


ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ
ΥΨΙΚΑΜΙΝΟΣ
ΕΚΔΙΣΕΙΣ ΑΓΡΑ

Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2010

Η Μάσκα - ΠΑΥΛΟΣ ΣΠ. ΚΥΡΑΓΓΕΛΟΣ



ΑΝΤΙΓΡΑΦΗ ΑΠΟ ΤΟ  ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ BLOG ΤΗΣ ΦΩΤΕΙΝΗΣ 
ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΑΝΥΠΕΡΒΛΗΤΟΥ ΚΥΡΑΓΓΕΛΟΥ.


Σήμερα βγαίνω στο προσκήνιο 
φορώντας μια καινούργια μάσκα.
"Ολα τα λόγια
— του ρόλου μου τα λόγια όλα —
είναι γραμμένα πάνω της.
Μορφάζει με χαρακτηριστικά,
πού μου 'ναι άγνωστα,
συνδιαλέγεται σε μία γλώσσα,
π' αγνοώ.
Σήμερα βγαίνω, στο προσκήνιο
φορώντας μια καινούργια μάσκα.
Αυτή η δήλωση δεν είναι ικανή
σε υποψία να σας βάλη,
πώς είν' η πρώτη μου μάσκα.
Ιδίως το επίθετο «καινούργια» είν' καθησυχαστικό.
Καί όμως. .. είν' ή πρώτη.
Άλλα δε βρίσκεται εδώ το ενδιαφέρον της.
Προσεκτικοί μου θεατές,
σε κάποιο θέατρο, πού παίξει βάθος,
παρατηρείστε τη
μορφάζει μ' ένα τρόπο,
που δέ μουν' οικείος,
είναι αυτόβουλη.
Προσεκτικοί ακροατές,
σε κάποιο θέατρο, πού ανεβάζει βάθος,
δεν ειν' ανάγκη ν' απαγγείλω.
Ολα τα λόγια μου
— του ρόλου μου τα λόγια όλα ·—
είναι γραμμένα πάνω της.
Είμαι απλός φορέας της
—- ο ηθοποιός, πού προτιμάτε — 


ΠΑΥΛΟΣ ΣΠ. ΚΥΡΑΓΓΕΛΟΣ[από το βιβλίο Εποχές]