Στις 15 Μαΐου 1941, ο δόκτωρ Roscher, ο οποίος διεξήγαγε από καιρό έρευνες σχετικά με επιχειρήσεις διάσωσης σε μεγάλα ύψη, έγραψε στον Himmler για να του ζητήσει αν, δεδομένης της σημασίας που είχαν τα πειράματά του για τη ζωή των γερμανών αεροπόρων και τον υψηλό κίνδυνο θανάτου που συνεπαγόταν για τα VP (Versuchepersonen, ανθρώπινα πειραματόζωα), και λαμβάνοντας υπόψη, από την άλλη πλευρά, ότι εκτελώντας πειράματα με ζώα δεν θα ήταν δυνατόν να εξαχθούν ωφέλιμα συμπεράσματα, θα μπορούσε να έχει στη διάθεσή του «δυο-τρεις επαγγελματίες εγκληματίες», για να συνεχίσει το έργο του. Ο αεροπορικός πόλεμος είχε εισέλθει πλέον στη φάση των πτήσεων σε μεγάλη ύψη και αν, υπό αυτές τις συνθήκες, ο θάλαμος ρυθμισμένης πίεσης παρουσίαζε κάποια βλάβη, ή ο πιλότος υποχρεωνόταν να χρησιμοποιήσει το αλεξίπτωτο, ο κίνδυνος θανάτου ήταν πολύ υψηλός. Η απόληξη αυτής της ανταλλαγής επιστολών μεταξύ Roscher και Himmler (η οποία έχει διασωθεί εξ ολοκλήρου) ήταν η εγκατάσταση στο Νταχάου ενός θαλάμου συμπίεσης, ώστε τα πειράματα να συνεχιστούν σε ένα μέρος όπου ήταν εξαιρετικώς εύκολο να βρεθούν VP. Έχουμε στην κατοχή μας το πρωτόκολλο (εμπλουτισμένο με φωτογραφίες) του πειράματος που πραγματοποιήθηκε σε έναν τριανταεπτάχρονο VP εβραϊκής καταγωγής, με καλή υγεία, σε συνθήκες πίεσης που ισοδυναμούσαν σε υψόμετρο 12.000 μέτρων. «Μετά από 4 λεπτά», διαβάζουμε, «το VP άρχισε να ιδρώνει και να κουνά πέρα δώθε το κεφάλι. Μετά από 5 λεπτά παρουσίασε σπασμούς, μεταξύ 6 και 10 λεπτών η αναπνοή του επιταχύνθηκε και το VP έχασε τις αισθήσεις του· μεταξύ 10 και 30 λεπτών η αναπνοή του επιβραδύνθηκε μέχρι που έφτασε στις τρεις εισπνοές το λεπτό, για να σταματήσει εντελώς στη συνέχεια. Ταυτοχρόνως το χρώμα του προσώπου του έγινε βαθιά κυανωτικό και εμφανίστηκε σάλιο γύρω από τα χείλη». Ακολουθεί η λεπτομερής καταγραφή της νεκροτομής του πτώματος, για να διαπιστωθούν ενδεχόμενες οργανικές βλάβες.
Στη δίκη της Νυρεμβέργης, τα πειράματα που εκτελέστηκαν από γερμανούς γιατρούς και ερευνητές στα στρατόπεδα συγκέντρωσης θεωρήθηκαν ομοφώνως ως ένα από τα πλέον επονείδιστα κεφάλαια στην ιστορία του εθνικοσοσιαλιστικού καθεστώτος. Εκτός από εκείνα που σχετίζονταν με τη διάσωση σε μεγάλα ύψη, στο Νταχάου είχαν διεξαχθεί πειράματα που σχετίζονταν με τη δυνατότητα επιβίωσης σε παγωμένο νερό και την ποσιμότητα του θαλασσινού νερού (τα οποία και αυτά με τη σειρά τους αποσκοπούσαν να καταστήσουν εφικτή τη διάσωση γερμανών ναυτικών και των αεροπόρων που είχαν πέσει στη θάλασσα). Στην πρώτη περίπτωση, τα VP βυθίζονταν σε μεγάλες λεκάνες με παγωμένο νερό μέχρι να χάσουν τις αισθήσεις τους, ενώ οι ερευνητές ανέλυαν με επιμέλεια τις διακυμάνσεις της θερμοκρασίας του σώματος και τις πιθανότητες να τα επαναφέρουν στη ζωή. Ιδιαιτέρως γκροτέσκο ήταν εκείνο το πείραμα που αποκαλούνταν ανάνηψη «διά ζωικής θερμότητας», στο οποίο τα VP τοποθετούνταν σε ένα αχυρόστρωμα μεταξύ δύο γυμνών γυναικών, που ήταν επίσης εβραίες κρατούμενες που προέρχονταν από τα στρατόπεδα· είναι επιβεβαιωμένο ότι, σε μια περίπτωση, το VP μπόρεσε να έχει σεξουαλική επαφή, γεγονός που διευκόλυνε τη διαδικασία της ανάκτησης. Αντιθέτως, τα πειράματα που αφορούσαν την ποσιμότητα του θαλασσινού νερού πραγματοποιήθηκαν πάνω σε VP που είχαν επιλεγεί μεταξύ κρατούμενων με το μαύρο τρίγωνο (δηλαδή Τσιγγάνους· είναι δίκαιο, πλάι στο κίτρινο αστέρι, να θυμόμαστε και αυτό το σύμβολο της γενοκτονίας ενός ανυπεράσπιστου λαού). Αυτοί είχαν χωριστεί σε τρεις ομάδες: μια πρώτη που απλώς δεν έπρεπε να πίνει νερό· μια άλλη η οποία έπινε μόνο θαλασσινό νερό και μια τρίτη η οποία έπινε θαλασσινό νερό στο οποίο είχαν προσθέσει Berkazusatz, μια χημική ουσία η οποία θα έπρεπε, σύμφωνα με τους ερευνητές, να μετριάζει τις αρνητικές συνέπειες του θαλασσινού νερού.
Ένας άλλος σημαντικός τομέας πειραματισμού αφορούσε τον εμβολιασμό βακτηρίων του πετεχικού πυρετού και ιών της Hepatitis endemica, με την προσδοκία να δημιουργηθούν εμβόλια εναντίον δύο νόσων που, στα μέτωπα όπου οι συνθήκες ζωής ήταν περισσότερο σκληρές, απειλούσαν ιδιαιτέρως την υγεία των στρατιωτών του Ράιχ. Πέραν τούτου, εξαιρετικά σκληρός και επίπονος για τους ασθενείς ήταν ο πειραματισμός που αφορούσε τη μη χειρουργική στείρωση, με τη χρήση χημικών ουσιών ή ακτινοβολιών, η οποία προοριζόταν να μπει στην υπηρεσία της ευγονικής πολιτικής του καθεστώτος· περισσότερο ευκαιριακό χαρακτήρα και μικρότερες διαστάσεις προσέλαβαν τα πειράματα που αφορούσαν τη μεταμόσχευση των νεφρών, τις κυτταρικές φλεγμονές κλπ.
Στη δίκη της Νυρεμβέργης, τα πειράματα που εκτελέστηκαν από γερμανούς γιατρούς και ερευνητές στα στρατόπεδα συγκέντρωσης θεωρήθηκαν ομοφώνως ως ένα από τα πλέον επονείδιστα κεφάλαια στην ιστορία του εθνικοσοσιαλιστικού καθεστώτος. Εκτός από εκείνα που σχετίζονταν με τη διάσωση σε μεγάλα ύψη, στο Νταχάου είχαν διεξαχθεί πειράματα που σχετίζονταν με τη δυνατότητα επιβίωσης σε παγωμένο νερό και την ποσιμότητα του θαλασσινού νερού (τα οποία και αυτά με τη σειρά τους αποσκοπούσαν να καταστήσουν εφικτή τη διάσωση γερμανών ναυτικών και των αεροπόρων που είχαν πέσει στη θάλασσα). Στην πρώτη περίπτωση, τα VP βυθίζονταν σε μεγάλες λεκάνες με παγωμένο νερό μέχρι να χάσουν τις αισθήσεις τους, ενώ οι ερευνητές ανέλυαν με επιμέλεια τις διακυμάνσεις της θερμοκρασίας του σώματος και τις πιθανότητες να τα επαναφέρουν στη ζωή. Ιδιαιτέρως γκροτέσκο ήταν εκείνο το πείραμα που αποκαλούνταν ανάνηψη «διά ζωικής θερμότητας», στο οποίο τα VP τοποθετούνταν σε ένα αχυρόστρωμα μεταξύ δύο γυμνών γυναικών, που ήταν επίσης εβραίες κρατούμενες που προέρχονταν από τα στρατόπεδα· είναι επιβεβαιωμένο ότι, σε μια περίπτωση, το VP μπόρεσε να έχει σεξουαλική επαφή, γεγονός που διευκόλυνε τη διαδικασία της ανάκτησης. Αντιθέτως, τα πειράματα που αφορούσαν την ποσιμότητα του θαλασσινού νερού πραγματοποιήθηκαν πάνω σε VP που είχαν επιλεγεί μεταξύ κρατούμενων με το μαύρο τρίγωνο (δηλαδή Τσιγγάνους· είναι δίκαιο, πλάι στο κίτρινο αστέρι, να θυμόμαστε και αυτό το σύμβολο της γενοκτονίας ενός ανυπεράσπιστου λαού). Αυτοί είχαν χωριστεί σε τρεις ομάδες: μια πρώτη που απλώς δεν έπρεπε να πίνει νερό· μια άλλη η οποία έπινε μόνο θαλασσινό νερό και μια τρίτη η οποία έπινε θαλασσινό νερό στο οποίο είχαν προσθέσει Berkazusatz, μια χημική ουσία η οποία θα έπρεπε, σύμφωνα με τους ερευνητές, να μετριάζει τις αρνητικές συνέπειες του θαλασσινού νερού.
Ένας άλλος σημαντικός τομέας πειραματισμού αφορούσε τον εμβολιασμό βακτηρίων του πετεχικού πυρετού και ιών της Hepatitis endemica, με την προσδοκία να δημιουργηθούν εμβόλια εναντίον δύο νόσων που, στα μέτωπα όπου οι συνθήκες ζωής ήταν περισσότερο σκληρές, απειλούσαν ιδιαιτέρως την υγεία των στρατιωτών του Ράιχ. Πέραν τούτου, εξαιρετικά σκληρός και επίπονος για τους ασθενείς ήταν ο πειραματισμός που αφορούσε τη μη χειρουργική στείρωση, με τη χρήση χημικών ουσιών ή ακτινοβολιών, η οποία προοριζόταν να μπει στην υπηρεσία της ευγονικής πολιτικής του καθεστώτος· περισσότερο ευκαιριακό χαρακτήρα και μικρότερες διαστάσεις προσέλαβαν τα πειράματα που αφορούσαν τη μεταμόσχευση των νεφρών, τις κυτταρικές φλεγμονές κλπ.
Η ανάγνωση των μαρτυριών των VP που επέζησαν και των ίδιων των κατηγορουμένων και, σε ορισμένες περιπτώσεις, των πρωτοκόλλων που διασώθηκαν, είναι μια τόσο φρικτή και οδυνηρή εμπειρία ώστε είναι αρκετά ισχυρός ο πειρασμός να θεωρήσουμε αυτά τα πειράματα αποκλειστικώς και μόνο ως σαδιστικο-εγκληματικές πράξεις, οι οποίες ελάχιστα έχουν να κάνουν με την επιστημονική έρευνα. Δυστυχώς κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό. Καταρχάς γιατί μεταξύ των γιατρών που είχαν διεξαγάγει τα πειράματα συγκαταλέγονταν ερευνητές ιδιαιτέρως γνωστοί στην επιστημονική κοινότητα: για παράδειγμα, ο καθηγητής Clauberg, υπεύθυνος του προγράμματος στείρωσης, ήταν, μεταξύ άλλων, ο εμπνευστής του test (για τον λόγο αυτόν αποκαλούνταν και «τεστ του Clauberg») για τη δράση της προγεστερόνης, το οποίο μέχρι και πριν από λίγα χρόνια χρησιμοποιούνταν ακόμη στη γυναικολογία - οι καθηγητές Schröder, Becker-Freyting και Bergblöck, οι οποίοι διηύθυναν τα πειράματα σχετικά με την ποσιμότητα του θαλασσινού νερού, απέλαυαν τόσο καλής επιστημονικής φήμης, ώστε το 1948, μετά την καταδίκη τους, μια ομάδα επιστημόνων διαφόρων χωρών απηύθυνε σε ένα διεθνές συνέδριο ιατρικής το αίτημα «να μη συγχέονται αυτοί με άλλους εγκληματίες ιατρούς που καταδικάστηκαν στη Νυρεμβέργη»· και κατά τη διάρκεια της δίκης ο καθηγητής Vollhardt, καθηγητής ιατρικής χημείας στο Πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης, για τον οποίο δεν υπήρχαν υποψίες πως έτρεφε συμπάθεια για το ναζιστικό καθεστώς, κατέθεσε ενώπιον του δικαστηρίου ότι «από επιστημονική άποψη, η προετοιμασία αυτών των πειραμάτων ήταν λαμπρή»· περίεργο επίθετο, αν αναλογιστεί κανείς ότι, στη διάρκεια του πειράματος, τα VP έφτασαν σε τέτοιο βαθμό εξευτελισμού που δύο φορές αποπειράθηκαν να ρουφήξουν γλυκό νερό από ένα κουρέλι για τα πατώματα.
Ακόμη πιο ενοχλητικό και ανησυχητικό είναι το γεγονός (που δεν επιδέχεται καμία αμφισβήτηση, όπως διαπιστώνεται και από την επιστημονική βιβλιογραφία που προσκόμισε η υπεράσπιση και επιβεβαιώθηκε από τους εμπειρογνώμονες του δικαστηρίου) ότι πειράματα πάνω σε κρατούμενους και καταδικασμένους σε θάνατο είχαν διεξαχθεί επανειλημμένως και σε ευρεία κλίμακα στη διάρκεια του 20ού αιώνα, και μάλιστα ιδιαιτέρως στις ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες (τη χώρα από την οποία προερχόταν η πλειονότητα των δικαστών της Νυρεμβέργης). Έτσι, στη διάρκεια της δεκαετίας του 1920, 800 κρατούμενοι στις φυλακές των Ηνωμένων Πολιτειών είχαν μολυνθεί με το πλασμώδιο της μαλάριας στην προσπάθεια να βρεθεί ένα αντίδοτο στην ελονοσία. Υποδειγματικά θεωρήθηκαν, στην επιστημονική βιβλιογραφία που αφορούσε την πελάγρα, τα πειράματα που πραγματοποίησε, στις ΗΙΊΑ, ο Goldberg πάνω σε 12 κρατούμενους καταδικασμένους σε θάνατο, στους οποίους είχε δοθεί η υπόσχεση ότι, αν επιζούσαν, θα τους χαριζόταν το υπόλοιπο της ποινής. Εκτός Ηνωμένων Πολιτειών, οι πρώτες έρευνες με καλλιέργειες του βακίλου του μπέρι μπέρι είχαν διεξαχθεί από τον Strong στη Μανίλα πάνω σε θανατοποινίτες (τα πρωτόκολλα των πειραμάτων δεν αναφέρουν αν επρόκειτο ή όχι για εθελοντές). Η υπεράσπιση ανέφερε συν τοις άλλοις την περίπτωση του καταδικασμένου σε θάνατο Keanu (Χαβάη), ο οποίος είχε μολυνθεί με λέπρα με την υπόσχεση ότι θα του χαριστεί η ποινή, και που απεβίωσε συνεπεία του πειράματος.
Αντιμέτωποι με μια τόσο ξεκάθαρη τεκμηρίωση, οι δικαστές υποχρεώθηκαν να επιδοθούν σε ατέρμονες συζητήσεις αφιερωμένες στην ταυτοποίηση των κριτηρίων που θα μπορούσαν να καταστήσουν αποδεκτά τα επιστημονικά πειράματα σε ανθρώπινα πειραματόζωα. Το οριστικό κριτήριο, που έτυχε της γενικής αποδοχής, ήταν η ανάγκη μιας ρητής και εκούσιας συναίνεσης εκ μέρους του υποκειμένου που θα έπρεπε να υποβληθεί στο πείραμα. Πράγματι, σύμφωνα με την πρακτική που ακολουθούσαν με συνέπεια στις Ηνωμένες Πολιτείες (όπως προέκυψε από ένα έντυπο που χρησιμοποιούνταν στην Πολιτεία του Ιλινόις και το οποίο επιδείχτηκε στους δικαστές), ο καταδικασμένος όφειλε να υπογράψει μια δήλωση όπου μεταξύ άλλων διαβεβαιώνονταν τα εξής:
Αναλαμβάνω όλους τους κινδύνους αυτού του πειράματος και δηλώνω ότι απαλλάσσω, ακόμη και εν σχέσει προς τους κληρονόμους μου και τους εκπροσώπους μου, από κάθε ευθύνη το Πανεπιστήμιο του Σικάγου και όλους τους τεχνικούς και τους ερευνητές που λαμβάνουν μέρος στο πείραμα, καθώς επίσης την κυβέρνηση του Ιλινόις, τον διευθυντή του σωφρονιστικού καταστήματος της Πολιτείας και κάθε άλλο λειτουργό. Κατά συνέπεια παραιτούμαι από κάθε αξίωση για οποιαδήποτε βλάβη ή ασθένεια, ακόμη και θανατηφόρα, που μπορεί να προκαλέσει το πείραμα.
Η εξόφθαλμη υποκρισία ανάλογων τεκμηρίων δεν μπορεί να μη μας αφήνει αμήχανους. Είναι, αν μη τι άλλο, αμφίβολο κατά πόσο μπορούμε να κάνουμε λόγο για ελεύθερη θέληση και εκούσια συναίνεση στην περίπτωση ενός καταδικασμένου σε θάνατο ή ενός κρατούμενου που εκτίει βαριές ποινές· και είναι βέβαιο πως, ακόμη και αν είχαν βρεθεί ανάλογες δηλώσεις υπογεγραμμένες από κρατούμενους των στρατοπέδων, κάτι τέτοιο δεν θα σήμαινε ότι τα πειράματα θα έπρεπε να θεωρηθούν αποδεκτά από ηθική άποψη. Αυτό που η καθωσπρέπει έμφαση περί ελεύθερης θέλησης του υποκειμένου αρνείται να δει στο συγκεκριμένο σημείο είναι ότι η έννοια «εκούσια συναίνεση» για έναν έγκλειστο στο Νταχάου, ο οποίος έστω και για μια στιγμή θα μπορούσε να ελπίσει σε κάποια βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής του, ήταν απλώς άνευ νοήματος, και ότι, συνεπώς, από αυτή την άποψη, ο απάνθρωπος χαρακτήρας των πειραμάτων ήταν, σε αμφότερες τις περιπτώσεις, ουσιαστικώς ισοδύναμος.
Ούτε και ήταν δυνατόν, για να αποτιμήσουμε τις διαφορετικές και ειδικές ευθύνες των εν λόγω περιπτώσεων, να επικαλεστούμε τη διαφορετική φύση των σκοπών. Μια παρατήρηση του Α. Mitscherlich, του ιατρού που, με τον F . Mielke, δημοσίευσε και σχολίασε το 1947 τα πρώτα πρακτικά της δίκης των ιατρών της Νυρεμβέργης, καταδεικνύει πόσο οδυνηρό ήταν να παραδεχτεί κάποιος ότι τα πειράματα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης δεν ήταν άνευ προηγουμένου στην ιατρικο-επιστημονική πρακτική. Ο καθηγητής Rose, ο οποίος κατηγορούνταν για τα πειράματα σχετικά με το εμβόλιο εναντίον του πετεχικού πυρετού (που οδήγησαν στον θάνατο 97 VP σε σύνολο 392) υπερασπίστηκε τον εαυτό του επικαλούμενος τα ανάλογα πειράματα του Strong στη Μανίλα με θανατοποινίτες και συνέκρινε τους γερμανούς στρατιώτες που πέθαιναν από πετεχικό πυρετό με τους αρρώστους από μπέρι μπέρι, στη θεραπεία των οποίων ήταν στραμμένες οι έρευνες του R. Ρ. Strong. Ο Α. Mitscherlich, ο οποίος μάλιστα διακρίνεται για τη νηφαλιότητα των σχολίων του, αντιτείνει σε αυτό το σημείο: «Ενώ ο Strong αγωνιζόταν να καταπολεμήσει την αθλιότητα και τον θάνατο που προκαλούσε μια μάστιγα φυσικής τάξης, ερευνητές όπως ο κατηγορούμενος Rose ενεργούσαν στο πλέγμα των απάνθρωπων μεθόδων μιας δικτατορίας, με σκοπό τη διαιώνιση και τη δικαιολόγηση του παραλογισμού».(1) Ως ιστορικοπολιτική κρίση, η παρατήρηση είναι ορθή· είναι σαφές όμως ότι η ηθικο-δικαιική αποδοχή των πειραμάτων σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να εξαρτηθεί από την εθνικότητα των ανθρώπων για τους οποίους προοριζόταν το εμβόλιο ούτε από τις συνθήκες εντός των οποίων είχαν προσβληθεί από την ασθένεια.
Η μόνη ηθικώς ορθή τοποθέτηση θα ήταν να αναγνωρίσουμε ότι τα προηγούμενα που προσκόμισε η υπεράσπιση ήταν συναφή προς το ζήτημα, αλλά δεν μετρίαζαν στο ελάχιστο στις ευθύνες των κατηγορούμενων. Αυτό, όμως, θα έριχνε μια ζοφερή σκιά στις τρέχουσες πρακτικές της σύγχρονης ιατρικής έρευνας (από τότε έχουν έρθει στο φως και έχουν επιβεβαιωθεί ακόμη πιο συγκλονιστικές περιπτώσεις μαζικών πειραμάτων που διεξήχθησαν σε αμερικανούς πολίτες, εν αγνοία τους, όπως, για παράδειγμα, για τη μελέτη των επιπτώσεων των πυρηνικών ακτινοβολιών). Πράγματι, αν ήταν θεωρητικώς κατανοητό παρόμοια πειράματα να μην είχαν εγείρει ηθικά προβλήματα στους ερευνητές και στους λειτουργούς στους κόλπους ενός ολοκληρωτικού καθεστώτος, το οποίο κινούνταν κατά τρόπο έκδηλο και δεδηλωμένο σε έναν βιοπολιτικό ορίζοντα, πώς θα ήταν δυνατόν να διεξαχθούν πειράματα μέχρις ενός βαθμού ανάλογα σε μια δημοκρατική χώρα;
Η μοναδική δυνατή απάντηση είναι ότι, σε αμφότερες τις περιπτώσεις, καταλυτικό ρόλο διαδραμάτισε η ιδιαίτερη θέση των VP (καταδικασμένων σε θάνατο ή κρατούμενων σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης - θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η είσοδος στο στρατόπεδο σήμαινε τον οριστικό αποκλεισμό από την πολιτική κοινότητα). Επειδή ακριβώς επρόκειτο για ανθρώπους που στερούνταν όλων σχεδόν των δικαιωμάτων και όλων των προσδοκιών που συνηθίζουμε να αποδίδουμε στην ανθρώπινη ύπαρξη, και, παρά ταύτα, ακόμη ζωντανούς σε βιολογικό επίπεδο, τοποθετούνταν σε μια ζώνη-όριο μεταξύ ζωής και θανάτου, μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού, όπου δεν αποτελούσαν πλέον παρά μόνο γυμνή ζωή. Με άλλα λόγια, καταδικασμένοι σε θάνατο και κάτοικοι των στρατοπέδων εξομοιώνονται ασυνείδητα με τους homines sacri, με μια ζωή η οποία μπορεί να αφαιρεθεί δίχως να διαπραχθεί ανθρωποκτονία. Ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ της καταδίκης σε θάνατο και της εκτέλεσης, όπως ο περίφρακτος χώρος του στρατοπέδου, οριοθετεί ένα εξωχρονικό και εξωεδαφικό κατώφλι, όπου το ανθρώπινο σώμα διαχωρίζεται από το φυσιολογικό πολιτικό καθεστώς του, δηλαδή από τη φυσιολογική πολιτική υπόστασή του, και, σε κατάσταση εξαίρεσης, εγκαταλείπεται στα πιο ακραία δεινά, όπου το πείραμα, ως μια τελετή εξιλασμού, μπορεί να το επαναφέρει στη ζωή (θα πρέπει να ενθυμούμαστε ότι χάρη, αναστολή ή μετριασμός του υπόλοιπου της ποινής συνιστούν εκφάνσεις της κυρίαρχης εξουσίας ζωής και θανάτου) ή να το παραδώσει οριστικά και αμετάκλητα στον θάνατο στον οποίο ήδη ανήκει. Εκείνο όμως που μας ενδιαφέρει εδώ είναι ότι, στον βιοπολιτικό ορίζοντα που χαρακτηρίζει τη νεωτερικότητα, ο ιατρός και ο επιστήμονας κινούνται σε εκείνη την ουδέτερη ζώνη όπου, κάποτε, μόνο ο κυρίαρχος μπορούσε να εισδύσει.
____________________
1. Alexander Mitscherlich - F. Mielke, Wissenschaft ohne Menschlichkeit. Medizinische und Eugenische Irrwege unter Diktatur, Bürokratie und Krieg, Schneider, Χαϊδελβέργη 1949, σσ. 11-2.
HOMO SACER - ΚΥΡΙΑΡΧΗ ΕΞΟΥΣΙΑ KAI ΓΥΜΝΗ ΖΩΗ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΙΑΜΟΥΡΑΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ SCRIPTA 2005
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου