.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2015

«ΠΝΕΥΜΑΤΙΣΜΟΣ» - JULIUS EVOLA


…Τέλος ας μας επιτραπεί να αναφέρουμε μερικά λόγια σχετικά με την ιδιαίτερη κατηγορία του αναγνώστη εκείνου, ο οποίος ενδιαφέρεται για τον «πνευματισμό». Έχουμε ήδη στο Maschera e Votto Dello Spiritualismo Contemporaneo (Η Μάσκα και το Προσωπείο του Σύγχρονου Πνευματισμού), προειδοποιήσει τους αναγνώστες αυτούς για τα ενδεχόμενα σφάλματα και τη σύγχυση που δημιουργούνται από τις σύγχρονες τάσεις , εξαιτίας λανθασμένων φιλοδοξιών προς το υπερφυσικό και το υπεραισθητό. Αν κάποιος πραγματικά θέλει να τρέφει τέτοιες φιλοδοξίες, οφείλει να εκτιμήσει πραγματικά τέτοια λάθη και την όποια σύγχυση ενώ πάνω από όλα, οφείλει να μην εξαπατήσει τον εαυτό του πως η αληθινή συνειδητοποίηση εκείνου που βρίσκεται πέρα από την ανθρώπινη κατάσταση, είναι πιθανή χωρίς αυστηρή «ασκητική» προετοιμασία και ισχυροποίηση. Δεδομένου των συνθηκών κάτω από τις οποίες ο Δυτικός άνθρωπος βρίσκει τον εαυτό του και τις όποιες συνθήκες έχουμε αναφέρει συχνά, μια τέτοια προετοιμασία, κρίνεται σήμερα, κάθε άλλο απαραίτητη από ποτέ. Οφείλουμε επομένως να μην τρέφουμε την όποια ψευδαίσθηση, σχετικά με την αληθινή φύση της γνώσης ή της «αποκρυφιστικής» πειθαρχίας, ιδιαίτερα όταν έχουμε να κάνουμε με εκείνο το οποίο οι σύγχρονοι «πνευματιστές» παραθέτουν. Μια διδασκαλία, όπως αυτή που συζητήσαμε, δίνει μια πολύ καλή ιδέα για την πιθανότητα ενός Άριου και αριστοκρατικού μονοπατιού πέρα από τη σαμσαρική ύπαρξη. Το μονοπάτι αυτό δεν έχει ανάγκη από «θρησκευτικά» βοηθήματα, δόγματα, ή μηδαμινές, ευτελείς ηθικές ενώ παράλληλα αντιστοιχεί στη θέληση για το απόλυτο και το ενστικτώδες με τρόπο γνήσιο κι αυθεντικό. Αλλά την ίδια στιγμή, η διδασκαλία αυτή φανερώνει, όχι λιγότερο καθαρά τις προπαρασκευαστικές συνθήκες για άσκηση και απόσπαση, οι οποίες είναι απόλυτα επιτακτικές για κάθε εγχείρημα υπερβατικής φύσης. Δείχνει επίσης πως το μονοπάτι της αφυπνίσεως – απαράλλακτο στο πνεύμα του με κάθε αληθινή «μύηση» - είναι απόλυτα αδιάλλακτο με ό,τι συνεπάγεται και προϋποθέτει ο συγκεχυμένος διορατισμός, οι μανίες για τα αποκρυφιστικά φαινόμενα και τις μεταφυσικές δυνάμεις, καθώς και τα νεοψυχοαναλυτικά μιάσματα. Είναι γνωστό πως ενδιαφερόμενοι κύκλοι – είτε εξομολογητές είτε «διαφωτισμένοι» με τη βέβηλη και «επικριτική» έννοια – βασίζονται σε τέτοιες πνευματικές παρεκκλίσεις στην προσπάθειά τους να συσσωρεύσουν ένα είδος δυσπιστίας, δυσφήμησης και ανυποληψίας επί των ιδανικών και των διαφόρων ειδών σοφίας οι οποίες, με τη μια μορφή ή την άλλη, ήταν ανέκαθεν αναγνωρίσιμες ως το ύψιστο σημείο αποκορύφωσης και μεσουράνησης κάθε φυσιολογικού και παραδοσιακού πολιτισμού. Το να συνειδητοποιήσουμε, όπως έχουμε δείξει, πως υπάρχει ένα παρόμοιο ουσιώδες και εννοιολογικό περιεχόμενο στο μονοπάτι το οποίο γνωστοποιήθηκε από τον Πρίγκιπα Σιντάτα, τον Βούδα – και πως το μονοπάτι αυτό, ακόμα κι αν μόνο σε απόμακρες και ποικίλες αντανακλάσεις, σχετίζεται τώρα με την πίστη περισσότερο από τετρακοσίων εκατομμυρίων πιστών – μια τέτοια συνειδητοποίηση θα έπρεπε να ήταν αρκετή να προκαταλάβει και να ματαιώσει την όποια προσπάθεια από τέτοια στενόμυαλα ή χαιρέκακα, μοχθηρά άτομα να προκαλέσουν την όποια λανθασμένη ή συγκεχυμένη σκέψη.
Στην αντίπερα όχθη, οφείλουμε να αναφέρουμε κάτι ειδικότερα, σχετικά με δύο ενυπάρχοντα ρεύματα: από τη μια μεριά, το ένα ακολουθήθηκε από εκείνους οι οποίοι αν και προέρχονταν από την Ανατολή, χρησιμοποίησαν και εφάρμοσαν οι ίδιοι με το δικό τους τρόπο, ιδέες αρχαίων παραδόσεων, προσαρμοσμένες και εναρμονισμένες στο σήμερα, καθιστώντας τες δημοφιλείς στη Δύση. Κι από την άλλη, το ρεύμα εκείνο, το οποίο αποσκοπεί στο να εισαγάγει την έννοια και την ιδέα μιας νέας «σύγχρονης μύησης».

Η πρώτη περίπτωση φέρνει στο νου την Ινδουιστική παραβολή, ενός ανθρώπου, ο οποίος όταν περιστοιχήθηκε από νερό σε μια κατακλυσμιαία νεροποντή, έκανε μεγάλη προσπάθεια για να αντλήσει τελικά λίγο από μια λασπώδη πηγή. Μέχρι ενός σημείου, οι Ανατολικές παραδόσεις, ή μάλλον, οι διάφορες Ανατολικές μορφές μιας ενιαίας παράδοσης και στην ουσία η κατάσταση με την οποία ασχολούμαστε, είναι διαφορετική από εκείνη η οποία υπάρχει στη Δύση. Ακόμα και στην περίπτωση της υπερβατικής σοφίας, υπάρχουν αρχαία κείμενα, τα περισσότερα, μεταφρασμένα εν μέρει και διαθέσιμα σε όλους, στα οποία μπορούμε να βρούμε με μια σαφώς πιο καθαρή και πιο ολοκληρωμένη μορφή, όλα εκείνα τα οποία στην καλύτερη, θα έχουν εκλαϊκευτεί και συνεπώς εκχυδαϊστεί και υποβιβαστεί, μέσω ενός ευνουχισμένου αντικατοπτρισμού του πρωτοτύπου κειμένου. Ο καθένας που πιθανώς θα στραφεί και θα έρθει σε επαφή με τα Βουδιστικά κείμενα, τη Bhagavadgita, τη γιόγκα ή τα κείμενα Vedanta οφείλει, ψύχραιμα να απομονώσει όλους εκείνους τους σύγχρονους εκδότες, σχολιαστές και διασκευαστές των αρχαίων κειμένων, κρατώντας για τον εαυτό του τη σοβαρή και βαθύτερη αποστολή κάθε μελέτης και κάθε επίτευξης. Αλλά η πραγματική αιτία για την επιτυχία τέτοιων νέων παρουσιάσεων ή εκθέσεων, έγκειται, στο κατά πόσο είναι φιλόξενα, συνδιαλλακτικά και όσο το δυνατόν λιγότερο άκαμπτα, αυστηρά, ασαφή και έτοιμα να συμβιβαστούν με τις προκαταλήψεις και τις αδυναμίες του σύγχρονου κόσμου. Ας βρει ο καθένας το κουράγιο, να κοιτάξει βαθιά μέσα του και να δει τι είναι εκείνο που πραγματικά επιθυμεί.
Το δεύτερο ρεύμα διαφέρει από το πρώτο στο ότι δεν κάνει καμία προσπάθεια να διασκευάσει, να προσαρμόσει ή να διαδώσει ένα είδος σοφίας το οποίο είναι είτε αρχαίο, είτε Ανατολίτικο. Αντίθετα υποστηρίζει πως τέτοιες μορφές γνώσης είναι ακατάλληλες κι απρόσφορες για τον άνθρωπο του σήμερα, ο οποίος χρειάζεται ένα εντελώς σύγχρονο είδος «μύησης». Αυτό βασίζεται πάνω στον εξελικτισμό ο οποίος εφαρμόζεται σε ζητήματα και υποθέσεις του πνεύματος. Μια εξελικτική ανάπτυξη του κόσμου και της ανθρωπότητας γίνεται δεκτή, και θεωρείται πως ακόμα και το πνεύμα οφείλει να προσαρμοστεί στο νόμο αυτό ακολουθώντας την αντίστοιχη ανάπτυξη. Δεν υπάρχει κανένα ίχνος τέτοιας ιδέας στις διδασκαλίες κάποιας σχολής σοφίας. Ο κόσμος είναι αυτό που είναι, η samsara, όπως έλεγαν οι Ινδο-Άριοι. Ο κύκλος της γενέσεως (ελληνικά στο ξένο κείμενο), ένας αιώνιος κύκλος γένεσης, όπως έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες. Και στη samsara δεν υπάρχει «εξέλιξη», δεν υπάρχει ούτε αρχή, ούτε τέλος. «Προχωρώντας» κάποιος δεν φτάνει στο «τέλος του κόσμου». Η κατεύθυνση στην οποία πιθανώς να βρούμε την αφύπνιση και την απελευθέρωση, η κατεύθυνση της μύησης, είναι κάθετη και δεν έχει τίποτα να κάνει με την πορεία της ιστορίας.
Σίγουρα, η κατάσταση του σύγχρονου ανθρώπου είναι εντελώς διαφορετική από εκείνη του αρχαίου ανθρώπου – και στην πορεία της μελέτης αυτής έχουμε επανειλημμένως τονίσει το γεγονός αυτό. Μια «πτώση» ή μια «κάθοδος» λαμβάνει χώρα εδώ και καιρό, η οποία δεν είναι σε καμία περίπτωση, ένα γεγονός με εξελικτικό σχέδιο, σχεδιασμένο να παράγει, με ένα «αίσιο τέλος», κάτι ανώτερο από εκείνο που προϋπήρχε. Αν η πτώση αυτή έχει κάποια σημασία ή σπουδαιότητα, φαίνεται από το γεγονός ότι φανερώνει την τρομερή δύναμη της ελευθερίας του πνεύματος, η οποία μπορεί να σχεδιάσει και να προκαλέσει ακόμα και την ίδια την απάρνηση και την αποκήρυξή της. Επομένως το μόνο που χρειάζεται να γίνει είναι η παραδοχή πως οι αρχαίες διδασκαλίες δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν σήμερα χωρίς προσεκτική, προγραμματισμένη σκέψη και μελέτη, ενώ παράλληλα ο σύγχρονος άνθρωπος οφείλει να αφοσιώσει τον ίδιο του τον εαυτό σε έναν άχαρο σκοπό επανολοκλήρωσης: οφείλει δηλαδή να επιστρέψει πνευματικά πίσω στην κατάσταση του νου, η οποία ήταν παντού και πάντα, το σημείο αναχώρησης μιας διαδρομής, η οποία είναι με τη σειρά της μοναδική. Δεν υπάρχει χώρος για καμία «σύγχρονη μύηση» με κάποια ιδιαίτερη έννοια. Εξ ορισμού κάθε τι που είναι σύγχρονο είναι η αντιλογία και η εναντίωση σε ό,τι έχει να κάνει με οποιοδήποτε είδος μύησης.
Εάν όταν μιλάμε για «σύγχρονη μύηση» επιθυμούμε να αξιώσουμε για αυτή, τα χαρακτηριστικά μιας «πνευματικής επιστήμης», ενός είδους πειθαρχίας η οποία είναι τόσο καθαρή και συγκεκριμένη σε ό,τι αφορά τον υπεραισθητό κόσμο και τα όργανα της εσωτερικής ανάπτυξης όπως η σύγχρονη επιστήμη είναι σε σχέση με το δικό της πεδίο και τα δικά της εργαλεία, τότε λοιπόν οφείλουμε να δείξουμε, που από αυτή την άποψη χρειάζεται κάτι παραπάνω από το αναφέρουμε απλά το πρόβλημα.
Πρόκειται μάλλον για παραδοσιακές διδασκαλίες, σαν αυτή που έχουμε παραθέσει ενώπιόν του στο παρόν βιβλίο, στις οποίες ο αναγνώστης ο οποίος προσελκύεται από την αληθινή πνευματικότητα οφείλει να στραφεί, με σκοπό να καταλάβει τι πραγματικά μια «πνευματική επιστήμη» είναι: οι διδασκαλίες αυτές θα τον διδάξουν τη διαύγεια της καθαρής γνώσης, η οποία διαχωρίζεται από κάθε μορφή παραισθησιακής «μαντικής διαίσθησης και διορατικότητας» και η οποία συνδέεται με μια πνευματική κυριαρχία καθώς και με τη θέληση να σπάσει όχι μόνο τον ανθρώπινο δεσμό, αλλά και το δεσμό ο οποίος διαμορφώνεται από κάθε άλλο «κόσμο». Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν έχει μόνο να πολεμήσει ενάντια στον υλισμό, αλλά επίσης να αμυνθεί και να υπερασπιστεί τον εαυτό του από τις παγίδες και τα θέλγητρα ενός ψεύτικου υπερνατουραλισμού. Η αντίσταση του αυτή θα είναι άκαμπτη και αποτελεσματική, μονάχα εάν είναι ικανός να επιστρέψει στο αρχικό σημείο της προέλευσης και της καταγωγής του, αφομοιώνοντας τις αρχαίες παραδόσεις και στη συνέχεια, βασιζόμενος πάνω στην άσκηση, να φέρει εις πέρας την αποστολή της επανεδραίωσης της προσωπικής του εσωτερικής κατάστασης. Γιατί μέσω αυτής, οι παραδόσεις αυτές θα αποκαλύψουν σε αυτόν το προσωπικό τους βαθύτερο και αέναο, παντοτινό περιεχόμενο δείχνοντάς του, βήμα βήμα, το μονοπάτι. Τελειώνοντας, επιθυμούμε να επαναλάβουμε την αρχαία Ρωμαϊκή μαντική φόρμουλα: quod bonum faustumque sit (είθε να είναι καλό, τυχερό κι ευήμερο). Θα το λογαριάζαμε δηλαδή ως κάτι παραπάνω από ευοίωνο εάν αυτή η περαιτέρω λιτή συνεισφορά μας στην κατανόηση της προμοντέρνας πνευματικότητας επρόκειτο να εξυπηρετήσει κάποιον ως κάτι παραπάνω από μια απλή ανάγνωση. Μονάχα τότε θα μπορούσαμε να επαναλάβουμε τη φόρμουλα των Αρίων: katam karaniyam, «θα γίνει αυτό που ήταν να γίνει».


JULIUS EVOLA
Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΑΦΥΠΝΙΣΕΩΣ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Ν. ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ ΚΩΝ/ΝΟΥ Ν. ΜΑΛΕΒΙΤΗ 2010

Δεν υπάρχουν σχόλια: