.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2023

Διαφορές της Φιλοσοφίας από την Επιστήμη - IΩΑΝΝΗΣ Γ. ΔΕΛΛΗΣ

 


Ο Jaspers στο παραπάνω παράθεμα υποδηλώνει ότι η φιλοσοφία, παρά το γεγονός ότι συνδιαλέγεται και συνεργάζεται με τις επιστήμες, έχει κάποιες διαφορές απ' αυτήν(1). Ο εντοπισμός και η καταγραφή διαφορών ανάμεσα στα δύο αυτά δημιουργήματα του πνεύματος δε συνεπάγεται και αξιολογική απόφανση υπέρ του ενός ή του άλλου, διότι και τα δύο συμμετέχουν στον ίδιο βαθμό στον ανθρώπινο πνευματικό και πρακτικό βίο, στην ιστορημένη ζωή του ανθρώπου, αφού και τα δύο, τόσο η φιλοσοφία με τις θεωρίες της όσο και η επιστήμη με τις εφαρμόσιμες σ' ένα βαθμό γνώσεις της, παρεμβαίνουν στο «γίγνεσθαι» του πολιτισμού.
α) Την πρώτη επισήμανση πάνω στη σχέση της Φιλοσοφίας με την επιστήμη την κάνει ο Αριστοτέλης. Η φιλοσοφία εξετάζει. Αυτό δηλαδή που φαίνεται ως πραγματικό είναι όντως πραγματικό. Η φιλοσοφία εξετάζει τα πράγματα συνθέτοντας το «καθόλου», ενώ οι επιστήμες εξετάζουν τα «επί μέρους». Οι επιστήμες ξεχωρίζουν ένα πεδίο του επιστητού κι ασχολούνται μ' αυτό χωρίς άλλη προοπτική παρά μόνο την ακριβή γνώση του. Έτσι διαφεύγει από την επιστήμη ή είναι αδιάφορο για την ίδια ν' ασχοληθεί με την «ουσία», δηλαδή τις «αρχές» του προβλήματος με το οποίο καταπιάνεται. αρκείται στη γνώση των φαινομένων. Π.χ. η Ψυχολογία ασχολείται με τα ψυχικά φαινόμενα, ενώ τα ερωτήματα σχετικά με το πρόβλημα της «ψυχής» τα αφήνει στη φιλοσοφία, και ειδικά στη Μεταφυσική. Το ίδιο και η Φυσική, η οποία σημείωσε βέβαια μεγάλη πρόοδο μέχρι το 1930 εξηγώντας πολλά φυσικά φαινόμενα, ενώ για τη σύσταση της ύλης δεχόταν μέχρι τότε μ' ελάχιστες παρεκκλίσεις τη δημοκρίτεια θεωρία για τα «άτομα» και το «κενό»(2).
β) Μια άλλη διαφορά συναφής προς την προηγούμενη είναι ότι η Φιλοσοφία ερευνά τις «αρχές των όντων» και είναι περισσότερο γνώση θεωρητική και λιγότερο πρακτική και εφαρμόσιμη, ενώ η επιστήμη παράγει σε μεγάλο βαθμό πρακτικές και εφαρμόσιμες γνώσεις, ενώ σε πολλές περιπτώσεις διατυπώνει θεωρίες για τις οποίες υπάρχει πιθανότητα να εφαρμοσθούν στο μέλλον. Ο θεωρητικός χαρακτήρας της φιλοσοφίας σε καμία περίπτωση δεν είναι δυνατόν να οδηγεί στον ανυπόστατο ισχυρισμό ότι η φιλοσοφία είναι ουτοπική ενασχόληση ή δονκιχωτισμός του πνεύματος ή καταφύγιο ρομαντικής διάθεσης. Εξάλλου και πολλές από τις λεγόμενες εφαρμοσμένες επιστήμες κατασκευάζουν θεωρίες και επιχειρούν συνεχείς προσεγγίσεις προβλημάτων. Έτσι η αντίληψη που θέλει την εφαρμοσιμότητα ως ριζική διαφορά της φιλοσοφίας από την επιστήμη φαίνεται ότι δεν είναι ασφαλής. Το προνόμιο όμως που διεκδικεί και κατέχει η φιλοσοφία είναι ότι ασχολείται με τα προβλήματα που συνθέτουν την πραγματικότητα των εκφάνσεων της ζωής(3). Εξάλλου η φιλοσοφία ασκεί κανονιστικό ρόλο πάνω στις άλλες επιστήμες. Ο J. Piaget γράφει, με την προκαταβολική δήλωση ότι την ιδέα αυτή την αποδέχονται όλες οι σχολές:
«Σκοπός της φιλοσοφίας είναι να πετύχει μια γενική εναρμόνιση των ανθρωπίνων αξιών, δηλαδή μιαν αντίληψη του κόσμου που λαβαίνει υπόψη της όχι μόνο τις αποκτημένες γνώσεις και την κριτική αυτών των γνώσεων, αλλά και τις πεποιθήσεις και τις ποικίλες αξίες του ανθρώπου σε όλες του τις εκδηλώσεις. Η φιλοσοφία ξεπερνά λοιπόν τις θετικές επιστήμες και τις τοποθετεί με κριτήριο ένα σύνολο αξιολογήσεων και σημασίας εκτεινόμενο από την «πράξη» ως τις καθαυτό μεταφυσικές»(4).
Εξαιτίας ακριβώς αυτής της αποστολής της η φιλοσοφία δεν έχει καμία υποχρέωση ν' απολογείται, όταν μέσα στο κύμα του σύγχρονου επιστημονικού ωφελιμισμού και στο κυνήγι της εφαρμοσμένης γνώσης απαξιώνεται επιπόλαια ή κατηγορείται άδικα για το θεωρητικό χαρακτήρα των γνώσεων που παράγει. Η φιλοσοφία δε ζητά δικαίωση από την επιστήμη, τη στιγμή που η δεύτερη στα έσχατα όριά της την έχει ανάγκη και τη χρησιμοποιεί ή ζητάει τη βοήθειά της για να ξεπεράσει το αδιέξοδο που της προκαλούν τα ίδια της τα επιτεύγματα σε σχέση με την ανθρώπινη μοίρα. Είναι παράλογο να δικάζεται η φιλοσοφία από τους υπηκόους της, δηλαδή τις επιστήμες, είχε σημειώσει ο D. Hume.
γ) Τη φιλοσοφία τη χαρακτηρίζει η «καθολικότητα», ενώ την επιστήμη η εξειδίκευση. Αυτό δε σημαίνει ότι ο ασχολούμενος με τη φιλοσοφία έχει την ψευδαίσθηση ότι κατέχει όλες τις επί μέρους επιστήμες, αλλά χρησιμοποιεί τα τελικά συμπεράσματα των διαφόρων επιστημών και προσπαθεί να τα συνενώσει σ' ένα όλο απαλλαγμένο από αντιφάσεις. Η ενότητα ως σκοπός της φιλοσοφίας σημαίνει ένα σύνολο από αλληλοεξαρτήσεις και συμπληρωματικότητες, με διεπιστημονική θεώρηση των επιστημονικών επιτευγμάτων και με σημείο αναφοράς τον άνθρωπο.
δ) Η φιλοσοφία δουλεύει με ορισμούς, έννοιες, προτάσεις, συλλογισμούς κι επιχειρήματα. Αντικείμενό της είναι κυρίως τα επιστημολογικά προβλήματα, αλλά και φαινόμενα πολιτικά, κοινωνικά, ηθικά, τα οποία επιδιώκει να ερμηνεύσει και να κατανοήσει. Η επιστήμη προσπαθεί κατά κύριο λόγο να εξηγήσει φαινόμενα φυσικά, χημικά, βιολογικά, γεωλογικά κ.ά.
ε) Έτσι προορισμός της επιστήμης είναι η εξήγηση του συγκεκριμένου αντικειμένου και φαινομένου. Προορισμός της φιλοσοφίας είναι η σύλληψη του «είναι» στις διάφορες εμπειρίες και εκδηλώσεις της ζωής.
στ) Η επιστήμη προχωράει από το ορατό στο ορατό και πάντοτε ασχολείται με ορισμένα αντικείμενα που τα έχει προσδιορίσει και οριοθετήσει με σαφήνεια. Αντίθετα η φιλοσοφία προχωράει από το αισθητό στο νοητό και πραγματεύεται το σύνολο των αντικειμένων και φαινομένων. Σχετική είναι η άποψη του Γάλλου φιλοσόφου Jacques Maritain (1882-1973), ο οποίος σημειώνει: «Ο επιστήμονας αναζητεί τους νόμους των φαινομένων, συνδέοντας ένα ορατό μ' ένα άλλο ορατό γεγονός, ενώ ο φιλόσοφος αναζητεί τη φύση της υλικής ουσίας που οι εκδηλώσεις της είναι τα φαινόμενα. Ο επιστήμονας προχωράει από το ορατό στο ορατό, ενώ ο φιλόσοφος από το ορατό στο αόρατο. Έτσι οι χώροι της φιλοσοφίας και της επιστήμης, ενώ έχουν κοινά σημεία, δεν ταυτίζονται απόλυτα. Οι επιστημονικές εξηγήσεις δεν μας αποκαλύπτουν την εσωτερική αιτία των πραγμάτων, με αποτέλεσμα να μην ικανοποιούν τις απαιτήσεις του πνεύματος, το οποίο θέτει πάντοτε ερωτήματα ανώτερης φύσης και επιδιώκει να εισδύσει στο νοητό»(5).
ζ) Η Φιλοσοφία δε διατυπώνει μόνο θεωρίες με βάση τα εμπειρικά και πειραματικά δεδομένα, όπως συμβαίνει με τις πιο πολλές επιστήμες, αλλά και κανόνες με βάση τα ιδεατά, και καλεί κάθε άνθρωπο να τους σκεφθεί και να τους ακολουθήσει.
η) Σύμφωνα με μια άλλη άποψη, η φιλοσοφία διαφέρει από την επιστήμη όχι μόνο γιατί έχει διαφορετικό πλάτος έρευνας, αλλά γιατί η επιστήμη κατευθύνεται και στοχεύει στη γνώση των αντικειμένων-φαινομένων, ενώ η φιλοσοφία επιζητεί να ερμηνεύσει και τη φύση της συνείδησης του υποκειμένου, χωρίς την οποία τα αντικείμενα για το υποκείμενο-άνθρωπο δεν θα είχαν καμιά ύπαρξη. Ο «φιλόσοφος», σημειώνει ο Νίτσε, «επιδιώκει να κάμει ν' αντηχήσει μέσα του ο συνολικός ήχος του κόσμου, για να τον εξαγάγει απ' τον εαυτό του με έννοιες». Η Φιλοσοφία δεν λογαριάζει μόνο το γνωστικό αποτέλεσμα, όπως κάνει αποκλειστικά η Επιστήμη, αλλά αυτοπραγματώνεται ως τρόπος σκέψης και αυτοκατανόησης.
θ) Η Επιστήμη, για να καταλήξει στην αποδεδειγμένη γνώση, περνά από την «εικασία», την «πεποίθηση» και τη «διανόηση», που είναι τρία στάδια της συνείδησης κατά τη γνωστική διαδικασία. Σε κάποιο από αυτά, για να μην πούμε και στα τρία, γίνεται Φιλοσοφία, παρά την αρνητική στάση της σύγχρονης επιστήμης απέναντι στη φιλοσοφία, η οποία απορρέει από την εσφαλμένη επικρατούσα αντίληψη του επιστημονικού ωφελιμισμού, της αβέβαιης εφαρμοσιμότητας και του επισφαλούς δυναμισμού της τεχνολογίας, που είναι το γέννημα των εφαρμοσμένων επιστημών.
ι) Τελειώνουμε τις αναφορές μας στο πρόβλημα της σχέσης φιλοσοφίας και επιστήμης με μια άποψη του Ι. Ν. Θεοδωρακόπουλου, την οποία έχει αποτυπώσει σε πολλά κείμενά του: «Ενώ η επιστήμη έχει σκοπό να εξηγήσει τον κόσμο της φύσης, δηλαδή τα φαινόμενα, και τούτο σημαίνει να βρει νόμους, το έργο της φιλοσοφίας αντίθετα συνίσταται στο να σώσει το νόημα της ζωής, να διατηρήσει δηλαδή την αξιοπρέπεια του ανθρώπου και συγχρόνως να εξηγήσει το αίνιγμα του κόσμου και να το παρουσιάσει λογικά-διαλεκτικά μέσα στη ζωή του πνεύματος»(6).


_____________________ 
1. Βλ. ενδεικτικά I. Ν. ΘΕΟΔΩΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, Φιλοσοφία και Ζωή, Αθήνα 1967, σσ. 293-302' βλ. Ε. ΜΠΙΤΣΑΚΗΣ, Το αειθαλές δέντρο της Γνώσεως, εκδ. Στάχυ, Αθήνα 1995, κεφ. Α , σσ. 25-68.
2. Βλ. I. Γ. ΔΕΛΛΗΣ, Η Συμβολή της Αρχαίας Ατομικής Θεωρίας στην Πρόοδο της Φυσικής το 17ο αιώνα: οι απαρχές της νέας Επιστημολογίας, Εκδ. Παν. Πατρών 1998, Εισαγωγή.
3. Βλ. Μ. MERLEAU-PONTY, «Έπαινος της Φιλοσοφίας», μτφρ. στο περιοδικό Signum, 5 (1978), σσ. 1 και 4-13. Ο Merleau ανέπτυξε «μια φιλοσοφία που επιδιώκει να αποκαλύψει την επικαιρότητα του κόσμου κι όχι να κατασκευάσει τον κόσμο μέσω των εννοιών».
4. J. PIAGET, Επιστημολογία των Επιστημών τον ανθρώπου, μτφρ. Φ. Χατζιδάκη, εκδ. Ράππα, Αθήνα 1972, σ. 27.
5. J. MARITAIN, Distinguer pour unir les degrés du Savoir, 1932, σ. 94. Ο Μπασελάρ, επιφανής επιστημολόγος του αιώνα μας, διατυπώνει μια παρόμοια άποψη μ' εκείνη του Ayer, ότι δηλαδή η φιλοσοφία έχει ανάγκη από την επιστήμη. Φθάνει στο σημείο να υποστηρίξει ότι «η επιστήμη δημιουργεί τη φιλοσοφία», γιατί η ίδια την έχει ανάγκη. Η επιστήμη έχει πάντοτε και μια φιλοσοφική συνιστώσα. Βλ. Τ. MARY, Μπασελάρ - Επιστήμη και αντικειμενικότητα, μτφρ. Σ. Παπαχαρίσης - Γ. Φουρτούνης, Παν. Εκδ. Κρήτης, 1999, σσ. 21-25.
6.1. Ν. ΘΕΟΔΩΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, Φιλοσοφία και Ζωή, ό.π., σ. 302.


IΩΑΝΝΗΣ Γ. ΔΕΛΛΗΣ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ τυπωθήτω ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΑΡΔΑΝΟΣ 2002

Δεν υπάρχουν σχόλια: