Ο
Ηράκλειτος και ο Αναξιμένης ήταν οι
πρώτοι που εισήγαγαν την έννοια της
Ψυχής στη φιλοσοφία του δυτικού κόσμου.
«Εδιζησάμην εμαυτόν» ήταν ο τρόπος με
τον οποίο περιέγραφε ο ίδιος ο Ηράκλειτος
τη μέθοδό του. Η διατύπωση της σχέσης
ανάμεσα στην Ψυχή και το σύμπαν από τον
Ηράκλειτο είναι τόσο πλήρης και πρωτότυπη,
που φαίνεται μάλλον απίθανο ν' ακολουθούσε
τις απόψεις του Αναξιμένη ή του Πυθαγόρα.
Ενώ όμως οι Μιλήσιοι «επιστήμονες»
είχαν αρκεστεί σε μια εξέταση του φυσικού
κόσμου, ο Ηράκλειτος αντικατέστησε τη
θεϊκή πρωταρχική τους ουσία μ' έναν
οικουμενικό Λόγο. Ήταν ο πρώτος που
εισήγαγε αυτή τη λέξη κλειδί στην
φιλοσοφία αποδίδοντάς της πολύ βαθύτερη
σπουδαιότητα και νόημα.
Ένα
από τα αφετηριακά σημεία στην ερμηνεία
του οικουμενικού Λόγου ήταν για τον
Ηράκλειτο η άποψη του Αναξίμανδρου για
το σύμπαν ως μια θεμελιακή σύγκρουση
αντιθέτων. Εκεί όμως τελειώνει κάθε
ομοιότητα. Σ' αυτά λοιπόν ακριβώς τα
αντιμαχόμενα αντίθετα βρήκε ο Ηράκλειτος
το κλειδί για την οικουμενική ενότητα
του Λόγου: «Άλλοι άνθρωποι δεν κατανοούν
πως τα αντίμαχα μονοιάζουν. Υπάρχει μια
παλίντροπος αρμονία ή ένωση από την
ανάποδη όπως στο τόξο και τη λύρα». Ο
Λόγος εκτείνεται σε ολόκληρη τη Δημιουργία
αλλά δεν θα μπορούσε να υπάρξει χωρίς
αυτή την κοσμική ένταση. Στο φυσικό
κόσμο, η αλλαγή είναι ο νόμος κάθε
ύπαρξης: «δεν μπορείς να μπεις δυο φορές
στο ίδιο ποτάμι». Αυτή η διαρκώς
μεταβαλλόμενη κατάσταση σε συνδυασμό
με τη διαρκή σύγκρουση, είναι ο νόμος
κάθε ύπαρξης και ο Λόγος πρέπει ν'
αναζητηθεί σ' αυτήν ακριβώς την κατάσταση.
Τούτο έρχεται σε σαφή αντίθεση με την
Πυθαγόρεια άποψη για το αιώνιο και
αναλλοίωτο, διότι τα δύο μέλη κάθε
ζεύγους των αντιθέτων όπως ζεστό-κρύο,
φωτεινό-σκοτεινό, αρσενικό-θηλυκό ήταν
για τον Ηράκλειτο εξίσου φυσικά και
απαραίτητα, ενώ για τους Πυθαγόρειους
μόνο το ένα μέλος κάθε ζεύγους ήταν
φιλοσοφικά «ζωντανό» η δημιουργικό.
Η
Ψυχή μπορεί να κατανοήσει τη Δημιουργία
μόνο στο βαθμό που διακρίνει ότι πίσω
από αυτά τα αντίθετα υπάρχει ο πανταχού
ενυπάρχων Λόγος, ο οποίος ρυθμίζει όλη
τη Δημιουργία, αλλά είναι κρυμμένος και
μη ορατός από τον κοινό άνθρωπο, καθώς
αυτός δεν μπορεί να κατανοήσει τη σχέση
ανάμεσα στο Λόγο και την ίδια την Ψυχή
του, που είναι ουσιαστικά μια σχέση με
την ενότητα. Ο οικουμενικός Λόγος
κυριαρχεί πάνω στα αντιμαχόμενα αντίθετα
και τα κρατά σε ισορροπία: «Αυτός ο
κόσμος είναι ίδιος για όλα τα πλάσματα.
Ούτε Θεοί ούτε άνθρωποι τον έχουν
δημιουργήσει. Υπήρχε ανέκαθεν, υπάρχει
και θα υπάρχει πάντα ως ζωντανή φωτιά
που ανάβει κατά μέτρα και σβήνει κατά
μέτρα». Ο Ηράκλειτος έκανε ένα επόμενο
βήμα εξισώνοντας την οικουμενική
ρυθμιστική αρχή με ένα αείζωο πυρ, το
οποίο είναι κοινό στοιχείο σε ολόκληρη
τη Δημιουργία: «Όλα τα πράγματα
ανταλλάσσονται με φωτιά και η φωτιά με
όλα, όπως ακριβώς τα εμπορεύματα
ανταλλάσσονται με χρυσό και ο χρυσός
με εμπορεύματα». Έτσι τώρα ο Λόγος, ως
έννοια, αγκαλιάζει όχι μόν την αιτία ή
αρχή, αλλά επίσης την αναλογία καθώς
και το μέτρο. Σε μια ιδιαίτερα απόκρυφη
ρήση, ο Λόγος περιγράφεται ως «κεραυνός»
και «ο κεραυνός κυβερνά τα πάντα».
Κεραυνός ήταν ο Εαυτός στη βεδική
παράδοση. Ο Λόγος κυβερνά το σύμπαν με
την ικανότητά του να δίνει αναλογία και
μέτρο στην ακατάπαυστη ροή των
αντιτιθέμενων δυνάμεων στη φύση. Αποτελεί
το μέσο ανταλλαγής όλων των πραγμάτων
από το ένα στο άλλο και αυτή η κυκλική,
συνεχώς επαναλαμβανόμενη διαδικασία
είναι «ο δρόμος προς τα πάνω και ο δρόμος
προς τα κάτω».
Η
σχέση ανάμεσα στην ψυχή και τον οικουμενικό
Λόγο και το Πυρ είναι άμεση, διότη η Ψυχή
αποτελείται από το αείζωο πυρ. Συνεπώς,
«η ξηρή Ψυχή είναι η σοφότερη και η
καλύτερη». Η υγρή Ψυχή μοιάζει με άνθρωπο
μεθυσμένο και «για την Ψυχή το να γίνει
νερό σημαίνει θάνατο, για το νερό σημαίνει
θάνατο το να γίνει γη. Από τη γη γεννιέται
το νερό και από το νερό η Ψυχή». Το
ξύπνημα, ο ύπνος και ο θάνατος σχετίζονται
με το βαθμό της πύρωσης της Ψυχής. Στον
ύπνο η Ψυχή αποκόβεται μερικώς από τον
κόσμο-πυρ, και κατά συνέπεια η δραστηριότητα
της ελαττώνεται. Το σημαντικό σημείο
είναι ότι οι ενάρετες Ψυχές, οι οποίες
συγγενεύουν περισσότερο με τη φωτιά
παρά με το νερό, δεν γίνονται νερό όταν
το σώμα πεθαίνει, αλλά επιζούν για να
ενωθούν τελικά με το κοσμικό πυρ. Γι'
αυτό ο Ηράκλειτος δηλώνει ότι «οι Ψυχές
που φονεύονται σε πόλεμο είναι καθαρότερες
από εκείνες (που χάνονται) σε αρρώστιες»,
διότι στον πόλεμο το πνεύμα διεγείρεται
σε πύρινη κατάσταση. Αυτή είναι και η
πρώτη ένδειξη στην ελληνική φιλοσοφία
ότι η Ψυχή έχει ως απώτατο σκοπό την
επανένωση με εκείνο που είναι αιώνιο.
Μέσα σ' αυτή τη διαδικασία, ο Ηράκλειτος
καθόρισε την Αυτογνωσία και τη μετριοπάθεια
ως θεμελιακές δραστηριότητες – θέμα
το οποίο επρόκειτο ν' αναπτυχθεί
πληρέστερα τον πέμπτο αιώνα.
Ο
Ηράκλειτος παρουσίασε επίσης μια
κοσμολογία σύμφωνα με την οποία τα
ουράνια σώματα είναι πύρινα κύπελλα
που τρέφονται από αναθυμιάσεις από τη
θάλασσα, και η ζωή του κόσμου ρυθμίζεται
επίσης από το Λόγο. Αυτή η κοσμολογία
δεν αποτελεί ουσιαστικό μέρος της
Ηρακλείτειας φιλοσοφίας, η οποία
αποσκοπεί μάλλον στον να εγκαταστήσει
την Ψυχή μέσα στα πλαίσια του φυσικού
σύμπαντος και να εξάγει γνώση περί της
ορθής συμπεριφοράς στη ζωή από αυτή τη
σχέση. Οι κοσμολογικές αυτές απόψεις
είναι στοιχειώδεις και δεν μπορούν να
θεωρηθούν πρωτότυπες, όπως για παράδειγμα
η διατύπωση του για την αντιπαράθεση
των αντιθέτων και το νόμο του γίγνεσθαι
που τα κυβερνά.
Ο
Ηράκλειτος υποστήριζε ότι «η αληθινή
διάταξη των πραγμάτων είναι συνήθως
κρυμμένη» και ότι «αληθινή κρίση δεν
μπορεί να έχει η ανθρώπινη φύση παρά
μόνο η θεϊκή». Ο Ηράκλειτος απέρριπτε
τα πολυμαθή συστήματα που χρησιμοποιούν
εκτεταμένο πεζό λόγο και ανέπτυξε ένα
δικό του σύστημα από σύντομους, λακωνικούς,
απόκρυφους αφορισμούς που περιλαμβάνουν
ετυμολογίες, λογοπαίγνια, αντιθέσεις
και σύνθετες λέξεις. Οι αφορισμοί του,
όμοια με τα βεδικά σούτρας, ήταν έτσι
σχεδιασμένοι ώστε ν' αντανακλούν την
κρυμμένη πραγματικότητα των θεμάτων
που διαπραγματεύονταν. Υποτίθεται ότι
δεν διαβάζονταν ως πεζός λόγος αλλά
ήταν αντικείμενα στοχασμού έτσι ώστε
σταδιακά ν' αποκαλύπτουν το κρυμμένο
νόημά τους. Οι αφορισμοί του ήταν
διατυπώσεις κατάλληλες να παρουσιάζουν
την πραγματικότητα της κατανοητής αρχής
του σύμπαντος όχι μόνο μ' έναν τρόπο
εξωτερικό όπως οι Μιλήσιοι, αλλά κατ'
ουσίαν, στο βάθος, το οποίο η φιλοσοφική
Ψυχή ανακαλύπτει εντός της και δεν
μπορεί εύκολα να βυθομετρήσει, διότι
Εκείνη η Ίδια το βαθαίνει ακόμα
περισσότερο. Έτσι ο Ηράκλειτος καταλήγει
ότι τα πέρατα της Ψυχής κανείς δεν μπορεί
να τα βρει όποιον δρόμο κι αν ακολουθήσει,
«ούτο βαθύν έχει τον λόγον». Ο Ηράκλειτος
καταδύθηκε σε αυτά τα βάθη πολύ περισσότερο
από οποιονδήποτε από τους προκατόχους
του, θέτοντας με αυτό τον τρόπο τα θεμέλια
για την πληρέστερη ανάλυση της Ψυχής
που έγινε από τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα.
STEPHEN
R. HILL
CONCORDIA
ΟΙ
ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ
ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ
ΜΕΛΕΤΗ ΙΝΔΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
ΕΛΕΝΗ ΤΣΕΛΕΠΟΓΛΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΕΚΑΤΗ 1996
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου