Πολιτική Ανυπακοή
Μέχρι τώρα μελετήσαμε τους τρόπους που
χρησιμοποιούνται για να δικαιολογηθεί
η τιμωρία των παραβατών του νόμου. Οι
λόγοι για την τιμωρία είναι ηθικοί.
Υπάρχουν όμως περιπτώσεις όπου θα ήταν
ηθικά αποδεκτό να παραβεί κανείς το
νόμο. Σ' αυτό το υποκεφάλαιο θα εξετάσω
ένα συγκεκριμένο είδος παράβασης του
νόμου που δικαιολογείται για ηθικούς
λόγους: την πολιτική ανυπακοή.
Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η παράβαση
του νόμου δεν είναι ποτέ δικαιολογημένη.
Αν είναι κάποιος δυσαρεστημένος με το
νόμο, θα πρέπει να προσπαθήσει να τον
αλλάξει ακολουθώντας τις νόμιμες
διαδικασίες: προτάσεις νόμου στη Βουλή,
διαμαρτυρίες, επιστολές στον τύπο κ.λπ.
Υπάρχουν όμως πολλές περιπτώσεις στις
οποίες η νόμιμη διαμαρτυρία δεν προσφέρει
απολύτως τίποτα. Υπάρχει μια παράδοση
παραβίασης του νόμου κάτω από ορισμένες
συνθήκες που έχει γίνει γνωστή ως
πολιτική ανυπακοή. Οι συνθήκες που
ευνοούν την εμφάνιση της πολιτικής
ανυπακοής διαμορφώνονται όταν οι
άνθρωποι καλούνται να συμμορφωθούν με
νόμους ή με κυβερνητικές πολιτικές τις
οποίες θεωρούν άδικες.
Η πολιτική ανυπακοή έχει επιφέρει
σημαντικές αλλαγές στους νόμους και
στις κυβερνητικές πολιτικές. Ξακουστό
παράδειγμα αποτελούν οι Σουφραζέτες
της Βρετανίας και το κίνημά τους, που
κατάφεραν να πραγματοποιήσουν το στόχο
τους να δοθεί δικαίωμα ψήφου και στις
γυναίκες μέσα από μια εκστρατεία δημόσιας
πολιτικής ανυπακοής, κατά την οποία οι
διαμαρτυρόμενοι έφτασαν στο σημείο να
δένονται με αλυσίδες πάνω στις
σιδηροδρομικές γραμμές.
Τελικά κατόρθωσαν να επιτύχουν μερική
χειραφέτηση το 1918, οπότε δόθηκε δικαίωμα
ψήφου στις γυναίκες άνω των 30 ετών, αν
και αυτό οφειλόταν εν μέρει στον αντίκτυπο
που είχε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος.
Όπως και να 'χει οι Σουφραζέτες και το
κίνημά τους έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην
αλλαγή του άδικου νόμου που απαγόρευε
στις γυναίκες να συμμετέχουν στις
υποτιθέμενες δημοκρατικές εκλογές.
Ο Μαχάτμα Γκάντι και ο Μάρτιν Λούθερ
Κινγκ ήταν και οι δύο ένθερμοι υποστηρικτές
της πολιτικής ανυπακοής. Ο Γκάντι άσκησε
τεράστια επιρροή στην ανάκτηση της
ανεξαρτησίας της Ινδίας με παράνομες
διαμαρτυρίες μη-βίας που οδήγησαν
τελικά στην απομάκρυνση του Βρετανού
Αντιβασιλέα. Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ,
καταπολεμώντας τις φυλετικές διακρίσεις
με παρόμοιο τρόπο, βοήθησε του μαύρους
Αμερικάνους των νοτίων πολιτειών της
Αμερικής, να εξασφαλίσουν βασικά πολιτικά
δικαιώματα.
Άλλο ένα παράδειγμα πολιτικής ανυπακοής
προέρχεται από την άρνηση ορισμένων
Αμερικανών να πολεμήσουν στον Πόλεμο
του Βιετνάμ, αν και είχαν κληθεί να
καταταγούν από την κυβέρνησή τους.
Μερικοί το έκαναν προβάλλοντας ως
δικαιολογία ότι είναι κακό να σκοτώνεις
κι έτσι θεώρησαν προτιμότερο να παραβούν
το νόμο, παρά να πολεμήσουν και ίσως να
σκοτώσουν συνανθρώπους τους. Άλλοι το
έκαναν όχι επειδή αποδοκίμαζαν όλους
τους πολέμους, αλλά επειδή πίστευαν ότι
ο πόλεμος του Βιετνάμ ήταν ένας άδικος
πόλεμος που έβαζε τους πολίτες σε
τεράστιο κίνδυνο, χωρίς σοβαρό λόγο.
Η έκταση που είχαν πάρει οι αντιδράσεις
κατά του πολέμου του Βιετνάμ ανάγκασε
τελικά τις Ηνωμένες Πολιτείες ν'
αποσυρθούν. Οι δημόσιες παραβιάσεις
του νόμου αναμφίβολα τροφοδότησαν αυτές
τις αντιδράσεις.
Η παράδοση της πολιτικής ανυπακοής
είναι μια παράδοση μη-βίαιων και δημόσιων
παραβιάσεων του νόμου που σκοπό έχουν
να εστιάσουν την προσοχή του κοινού σε
άδικες νομοθεσίες ή κυβερνητικές
πολιτικές. Όσοι δρουν στα πλαίσια της
παράδοσης της πολιτικής ανυπακοής δεν
παραβιάζουν το νόμο απλώς για το προσωπικό
τους συμφέρον. Το κάνουν για να επισύρουν
την προσοχή σε κάποιον άδικο νόμο ή σε
μια ηθικά απαράδεκτη κυβερνητική
πολιτική και για να μεγιστοποιήσουν τη
δημοσιότητα προς το σκοπό αυτό.
Αυτός είναι και ο λόγος που συνήθως
συμβαίνει δημόσια, κατά προτίμηση
μπροστά σε δημοσιογράφους, φωτογράφους
και τηλεοπτικές κάμερες. Ένας Αμερικανός
κληρωτός, λόγου χάριν, που κατά τη
διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ πετάει
στα σκουπίδια το χαρτί της επιστράτευσης,
προσπαθεί ύστερα να κρυφτεί για να μην
πάει στρατό, επειδή φοβάται να πολεμήσει
και δεν θέλει να πεθάνει, δεν δρα στα
πλαίσια της πολιτικής ανυπακοής. Η πράξη
του γίνεται για να διαφυλάξει τον εαυτό
του. Αν ακολουθούσε την ίδια τακτική,
όχι από φόβο για την προσωπική του
ασφάλεια, αλλά για ηθικούς λόγους κι
αυτό το έκανε μυστικά, χωρίς να δώσει
καμιά δημοσιότητα στην περίπτωσή του,
πάλι δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι
δρα στα πλαίσια της πολιτικής ανυπακοής.
Ένας άλλος κληρωτός, αντίθετα, που καίει
το χαρτί της επιστράτευσης του δημόσια
ενώ ταυτόχρονα τον μαγνητοσκοπούν
τηλεοπτικές κάμερες και κάνει δηλώσεις
που αφορούν το γιατί πιστεύει πως η
αμερικανική ανάμειξη στον πόλεμο του
Βιετνάμ είναι ανήθικη, δρα μέσα στα
πλαίσια της πολιτικής ανυπακοής.
Ο τελικός σκοπός της πολιτικής ανυπακοής
είναι ν' αλλάξει συγκεκριμένους νόμους
ή κυβερνητικές πολιτικές, όχι να
υπονομεύσει ολοκληρωτικά τη νομοθετική
αρχή. Οι άνθρωποι που δρουν μέσα στα
πλαίσια της παράδοσης της πολιτικής
ανυπακοής αποφεύγουν συνήθως τη βία,
όχι μόνον επειδή μπορεί να υπονομεύσει
το σκοπό τους προκαλώντας αντίποινα,
και κατ' επέκταση κλιμάκωση της σύγκρουσης,
αλλά κυρίως επειδή οι λόγοι που προβάλλουν
για την παράβαση του νόμου είναι ηθικοί
και οι περισσότερες ηθικές αρχές
αποδέχονται τη σωματική βλάβη σε τρίτους
μόνο σε ακραίες καταστάσεις, όπως όταν
δέχεται κανείς επίθεση και είναι
αναγκασμένος να αμυνθεί.
Οι τρομοκράτες ή οι μαχητές της ελευθερίας
(το πως τους αποκαλεί κανείς εξαρτάται
από τη συμπάθεια που τρέφει για το σκοπό
τους) χρησιμοποιούν βία για να πετύχουν
πολιτικούς στόχους. Όπως και οι άνθρωποι
που εμπλέκονται σε πράξεις πολιτικής
ανυπακοής, έτσι κι αυτοί θέλουν ν'
αλλάξουν την υπάρχουσα κατάσταση όχι
για προσωπικό τους όφελος, αλλά για το
γενικό καλό, όπως το αντιλαμβάνονται
εκείνοι. Η διαφορά τους βρίσκεται στις
μεθόδους που είναι διατεθειμένοι να
χρησιμοποιήσουν προκειμένου να επιφέρουν
αυτή την αλλαγή.
Κριτική της πολιτικής ανυπακοής
Αντιδημοκρατική
Αν
υποθέσουμε ότι μια πράξη πολιτικής
ανυπακοής εκδηλώνεται σε μια δημοκρατική
χώρα, μπορεί να εμφανιστεί ως
αντιδημοκρατική. Αν η πλειοψηφία των
δημοκρατικά εκλεγμένων αντιπροσώπων
ψηφίσει ένα συγκεκριμένο νόμο ή την
εφαρμογή μιας κυβερνητικής πολιτικής,
τότε η παράβαση του νόμου ως διαμαρτυρία
μοιάζει να αντιτίθεται στο πνεύμα της
δημοκρατίας, ιδιαίτερα αν στη συγκεκριμένη
πράξη πολιτικής ανυπακοής εμπλέκεται
μια πολύ μικρή μειονότητα πολιτών.
Το
γεγονός, βέβαια, ότι όλοι είναι πιθανόν
κάποια στιγμή να δυσαρεστηθούν από
κάποια κυβερνητική πολιτική δεν είναι
παρά το τίμημα που πληρώνει κανείς για
να ζει σ' ένα δημοκρατικό κράτος. Αν η
πολιτική ανυπακοή της μειονότητας είναι
αποτελεσματική, τότε μοιάζει να δίνει
στους λίγους τη δύναμη να ανατρέψουν
την άποψη των πολλών. Κι αυτό μοιάζει
βαθιά αντιδημοκρατικό. Από την άλλη, αν
η πολιτική ανυπακοή δεν έχει κανένα
αποτέλεσμα, τότε δεν υπάρχει ιδιαίτερος
λόγος να γίνονται τέτοιες πράξεις.
Σύμφωνα μ' αυτή την άποψη, λοιπόν, η
πολιτική ανυπακοή είναι είτε αντιδημοκρατική
είτε μάταιη.
Ως
αντίλογο, είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσει
κανείς ότι μια πράξη πολιτικής ανυπακοής
έχει την πρόθεση να τονίσει κάποιες
ηθικά απαράδεκτες κυβερνητικές αποφάσεις
ή πρακτικές. Το κίνημα των Ανθρωπίνων
Δικαιωμάτων στην Αμερική τη δεκαετία
του 1960, λόγου χάρη, δίνοντας μεγάλη
δημοσιότητα σε διαδηλώσεις που έρχονταν
σε αντίθεση με τον επιβεβλημένο από το
νόμο φυλετικό διαχωρισμό, γνωστοποίησε
σ' όλο τον κόσμο την αδικία στην
αντιμετώπιση των μαύρων Αμερικανών.
Κάτω
απ' αυτό το πρίσμα, η πολιτική ανυπακοή
είναι μια τεχνική που λειτουργεί για
ν' αναγκάσει την πλειοψηφία ή τους
αντιπροσώπους της να αναθεωρήσουν τη
θέση τους σε κάποιο συγκεκριμένο ζήτημα
κι όχι ένας αντιδημοκρατικός τρόπος
για ν' αλλάξει κάποιος νόμος ή κάποια
κυβερνητική πολιτική.
Διολίσθηση προς την ανομία
Άλλη
μια αντίρρηση στην πολιτική ανυπακοή
είναι ότι ενθαρρύνει την παρανομία,
πράγμα που θα μπορούσε μακροχρόνια να
υπονομεύσει την ισχύ της κυβέρνησης,
αλλά και τη νομοθετική αρχή, και ότι
αυτός ο κίνδυνος βαραίνει πολύ περισσότερο
από οποιαδήποτε οφέλη θα μπορούσε τελικά
να έχει. Από τη στιγμή που υπονομεύεται
ο σεβασμός προς το νόμο, ακόμα και για
ηθικούς λόγους, υπάρχει κίνδυνος να
επακολουθήσει γενικότερη ανομία.
Αυτό
είναι ένα επιχείρημα «διολίσθησης»,
ένα επιχείρημα που υποστηρίζει ότι,
κάνοντας ένα βήμα προς μια συγκεκριμένη
κατεύθυνση, γίνεται αδύνατο να σταματήσεις
μια διαδικασία που θα επιφέρει ένα
προφανώς ανεπιθύμητο αποτέλεσμα. Όπως,
όταν κάνεις το πρώτο βήμα σε μια ολισθηρή
πλαγιά, είναι σχεδόν αδύνατο να σταματήσεις
πριν αγγίξεις το κατώτερο σημείο, έτσι
ακριβώς, ισχυρίζονται ορισμένοι, αν
αρχίσεις να αποδέχεσαι ορισμένες
παρανομίες, δεν υπάρχει τρόπος να
εμποδίσεις τα πράγματα να φτάσουν στο
σημείο της καθολικής ανυπακοής προς το
νόμο. Ένα τέτοιο επιχείρημα, ωστόσο,
κάνει το τελικό αποτέλεσμα να μοιάζει
αναπόφευκτο, ενώ δεν είναι έτσι.
Δεν
υπάρχει λόγος να πιστέψει κανείς τον
ισχυρισμό ότι μερικές πράξεις πολιτικής
ανυπακοής θα υπονομεύσουν το σεβασμό
για το νόμο ή, για να συνεχίσουμε με τη
μεταφορά της διολίσθησης, δεν υπάρχει
λόγος να πιστέψει κανείς ότι σε κάποιο
συγκεκριμένο σημείο δεν μπορούμε να
βάλουμε φρένο και να πούμε «Ως εδώ και
μη παρέκει». Ορισμένοι μάλιστα υπέρμαχοι
της πολιτικής ανυπακοής υποστηρίζουν
ότι, όχι μόνο δεν υπονομεύουν τη νομοθετική
αρχή, αλλά οι πράξεις τους φανερώνουν
πως σέβονται βαθιά το νόμο. Αν κάποιος
είναι διατεθειμένος να τιμωρηθεί από
το κράτος προκειμένου να επιστήσει την
προσοχή σε κάποιο νόμο που πιστεύει ότι
είναι άδικος, αυτό δείχνει ότι ακολουθεί
πιστά τη γενική αρχή ότι οι νόμοι πρέπει
να είναι δίκαιοι και οι δίκαιοι νόμοι
πρέπει να γίνονται σεβαστοί. Αυτό
διαφέρει πάρα πολύ από την παράβαση του
νόμου για προσωπικό όφελος.
Nigel Warburton
Φιλοσοφία, Τα Βασικά
Ζητήματα
Μετάφραση Βίκυ Χατζοπούλου
Εκδόσεις Περίπλους 1999