Σε συσχέτιση
με το υπό έκδοσιν βιβλίο μου «Το Κλάσμα»
παρατηρούμε, ότι το πιο πολυσυζητημένο
νούμερο της εποχής μας, ο 666, είναι ένας
αριθμός, που γράφεται στην Αποκάλυψη
με τον αρχαιοελληνικό τρόπο, δηλαδή
χξς' (βλ. Εισ. Β',α' & β'). Βλέποντας, ότι
το αποκαλυψιακό γράφημα (Αποκ. ΙΓ' 18)
αρχίζει με το Χ, μπορούμε να παρατηρήσουμε
τα ακόλουθα:
1)Αριθμοί
καλούνται τα ρωμαϊκά στρατιωτικά
τάγματα.
2)Ο
τύπος «εξακόσιοι εξήκοντα εξ»
(αρσενικού γένους) δηλώνει πλήθος
ανθρώπων, δηλ. στρατιωτών.
3)Η
έννοια της «ταβέρνας»,
όπως αναλύεται στο κείμενό μου για το
«Σενάριο της Συνθήκης Schengen», δηλώνει
και σταθμόν επί των ρωμαϊκών στρατιωτικών
οδών. (βλ. σελ. 82 επ.)
Όλα
αυτά μας πείθουν πλέον πως συγκεκριμένος
αρχηγός, (εσσήν), που ελέγχει τον κόσμο
με τα στρατιωτικά του τάγματα (οπλίτες),
έχει στρατοπεδεύσει στους δρόμους (στα
διόδια) και έχει στήσει το μαγαζάκι του
(σκηνή ή Schenke), για να τα παίρνη απ' τον
κοσμάκη (πολίτες). Ο αρχηγός αυτός (φυσικό
ή νομικό πρόσωπο) λέγεται Χξς'
και η πλησιέστερη λέξη, που διαθέτουμε
για να κάνουμε συλλογισμούς, είναι το
όνομα «Υξώς».
Οι
Υξώς, οι σκληροί και απάνθρωποι (όπως
αναφέρονται) κατακτηταί της Αιγύπτου,
έχουν ένα περίεργο όνομα που ετυμολογείται
από τον Ιώσηπο με τις λέξεις υκ (=βασιλιάς)
και σως (=ποιμήν, βοσκός). Το όλο κείμενο
(Μαν.π.Ιωσ.απ.Ι.14) αναφέρει:
«Το
σύμπαν Αιγυπτίων έθνος ύκσως, τούτο δε
εστί βασιλείς ποιμένες. Το γαρ υκ καθ'
ιεράν γλώσσαν βασιλέα σημαίνει, το δε
σως ποιμήν εστί, και ποιμένες κατά την
κοινήν διάλεκτον, και ούτω συντιθέμενον
γίνεται ύκσως. Τινες δε λέγουσιν αυτούς
Άραβας είναι».
Ο
λαός αυτός, που λέγεται πως οι Έλληνες
τους αποκαλούσαν επίσης Μενατιού
(=ποιμένες) ή Σατιού (=Τοξότες, πρβλ.
σαΐττα, στη δημοτική, απ' τη sagitta, στα
λατινικά), πήρε τ' όνομά του απ' τον
βασιλιά του Υξώς, τροποποίηση του
ονόματος -τίτλου Χικ-Σασιού, που αποδόθηκε
στα ελληνικά σαν Υκουσσός. Είναι προφανές,
λοιπόν, πως ένας άνθρωπος, σαν ηγέτης ή
πατριάρχης (βασιλιάς), δηλ. ο γενάρχης
ενός λαού, δίνει το όνομα του στο λαό
αυτό και η ίδια λέξη (π.χ. Υξώς ή Πέρσης)
σημαίνει και ένα άτομο και ένα πλήθος
(βλ. πάλι Αποκ. ΙΓ',18).
Η
δασυνόμενη λέξη χικ είναι προφανές πως
προφερόταν χυκ ( το βραχύ εν προκειμένω
δίχρονον ι αποτελεί απλούστευση του
μακρού πρότερον διχρόνου υ), δηλ. χιίκ
και (τροπή του διχρόνου ι στο δίχρονο
α) χιίκ ή καίκ (τροπή του ουρανικού χ στο
ουρανικό κ). Έτσι εξηγείται η ονομασία
Χαΐκ του γενάρχη των Αρμενίων, πρόσωπο,
το οποίο πολλοί δεν δέχονται ως ιστορικό,
παράγοντας τη λέξη χάϊκ από την επίσης
αρμενική λέξη χάι (=αρχηγός, πρβλ. και
high = ψηλός στα αγγλικά ή χαϊρίκ = πατέρας).
Ωστόσο η Αρμενία, που λέγεται και Αραράτ
και Αϊουσδάν και Χαϊασδάν (=ψηλή γη,
ορεινή, πρβλ. Ραμά= Ορεινή στην Π.Δ.)
δείχνει τη στενή ετυμολογική σύνδεσή
της με τη λέξη Χαϊκ ή Κάϊκ (βλ. και
παρακείμενον ποταμόν Κάικον, τώρα
Μανδραγοράι, στη Μεγάλη Μυσία, απέναντι
από τη Λεσβο). Η όλη έννοια του αγά (ή
αγού) η επικεφαλής ηγέτη, Ψηλού, βγαίνει
απ' την ελληνική λ. καικύλη (=κεφαλή),
σμικρυντικό τύπο της (απωλεσθείσης) λ.
καΐκη (απ' όπου caesar στα λατινικά και
Keiser στα γερμανικά και czar = τσάρος στα
ρωσικά). Η βαβυλωνιακή λ. I-Ku-u ή I-Ku ή Ku
(=ηγεμών των άστρων αστήρ) για τον aTau
(Aldebaran) και η αρχαιοτουρκική χακάν (τίτλος
για τους κινέζους αυτοκράτορες)
αντανακλώνται στο βυζαντινό τίτλο
χαγάνος (για το θρησκευτικό αρχιγό των
Χαζάρων), που επικράτησε σαν χάνης ή χαν
(=ηγεμών). Όλοι αυτοί οι τύποι προέρχονται
από την αρχική Παλαιοελληνική λ. χάϊος
(τροπή του ουρανικού κ στο ουρανικό χ),
που σημαίνει τη γκλίτσα του τσοπάνη ή
(κατά τον Ιώσηπο) -Ύκ. Η εικόνα της γκλίτσας
(χάϊος) συμβόλισε τελικά τη λ. χάϊος 9στο
συγκριτικό βαθμό: χαϊώτερος), που σημαίνει
τον γνήσιο, τον αληθινό, τον αγαθό, τον
ευγενή (άρα και χυκ ή υκ = βασιλεύς =
εσσήν), μέχρι που έφθασε στον ύψιστο
τύπο Χου= «Αυτός» στου Μπεκτασσήδες
(πρβλ. «αυτός έφα» στους Πυθαγορείους).
Ο
συσχετισμός των ονομάτων, των εννοιών
και των συμβολισμών παρατίθεται για να
κατανοηθή καλώς η εξής λειτουργική
αλληλουχία:
1)Ο
Ήλιος απ' τους Έλληνες λέγεται και
Περσεύς. Ο Περσεύς ήταν γαμπρός του
Κηφέως απ' την κόρη του Ανδρομέδα και η
Τεγέα, που λεγόταν και Αφειδάντιος
κλήρος, ήταν γνωστή και σαν «Καφέως
Άστυ», άρα εκεί κατοικούσε αυτός ο Καφεύς
(στα Δωρικά) ή Κηφεύς ή Κηφάς (στη γλώσσα
του Ευαγγελίου).
2)Ο
Περσεύς είναι γενάρχης των Περσών ή
Κηφήνων, που λέγονταν έτσι απ' τον πεθερό
του Περσέως και κατοικούσαν στην περιοχή,
που απ' αυτούς λεγόταν Περσία ή Ιράν και
περιελάμβανε τότε όλη τη Μ. Ασία.
3)Το
χρυσάφι, που είναι (από πλευράς Αστρολογικής
Θεωρίας) το μέταλλο του Ήλιου ή Περσέως,
χρησιμοποιήθηκε για την κοπή χρυσών
νομισμάτων (νομισματοκοπή) στην περιοχή
απ' το 700 π.Χ. περίπου (κατά τον Ηρόδοτο
απ' το 800 π.Χ.). Ο χρυσός, που σαν στοιχείο
στον Περιοδικό Πίνακα έχει αριθμό 79,
βρίσκεται επικεφαλής της 11ης σειράς
(ΙΒ), που περιλαμβάνει τον χαλκό (ΑΑ29)
και τον άργυρο (ΑΑ47) και τον χρυσό (ΑΑ79),
και για το λόγο αυτό λέγεται «σειρά της
νομισματοκοπής», ενώ η 12η σειρά αρχίζει
με τον τσίγκο ή ψευδάργυρο (ΑΑ30, πρβλ.
και τα 30 αργύρια του Ισκαριώτη ή S-K-R),
που κι αυτός χρησιμοποιήθηκε στη Σικελία
για ευτελή νομίσματα, ενίοτε και αλλού
στον χώρο της Ευρώπης.
4)Τα
νομίσματα φυλάσσονταν στο πουγγί
(=βαλάντιον), που στη γνήσια δημοτική
λέγεται περσίκι (απ' τον Περσέα) και
στους ναούς παρίσταται με το χώρο που
είναι γνωστός μας σαν παγγάρι (και στους
αρχαίους ναούς σαν «θησαυρός»).
5)Τα
πρώτα νομίσματα φτιάχτηκαν από ήλεκτρο
(αυτοφυής χρυσός με 30% άργυρο), που λεγόταν
«φωκαϊκό» ή «κυζικηνόν χρυσίον», επειδή
πρωτοπαρουσιάστηκαν στη Φώκαια και
στην Κύζικο, πόλεις της Μ. Ασίας, ενώ στα
σημερίνα έγχρωμα κράματα χρυσού ο
αριθμός 666 διατηρείται στον τύπο «πράσινος
χρυσός» (χρυσός 666-άργυρος 334) και
«ωχροκίτρινος χρυσός» (χρυσός 334-άργυρος
666).
Εν
κατακλείδι είναι προφανές πως στην
ευρύτερη περιοχή, της Περσίας ή Μ. Ασίας,
στις 7 Εκκλησίες της οποίας αποστέλλει
τις Επιστολές του ο απόστολος Ιωάννης,
υπάρχουν οι Αριθμοί ή Numerus (=αριθμός),
δηλ. στράτευμα,
που είναι numerus (=μέτρον) ενός numen (=βούληση,
δύναμη, εξουσία, δαίμονες) που έχει nomen
(=όνομα, δάνειον)
ενός Νόμου της Νομής (δηλ. διανέμει=είναι
αγαθοδότης = 666 = δωρίζει = Schenken) και αυτό
το όνομα είναι χξς' ή «Υξώς» ή Χυκ Σασίου
ή «Υκουσσός», που σημαίνει «αρχηγός των
τοξοτών». Ποιος είναι ο «τοξότης» μας
το λέει καθαρά και απερίφραστα η
αρχαιοελληνική Γραμματεία (Πλουτ. Αγησ.
15 & Αρτξρ. 20): «του περσικού νομίσματος
χάραγμα τοξότου έχοντος».
Αυτό
είναι το «χάραγμα του Θηρίου» ή χξς', ο
Περσικός Δαρεικός, «χάραγμα τοξότου»,
γιατί οι Έλληνες ονόμαζαν Τοξότην τον
(αστερισμό) Κένταυρο, τους δε Κενταύρους
ονόμαζαν Φήρες, δηλ. Θηρία. Ο Δαρείος
αυτός βασιλεύς των Περσών, που οι Έλληνες
τον έλεγαν Ενδαρείον από το περσικό
Δαριαύους Βιστάσπα, ωνομάσθηκε Σέττου-Ρε
απ' τους Αιγυπτίους, όταν κατέκτησε την
Αίγυπτο και έγινε Φαραώ (βλ. εισ. Β, ια'),
δηλ. χρησιμοποίησε σα δεύτερο συνθετικό
του ονόματός του τη λέξη Ρε ή Ρα= θεός
Ήλιος (στους Αιγυπτίους) και σαν πρώτο
συνθετικό τη λέξη Σέττου ή Σέτου ή Σετ
ή Σεθ ή Σηθ, που είναι το όνομα του Σατανά,
όπως είδαμε στην αναφορά της ρωμαϊκής
γιορτής (Saturnalia), προφανώς σε ανάμνηση
του Σέτου Α', πατέρα του Ραμσή Β' που
έκανε στην Άβαριν προσκύνημα στον Σηθ
για τα 400 χρόνια της καθιδρύσεως της
θρησκείας του και αναφέρεται στην «Εορτή
των Τριακονταετηρίδων» ή «Εορτή της
Ουράς» (βλ. Εισ.Β', σελ. 156).
Επομένως
ο τοξότης, που ρίχνει το βέλος, στην
ουσία κάνει χρήση ενός οβολού, λέξη που
βγαίνει απ' το ρήμα βάλλω, που σημαίνει
«ρίπτω» και κατά συνέπειαν παρέχει δύο
κύριες σημασίες στην παρούσα ανάλυση:
1)Το
ρίξιμο του βέλους προς ένα στόχο.
2)Το
ρίξιμο του κέρματος στη σχισμή του
παγγαρίου γενικά τη διολίσθηση ενός
νομίσματος μέσα στο κας (=cash).
Επομένως
η αντιπαλότητα δύο ομάδων για το γέρας
(=βραβείο), που μπορεί να είναι ένα νόμισμα
ή μια ποσότητα πολύτιμου υλικού ή κάποιο
δώρο υλικής ή ηθικής αξίας ή κάποια
υπηρεσία (πράξη ή αποχή), εκφράσθηκε με
διαφορετικά σίγλα, που γρήγορα πήρα ντη
μορφή σημαίας ή αετού (τότε στους Ρωμαίους
και τώρα στο αμερικάνικο δολλάριο), με
διαφορετικά χρώματα. Η ιστορία μας
διασώζει την πληροφορία, ότι στη Ρώμη
οι αντίθετες ομάδες είχαν το λευκό χρώμα
(Λευκοί ή Albati) και το ερυθρό χρώμα
(Κόκκινοι ή Russati), αργότερα δε προσετέθησαν
οι Πράσινοι (Prasini ή ΠΑΣΟΚ τώρα) και οι
Βένετοι (Veneti ή Γαλάζιοι ή Ν.Δ. Τώρα),
γνωστοί απ' τη «Στάση του Νίκα» στον
Ιππόδρομο της Κωνσταντινουπόλεως επί
Ιουστινιανού. Υποστηρίζω, ότι η αντίθεση
Ερυθρού – Λευκού στη Ρώμη, που αναζωπυρώθηκε
στη μεσαιωνική Αγγλία σαν «Πόλεμος των
Δύο Ρόδων» (Υόρκης και Λάνκαστερ),
ξεκίνησε απ' την αντίθεση των Δύο
Βασιλείων στην αρχαία Αίγυπτο, όπου το
κόκκινο και το λευκό στέμμα συμβόλιζαν
αντιστοίχως το Κάτω και το Άνω Βασίλειο.
Η
κατάσταση στο ενοποιημένο πλέον βασίλειο
της Αιγύπτου ή Μισίρι παίρνει μια
δραματική οικονομική τροπή μετά την
εγκατάσταση στο θώκο του Υπουργείου
Οικονομικών της Αιγύπτου, αμέσως μετά
το Φαραώ, του Ιωσήφ, γιού του Ιακώβ, που
οι Αιγύπτιοι τον λέγανε Άβρεχ και ο
Φαραώ Ψονθομφανήχ (=«Αυτός μέσω του
οποίου ομιλεί ο Θεός ο Ζων»). Ο Ιωσήφ, ως
γιος του Ιακώβ, είναι αδελφός του Ισσαχάρ
και του Ρουβήν, που προέκυψε όταν η Λεία
(η 1η σύζυγος του Ιακώβ0 αγόρασε = skr απ'
τη Ραχήλ (τη 2η σύζυγο του Ιακώβ) το
δικαίωμα να κοιμηθή με τον Ιακώβ,
προσφέροντάς της = skr τα μήλα του
μανδραγόρα, που μάζεψε ο Ρουβήμ κι έτσι
γεννήθηκε ο Ισσαχάρ (= Ις, δηλ. άνθρωπος
& Σαχάρ, μισθός) = άνθρωπος ή γιος, που
προήλθε από εκμίσθωση, από εξαγορά.
Επομένως
το σημιτικό (άρα και εβραϊκό) ρήμα S-K-R,
που σημαίνει μισθώνω, εκμισθώνω, εξαγοράζω
και βέβαια σαν ουσιαστικό σημαίνει
μισθός και γενικά χρηματική αμοιβή για
κάποιο έργο ή υπηρεσία, απ' τον Ισσάχαρ
καταλήγει στον Ιούδα Ισκαριώτη, που ως
ταμίας της ομάδος του Ιησού, ήταν βέβαια
και αυτός «ένας άνθρωπος της μισθοδοσίας
ή του μισθού», δηλ. S-K-R.
Η
αναφορά στην ανθρωποκτόνο επίδραση και
σκοπιμότητα του χρήματος αναλύεται στο
μυθιστόρημα (fiction) του Α.Ε. Van Voght με τίτλο
«η Βίβλος του Φθα» (ή, σε άλλη εκδοση,
«Πταχ»), όπου τα δολοφονικά πουλιά, που
επιτίθενται στα πλήθη των πιστών και
αθώων ανθρώπων (αιγυπτίων), βγάζουν μια
χαρακτηριστική κραυγή:
S..........K............rrrrrr
S..........K............rrrrrr
S..........K............rrrrrr
Συγκρίνοντας
τα σχετικά με τους βόλους, όπως αναφέρθηκαν
στο κεφ. IV (Σιμωνία κλπ), βλέπουμε ότι η
ανάλυση της καταστάσεως με τους
προαναφερθέντες Βένετους, δείχνει να
προέρχεται από το λατινικό ρήμα
venio=έρχομαι (χρόνοι: venio, veni, ventum, venire, βλ.
& θαμιστικό ρήμα ventito=φοιτώ, συχνάζω,
έρχομαι συχνά, αλλά και ventilo= εκθέτω
στον άνεμο,
αερίζω, ριπίζω, ριπτάζω, σείω, διακινώ
τι).
Τα πανιά των πλοίων (λατίνια), που
φουσκώνουν για να περάσουν τη θάλασσα
μεταφέροντας τα μπαχαρικά (εμπορεύματα
δια θαλάσσης), δείχνουν την έννοια της
ονομασίας Γαληνοτάτη για τη Βενετία,
πόλη των θαλασσινών, δηλ. εμπόρων, απ'
την ελληνική λέξη «γαλήνη», που σημαίνει
την «ηρεμία της θάλασσας», κατ' αρχάς
και μεταφορικά την «ψυχική ηρεμία του
ανθρώπου», αργότερα (πρβλ. Γαλιλαία >
εβραϊκή λέξη γκαλέιλ = 1: κύκλος και 2:
αιγιαλός, παραλία). Αυτή η ετυμολογία
μας οδηγεί σε μια ολόκληρη σειρά λογικών
συσχετισμών, που ρίχνουν περισσότερο
φως στην προσπάθεια αποκωδικοποιήσεως,
που κάνουμε. Πράγματι η λέξη «πώλησις»
= «πράσις», αποδίδεται με την λατινική
λέξη venus, (γεν. venus, ή venum, γεν. Veni) απ' το
λατινικό ρήμα vendere ή vaenire (= πωλείν), απ'
όπου προέρχεται και η λατινική λέξη
venundo, venumbo (χρόνοι: do dedi, datum, dare= πιπράσκω,
πωλώ). Είναι λογικό να σκεφτούμε, ότι τα
ρήματα αυτά προέρχονται από ένα παλαιότερο
λατινικό ρήμα, το ρήμα venor (χρόνοι: venor,
venatus sum, venari), που σημαίνει: 1)θηρεύω
(=κυνηγώ, σε εξωτερική ερμηνεία) και 2)
επιδιώκω (=προσπαθώ να κάνω ή να επιτύχω
κάτι, σε εσωτερική ή μεταφορική ερμηνεία).
Τα ρήματα αυτά έχουν ιδιαίτερη ερμηνευτική,
δηλ. αποκωδικοποιητική αξία, στην
περίπτωση της αναλύσεως της διαμάχης,
(ειδικότερα «πάλης») ανάμεσα στον Ιακώβ
και στον «κυνηγό» αδελφό του Ησαύ.
Επομένως
το να προσπαθής να επιτύχης κάτι δείχνει,
ιδιαίτερα στο συνηθισμένο και δημοφιλές
στην παλιά εποχή παιχνίδι των πεσσών,
την προσπάθεια να φτάσης στην «καλλίτερη
ριξιά», δηλ. να φθάσης στον αριθμό 35 (ο
μεγαλύτερος δυνατός συνδυασμός των
βόλων), που στα λατινικά λέγεται Venus (ή
venerus jactus) και στα ελληνικά Αφροδίτης
Μίδα, ή Ηρακλής, αν όλοι οι αριθμοί είναι
διαφορετικοί (Εύβου. 58), δηλ. αν δείχνουν
(καθένας απ' τους τέσσερις ριπτόμενους
κύβους) διαφορετική καθένας πλευρά.
Αυτό βγαίνει απ' τους συνδυασμούς, που
κάνει ο αστράγαλος (κότσι) μέσω των 4
πλευρών, το χίον, το κώον, το ύπτιον και
το πρανές. Το χίον μας δίνει το βόλο
(ριξιά), που (Αριστ. Ρητ. 1371a), που ξεκίνησε
σαν απλό «αρτιάζειν», δηλ. μονά-ζυγά στη
χούφτα (γύαλον) του ενός (στα λατινικά
par-impar, πρβλ. barcode), βασίστηκε κατ' αρχάς
στα κότσια (αστραγάλους), λέξη που στα
ελληνικά λέγεται και άστρις και άστριχος.
Στα λατινικά όμως η λέξη talus μας συνδέει
αυτομάτως με τις ευρωπαϊκές λέξεις
talon & talon = πτέρνα.
Ωστόσο
η φλέβα του Τάλω, ξεκινάει απ' το λαιμό
του (ή αυχένα), για να καταλήξη στην
φτέρνα, δείχνει τη διπλή κατ' αρχάς (και
πολλαπλή μετά) έννοια της λέξεως
αστράγαλος σε συνδυασμό και με τον
τεχνητό αστράγαλο του Αχιλλέως.
1)σπόνδυλος
του τραχήλου (Όμηρος Ξ466, κ560)
2)τους
καρπούς της χειρός (βλ. Δανιήλ, Ε5, όπως
αναλύθηκε).
3)το
οστούν ανάμεσα στα όστα της πτέρνας και
της κνήμης, με ανώμαλο κυβοειδές σχήμα,
προφανώς απ' τον κύβο.
4)κύβος.
5)αρχιτεκτονικό
κόσμημα Ιωνικού ρυθμού.
6)γυναικείο
κόσμημα, ιδίως τα ενώτια (=σκουλαρίκια).
7)μέτρο,
που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι γιατροί.
8)το
φυτό ψευδόροβος ο μέλας (orobus niger) κατά
τον Διοσκορίδη (4,61): «όμοιος ερεβίνθω»
(πρβλ. αστραγάλια=φρυκτοί ερέβινθοι)
9)οι
αστράγαλοι, η γνωστή παιδιά (παιχνίδι)
των αρχαίων.
Απ'
τη λέξη «πεσσοί» βγαίνει η λέξη πέσσα
(=486), που σημαίνει τον άβακα (=πίνακα) ή
πλινθίον των πεσσών. Συνδυάζοντας την
εντελέχεια και λειτουργικότητα του
αστραγαλισμού και της πέσσας φθάνουμε
στην εβρ. Λέξη pesah = Κότσι (Graves, Ελλ. Μύθοι,
2, σελ. 382), όπως την αναλύει και όπως θα
την δούμε να δένη (συνταιριάζη)με την
έννοια της «πτέρνας» και του Ιακώβου.
Εδώ ας σημειώσουμε πως η λέξη ΠΕΣΣΑ, που
ψηφίζει 486, είναι ισόψηφη με τις έννοιες
ΜΕΛΙΣΣΑ και ΠΕΤΡΑ, που είναι ο Πέτρος
(Ματθ. Ις´, 18), το Βασίλειον του Ιησου, η
Αιώνιος Βασιλεία, που είναι «για τα
παιδιά» (Ματθ. ΙΑ' 16 και ΙΓ' 3, βλ. και
Λουκ.1 8, 1 7). Κατά δε τον Ηράκλειτον «Αιών
εστί παις παίζων, πεσσεύων, παιδός ή
βασιλίη». Η υποβλητική φράση των Ελλήνων
«κινείν τον αφ' ιεράς» (=1382) δείχνει
γενικά διάβημα εσχάτης απογνώσεως
(=ΠΑΝΑΛΩΤΟΝ), η δε φράση «αφ' ιεράς» ή 817
δίνει τις έννοιες ΑΔΑΜΑΣΤΟΣ, ΑΦ' ΙΕΡΑΣ,
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ & ΥΔΡΟΓΟΝΟΝ, δηλώνει τη θέση
και ισχύ του «αρίστου των κύβων» (του
Ευριπίδου) στον αστραγαλισμό, που
μετασχηματίζεται σε ιερά θεση («αφ'
ιεράς») στους πεσσούς. Η προστακτική
«κίνει τον αφ' ιεράς» ψηφίζει 1332, δηλ.
1133 + 1 (βλ. 11 οριζόντιες και 11κάθετες
γραμμές στην πέσσα) και 1332 : 817 = 1,630 (δηλ.
περίπου Φ).
Η
συσχέτιση αυτών των συλλογισμών μέσα
απ' αυτές τις συγκεκριμένες λατινικές
λέξεις, μας οδηγεί στο τελικό αποτέλεσμα
της ονομασίας της θεάς Αφροδίτης με τη
λατινική λέξη Venus (γεν. Veneris), που σημαίνει,
σε πρώτη σημασία, τη θεά της ορέξεως
(πρβλ. το αριστοτέλειο «πάντες άνθρωποι
του ειδέναι ορέγονται φύσει: Μεταφυσικά,
1ος στίχος). Η όρεξη (απ' το ρήμα ορέγομαι
= επιθυμώ σφοδρά) εκδηλώνεται στον
άνθρωπο είτε σαν ανάγκη για τροφή
(πείνα), είτε σαν ανάγκη για συνουσία
(ερωτική πείνα), ο δε συνδυασμός τους
μπορεί να οδηγήση, στον φυσιολογικό και
«άνω θρώσκοντα» άνθρωπο, στην όρεξη του
ειδέναι. Επομένως όχι μόνο τα υλικά
αγαθά (τροφές), αλλά και τα πνευματικά
αγαθά (υπηρεσίες) εξοικονομούνται απ'
τους προμηθευτάς τους έναντι χρημάτων
μέσω της εμπορικής διαδικασίας, που
περιγράψαμε, και έτσι βλέπουμε στην
αστρολογία, ότι ο 2ος Οίκος, που αναφέρεται
στα χρήματα, στη μισθοδοσία και γενικά
στα αποκτήματα, αντιστοιχεί στο 2ο ζώδιο
(του Ταύρου), που κυβερνάται από τον
πλανήτη Αφροδίτη, ελεγχόμενο από τη θεά
Αφροδίτη, Venus. Τελικό συμπέρασμα της
ανωτέρω αναλύσεως είναι, ότι η έννοια
της θεάς Venus (=Αφροδίτης), ως κυρίας του
πλανήτη Venus (=Αφροδίτη), μέσω του
περιεχομένου του 2ου οίκου της μισθοδοσίας
προέρχεται από την έννοια της λέξεως
venus (=πώλησις), που μέσα από την εμπορική
διαδικασία των Venetorum προσπαθεί να φτάση
στον Venus (= το άριστο δυνατό αποτέλεσμα).
Η
λέξη «περάτης», που αποδίδεται στη
βιβλική ορολογία σαν ιμπρίμ ή εβραίος
δείχνει εκείνον, που περνάει ένα φυσικό
εμπόδιο (συνήθως ποτάμι ή θάλασσα),
προκειμένου να επικοινωνήση με τους
πέραν του εμποδίου ευρισκόμενους, και
προκειμένου να γίνη ευπρόσδεκτος, τους
πλησιάζει με τη διαδικασία του δώρου ή
προσφοράς, δηλ. τους προτείνει να μπουν
στη διαδικασία του «δούναι και λαβείν»,
μ' άλλα λόγια του εμπορίου. Είναι σαφές
λοιπόν, ότι οι περάτες αυτοί ή εβραίοι
έρχονται να πάρουν τη θέση κάποιων
προγενεστέρων εμπόρων και δη βενετών,
δηλ. θαλασσινών, των γνωστών μας Φοινίκων
(= Ερυθρών ή Russatorum) που λέγονται έτσι,
γιατί εμπορεύονται το κόκκινο χρώμα,
δηλ. την πορφύρα, λόγος για τον οποίο
πολλά λιμάνια, ακόμη και σήμερα, δεν
λέγονται εμπόρια ή πόροι, αλλά φοινικιές
ή φοίνικες.
Έπειτα
από όλα αυτά είναι λογικό να σκεφθούμε,
ότι το εμπόριο αυτό, για τους ανθρώπους
αυτούς, έχει ανάγκη από μια οργάνωση,
την οποία την αντιλαμβανόμαστε σα νομική
κάλυψη και περιγραφή δικαιωμάτων και
υποχρεώσεων, που με μια λέξη ονομάζονται
Νόμος ή Τορά (στα εβραϊκά). Ο όρος Τορά
δηλώνει in stricto sensu (με τη στενή του έννοια)
την Πεντάτευχο των Εβραίων, δηλ. το
σύνολο των πέντε πρώτων βιβλίων της
Παλαιάς Διαθήκης, (Γένεσις, Έξοδος,
Λευιτικόν, Δευτερονόμιον, Οι Αριθμοί)
και lato sensu (με την ευρεία του έννοια) το
σύνολο των νομικών διατάξεων, δηλ.
ρυθμίσεων, που διέπουν τη ζωή των Εβραίων.
Είναι σαφές, ότι ένας λαός εβραίων ή
περατών (δηλ. εμπόρων), όπως οι Εβραίοι,
χρειάζεται μια νομοθεσία
κατά βάσιν εμπορική, δηλ. ένα νόμο με
χαρακτήρα προσανατολισμένο στις αστικές
ενοχές (Ενοχικό Δίκαιο), με σχεδόν
μηδαμινές ανοχές, ώστε η ανελαστικότητά
τους να εξασφαλίζη ένα απαρέγκλιτο,
εντελώς απαραίτητο στις δύσκολες
συνθήκες βιωσιμότητος της ερήμου και
του εχθρικού περιβάλλοντος των αλλόθρησκων
λαών.
Προκύπτει
έτσι η ανάγκη ενός κωδικού συστήματος,
που μέσα από τον κρυπτογραφικό χαρακτήρα
του να εξασφαλίζεται το αδιαπέραστο,
αν όχι το αδιατάρακτο (που είναι το
ιδεατό), και απαράβατο των διατάξεων,
που δίνουν συνοχή σ' ένα λαό μη
εγκατεστημένο, αλλά νομαδικό, λόγω της
εμπορικής φύσεως των δραστηριοτήτων
του. Το κωδικό αυτό σύστημα περνάει μέσα
από την κρυπτογραφική διαδικασία, που
είναι γνωστή σαν Καββάλα (νοταρικόν,
γκεματριά κλπ) και επικεντρώνεται στο
ρήμα S-K-R που σημαίνει την καταβολή για
υπηρεσίες ή αγαθά που παρασχέθηκαν, σε
ένα νόμισμα, δηλ. ανταλλακτικό μέσο που
στις παλιότερες εποχές ήταν γνωστό σαν
salarium ή μισθοδοσία στρατιωτών, απ' τη
λέξη sals ή άλς= θάλασσα, επειδή τους
παρείχαν σα μισθό ψωμί και ψάρια.
Έτσι
και η λέξη μισθός στ' αγγλικά αποδίδεται
salary και ο ομαδικός πειθαναγκασμός
επιτυγχάνεται πάντα, τώρα όπως και τότε,
με την τεχνική του panem et circences (= άρτον
και θεάματα, ή όπως το μεταφράζω, «ψωμί
και τσίρκο»).
Το
ότι το βασικό μέταλλο του εμπορίου, ο
χαλκός ή coprum (Ή aes, γεν. Aeris), που λέγεται
επίσης αταθήνοι,
μεταφέρεται απ' τους Φοίνικες σε μορφή
«σταυρού του Αγίου Ανδρέα», δείχνει το
αφροδίσιο υλικό (χαλκό) σε συσχέτιση με
την αθηναϊκή έξαρση (σχιζοειδείς
καταστάσεις), κάτω από αττική θεραπευτική
(αλμπουμίνες από τις βοϊδοκεφαλές). Ο
χαλκός, λέξη που σημαίνει επίσης γενικώς
το νόμισμα (εκ του όλου το μέρος), είναι,
όπως είδαμε, επικεφαλής της 11ης σειρας
στον Π.Π. Με ΑΑ29, ονομαζόμενης και «σειράς
της νομισματοκοπής», αντικαταστάθηκε
στα κέρματα του ευρώ με το νικέλιο,
στοιχείο επικεφαλής της 10ης σειράς στον
Π.Π. Με ΑΑ28. Το κρίσιμο και άκρως ενδεικτικό
στοιχείο εν προκειμένω είναι, ότι το
νικέλιο ονομάσθηκε έτσι, όταν οι
επιστήμονες προσπαθούσαν να απομονώσουν
χαλκό (Kopfer) απ' το νικέλιο (Nickel), πράγμα
που φυσικά ήταν αδύνατο και αφού δεν το
κατόρθωσαν, ωνόμασαν τότε το στοιχείο
αυτό Kopfernickel, δηλ. «χαλκό του Διαβόλου».
Ο Διάβολος όμως είναι ο γνωστός μας
Σατανάς, όπως είδαμε, δηλ. ο Πωλητής, και
όπως ήδη έχουμε αποδείξει το εβρώ, δηλ.
το σκούδο ή δολλάριο, παρίσταται μ' ένα
S = Satan, άλλως Χξς' = 666.
Ενδιαφέρουσα
είναι η παρατήρηση, ότι το νικέλιο με
ΑΑ28 βρίσκεται δίπλα στο κοβάλτιο με
ΑΑ27, στοιχείο που το όνομά του σημαίνει
«κακό πνεύμα». Έτσι βλέπουμε ότι η πρώτη
περίοδος της μέσης (D ή Ισθμός) στον
Περιοδικό Πίνακα παρουσιάζει την εξής
διαδοχή τερματίζοντας, πριν συναντήσει
το Ανατολικό ημισφαίριο (Ρ):
Σιδηρος-
Κοβάλτιο- Νικέλιο- Χαλκός- Ψευδάργυρος,
άλλως
Fe=26-
Co=27- Ni=28- Cu=29- Zn=30
Αναφερόμενοι
στις επιπολής ή επιπόλαιες αναλύσεις
μας επί του θέματος υποδεικνύουμε την
δερματική (στο χέρι ή στο μέτωπο) εφαρμογή
του 666 με τις γνωστές νοσηρές επιδράσεις
του χαλκού παλαιότερα και του νικελίου
τώρα (αλλεργικές) στους χρήστες των
κερμάτων αυτών, προκειμένου, μέσα απ'
τα δεδομένα και της δερματικής απορροφήσεως
του χαλκού, να τονίσουμε την ιατρική
σχέση με την οικονομική επίσχεση, δηλ.
τα στατιστικά δεδομένα σχετικά με την
σχιζοφρένεια.
Η
σχιζοφρένεια, μια ασθένεια των ανθρώπων,
τα τελευταία χρόνια συμβαδίζει με την
«ασθένεια των τρελλών αγελάδων» (πρβλ.
«λα βας κι ρι» στην παληά διαφήμιση), κι
αυτό είναι σημαντικό απ' την πλευρά του
ότι η κύρια εισροή υλικού στη γενικώτερη
διατροφή του ανθρώπου, πέραν απ' το
πετρέλαιο και το στάρι, προέρχεται απ'
την αγελάδα (κρέας, γάλα, δέρμα κλπ). Σ'
ένα σχιζοφρενή η λειτουργικότητα του
ύπνου διαφέρει απ' τους άλλους ανθρώπους
και παρουσιάζεται μια πλειάδα από άλλα
συμπτώματα, όπως: έλλειψη βιταμίνης
Β12, λίγο σάκχαρο και πολύς χαλκός στο
αίμα, πολλές παραισθησιογόνες ουσίες
στα ούρα και μεγάλη ποσότητα κυττάρων
γλοβουλίνης α2 (πρωτεΐνη), που εξασφαλίζει
τη μεταφορά μηνυμάτων μέσα στο νευρικό
σύστημα, αλλά σε μεγάλες ποσότητες
προκαλεί την έλλειψη ενός ενζύμου που
αφθονεί στο μυαλό της αγελάδας. Το ότι
π.χ. στην κλινική Λαφαγιέτ του Ντιτρόϊτ
στους σχιζοφρενείς παρέχεται τροφή απ'
αυτό ακριβώς το υλικό, δείχνει την θέση
της καδριάς του προβλήματος (the heart of the
matter) στις γενικώτερες ενοχλήσεις, που
παρέχει μέσα απ' τη δερματική επαφή είτε
ο χαλκός είτε το νικέλιο, που υπάρχουν
στα κέρματα. (βλ. 4 σελ. 53 παρόντος:
σκουλαρίκια).
ΠΑΥΛΟΣ
ΣΠ. ΚΥΡΑΓΓΕΛΟΣ
ΕΥΡΩ
ΕΝΑ
ΕΥΡΕΟS ΦΑSMATOS EBPAΪΚΟ NOMISMA
ΑΘΗΝΑ
2002
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου