.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2021

H μαγευτική πόλη - H. P. Lovecraft


Τρεις φορές ο Ράντολφ Κάρτερ ονειρεύτηκε τη μαγευτική πόλη, και τρεις φορές τον άρπαξαν και τον πήραν μακριά της τη στιγμή ακριβώς που κοντοστεκόταν για να τη θαυμάσει από το ψηλό περβάζι που δέσποζε πάνω απ' αυτή.
Φάνταζε χρυσαφένια και πανέμορφη, έτσι όπως ήταν λουσμένη στο φως του δειλινού, με τείχη, ναούς, κιονοστοιχίες και τοξωτές γέφυρες από φλεβωτό μάρμαρο, ασημένιες γούρνες σιντριβανιών με πίδακες όλο ουράνια τόξα κι ευωδιαστούς κήπους, με πλατιές λεωφόρους που ξανοίγονταν ανάμεσα σε αλέες από ντελικάτα δέντρα και ανθισμένες υδρίες και λαμπερές σειρές από φιλντισένια αγάλματα. Πέρα στις βορινές πλαγιές σκαρφάλωναν σε αλλεπάλληλες σειρές κόκκινες στέγες και παλιά μυτερά αετώματα που έκρυβαν ανάμεσά τους μικρά σοκάκια με χορταριασμένα λιθόστρωτα.
Ήταν σαν ένα μεθύσι των θεών, σαν ένα πανηγυρικό σάλπισμα από ουράνιες τρομπέτες και μια κλαγγή από αθάνατα κύμβαλα. Μια μυστηριακή ατμόσφαιρα πλανιόταν πάνω απ' όλα, σαν τα σύννεφα που σκεπάζουν κάποια μυθικά κι απάτητα βουνά. Κι εκεί που ο Κάρτερ στεκόταν με κομμένη την ανάσα και όλο προσδοκία σ' εκείνο το σκαλιστό παραπέτο, ένιωσε να τον πλημμυρίζει μια σχεδόν οδυνηρή λαχτάρα και μια αίσθηση αγωνιώδους προσμονής από σχεδόν ξεχασμένες αναμνήσεις, εκείνος ο πόνος των χαμένων πραγμάτων και η αβάσταχτη λαχτάρα να θυμηθείς ξανά κάτι που κάποτε έπαιζε φοβερό και σπουδαίο ρόλο για σένα.
Ήξερε ότι η πόλη πρέπει να είχε κάποτε υπέρτατη σημασία γι' αυτόν, αν και δε θα μπορούσε να πει σε ποιο κύκλο ή ενσάρκωση, στον ύπνο ή την ξύπνια ζωή, την είχε γνωρίσει. Θυμόταν αόριστα φευγαλέες εικόνες από κάποια μακρινή πρώτη του νιότη, τότε που τα θαύματα και η χαρά αποτελούσαν τα συστατικά του καθημερινού μυστήριου, τότε που οι αυγές και τα δειλινά εναλλάσσονταν προφητικά στο ρυθμό μιας ενθουσιώδους μουσικής από λαγούτα και τραγούδια, αποκαλύπτοντας πέρα μπροστά φλογερές πύλες που ξανοίγονταν προς ολοένα και πιο εκπληκτικά θαύματα παραπέρα. Αλλά την κάθε νύχτα που ο Κάρτερ στεκόταν σ' εκείνο το μαρμαρένιο περβάζι με τις παράξενες υδρίες και το λαξευτό παραπέτο κι αγνάντευε πέρα στη σιωπηλή πόλη του δειλινού και της ομορφιάς και του απόκοσμου μεγαλείου ένιωθε τα δεσμά των τυραννικών θεών του ονείρου. Γιατί με κανένα τρόπο δεν μπορούσε να σαλέψει από εκείνο το ψηλό σημείο ή να κατέβει τις πλατιές μαρμάρινες σκάλες που κατηφόριζαν ατέλειωτες προς εκείνους τους δρόμους της παλιάς μαγείας που απλώνονταν πέρα, και τον καλούσαν...

H. P. Lovecraft 
Η Ονειρική Αναζήτηση του Άγνωστου Καντάθ
[ΟΙ ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΟΙ ΚΟΣΜΟΙ ΤΟΥ H.P. LOVECRAFT 6]
Μετάφραση Γιώργος Μπαλάνος
Εκδόσεις Locus 7 2002

Δεν υπάρχουν σχόλια: