Κανείς δε
λυπάται που φεύγω
ούτε ακόμα
κι εγώ
όμως θα πρέπει
να υπάρξει κάποιος τροβαδούρος
ή τουλάχιστον
ένα ποτήρι κρασί.
ενοχλεί
πιστεύω τους νεώτερους κυρίως.
ένας μη
βίαιος, αργός θάνατος,
κι όμως κάνει
τον κάθε άνθρωπο να ονειρεύεται.
εύχεσαι να
υπήρχε ένα παλιό καράβι
με πανιά
άσπρα απ' τ ́αλάτι
και η θάλασσα
να σκορπά υπαινιγμούς αθανασίας.
θάλασσα στη
μύτη
θάλασσα στα
μαλλιά
θάλασσα στο
μεδούλι, στα μάτια
και ναι, εκεί
στο στήθος
θα μας λείψει
άραγε
η αγάπη της
γυναίκας, η μουσική, το φαγητό,
ή το χοροπήδημα
του μεγάλου μειώδους αλόγου
να κλωτσά
λάσπη και πεπρωμένα
ψηλά και
μακριά
σε μια μόνο
στιγμή
την ώρα της
δύσης;
όμως τώρα
είναι η σειρά μου
και δεν
υπάρχει τίποτα το μεγαλειώδες σ'αυτό
γιατί δεν
υπήρχε τίποτα το μεγαλειώδες
πιο πριν
και σε κανένα
μας, όπως τα σκουλήκια
που τα'χουν
απομακρύνει απ' το μήλο,
δεν του αξίζει
καμιά αναστολή,
ο θάνατος
εισέρχεται στο στόμα μου
και σα φίδι
τυλίγεται στα δόντια μου
κι αναρωτιέμαι
εάν με τρομάζει
ο σιωπηλός
αλύπητος θάνατος
που μοιάζει
με τριαντάφυλλο
που ξεραίνεται...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου