Ένα άλλο φαινόμενο που παρατηρείται
ευρύτατα σήμερα είναι η ελαττωματική
ή ανεπαρκής σεξουαλική λειτουργία
νεαρών ατόμων, δηλαδή ατόμων τα οποία,
φυσιολογικά, θάπρεπε να βρίσκονται στην
καλύτερη σεξουαλική τους περίοδο.
Αν προσέξει κανείς, θα δει ότι η ανεπάρκεια
δεν οφείλεται σε ανεπάρκεια ορμονών,
αλλά σε κάποια ελαττωματικότητα της
λειτουργίας του πέους. Μ’ άλλα λόγια,
στους περισσότερους νέους σήμερα
παρατηρείται ή καθολική ή μερική
ανικανότητα, μια αδυναμία να «ικανοποιήσουν»
το θήλυ με τη σεξουαλική πράξη.
Το φαινόμενο έχει τέτοια έκταση ώστε
να εμβάλει σε σκέψεις. Έχει γίνει πια
ένα καθεστώς, κάτι το φυσιολογικό, ενώ
όσοι λίγοι λειτουργούν σωστά, έχουν
καταντήσει μια σπανιότητα. Αυτό έχει
δύο απολήξεις:
(1) Ο νέος απογοητευμένος από την
ελαττωματική επίδοσή του στο σεξ με τις
κοπέλες, καταλήγει στο συμπέρασμα: «Αφού
δεν είμαι φτιαγμένος για ετεροφυλόφιλο
έρωτα, τότε ας στραφώ στον ομοφυλόφιλο
έρωτα».
(2) Οι κοπέλες, δυσαρεστημένες από την
μη ικανοποιητική σεξουαλική επαφή τους
με τους νέους, στρέφονται σε λεσβιακές
σχέσεις.
Μια άλλη παρατήρηση έχει να κάνει με
μια περίεργη αντιστροφή. Δηλαδή, ενώ οι
νέοι υπολειτουργούν σεξουαλικά, οι νέες
λειτουργούν όχι απλώς θαυμάσια, αλλά
δυναμικά και απαιτητικά. Μόνο που δεν
βρίσκουν «ικανοποίηση» από τους νέους.
Αλλά το κοινό σημείο και στις δύο
περιπτώσεις είναι μια τυφλή, ανεξέλεγκτη,
ανεξέταστη απαίτηση για σεξουαλική
ηδονή, με κάθε τρόπο. Σαν να χάνεται το
σύμπαν χωρίς αυτήν. Δεν έχει σημασία αν
αυτή η απαίτηση ικανοποιείται με παρά
φύσιν τρόπους, αρκεί να ικανοποιείται.
Όσο για τη δικαιολόγηση της εκτροπής,
υπάρχει έτοιμη η θεωρία της ισοπέδωσης
των φύλων, που διατυπώνεται περίπου
έτσι:
«Τι άντρας, τι γυναίκα! Αυτές
οι διακρίσεις, οφείλονται σε σκουριασμένα
ταμπού και προκαταλήψεις. Η μόνη
πραγματικότητα είναι η ορμή για ηδονή
που δικαιώνει κάθε μέσο για την ικανοποίησή
της. Το μέσο δεν έχει σημασία, είτε άντρας
είτε γυναίκα, αφού η ηδονή βρίσκει τελικά
ικανοποίηση».
Ελπίζουμε να είναι φανερό το ποιος
σκέπτεται μ’ αυτό τον τρόπο. Όχι βέβαια,
απλώς το ειδέναι, αλλά η Πλάνη, που έχει
στην κυριαρχία της το ειδέναι.
Μήπως θάξιζε τον κόπο να βλέπαμε πως
θα αντιμετώπιζε το ίδιο πρόβλημα το
συν-ειδέναι; Ας δούμε λοιπόν, σε τι
συμπεράσματα θα κατέληγε.
Πρώτα απ’ όλα θα έμπαινε σε
υποψία από την καθολικότητα
του φαινομένου. Και μόνο αυτό θα έστρεφε
την προσοχή του σε καθολικούς καθοριστικούς
παράγοντες. Μ’ άλλα λόγια θα ρωτούσε:
«Ποιος γενικός νόμος, ποια γενική Πνοή,
περνά μέσα από την πλειονότητα των νέων
ανδρών προκαλώντας το ίδιο φαινόμενο;
Και τι θέλει να πετύχει με την υπολειτουργία
των γεννητικών οργάνων;»
Αν απέκλειε, βέβαια, την εκδοχή ότι αυτός
ο «νόμος» επιδιώκει να τους στρέψει
στην ομοφυλοφιλία, τότε ίσως να κατέληγε
στο παρακάτω συμπέρασμα:
«Είναι
φανερό ότι όπως, σε παρωχημένους χρόνους,
καταργήθηκε η λειτουργικότητα της
σκωληκοειδούς αποφύσεως ή η υπερβολική
τριχοφυΐα που εκάλυπτε ολόκληρο το
σώμα κάποτε, έτσι και τώρα πάει να
καταργηθεί, αν και
όχι σε όλους
η ικανότητα για τη σεξουαλική πράξη.
Λες και αυτός ο «νόμος» προσπαθεί να
αποσπάσει τους νέους από την τυφλή
εστίαση στην ηδονή, από τη δέσμευσή τους
σε σωματικούς δεσμούς».
Αλλά αν θέλει να τους αποσπάσει από το
σώμα, που είναι θάνατος, που θέλει να
στρέψει την προσοχή τους; Μήπως θα
περίμενε από τους νέους να σκεφθούν
κάπως έτσι:
«Αφού η φύση μ’ έφτιαξε έτσι ώστε να
υπολειτουργώ, παρ’ όλη την πλησμονή
των ορμονών, τι να θέλει άραγε από μένα;
Που, σε τι, θέλει να χρησιμοποιήσω το
σπέρμα μου;»
Αυτή την κατεύθυνση θάπρεπε να πάρει η
σκέψη, αντί να στραφεί στην ομοφυλοφιλία.
Ο σωστός συλλογισμός που μόλις περιγράψαμε
περιέχει ένα στοιχείο – κλειδί. Αυτό
είναι: η δυνατότητα της χρησιμοποίησης
του σπέρματος σε κάτι άλλο, ξένο προς
τη σεξουαλική πράξη και τη σωματική
ηδονή.
Έτσι, ο νέος του παραδείγματός μας ίσως
να έφτανε στο σημείο να υποπτευθεί ότι
γεννήθηκε, ότι προορίζεται, για κάτι
άλλο. Και ίσως να ξεκινούσε για μια
βαθύτερη έρευνα.
Αλλά οι σωστές σκέψεις προϋποθέτουν
ένα ζωντανό, ένα αφυπνισμένο συν –
ειδέναι, όχι απλώς έναν παρατηρητή που
να παρατηρεί παθητικά τις κακόβουλες
υποβολές της Πλάνης, χωρίς να έχει να
αντιτάξει τίποτα σ’ αυτές.
Αλλά ας δούμε τι θα γινόταν αν ο νέος
μας κατέληγε στο συμπέρασμα:
«Αφού η φύση δεν θέλει να επιδοθώ στις
σωματικές ηδονές, τότε ας στραφώ στη
χαρά του έρωτα. Οι κοπέλες διψούν για
έρωτα, για συναισθηματική επαφή, για
επικοινωνία. Ας στρέψω, λοιπόν, τη
σεξουαλική μου ενέργεια σ’ εκείνη την
περιοχή».
Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι βρίσκει μια
κοπέλα της οποίας το επίκεντρο δεν είναι
η σωματική ηδονή, αλλά ο «ψυχικός»
έρωτας. Και ότι δημιουργείται ανάμεσά
τους ένας ικανοποιητικός δεσμός. Θα
μπορέσει μήπως τότε να αναρωτηθεί: «Αυτό
άραγε ήθελε εκείνη η καθολική Πνοή που
με απέσπασε από τη σεξουαλική πράξη;»
Την απάντηση θα τη δώσει το ερώτημα αν
ο έρωτας υπάγεται ή όχι στα ηδονικά
πράγματα. Ποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί
ότι δεν υπάγεται σ’ αυτά; Οπότε, σ’ αυτή
την περίπτωση, η ηδονή βρίσκει έναν
πλάγιο τρόπο για να ικανοποιηθεί και
να κρατήσει τους νέους στη χρονικότητα.
Ένα πιο ύπουλο δόλωμα είναι ίσως η
«βαθύτερη» μη – ερωτική, ανταλλαγή
ανάμεσα σ’ ένα ζευγάρι. Αλλά και κει
μπορεί να διακρίνει κανείς την Πλάνη ή
την απάτη από το ότι η ανταλλαγή γύρω
από «θέματα βάθους» γίνεται ανάμεσα σ’
ένα ζευγάρι που δεν ζει σε βάθος. Κανονικά,
οι μη – σεξουαλικές, μη – ερωτικές, μη
– ψυχικές, μη – διανοητικές ανταλλαγές,
θα πρέπει να γίνονται ανάμεσα σ’ ένα
άπειρο και αδαές πρόσωπο και σ’ ένα
έμπειρο και βαθύ άτομο που να λειτουργεί
από το Μετα – συν – ειδέναι, αφού θα
έχει πρώτα περάσει απ’ όλες τις
μεταμορφώσεις του ειδέναι και του συν
– ειδέναι.
Όπως βλέπουμε, η Πλάνη εφευρίσκει
ποικίλους τρόπους για να παγιδεύσει τη
σεξουαλική ενέργεια σε περιοχές οι
οποίες δεν μπορούν να την αξιοποιήσουν
σωστά. Γι’ αυτό είναι απόλυτα απαραίτητο,
αν θέλει κανείς να εισχωρήσει στο βάθος,
να αποσπαστεί εντελώς από:
(1) τη σωματική ηδονή
(2) τον έρωτα
(3) την δήθεν επικοινωνία σε βάθος με ένα
ον στο ίδιο επίπεδο με αυτόν, δηλαδή στο
ειδέναι.
Είναι ανάγκη να διακρίνει την παγίδα
που το στήνεται και να οπισθοχωρήσει.
Ας μη γελιόμαστε. Αν κρατιέται κανείς
από κάτι, το παραμικρό, της περιοχής του
ειδέναι και της Πλάνης, είναι καταδικασμένος
να μην ανακαλύψει ποτέ τον εαυτό του,
τον Δημιουργό του, τον προορισμό του
και την δικαίωση της ύπαρξής του στη
γη.
ΣΟΦΙΑ Ζ. ΑΝΤΖΑΚΑ
ΔΕΣΜΟΤΡΟΠΙΑ
Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΠΟΙΗΣΗΣ
ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΘΑΝΑΤΟΠΟΙΗΣΗΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΠΑΓΕΙΡΙΑ 1991