Ο
δόλος προϋποθέτει μιαν υποκριτική
πρόθεση κι αντιτίθεται, κατά συνέπεια,
στην ευθεία, απλή δηλαδή άμεση στάση,
όπως κι η λέξη πνεύμα αντιτίθεται στην
άμεση απόδειξη. Δεν έχει λοιπόν τίποτε
κοινό με τα μέσα της πειθούς, του
συμφέροντος, της δύναμης, αλλά μοιάζει
σ' αρκετές πλευρές με την απάτη που, κι
αυτή επίσης, κρύβει τις προθέσεις της.
Είναι κι ο ίδιος τελικά απάτη άπαξ κι
όλα έχουν επιτελεστεί, διακρινόμενος
από κείνη που κοινά ονομάζεται έτσι,
και διακρίνεται απ' αυτήν στο ότι δεν
υπονοεί άμεση παράβαση του δεδομένου
λόγου. Εκείνος που χρησιμοποιεί το δόλο
αφήνει εκείνον που θέλει να παραπλανήσει
να κάνει ο ίδιος συλλογιστικά σφάλματα
που συναντώμενα τελικά σ' ένα μόνον
επακόλουθο, μεταβάλλουν ξαφνικά κάτω
από τα μάτια του τη φύση των πραγμάτων.
Μπορούμε ακόμη να πούμε: όπως η λέξη
πνεύμα είναι μια ταχυδακτυλουργία
σχετική με τις ιδέες και τις αντιλήψεις,
ο δόλος είναι μια ταχυδακτυλουργία
σχετική με τις πράξεις.
Από
πρώτη άποψη φαίνεται πως δίκαια η
στρατηγική δανείστηκε τ' όνομά της από
το στρατήγημα και πως παρ' όλες τις
πραγματικές και προφανείς μεταμορφώσεις
που υπέστη ο πόλεμος από την εποχή των
Ελλήνων, αυτός ο όρος παραμένει εκείνος
που ανταποκρίνεται στη βαθύτερη φύση
του.
Αν
αφήσουμε στην τακτική την εκτέλεση των
συγκρούσεων, των καθαρά νοούμενων
συμπλοκών, κι αν θεωρήσουμε τη στρατηγική
σαν την τέχνη της συνετής χρησιμοποίησης
των πιθανοτήτων που εκείνες προσφέρουν,
τότε, αν εξαιρέσουμε τις δυνάμεις της
ιδιοσυγκρασίας σαν τη φλογερή φιλοδοξία,
η πίεση της οποίας δε χαλαρώνει ποτέ, η
τη σιδερένια θέληση, που δεν υποχωρεί
μπροστά σε τίποτε, κ.λ.π., καμιά φυσική
διάθεση δε φαίνεται ικανότερη από το
δόλο στο να διευθύνει και να εμψυχώνει
τη στρατηγική δραστηριότητα. Η πολύ
γενική επιθυμία αιφνιδιασμού, για την
οποία μιλήσαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο,
επιτρέπει ήδη αυτό το συμπέρασμα. Γιατί
κάθε αιφνιδιασμός υπονοεί έναν ορισμένο
βαθμό δόλου, όσο μικρός κι αν είναι
αυτός.
Όσο
όμως κι αν θέλουμε να βλέπουμε τους
πολεμικούς ηγέτες να υπερέχουν σε
πανουργία, επιτηδειότητα και προσποίηση,
πρέπει να παραδεχτούμε πως αυτές οι
ιδιότητες λίγο εκδηλώνονται στην Ιστορία
και σπάνια εμφανίζονται στη μάζα των
γεγονότων και των συνθηκών.
Δεν
είναι δύσκολο ν' ανακαλύψει κανείς το
λόγο, που ταυτίζεται περίπου με το
αντικείμενο του προηγουμένου κεφαλαίου.
Η
στρατηγική έχει σαν μόνη δραστηριότητα
την οργάνωση των συμπλοκών και των
μέτρων που σχετίζονται μ' αυτές. Σ'
αντίθεση προς όσα συμβαίνουν στην
καθημερινή ζωή, δε γνωρίζει τη δραστηριότητα
που συνίσταται σε απλούς λόγους, δηλαδή
σε συζητήσεις, διακηρύξεις κλπ. Ωστόσο
είναι αυτοί που, χωρίς να στοιχίζουν
πολλά, χρησιμεύουν στον πανούργο για
τνα εξαπατά τον κόσμο.
Ό,τι
στον πόλεμο μοιάζει μ' αυτό – πλαστές
διαταγές και σχέδια, διάδοση ψευδών
νέων προς χρήσιν του εχθρού, κλπ. – είναι
γενικά τόσο λίγο αποτελεσματικό στο
πεδίο της στρατηγικής, που δεν μπορούμε
να καταφύγουμε σ' αυτό παρά σ' ορισμένες
μεμονωμένες ευκαιρίες, που παρουσιάζονται
μόνες τους. Εδώ το δρων πρόσωπο δεν
μπορεί να δράσει ανεξάρτητα.
Η
ώθηση της οργάνωσης των συμπλοκών σε
σημείο τέτοιο που να εντυπωσιαστεί ο
εχθρός, απαιτεί ήδη σημαντική κατανάλωση
χρόνου κι ενεργητικότητας. Κατανάλωση
που αυξάνει στο μέτρο που αυξάνει κι η
διακύβευση. Καθώς γενικά ο καθένας είναι
ελάχιστα διατεθιμένος να κάνει αυτές
τις θυσίες, πολύ λίγες απ' αυτές τις
υποτιθέμενες επιδείξεις έχουν στη
στρατηγική το προβλεπόμενο επακόλουθο.
Είναι πράγματι επικίνδυνο να μη
χρησιμοποιεί κανείς παρά φαινομενικά
σημαντικές δυνάμεις για ένα ορισμένο
χρονικό διάστημα. Διακινδυνεύει πάντα
νάναι αυτό μάταιο, και να δει τις δυνάμεις
που αποτυγχάνουν αργότερα, κατά την
αποφασιστική στιγμή.
Το
δρων πρόσωπο αντιλαμβάνεται πάντα αυτή
την απλή αλήθεια, κι αυτό το κάνει να μη
δοκιμάζει αυτό το παιχνίδι που βασίζεται
σε μια προσποιητή επιδεξιότητα. Η
σοβαρότητα της πικρής αναγκαιότητας
κάνει την άμεση πράξη τόσο επείγουσα,
που δεν αφήνει θέση γι' αυτό το παιχνίδι.
Εν ολίγοις: τα πιόνια του σκακιού δεν
έχουν εκείνη την ευελιξία που είναι το
ίδιο το στοιχείο του δόλου και της
πανουργίας.
Το
συμπέρασμα που εξάγεται απ' αυτά είναι
πως ένας στρατηγός χρειάζεται ιδίως
μιαν οξεία και διεισδυτικήν όραση,
ιδιότητα πιο αναγκαία και πιο χρήσιμη
από το δόλο, έστω κι αν αυτός δε φθείρει
τίποτε αν δε βλάπτει τις άλλες ιδιότητες,
πράγμα σπάνιο.
Αλλ'
όσο πιο ανίσχυρες είναι οι υποτεταγμένες
στη στρατηγική διεύθυνση δυνάμεις, τόσο
περισσότερο αυτή θα είναι ευπρόσιτη
στο δόλο. Έτσι, εκείνος που είναι πολύ
ανίσχυρος, πολύ μικρός, και που η σύνεση
κι η σοφία δεν του χρησιμεύουν πια σε
τίποτε, φτάνει στο σημείο όπου όλοι οι
πόροι της τέχνης μοιάζουν να τον
εγκαταλείπουν κι όπου ο δόλος είναι το
τελευταίο του καταφύγιο. Όσο πιο
απεγνωσμένη είναι η κατάστασή του, τόσο
περισσότερο όλα τον ωθούν να επιχειρήσει
ένα τελευταίο απελπισμένο πλήγμα, κι
ακόμη ευκολότερα ο δόλος συμμαχεί με
την τόλμη.
Πέρα
από κάθε υπολογισμό, χωρίς έγνοια γι'
απώτερες κυρώσεις, η τόλμη κι ο δόλος
θα επιτείνονται αμοιβαία, συγκεντρώνοντας
σ' ένα μόνο σημείο ένα αδιόρατο φέγγος
ελπίδας, που είναι όμως επιδεκτικό
πυρπολήσεως.
Karl
Von Klausewitz
Περί
του Πολέμου
Μετάφραση
– Επιμέλεια: Νατάσα Ξεπουλιά
Εκδόσεις
ΒΑΝΙΑΣ 1989
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου