Τα διάφορα αισθήματα της απόλαυσης ή της δυσφορίας, της ικανοποίησης ή της δυσαρέσκειας, εξαρτώνται περισσότερο από την ιδιάζουσα αισθητικότητα των ανθρώπων και λιγότερο από τη φύση των εξωτερικών πραγμάτων που τα προκαλούν. Από αυτό προκύπτει ότι ορισμένοι άνθρωποι βρίσκουν απολαυστικό αυτό για το οποίο άλλοι δεν αισθάνονται παρά μόνο αποστροφή, ότι ο έρωτας αποτελεί συχνά ένα μυστήριο για όλο τον κόσμο και ότι αυτό που δυσαρεστεί έντονα τον έναν, αφήνει τον άλλο αδιάφορο. Αυτές οι ιδιαιτερότητες της ανθρώπινης φύσης προσφέρουν ένα εκτεταμένο πεδίο παρατηρήσεων και ενέχουν ταυτόχρονα μια πηγή αποκαλύψεων ευχάριστων όσο και διδακτικών. Δεν θα εξετάσω προς το παρόν παρά μόνο ορισμένα ιδιαίτερα σημεία και με την ιδιότητα μάλλον του παρατηρητή παρά του φιλοσόφου.
Αν ο άνθρωπος δεν αισθάνεται ευτυχής παρά μόνο στο βαθμό που ικανοποιεί μια φυσική προδιάθεση, τότε η αίσθηση που τον καθιστά ικανό μιας ευφρόσυνης διάθεσης χωρίς να απαιτεί γι' αυτό ιδιαίτερα χαρίσματα δεν του είναι φυσικά αδιάφορη. Ο γαστρίμαργος που αναγνωρίζει στο μάγειρό του τον κατεξοχήν πνευματικό δημιουργό, φρονώντας ταυτόχρονα ότι όλα τα καλαίσθητα έργα είναι συγκεντρωμένα στα κελάρια, θα βρει στη χυδαιολογία και στα κακόγουστα αστεία μια απόλαυση εξίσου έντονη μ' αυτήν για την οποία καυχώνται όσοι διαθέτουν πιο λεπτά αισθήματα. Ο λάτρης των ανέσεων, που δεν επιθυμεί την ανάγνωση παρά μόνο για τη νύστα που του προκαλεί, ο έμπορος που θεωρεί κάθε απόλαυση ανούσια, εκτός απ' αυτήν του επιτήδειου ανθρώπου που λογαριάζει τα οφέλη της εμπορικής του δραστηριότητας, αυτός που δεν εκδηλώνει την αγάπη του στις γυναίκες παρά μόνο γιατί συγκαταλέγονται στα πράγματα που του παρέχουν απόλαυση, ο εραστής του κυνηγίου, που θηρεύει μύγες, ως Δομιτιανός, ή άγρια ζώα, ως Α..., όλοι τους διαθέτουν μια αισθητικότητα που τους καθιστά ικανούς ορισμένων απολαύσεων, απαλλάσσοντάς τους ταυτόχρονα από την επιθυμία άλλων που πιθανά δεν μπορούν ούτε να φανταστούν. Προτίθεμαι λοιπόν να εξετάσω ένα ιδιαίτερα λεπτό αίσθημα, που αποκαλείται έτσι είτε γιατί μπορεί κανείς να το απολαύσει για μεγάλο διάστημα χωρίς σημάδια κορεσμού ή κόπωσης, είτε γιατί προϋποθέτει ένα είδος διεγερσιμότητας της ψυχής που την καθιστά ταυτόχρονα ικανή για ενάρετες πράξεις, είτε, τέλος, γιατί υποδηλώνει ιδιαίτερα πνευματικά χαρίσματα, ενώ τα άλλα αισθήματα μπορούν αντίθετα να εκδηλωθούν και σε συνθήκες πνευματικής ένδειας. Δεν θα συμπεριλάβω όμως εκείνη τη γοητευτική έλξη που ασκούν οι ανώτερες γνώσεις, η οποία οδήγησε τον Kepler, όπως αναφέρει ο Bayle, να δηλώσει ότι δεν θα αντάλλασσε, ούτε για ένα βασίλειο, έστω και μία από τις ανακαλύψεις του, γιατί είναι εξαιρετικά λεπτή. Η παρούσα εργασία δεν έχει σαν αντικείμενο παρά μόνο εκείνο το αίσθημα που αγγίζει και τις πιο απλοϊκές ψυχές.
Το αίσθημα αυτό είναι διττό: αποτελείται από το αίσθημα του ωραίου και αυτό του υπέροχου. Οι συγκινήσεις τους είναι ευχάριστες, αλλά με διαφορετικό τρόπο. Η όψη των χιονισμένων κορυφών μιας οροσειράς που υψώνονται πάνω από τα σύννεφα, η περιγραφή ενός κυκλώνα ή του βασιλείου της κολάσεως (Milton) μας παρέχουν μια απόλαυση ανάμεικτη με τρόμο. Η θέα των ανθισμένων λιβαδιών, οι ελικώσεις των ποταμών και τα βοσκοτόπια, η περιγραφή των Ηλυσίων ή η ομηρική αναπαράσταση του κεστού της Αφροδίτης μάς προξενούν επίσης ευχάριστα συναισθήματα, που δεν αποπνέουν όμως παρά μόνο ιλαρότητα και χαρμονή. Για να μπορεί κανείς να προσοικειωθεί σ' όλη της την ισχύ την πρώτη εντύπωση, πρέπει να διαθέτει το αίσθημα του υπέροχου, για να μπορεί να απολαύσει τη δεύτερη, το αίσθημα του ωραίου. Οι πελώριες βελανιδιές και οι μοναχικές βαθύσκιες φυλλωσιές σ' ένα παρθένο δάσος είναι υπέροχες. Τα ανθοτόπια, οι μικροί φράχτες, οι ομοιόσχημα κλαδεμένες δενδροσειρές είναι ωραία. Η νύχτα είναι υπέροχη, η ημέρα είναι ωραία. Αυτοί που διαθέτουν το αίσθημα του υπέροχου οδηγούνται στα υψηλά αισθήματα της φιλίας, της αιωνιότητας, της περιφρόνησης του κόσμου, μέσα στη γαλήνια σιωπή μιας καλοκαιρινής νύχτας, όταν η τρεμάμενη λάμψη των άστρων διατρέχει τη μελανόχροη νύχτα και το φεγγάρι εμφανίζεται μοναχικό στο στερέωμα. Το φέγγος της μέρας γεννά, μαζί με το ζήλο για εργασία, ένα αίσθημα χαράς. Το υπέροχο ταράσσει, το ωραίο γοητεύει. Το πρόσωπο αυτού που διαπερνάται από το αίσθημα του υπέροχου αποπνέει την αυστηρότητα και, συχνά, την έκπληξη, το ζωηρό αίσθημα του ωραίου αναγγέλλεται από το φωτεινό βλέμμα, το χαμόγελο και, συχνά, από τη θορυβώδη ευθυμία. Το υπέροχο παρουσιάζεται με διάφορες μορφές. Άλλοτε συνοδεύεται από βαρυθυμία ή τρόμο, άλλοτε από σιωπηλό θαυμασμό, και άλλοτε συνδυάζεται με το αίσθημα μιας σεβάσμιας ευμορφίας. Αποκαλώ υπέροχο- τρομακτικό το πρώτο είδος υπέροχου, υπέροχο- ευγενές το δεύτερο, υπέροχο-μεγαλοπρεπές το τρίτο. Μια βαθιά μοναξιά είναι υπέροχη, αλλά εμπνέει τρόμο(1).
Να γιατί οι απέραντες και φριχτές έρημοι, όπως αυτή του Chamo οτην Ταταρία, ενοικούνταν πάντοτε μέσα στη φαντασία από τρομερές σκιές, χιμαιρικά όντα και από τις ψυχές των νεκρών.
Το υπέροχο είναι πάντοτε μεγάλο, το ωραίο μπορεί προσέτι να είναι μικρό. Το υπέροχο απαιτεί την απλότητα, το ωραίο ανέχεται τον καλλωπισμό. Η ακρώρεια δεν είναι λιγότερο υπέροχη από την άβυσσο. Αλλά η πρώτη προκαλεί το θαυμασμό, είναι το υπέροχο- ευγενές, ενώ η δεύτερη, το υπέροχο-τρομακτικό, τον τρόμο. Ο Hasselquist σημειώνει ότι οι πυραμίδες της Αιγύπτου στην πραγματικότητα είναι πιο επιβλητικές από αυτό που μπορεί να αποδώσει η περιγραφή της λιτής και μεγαλόπνευστης αρχιτεκτονικής τους.
Ο καθεδρικός ναός του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη, μεγαλούργημα απλότητας, είναι μεγαλοπρεπής, γιατί το κάλλος, δηλαδή ο χρυσός, οι εργασίες του ψηφιδωτού κ.λπ., εναρμονίστηκαν με τέτοιο τρόπο ώστε να επικρατεί το αίσθημα του υπέροχου. Ένα οπλοστάσιο πρέπει να είναι ευγενές και απλό, ένα ανάκτορο μεγαλοπρεπές, ένας εξοχικός πύργος ωραίος, με τον προσήκοντα διάκοσμο. Μια μακρά διάρκεια είναι υπέροχη. Αν ανήκει στο παρελθόν, είναι ευγενής. Όταν την τοποθετούμε σ' ένα απροσδιόριστο μέλλον, προκαλεί εν μέρει τον τρόμο. Ένα μνημείο χρονολογούμενο από την απώτατη αρχαιότητα επιβάλλει το σεβασμό. Ο Haller εμπνέει έναν απαλό τρόμο όταν αναπαριστά τη μελλοντική ενδελέχεια, έναν ακλόνητο θαυμασμό όταν περιγράφει το ενδελεχές παρελθόν.
______________________________
(1) Θα δώσω μόνο ένα παράδειγμα του ευγενούς τρόμου που μπορεί να εμπνεύσει η εικόνα της απόλυτης μοναξιάς παραθέτοντας μερικά αποσπάσματα από το ονειροπόλημα του Carazan (Brem. Magazin, τόμος IV, σελ. 539). Ο φιλάργυρος αυτός όσο έβλεπε την περιουσία του να μεγαλώνει, τόσο γινόταν ανάλγητος απέναντι στον πλησίον του. Αλλά, ενώ έσβηνε η αγάπη του για τους ανθρώπους, ο θρησκευτικός του ζήλος δεν έπαυε να αυξάνει. Μετά από αυτήν την ομολογία, ο Carazan συνεχίζει:« Ένα βράδυ που έκανα τους λογαριασμούς μου και υπολόγιζα τα κέρδη μου, αποκοιμήθηκα κάτω από το φως της λάμπας. Και είδα τον άγγελο του θανάτου να χιμάει πάνω μου και μέσα στη στροφοδίνη του να μου καταφέρνει ένα τρομερό χτύπημα πριν να προλάβω να ζητήσω έλεος. Το αίμα μου πάγωσε όταν αντιλήφθηκα ότι η απόφαση είχε ληφθεί και ότι δεν μπορούσα να προσθέσω πλέον τίποτε στο καλό, ούτε να αφαιρέσω τίποτε από το κακό που είχα κάνει. Με οδήγησαν μπροστά στο θρόνο αυτού που ενοικεί στον τρίτο ουρανό. Λαμπερό άστρο μου απηύθυνε τούτο το λόγο: «Carazan, ο θεός απορρίπτει τη λατρεία που του απέδωσες. Σφάλισες την καρδιά σου στην αγάπη των ανθρώπων και με σιδερένιο χέρι διαφύλαξες τους θησαυρούς σου. Έζησες μόνο για σένα, θα ζήσεις μόνος αιωνίως, στερημένος κάθε κοινωνίας με την υπόλοιπη δημιουργία». Εκείνη τη στιγμή, παρασύρθηκα από μια αόρατη δύναμη διατρέχοντας το περίλαμπρο οικοδόμημα της δημιουργίας. Σύντομα, είχα αφήσει πίσω μου αναρίθμητους κόσμους. Καθώς πλησίαζε το πέρας της φύσης, παρατήρησα ότι οι σκιές του ατέρμονου κενού έπεφταν μπροστά μου μέσα στην άβυσσο. Ένα τρομακτικό βασίλειο σιωπής και μοναξιάς, μια αιώνια νύχτα! Κυριεύτηκα από έναν ανείπωτο τρόμο. Τα τελευταία άστρα φαίνονταν πλέον ανεπαίσθητα, ήμουν βυθισμένος στο έσχατο σκότος. Η αγωνία του θανάτου μεγάλωνε από στιγμή σε στιγμή, όσο απομακρυνόμουν από τον τελευταίο κατοικημένο κόσμο. Και σκέφτηκα, πλημμυρισμένος από μια απέραντη απελπισία, ότι, αγόμενος δέκα χιλιάδες φορές στη διάρκεια δέκα χιλιάδων χρόνων πέρα από τα σύνορα της δημιουργίας, θα συνέχιζα, χωρίς βοήθεια, ούτε ελπίδα επιστροφής, να βυθίζομαι σ' αυτή την ατέλειωτη νύχτα .... Μέσα στην σκοτοδίνη μου, έτεινα τα χέρια μου προς κάποιο αντικείμενο της πραγματικότητας τόσο ζωηρά που ξύπνησα. Έτσι έμαθα να εκτιμώ τους ανθρώπους. Γιατί, μέσα σ' αυτή την ερημία, και τον πιο ταπεινό απ' αυτούς, που μέσα στην αλαζονεία της ευτυχίας μου είχα απωθήσει, τον προτιμούσα απ' όλους τους θησαυρούς της Γολκόνδης».
Immanuel Kant
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΑΙΣΘΗΜΑ ΤΟΥ ΩΡΑΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΥΠΕΡΟΧΟΥ
Μετάφραση Χάρης Τασάκος
Εκδόσεις PRINTA 1999
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου