Θα ήταν σφάλμα να μείνει κανείς με την εντύπωση ότι το μόνο πρόβλημα από την αφαίμαξη του όζοντος είναι η αύξηση των περιστατικών του καρκίνου του δέρματος στους ανθρώπους με λευκή επιδερμίδα. Αυτή είναι μόνον μία από τις πολλές επιπτώσεις του προβλήματος. Ανέφερα ήδη προηγουμένως τις περιβαλλοντολογικές και κλιματολογικές συνέπειες. Σήμερα οι βιολόγοι, με το δεδομένο της τρύπας του όζοντος της Ανταρκτικής, προβληματίζονται γύρω από τους κινδύνους που αντιπροσωπεύει για το φυτοπλαγκτόν της επιφάνειας του ωκεανού η αυξημένη έκθεσή του στις υπεριώδεις ακτινοβολίες του Ήλιου στη νότια πολική ζώνη. Ο Σαϊέντ Ελ Σαϊέντ και οι συνάδελφοι του, από το πανεπιστήμιο του Τέξας Α & Μ, ανακάλυψαν ότι η αυξημένη έκθεση στις υπεριώδεις ακτινοβολίες μειώνει τη δραστηριότητα του φυτοπλαγκτόν. Βέβαια, μια γνωστή φωνή θα μπορούσε
να παρατηρήσει πάνω σ' αυτό: «Άμα έχεις δει ένα φυτοπλαγκτόν είναι σαν να τα έχεις δει όλα!». Αλλά το φυτοπλαγκτόν αντιπροσωπεύει τη βάση της αλυσίδας διατροφής, που από αυτήν εξαρτώνται τα ψάρια, τα μαλάκια και τα οστρακόδερμα. Τι μας ενδιαφέρουν όμως τα ψάρια (και οι πιγκουίνοι); Στην εφημερίδα Γκάρντιαν, στις 27 Νοεμβρίου 1987, διάβασα μιαν ανάλογη περίπτωση.
Πολλές αφρικάνικες χώρες, προκειμένου να καταπολεμήσουν τη μύγα τσε-τσε, που προκαλεί ασθένεια του ύπνου, αποψίλωσαν ολόκληρες δασικές και ελώδεις περιοχές και τις παράδωσαν στις αγροκαλλιέργειες και την κτηνοτροφία. Με την ενέργεια αυτή. τα άγρια ζώα που δεν προσβάλλονται από την ασθένεια του ύπνου, όπως οι αντιλόπες, οι ζέβρες, οι βούβαλοι και πολλά άλλα, αναγκάστηκαν να αποσυρθούν σε περιορισμένες δασικές εκτάσεις, ενώ οι ζώνες που αποψιλώθηκαν καταστρέφονται σήμερα από την υπερβολική βόσκηση και το σφυροκόπημα των οπλών των κατοικίδιων βοοειδών, και μεταμορφώνονται σε έρημους. «Αυτό είναι ένα από τα χειρότερα πράγματα που συμβαίνουν σήμερα στην Αφρική», δήλωσε ο Ραούλ ντι Τουά, από το υπουργείο Δρυμών και Άγριων Ζώων της Ζιμπάμπουε. Βλέπουμε λοιπόν, μια φοβερής έκτασης καταστροφή να πλήττει το κύριο σώμα της Γαίας, μακριά από τα πολικά της άκρα, εξαιτίας της καλοπροαίρετης πρόθεσης για την καταπολέμηση της μύγας τσε-τσε. Κανείς λοιπόν δεν μπορεί να προβλέψει τις γενικότερες συνέπειες που θα έχει η προσβολή του φυτοπλαγκτόν της Ανταρκτικής από τις αυξημένες υπεριώδεις ακτινοβολίες, με το δεδομένο μάλιστα, ότι το φυτοπλαγκτόν, σαν βάση της ωκεάνιας αλυσίδας διατροφής, είναι πολύ πιο σημαντικό για τη Γαία από τις μύγες.
Η όλη υπόθεση της τρύπας του ουρανού και των συνεπειών της για την ανθρωπότητα δεν τελειώνει εδώ. Αξίζει τον κόπο όμως να τελειώσουμε την αφήγηση αυτού του μέρους της όλης ιστορίας με δυο αποσπάσματα από τα κείμενα των πρωτοπόρων ερευνητών του προβλήματος. Ο Τζο Φάρμαν που ανακάλυψε την τρύπα του όζοντος, γράφει στο άρθρο του που δημοσίευσε στο περιοδικό Νιου Σάιεντιστ, στις 12 Νοεμβρίου 1987, ότι «κανείς δεν μπόρεσε να προβλέψει στο παρελθόν τις αφαιμάξεις του όζοντος. Το μάθημα που μας διδάσκει το πάθημα είναι ολοφάνερο: η όλη πολιτική της παραγωγής των CFC βασίστηκε πάνω στη λανθασμένη αντίληψη ότι γνωρίζουμε απόλυτα τις διαδικασίες ελέγχου του στρώματος του όζοντος. Αλλά μέσα στα τελευταία χρόνια αποδείχθηκε ότι δεν γνωρίζουμε τίποτα». Και ο Σέρι Ρόουλαντ, μιλώντας στο Τσάπελ Χιλ, στις 11 Μαρτίου 1987, υπογράμμισε ότι, «δεν έχει κανένα νόημα μια διεθνής συμφωνία που να καλύπτει μόνο τη Βόρεια Αμερική, τη Δυτική Ευρώπη και την Ιαπωνία, αν στον υπόλοιπο κόσμο συνεχιστεί η αυξημένη παραγωγή και έκλυση προϊόντων CFC στην ατμόσφαιρα. Αν ο στόχος μας είναι να αποφύγουμε την αύξηση της συγκέντρωσης των οργανοχλώριων στην ατμόσφαιρα, που είναι ήδη υπεύθυνη για το άνοιγμα της τρύπας του όζοντος πάνω στην Ανταρκτική, τότε θα πρέπει να υιοθετήσουμε μια γενική περικοπή όλων των χρήσεων κατά 95%, σε παγκόσμια κλίμακα και χωρίς καμίαν εξαίρεση».
Όπως παρατηρεί ακόμη ο Φάρμαν, η συνθήκη του Μόντρεαλ μας καταδίκασε σε μιαν αύξηση του χλωρίου της στρατόσφαιρας, που θα τριπλασιαστεί μέχρι το 2020, σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα — ή θα δεκαπλασιαστεί σε σύγκριση με την κατάσταση που επικρατούσε στη στρατόσφαιρα πριν αρχίσει να διαδίδεται η χρήση των CFC στον κόσμο. Και ο Ρόουλαντ συμπεραίνει ότι ακόμη κι αν γίνει κάποιο θαύμα και σταματήσουν αμέσως όλες οι εκλύσεις από σήμερα, η αφαίμαξη του όζοντος θα συνεχίσει να αυξάνεται κατά τα επόμενα είκοσι χρόνια, εξαιτίας της μεγάλης διάρκειας ζωής των CFC στην ατμόσφαιρα. Εφόσον η διάρκεια ζωής αυτών των προϊόντων φτάνει τα 120 χρόνια, αυτό σημαίνει από όλα τα μόρια των CFC που υπήρχαν κατά το 1987 στην ατμόσφαιρα, το 90% θα εξακολουθεί να υπάρχει κατά το έτος 2000, το 39% κατά το έτος 2100 και το 7% κατά το έτος 2300. Η βλάβη που έχουμε προκαλέσει ήδη στο στρώμα του όζοντος θα έχει συνέπειες για μας, για τα εγγόνια και τα δισέγγονα μας, κατά τους δυο επόμενους αιώνες.
JOHN GRIBBIN
TO ΟΖΟΝ ΚΑΙ Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΠΕΙΛΗ
ΤΡΥΠΑ ΣΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ
Μετάφραση ΜΑΡΙΟΣ ΒΕΡΕΤΤΑΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΩΡΟΡΑ 1988
να παρατηρήσει πάνω σ' αυτό: «Άμα έχεις δει ένα φυτοπλαγκτόν είναι σαν να τα έχεις δει όλα!». Αλλά το φυτοπλαγκτόν αντιπροσωπεύει τη βάση της αλυσίδας διατροφής, που από αυτήν εξαρτώνται τα ψάρια, τα μαλάκια και τα οστρακόδερμα. Τι μας ενδιαφέρουν όμως τα ψάρια (και οι πιγκουίνοι); Στην εφημερίδα Γκάρντιαν, στις 27 Νοεμβρίου 1987, διάβασα μιαν ανάλογη περίπτωση.
Πολλές αφρικάνικες χώρες, προκειμένου να καταπολεμήσουν τη μύγα τσε-τσε, που προκαλεί ασθένεια του ύπνου, αποψίλωσαν ολόκληρες δασικές και ελώδεις περιοχές και τις παράδωσαν στις αγροκαλλιέργειες και την κτηνοτροφία. Με την ενέργεια αυτή. τα άγρια ζώα που δεν προσβάλλονται από την ασθένεια του ύπνου, όπως οι αντιλόπες, οι ζέβρες, οι βούβαλοι και πολλά άλλα, αναγκάστηκαν να αποσυρθούν σε περιορισμένες δασικές εκτάσεις, ενώ οι ζώνες που αποψιλώθηκαν καταστρέφονται σήμερα από την υπερβολική βόσκηση και το σφυροκόπημα των οπλών των κατοικίδιων βοοειδών, και μεταμορφώνονται σε έρημους. «Αυτό είναι ένα από τα χειρότερα πράγματα που συμβαίνουν σήμερα στην Αφρική», δήλωσε ο Ραούλ ντι Τουά, από το υπουργείο Δρυμών και Άγριων Ζώων της Ζιμπάμπουε. Βλέπουμε λοιπόν, μια φοβερής έκτασης καταστροφή να πλήττει το κύριο σώμα της Γαίας, μακριά από τα πολικά της άκρα, εξαιτίας της καλοπροαίρετης πρόθεσης για την καταπολέμηση της μύγας τσε-τσε. Κανείς λοιπόν δεν μπορεί να προβλέψει τις γενικότερες συνέπειες που θα έχει η προσβολή του φυτοπλαγκτόν της Ανταρκτικής από τις αυξημένες υπεριώδεις ακτινοβολίες, με το δεδομένο μάλιστα, ότι το φυτοπλαγκτόν, σαν βάση της ωκεάνιας αλυσίδας διατροφής, είναι πολύ πιο σημαντικό για τη Γαία από τις μύγες.
Η όλη υπόθεση της τρύπας του ουρανού και των συνεπειών της για την ανθρωπότητα δεν τελειώνει εδώ. Αξίζει τον κόπο όμως να τελειώσουμε την αφήγηση αυτού του μέρους της όλης ιστορίας με δυο αποσπάσματα από τα κείμενα των πρωτοπόρων ερευνητών του προβλήματος. Ο Τζο Φάρμαν που ανακάλυψε την τρύπα του όζοντος, γράφει στο άρθρο του που δημοσίευσε στο περιοδικό Νιου Σάιεντιστ, στις 12 Νοεμβρίου 1987, ότι «κανείς δεν μπόρεσε να προβλέψει στο παρελθόν τις αφαιμάξεις του όζοντος. Το μάθημα που μας διδάσκει το πάθημα είναι ολοφάνερο: η όλη πολιτική της παραγωγής των CFC βασίστηκε πάνω στη λανθασμένη αντίληψη ότι γνωρίζουμε απόλυτα τις διαδικασίες ελέγχου του στρώματος του όζοντος. Αλλά μέσα στα τελευταία χρόνια αποδείχθηκε ότι δεν γνωρίζουμε τίποτα». Και ο Σέρι Ρόουλαντ, μιλώντας στο Τσάπελ Χιλ, στις 11 Μαρτίου 1987, υπογράμμισε ότι, «δεν έχει κανένα νόημα μια διεθνής συμφωνία που να καλύπτει μόνο τη Βόρεια Αμερική, τη Δυτική Ευρώπη και την Ιαπωνία, αν στον υπόλοιπο κόσμο συνεχιστεί η αυξημένη παραγωγή και έκλυση προϊόντων CFC στην ατμόσφαιρα. Αν ο στόχος μας είναι να αποφύγουμε την αύξηση της συγκέντρωσης των οργανοχλώριων στην ατμόσφαιρα, που είναι ήδη υπεύθυνη για το άνοιγμα της τρύπας του όζοντος πάνω στην Ανταρκτική, τότε θα πρέπει να υιοθετήσουμε μια γενική περικοπή όλων των χρήσεων κατά 95%, σε παγκόσμια κλίμακα και χωρίς καμίαν εξαίρεση».
Όπως παρατηρεί ακόμη ο Φάρμαν, η συνθήκη του Μόντρεαλ μας καταδίκασε σε μιαν αύξηση του χλωρίου της στρατόσφαιρας, που θα τριπλασιαστεί μέχρι το 2020, σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα — ή θα δεκαπλασιαστεί σε σύγκριση με την κατάσταση που επικρατούσε στη στρατόσφαιρα πριν αρχίσει να διαδίδεται η χρήση των CFC στον κόσμο. Και ο Ρόουλαντ συμπεραίνει ότι ακόμη κι αν γίνει κάποιο θαύμα και σταματήσουν αμέσως όλες οι εκλύσεις από σήμερα, η αφαίμαξη του όζοντος θα συνεχίσει να αυξάνεται κατά τα επόμενα είκοσι χρόνια, εξαιτίας της μεγάλης διάρκειας ζωής των CFC στην ατμόσφαιρα. Εφόσον η διάρκεια ζωής αυτών των προϊόντων φτάνει τα 120 χρόνια, αυτό σημαίνει από όλα τα μόρια των CFC που υπήρχαν κατά το 1987 στην ατμόσφαιρα, το 90% θα εξακολουθεί να υπάρχει κατά το έτος 2000, το 39% κατά το έτος 2100 και το 7% κατά το έτος 2300. Η βλάβη που έχουμε προκαλέσει ήδη στο στρώμα του όζοντος θα έχει συνέπειες για μας, για τα εγγόνια και τα δισέγγονα μας, κατά τους δυο επόμενους αιώνες.
JOHN GRIBBIN
TO ΟΖΟΝ ΚΑΙ Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΠΕΙΛΗ
ΤΡΥΠΑ ΣΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ
Μετάφραση ΜΑΡΙΟΣ ΒΕΡΕΤΤΑΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΩΡΟΡΑ 1988
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου