Η πρώτη ξεκάθαρη
ένδειξη για την τρομερή αδιαφορία μου
σε ό,τι αφορά τον εαυτό μου, και σε ό,τι
άλλοτε θεωρούσα βαθύτατα δικό μου, μου
φανερώθηκε τη μέρα που, ευρισκόμενος
μακριά από το σπίτι μου, άκουσα το
καμπανάκι του συναγερμού να χτυπάει
σαν να ερχόταν από τη γειτονιά μου.
Σκέφτηκα πως η φωτιά θα μπορουσε να είχε
εκδηλωθεί στο σπίτι μου – κάτι που
εντούτοις δεν συνέβαινε – και, ενώ
άλλωτε θα με είχε κατακυριεύσει ο πανικός
μήπως δω όλα μου τα γραφτά να χάνονται,
συνειδητοποίησα, διπλά έκπληκτος, ότι
η πιθανότητα να είχε πιάσει φωτιά το
σπίτι μου με άφηνε αδιάφορο, και μάλιστα
σχεδόν ευτυχή στη σκέψη πως, αν τα
χειρόγραφά μου καταστρέφονταν, η ζωή
μου θα γινόταν εξαιρετικά απλούστερη.
Άλλοτε, η απώλεια των χειρογράφων μου,
του αποσπασματικού, μα γραμμένου με
φροντίδα στη διάρκεια όλης μου της ζωής
έργου μου, θα με οδηγούσε κατευθείαν
στην τρέλα. Τώρα τη θεωρούσα ένα απλό
ατυχές γεγονός στη ζωή μου, κι όχι ένα
θανάσιμο χτύπημα που, αφανίζοντας τις
εκδηλώσεις της, θα αφάνιζε μέχρι και
την ίδια μου την προσωπικότητα.
Άρχισα λοιπόν
να κατανοώ πόσο μπορεί τελικά να μας
κουράσει από τα πάντα η αέναη προσπάθειά
μας να φτάσουμε μιαν απρόσιτη τελειότητα.
Κατάλαβα τους μεγάλους μυστικιστές και
τους μεγάλους ασκητές, που, μέσα στην
ψυχή τους, αναγνωρίζουν τη ματαιότητα
της ζωής. Τι δικό μου περιείχαν αυτά τα
χαρτιά; Παλιά θ' απαντούσα «τα πάντα».
Σήμερα θα έλεγα «τίποτα», ή «λίγα» ή
«κάτι ξένο προς εμένα».
Είχα γίνει
αντικειμενικός απέναντι στον εαυτό
μου. Αλλά δεν μπορούσα να διακρίνω αν,
πράττοντας κατ' αυτό τον τρόπο, είχα
βρει τον εαυτό μου ή τον είχα χάσει.
Θα μπορούσε να
είχε πιάσει φωτιά το σπίτι μου; Υπήρχε
κίνδυνος να δω όλα μου τα χειρόγραφα,
την έκφραση ολόκληρης της ζωής μου να
καίγονται; Άλλοτε, στη σκέψη αυτή και
μόνο, πάντα παρέλυα από έναν ανείπωτο
τρόμο – και ξαφνικά διαπίστωσα (και δεν
ξέρω αν ήταν έκπληξη ή φόβος αυτό που
ένιωσα) ότι το ίδιο μου έκανε κι αν
καίγονταν. Ποια πηγή – μυστική, αλλά
τόσο δική μου – είχε λοιπόν στερέψει
μέσα στην ψυχή μου;
Τότε κατάλαβα
πως όλα αυτά τα χρόνια της στείρας
κούρασης είχαν μεταφέρει μέχρι τα πιο
μύχια βάθη της ψυχής μου μια εξίσου
στείρα κι απέραντη κούραση. Είχα
αποκοιμηθεί, και μαζί με μένα είχαν
αποκοιμηθεί και όλα τα προνόμια της
ψυχής μου – οι επιθυμίες που ονειρεύονται
ό,τι υψηλό, τα συναισθήματα που ονειρεύονται
ό,τι ισχυρό, και οι αγωνίες που τα
ονειρεύονται όλα αυτά από την ανάποδη.
FERNANDO
PESSOA
Η
ΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΣΤΩΙΚΟΥ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΟΥΛΑΚΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΡΟΕΣ microMEGA2006