— À la vue
du cimetière, Estaminet. — « Singulière enseigne, —
se dit notre promeneur, — mais bien faite pour donner soif ! À
coup sûr, le maître de ce cabaret sait apprécier Horace et les
poëtes élèves d’Épicure. Peut-être même connaît-il le
raffinement profond des anciens Égyptiens, pour qui il n’y avait
pas de bon festin sans squelette, ou sans un emblème quelconque de
la brièveté de la vie ».
Et il entra, but un
verre de bière en face des tombes, et fuma lentement un cigare.
Puis, la fantaisie le prit de descendre dans ce cimetière, dont
l’herbe était si haute et si invitante, et où régnait un si
riche soleil.
En
effet, la lumière et la chaleur y faisaient rage, et l’on eût dit
que le soleil ivre se vautrait tout de son long sur un tapis de
fleurs magnifiques engraissées par la destruction. Un immense
bruissement de vie remplissait l’air, — la vie des infiniment
petits, — coupé à intervalles réguliers par la crépitation des
coups de feu d’un tir voisin, qui éclataient comme l’explosion
des bouchons de champagne dans le bourdonnement d’une symphonie en
sourdine.
Alors,
sous le soleil qui lui chauffait le cerveau et dans l’atmosphère
des ardents parfums de la Mort, il entendit une voix chuchoter sous
la tombe où il s’était assis. Et cette voix disait :
« Maudites soient vos cibles et vos carabines, turbulents
vivants, qui vous souciez si peu des défunts et de leur divin
repos ! Maudites soient vos ambitions, maudits soient vos
calculs, mortels impatients, qui venez étudier l’art de tuer
auprès du sanctuaire de la Mort ! Si vous saviez comme le prix
est facile à gagner, comme le but est facile à toucher, et combien
tout est néant, excepté la Mort, vous ne vous fatigueriez pas tant,
laborieux vivants, et vous troubleriez moins souvent le sommeil de
ceux qui depuis longtemps ont mis dans le But, dans le seul vrai but
de la détestable vie ! »
* . *
- Η
θέα του νεκροταφείου, Καφενείο.
- Μοναδική επιγραφή, είπε ο περιπατητής(1)
μας. - αλλά καλά φτιαγμένη για να φέρνει
δίψα! Σίγουρα, ο ιδιοκτήτης αυτού του
κέντρου ξέρει να τιμά τον Οράτιο και
τους ποιητές μαθητές του Επίκουρου.
Ίσως μάλιστα να κατέχει τη βαθιά
εκλέπτυνση των αρχαίων Αιγυπτίων, που
δεν υπήρχε γι’ αυτούς καλό γλέντι χωρίς
σκελετό ή χωρίς ένα οποιοδήποτε έμβλημα
της συντομίας της ζωής.
Και
μπήκε, ήπιε ένα ποτήρι μπύρα απέναντι
από τους τάφους και κάπνισε αργά ένα
πούρο. Μετά του ήρθε η ιδιοτροπία να
κατεβεί μέσα σ’ αυτό το νεκροταφείο,
που το χορτάρι του ήταν τόσο ψηλό και
ελκυστικό, και όπου βασίλευε ένας τόσο
πλούσιος ήλιος.
Πραγματικά,
το φως και η ζέστη οργίαζαν, και θα ‘λεγε
κανείς ότι ο μεθυσμένος ήλιος κυλιόταν
σ’ όλο του το μάκρος πάνω σ’ ένα χαλί
από εξαίσια λουλούδια θρεμμένα από το
θάνατο. Ένα απέραντο θρόισμα ζωής γέμιζε
τον αέρα – η ζωή των αιώνια μικρών –,
κομμένο σε κανονικά διαστήματα από το
βρόντο των πυροβολισμών ενός γειτονικού
σκοπευτήριου, που ξέσπαγαν όπως η έκρηξη
των φελλών της σαμπάνιας μέσα στο βουητό
μιας συμφωνίας σε σουρντίνα.
Τότε,
κάτω από τον ήλιο που του ζέσταινε το
κεφάλι και μέσα στην ατμόσφαιρα των
φλογερών αρωμάτων του Θανάτου, άκουσε
μια φωνή να ψιθυρίζει κάτω από τον τάφο
που καθόταν. Και αυτή η φωνή έλεγε:
«Καταραμένοι να ‘ναι οι στόχοι σας και
οι καραμπίνες σας, θορυβώδεις ζωντανοί,
που σκοτίζεστε τόσο λίγο για τους
πεθαμένους και για τη θεϊκή τους ησυχία!
Καταραμένες να ‘ναι οι φιλοδοξίες σας,
καταραμένοι να ‘ναι οι λογαριασμοί
σας, ανυπόμονοι θνητοί, που έρχεστε να
μάθετε την τέχνη του φόνου κοντά στο
ιερό του Θανάτου! Αν ξέρατε πόσο εύκολο
είναι να κερδίσετε το βραβείο, πόσο
εύκολο είναι να φτάσετε το σκοπό, και
πόσο όλα είναι κενό, εκτός από το Θάνατο,
δεν θα κουραζόσαστε τόσο, εργατικοί
ζωντανοί, και θα ταράζατε λιγότερο συχνά
τον ύπνο αυτών που από πολύ καιρό έφτασαν
το Σκοπό, τον μόνο αληθινό σκοπό της
μισητής ζωής!»
_____________
(1)
Στο γαλλικό promeneur: αυτός που κάνει
περίπατο με φιλοσοφική διάθεση.
CHARLES
BAUDELAIRE
20
ΠΕΖΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
από
τη συλλογή
PETITS
POEMES EN PROSE
(LE
SPLEEN DE PARIS)
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
ΕΥΑ ΜΥΛΩΝΑ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΙΚΑΡΟΣ 1978
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου