.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Κυριακή 6 Μαΐου 2018

ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ – PAPUS / LOUISE MICHEL



Θα δώσουμε εδώ την αφήγηση των εντυπώσεων μιας νεκραναστημένης, που γράφτηκαν από μια διάσημη υλίστρια την Louise Michel.
Papus

«Είναι γνωστό πως όταν πλησιάζει ο θάνατός μας, ο καθένας μας συναισθάνεται κάποιο μέρος του εαυτού του.
Θα σας διηγηθώ τι πέρασα εγώ, σε παρόμοιες συνθήκες.
Το Φεβρουάριο του 1904 ξεκινήσαμε για μια σειρά διαλέξεων με το συνεργάτη μου Girault. Η περιοδεία θα περιελάμβανε 30 περίπου πόλεις της Γαλλίας, της Κορσικής και της Αλγερίας. Στο Καλαί, Ρουμπαί και Λιανκούρ έκανα τις πρώτες μου διαλέξεις, αφού ερχόμουν από την Αγγλία.
Μια χιονοθύελλα, όμως, μας υποχρέωσε να σταματήσουμε στη Λιανκούρτ, όπου μ’ έπιασε μια φοβερή γρίππη.
Στην Τρουά, όπου πέρασα μερικές μέρες, ο γιατρός και οι συνεργάτες μου δεν με άφηναν να πάω στη Σωμόν για διάλεξη, και παρ’ ότι αντιστεκόμουν, η θέλησή μου γινόταν όλο και πιο ανίσχυρη και λύγιζε όπως το ατσάλι του ξίφους. Νόμιζα παντως πως πηγαίνοντας στη Σωμόν θα θεραπευόμουν, γιατί εκεί σπούδασα και η Σωμόν μαζί με το Παρίσι ήταν οι μόνες πόλεις που είχα δει πριν από το ταξίδι μου στην Καληδονία.
Όταν πήγα στη διάλεξη της Τουλόν είχα την εντύπωση πως ξεπεράστηκε η γρίππη. Έκανα όμως λάθος. Στο ξενοδοχείο, όπου θα έμενα για μια-δυό μέρες να ξεκουραστώ, κατάλαβα ότι είχα νικηθεί από τη γρίππη. Είχε καταλήξει σε πνευμονία.
Γρήγορα έγινα ένα ανθρώπινο ράκος, το σώμα μου είχε γίνει κουρέλι, η σκέψη εξωτερικευόταν και κοιτόυσε το σώμα, όπως ο,τιδήποτε άλλο.
Καθώς πλησιάζεις το θάνατο, τα πάντα γίνονται αίσθηση: στην αρχή, σε συνθήκες που μοιάζουν με τη βελόνα της πυξίδας, που ψάχνει το Βορρά στη διάρκεια κυκλώνων, οι αισθήσεις μπορούν να χρησιμοποιούνται η μια αντί για την άλλη και στη συνέχεια φαίνεται ότι ενώνονται όλες σε μια.
Νόμιζα ότι διάβαζα τα τηλεγραφήματα που κρατούσε η φίλη μου Charlotte στα χέρια της, μέσα από τα δάκτυλά της.
Η επιθανάτια αγωνία περιέχει περισσότερο σύγχιση παρά πόνο. Αισθάνεσαι να γλιστράς στα στοιχεία έχοντας δύο εντυπώσεις: η μία είναι ότι κυλάς επάνω σε νερό, η άλλη ότι διασκορπίζονται στο διάστημα τα μόρια που αποσυντίθενται, και ένα άρωμα διαχέεται στον αέρα ή κάποιο πολύχρωμο υλικό διαλύεται σ’ ένα υγρό. Αυτή η αίσθηση πάντως είναι πολύ γλυκειά, και νομίζεις ότι θα μπορούσε να κρατήσει για πολύ.
Η σκέψη υλοποιείται σε σύμβολα, σε πίνακες και με αυτή τη μορφή γίνεται εντονότερη και ανώτερη.
Οι αναμνήσεις συνοδεύονται και από τις εντυπώσεις που είχαν προκαλέσει και οι οποίες γίνονται ακόμη πιο ισχυρές. Έτσι οι εντυπώσεις του παρελθόντος ήταν πιο ισχυρές από του παρόντος.
Στην Καληδονία, εξ αιτίας ενός τυφώνα, ο ουρανός, η γη, ο ωκεανός είχαν γίνει όλα μια μαυρίλα, όπου μούγκριζαν τα απελευθερωμένα στοιχεία της φύσεως, ενώ χείμαρροι νερού έπεφταν στα κύματα, που ολοένα και ανέβαιναν, προσπαθώντας να σκαρφαλώσουν στις όχθες της παραλίας με τα κάτασπρα από τον αφρό νύχια τους. Έβλεπα τον εαυτό μου να κολλάει στους βράχους για να αντισταθεί στα ουρλιαχτά της αβύσσου που με τραβούσε στο βάθος της. Πιστεύοντας δε, ότι στην απαρχή των αιώνων είχαμε ζήσει μέσα στα στοιχεία, είχα την εντύπωση, αλλά και τη βεβαιότητα, ενώ γλυστρούσα προς το άπειρο, πως ο θάνατος είναι επστροφή στα στοιχεία.
Είχα και κάποια άλλη αίσθηση του απείρου, διαφορετικής όμως μορφής. Ένας από τους φίλους μας, ο κ. Huot, έπαιζε μια μέρα στο βιολί του ένα κομμάτι κάποιου υλιστή, που δεν ήξερε το όνομά του. Ξαναείχα λοιπόν την αίσθηση που είχα και τότε, δηλαδή του χάους που στις υγρές και στενές πλευρές χτυπάς τους ώμους σου. Και εκεί ακόμη, άκουγα τα στοιχεία, όπως και στον κυκλώνα, αυτή όμως τη φορά τραγουδούσαν.
Όταν έγινε πλέον δύσκολο να μιλάω και η φωνή μου δεν ήταν παρά ένας συριγμός. Όταν δεν μπορούσα πια να προκαλέσω την παραμικρή δόνηση στο λαιμό, απ’ όπου η δίψα είχε εξαφανισθεί, και ενώ τα μέλη του σώματος είχαν γίνει βαριά σα μάρμαρο, τότε με κατέλαβε μια γλυκειά ηρεμία. Τα πράγματα άρχισαν να φαίνονται εντελώς φυσικά. Μπορούσα να κοιτώ από ψηλά τον εαυτό μου και το σώμα να είναι ξαπλωμένο κάτω. Τότε, δεν αναρωτιέσαι αν θα ζήσεις ή θα πεθάνεις, κοιτάς, αυτό είναι όλο. Κοιτάς εδώ και εκεί, ο κόσμος φαίνεται ότι έχει γίνει τόσο μικρός, ώστε η ανθρώπινη φυλή να μην αξίζει να είναι παρά ένας μόνο λαός.
Βλέπεις από κοντά και από μακριά ζωντανούς και νεκρούς και όπως γύρω από μια πέτρα που ρίχτηκε στο νερό, σχηματίζονται γύρω από σας ομόκεντροι κύκλοι, και αυτά τα κύματα, κύματα ηλεκτρισμού χωρίς αμφιβολία, πάνε μακριά, πολύ μακριά...
Ο χρόνος σε βαραίνει όπως ένας σωρός από πράγματα, το παρελθόν μοιάζει να είναι το τώρα, το μέλλον έχει ήδη συμβεί, η προσωπικότητα έχει εξαφανισθεί και εξακολουθείς ακόμη να κοιτάς: έχεις γίνει εσύ ο ίδιος ένα βλέμμα.
Μπροστά από τα μάτια εκτείνεται ένα νέφος, όπως κατά τη διάρκεια μιας βαριάς ομίχλης. Στο δωμάτιο, δεν διέκρινα πλέον τα άτομα παρά από το σχήμα, την κορμοστασιά, λες και ήταν μεγάλες κινέζικες σκιές.
Μακριά μου, η σκέψη υλοποιείται πάντα μέσω εικόνων. Ο πόλεμος μοιάζει σαν μια τεράστια κηλίδα αίματος, με τους νεκρούς του, τους ετοιμοθάνατους, τα άλογα χωρίς καβαλλάρη, τρίχες από τις ουρές τους εδώ και κει, και πιο μακριά, η μεγάλη συμφορά: οι μητέρες, τα μικρά, οι εγκαταλειμμένοι γέροι.
Οι φωτιές φωτίζουν τα συντρίμια, η πείνα και η πανώλη μαστίζουν την ανθρωπότητα. Η ανθρωπότητα έφτασε στην πρώτη νεότητα της φυλής. Το παλιό κρησφύγετο κακοποιών στοιχείων καταλαμβάνεται σιγά-σιγά, από το φως, την επιστήμη την αλήθεια, όπως άλλωστε τα καταφύγια των άγριων ζώων, μετά από την ανακάλυψη της φωτιάς, καταλήφθηκαν από τις ανθρώπινες οικογένειες που κρατούσαν δαυλούς στα χέρια.
Δεν γνωρίζω πως ξαναγύρισα από εκεί, πάντως ο πόνος είναι φοβερός και πραγματικός. Τα μόρια που διασκορπίσθηκαν ή ήταν έτοιμα να το κάνουν, υποχρεώνονται να ξαναενωθούν, προκειμένου να ξαναμπώ στο ρεύμα της ζωής και σβησμένη φωνή ξαναπερνά από τα μέχρι τώρα ακίνητα χείλη.
Είναι άραγε το ρεύμα συμπάθειας που ήρθε από παντού προς εμένα, και συνέτεινε στην αποκατάσταση της υγείας μου, μαζί με τις φροντίδες του γιατρού και της Σαρλότ; Ένα πράγμα μου έκανε πάντως μεγάλη εντύπωση: ότι πρέπει να προσπαθήσω να γίνω άξια της τόσο μεγάλης συμπάθειας που εκδηλώθηκε προς ένα μόνο ον, ενώ τόσα άλλα πεθαίνουν ξεχασμένα από όλους.
Ξεγελάστηκα όμως στη μελέτη μου, στην εκτίμηση του χρόνου. Παρ’ όλες τις περιπέτειες της υγείας μου, μου φάνηκε πολύ σύντομος.
Όταν άρχισα να αισθάνομαι καλύτερα, νόμισα ότι ήμουν άρρωστη γύρω στις 8 ημέρες, ενώ στην πραγματικότητα αυτό κράτησε 4 εβδομάδες. Θυμήθηκα τότε τους μύθους, όπου ύπνος μερικών ωρών, φάνηκε ότι είχε κρατήσει εκατό χρόνια.
Η αδελφοσύνη μεταξύ των λαών στεριώνει πάνω σε τόσο πολύ χυμένο αίμα, ώστε η έφοδος των τυράννων και των ασυνείδητων ποιμνίων τους να μην μπορεί να τη διαλύσει.
Όσον αφορά τους πολέμους και τις καταστροφές, θα είχαμε να πούμε, πως εάν τα μαθήματα, που δόθηκαν στην ανθρωπότητα από όλους τους μεγάλους σφαγείς, δεν έγιναν κατανοητά, θα πρέπει να πιστέψουμε ότι οι άνθρωποι είναι πιο βλάκες από τα ζώα. Βλέπουμε όμως, πως με τη νεολαία του 20ου αιώνα, μια νέα εποχή αρχίζει, εποχή επιστήμης και ειρήνης, όπου ο καθένας θα χρησιμοποιεί προς όφελός του, αλλά και των άλλων τις επιστήμες, τις τέχνες και τις ανακαλύψεις που θα βοηθήσουν στη διεύρυνση της καρδιάς και του μυαλού».



PAPUS
ΜΕΤΕΝΣΑΡΚΩΣΗ
Η ΦΥΣΙΚΗ, ΨΥΧΙΚΗ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ
ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΡΕΑ ΜΑΖΑΡΑΚΗ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΕΤΡΑΚΤΥΣ 2004

Δεν υπάρχουν σχόλια: