.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Κυριακή 21 Αυγούστου 2022

ΑΣΤΡΟΦΟΒΟΣ / Astrophobos - H. P. Lovecraft

In the midnight heavens burning

Thro’ ethereal deeps afar,

Once I watch’d with restless yearning

An alluring, aureate star;

Ev’ry eye aloft returning,

Gleaming nigh the Arctic car.


Mystic waves of beauty blended

With the gorgeous golden rays;

Phantasies of bliss descended

In a myrrh’d Elysian haze;

And in lyre-born chords extended

Harmonies of Lydian lays.


There (thought I) lies scenes of pleasure,

Where the free and blessed dwell,

And each moment bears a treasure

Freighted with a lotus-spell,

And there floats a liquid measure

From the lute of Israfel.


There (I told myself) were shining

Worlds of happiness unknown,

Peace and Innocence entwining

By the Crowned Virtue’s throne;

Men of light, their thoughts refining

Purer, fairer, than our own.


Thus I mus’d, when o’er the vision

Crept a red delirious change;

Hope dissolving to derision,

Beauty to distortion strange;

Hymnic chords in weird collision,

Spectral sights in endless range.


Crimson burn’d the star of sadness

As behind the beams I peer’d;

All was woe that seem’d but gladness

Ere my gaze with truth was sear’d;

Cacodaemons, mir’d with madness,

Thro’ the fever’d flick’ring leer’d.


Now I know the fiendish fable

That the golden glitter bore;

Now I shun the spangled sable

That I watch’d and lov’d before;

But the horror, set and stable,

Haunts my soul for evermore.


***


Ενώ ο ουρανός του Μεσονυχτίου φλεγόταν,

μέσα απ’ τα αιθέρια βάθη μακριά

κάποτε παρατήρησα μ’ αμείωτη απόλαυση

ένα θελκτικό, χρυσαφένιο άστρο·

κάθε εσπέρα επέστρεφε ψηλά,

λαμπρό, σιμά του Αρκτικού κύκλου.


Μυστικιστικά κύματα ομορφιάς αναμεμιγμένα

με υπέροχες χρυσές ακτίνες,

φαντασίες ευδαιμονίας κατέρχονταν

σε μια μυρωμένη ηλυσιακή καταχνιά.

Οι συγχορδίες της λύρας έπλεκαν

αρμονίες λυδικών ασμάτων.


Κι εκεί (σκέφτηκα) κείτονται σκηνές απολαύσεως,

όπου ελεύθεροι κι ευλογημένοι κατοικούν,

και κάθε στιγμή είναι θησαυρός,

ναυλωμένη απ’ του λωτού το ξόρκι·

εκεί πλέει μια μελωδία υγρή

απ’ του Ισραφέλ το λαούτο.


Εκεί (είπα στον εαυτό μου) λάμπουν

κόσμοι ευτυχίας άγνωστοι,

Ειρήνη, Αθωότητα συνυφασμένες,

δίπλα απ’ της εστεμμένης Αρετής το θρόνο·

άνθρωποι του φωτός με σκέψεις εξευγενισμένες,

αγνότερες, δικαιότερες απ’ τις δικές μου.


Έτσι συλλογιζόμουν όταν πάνω απ’ τ’ όραμα

άρχισε να έρπει μια κόκκινη αλλαγή·

η ελπίδα διαλύθηκε σε χλευασμό,

η ομορφιά σε περίεργη παραμόρφωση·

οι μελωδικές συγχορδίες σ’ αλλόκοτες συνενώσεις,

οι φασματικές εικόνες σ’ ατελείωτη απόσταση…

Πορφυρό φωτίστηκε της τρέλας τ’ άστρο,

καθώς απ’ τις ακτίνες πίσω έριξα μια ματιά·

όλα έμοιαζαν συμφορά, όχι χαρά

πριν η ματιά μου απ’ την Αλήθεια καυτηριαστεί·

Κακοδαίμονες, βυθισμένοι στην τρέλα,

μέσα απ’ το πυρετώδες τρεμόπαιγμα λοξοκοίταζαν…


Τώρα ξέρω το δαιμονικό ψεύδος

της χρυσής, γυαλιστερής οπής·

τώρα θ’ αποφύγω το διακοσμημένο της νύχτας μαύρο

που ατένιζα και θαύμαζα παλιά·

ωστόσο ο τρόμος, σταθερός κι ορισμένος,

την ψυχή μου για πάντα θα στοιχειώνει!


Μετάφραση Αναστάσιος Δρακόπουλος




Δεν υπάρχουν σχόλια: