.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Κυριακή 12 Απριλίου 2020

Σεληνιακός Εφιάλτης [Somnium – Το διήγημα επισ. φαντασίας του Johannes Kepler] – Arthur Koestler




Όταν τον Δεκέμβριο του 1629, στήθηκε το νέο πιεστήριο μέσα στο ίδιο το σπίτι του Κέπλερ, στρώθηκε (μαζί με τον βοηθό του, τον Μπαρτς, τον οποίο είχε παντρέψει εκβιαστικά με την κόρη του την Σουζάνα) σε μια αποδοτική επιχείρηση, την έκδοση εφημερίδων(1) για τα έτη 1629-36. Από τότε που είχαν βγει οι Ροδόλφειοι Πίνακες, οι αστρολόγοι όλης της Ευρώπης συναγωνίζονταν στην δημοσίευση εφημερίδων και ο Κέπλερ ανυπομονούσε, όπως έλεγε, «να τρέξει κι αυτός στην κούρσα», στην πίστα των αγώνων δηλαδή που είχε κατασκευάσει ο ίδιος. Στο μεταξύ όμως είχε αρχίσει να τυπώνει ένα παλιό και αγαπητό πνευματικό τέκνο του, το Somnium – το όνειρο ενός ταξιδιού στο φεγγάρι. Το είχε γράψει πριν από είκοσι χρόνια κι από καιρό σε καιρό του πρόσθετε και μερικές σημειώσεις που έφτασαν τελικά να ξεπεράσουν σε όγκο το αρχικό κείμενο.
Το Somnium έμεινε ατελείωτο. Ο Κέπλερ πέθανε πριν τελειώσει το τύπωμα και δεν δημοσιεύτηκε παρά μετά τον θάνατό του, το 1634. Είναι το πρώτο έργο επιστημονικής φαντασίας με την σύγχρονη έννοια, διαφορετικό από το παραδοσιακό είδος της φανταστικής ουτοπίας που υπήρχε από την εποχή του Λουκιανού μέχρι τον Καμπανέλλα. Η επίδρασή του πάνω στους συγγραφείς που θα έγραφαν κάποτε για διαπλανητικά ταξίδια ήταν σημαντική – από την Ανακάλυψη ενός Νέου Κόσμου του Τζων Ουίλκινς και από τον Χένρυ Μουρ μέχρι τον Σάμουελ Μπατλερ, τον Ιούλιο Βερν και τον Τζ. Ουέλς.
Το Somnium ανοίγει μ’ ένα πρελούδιο γεμάτο από αυτοβιογραφικούς υπαινιγμούς. Το παιδί Δουράκοτους ζούσε με την μητέρα του Φιολχίλντα στην Ισλανδία «που οι αρχαίοι ονόμαζαν Θούλη»(2). Πατέρας του ήταν ένας ψαράς που είχε πεθάνει εκατόν πενήντα χρονών, όταν το αγόρι ήταν μόνο τριών. Η Φιολχίλντα πουλούσε βότανα στους περαστικούς ναυτικούς, ραμμένα μέσα σε μικρά σακούλια από τομάρι κριαριού και κουβέντιαζε με τους δαίμονες. Όταν το παιδί έγινε δεκατεσσάρων χρονών, άνοιξε, περίεργο, ένα απ’ αυτά τα σακούλια και τότε η μάνα του, πάνω στο θυμό της, το πούλησε σ’ ένα καπετάνιο που ταξίδευε σε μακρινά μέρη. Ο καπετάνιος το εγκατέλειψε στο νησί του Χθην όπου τα πέντε επόμενα χρόνια ο Δουράκοτους, μελέτησε την επιστήμη της αστρονομίας κάτω από την διδασκαλία του Τύχο ντε Μπράχε. Όταν γύρισε σπίτι του η μετανοιωμένη μητέρα του επικαλέσθηκε – σαν ένα είδος τρατάρισμα – ένα από τα φιλικά δαιμόνια της Λαβάνια(3) – της σελήνης – που με την συνοδεία τους μπορούσαν και ταξίδευαν εκλεκτοί θνητοί σ’ αυτόν τον πλανήτη.

Αφού έκανε ορισμένα μαγικά, η μητέρα μου κάθησε πλάι μου επιβάλλοντας σιωπή με το απλωμένο χέρι της. Δεν είχαμε προφτάσει να σκεπάσουμε, όπως έπρεπε, τα κεφάλια μας μ’ ένα ύφασμα όταν μια βραχνή, απόκοσμη φωνή, άρχισε να ψιθυρίζει στην Ισλανδική γλώσσα τα ακόλουθα...

Εδώ κλείνει το πρελούδιο. Το ταξίδι, εξηγούσε ο δαίμονας, δεν ήταν δυνατόν να γίνει παρά μόνο στην έκλειψη της σελήνης και γι’ αυτό έπρεπε να συμπληρωθεί μέσα σε τέσσερις ώρες. Τον επιβάτη τον κινούσαν τα πνεύματα, εξαρτιόταν όμως και από τους φυσικούς νόμους. Σ’ αυτό το σημείο, η επιστήμη άρπαζε την σκυτάλη από τα χέρια της φαντασίας:

Το πρώτο σοκ (της επιτάχυνσης), είναι και το χειρότερο, γιατί τινάζεται στον αέρα σαν από μια έκρηξη μπαρούτι... Γι αυτό θα πρέπει να ναρκώνεται από πριν με οποιούχα(4). Τα μέλη του πρέπει να προστατεύονται προσεκτικά για να μην του ξεριζωθούν, γιατί ο κραδασμός μεταδίδεται σ’ όλα τα μέρη του σώματός του. Τότε θα συναντήσει νέες δυσκολίες, τρομακτικό κρύο και δυσκολία στην ανάσα... Όταν συμπληρωθεί το πρώτο μέρος του ταξιδιού γίνεται μετά ευκολότερο, γιατί αναμφίβολα σ’ ένα τόσο μακρινό ταξίδι, το σώμα ξεφεύγει από την μαγνητική δύναμη της γης και μπαίνει στην δύναμη της σελήνης που παίρνει τώρα πια το απάνω χέρι. Σ’ αυτό το σημείο ελευθερώνουμε τον ταξιδιώτη και τον αφήνουμε ν’ αντιδράσει μόνος του: σαν την αράχνη θα τεντώνεται και θα κουβαριάζεται και θα προωθείται με την δική του πια δύναμη. Γιατί καθώς οι μαγνητικές δυνάμεις της γης και της σελήνης θα το έλκουν και οι δύο μαζί, θα το κρατάν μετέωρο και το αποτέλεσμα θα είναι σαν να μην τον τραβούσε καμιά απ’ αυτές. Κι έτσι, στο τέλος, η μάζα του θα στραφεί μονάχη της προς την σελήνη.

Στην Astronomia Nova ο Κέπλερ είχε πλησιάσει τόσο πολύ κοντά στην έννοια της παγκόσμιας έλξης που αναγκάζεται κανείς να υποθέσει ότι κάποιο ψυχολογικό μπλοκάρισμα τον έκανε να την απορρίψει. Στο απόσπασμα που παρέθεσα μόλις τώρα, δεν την παίρνει μονάχα σαν δεδομένη αλλά και διατυπώνει, με μια αληθινά εκπληκτική διορατικότητα, την ύπαρξη μιας «ζώνης μηδέν βαρύτητας» – τον εφιάλτη αυτό της επιστημονικής φαντασίας. Αργότερα στο Somnium θα έκανε κι άλλο ένα βήμα προς την ίδια κατεύθυνση υποθέτοντας εαρινές παλίρροιες στην σελήνη που οφείλονταν στην συνδυασμένη έλξη ήλιου και γης.
Αφού τελειώνει το ταξίδι, ο Κέπλερ προχωρεί στην περιγραφή των συνθηκών της σελήνης. Μια σεληνιακή ημέρα, από την ανατολή μέχρι τη δύση του ήλιου, κρατάει δεκαπέντε περίπου μέρες και τόσο κρατάει και η σεληνιακή νύχτα – γιατί το φεγγάρι κάνει ένα μήνα για να γυρίσει μια φορά γύρω από τον άξονά του και χρειάζεται τον ίδιο ακριβώς χρόνο για να συμπληρώσει και τον κύκλο του γύρω από την γη. Σαν αποτέλεσμα, στρέφει την ίδια πάντα όψη του προς την γη που οι φεγγαρο-υπάρξεις ονομάζουν «βόλβα» τους (από το revolvere που πάει να πει γυρίζω). Αυτό το μέρος του φεγγαριού το ονομάζουν Παραβόλβα ήμιση και το άλλο Προβόλβα ήμισυ. Κοινό χαρακτηριστικό και των δύο τους είναι η διάρκεια του έτους τους που αποτελείται από δώδεκα μέρες και δώδεκα νύχτες, και οι τρομακτικές διαφορές που προκύπτουν στην θερμοκρασία τους – τσουρουφλιστές μέρες, ξυλιασμένες νύχτες. Κοινές έχουν ακόμα τις παράξενες κινήσεις του έναστρου ουρανού τους – στον οποίο οι πλανήτες τρέχουν ακατάπαυστα πίσω μπρος λόγώ των περιφορών της σελήνης γύρω από το βόλβα. Αυτή η στην κυριολεξία και των δύο εννοιών της «σεληνιασμένη» αστρονομία που αναπτύσσει με την γνωστή ακριβολογία του ο Κέπλερ, είναι μια σκέτη απόλαυση. Κανείς πριν απ’ αυτόν (κι απ’ όσο γνωρίζω κανείς και μετά απ’ αυτόν) δεν επιχείρησε κάτι παρόμοιο. Όταν όμως έρχεται σ’ αυτό καθαυτό το φεγγάρι τα πράγματα γίνονται πολύ ζοφερά.
Χειρότερα την έχουν οι Προβόλβοι. Οι μακριές νύχτες τους δεν γίνονται ανεκτές, όπως στα άλλα ημισφαίρια, από την παρουσία του τεράστιου βόλβα, γιατί όπως είναι πολύ φυσικό, οι Προβόλβα δεν βλέπουν τη γη. Οι νύχτες τους είναι «γεμάτες πάγο και χιόνι, μέσα σε λυσσασμένους, παγωμένους ανέμους». Οι μέρες που τις ακολουθούν δεν είναι καλύτερες: για δεκαπέντε μέρες ο ήλιος δεν εγκαταλείπει καθόλου τον ουρανό, ζεσταίνοντας τον αέρα σε μια θερμοκρασία «δεκαπέντε φορές πιο ζεστή από της Αφρικής μας».
Οι Παραβόλβα την έχουν κάπως καλύτερα γιατί το τεράστιο βόλβα απαλαίνει τις νύχτες τους αντανακλώντας κάποιο φως και κάποια ζέστη του ήλιου. Η επιφάνεια του βόλβα είναι δεκαπέντε φορές μεγαλύτερη του φεγγαριού και μένει πάντα στην ίδια θέση στον ουρανό «σαν νατανε καρφωμένο», μεγαλώνει όμως και μικραίνει από πανβόλβα σε νέο βόλβα όπως και η σελήνη μας. Όταν έχει πανβόλβα η Αφρική φαίνεται σαν ένας ανθρώπινος μπούστος μέχρι τους ώμους. Η Ευρώπη, ένα κορίτσι με μακρύ φόρεμα, σκύβει να τον φιλήσει ενώ με το τεντωμένο προς τα πίσω μαρκύ χέρι της καλεί κοντά του ένα γάτο έτοιμο να πηδήξει(5).
Τα βουνά της Λαβάνια είναι πολύ πιο ψηλά από της γης. Το ίδιο και τα φυτά και τα πλάσματα που την κατοικούν. «Η ανάπτυξη γίνεται γρηγορότερα. Όλα είναι βραχύβια γιατί το κορμί αναπτύσσεται σ’ ένα τεράστιο όγκο... Ανάπτυξη και φθορά συντελούνται μέσα σε μια μόνο μέρα». Τα όντα μοιάζουν περισσότερο με γιγαντιαία φίδια. «Οι Προβόλβα δεν έχουν μόνιμες και ασφαλείς κατοικίες. Διασχίζουν μέσα σε μια μόνο μέρα ολόκληρο τον κόσμο τους, σε ορδές, ακολουθώντας τα νερά που τραβιούνται είτε με τα πόδια τους, που είναι ψηλότερα απ’ αυτά που έχουν οι γκαμήλες μας, είτε με φτερά, είτε με πλοία». Μερικοί είναι δύτες κι αναπνέουν πολύ αργά για να μπορούν να προστατεύονται από τον καφτερό ήλιο στον πάτο, στα βαθειά νερά. «Όσοι μένουν στην επιφάνεια ψήνονται από τον μεσημεριανό ήλιο και χρησιμεύουν σαν τροφή των νομαδικών ορδών που πλησιάζουν... Άλλοι, που δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς ν’ αναπνέουν, αποσύρονται σε σπηλιές στις οποίες το νερό φθάνει μέσα από μακρυά κανάλια, για να κρυώσει σιγά σιγά στον μακρύ δρόμο του και να μπορούν να το πιουν. Όταν όμως πλησιάζει η νύχτα βγαίνουν να κυνηγήσουν». Το δέρμα τους είναι γεμάτο πόρους και σαν σφουγγάρι. Όταν όμως ένα πλάσμα παγιδευτεί χωρίς να το καταλάβει στην ζέστη της ημέρας, το δέρμα του τσουρουφλίζεται και σκληραίνει και το βράδυ πέφτει. Κι όμως, είναι περίεργο, αλλά αγαπάνε να λιάζονται στον ήλιο του μεσημεριού – κοντά στις ρωγμές τους όμως για να μπορούν να κάνουν μια γρήγορη και ασφαλή υποχώρηση.
Σ’ ένα σύντομο συμπλήρωμα επιτρέπει στους Παραβόλβα να έχουν πόλεις ασφαλισμένες μέσα σε κυκλικά τείχη – τους κρατήρες της σελήνης. Αυτές οι πόλεις όμως δεν τον ενδιαφέρουν παρά μόνο από την καθαρά μηχανική πλευρά της κατασκευής τους. Το βιβλίο τελειώνει με μια μπόρα που ξυπνάει τον Δουράκοτους από τον εφιάλτη του των προϊστορικών γιγαντιαίων ερπετών για τα οποία ο Κέπλερ δεν είχε, φυσικά καμιά ιδέα. Δεν είναι αξιοπερίεργο που εμπνεύσθηκε ο Χένρυ Μουρ από το Somnium κι έγραψε ένα ποίημα με τίτλο Insomnium Philosophicum. Την διασκεδαστικότερη όμως παράφραση του Κέπλερ την έκανε ο Σάμουελ Μπάτλερ στο «Ο Ελέφας στο Φεγγάρι».

Είπε – Οι Κάτοικοι της Σελήνης
Που σαν καφτός λάμπει το Μεσημέρι ο Ήλιος
Ζούνε αλήθεια σ’ υπόγεια Κελάρια
Οχτώ μίλια βαθειά κι ογδόντα γύρω
(Π’ αμέσως ταμπουρώνονται
Απ’ Ήλιο και Εχθρούς)
Γιατί είναι Λαός πιο ευγενικός
Από κειούς τους άξεστους τους χωρικούς που βρέθηκαν
Στην Άνω Μερά να ζούνε
Που λέγονται Προβόλβα και που
Ανοιχτό έχουν μαζί τους Πόλεμο

Παρ’ όλο που το Somnium είχε γραφτεί στο μεγαλύτερο μέρος του από παλιά, καταλαβαίνει κανείς πολύ άνετα για ποιο λόγο ήταν το τελευταίο βιβλίο που δούλεψε και που ήθελε να δει τυπωμένο. Όλοι οι δράκοι που είχαν κυκλώσει τη ζωή του – από την μάγισσα Φιολχίλντα και τον χαμένο τον άντρα της μέχρι τα ταλαίπωρα ερπετά πλάσματα που πετούσαν ασταμάτητα αποβάλλοντας τ’ αρρωστημένο πετσί τους, τόσο πρόθυμα όμως πάντοτε να ζεσταθούν κάτω από έναν απάνθρωπο ήλιο, βρίσκονται όλα εκεί, στημένα μέσα σ’ ένα κοσμικό σκηνικό επιστημονικής ακρίβειας και σπάνιας αυθεντικής ομορφιάς. Όλα τα έργα του Κέπλερ και όλες οι ανακαλύψεις του ήταν πράξεις κάθαρσης. Τι πιο φυσικό από το να κλείσει το τελευταίο του μέσα σ’ ένα όργιο φαντασίας;




_____________
1. Οι «Εφημερίδες» δίνουν λεπτομερείς πληροφορίες γύρω από τις κινήσεις ενός πλανήτη σ’ ένα δεδομένο χρόνο, ενώ οι «πίνακες» δίνουν μονάχα το γενικό σχεδιάγραμμα πάνω στο οποίο βασίζονται οι υπολογισμοί.
2. Ο Κέπλερ διάλεξε το όνομα Δουρόκοτους γιατί ακουγόταν Σκωτσέζικο «και η Σκωτία βρίσκεται στον Ισλανδικό ωκεανό», «Φιόλξ» ήταν το όνομα της Ισλανδίας που είχε βρει σ’ έναν παλιό χάρτη.
3. Από το Lavanah το Εβραϊκό όνομα της Σελήνης (Lavan = λευκό).
4. Προτάθηκε πρόσφατα πως οι ταξιδιώτες του διαστήματος θα πρέπει ν’ αναισθητοποιούνται στην διάρκεια της αρχικής επιτάχυνσης.
5. Το πίσω μέρος του κεφαλιού ήταν το Σουδάν, το πηγούνι του η Αλγερία. Το κεφάλι του κοριτσιού ήταν η Ισπανία, το ανοιχτό στόμα του στην Μαλάγκα, το πηγούνι του στην Μούρτσια. Το ένα χέρι του ήταν η Ιταλία, το άλλο η Αγγλία κι αυτό καλούσε την Σκανδιναβική γάτα.


Arthur Koestler
Οι Υπνοβάτες
Μετάφραση Ιωάννα Χατζηνικολή
Εκδόσεις Ι. Χατζηνικολή (Δεύτερη Έκδοση 1979)

Δεν υπάρχουν σχόλια: