Το
βάπτισμα και το χρίσμα, μπορούν να
ταξινομηθούν μαζί σε αυτό το πλαίσιο(1),
για τον λόγο και μόνο ότι είναι εκείνα
που παρουσιάζουν σαφέστερα τον χαρακτήρα
μυητικών τελετών. Στο βάπτισμα υπάρχουν
δύο όψεις που πρέπει να σημειωθούν, από
τις οποίες η μεν πρώτη είναι ουσιαστική,
η δε άλλη δευτερεύουσα. Ο ουσιαστικός
σκοπός της βάπτισης είναι να δώσει ξανά
στον «πεπτωκότα» άνθρωπο τη δυνατότητα
του «αληθινού ανθρώπου», ή του Αδάμ στην
Εδέμ. Σε αυτόν τον τελικό σκοπό μετά
βίας μπορεί να καταλογισθεί ένα καθαρά
«εξωτερικό» ενδιαφέρον, παρότι στην
πράξη αντιμετωπίζεται κατ' αυτόν τον
τρόπο, χωρίς να λαμβάνεται πραγματικά
υπ' όψη η πληθώρα των ατομικών δυνατοτήτων
όπως αντιπροσωπεύονται από την κατάσταση
της Αδαμικής αθωότητας, η οποία, επιπλέον,
αντιστοιχεί στην ανθρώπινη φύση του
Χριστού, του δεύτερου Αδάμ. Ο ρόλος της
δευτερεύουσας όψης του βαπτίσματος, η
οποία θα μπορούσε επίσης να αποκληθεί
«συλλογική» όψη, είναι να κάνει τον
άνθρωπο μέλος της Χριστιανικής κοινότητας,
στόχος σαφώς εξωτερικός όταν ιδωθεί
ξέχωρα από την υψηλότερη δυνατότητα
που περικλείει.
Από
την άλλη πλευρά, το χρίσμα, η χάρη της
Πεντηκοστής, παρότι περιλαμβάνει τη
γενική επιδίωξη της ενίσχυσης του
ανθρώπου σε όλες τις λειτουργίες που
αρμόζουν στη Χριστιανική ζωή (εκτός από
ζητήματα ειδικού προορισμού), στρέφεται
κατά κύριο λόγο περισσότερο προς την
κατεύθυνση υπερατομικών στόχων. Η δωρεά
του Αγίου Πνεύματος δεν θα μπορούσε
ουσιαστικά να στοχεύει μόνο σε μια
ατομική συνειδητοποίηση, παρ' όλο που
στις περισσότερες περιπτώσεις
αντιμετωπίζεται επιπόλαια, σαν μέσον
αύξησης της ευλάβειας και τίποτ' άλλο.
Αν μπορεί να ειπωθεί πως το χρίσμα
«ενισχύει» τη χάρη που ήδη δόθηκε στο
βάπτισμα, ακόμα πιο αληθινό είναι να
ειπωθεί πως υπερυψώνει αυτήν τη χάρη
στην έννοια του «εκθειασμού». Με άλλα
λόγια, ο φυσιολογικός σκοπός του, παρά
την εξωτερική μυωπική αντίληψη, δεν
μπορεί παρά να είναι η πραγμάτωση της
κατάστασης του «υπερβατικού ανθρώπου»
ή της «Θεοποίησης», σύμφωνα με τη
Χριστιανική ορολογία. Έστι, οι δύο φύσεις
του Χριστού εκπληρώνονται από τον
συνδυασμό των δύο μυστηρίων. Η Ευχαριστία
αποσκοπεί στο να κάνει λειτουργική
αυτήν τη διπλή εκπλήρωση.
Σε
αυτό το σημείο είναι σκόπιμο να απαντηθεί
μια πιθανή αντίρρηση: λαμβάνοντας υπ'
όψη ότι η βάπτιση χορηγείται από μακρού
εις όλους αδιακρίτως, και μάλιστα τους
επιβάλλεται από τη νηπιακή ηλικία είτε
το θέλουν είτε όχι, θα μπορούσε να ρωτήσει
κανείς αν αυτό το γεγονός δεν αντιφάσκει
στη μυητική αρχή, αφού η τελευταία
προϋποθέτει κανονικά την «αξιολόγηση»
του δέκτη και επομένως έναν επιλεκτικό
χαρακτήρα στην ίδια τη χορήγηση. Η ίδια
ένσταση θα μπορούσε να ισχύει και για
το χρίσμα.
Νομίζουμε,
πάντως, πως έχουν ήδη ειπωθεί αρκετά τα
οποία δείχνουν γιατί αυτή η ένσταση δεν
ισχύει στη συγκεκριμένη περίπτωση. Αυτό
οφείλεται στον δίσημο χαρακτήρα που
φέρουν εξ ορισμού όλα τα ουσιώδη στοιχεία
της Χριστιανικής παράδοσης από τα πρώτα
της βήματα. Ένα βαπτισμένο άτομο ίσως
εξακολουθεί να αγνοεί το γεγονός ότι
αυτή η τελετουργία έχει κάτι περισσότερο
από μια γενική σημασία. Η διδαχή που
έλαβε όσον αφορά το θέμα της δύναμης
του βαπτίσματος να εξουδετερώνει το
«προπατορικό αμάρτημα», πιθανόν να μην
σημαίνει γι' αυτόν σχεδόν τίποτα
περισσότερο από ένα ηθικό όφελος, και
σε αυτήν την περίπτωση – την περίπτωση
της πλειοψηφίας – η συμμετοχή του στους
καρπούς της βάπτισης αναγκαστικά θα
παραμένει εξωτερική και κατά το πλείστον
παθητική. Αν, όμως, η συνειδητοποίηση
των ευρύτερων δυνατοτήτων που περιέχονται
στο μυστήριο που δέχθηκε, φωτίσει το
μυαλό του, αυτός ο άνθρωπος θα γίνει
ικανός, από εκείνη τη στιγμή και έπειτα,
να προβεί σε μια ανασκόπηση του βαπτίσματός
του και του χρίσματος, θεωρώντας τα σαν
το άνοιγμα της πύλης μιας πραγμάτωσης
που ξεπερνάει κατά πολύ τον εξωτερικό
τομέα. Κανείς δεν θα τον έχει εξαναγκάσει
να το κάνει, ούτε υπάρχει καμμιά εγγύηση
για το πόσοι άλλοι θα κάνουν το ίδιο,
έτσι ώστε η διάκριση της αξιολόγησης,
όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ουσιαστικά
δεν θα έχει παραβλεφθεί κατ' ουδένα
τρόπο, όπως δεν θα έχει επίσης παραβλεφθεί
η προϋπόθεση της διανοητικής ικανότητας
για έναν τέτοιο δρόμο. Η θεωρητική στάση
θα πρέπει να είναι αρκετά σαφής. Όσο για
την πραγματική κατανόηση όλων όσων το
βάπτισμα και το χρίσμα κοινωνούν το ένα
στο άλλο, αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα,
ένα ζήτημα που συνιστά τη μυητική ζωή
με τη Χριστιανική έννοια.
________________
1.Στο
Ανατολικό τυπικό τα δύο μυστήρια
τελούνται από τον ιερέα μαζί, το ένα
μετά το άλλο. Η μετάθεση του χρίσματος
σε κατοπινή ηλικία και η χορήγησή του
από επίσκοπο ανήκουν στο Λατινικό
τυπικό. Οπωσδήποτε καμμιά δογματική
περιπλοκή δεν προκύπτει από αυτήν τη
διαφορά.
ΜΑΡΚΟΣ
ΠΑΛΛΗΣ
ΤΟ
ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ & άλλες μελέτες
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
ΤΑΚΗΣ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ – ΝΑΣΙΑ ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ 1993
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου