Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός. Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν. Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος. Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του. Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica
Εγκάρσιο σκοτάδι περνά μια σειρά ημερών Κι ούτ’ άστρο δε φέγγει της νύχτας Δεν είναι σκοτάδι της νύχτας αυτό Τέτοιο πουλί. Ο ουρανός έχω γίνει που μέσα γκρεμίζεται Θήραμα λάμπει του αφρού. Στην άκρη βάθους μεγάλου νερών Πριν πέσει το μελετάει μόνος ο βουτηχτής Ουράνια θάλασσα, και το ένα μεγάλο μάτι του βουτηχτή να είναι η πηγή
Το δέντρο το άδειο κινούσε από κει Ήταν το δέντρο άγνωστο, σκάλες και σκάλες κατέβαινε Κλωνιά κλαδιά κορμός, βαθειά Κι όσοι πεθαίναν καλοί καινούργια σειρά χλωρές φυλλωσιές.
από τη συλλογή Πριν από το λυρισμό [συγκεντρωτική έκδοση], 1981
Απ’ την αρχαία λέξη πλανώμαι (= περιφέρομαι), πλάνης -ητος (= αυτός που περιφέρεται) βγαίνει η ερμηνεία της έννοιας του πλανήτη, του ουράνιου σώματος. Οι αρχαιοέλληνες σοφοί και γενικά οι μυημένοι της εποχής εγνώριζαν την κίνηση των ουράνιων σωμάτων και έλεγαν γι’ αυτά ότι πλανώνται (= περιφέρονται). Με την ουσιαστικοποίηση του επιθέτου πλάνης, πλανήτες, τα ουράνια σώματα πέρασαν σαν έννοια στα λεξικά με την ονομασία αυτή, που μεταφέρθηκε και στις κύριες ευρωπαϊκές γλώσσες (αγγλ. planet, γαλλ. planete, γερμ. planet). Στην αστρονομική γλώσσα πλανήτης είναι ένα ουράνιο σώμα, που πλανάται, περιφέρεται γύρω από ένα αστέρα, που καλείται Ήλιος. Οι αστέρες, που φαίνονται στον ουρανό, είναι Ήλιοι, δηλαδή αυτόφωτα σώματα, που εκπέμπουν (και) φωτεινή ακτινοβολία. Οι πλανήτες δεν είναι αστέρες, Ήλιοι, δεν είναι δηλαδή αυτόφωτα σώματα.
Η κοινή όμως έκφραση «αστέρια» στη λαϊκή αστρολογία και έννοια δηλώνει τους πλανήτες γενικά και όχι μόνο τους Ήλιους, επιπλέον δε τις Σελήνες, δηλαδή τους δορυφόρους των πλανητών. Η σχέση της Σελήνης προς τον πλανήτη που την έλκει, είναι παρόμοια με τη σχέση του πλανήτη προς τον κεντρικό Ήλιο. Όπως ο Ήλιος βρίσκεται στο κέντρο και γύρω του, σε διαφορετικές αποστάσεις, κινούνται, περιφέρονται οι πλανήτες, έτσι και ο πλανήτης βρίσκεται στο κέντρο και γύρω του περιφέρονται μία ή περισσότερες Σελήνες ή δορυφόροι. Στην ουσία όλα τα σώματα, Ήλιος, Πλανήτες και Δορυφόροι είναι πλανήτες, επειδή όλοι πλανώνται, περιφέρονται, με μόνη διαφορά πως ο Ήλιος είναι αυτόφωτο σώμα. Η ονομασία Δορυφόρος προέρχεται από την αρχαιοελληνική πραγματικότητα, όπου οι δορυφόροι ήσαν ωπλισμένοι άνδρες, που περιστοίχιζαν και περιτριγύριζαν τον άρχοντα, για να τον προστατεύουν. Κατά μεταφορά της πραγματικότητας αυτής οι μικροί πλανήτες, που πλανώνται γύρω από ένα μεγάλο πλανήτη και ειδικά ο δορυφόρος της Γης (που κατ’ άλλους έχει κι ένα αόρατο δίδυμο αδελφό) ωνομάστηκε Σελήνη, απ’ το ομώνυμο μυθολογικό πρόσωπο. Έτσι γενικεύτηκε ο όρος και για τους δορυφόρους των άλλων πλανητών, που τους αποκαλούν Σελήνες ή Φεγγάρια. Και ο μεν όρος «Σελήνες» είναι ανεπιτυχής, γιατί αφ’ ενός αποτελεί την ονομασία ειδικά του δορυφόρου της Γης και αφ’ ετέρου αναπαριστά ένα συγκεκριμένο πρόσωπο και όχι μια συγκεκριμένη ιδιότητα, δηλαδή την του δορυφόρου. Ο δε όρος «Φεγγάρι», (απ’ τη λέξη φέγγος, επειδή φέγγει στο σκοτάδι της νύκτας), αν και δεν είναι τόσο παραστατικός όσο ο όρος «δορυφόρος», οπωσδήποτε είναι πιο επιτυχής, επειδή ακριβώς αποδίδει μια ιδιότητα, που έχουν γενικά (κατά κανόνα) οι δορυφόροι των πλανητών.
Στην αρχαία εποχή της Αστρολογίας, όπου η αριθμολογική επίδραση, εκφρασμένη κυρίως με και από τον Πυθαγόρα, διείπε δογματικά την ερμηνευτική έρευνα, ή επήρεια του αριθμού 7, που εκπροσωπούσε την τελειότητα της ολοκλήρωσης, αποτυπώθηκε κυρίως στο δόγμα της ύπαρξης των 7 πλανητών, που κυβερνούν την ανθρώπινη αντίδραση, ατομικά και συλλογικά. Έτσι, με εξαίρεση τον πλανήτη Γη, που δεν υπολογίζεται στην αρίθμηση, δεδομένου ότι είναι το υποκείμενο της δράσης των λοιπών πλανητών, ο τόπος δηλαδή που αυτοί εξασκούν τις επιρροές τους, οι 7 πλανήτες, με πρώτο τον Ήλιο (δηλαδή τον «αστέρα» του πλανητικού μας συστήματος) και τη Σελήνη (δηλαδή το δορυφόρο ή φεγγάρι της Γης), τα δύο κυριώτερα σώματα στην αστρολογική μελέτη και σπουδαιότητα, που καλούνται και «φώτα», περιλαμβάνανε τον Ερμή, την Αφροδίτη, τον Άρη, το Δία και τον Κρόνο. Ο με στοιχειώδεις αστρονομικές γνώσεις αναγνώστης παρατηρεί πως το τότε αριθμητικό εύρος της ομάδας των πλανητών ήταν ανάλογο με το εύρος του τότε γνωστού χώρου του πλανητικού μας συστήματος. Δηλαδή οι πλανήτες, που δεν αναφέρονταν, ήσαν πλανήτες, που βρίσκονταν σε μεγαλύτερη απόσταση απ’ τον Ήλιο απ’ όσο ο τελευταίος αναφερόμενος πλανήτης, ο Κρόνος.
Με την τελειοποίηση των αστρονομικών οργάνων και τη διείσδυση στον επιστημονικό χώρο επιστημόνων με επαναστατικές ικανότητες και παρατηρήσεις, ο γνωστός χώρος διευρύνθηκε με την πρόσθεση στον κατάλογο του Ουρανού, του Ποσειδώνα και του Πλούτωνα. Έπειτα απ’ αυτή τη διευθέτηση ο υπολογισμός αναφερόταν σε δέκα πλανήτες που στην ουσία ήταν πλανήτες του αστρολογικού υπολογισμού και όχι του ηλιακού συστήματος, αφού η Σελήνη ξέρουμε πια πως είναι απλός δορυφόρος και ο Ήλιος αστήρ – το κέντρο δηλαδή του συστήματος που κινείται γύρω του. Παράλληλα μ’ αυτή τη σκέψη πρέπει ν’ αναφερθεί πως η Γη, το άλλοτε – κατά τους θεολόγους – κέντρο του Σύμπαντος, παρά το ότι είναι πλανήτης δεν συγκαταλέγεται στον αστρολογικό υπολογισμό αφού είναι ο τόπος του υπολογισμού αυτού, δηλαδή το υποκείμενό του. Έτσι αστονομικά είχαμε πια εννιά πλανήτες, του ηλιακού συστήματος, ή δέκα ουράνια σώματα (μαζί με τον αστέρα Ήλιο) ενώ αστρολογικά δέκα πλανήτες, του αστρολογικού υπολογισμού.
Ωστόσο ο χώρος αυτός, που προεκτάθηκε προς τα άκρα του ηλιακού συστήματος, έμελε να λάβη ακόμη μεγαλύτερη έκταση, αλλά, κατ’ απροσδόκητο τρόπο, η προέκταση αυτή τη φορά δόθηκε προς το εσωτερικό του συστήματος, με την ανακάλυψη κοντά στον Ήλιο ενός ακόμη μικρού πλανήτη, εγγύτερου σ’ αυτόν απ’ τον Ερμή. Ήδη ο περίφημος Λε Βερριέ, που με αυστηρά θεωρητικές μαθηματικές εργασίες είχε αναζητήσει, υπολογίσει και εντοπίσει τον πλανήτη Ποσειδώνα, υποστήριζε την ύπαρξη ενός πλανήτη ακόμη, πλησιέστερα στον απ’ τον Ερμή, που τον ωνόμασε Ήφαιστο (*) και που εντοπίστηκε τελικά απ’ τον Κ. Χασάπη στα μέσα της δεκαετίας του 70. Με τη διευθέτηση αυτή η Γη έπαιρνε τον πραγματικό της αριθμό, τον 4, ενδεικτικό περιορισμών και θλίψεων, γενικά μαθητείας μέσα από δοκιμασίες, όπως και πράγματι είναι, θεωρούμενη απ’ τη σκοπιά του εσωτερικού προορισμού. Με την προσθήκη αυτή αστρονομικά οι πλανήτες του ηλιακού συστήματος ανήλθαν σε δέκα, ή, αν υπολογίσουμε την ενότητα των αστεροειδών μεταξύ Άρεως και Διός, σε ένδεκα, ενώ αστρολογικά οι πλανήτες του αστρολογικού υπολογισμού, έφτασαν τους ένδεκα, ή, υπολογίζοντας και τους αστεροειδείς, κάτι, που, πρακτικά τουλάχιστο, κανείς δεν υπολογίζει, σε δώδεκα. Αλλά και η παρουσία του Ήφαιστου στην πρακτική του αστρολογικού υπολογισμού είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη, και για τη δυσκολία της παρατήρησής του και για την ασημαντότητα – απ’ ό,τι φαίνεται τουλάχιστον μέχρι στιγμής – της επιρροής του και για την ανυπαρξία στατιστικών επιβεβαιώσεων, λόγω του ότι το διάστημα απ’ την ανακάλυψή του είναι απόλυτα ανεπαρκές για οποιοδήποτε επιστημονικό συμπέρασμα.
Με βάση την ανάλυση, που προηγήθηκε, τη στιγμή της έκδοσης αυτής, λίγο μετά τα μέσα της δεκαετίας του 70, το πλανητικό σύστημα εμφανίζει, με τα τελευταία αποδεδειγμένα επιστημονικά δεδομένα, την εικόνα ενός αστέρα με δέκα περιφερόμενα σώματα (πλανήτες), ή, υπολογίζοντας και την ενότητα των αστεροειδών, ένδεκα. Επειδή όμως η παρατήρηση της δομής του γνωστού υλικού Σύμπαντος έχει αποδείξει την ισχυρή παρεμβολή του αριθμού δώδεκα (12) στην κατασκευή του, η αριθμολογική έρευνα έχει παραμείνει ανήσυχη, σχετικά με την ύπαρξη δύο τουλάχιστον ακόμη πλανητών στα βάθη του συστήματος, που κινούνται σε χώρο και χρόνο δύσκολου εντοπισμού. Έτσι στο Συνέδριο Αστρολογικών Σπουδών, που έγινε το Σεπτέμβρη του 1975 στο Μουσείο Επιστημών και Τεχνολογίας του Μιλάνου, ο Αντριάνο Καρέλλι αναφέρθηκε στην ανακάλυψη τριών νέων πλανητών, που καλούνται «διαπλουτωνικοί» και αποκαλύφθηκε ότι ήδη πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο είχαν εντοπιστή απ’ την Αστρολογική Σχολή του Αμβούργου και αναλύθηκαν κάτω απ’ τις ονομασίες Βράχμα, Σίβα και Μάγια.
Ανεξάρτητα απ’ τον εμπλουτισμό του πλανητικού αντικειμένου της Αστρολογικής Μελέτης, με τις ανακαλύψεις των πλανητών, που μέχρι τώρα παρέμεναν μέσα στο σκοτάδι της επιστημονικής γνώσης και της υπολογιστικής συσχέτισης, πρέπει να τονιστή πως η ικανοποιητική γνώση των στοιχείων, που παρέχονται απ’ τη μελέτη του παλιού υλικού των «επτά πλανητών», αρκεί οπωσδήποτε για μια άρτια μελέτη των στοιχείων ενός ατομικού ωροσκοπίου, αλλά οι πρόσθετες ερμηνείες των νέων πλανητών (με εξαίρεση τον ατομικό δείκτη Ήφαιστο) είναι αναγκαίες, προκειμένου να εξηγηθούν ή προδιαγραφούν οι κοινωνικές ζυμώσεις και εξελίξεις.
Η μέθοδος της επιστημονικής ανάλυσης των αστρολογικών δεδομένων σε σχέση με τις επιδράσεις των πλανητών χωρίζεται σε δύο σκέλη σ’ ένα καθαρά αστρονομικό, όπου αναζητούνται, ανευρίσκονται και σημειώνονται οι θέσεις των πλανητών στο Διάστημα, δηλαδή το ουράνιο πλάτος τους και, το βασικό, το ουράνιο μήκος τους. Και σε ένα καθαρά αστρολογικό, όπου, με τη σύνδεση των εννοιών των πλανητών, των θέσεών τους και των αποστάσεών τους (όψεων) ο μελετητής καταλήγει σε ωρισμένα επιστημονικά συμπεράσματα, που οδηγούν στην αποκρυπτογράφηση του παρόντος και στη σκιαγράφηση του μέλλοντος.
Παύλος Σπ. Κυράγγελος
Η ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΗΛΙΑΚΟΣ ΛΟΓΟΣ 1978
_________________________________
(*) Σημείωση Παρείσακτου
Παραθέτω το κείμενο Η ΜΑΤΑΙΗ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΛΑΝΗΤΗ ΗΦΑΙΣΤΟΥ
Η έρευνα για έναν υποθετικό πλανήτη που με τις παρέλξεις του προκαλούσε μια μικρή μετατόπιση του περιηλίου του Ερμού, προσέλκυσε μεγάλο ενδιαφέρον κατά το 19ο αιώνα. Θα ήταν ο εγγύτερος στον `Ηλιο πλανήτης και του είχε ήδη δοθεί το όνομα `Ηφαιστος από τον Le Verrier (1811-1877). Διάσημοι παρατηρησιακοί αστρονόμοι της εποχής δαπάνησαν πολλές ώρες σε έρευνες για την ανακάλυψή του, μέχρι να αναιρεθεί η θεωρητική στήριξη για την ύπαρξή του με την εφαρμογή της Γενικής Θεωρίας της Σχετικότητας το 1915: Η ματαιότητα της αναζητήσεως του Ηφαίστου έγινε πλέον φανερή όταν ο A. Einstein με τη Γενική Θεωρία της Σχετικότητας ερμήνευσε το έλλειμμα των 43 arcsec στους υπολογισμούς του Le Verrier.
----
Μια από τις μεγαλύτερες αστρονομικές αναζητήσεις του 19ου αιώνα υπήρξε η προσπάθεια για την ανακάλυψη ενός πλανήτη που θα περιφερόταν περί τον `Ηλιο εγγύτερα από ό,τι ο Ερμής. Την ύπαρξη ενός τέτοιου πλανήτη υπέθεσε πρώτος ο Γάλλος αστρονόμος Urbain Jean Joseph Le Verrier (1811-1877). Το Σεπτέμβριο 1846 ο Le Verrier είχε αποκτήσει παγκόσμια φήμη, όταν ο J.G. Galle (1812-1910) του Αστεροσκοπείου του Βερολίνου, βασιζόμενος σε υποδείξεις του, ανακάλυψε τον όγδοο γνωστό πλανήτη, τον Ποσειδώνα. Ο Le Verrier είχε μελετήσει (1845), μετά από υπόδειξη του Arago, ορισμένες ανωμαλίες που είχαν παρατηρηθεί στην κίνηση του Ουρανού κατά την περιφορά του και τις απέδωσε στις παρέλξεις ενός άγνωστου μέχρι τότε πλανήτη. Με βάση αυτή την παραδοχή υπολόγισε μαθηματικά τη θέση του άγνωστου πλανήτη και την υπέδειξε στον Galle, ο οποίος τον ανακάλυψε σχεδόν στο ίδιο σημείο που είχε προβλέψει ο Le Verrier. Το γεγονός είχε τότε χαιρετισθεί από την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα ως μια απόδειξη για τη δύναμη των Μαθηματικών και θρίαμβος για την κλασική θεωρία βαρύτητας του Νεύτωνα.
Το 1858, βασιζόμενος σε ανάλογες ανωμαλίες που είχαν παρατηρηθεί στην κίνηση του Ερμού, ο Le Verrier πρότεινε και πάλι ότι ένας άγνωστος μέχρι τότε πλανήτης προκαλούσε με τις βαρυτικές του παρέλξεις τις ανωμαλίες αυτές, και συγκεκριμένα τη μετατόπιση του περιηλίου της τροχιάς του Ερμού κατά 43΄΄ ανά αιώνα περισσότερο από ό,τι προέβλεπε η Νευτώνεια θεωρία. Το άγνωστο σώμα θα ήταν εύκολο να διαφύγει της προσοχής των αστρονόμων, καθώς από τη Γη θα φαινόταν να βρίσκεται πάντα κοντά στο εκτυφλωτικό φως του `Ηλιου. Ακόμα και ο Ερμής αποτελεί ένα δύσκολο στην παρατήρησή του πλανήτη εξαιτίας της εγγύτητάς του στον `Ηλιο. Περίπου 13 φορές ανά αιώνα εμφανίζεται να περνά μπροστά από τον ηλιακό δίσκο ως μαύρη κηλίδα, και στις περιπτώσεις αυτές, τις διαβάσεις του Ερμού, η θέση του ως προς τον `Ηλιο μπορεί να μετρηθεί με πολύ μεγάλη ακρίβεια, γεγονός που επέτρεψε την ανίχνευση της παραπάνω ανωμαλίας στην κίνησή του.
Εκτός από τον Le Verrier, ο Γερμανός Heinrich Schwabe, ελπίζοντας να ανιχνεύσει τον `Ηφαιστο σε μια διάβασή του, εξέταζε τον ηλιακό δίσκο κάθε αίθρια ημέρα από το 1826 ως το 1838, συσσωρεύοντας παρατηρήσεις 3.500 και πλέον ημερών. Δεν ανακάλυψε κάποιο νέο πλανήτη, εντούτοις κατέγραψε κάτι εξίσου σημαντικό: τον ενδεκαετή κύκλο της ηλιακής δραστηριότητας, μέσα από την περιοδική αυξομείωση στον αριθμό των ηλιακών κηλίδων.
Ωστόσο η ανακοίνωση του Le Verrier το Σεπτέμβριο του 1859 γνώρισε πολύ μεγαλύτερη δημοσιότητα, αφού περιελάμβανε τα στοιχεία της τροχιάς του άγνωστου πλανήτη με περίοδο περιφοράς 33 ημέρες (άρα και συχνότερες διαβάσεις), και σύντομα παρουσιάσθηκε μια αναφορά για μια μικρή μαύρη κηλίδα, που είχε παρατηρηθεί να κινείται κατά μήκος του ηλιακού δίσκου στις 26 Μαρτίου 1859, από τον ερασιτέχνη αστρονόμο Edmond Modeste Lescarbault, ο οποίος επί έτη επεδίωκε να ανακαλύψει τον εσωτερικό πλανήτη. Αρχικά ο Le Verrier αντέδρασε με σκεπτικισμό, όμως τελικά αποφάσισε να συναντήσει τον Lescarbault. Κατά την επίσκεψή του στο χωριό του ερασιτέχνη, του έθεσε μια σειρά από ουσιαστικές ερωτήσεις. Μετά από συζήτηση μιας ώρας, ο Le Verrier αναχώρησε πεπεισμένος ότι θα μπορούσε να εμπιστευθεί την ερασιτεχνική παρατήρηση. Ονόμασε τον, υποθετικό νέο πλανήτη `Ηφαιστο (Vulcan) και μάλιστα επέμεινε να τιμηθεί ο Lescarbault με το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής από τον ανώτατο άρχοντα της τότε Γαλλίας Ναπολέοντα Γ΄.
Ο Le Verrier αποφάνθηκε ότι ο `Ηφαιστος θα έπρεπε να κινείται περί τον `Ηλιο σε μέση απόσταση 19×106 km και να εκτελεί 2-4 διαβάσεις ανά έτος, 1 ή 2 κατά τα τέλη Μαρτίου ή στις αρχές Απριλίου και 1 ή 2 κατά τα τέλη Σεπτεμβρίου ή στις αρχές Οκτωβρίου. Η κάθε διάβαση θα έπρεπε να έχει διάρκεια μέχρι 260 min. Εκτός από τις διαβάσεις, ευκαιρία για την ανακάλυψή του θα παρουσιαζόταν σε κάθε ολική έκλειψη Ηλίου. Αλλά όσοι προσπάθησαν να ανιχνεύσουν τον `Ηφαιστο τήν άνοιξη του 1860, απέτυχαν. Ούτε και στην ολική έκλειψη του Ιουλίου 1860, ορατή από την Ισπανία, υπήρξε έστω και μία θετική παρατήρηση. Οι υποστηρικτές του Ηφαίστου άρχισαν να αμφιβάλλουν, ενώ όσοι ήταν ανέκαθεν δύσπιστοι άρχισαν να εκφράζονται με απόλυτο τρόπο. Κατά τα επόμενα έτη αναφέρθηκαν μερικές σποραδικές θετικές παρατηρήσεις από ερασιτέχνες, με την περίπτωση του Βρετανού Lumis να απολαμβάνει ιδιαίτερη δημοσιότητα. Ο Lumis ισχυρίσθηκε ότι είχε ανιχνεύσει με ένα διοπτρικό τηλεσκόπιο μια κινούμενη κηλίδα στον `Ηλιο στις 20/3/1862.
Η ολική ηλιακή έκλειψη της 7/8/1869 υποσχόταν μια ακόμα πολύτιμη ευκαιρία για τον εντοπισμό του Ηφαίστου. Η σκιά της Σελήνης θα διέσχιζε διαγωνίως τη Β. Αμερική, από το Βερίγγειο Πορθμό ως τη Β. Καρολίνα. Ο Le Verrier παρέμενε σταθερός υπέρμαχος του αόρατου πλανήτη και το κύρος του μπορούμε να πούμε ότι συνέτεινε αρκετά στο να διατηρείται το θέμα στη σκέψη των περισσότερων παρατηρητών. Ο S. Newcomb (1835-1909) του Ναυτικού Αστεροσκοπείου των ΗΠΑ ήταν ένας από αυτούς. Θα συνόδευε μια αποστολή στο Des Moines της Iowa για να παρατηρήσει την έκλειψη. Ο Newcomb λοιπόν προσκάλεσε το Δανό αστρονόμο C.H.F. Peters (1813-1890), που είχε εγκατασταθεί στις ΗΠΑ από το 1854 και είχε ανακαλύψει πολλούς αστεροειδείς, να τους ακολουθήσει στην αναζήτηση του Ηφαίστου. Ο Peters του απάντησε απότομα: «Δεν θα ενδιαφερθώ να ψάξω για τα μυθικά πτηνά του Le Verrier». Η απάντηση αυτή, κατά τους Baum & Sheehan (1997), είχε πιθανότατα ένα ενδιαφέρον βαθύτερο νόημα, που για να το αντιληφθούμε θα πρέπει να γνωρίζουμε κάποιες εμπειρίες από την προηγούμενη σταδιοδρομία του C. H. F. Peters.
Μερικές εβδομάδες πριν, ο Peters είχε δημοσιεύσει στο Astronomische Nachrichten («Αστρονομικά Νέα») μια εμπειρία από τότε που βρισκόταν στο Αστεροσκοπείο της Νεαπόλεως στην Ιταλία. Το Μάιο 1845 οι εκεί αστρονόμοι είχαν παρατηρήσει μικρά σώματα να περνούν μπροστά από το δίσκο του `Ηλιου. Αυτή δεν ήταν η πρώτη παρόμοια αναφορά. Ο C. Messier (1730-1817) π.χ. παρατηρώντας από το Παρίσι το 1777 είχε παρακολουθήσει «ένα μεγάλο αριθμό σκοτεινών σφαιριδίων» να περνά μπροστά από τον `Ηλιο μέσα σε 5 min. Η μεγάλη θύελλα διαττόντων των Λεοντιδών του 1833 είχε καταστήσει γνωστή την ύπαρξη μετεωρικών σωμάτων που εκινούντο σε πυκνά σμήνη ή (σύμφωνα με μια θεωρία της εποχής που είχε προτείνει ο Adolph Erman το 1839) περιφέρονταν περί τον `Ηλιο σε διακριτούς δακτυλίους. Δεν θα ήταν μήπως πιθανό υπό συγκεκριμένες συνθήκες, όταν η Γη βρισκόταν κοντά στα σμήνη αυτά, μερικά από τα μικρά εκείνα σώματα (μετεωροειδείς) να εκτελούν διαβάσεις; Αρχικά οι αστρονόμοι από τη Νεάπολη υπέθεσαν ότι είχαν δει συμπυκνώσεις στο ρεύμα μετεωροειδών που προκαλεί την ετήσια βροχή διαττόντων «η Υδροχοΐδες» κάθε Μάιο και σήμερα γνωρίζουμε πως αποτελείται από υλικό του Κομήτη του Halley. Το γεγονός κίνησε το ενδιαφέρον του Peters, που θέλησε να επιβεβαιώσει τις παρατηρήσεις και να διαλευκάνει το μυστήριο. Στις 6/10/1845 ήρθε η επόμενη ευκαιρία: πολλά μικρά αντικείμενα έγιναν ορατά καθώς διάβαιναν με μεγάλη ταχύτητα μπροστά από τον `Ηλιο, άλλα μεμονωμένα και άλλα κατά ζεύγη. Ο Peters χρονομέτρησε προσεκτικά τις διαβάσεις. Το φαινόμενο επαναλήφθηκε και τις επόμενες ημέρες, ώστε στις 17/10 ο Peters να γράψει: «Ενώ μετρούσαμε τις ηλιακές κηλίδες, πέρασαν πολλά μικρά σώματα, λίγο-πολύ γρήγορα» . Εκείνη τη νύκτα, με το τηλεσκόπιό του στραμμένο προς τη Σελήνη, μέτρησε 9 μικρά σώματα σε 15 min, κινούμενα οριζόντια μπροστά από το δίσκο της Σελήνης μία ημέρα μετά την πανσέληνο. Και, εντελώς ξαφνικά, η ταυτότητά τους έπαψε να αποτελεί μυστήριο.
«`Ηταν πουλιά», έγραψε ο Peters, «με όλα τα χαρακτηριστικά τους γνωρίσματα: ουρά, κεφαλή και πτέρυγες. Πέρασαν όλα μπροστά από το δίσκο της Σελήνης... ...παράλληλα ή σχεδόν παράλληλα ως προς τον ορίζοντα. Το καθένα εμφανίσθηκε σαν ένα μαύρο αντικείμενο επάνω στο δίσκο. Η νύκτα ήταν καθαρή και ο άνεμος ασθενής.» Ο Δανός επιστήμονας συμπέρανε ότι και τα σώματα που είχαν παρατηρηθεί τον προηγούμενο Μάιο ήταν επίσης πτηνά, καθώς μεγάλοι αριθμοί αποδημητικών πτηνών περνούσαν πάνω από την περιοχή κάθε Μάιο και Οκτώβριο, διατύπωσε μάλιστα και τη γνώμη ότι ήταν ορτύκια!
Επομένως όταν ο Peters αναφερόταν στα «μυθικά πτηνά του Le Verrier» φαίνεται ότι δεν μιλούσε μεταφορικά, αλλά πολύ συγκεκριμένα. Κατά τους Baum & Sheehan (1997) πολλοί από τους «Ηφαίστους» που παρατηρήθηκαν κατά καιρούς ήταν απλώς πουλιά. Ακόμα και οι εποχές που είχε προτείνει ο Le Verrier για τις διαβάσεις (άνοιξη και φθινόπωρο) ενισχύουν την παραπάνω υποψία, αφού αντιστοιχούν στις εποχές της αποδημίας. Τα περισσότερα χερσαία αποδημητικά ταξιδεύουν κατά τις αποδημίες τους σε ύψος μικρότερο των 1.500 m, αλλά μπορεί να υπερβούν και τα 4 km. Αν δεχθούμε άνοιγμα πτερύγων 20 cm και ύψος 2 km με το δίσκο του `Ηλιου 3° πάνω από τον ορίζοντα, το πουλί θα βρίσκεται όταν περνά μπροστά από τον `Ηλιο σε απόσταση 4 km από τον παρατηρητή και θα έχει φαινόμενο άνοιγμα πτερύγων περίπου 10΄΄. Συγκριτικά, ο Ερμής κατά τις διαβάσεις του έχει φαινόμενη διάμετρο 13΄΄. Με μικρές μεγεθύνσεις θα ήταν σχεδόν αδύνατο να αναγνωρισθεί η πραγματική φύση μιας τόσο μικρής μαύρης κηλίδας. Ωστόσο θα πρέπει να επισημανθεί ότι ένας πλανήτης, ακόμα και ο ταχύτατος `Ηφαιστος, θα φαινόταν να διασχίζει τον ηλιακό δίσκο εκατοντάδες φορές πιο αργά από ό,τι ένα πουλί, ακόμα και το πιο μακρινό. Οι αστρονόμοι γνώριζαν ότι ο `Ηφαιστος θα χρειαζόταν ώρες για να διασχίσει τον ηλιακό δίσκο. Η πορεία των αποδημητικών πτηνών έχει γενική κατεύθυνση Β-Ν. Αν τα περνούσαν για πλανήτη, αυτός ο πλανήτης θα έπρεπε να έχει μια τροχιά με μεγάλη κλίση ως προς την εκλειπτική, πολύ μεγαλύτερη από την κλίση των 12° που είχε προτείνει ο Le Verrier.
Η έκλειψη της 7/8/1869 απέτυχε να αποκαλύψει τον `Ηφαιστο κοντά στον `Ηλιο. Ο Le Verrier διακήρυξε ότι ή υπήρχαν πολλοί `Ηφαιστοι ή δεν υπήρχε κανείς και ότι αν υπήρχε `Ηφαιστος θα έπρεπε να διαβεί μπροστά από τον ηλιακό δίσκο στις 23/3/1877. Μετά το θάνατό του, στις 23/9/1877, υπήρχαν ακόμα αστρονόμοι που έλπιζαν στην ύπαρξη του Ηφαίστου, έστω και αν ο σκεπτικισμός αυξανόταν. Ο λόγος ήταν ότι δεν υπήρχε άλλη εξήγηση για την ανωμαλία στην τροχιά του Ερμού. Το αποκορύφωμα ήρθε με την ολική ηλιακή έκλειψη της 29/7/1878 στις ΗΠΑ. Ο Newcomb την παρατήρησε από το Wyoming συνοδευόμενος από τον J.C. Watson του Πανεπιστημίου του Michigan. Κατά τα 3 min της ολικής φάσεως ο Newcomb χρησιμοποίησε μικρό τηλεσκόπιο για να ερευνήσει το χώρο στα Α του `Ηλιου, ενώ ο Watson με ένα μεγαλύτερο τηλεσκόπιο ερεύνησε μια ζώνη μήκους 15° και πλάτους 1,5° Α και Δ του `Ηλιου. Με την ισχυρή μνήμη του, ο Watson είχε προηγουμένως απομνημονεύσει από τους χάρτες του ουρανού τις θέσεις όλων των αστέρων αυτής της ζώνης μέχρι ορισμένου m(V). Στα Δ του `Ηλιου συνάντησε ένα «ερυθρωπό άστρο» που δεν υπήρχε στους χάρτες, ορατό με γυμνό μάτι. Ακόμα δυτικότερα, βρήκε έναν άλλο, φωτεινότερο, ερυθρό αστέρα, σημείωσε τη θέση του και έσπευσε να ειδοποιήσει το Newcomb, ώστε να υπάρχει ανεξάρτητη επιβεβαίωση από άλλο παρατηρητή. Ο Newcomb όμως ήταν απορροφημένος από την παρακολούθηση ενός δικού του υποψήφιου «Ηφαίστου», ενός αστέρα όπως αποδείχθηκε αργότερα. Τότε η ολική έκλειψη έλαβε τέλος. Ο Watson, που είχε ανακαλύψει πολλούς αστεροειδείς, ήταν πεπεισμένος ότι είχε δει τουλάχιστον έναν εσώτατο πλανήτη. Οι παρατηρήσεις του όμως δέχθηκαν αργότερα την κριτική του Peters, που θεώρησε ότι ο Watson είχε θεωρήσει τους θ και ζ Καρκίνου σαν «Ηφαίστους».
Ο Watson αρνήθηκε να εγκαταλείψει τις προσπάθειες και πέρασε την υπόλοιπη ζωή του κυνηγώντας τον υποθετικό πλανήτη. Αφού άφησε το Πανεπιστήμιο του Michigan στο Ann Arbor προκειμένου να επιβλέψει την κατασκευή του Αστεροσκοπείου Washburn του Πανεπιστημίου του Wisconsin στο Madison, επιδίωξε να ανακαλύψει τον `Ηφαιστο κατά τη διάρκεια της ημέρας: ήθελε να τοποθετήσει ένα τηλεσκόπιο στον πυθμένα ενός φρέατος βάθους 7,3 m σε ένα λόφο κοντά στη λίμνη Mendota, ελπίζοντας ότι έτσι θα ήταν σε θέση να διακρίνει αστέρες κοντά στον `Ηλιο. Η ιδέα χρονολογείται από την εποχή του Αριστοτέλους, ο οποίος είχε αναφέρει πως οι φωτεινότεροι αστέρες μπορούσαν να γίνουν ορατοί και κατά τη διάρκεια της ημέρας μέσα από βαθιά πηγάδια, πράγμα που είχε πάντως αποδειχθεί λανθασμένο ήδη πριν την εποχή του Watson. Μόνο με τηλεσκόπιο οι φωτεινότεροι αστέρες μπορούν να γίνουν ορατοί κατά τη διάρκεια της ημέρας, αλλά και πάλι όταν δεν βρίσκονται προς την πλευρά του `Ηλιου, εκτός αν βρισκόμαστε σε μεγάλο υψόμετρο (>5 km).
Ο Watson πέθανε από επιπλοκές πνευμονίας το Νοέμβριο 1880, σε ηλικία 42 ετών, πριν ολοκληρώσει το σχέδιό του. Την επόμενη άνοιξη, όταν ο διάδοχός του, ο Edward S. Holden (1846-1914) έφθασε στο Madison για να αποπερατώσει το υπόγειο αστεροσκοπείο, ο Peters τον προειδοποίησε: «Μη καθίσεις μέσα σε αυτή την υπόγεια τρύπα να παρακολουθείς μέχρι που να περάσει ο `Ηφαιστος! Δεν φοβάμαι ότι ίσως τον ανακαλύψεις... ...αλλά μπορεί να καταστρέψει την υγεία σου και το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να καλύψεις την τρύπα.» Ο Holden πάντως διεξήγαγε λίγες παρατηρήσεις, ώστε να βεβαιωθεί και προσωπικά ότι ο `Ηφαιστος θα ήταν αδύνατο να παρατηρηθεί κατά τη διάρκεια της ημέρας, και στη συνέχεια το υπόγειο αστεροσκοπείο εγκαταλείφθηκε για πάντα. Σήμερα δεν έχει απομείνει ίχνος του.
Μετά το θάνατο του Watson η ιδέα του Ηφαίστου περιέπεσε οριστικά σε δυσμένεια μεταξύ των αστρονόμων. Λίγοι αστρονόμοι, μεταξύ των οποίων και ο Holden, από όσους ταξίδεψαν μέχρι τη νήσο Καρολίνα στον κεντρικό Ειρηνικό Ωκεανό για να παρατηρήσουν την ολική έκλειψη του 1883 το έπραξαν με την ελπίδα να ανακαλύψουν τον `Ηφαιστο. Στις 11/1/1891 ο Lescarbault ισχυρίσθηκε ότι τον ανακάλυψε στο Λέοντα, αλλά λεπτομερής έλεγχος απέδειξε ότι ο υποτιθέμενος `Ηφαιστος ήταν ο πλανήτης Κρόνος!
Η επιπλέον μετατόπιση του περιηλίου του Ερμού εξηγήθηκε από τον Αϊνστάιν το Νοέμβριο 1915: η Γενική Σχετικότητα εξαφάνισε την ανάγκη για την ύπαρξη του Ηφαίστου, καθώς σύμφωνα με αυτή τη Θεωρία η τροχιά του Ερμού θα έπρεπε να μεταπίπτει ελαφρώς ταχύτερα, ακριβώς όσο χρειαζόταν για να εξηγήσει την επιπλέον μετατόπιση του περιηλίου.
Παρά το γεγονός αυτό, οι παρατηρήσεις του J.C. Watson κατά την έκλειψη του 1878 δεν εξηγήθηκαν ποτέ εντελώς. Ο Peters ίσως είχε δίκιο όταν υποστήριζε την πιθανότητα λάθους, αλλά μια πιο συναρπαστική πιθανότητα είναι ο Watson να είδε δύο μικρούς κομήτες από αυτούς που περνούν πολύ κοντά από τον `Ηλιο και συνήθως πέφτουν επάνω του. Τέτοιοι κομήτες ανακαλύφθηκαν κυρίως από το SOHO τα τελευταία έτη. Π.χ. ο «Kομήτης SOHO» που ανακαλύφθηκε στις 3/5/1998 και πέρασε σε ελάχιστη απόσταση 22×106 km από τον `Ηλιο (περιήλιο) 5 ημέρες αργότερα (συγκριτικά, ο Ερμής δεν πλησιάζει τον `Ηλιο περισσότερο από 46×106 km). Αν και τώρα έχει σχεδόν ξεχασθεί, ο `Ηφαιστος μας υπενθυμίζει τη μεγάλη έφεση του ανθρώπου για εξερεύνηση και ανακάλυψη, καθώς και την τυχαία ανακάλυψη άλλων πραγμάτων, ίσως πιο σημαντικών, κατά τη διάρκεια των ερευνών για κάποιο δύσκολο στόχο: η αναζήτηση για τον `Ηφαιστο οδήγησε τον H. Schwabe στο να ανακαλύψει τον ενδεκαετή κύκλο της ηλιακής δραστηριότητας.
Βιβλιογραφία
Δανέζης, Μάνος και Θεοδοσίου, Στράτος: Το Σύμπαν που αγάπησα - Εισαγωγή στην Αστροφυσική, τόμος Β΄, εκδόσεις Δίαυλος, Αθήνα 2000
Baum, Richard & Sheehan, William: In search of planet Vulcan, Plenum, 1997
Sheehan, William: «James Craig Watson, First Director of Washburn Observatory: His Obsession with the Intra-Mercurial Planet Vulcan», BAAS, 28, 858 (1996)
Η FIFA, που έχει το ανάκτορο και την Αυλή της στη Ζυρίχη, η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή, που βασιλεύει στη Λοζάνη και η εταιρεία ISL Marketing, που στεγάζει τις δραστηριότητές της στη Λουκέρνη, διαχειρίζονται τα Παγκόσμια Κύπελλα Ποδοσφαίρου και τις Ολυμπιάδες. Και οι τρεις αυτοί πανίσχυροι οργανισμοί έχουν την έδρα τους στην Ελβετία, μια χώρα γνωστή για την ευστοχία του Γουλιέλμου Τέλου, την ακρίβεια των ρολογιών της και τη θρησκευτική της προσήλωση στο τραπεζικό απόρρητο. Συμπτωματικά, και οι τρεις διακατέχονται από ένα εξαιρετικό αίσθημα αιδούς σε ό,τι αφορά το χρήμα που περνάει από τα χέρια τους και εκείνο που μένει στα χέρια τους.
Η ISL Marketing κατέχει, τουλάχιστον μέχρι το τέλος του αιώνα, τα αποκλειστικά δικαιώματα της πώλησης διαφημίσεων στα στάδια, των φιλμ και των βιντεοκασετών, των συμβόλων, των σημαιών και των μασκότ των διεθνών διοργανώσεων. Ανήκει στους κληρονόμους του Άντολφ Ντάσλερ, του ιδρυτή της Adidas, αδελφού και εχθρού του ιδρυτή της ανταγωνίστριας Puma. Όταν οι Χαβελάνγκε
και Σάμαρανκ παραχώρησαν το μονοπώλιο αυτών των δικαιωμάτων στην οικογένεια Ντάσλερ, ασκούσαν το ευγενές καθήκον της ευγνωμοσύνης. Η Adidas, η μεγαλύτερη εταιρεία παραγωγής αθλητικών ειδών στον κόσμο, είχε συμβάλει πολύ γενναιόδωρα στην ανάρρησή τους στην εξουσία. Το 1990 οι Ντάσλερ πούλησαν την Adidas στον Γάλλο επιχειρηματία Μπερνάρ Ταπί, αλλά κράτησαν την ISL, την οποία ελέγχουν σε συνεργασία με την ιαπωνική διαφημιστική εταιρεία Dentsu.
Η εξουσία του παγκόσμιου αθλητισμού δεν είναι παίξε γέλασε. Στα τέλη του 1994, συζητώντας στη Νέα Υόρκη με επιχειρηματικούς κύκλους, ο Χαβελάνγκε άφησε να διαρρεύσουν κάποιοι αριθμοί, γεγονός που δεν το συνηθίζει:
- Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι ο ετήσιος παγκόσμιος κύκλος εργασιών του ποδοσφαίρου αγγίζει το ποσό των 225 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Και κομπάζοντας σύγκρινε τον αριθμό αυτό με τα 136 δισεκατομμύρια δολάρια του κύκλου εργασιών του 1993 της General Motors, που είναι πρώτη στον κατάλογο των μεγαλύτερων πολυεθνικών επιχειρήσεων.
Στην ίδια συζήτηση ο Χαβελάνγκε επισήμανε ότι το ποδόσφαιρο είναι ένα εμπορικό προϊόν, που πρέπει να πωληθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, και υπενθύμισε τον πρώτο χρυσό κανόνα της εποχής μας:
- Την πραμάτεια μας πρέπει να την προσέχουμε.
Η πώληση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων είναι η πιο προσοδοφόρα φλέβα στο μεταλλείο των διεθνών διοργανώσεων, και η FIFA και η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή εισπράττουν τη μερίδα του λέοντος από τα χρήματα που καταβάλλει η μικρή οθόνη. Τα ποσά αυτά αυξήθηκαν θεαματικά από τότε που η τηλεόραση άρχισε να αναμεταδίδει απευθείας, για όλες τις χώρες, τις διεθνείς αθλητικές συναντήσεις. Η Ολυμπιάδα της Βαρκελώνης εισέπραξε εξακόσιες τριάντα φορές περισσότερα χρήματα από την αντίστοιχη της Ρώμης, όταν η αναμετάδοση γινόταν μόνο σε εθνικό επίπεδο.
Και τη στιγμή που πρέπει να αποφασίσουν ποιες εταιρείες θα είναι οι επίσημοι χορηγοί της κάθε διοργάνωσης, τόσο ο Χαβελάνγκε και ο Σάμαρανκ, όσο και η οικογένεια Ντάσλερ είναι σαφείς: θα επιλεγούν αυτοί που πληρώνουν περισσότερο. Η μηχανή που μετατρέπει κάθε πάθος σε χρήμα δεν μπορεί να προσφέρει στον εαυτό της την πολυτέλεια να προβάλει τα πλέον υγιή και ενδεδειγμένα για την αθλητική ζωή προϊόντα: τίθεται σαφώς υπέρ της καλύτερης προσφοράς και ενδιαφέρεται μονάχα αν η Mastercard πληρώνει περισσότερα ή λιγότερα από τη Visa και αν η Fujifilm προσφέρει περισσότερα χρήματα από την Kodak. Η Coca-Cola, το διατροφικό ελιξίριο που δεν μπορεί να λείπει από το κορμί κανενός αθλητή, είναι πάντα στην πρώτη θέση. Οι πολυεκατομμυριούχες αρετές της δεν αμφισβητούνται.
Σε αυτό το ποδόσφαιρο του τέλους του αιώνα μας, του εξαρτημένου από το μάρκετινγκ και τους σπόνσορες, δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι πολλές από τις σημαντικότερες ευρωπαϊκές ομάδες είναι εταιρείες ή ιδιοκτησία άλλων εταιρειών. Η Γιουβέντους ανήκει, όπως και η Fiat, στον όμιλο Ανιέλι. Η Μίλαν είναι στον αστερισμό των επιχειρήσεων του Μπερλουσκόνι. Η Σαμπντόρια στον πετρελαϊκό όμιλο Mantovanni. Η Φιορεντίνα στην εταιρεία κινηματογραφικών παραγωγών Gecchi Gori. Η Μαρσέιγ βρέθηκε στο προσκήνιο του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου όταν εξαγοράστηκε από τον όμιλο του Μπερνάρ Ταπί, μέχρι που ένα σκάνδαλο δωροδοκιών κατέστρεψε τον επιτυχημένο αυτόν επιχειρηματία. Η Παρί Σεν Ζερμέν ανήκει στον τηλεοπτικό σταθμό Canal Plus. Η Peugeot, χορηγός της Σοσό, είναι επίσης ιδιοκτήτρια του γηπέδου της. Η Philips είναι ιδιοκτήτρια της psv Αϊντχόβεν. Δυο ομάδες της πρώτης κατηγορίας της Γερμανίας, που χρηματοδοτεί η Bayer, φέρουν το όνομά της: η Μπάγερ Λεβερκούζεν και η Μπάγερ Ίρντιγκεν. Ο εφευρέτης και ιδιοκτήτης των υπολογιστών Astrad είναι επίσης ιδιοκτήτης της αγγλικής Τότεναμ, οι μετοχές της οποίας έχουν εισαχθεί στο χρηματιστήριο. Η Μπλάκμπερν ανήκει στον όμιλο Walker. Στην Ιαπωνία, όπου το επαγγελματικό ποδόσφαιρο γεννήθηκε πρόσφατα, οι μεγάλες ιαπωνικές εταιρείες ίδρυσαν ποδοσφαιρικές ομάδες και έφεραν σε αυτές αστέρια του διεθνούς ποδοσφαίρου, με τη βεβαιότητα ότι το ποδόσφαιρο είναι μια διεθνής γλώσσα που μπορεί να συμβάλει στην προώθηση των συμφερόντων τους σε όλο τον κόσμο. Η ηλεκτρική εταιρεία Furukawa ίδρυσε την Τζεφ Γιουνάιτεντ Ιτσιχάρα και έφερε τον Γερμανό Πιερ Λιτμπάρσκι και τους Τσέχους Φράντισεκ και Πάβελ. Η Toyota δημιούργησε τη Ναγκόγια Γκράμπους, που είχε για παίκτη τον Αγγλο γκολτζή Γκάρι Λίνεκερ. Ο βετεράνος αλλά πάντα εξαιρετικός Ζίκο έπαιξε στην Κασίμα, που ανήκει στο βιομηχανικό και χρηματιστηριακό όμιλο Sumitomo. Οι εταιρείες Mazda, Mitsubishi, Nissan, Panasonic και Japan Airlines έχουν τις δικές τους ιδιόκτητες ποδοσφαιρικές ομάδες.
Η ομάδα μπορεί να χάνει χρήματα, αλλά αυτή η λεπτομέρεια δεν έχει σημασία αν προσφέρει μια καλή εικόνα στον όμιλο επιχειρήσεων που ανήκει. Γι’ αυτό η ιδιοκτησία της δεν είναι μυστική: το ποδόσφαιρο χρησιμεύει στη διαφήμιση των επιχειρήσεων και δεν υπάρχει στον κόσμο καλύτερο εργαλείο των δημοσίων σχέσεων για την προσέγγιση του κοινού. 'Όταν ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι αγόρασε τη Μίλαν, που ήταν σε κατάσταση χρεοκοπίας, άρχισε τη νέα εποχή του, αναδεικνύοντας όλη τη χορογραφία μια διαφημιστικής εκστρατείας. Ένα βράδυ του 1987 οι έντεκα παίκτες της Μίλαν βγήκαν στον αγωνιστικό χώρο από ένα ελικόπτερο, που είχε προσγειωθεί καταμεσής του γηπέδου, ενώ τα μεγάφωνα έπαιζαν τις Βαλκυρίες του Βάγκνερ. Ο Μπερνάρ Ταπί, άλλος ειδικός της προσωπικής προβολής, συνήθιζε να γιορτάζει της επιτυχίες της Μαρσέιγ του με μεγάλες γιορτές, με εντυπωσιακά πυροτεχνήματα και ακτίνες λέιζερ, στις οποίες ήταν προσκεκλημένα τα καλύτερα συγκροτήματα της ροκ.
Το ποδόσφαιρο, πηγή λαϊκών συγκινήσεων, δημιουργεί φήμη και εξουσία. Οι ομάδες που έχουν κάποια αυτονομία, και δεν εξαρτώνται ευθέως από άλλες επιχειρήσεις, συνήθως διευθύνονται από επιχειρηματίες με αδιαφανείς δραστηριότητες και πολιτικούς δεύτερης κατηγορίας, οι οποίοι χρησιμοποιούν το ποδόσφαιρο ως εφαλτήριο κύρους, προκειμένου να αποκτήσουν δημοτικότητα και να διαδραματίσουν σημαντικούς ρόλους. Υπάρχουν επίσης μερικά σπάνια παραδείγματα της άλλης όψης του νομίσματος: άνθρωποι που θέτουν το κύρος τους στην υπηρεσία του ποδοσφαίρου, όπως ο Άγγλος τραγουδιστής Έλτον Τζον, που έγινε πρόεδρος της αγαπημένης του ομάδας της Γουότφορντ, και ο σκηνοθέτης Φρανσίσκο Λομπάρντι, που είναι πρόεδρος της Σπόρτιγκ Κριστάλ του Περού.
Θα είναι εκεί. Κι όταν τα θρύψαλα της λιγοστής ζωής μου ηχήσουν σαν κρύσταλλα κιτρινισμένα σε χαμένες αίθουσες παράταιρων ονείρων - πέφτοντας στα καθαρά πλακάκια του λουτρού εγώ, με την απελπισία της δύσκαμπτης σάρκας - θα με κοιτάζει βουρκωμένος.
Θα είναι εκεί. Κι όταν ο άνεμος της δυστυχίας θα σαρώνει ό,τι απέμεινε από μένα: οι γκρίνιες μου, τα όνειρά μου τ’ ανέκδοτα, κουσούρικα ποιήματά μου - μπλεγμένος σ’ έναν δαίδαλο χοντρών νοσοκόμων, σωλήνων, καθετήρων, εγώ, με το θράσος μιας παράλογης κατάφασης για την ζωή - θα με κοιτάζει δακρυσμένος.
Θα είναι εκεί. Κι όταν πια δεν θα μείνει απ’ την ασήμαντη ζωή μου παρά δυο στάλες ιδρώτας στα μέτωπα των τελευταίων συνοδών μου - βαρύς, σχεδόν ασήκωτος όπως πάντα εγώ, γεμίζοντας το στεγνό μου στόμα με το χώμα που γέμισε τα στόματα χιλιάδων άλλων πριν από μένα, το ίδιο ξερό, ασήμαντο χώμα - θα με κοιτάζει με φρίκη.
Θα είναι εκεί. Μα ούτ’ ένας να του πιάσει το χέρι ούτ’ ένας να σκεφτεί πόσο αφόρητα μοιάζει σ’ εκείνη την παλιά φωτογραφία, όπου ο νεκρός πατέρας μου κρατά απ’ το χέρι τον μικρό του γιο.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ
ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ [1987-2007]
Η ΖΩΗ ΚΟΛΥΜΠΑ ΣΑΝ ΦΑΛΑΙΝΑ ΑΝΥΠΟΠΤΗ ΠΡΙΝ ΤΗ ΣΦΑΓΗ [1987]
Η λέξη «μουσική» είναι ελληνική και προέρχεται από τη λέξη «μούσα» που ανάγεται στους Αιγύπτιους και την κατάληξη «ική» που είναι Κελτικής προέλευσης. Η Αιγυπτιακή λέξη «μας» ή «μους» σημαίνει στην πραγματικότητα «γενιά» «παραγωγή» ή «ανάπτυξη έξω από μια αρχή», δηλαδή τυπική εκδήλωση ή ενεργοποίηση αυτού που ήταν εν δυνάμει. Αποτελείται από τη ρίζα «ας» που χαρακτηρίζει τη συμπαντική, πρωταρχική αρχή και τη ρίζα «μα», που εκφράζει όλα όσα γεννούν, αναπτύσσονται ή εκδηλώνονται ή αποκτούν μια εξωτερική μορφή. Όπως ισχύει σε πάρα πολλές γλώσσες, το μοναδικό ον, ο Θεός και η «μα» αφορούν καθετί το γόνιμο, το δημιουργικό, το παραγωγικό - στην ουσία έχουν την έννοια της «μητέρας». 'Ετσι, η ελληνική λέξη «μούσα» αφορούσε, από τότε ακόμη που καθιερώθηκε, κάθε ανάπτυξη που προκύπτει από μια αρχή, σε κάθε σφαίρα δραστηριότητας όπου, το πνεύμα περνά από τη δυνητικότητα στην πράξη και ενδύεται μια ορατή μορφή. Στην πιο περιορισμένη της εφαρμογή εκφράζει έναν τρόπο ύπαρξης, όπως δηλώνει η λατινική λέξη «μoς». Η κατάληξη «ική» φανερώνει ότι το ένα συσχετίστηκε με το άλλο λόγω ομοιότητας ή εξάρτησης ή λόγω του ότι προέκυψε απ' αυτό. Αυτή την κατάληξη τη συναντά κανείς σε όλες τις βορειοευρωπαϊκές γλώσσες (ich, ig, ic, ή ick). Σχετίζεται με την κελτική λέξη «αικ» που σημαίνει «ίσος» και προέρχεται από την αιγυπτιακή και εβραϊκή λέξη «ach», σύμβολο της ταυτότητας, της ισότητας και της αδελφότητας. Αν, μετά την ετυμολογία της λέξης «μουσική» που έδωσα, συλλαμβάνει κανείς την ευρύτερη έννοια που απέδιδαν οι Αιγύπτιοι στη ρίζα της και που οι Έλληνες της προσέδωσαν, θα έχει μικρότερη δυσκολία να αντιληφθεί τις διάφορες έννοιες με τις οποίες κατανοούσαν (οι Έλληνες) τις Μούσες τους και την παγκόσμια επιρροή που απέδιδαν σ' αυτή την επιστήμη, που τους καθόρισε με τόση ιδιαιτερότητα. Μπορεί κανείς εύκολα να καταλάβει γιατί θεωρούσαν όλες τις τέχνες σαν απορροές της μουσικής, γιατί, ακολουθώντας την έννοια αυτής της λέξης, όλα όσα υπηρετούν την εξωτερίκευση της σκέψης, όλα όσα κάνουν κάτι που ανήκει στη διανοητική σφαίρα να γίνεται αισθητό και να μεταβαίνει από τη δυνητικότητα στην πράξη παίρνοντας μια κατάλληλη μορφή, όλα λοιπόν αυτό ανήκουν σ' αυτή την έννοια. Οι Αιγύπτιοι φαίνεται ότι είχαν τρεις μόνο μούσες: Μελέτη, Μνήμη, Αοιδή, δηλαδή εκείνη που παράγει ή γεννά, εκείνη που διατηρεί ή καθορίζει κι εκείνη που κάνει κατανοητά τα πάντα. Οι Έλληνες, ανεβάζοντας τον αριθμό τους σε εννέα, ταξινόμησαν ακόμη περισσότερο τις ιδιότητές τους. Τις θεωρούσαν θυγατέρες του Δία και της Μνημοσύνης, δηλαδή της αιώνια ζώσης οντότητας και της ιδιότητας διατήρησης στη μνήμη και τα ονόματά τους ήταν τα εξής: Κλειώ, εκείνη που γιορτάζει, Μελπομένη, εκείνη που τραγουδά για πράγματα αξιομνημόνευτα, Θάλεια, εκείνη που ανθεί, που αναζητά τη συμφωνία, Ευτέρπη, εκείνη που θέλγει (που φέρνει σε έκσταση), Τερψιχόρη, εκείνη που αγαλλιά με το χορό, Ερατώ, εκείνη που αγαπά, Καλλιόπη εκείνη που αφηγείται εκπληκτικά πράγματα, Ουρανία, εκείνη που συλλογιέται τους ουρανούς και Πολύμνια, εκείνη που εκφράζει τις ποικίλες τέχνες. Οι εννέα Μούσες αναγνώριζαν σαν ηγέτη τους τον Απόλλωνα, το συμπαντικό γεννήτορα και μερικές φορές είχαν σαν οδηγό τους τον Ηρακλή, τον κύριο του Σύμπαντος. Επειδή οι Σύγχρονοι έχουν προ πολλού διαχωρίσει τη μουσική από την επιστήμη της μουσικής γενικότερα, θα τη θεωρήσω κι εγώ σαν το μέρος εκείνο της επιστήμης που για να γίνει κατανοητή από τη διάνοια του ανθρώπου χρησιμοποιεί στο εξωτερικό επίπεδο δύο δομικά στοιχεία, τον ήχο και το χρόνο, θεωρώντας το ένα σαν ύλη και το άλλο σαν ρυθμιστή της μορφής που της προσδίδει σαν τέχνη. Ο τόνος όμως, γίνεται αντιληπτός μόνο από το ανθρώπινο αυτί μέσω των κραδασμών που του μεταβιβάζει στον αέρα, σύμφωνα με ορισμένες σχέσεις που βασίζονται στους αριθμούς' αποκτά μελωδικές και αρμονικές ιδιότητες, δηλαδή μετακινείται από χαμηλά προς υψηλά, μόνο σύμφωνα με ορισμένες σχέσεις που εξαρτώνται από αριθμούς' ο μουσικός ρυθμός, από τον οποίο ελέγχεται ο κάθε τόνος, μετράται μόνο σύμφωνα με ορισμένους νόμους της κίνησης, οι οποίοι και πάλι εξαρτώνται από αριθμούς. Συνεπώς, διαπιστώνει κανείς ότι οι αριθμοί ενυπάρχουν στα στοιχεία της μουσικής και χωρίς αυτούς δεν γίνεται τίποτε. Οι αριθμοί λοιπόν αποτελούν ένα είδος αρχής και είναι πράγματι η αρχή της μουσικής, με τη γνώση δε των ιδιοτήτων τους μπορούμε ν' ανακαλύψουμε τις ιδιότητες του ήχου και του χρόνου στα πλαίσια αυτής της επιστήμης. Αφήνοντας στη φυσική και στη μεταφυσική όλα όσα εννοιολογικά τους ανήκουν, εκείνο που χρειάζεται να ξέρουμε γι' αυτό καθ' αυτό τον τόνο είναι ότι διαχωρίζεται από το θόρυβο με βάση ορισμένες σχέσεις οι οποίες προκύπτουν και πάλι από τους αριθμούς γιατί, όπως έχω πει οι θόρυβοι είναι στην ουσία το σύνολο ενός πλήθους διαφορετικών ήχων που ακούγονται ταυτόχρονα και που κατά κάποιο τρόπο έρχονται ο ένας σε αντίθεση με τα κύματα του άλλου ενώ οι τόνοι ξεχωρίζουν απ' τους θορύβους και γίνονται ολοένα και πιο αρμονικοί όσο το σώμα που τους παράγει είναι περισσότερο ελαστικό, ομοιογενές, κατασκευασμένο από ένα υλικό με μεγαλύτερη συνοχή καθαρότητα και τελειότητα. Μπορεί επομένως να συμπεράνει κανείς ότι ένα σώμα είναι περισσότερο θορυβοποιό όσο περισσότερο διαχωρίζεται σε μάζες άνισης στερεότητας και υφής και είναι περισσότερο ηχοποιό όσο περισσότερο προσεγγίζει την ομοιογένεια. Από τις εμπειρίες που παρέθεσα στο έργο μου «Notions sur le sens de Ι' ouie» συμπεραίνει κανείς ότι το αυτί του ανθρώπου είναι ανοιχτό πρώτα στο θόρυβο και στη συνέχεια περνώντας ασυνείδητα από το μη αρμονικό στο αρμονικό, ή από τη διάσπαση στην ενότητα, φτάνει στον τόνο. Αυτή φαίνεται πως υπήρξε ανέκαθεν η πορεία της Φύσης. Στόχος της είναι η απόλυτη ενότητα. Οι φυσικοί που έχουν υπολογίζει τον αριθμό των κραδασμών που παράγουν τα ηχοποιά σώματα σε ένα δεδομένο χρονικό διάστημα, υποστηρίζουν ότι ο χαμηλότερος ήχος που μπορούν να ακούσουν τα αυτιά μας είναι εκείνος ενός σώματος που ταλαντεύεται 20 φορές το δευτερόλεπτο και ο υψηλότερος είναι του σώματος εκείνου που ταλαντεύεται 40.000 το δευτερόλεπτο.
FABRE D’ OLIVET Η Εσωτερική Διάσταση της Μουσικής Μετάφραση: Δημήτρης Κουτσούκης Εκδόσεις ΠΥΡΙΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ 1991
Τα διάφορα αισθήματα της απόλαυσης ή της δυσφορίας, της ικανοποίησης ή της δυσαρέσκειας, εξαρτώνται περισσότερο από την ιδιάζουσα αισθητικότητα των ανθρώπων και λιγότερο από τη φύση των εξωτερικών πραγμάτων που τα προκαλούν. Από αυτό προκύπτει ότι ορισμένοι άνθρωποι βρίσκουν απολαυστικό αυτό για το οποίο άλλοι δεν αισθάνονται παρά μόνο αποστροφή, ότι ο έρωτας αποτελεί συχνά ένα μυστήριο για όλο τον κόσμο και ότι αυτό που δυσαρεστεί έντονα τον έναν, αφήνει τον άλλο αδιάφορο. Αυτές οι ιδιαιτερότητες της ανθρώπινης φύσης προσφέρουν ένα εκτεταμένο πεδίο παρατηρήσεων και ενέχουν ταυτόχρονα μια πηγή αποκαλύψεων ευχάριστων όσο και διδακτικών. Δεν θα εξετάσω προς το παρόν παρά μόνο ορισμένα ιδιαίτερα σημεία και με την ιδιότητα μάλλον του παρατηρητή παρά του φιλοσόφου. Αν ο άνθρωπος δεν αισθάνεται ευτυχής παρά μόνο στο βαθμό που ικανοποιεί μια φυσική προδιάθεση, τότε η αίσθηση που τον καθιστά ικανό μιας ευφρόσυνης διάθεσης χωρίς να απαιτεί γι' αυτό ιδιαίτερα χαρίσματα δεν του είναι φυσικά αδιάφορη. Ο γαστρίμαργος που αναγνωρίζει στο μάγειρό του τον κατεξοχήν πνευματικό δημιουργό, φρονώντας ταυτόχρονα ότι όλα τα καλαίσθητα έργα είναι συγκεντρωμένα στα κελάρια, θα βρει στη χυδαιολογία και στα κακόγουστα αστεία μια απόλαυση εξίσου έντονη μ' αυτήν για την οποία καυχώνται όσοι διαθέτουν πιο λεπτά αισθήματα. Ο λάτρης των ανέσεων, που δεν επιθυμεί την ανάγνωση παρά μόνο για τη νύστα που του προκαλεί, ο έμπορος που θεωρεί κάθε απόλαυση ανούσια, εκτός απ' αυτήν του επιτήδειου ανθρώπου που λογαριάζει τα οφέλη της εμπορικής του δραστηριότητας, αυτός που δεν εκδηλώνει την αγάπη του στις γυναίκες παρά μόνο γιατί συγκαταλέγονται στα πράγματα που του παρέχουν απόλαυση, ο εραστής του κυνηγίου, που θηρεύει μύγες, ως Δομιτιανός, ή άγρια ζώα, ως Α..., όλοι τους διαθέτουν μια αισθητικότητα που τους καθιστά ικανούς ορισμένων απολαύσεων, απαλλάσσοντάς τους ταυτόχρονα από την επιθυμία άλλων που πιθανά δεν μπορούν ούτε να φανταστούν. Προτίθεμαι λοιπόν να εξετάσω ένα ιδιαίτερα λεπτό αίσθημα, που αποκαλείται έτσι είτε γιατί μπορεί κανείς να το απολαύσει για μεγάλο διάστημα χωρίς σημάδια κορεσμού ή κόπωσης, είτε γιατί προϋποθέτει ένα είδος διεγερσιμότητας της ψυχής που την καθιστά ταυτόχρονα ικανή για ενάρετες πράξεις, είτε, τέλος, γιατί υποδηλώνει ιδιαίτερα πνευματικά χαρίσματα, ενώ τα άλλα αισθήματα μπορούν αντίθετα να εκδηλωθούν και σε συνθήκες πνευματικής ένδειας. Δεν θα συμπεριλάβω όμως εκείνη τη γοητευτική έλξη που ασκούν οι ανώτερες γνώσεις, η οποία οδήγησε τον Kepler, όπως αναφέρει ο Bayle, να δηλώσει ότι δεν θα αντάλλασσε, ούτε για ένα βασίλειο, έστω και μία από τις ανακαλύψεις του, γιατί είναι εξαιρετικά λεπτή. Η παρούσα εργασία δεν έχει σαν αντικείμενο παρά μόνο εκείνο το αίσθημα που αγγίζει και τις πιο απλοϊκές ψυχές. Το αίσθημα αυτό είναι διττό: αποτελείται από το αίσθημα του ωραίου και αυτό του υπέροχου. Οι συγκινήσεις τους είναι ευχάριστες, αλλά με διαφορετικό τρόπο. Η όψη των χιονισμένων κορυφών μιας οροσειράς που υψώνονται πάνω από τα σύννεφα, η περιγραφή ενός κυκλώνα ή του βασιλείου της κολάσεως (Milton) μας παρέχουν μια απόλαυση ανάμεικτη με τρόμο. Η θέα των ανθισμένων λιβαδιών, οι ελικώσεις των ποταμών και τα βοσκοτόπια, η περιγραφή των Ηλυσίων ή η ομηρική αναπαράσταση του κεστού της Αφροδίτης μάς προξενούν επίσης ευχάριστα συναισθήματα, που δεν αποπνέουν όμως παρά μόνο ιλαρότητα και χαρμονή. Για να μπορεί κανείς να προσοικειωθεί σ' όλη της την ισχύ την πρώτη εντύπωση, πρέπει να διαθέτει το αίσθημα του υπέροχου, για να μπορεί να απολαύσει τη δεύτερη, το αίσθημα του ωραίου. Οι πελώριες βελανιδιές και οι μοναχικές βαθύσκιες φυλλωσιές σ' ένα παρθένο δάσος είναι υπέροχες. Τα ανθοτόπια, οι μικροί φράχτες, οι ομοιόσχημα κλαδεμένες δενδροσειρές είναι ωραία. Η νύχτα είναι υπέροχη, η ημέρα είναι ωραία. Αυτοί που διαθέτουν το αίσθημα του υπέροχου οδηγούνται στα υψηλά αισθήματα της φιλίας, της αιωνιότητας, της περιφρόνησης του κόσμου, μέσα στη γαλήνια σιωπή μιας καλοκαιρινής νύχτας, όταν η τρεμάμενη λάμψη των άστρων διατρέχει τη μελανόχροη νύχτα και το φεγγάρι εμφανίζεται μοναχικό στο στερέωμα. Το φέγγος της μέρας γεννά, μαζί με το ζήλο για εργασία, ένα αίσθημα χαράς. Το υπέροχο ταράσσει, το ωραίο γοητεύει. Το πρόσωπο αυτού που διαπερνάται από το αίσθημα του υπέροχου αποπνέει την αυστηρότητα και, συχνά, την έκπληξη, το ζωηρό αίσθημα του ωραίου αναγγέλλεται από το φωτεινό βλέμμα, το χαμόγελο και, συχνά, από τη θορυβώδη ευθυμία. Το υπέροχο παρουσιάζεται με διάφορες μορφές. Άλλοτε συνοδεύεται από βαρυθυμία ή τρόμο, άλλοτε από σιωπηλό θαυμασμό, και άλλοτε συνδυάζεται με το αίσθημα μιας σεβάσμιας ευμορφίας. Αποκαλώ υπέροχο- τρομακτικό το πρώτο είδος υπέροχου, υπέροχο- ευγενές το δεύτερο, υπέροχο-μεγαλοπρεπές το τρίτο. Μια βαθιά μοναξιά είναι υπέροχη, αλλά εμπνέει τρόμο(1). Να γιατί οι απέραντες και φριχτές έρημοι, όπως αυτή του Chamo οτην Ταταρία, ενοικούνταν πάντοτε μέσα στη φαντασία από τρομερές σκιές, χιμαιρικά όντα και από τις ψυχές των νεκρών. Το υπέροχο είναι πάντοτε μεγάλο, το ωραίο μπορεί προσέτι να είναι μικρό. Το υπέροχο απαιτεί την απλότητα, το ωραίο ανέχεται τον καλλωπισμό. Η ακρώρεια δεν είναι λιγότερο υπέροχη από την άβυσσο. Αλλά η πρώτη προκαλεί το θαυμασμό, είναι το υπέροχο- ευγενές, ενώ η δεύτερη, το υπέροχο-τρομακτικό, τον τρόμο. Ο Hasselquist σημειώνει ότι οι πυραμίδες της Αιγύπτου στην πραγματικότητα είναι πιο επιβλητικές από αυτό που μπορεί να αποδώσει η περιγραφή της λιτής και μεγαλόπνευστης αρχιτεκτονικής τους. Ο καθεδρικός ναός του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη, μεγαλούργημα απλότητας, είναι μεγαλοπρεπής, γιατί το κάλλος, δηλαδή ο χρυσός, οι εργασίες του ψηφιδωτού κ.λπ., εναρμονίστηκαν με τέτοιο τρόπο ώστε να επικρατεί το αίσθημα του υπέροχου. Ένα οπλοστάσιο πρέπει να είναι ευγενές και απλό, ένα ανάκτορο μεγαλοπρεπές, ένας εξοχικός πύργος ωραίος, με τον προσήκοντα διάκοσμο. Μια μακρά διάρκεια είναι υπέροχη. Αν ανήκει στο παρελθόν, είναι ευγενής. Όταν την τοποθετούμε σ' ένα απροσδιόριστο μέλλον, προκαλεί εν μέρει τον τρόμο. Ένα μνημείο χρονολογούμενο από την απώτατη αρχαιότητα επιβάλλει το σεβασμό. Ο Haller εμπνέει έναν απαλό τρόμο όταν αναπαριστά τη μελλοντική ενδελέχεια, έναν ακλόνητο θαυμασμό όταν περιγράφει το ενδελεχές παρελθόν.
______________________________ (1) Θα δώσω μόνο ένα παράδειγμα του ευγενούς τρόμου που μπορεί να εμπνεύσει η εικόνα της απόλυτης μοναξιάς παραθέτοντας μερικά αποσπάσματα από το ονειροπόλημα του Carazan (Brem. Magazin, τόμος IV, σελ. 539). Ο φιλάργυρος αυτός όσο έβλεπε την περιουσία του να μεγαλώνει, τόσο γινόταν ανάλγητος απέναντι στον πλησίον του. Αλλά, ενώ έσβηνε η αγάπη του για τους ανθρώπους, ο θρησκευτικός του ζήλος δεν έπαυε να αυξάνει. Μετά από αυτήν την ομολογία, ο Carazan συνεχίζει:« Ένα βράδυ που έκανα τους λογαριασμούς μου και υπολόγιζα τα κέρδη μου, αποκοιμήθηκα κάτω από το φως της λάμπας. Και είδα τον άγγελο του θανάτου να χιμάει πάνω μου και μέσα στη στροφοδίνη του να μου καταφέρνει ένα τρομερό χτύπημα πριν να προλάβω να ζητήσω έλεος. Το αίμα μου πάγωσε όταν αντιλήφθηκα ότι η απόφαση είχε ληφθεί και ότι δεν μπορούσα να προσθέσω πλέον τίποτε στο καλό, ούτε να αφαιρέσω τίποτε από το κακό που είχα κάνει. Με οδήγησαν μπροστά στο θρόνο αυτού που ενοικεί στον τρίτο ουρανό. Λαμπερό άστρο μου απηύθυνε τούτο το λόγο: «Carazan, ο θεός απορρίπτει τη λατρεία που του απέδωσες. Σφάλισες την καρδιά σου στην αγάπη των ανθρώπων και με σιδερένιο χέρι διαφύλαξες τους θησαυρούς σου. Έζησες μόνο για σένα, θα ζήσεις μόνος αιωνίως, στερημένος κάθε κοινωνίας με την υπόλοιπη δημιουργία». Εκείνη τη στιγμή, παρασύρθηκα από μια αόρατη δύναμη διατρέχοντας το περίλαμπρο οικοδόμημα της δημιουργίας. Σύντομα, είχα αφήσει πίσω μου αναρίθμητους κόσμους. Καθώς πλησίαζε το πέρας της φύσης, παρατήρησα ότι οι σκιές του ατέρμονου κενού έπεφταν μπροστά μου μέσα στην άβυσσο. Ένα τρομακτικό βασίλειο σιωπής και μοναξιάς, μια αιώνια νύχτα! Κυριεύτηκα από έναν ανείπωτο τρόμο. Τα τελευταία άστρα φαίνονταν πλέον ανεπαίσθητα, ήμουν βυθισμένος στο έσχατο σκότος. Η αγωνία του θανάτου μεγάλωνε από στιγμή σε στιγμή, όσο απομακρυνόμουν από τον τελευταίο κατοικημένο κόσμο. Και σκέφτηκα, πλημμυρισμένος από μια απέραντη απελπισία, ότι, αγόμενος δέκα χιλιάδες φορές στη διάρκεια δέκα χιλιάδων χρόνων πέρα από τα σύνορα της δημιουργίας, θα συνέχιζα, χωρίς βοήθεια, ούτε ελπίδα επιστροφής, να βυθίζομαι σ' αυτή την ατέλειωτη νύχτα .... Μέσα στην σκοτοδίνη μου, έτεινα τα χέρια μου προς κάποιο αντικείμενο της πραγματικότητας τόσο ζωηρά που ξύπνησα. Έτσι έμαθα να εκτιμώ τους ανθρώπους. Γιατί, μέσα σ' αυτή την ερημία, και τον πιο ταπεινό απ' αυτούς, που μέσα στην αλαζονεία της ευτυχίας μου είχα απωθήσει, τον προτιμούσα απ' όλους τους θησαυρούς της Γολκόνδης».
Immanuel Kant ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΑΙΣΘΗΜΑ ΤΟΥ ΩΡΑΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΥΠΕΡΟΧΟΥ Μετάφραση Χάρης Τασάκος Εκδόσεις PRINTA 1999
Στον άλλον, στον Μπόρχες, συμβαίνουν όλα. Εγώ, περπατώ στο Μπουένος Άιρες και σταματώ, ίσως πια μηχανικά, για να κοιτάξω την καμάρα μιας εισόδου και την καγκελόπορτα. Νέα του Μπόρχες λαβαίνω με το ταχυδρομεί και βλέπω τ’ όνομά του σε μια τριανδρία καθηγητών ή σ’ ένα βιογραφικό λεξικό. Εμένα μ’ αρέσουν οι κλεψύδρες, οι χάρτες, η τυπογραφία του 18ου αιώνα, η γεύση του καφέ και πεζογραφία του Στίβενσον. Ο άλλος, μοιράζεται μαζί μου αυτές τις προτιμήσεις, αλλά μ’ έναν τρόπο ματαιόδοξο που τις μετατρέπει σε καμώματα θεατρίνου. Θα ‘ταν υπερβολικό να πω ότι οι σχέσεις μας είναι εχθρικές. Εγώ ζω, εγώ αφήνομαι να ζω, μόνο και μόνο για να μπορεί ο Μπόρχες να υφαίνει τη λογοτεχνία του, κι αυτή η λογοτεχνία με δικαιώνει. Δεν έχω κανένα πρόβλημα να παραδεχτώ πως έχει γράψει μερικές αξιόλογες σελίδες, αλλά αυτές οι σελίδες δεν μπορούν να με σώσουν, ίσως γιατί το καλό δεν ανήκει πια σε κανέναν, ούτε καν στον άλλον, αλλά στη γλώσσα ή στην παράδοση. Κατά τα άλλα, εγώ είμαι καταδικασμένος να χαθώ, να χαθώ για πάντα, και μόνο κάποια στιγμή μου μπορεί να επιβιώσει στον άλλον. Λίγο λίγο, του τα παραχωρώ όλα, κι ας ξέρω τη διεστραμμένη συνήθειά του να παραποιεί και να υπερβάλλει. Ο Σπινόζα κατάλαβε πως όλα τα πράγματα θέλουν να παραμείνουν αυτό που είναι. Η πέτρα θέλει να είναι αιωνίως πέτρα, και η τίγρη, τίγρη. Εγώ, θα παραμείνω Μπόρχες. Όχι ο εαυτός μου (αν υποτεθεί ότι είμαι κάποιος), αν και αναγνωρίζω τον εαυτό μου λιγότερο στα βιβλία του απ’ όσο στα βιβλία πολλών άλλων ή στο περίτεχνο γρατζούνισμα μιας κιθάρας. Πριν κάποια χρόνια, προσπάθησα ν’ απελευθερωθώ απ’ αυτόν, και πέρασα απ’ τις μυθολογίες των προαστίων στα παιχνίδια με το χρόνο και το άπειρο. Αυτά τα παιχνίδια, όμως, τώρα πια ανήκουν στον Μπόρχες, και θα χρειαστεί να επινοήσω άλλα. Έτσι, όλη μου η ζωή είναι μια φυγή, κι όλα τα χάνω κι όλα ανήκουν στη λήθη – ή σ’ αυτόν.
Δεν ξέρω ποιος από τους δυο μας γράφει αυτή τη σελίδα.