Ας επανέλθουμε στην ιστορία μας καταφεύγοντας λίγο στην ανεκδοτολογία. Η Πανδώρα μπήκε στο σπίτι του Επιμηθέα, έγινε η πρώτη σύζυγος των ανθρώπων. Ο Δίας τής ψιθυρίζει στο αυτί τι πρέπει να κάνει. Στο σπίτι του Επιμηθέα, όπως σε όλα τα σπίτια των Ελλήνων γεωργών, υπάρχουν ένα σωρό πιθάρια και ανάμεσά τους ένα μεγάλο πιθάρι κρυμμένο, που δεν πρέπει κανείς να το πειράξει. Τι είναι αυτό το πιθάρι; Λένε ότι το έφεραν οι Σάτυροι, τίποτα όμως δεν είναι σίγουρο. Μια μέρα λοιπόν που ο άντρας της Πανδώρας λείπει, ο Δίας τής ψιθυρίζει στο αυτί να πάει και να ξεσκεπάσει το πιθάρι και αμέσως, χωρίς χρονοτριβή, να ξαναβάλει το καπάκι στη θέση του. Κάνει ό,τι της λέει. Πλησιάζει λοιπόν τα πιθάρια, που είναι ένα σωρό. Άλλα έχουν μέσα κρασί, άλλα σιτάρι ή λάδι, όλα τα αποθέματα σε τρόφιμα εκεί βρίσκονται. Η Πανδώρα σηκώνει το καπάκι από το κρυμμένο πιθάρι και, διαμιάς, όλα τα κακά, όλες οι συμφορές ξεχύνονται στο σύμπαν. Την ώρα που η Πανδώρα ξαναβάζει το καπάκι στη θέση του, έχει μείνει μέσα η ελπίς, η προσδοκία όσων θα γίνουν στο μέλλον, η οποία δεν πρόλαβε να βγει από το πιθάρι.
Για όλα τα κακά λοιπόν που υπάρχουν στον κόσμο φταίει η Πανδώρα. Η ίδια η παρουσία της Πανδώρας ενσάρκωνε όλα τα κακά και τώρα, που άνοιξε το πιθάρι, πολλαπλασιάστηκαν. Ποια είναι αυτά τα κακά; Μυριάδες: κούραση, αρρώστιες, θάνατος, ατυχήματα. Οι συμφορές διαθέτουν μια φοβερή κινητικότητα, πηγαινοέρχονται αδιάκοπα, δε στέκονται ποτέ σε ένα μέρος. Δεν είναι ορατές, δεν έχουν σχήμα και μορφή, ούτε μπορεί κανείς να τις ακούσει, σε αντίθεση με την Πανδώρα, που χαίρεσαι να τη βλέπεις και να την ακούς. Ο Δίας δεν επέτρεψε να έχουν οι συμφορές μορφή και φωνή, ώστε οι άνθρωποι να μην μπορούν να προστατευτούν ούτε να τις αποδιώξουν. Οι συμφορές που οι άνθρωποι προσπαθούν να αποφύγουν, επειδή ξέρουν πόσο απαίσιες είναι, παραμένουν κρυφές και αόρατες, κανείς δεν μπορεί να τις διακρίνει. Η συμφορά την οποία βλέπουν και ακούν, η γυναίκα, συγκαλυμμένη κάτω από τη γοητεία της ομορφιάς, της ηδύτητας, των λόγων της, μας έλκει και μας μαγεύει αντί να μας τρομάζει. Ένα γνώρισμα της ανθρώπινης ύπαρξης είναι ο διαχωρισμός ανάμεσα στα φαινόμενα, σε όσα βλέπουμε και ακούμε, και στην πραγματικότητα. Αυτή είναι η μοίρα των ανθρώπων, όπως τη μηχανεύτηκε ο Δίας, απαντώντας στις πονηριές του Προμηθέα.
Ο οποίος δεν τη γλιτώνει, αφού ο Δίας τον καρφώνει μεταξύ ουρανού και γης, στη μέση ενός βουνού, σε ένα στύλο, και τον αλυσοδένει χειροπόδαρα. Ο Προμηθέας, που χάρισε στους ανθρώπους την τροφή των θνητών, το κρέας, γίνεται ο ίδιος βορά για τον όρνι του Δία, τον αετό που κουβαλάει τον κεραυνό του, τον αγγελιοφόρο της ακατανίκητης δύναμής του. Ο Προμηθέας γίνεται ο ίδιος θύμα, κομμάτι κρέας από τη σάρκα του σφάγιου. Καθημερινά, ο αετός του Δία τού τρώει ολόκληρο το συκώτι και κάθε νύχτα το συκώτι του αναπλάθεται ακέραιο, ώστε την άλλη μέρα ο αετός να βρει άθικτο το γεύμα του. Η κατάσταση αυτή θα συνεχιστεί ως τη στιγμή που ο Ηρακλής, με τη συγκατάθεση του Δία, θα ελευθερώσει τον Προμηθέα. Ο Προμηθέας αποκτά μια μορφή αθανασίας, ως αντάλλαγμα για το θάνατο του Κενταύρου Χείρωνα. Ο Χείρωνας, εκπολιτιστής ήρωας ο οποίος δίδαξε στον Αχιλλέα και σε πολλούς άλλους πώς να γίνουν τέλειοι ήρωες, τραυματίστηκε, υπέφερε και το τραύμα του δεν είχε γιατρειά, ούτε μπορούσε και να πεθάνει, όπως ευχόταν. Έγινε λοιπόν μια ανταλλαγή. Ο Χείρωνας έλαβε το θάνατο και ο Προμηθέας την αθανασία του Χείρωνα. Και ο ένας κι ο άλλος ελευθερώθηκαν.
Ο Προμηθέας τιμωρήθηκε με τον τρόπο που αμάρτησε. Θέλησε να προσφέρει στους θνητούς το κρέας, και ειδικά το συκώτι, που αντιπροσωπεύει ένα εκλεκτό κομμάτι του σφάγιου, αφού στο όργανο αυτό διαβάζουν οι θνητοί αν οι θεοί αποδέχονται τη θυσία. Ο Προμηθέας γίνεται και αυτός με τη σειρά του σφάγιο, προσφέροντας το συκώτι του, εκλεκτό έδεσμα για τον αετό του Δία. Ο αετός αυτός είναι σύμβολο του θεϊκού κεραυνού, πυρφόρος, κεραυνοβόλος. Η φωτιά που έκλεψε ο Τιτάνας επιστρέφει κατά κάποιο τρόπο στο συκώτι του και στήνει φαγοπότι χωρίς τελειωμό.
Υπάρχει ακόμα μια λεπτομέρεια, ιδιαιτέρως σημαντική. Ο Προμηθέας είναι ένα πλάσμα διφορούμενο, η θέση του στο θεϊκό κόσμο δεν είναι σαφώς καθορισμένη. Η ιστορία αυτή του συκωτιού, που το καταβροχθίζει το πρωί ο αετός και ξαναγίνεται ακέραιο το βράδυ, δείχνει ότι ο χρόνος και η ζωτικότητα μπορούν να είναι τριών ειδών. Υπάρχει ο χρόνος των θεών, η αιωνιότητα όπου δε συμβαίνει τίποτα, τα πάντα βρίσκονται στη θέση τους, τίποτα δε χάνεται. Υπάρχει ο χρόνος των ανθρώπων, που είναι ένας χρόνος γραμμικός, που κινείται προς την ίδια κατεύθυνση πάντα, γεννιόμαστε, μεγαλώνουμε, ενηλικιωνόμαστε, γερνάμε και πεθαίνουμε. Όλα τα ζωντανά πλάσματα υπόκεινται στην εξουσία του. Όπως λέει ο Πλάτωνας, είναι ένας χρόνος που κινείται σε ευθεία γραμμή. Υπάρχει, τέλος, ένας τρίτος χρόνος, στον οποίο παραπέμπει το συκώτι του Προμηθέα, ένας χρόνος κυκλικός ή σπειρωτός. Φανερώνει μια ύπαρξη όμοια με του φεγγαριού, λόγου χάρη, που μεγαλώνει, χάνεται και στη συνέχεια ξαναγεννιέται, εσαεί. Ο προμηθεϊκός αυτός χρόνος προσιδιάζει στο χρόνο των άστρων, στις κυκλικές κινήσεις τους, δηλαδή, που εγγράφονται στο χρόνο και με τις οποίες μετράμε το χρόνο. Δεν είναι η αιωνιότητα των θεών, δεν είναι όμως ούτε ο επίγειος χρόνος, ο θνητός χρόνος, που κινείται μονίμως προς την ίδια κατεύθυνση. Είναι ένας χρόνος τον οποίο οι φιλόσοφοι θα ορίσουν ως κινούμενη εικόνα της ακίνητης αιωνιότητας. Το πρόσωπο του Προμηθέα επίσης υπερβαίνει, όπως το συκώτι του, το γραμμικό χρόνο των ανθρώπων και την αιώνια ύπαρξη των θεών. Ο διαμεσολαβητικός του ρόλος στην ιστορία αυτή είναι απολύτως σαφής. Εξάλλου, βρίσκεται μεταξύ ουρανού και γης, στη μέση ενός στύλου, στο μεσοδιάστημα. Συμβολίζει τον αρμό που συνδέει μια εποχή πολύ μακρινή — όταν στον οργανωμένο αυτόν κόσμο δεν υπήρχε ακόμα ο χρόνος, όταν οι θεοί και οι άνθρωποι ζούσαν όλοι μαζί, όταν βασίλευε η ανυπαρξία του θανάτου, η αθανασία — με την εποχή των θνητών, που ζούνε εφεξής χωριστά από τους θεούς, υπόκεινται στο θάνατο και στο χρόνο που κυλά. Το συκώτι του Προμηθέα μοιάζει με τα άστρα, που δίνουν το ρυθμό και το μέτρο στη θεϊκή αιωνιότητα, και παίζει έτσι ρόλο διαμεσολαβητικό ανάμεσα στο θεϊκό κόσμο και τον ανθρώπινο.
JEAN-PIERRE VERNANT
TO ΣΥΜΠΑΝ, ΟΙ ΘΕΟΙ, ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ
Ελληνικές ιστορίες για τη δημιουργία του κόσμου
Μετάφραση Τιτίκα Δημητρούλια
Εκδόσεις Πατάκη 2001
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου