Ο Θεός έπληξε
τη Σαβάνα-λα-μαρ και με σεισμό τη βούλιαξε,
μέσα σε μια νύχτα, με τους πύργους της
όλους ορθούς και τον πληθυσμό της να
κοιμάται, από τα στέρεα θεμέλια της
ακτής στον κοραλλένιο βυθό του Ωκεανού.
Και ο Θεός είπε: «Σαβάνωσα την Πομπηία
και την έκρυψα από τους ανθρώπους
δεκαεφτά αιώνες. Θα σαβανώσω αυτή την
πόλη, αλλά δεν θα την κρύψω. Θα είναι για
τους ανθρώπους μνημείο του μυστηριώδους
θυμού μου, καθηλωμένο για τις μέλλουσες
γενεές μέσα σ' ένα γαλάζιο φως, γιατί θα
τη διαφυλάξω στο εσωτερικό ενός
κρυστάλλινου θόλου των τροπικών μου
θαλασσών». Η πόλη αυτή, λοιπόν, σαν ένα
επιβλητικό ιστιοφόρο, με όλα του τα
άρμενα σε ετοιμότητα, με τις κυματιστές
ταινίες του στον αέρα και το παλάγκο
στην εντέλεια, μοιάζει σα να πλέει στα
αθόρυβα βάθη του ωκεανού. Και συχνά, σε
ώρες αρυτίδωτης γαλήνης, διαπερνώντας
με το μάτι το διάφανο περιβάλλον του
νερού που απλώνεται τώρα σαν ένα σκίαστρο
από αέρα πάνω από τον σιωπηλό καταυλισμό,
ναυτικοί απ' όλα τα κλίματα βλέπουν κάτω
τις αυλές και τις πλατείες της, μετρούν
τις εξώπορτες και τα βέλη των εκκλησιών
της. Είναι ένα εκτεταμένο κοιμητήρι εδώ
και χρόνια πολλά. Αλλά στις μεγάλες
άπνοιες, που επί εβδομάδες ναρκώνουν
τα τροπικά πλάτη, γοητεύει το μάτι με
την παραισθησιακή αποκάλυψη ανθρώπινης
ζωής συντηρημένης σε υποβρύχια άσυλα,
προφυλαγμένης από τις καταιγίδες που
τυραννούν τη δική μας ατμόσφαιρα.
Κατά κει,
σαγηνεμένοι από τα χαριτωμένα βαθυγάλανα
βάθη, από τις ειρηνικές ανθρώπινες
κατοικίες, τις έξω από κάθε κακό, από
τους φωτεινούς μαρμάρινους βωμούς που
κοιμούνται μέσα σε μια αιώνια αγιότητα,
συχνά στα όνειρα, εγώ και ο Σκοτεινός
Διερμηνέας, διασχίσαμε το νερένιο πέπλο
που μας χώριζε από τους δρόμους της.
Κοιτάξαμε τα καμπαναριά, όπου οι κρεμαστές
καμπάνες περίμεναν του κάκου το κάλεσμα
για να ξυπνήσουν οι γαμήλιες κωδωνοκρουσίες.
Μαζί αγγίξαμε τα ισχυρά πλήκτρα του
εκκλησιαστικού οργάνου που δεν εκβάλλει
ψαλμούς ευφροσύνης, για ν' ακούσει ο
ουρανός, ούτε νεκρώσιμες λειτουργίες,
για ν' ακούσει η ανθρώπινη θλίψη. Μαζί
ερευνήσαμε τα σιωπηρά παιδικά δωμάτια
όπου όλα τα παιδιά κοιμούνται εδώ και
πέντε γενιές. «Περιμένουν την ουράνια
αυγή», ψιθύριζε ο Διερμηνέας στον εαυτό
του. «και όταν έρθει, οι καμπάνες και τα
εκκλησιαστικά όργανα θα εκβάλουν έναν
ψαλμό ευφροσύνης που οι ήχοι του
παραδείσου θα επαναλάβουν». Και ύστερα
γυρίζοντας προς εμένα έλεγε: «Είναι
θλιβερό, είναι αξιοθρήνητο. Αλλά μικρότερη
συμφορά δεν θα αρκούσε στο Θεό, για το
σκοπό του. Άκου: Βάλε μέσα σε μια ρωμαϊκή
κλεψύδρα εκατό σταγόνες νερό. Άφησέ τις
να τρέξουν όπως την άμμο σ' ένα αμμόμετρο.
Επειδή κάθε σταγόνα αντιστοιχεί προς
το ένα εκατοστό του δευτερολέπτου, η
αναλογία του χρόνου μιας σταγόνας προς
την ώρα είναι: ένα προς τριακόσιες εξήντα
χιλιάδες. Τώρα, μέτρα τις σταγόνες καθώς
κυλούν και όταν περνά η πεντηκοστή απ'
τις εκατό πρόσεξε! Δεν είναι σαράντα
εννέα, διότι έχουν ήδη εξαφανιστεί, και
δεν είναι πενήντα, διότι πρόκειται ακόμα
να περάσουν. Βλέπεις, λοιπόν, πόσο στενό,
πόσο ανυπολόγιστα στενό είναι το
πραγματικό, το τρέχον παρόν! Από το χρόνο
που ονομάζουμε παρόν μόλις το ένα
εκατοστό δεν ανήκει είτε στο παρελθόν
που έχει περάσει είτε στο μέλλον που
βρίσκεται καθ' οδόν. Έχει πεθάνει ή δεν
έχει γεννηθεί. Υπήρξε ή δεν υπάρχει.
Όμως κι αυτή η κατά προσέγγιση αλήθεια
είναι απείρως ψεύτικη. Διότι αν
υποδιαιρέσεις και πάλι τη μοναχική
εκείνη σταγόνα, που μόνη αντιπροσωπεύει
το παρόν, σε μια νέα σειρά παρόμοιων
κλασμάτων, τότε θα βρεις ότι η αναλογία
του τρέχοντος παρόντος, που συλλαμβάνεται,
ως προς την ώρα είναι ένα προς τριάντα
έξι εκατομμύρια. Έτσι, με άπειρες
υποδιαιρέσεις το αληθινό, το πράγματι
παρόν μέσα στο οποίο και μόνο ζούμε και
χαιρόμαστε, θα εξαφανιστεί σ' ένα μόριο
του μορίου και θα είναι αντιληπτό μόνο
από μια ουράνια όραση. Για το λόγο αυτό,
το παρόν, το μόνο που ανήκει στον άνθρωπο,
παρέχει λιγότερο έδαφος για να σταθεί
από το ισχνότερο νήμα που έγνεσε ποτέ
από μέσα της αράχνη. Για το λόγο αυτό,
επίσης, αυτή η τόσο ανυπόστατη σκιά της
στενότερης σεληνιακής ακτίνας είναι
πιο φευγαλέα απ' όσο μπορεί να μετρήσει
η γεωμετρία ή να συλλάβει η σκέψη αγγέλου.
Ο παρών χρόνος συμπτύσσεται σε μαθηματικό
σημείο. Αλλά ακόμα και το σημείο αυτό
εξαφανίζεται χίλιες φορές πριν
αντιληφθούμε τη γέννησή του. Στο παρόν
το παν είναι πεπερασμένο, αλλά ταυτόχρονα
το πεπερασμένο αυτό είναι άπειρο στην
ταχύτητα της φυγής του προς το θάνατο.
Αλλά στο Θεό δεν υπάρχει τίποτα το
πεπερασμένο. Αλλά στο Θεό δεν υπάρχει
τίποτα το φευγαλέο. Αλλά στο Θεό τίποτα
δεν μπορεί να τείνει προς το θάνατο.
Επομένως, για το Θεό δεν υπάρχει παρόν.
Το μέλλον είναι το παρόν του Θεού και
για το μέλλον θυσιάζει το ανθρώπινο
παρόν. Να γιατί ενεργεί με το σεισμό. Να
γιατί ενεργεί με την οδύνη. Ω, τι βαθύ
το όργωμα του σεισμού! Ω, τι βαθύ (κι εδώ
η φωνή του φούσκωνε σαν ένα σάνκτους
που αναπέμπει η χορωδία μιας μητρόπολης),
τι βαθύ είναι το όργωμα της οδύνης! Αλλά
συχνά, για τη γεωργία του Θεού τίποτ'
άλλο δεν θα επαρκούσε. Για μια νύχτα
σεισμού, χτίζει για τον άνθρωπο ευχάριστες
κατοικίες για χίλια χρόνια. Από τον πόνο
ενός παιδιού αποκομίζει πλούσια
πνευματική σοδειά που αλλιώς δεν θα
είχε υπάρξει. Με άροτρα λιγότερο άσπλαχνα,
το δύστροπο έδαφος δεν επρόκειτο να
κινηθεί. Το ένα χρειάζεται για τη γή,
τον πλανήτη μας – για την ίδια τη γη ως
κατοικητήριο του ανθρώπου. Αλλά το άλλο
χρειάζεται ακόμα πιο συχνά ως το
ισχυρότερο μέσο του Θεού. «ναι, (και με
κοίταζε με ύφος ιερατικό) «είναι
απαραίτητο για τα μυστηριώδη παιδιά
της γής!»
_______________
*Παραθαλάσσια
πόλη της Ιαμαϊκής, που καταστράφηκε από
κυκλώνα το 1780. Στην Ιαμαϊκή πέθανε ο
αδελφός του Ντ. Κ. Ρίτσαρντ.
THOMAS
DE QUINCEY
SUSPIRIA
DE PROFUNDIS
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
ΝΙΚΟΣ ΦΩΚΑΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΤΗΣ ΕΣΤΙΑΣ 1987
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου