.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2018

ΑΠΟΛΛΩΝ – ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ



Η απλουστευτική μας τάση, ιδίως για έννοιες που δεν έχουν πια στον σύγχρονο κόσμο αντίκρυσμα ζωής, αλλά αποτελούν τυπικές γνώσεις, μας κάνει να βλέπουμε τον Απόλλωνα έναν θεό γαλήνιο και φωτεινό, πλαστικά ωραίον, νομοθέτη της ευρυθμίας, ενσαρκωτή του ορθού λόγου, τον κατ’ εξοχήν – δηλαδή τον πιο συμβατικό – «ελληνικό» θεό. Ο Νίτσε, που τον ξεχώρισε ως ιδέα για να τον αντιτάξει στον Διόνυσο, δεν είναι ίσως ανεύθυνος γι’ αυτή τη σχηματοποίηση. Στην πραγματικότητα, ο Απόλλων είναι θεός φοβερός.
Και μόνον ο μύθος της μητέρας του της Λητώς, που ετοιμόγεννη τριγύριζε αποδιωγμένη από τόπο σε τόπο, χωρίς να βρίσκει που να σταθεί να τον γεννήσει, γιατί όλοι φοβόνταν λέει τον τρομερό θεό που θα ερχόταν στο φως, και μόνον αυτός ο μύθος φτάνει για να μας δώσει μια νύξη του τι κρύβεται πίσω από το σύμβολο. Η ταύτιση του Απόλλωνος με τον ήλιο, το έκπαγλο κι αδυσώπητο σε χώρα μεσημβρινή φως, λέει πολλά. Ο θεός αυτός αναδίνει μια λάμψη που κεραυνώνει. Απόλλων και Άρτεμις, τα δυό αδέρφια, αναφέρονται συχνά ως θεοί του θανάτου – κι εδώ βλέπουμε την έννοια φως να παίρνει μια σημασία άλλη, μεταφυσική. Υπάρχει ένα φως που, όταν σε φωτίζει σε σκοτώνει. Ένα αφόρητο φως.
Το όνομα του Απόλλωνος να ετυμολογείται τάχα από το απολλύναι, και να σημαίνει την καταλυτική δύναμη της θεότητας; Μας φτάνει ν’ αναθυμηθούμε την τρομερή παράκρουση της Κασσάνδρας στον «Αγαμέμνονα», όταν την κυριεύει η προφητική μανία:
Απόλλων, Απόλλων,
Αγυιάτ’, απόλλων εμός.
Απωλέσας γαρ ου μόλις το δεύτερον (1).
Η παρουσία του θεού μέσα στη βασιλική σκλάβα, στο σκεύος αυτό εκλογής του, κατασπαράζει, παλαβώνει. Αυτόν επικαλείται η Ηλέκτρα στη φοβερή στιγμή της μητροκτονίας, στον Σοφοκλή: «Άναξ Άπολλον, ίλεως αυτοίν κλύε... Νυν δ’, ω Λύκει’ Άπολλον, εξ οίων έχω αιτώ, προπίτνω, λίσσομαι, γενού πρόφρων ημίν αρωγός τώνδε των βουλευμάτων». Η επίδραση του δελφικού θεού όμως δεν είναι ποτέ εγκληματική, με την έννοια της αδικίας. Είναι επίδραση τιμωρός κι αδυσώπητη. Νομοθέτης του ηθικού νόμου ο Απόλλων, απαιτεί για εξιλέωση όχι το αίμα του φονιά, όπως οι αρχέγονες Ερινύες, αλλά τον αγνισμό. Μόνο που μέσα στον αγνισμό, πολύ συχνά, περιέχεται και η θυσία του αίματος. Είναι αίτημα αυστηρό ο αγνισμός. Κάποιος πληρώνει.
Και είναι θεός της μαντικής ο Απόλλων, ξέρει τα μελλούμενα, βλέπει μακρυά, προβλέπει. Η παράκρουση που κυριεύει τους ιεροφάντες του είτε Πυθία είναι είτε Σίβυλλες είτε η Κασσάνδρα, υποδηλώνει τη μετάβαση σε μιαν άλλη κατάσταση, μεταρσίωση εκστατική, που είναι διασκελισμός του μεταίχμιου ανάμεσα στη ζωή της κοινής εμπειρίας και στην έλλαμψη των μυστικών. Έχουμε έτσι, καταμεσίς στον ελληνικό κόσμο, τη μαρτυρία για την ύπαρξη μιας άλλης αλήθειας, πέρα από την προσιτή στον καθένα, και που είτε αποτελεί διαίσθηση είτε υψηλή νοσταλγία, παραμένει έτσι ή αλλιώς μιά από τις βαθύτερες εκμυστηρεύσεις της αρχαίας ψυχής.
Τέλος, για να καταλάβουμε την έννοια, ή κάλλιο το σύστημα εννοιών κι εμπειρίας που κρύβεται κάτω από τ’ όνομα Απόλλων, ανάγκη ν’ απαλλαγούμε μια για πάντα από την παράσταση ενός Δωδεκάθεου ευτράπελου, διακωμωδημένου, όπως μας έχει επιπόλαια παραδωθεί. Ο θεός παίρνει πάντοτε την ποιότητα εκείνου που τον προφέρει. Σε κάθε εποχή, ο άνθρωπος την ίδια ιδέα του Αγνώστου, του άρρητου και ιερού, προσωποποίησε κάτω από τα διάφορα ονόματα θεοτήτων. Το θείο στη συνείδηση ενός ποιητή όπως ο Σοφοκλής, μπορεί να είναι – και είναι – ασύγκριτα υψηλότερο βίωμα από ό,τι στην συνείδηση ενός ανόητου ή τυπολάτρη ή εγωιστή Χριστιανού. Όταν λοιπόν συναντάμε στον «Οιδίποδα τύραννο» τη λέξη Απόλλων, ας ξεχνάμε το παιδικό Δωδεκάθεο, που είναι μια λαϊκή του καιρού της πρόληψη, κι’ ας ακούμε την μεγάλη φωνή που μας μιλάει πέρα από τις χιλιετηρίδες, για την φοβερότερη παρουσία που ένιωσε ποτέ στο πλευρό του ο άνθρωπος.


________________
1. Απόλλων,
Απόλλων οδηγέ κ’ η απώλειά μου,
α, τάχα που μ’ ωδήγησες; και σε ποια στέγη; (μεταφράζει ο Γρυπάρης)


ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ
ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΤΡΑΓΙΚΗ ΜΟΥΣΑ
ΔΟΚΙΜΙΟ
ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΚΔΟΣΗ
ΟΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΦΙΛΩΝ 1989

Δεν υπάρχουν σχόλια: