Όταν
γεννιέται ένας άνθρωπος, γεννιούνται
μαζί του τρεις χωριστές μηχανές, που
συνεχίζουν να διαμορφώνονται μέχρι τον
θάνατο του. Αυτές οι μηχανές δεν έχουν
τίποτα το κοινό μεταξύ τους. Είναι το
σώμα, η ουσία μας και η προσωπικότητά
μας. Ο σχηματισμός τους δεν εξαρτάται
κατά κανένα τρόπο από μας. Η μελλοντική
ανάπτυξή τους, η ανάπτυξη της καθεμιάς
ξεχωριστά, εξαρτάται από τα στοιχεία
που διαθέτει ο άνθρωπος κι από τα στοιχεία
που είναι γύρω του, όπως το περιβάλλον,
οι περιστάσεις, οι γεωγραφικές συνθήκες
και τα λοιπά.
Για
το σώμα, τα στοιχεία αυτά είναι η
κληρονομικότητα, οι γεωγραφικές συνθήκες,
η τροφή και η κίνηση. Δεν επηρεάζουν την
προσωπικότητα.
Η
προσωπικότητα σχηματίζεται κατά τη
διάρκεια της ζωής του ανθρώπου αποκλειστικά
και μόνο, από όσα αυτός ακούει και
διαβάζει.
Η
ουσία είναι καθαρά συγκινησιακή.
Αποτελείται από ό,τι παίρνει ο άνθρωπος
με την κληρονομικότητα πριν από το
σχηματισμό της προσωπικότητας, και
αργότερα, από εκείνα μόνο τα συναισθήματα
και τις αισθήσεις μέσα στα οποία ζει ο
άνθρωπος. Αυτό που επακολουθεί εξαρτάται
μόνο από τη μεταβολή.
Το
σώμα λοιπόν αρχίζει να αναπτύσσεται σε
κάθε άνθρωπο υποκειμενικά. Η ανάπτυξη
και για τα τρία μέρη αρχίζει από τις
πρώτες μέρες της ζωής του ανθρώπου. Και
τα τρία αναπτύσσονται ανεξάρτητα το
ένα από το άλλο. Έτσι μπορεί να συμβεί,
λόγου χάρη το σώμα να αρχίζει τη ζωή του
σε ευνοϊκές συνθήκες, σε υγιεινό έδαφος,
με αποτέλεσμα να είναι γενναίο. Αυτό
βέβαια δε σημαίνει ότι η ουσία του
ανθρώπου θα έχει αναγκαστικά τον ίδιο
χαρακτήρα. Κάτω από τις ίδιες συνθήκες,
η ουσία μπορεί να είναι δειλή και αδύνατη.
Ένας άνθρωπος μπορεί να έχει ένα γενναίο
σώμα και συγχρόνως η ουσία του να είναι
δειλή. Δεν είναι απαραίτητο η ουσία να
αναπτυχθεί παράλληλα με το σώμα. Ένας
άνθρωπος μπορεί να είναι πολύ δυνατός
και υγιής και ταυτόχρονα ντροπαλός σαν
κουνέλι.
Το
κέντρο βάρους του σώματος, η ψυχή του,
είναι το κινητικό κέντρο. Το κέντρο
βάρους της ουσίας είναι το συγκινησιακό
κέντρο, και το κέντρο βάρους της
προσωπικότητας είναι το κέντρο της
σκέψης. Η ψυχή της ουσίας είναι το
συγκινησιακό κέντρο. Ακριβώς όπως ένας
άνθρωπος μπορεί να έχει ένα υγιές σώμα
και μια ουσία δειλή, έτσι και η προσωπικότητα
μπορεί να είναι τολμηρή, ενώ η ουσία
ντροπαλή. Πάρτε για παράδειγμα έναν
άνθρωπο με κοινή λογική. Έχει μελετήσει
και γνωρίζει, ότι μπορεί να του
δημιουργηθούν παραισθήσεις. Ξέρει ότι
δεν μπορεί να είναι πραγματικές. Έτσι
η προσωπικότητά του δεν τις φοβάται,
αλλά η ουσία του φοβάται. Όταν βλέπει η
ουσία του ένα τέτοιο φαινόμενο, δεν
μπορεί ν’ αποφύγει τον φόβο. Η ανάπτυξη
του ενός κέντρου δεν εξαρτάται από την
ανάπτυξη ενός άλλου, και ένα κέντρο δεν
μπορεί να μεταφέρει τα αποτελέσματά
του στο άλλο.
Είναι
αδύνατο να πούμε θετικά ότι ένας άνθρωπος
είναι τέτοιος ή αλλιώτικος. Το ένα κέντρο
του μπορεί να είναι δυνατό, το άλλο
δειλό. Το ένα καλό, το άλλο κακό. Το ένα
μπορεί να είναι ευαίσθητο, το άλλο πολύ
χονδροειδές. Το ένα δίνει εύκολα, το
άλλο δεν δίνει εύκολα ή είναι τελείως
ανίκανο να δώσει. Έτσι είναι αδύνατο να
πούμε: καλός, γενναίος, δυνατός ή κακός.
Όπως
έχουμε πει, κάθε μια από τις τρεις μηχανές
αντιπροσωπεύει με τον τρόπο της την
αλυσίδα ολόκληρη, το σύστημα ολόκληρο
στη σχέση του με την πρώτη, τη δεύτερη
και την τρίτη. Κάθε μηχανή είναι πολύ
πολύπλοκη, αλλά μπαίνει σε κίνηση με
πολύ απλό τρόπο. Όσο πιο περίπλοκα είναι
τα μέρη της μηχανής, τόσο λιγότεροι
μοχλοί υπάρχουν. Κάθε ανθρώπινη μηχανή
είναι πολύπλοκη, αλλά ο αριθμός των
μοχλών σε κάθε μια ξεχωριστά μπορεί να
διαφέρει – άλλες έχουν πολλούς μοχλούς
άλλες λιγότερους.
Στη
διάρκεια της ζωής, μια μηχανή μπορεί να
σχηματίσει πολλούς μοχλούς για να
μπαίνει σε κίνηση, ενώ κάποια άλλη,
μπαίνει σε κίνηση με λιγότερους. Ο
χρόνος για το σχηματισμό των μοχλών
είναι περιορισμένος. Κι αυτός ο χρόνος
με τη σειρά του εξαρτάται από την
κληρονομικότητα και τις γεωγραφικές
συνθήκες. Κατά μέσο όρο νέοι μοχλοί
σχηματίζονται μέχρι την ηλικία των 7 ή
8 ετών αργότερα μέχρι την ηλικία 14 ή 15
είναι δυνατό ν’ αλλάξουν μετά όμως την
ηλικία των 16 ή 17 ετών οι μοχλοί ούτε
σχηματίζονται ούτε αλλάζουν. Έτσι
αργότερα στη ζωή ενεργούν μόνο οι μοχλοί
που έχουν ήδη σχηματιστεί. Έτσι είναι
τα πράγματα στη συνηθισμένη κανονική
ζωή, είτε το θέλουμε είτε όχι. Αυτό ισχύει
ακόμα και για την ικανότητα μάθησης του
ανθρώπου. Μπορούμε να μάθουμε νέα
πράγματα μόνο μέχρι την ηλικία των 17
ετών. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε
αργότερα είναι να μάθουμε σε εισαγωγικά,
δηλαδή να ξανανακατέψουμε τα παλιά.
Στην αρχή αυτό φαίνεται δύσκολο να το
καταλάβει κανείς.
Το
κάθε άτομο με τους μοχλούς του εξαρτάται
από την κληρονομικότητά του και τη θέση,
τον κοινωνικό κύκλο και τις συνθήκες
κάτω από τις οποίες γεννήθηκε και
μεγάλωσε. Οι διεργασίες και των τριών
κέντρων, ή ψυχών, είναι όμοιες. Η κατασκευή
τους είναι διαφορετική, αλλά οι εκδηλώσεις
τους είναι οι ίδιες.
Ας
πάρουμε το παράδειγμα του σώματος, τη
μηχανή που μας είναι πιο προσιτή.
Όταν
ο άνθρωπος γεννιέται το μυαλό του είναι
παρθένο. Είναι σαν άγραφος δίσκος
γραμμοφώνου. Έχει την ικανότητα να
εγγράψει το καθετί. Στην αρχή και μέχρι
τους τρεις μήνες, είναι πολύ ευαίσθητος.
Μετά τους τρεις μήνες είναι λιγότερο.
Μετά από ένα χρόνο είναι ακόμα λιγότερο.
Στην αρχή μπορεί να γίνει αντιληπτός
ακόμα και ο ήχος μιας αναπνοής. Μια
εβδομάδα αργότερα είναι ζήτημα ακόμα
και αν μπορούμε να ακούσουμε ένα
ψιθύρισμα. Το ίδιο συμβαίνει και με τον
ανθρώπινο εγκέφαλο. Στην αρχή είναι
πολύ δεκτικός και κάθε νέα κίνηση
καταγράφεται. Το τελικό αποτέλεσμα
είναι ότι ένας άνθρωπος μπορεί να έχει
πολλές στάσεις, κάποιος άλλος λιγότερες.
Για παράδειγμα ένας άνθρωπος μπορεί ν’
αποκτήσει 55 στάσεις ενόσω διαρκεί η
δυνατότητα καταγραφής τους, ενώ ένας
άλλος, που ζει με τις ίδιες συνθήκες,
μπορεί ν’ αποκτήσει 250. Αυτοί οι μοχλοί,
αυτές οι στάσεις, σχηματίζονται σε κάθε
κέντρο σύμφωνα με τους ίδιους νόμους
και παραμένουν εκεί για όλη τη ζωή του
ανθρώπου. Η διαφορά ανάμεσα σε αυτές
τις στάσεις είναι μόνο στον τρόπο που
έχουν καταγραφεί. Πάρτε για παράδειγμα
τις στάσεις του κινητικού κέντρου. Στον
κάθε άνθρωπο σχηματίζονται στάσεις
μέχρι κάποιο ορισμένο χρόνο. Μετά σταματά
ο σχηματισμός τους, αλλά αυτές που έχουν
σχηματιστεί παραμένουν μέχρι τον θάνατό
του. Ο αριθμός τους είναι περιορισμένος,
έτσι οτιδήποτε κάνει ο άνθρωπος, θα
χρησιμοποιήσει αυτές τις ίδιες στάσεις.
Αν επιθυμεί να παίξει τον έναν ή τον
άλλο ρόλο, θα χρησιμοποιήσει ένα συνδυασμό
στάσεων που έχει ήδη, γιατί δεν πρόκειται
ποτέ να αποκτήσει άλλες. Στην καθημερινή
ζωή δεν μπορεί να υπάρξουν νέες στάσεις,
ακόμα κι αν κανείς επιθυμεί να κάνει
τον ηθοποιό, η θέση του θα είναι από την
άποψη αυτή η ίδια.
Η
διαφορά ανάμεσα στον ύπνο και στον
ξύπνιο του σώματος, είναι ότι ένα
εξωτερικό ερέθισμα την ώρα του ύπνου
δε διεγείρει, δεν παράγει συνειρμούς
στον αντίστοιχο εγκέφαλο.
Ας
πούμε ότι ένας άνθρωπος είναι κουρασμένος.
Δίνεται ο πρώτος ερεθισμός. Κάποιος
μοχλός αρχίζει να κινείται μηχανικά.
Εξίσου μηχανικά ακουμπά έναν άλλο μοχλό
και τον θέτει σε κίνηση. Αυτός ο μοχλός
σπρώχνει έναν τρίτο, ο τρίτος έναν
τέταρτο κ.ο.κ. Αυτό είναι που ονομάζουμε
συνειρμούς του σώματος. Οι άλλες μηχανές
έχουν επίσης στάσεις και μπαίνουν σε
κίνηση κατά τον ίδιο τρόπο.
Εκτός
από τις κεντρικές μηχανές, που εργάζονται
ανεξάρτητα – σώμα, προσωπικότητα και
ουσία – έχουμε επίσης εκδηλώσεις άψυχες,
που συμβαίνουν έξω από τα κέντρα. Για
να το καταλάβουμε αυτό, είναι πολύ
σημαντικό να σημειώσουμε ότι χωρίζουμε
τις στάσεις του σώματος και του
συναισθήματος σε δύο είδη: 1) άμεσες
εκδηλώσεις από οποιοδήποτε κέντρο και
2) καθαρά μηχανικές εκδηλώσεις που
δημιουργούνται έξω από τα κέντρα. Για
παράδειγμα, η κίνηση για να σηκώσω το
χέρι μου αρχίζει από το κέντρο. Σε κάποιον
άλλο άνθρωπο όμως, μπορεί να αρχίσει
έξω απ’ το κέντρο. Ας υποθέσουμε ότι
μια παρόμοια διαδικασία συμβαίνει στο
συγκινησιακό κέντρο, όπως χαρά, λύπη,
ενόχληση, ζήλια. Κάποτε μια ισχυρή στάση,
μπορεί να συνέπεσε με μια απ’ αυτές τις
συγκινησιακές στάσεις και οι δύο στάσεις
μαζί δημιούργησαν έτσι μια νέα μηχανική
στάση. Αυτό συμβαίνει ανεξάρτητα από
τα κέντρα, μηχανικά.
Όταν
μίλησα για μηχανές, ονόμασα φυσιολογική
εργασία την εκδήλωση ενός ανθρώπου που
συμπεριλαμβάνει και τα τρία κέντρα
μαζί. Αυτό είναι η εκδήλωση ενός ανθρώπου.
Εξαιτίας όμως της ανώμαλης ζωής, μερικοί
άνθρωποι έχουν άλλους μοχλούς, που
σχηματίστηκαν έξω από τα κέντρα και οι
οποίοι προκαλούν κίνηση ανεξάρτητα απ’
την ψυχή. Η κίνηση αυτή μπορεί να είναι
στη σάρκα, στους μυς, οπουδήποτε.
Οι
κινήσεις, οι εκδηλώσεις, οι αντιλήψεις
των διαφόρων κέντρων είναι εκδηλώσεις
των κέντρων αλλά όχι του ανθρώπου, αν
λάβουμε υπόψη μας ότι ο άνθρωπος
αποτελείται από τρία κέντρα. Η δυνατότητα
να αισθανθεί χαρά, λύπη, κρύο, ζέστη,
πείνα, κούραση βρίσκεται σε κάθε κέντρο.
Αυτές οι στάσεις υπάρχουν σε κάθε κέντρο
και μπορεί να είναι μικρές ή μεγάλες
και διαφορετικές σε ποιότητα. Θα μιλήσουμε
αργότερα για το πώς συμβαίνει αυτό
χωριστά σε κάθε κέντρο και πώς να
αναγνωρίζουμε σε ποιο κέντρο ανήκει η
κάθε μία. Για την ώρα πρέπει να λάβετε
υπόψη σας και να συνειδητοποιήσετε ένα
πράγμα: Θα πρέπει να μάθετε να διακρίνετε
τις εκδηλώσεις του ανθρώπου, από τις
εκδηλώσεις των κέντρων. Όταν ο κόσμος
μιλά για κάποιον, λέει ότι αυτός είναι
ο Γιάννης ή ο Κίμωνας. Είμαστε συνηθισμένοι
να λέμε «αυτός». Θα πρέπει όμως να
συνηθίσουμε να λέμε «αυτός», με την
έννοια αυτός σαν σώμα, αυτός σαν ουσία,
αυτός σαν προσωπικότητα.
Ας
υποθέσουμε ότι σε μια δεδομένη περίπτωση
εκφράζουν την ουσία σαν 3 μονάδες – το
3 αντιπροσωπεύει τον αριθμό των στάσεων.
Στην περίπτωση του σώματος αυτού του
ανθρώπου ο αριθμός είναι 4. Το κεφάλι
αντιπροσωπεύεται με το β. Έτσι όταν
μιλάμε για το 6 δεν αναφερόμαστε σε όλο
τον άνθρωπο. Πρέπει να τον αξιολογήσουμε
με 13, γιατί οι εκδηλώσεις του, η αντίληψή
του είναι 13. Όταν είναι μόνο το κεφάλι
θα ήταν 6. Αυτό που έχει σημασία είναι
να αξιολογηθεί σαν σύνολο με το 13 και
όχι μόνο με το 6. Το σύνολο είναι εκείνο
που τον καθορίζει. Ένας άνθρωπος θα
πρέπει να είναι ικανός να δώσει ένα
σύνολο 30 για όλα μαζί. Αυτός ο αριθμός
μπορεί να επιτευχθεί μόνο αν το κάθε
κέντρο μπορεί να δώσει έναν ορισμένο
αριθμό αντίστοιχα π.χ. 12+10+8. Ας υποθέσουμε
ότι αυτός ο αριθμός 30 παριστάνει την
εκδήλωση ενός ανθρώπου, ενός οικογενειάρχη.
Αν βρούμε ότι ένα κέντρο πρέπει να δώσει
αναγκαστικά 12, θα πρέπει να περιέχει
ορισμένες αντίστοιχες στάσεις που θα
παράγουν το 12. Αν λείπει μια μονάδα και
δίνει μόνο 11, δεν είναι δυνατό να
επιτευχθεί το 30. Αν υπάρχει ένα σύνολο
29 μόνο, τότε δεν πρόκειται για άνθρωπο,
αν αποκαλέσουμε άνθρωπο αυτόν που έχει
σύνολο 30.
Όταν
μιλήσαμε για τα κέντρα και για την
αρμονική ανάπτυξη των κέντρων, εννοούσαμε
ότι για να γίνει κανείς τέτοιος άνθρωπος,
να μπορεί να παράγει αυτό που λέγαμε,
είναι απαραίτητα τα ακόλουθα. Στην αρχή
είπαμε ότι τα κέντρα μας σχηματίζονται
ανεξάρτητα το ένα απ’ το άλλο και δεν
έχουν τίποτα κοινό μεταξύ τους. Θα πρέπει
όμως να υπάρχει ένας συσχετισμός μεταξύ
τους, γιατί το άθροισμα των εκδηλώσεων
μπορεί να επιτευχθεί μόνο απ’ τα τρία
μαζί, κι όχι μόνο από το ένα. Αν το 30 είναι
στα σωστά μια αληθινή εκδήλωση του
ανθρώπου και αυτό το 30 παράγεται από
τρία κέντρα σε έναν αντίστοιχο συσχετισμό,
τότε είναι επιτακτικό να είναι τα κέντρα
συσχετισμένα. Θα έπρεπε να είναι έτσι,
αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι. Το
κάθε κέντρο είναι χωριστό (μιλώ για τους
παρόντες), δεν έχουν μεταξύ τους την
κατάλληλη σχέση, κι έτσι δεν είναι
εναρμονισμένα.
Ο
ένας έχει πολλές στάσεις στο ένα κέντρο,
ο άλλος στο άλλο. Αν πάρουμε κάθε τύπο
χωριστά το σύνολο του καθενός θα είναι
διαφορετικό. Αν θα έπρεπε, σύμφωνα με
την αρχή να είναι 12, 10 και 8, αλλά εκεί
υπάρχει μόνο 10 και 8 και αντί για το 12
έχουμε 0, το αποτέλεσμα είναι 18 και όχι
30.
Ας
πάρουμε κάτι χειροπιαστό, ας πούμε το
ψωμί. Απαιτεί μια ορισμένη αναλογία από
αλεύρι νερό και φωτιά. Είναι ψωμί μόνο
όταν τα συστατικά είναι στη σωστή
αναλογία. Κατά τον ίδιο τρόπο ο άνθρωπος,
για να πετύχει τον αριθμό 30, η κάθε πηγή
πρέπει να συνεισφέρει μια αντίστοιχη
ποιότητα και ποσότητα. Αν ο Ζ. έχει πολύ
αλεύρι, δηλαδή φυσικές στάσεις, αλλά
δεν έχει νερό ή φωτιά τότε είναι απλώς
αλεύρι και όχι ένα άτομο, όχι ψωμί. Η Ο.
παράγει νερό (συναίσθημα) και έχει πολλές
στάσεις. Ψωμί όμως δε γίνεται απ’ το
νερό – πάλι δεν αξίζει τίποτα. Η θάλασσα
είναι γεμάτη νερό. Ο Α. έχει πολύ φωτιά
αλλά δεν έχει αλεύρι ή νερό και πάλι δεν
αξίζει τίποτα. Αν μπορούσαν να μπουν
μαζί, το αποτέλεσμα θα ήταν 30 – ένα
άτομο. Όπως είναι, είναι μόνο κομμάτια
κρέας. Τα τρία όμως κομμάτια μαζί, θα
έδιναν σαν εκδήλωση το 30. Θα μπορούσε
αυτή να πει «Εγώ»; Θα έπρεπε να πει
«Εμείς» και όχι «Εγώ». Αυτή παράγει
νερό, κι όμως λέει «Εγώ». Κάθε μια απ’
αυτές τις τρεις μηχανές είναι σαν να
ήταν ένας άνθρωπος. Κι οι τρεις ταιριάζουν
η μια μέσα στην άλλη. Ο άνθρωπος αποτελείται
από τρεις ανθρώπους. Ο καθένας έχει ένα
διαφορετικό χαρακτήρα, διαφορετική
φύση και υποφέρει από έλλειψη επικοινωνίας
με τους άλλους. Ο σκοπός μας είναι να
τους οργανώσουμε και πριν σκεφτούμε
για μια εκδήλωση που να αξίζει 30, ας
σταματήσουμε για να δούμε συνειδητά
ότι αυτές οι τρεις μηχανές μας πραγματικά
δεν είναι εναρμονισμένες. Δε γνωρίζονται
μεταξύ τους. Όχι μόνο δεν ακούει η μία
την άλλη, αλλά αν η μια απ’ αυτές ικετεύει
και παρακαλεί την άλλη να κάνει κάτι,
κάτι που ξέρει πως πρέπει να γίνει, η
άλλη είτε δεν μπορεί είτε δε θέλει να
το κάνει.
Επειδή
είναι αργά, θα πρέπει να αφήσουμε τα
υπόλοιπα για κάποια άλλη φορά. Μέχρι
τότε ίσως μάθετε να ενεργείτε!
ΑΜΕΡΙΚΗ,
29 ΜΑΡΤΙΟΥ 1924
G.
I.
Gurdjieff
Ο
ΓΚΟΥΡΤΖΙΕΦ ΜΙΛΑ ΣΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ
(ΑΠΌΨΕΙΣ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ)
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
ΙΔΡΥΜΑ ΓΚΟΥΡΤΖΙΕΦ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΠΥΡΙΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ 1985