.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Δευτέρα 19 Ιουνίου 2017

Ο ΣΙΒΑ ΚΑΙ Ο ΣΙΒΑ ΤΡΙΜΟΥΡΤΙ (Ο ΥΠΕΡΣΙΒΑ) – ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΙΤΣΑΞΗΣ


1.Ο ΣΙΒΑ

Τρίτο μέλος της Υπέρτατης Τριάδας είναι, όπως είδαμε, ο Σίβα ή Μαχαντέβα (ο παμμέγιστος, ο μέγας Θεός).
Δραβιδικής προελεύσεως, ο Θεός αυτός είναι πιο πολύπλοκος και αν γίνεται πιο πολύπλευρος από τον Βισνού.
Στις Βέδες των αρείων βρίσκουμε κάποιον άλλον που του μοιάζει πολύ στις ιδιότητες. Τον Ρούντρα.
Για πολλούς αιώνες το όνομα του τελευταίου συνδυάζεται και συγχέεται με τον δραβιδικό Σίβα. Νωρίς όμως, πολλούς αιώνες ήδη προ Χριστού, επικρατεί απόλυτα ο δεύτερος, έτσι που ο Ρούντρα να μένει σαν ανάμνηση από «ένα άλλο όνομα του Σίβα».
Αυτός είναι ο Θεός της καταστροφής και παράλληλα, σύμφωνα με το ινδουιστικό σύστημα της ταυτότητας των αντιθέσεων, ο Θεός της δημιουργίας.
Κάθε δισεκατομμύρια αιώνες καταστρέφει ολόκληρο το σύμπαν. Ύστερα μεσολαβεί μια περίοδος – ανάλογη σε διάρκεια – που το σύμπαν δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα σφρίγος, μια ταη για αναγέννηση. Ακολουθεί μια νέα δημιουργία και ξαναρχίζει έτσι ο ατέλειωτος κύκλος.
Η θεωρία του «ανασασμού» του σύμπαντος, με την «εισπνοή, διαστολή, εκπνοή, συστολή», που τόσο βρίσκεται στη σκέψη όλων των σύγχρονων φυσικών και διερευνάται στα εργαστήρια και στα αστεροσκοπεία, είναι τόσο παλιά όσο και ο συμβολισμός που κρύβει ο Σίβα.
Ας σημειώσουμε, ακόμα πως και στον δικό μας Ηράκλειτο, συναντούμε ανάλογες ιδέες για την καταστροφή «μέσα στο πυρ» του σύμπαντος και την αναδημιουργία του, όπως και για την «κυκλικότητα» του χρόνου.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα του Σίβα είναι: το (κάθετο) τρίτο μάτι και οι τρεις άσπρες γραμμές στο μέτωπο.
Για την ιστορία του τρίτου αυτού ματιού, μιλάει η Μαχαμπαράτα.
Κάποτε ο Σίβα, καθισμένος απάνω στα Ιμαλάια – το αγαπημένο του ερημητήρι – ήταν βυθισμένος στις σκέψεις του. Η γυναίκα του η Ούμα, τον πλησίασε χωρίς θόρυβο από πίσω και παίζοντας του σκέπασε με τις δύο παλάμες της τα μάτια. Αυτό που συνέβη τότε ήταν τρομαχτικό. Ο κόσμος ολόκληρος βυθίστηκε στο σκοτάδι. Ξαφνικά μια μεγάλη φλόγα ξεπήδησε από το μέτωπο του Θεού. Στη βάση της σχηματίστηκε ένα μάτι λαμπερό σαν τον ήλιο, που φώτισε ξανά τον κόσμο...
Άλλα χαρακτηριστικά είναι:
α) το κάθισμά του σε δέρμα τίγρης ή πάνθηρα, όπως συνηθίζουν οι γιόγκι – αναχωρητές. (Ο Σίβα είναι ο μεγαλύτερος γιόγκι).
β) οι κόμπρες γύρω στο λαιμό του.
γ) τα μαλλιά σε κοτσίδες, όρθια ψηλά στο κεφάλι.
δ) το μισοφέγγαρο.
ε) το ρευστό της δύναμης του Γιόγκι που ξεπηδάει σαν συντριβάνι από το κεφάλι του, ή σύμφωνα με άλλους ερμηνευτές, ο ποταμός Γάγγης που πέφτει απάνω στο κεφάλι του.
Τα σκεύη που τον συνοδεύουν συνήθως είναι το τύμπανο σε μορφή κλεψύδρας, το δοχείο της ζητιανιάς, το κομπολόι της προσευχής και η τρίαινα (τρίσουλα) σύμβολο της δυνάμεώς του. Τα δύο τελευταία συμβολίζουν τον συνδυασμό που υπάρχει σ' αυτόν, του δυναμισμού και της παθητικότητας, του εξώστροφου αλλά και εσώστροφου χαρακτήρα της «ουσίας» του.
Τέλος το όχημά του – η ζωώδης μορφή του – είναι το λευκό βουβάλι, η Ντάντη που λατρεύεται όπως είναι φυσικό, όσο και ο ίδιος ο Θεός.
Οι σιβαΐτες, που θέλουν να ακολουθούν τον δρόμο του Μαχαντέβα, τον δρόμο της ασκητείας, υποβάλλονται και σήμερα ακόμα σε αφάνταστα βασανιστήρια. Άλλοι κρατούν τις χούφτες τους κλειστές για χρόνια, ώσπου τα νύχια τρυπούν το κρέας και βγαίνουν από την άλλη μεριά. Άλλοι κοιτούν κατάματα τον ήλιο ώσπου να τυφλωθούν. Τέλος, συχνό είναι το θέαμα στους δρόμους – ακόμα και σήμερα – ανθρώπων που κρεμούν από το στήθος τους σιδερένιους γάντζους με βάρη και περιφέρονται περιστοιχιζόμενοι από ολόκληρη λιτανεία πιστών.
Ανάμεσα σε όλα τα σύμβολα του Θεού Σίβα,θα σταθούμε σε τρία που έχουν ιδιαίτερα βαθειά σημασία:
Το μικρό τύμπανο σε μορφή κλεψύδρας, την ψηλή κοτσίδα των μαλλιών στο κεφάλι, που μοιάζει με πυραμίδα, και το μισοφέγγαρο.
Το τύμπανο είναι σύμβολο του ρυθμού και του ήχου. Ο ρυθμός είναι το αόρατο συστατικό του σύμπαντος και ο ήχος μεταδίδει τον λόγο που είναι ο φορέας της αποκάλυψης και της θείας αλήθειας. Ακόμα, ο ήχος συνδυάζεται στην ινδική μυθολογία με τον αιθέρα – το πρώτο στη σειρά από τα πέντε βασικά υλικά του σύμπαντος (τα άλλα είναι ο αέρας, η φωτιά, το νερό και η γη). Τα δύο μαζί, ήχος και αιθέρας συμβολίζουν την πρωταρχική δύναμική στιγμή της δημιουργίας, όταν δηλαδή ο λόγος μετουσιώνεται σε αιθέρα.
Η κοτσίδα του Θεού, ανεβασμένη πλούσια στο κεφάλι του συμβολίζει βέβαια τη δύναμη που φωλιάζει σε αυτά τα μαλλιά, που δεν τα άγγιξε ψαλίδι. (Ανάλογος συμβολισμός δυνάμεως στη βίβλο είναι τα μαλλιά τους Σαμψών). Υπάρχει όμως και ένας πιο βαθύς συμβολισμός. Η κουρά, είναι συνήθως συνδυασμένη με την εγκατάλειψη των εγκοσμίων και με τον ασκητισμό. Ο αναχωρητής κόβει τα μαλλιά του για να πάρει την όψη του γέρου που έχουν πέσει οι τρίχες του και δεν αποτελεί πια κρίκο στην αλυσίδα της φυσικής αναπαραγωγής.
Πως όμως ο Σίβα, το πρότυπο αυτό του ασκητή, έχει αφήσει μακρυά μαλλιά;
Η απάντηση που δίνουν οι ερμηνευτές των συμβολισμών στον ινδουισμό, είναι πως ο Σίβα είναι συγχρόνως και ο υπέρτατος εραστής. Σαν «πλήρης» Θεός έχει και τις δύο ακραίες όψεις: την ασκητική, που συμβολίζει η προβιά, το κομποσκίνι και το δοχείο της επαιτείας και την εγκόσμια, που συμβολίζουν τα μακρυά του μαλλιά και ακόμα το μισοφέγγαρο που είναι η γέννηση και η αύξηση.
Ο Σίβα έχει άπειρες ιδιότητες.
Είναι ο ασκητής, ο θείος ερημίτης που στοχάζεται απάνω στα Ιμαλάια, ο Κύριος της δημιουργίας, ο Θεός της θυσίας, ο θείος ερμαφρόδιτος (θα δούμε πιο κάτω πως ο Σίβα παίρνει και γυναικεία μορφή), ο χορευτής του σύμπαντος (Ναταράζ) κλπ.
Το βασικό όμως και αφηρημένο σύμβολο του Σίβα είναι το Λίγκαμ (ο φαλλός) που εκφράζει τη δύναμη της δημιουργίας.
Φαίνεται πως το λατρευτικό τούτο σύμβολο, όπως άλλωστε το αρχέτυπο του Σίβα ο Ρούντρα, με τον οποίο όμως δεν είναι βέβαιο πως ήταν συνδυασμένο το λίγκαμ, βρήκαν οι άρειοι βαθειά ριζωμένο στη θρησκεία των δραβιδών. Για τον λόγο αυτό τους κορόιδευαν αποκαλώντας τους «λάτρεις του φαλλού». Το σύμβολο όμως αυτό – που γνώρισαν και άλλοι αρχαίοι λαοί, όπως οι Έλληνες – ήταν πανίσχυρο και όχι μόνο δε σβήστηκε αλλά επικράτησε και μάλιστα έγινε το κύριο σύμβολο του Θεού.
Το λίγκαμ, σαν σύμβολο της αρσενικής δημιουργικής ενέργειας συνδυάζεται, σχεδόν χωρίς εξαίρεση, με το σύμβολο της θηλυκής δημιουργικής ενέργειας, το Γιόνι. Ένα κοίλο τρίγωνο, από το κέντρο του οποίου ορθώνεται το λίγκαμ. Τα δύο τούτα παρασταίνουν την ένωση από την οποία αναβλύζει η ζωή και το σύμπαν.
Όπως παρατηρούν οι Ινδολόγοι, η χρησιμοποίηση του τρίγωνου για τον συμβολισμό του θηλυκού, είναι κοινή και σε άλλους αρχαίους λαούς, «είδωλον γυναικείον» σημειώνουν οι Έλληνες λεξικογράφοι. Ακόμα και οι σημερινοί τσιγγάνοι της Ευρώπης χρησιμοποιούν στη συμβολική γραφή τους το τρίγωνο, για να αναφερθούν στη γυναίκα (ανάμνηση από την μακρινή πατρίδα τους την Ινδία).
Το πυρωμένο λίγκαμ, στη φιλοσοφική του προβολή είναι, γράφει ο Zimmer, ένα είδος Axis Mundi και εννοιολογικά εξισώνεται με τη δέσμη του φωτός ή με τον κεραυνό που διαπερνάει και γονιμοποιεί το γιόνι, τη γη.
Ο Σίβα, στα πρώτα κείμενα των Πουράνας, δεν ήταν παρά μια μορφή που έπαιρνε ο Βισνού όταν πλησίαζε η στιγμή να καταπιεί και να καταστρέψει το σύμπαν. Αργότερα όμως, σε νεώτερα κείμενα, (Μαρκαντέγια Πουράνα κλπ.), ο Σίβα ανεβαίνει ψηλότερα, γίνεται ανεξάρτητος και μάλιστα παίρνει και τους τρεις μεγάλους ρόλους, δηλαδή της δημιουργίας, της διατήρησης και της καταστροφής.
Σ' αυτό το στάδιο φτάνουμε στον υπέρτατο Θεό, (Σρι Μαχαντέβα), τον υπέρ-Σίβα, που είναι μόνος του, ολόκληρη η τριάδα: δηλαδή Βράχμα – δημιουργός, Βισνού – συντηρητής και Σίβα – καταστροφέας.

2.ΣΙΒΑ ΤΡΙΜΟΥΡΤΙ (Ο ΥΠΕΡΣΙΒΑ)

Ο πρωταρχικός ρόλος του Σίβα, εκείνος της καταστροφής, δεν είναι πια, παρά μια μόνο από τις τρεις βασικές ιδιότητες του. Στον υπέρ-Σίβα συνυπάρχουν ο Βράχμα, ο Βισνού και ο Σίβα.
Ο Σίβα Τριμούρτι «τριαδικός Σίβα», στα σανσκριτικά όπως τον χαρακτηρίζουν οι σιβαϊτικές Πουράνα, είναι η προσωποποίηση του Απόλυτου.
Στην πρώτη του κεντρική μορφή, έχει τη βασική ιδιότητα της άπειρης ουσίας του σύμπαντος, τη γαλήνη και την ηρεμία. Σ' αυτή τη φάση, ο Σίβα ταυτίζεται με τον Βισνού. Μέσα του, όλες οι δυνάμεις της δημιουργίας και της καταστροφής ισορροπούνται και από αυτή πηγάζει μια κατάσταση αρμονίας και μακαριότητας. Τη συμβολίζουν τα κλειστά μάτια και το όνειρο που καθρεφτίζεται στο κεντρικό πρόσωπο.
Στις άλλες δύο μορφές του, εικονίζονται η δημιουργία, με σύμβολό της τον ήχο, από τον οποίο ξεκινάει η γέννηση του σύμπαντος και η καταστροφή, με σύμβολό της την τρίαινα.
Οι τρεις φυσιογνωμίες που δίνονται συνήθως στον Σίβα-Τριμούρτι είναο όμοιες. Τούτο είναι φυσικό, μια και ουσιαστικά πρόκειται για τον ίδιο Θεό.
Ο Ινδουϊσμός, όπως είδαμε, είναι θεμελιακά μονιστικός. Από τη σκοπιά του θείου όλες οι διαφορετικές, και πολλές φορές αντιφατικές όψεις, όπως η δημιουργία, η διατήρηση, η καταστροφή είναι απλώς διάφορες εκφράσεις της Θείας Ουσίας, που βρίσκεται πέρα από τον πολυμορφισμό, και μένει ανεπηρέαστη από αυτόν.
Η απεικόνιση του Σίβα-Τριμούρτι ζητάει να μορφοποιήσει γαι την απλοϊκώτερη διάνοια, την ενότητα που είναι το θεμελιακό δίδαγμα της ινδουιστικής σοφίας. Διδάσκει την απόλυτη ένωση και τη σύμπτωση όλων των μορφών και των αντιθέσεων σε μια και μοναδική υπερβατική πηγή. Από αυτήν ξεκινούν και σ' αυτήν ξαναγυρίζουν τα πάντα.

Ο Σίβα συνδέεται με τα Ιμαλάια και τον Γάγγη, για τον οποίο μιλάει ένας μύθος, που έχει εμπνεύσει, όπως πολλοί άλλοι, τη λαϊκή εικονογραφία.
Το νερό, σα θάλασσα, σαν ποτάμι, σα λίμνη, σα βροχή είναι, όπως είδαμε, σύμβολο ζωής στον Ινδουισμό, και σε όλες του τις μορφές περιβάλλεται με θεία ιδιότητα.
Πρωταρχικό ρόλο παίζουν τα τρία μεγάλα ιερά ποτάμια, ο Γάγγης, ο Τζαμού και ο μυθικός Σαρασβάτη. Ανάμεσα σ' αυτούς σημαντικότερος στον Ινδουισμό είναι ο Γάγγης, που ξεκινάει από τα Ιμαλάια και πλαταίνοντας βρέχει την ιερή πόλη του Μπενάρες, πριν καταλήξει σε ένα πολύκλαδο δέλτα, στον κόλπο της Βεγγάλης.
Ο Γάγγης είναι θηλυκός στην ινδική ορολογία, (ή «Γκάνγκα») και στον ανθρωπομορφισμό του εικονίζεται σα γυναίκα με ξέπλεκα μαλλιά. Σα Θεά, η Γκάνγκα, ξεπλένει όλα τα αμαρτήματα εκείνων που έχουν την τύχη να σκορπιστεί η στάχτη τους στα ιερά νερά της.
«Βουνά από αμαρτίες», φέρεται να λέει ο ίδιος ο Σίβα σ' έναν από τους ύμνους του στον Γάγγη, όπως αναφέρει η Μαχαμπαράτα Πουράνα, «που συγκεντρώθηκαν από τον αμαρτωλό άνθρωπο σε εκατομμύρια μετενσαρκώσεις του, εξαφανίζονται, μόνο στο άγγιγμα του ιερού νερού ή και ακόμα αν φυσήξει κοντά τους ένα αγέρι που έχει και λίγη ακόμα υγρασία από το νερό του Γάγγη».
Το άγγιγμα του θείου σώματος της Γκάνγκα έχει την ιδιότητα να μεταμορφώνει σε αγιασμένη ύπαρξη τον άνθρωπο που έρχεται σε επαφή μαζί της.
Μια από τις ωραιότερες στιγμές της ινδικής μυθολογίας είναι η ιστορία του Γάγγη, που κατέβηκε από τον ουρανό (Gongo avatar).
Κάποτε όπως διαβάζουμε στη Ραμαγιάνα, μια παρέα από δαίμονες πήγαινε και πείραζε ορισμένους βραχμάνους ερημίτες και τους ενοχλούσε στην προσευχή τους. Όταν τους κυνηγούσαν, οι δαίμονες κρύβονταν μες στον ωκεανό και τη νύχτα ξανάβγαιναν δροσεροί και φρέσκοι να ξαναρχίσουν τα πειράγματά τους. Τότε οι ασκητές ζήτησαν από έναν ημίθεο, τον Αγκασθία, να τους γλυτώσει από το μαρτύριο του πειρασμού και αυτός για να τους βοηθήσει, βρήκε σαν ευκολότερη λύση, να καταπιεί ολόκληρο τον ωκεανό με τους δαίμονες μαζί. Τέλειωσε έτσι ο πειρασμός, αλλά η γή έμεινε χωρίς νερό.
Οι άνθρωποι αναγκάστηκαν να παρακαλέσουν έναν άλλο ημίθεο, τον Μπαγκιράτα, να τους λύσει το πρόβλημα της ξηρασίας. Αυτός, για να μπορέσει να συγκινήσει τους Θεούς, ασκήτεψε για χίλια χρόνια και μετά παρουσιάστηκε στον Βράχμα και του ζήτησε να ελευθερώσει, γι' αυτό τον σκοπό, τον Γάγγη, το ουράνιο ποτάμι, που έτρεχε σαν ένας από τους γαλαξίες στο στερέωμα.
Ο Βράχμα, που ικανοποιήθηκε από την ασκητική αφοσίωση του Μπαγκιράτα, του είπε πως θα προσπαθούσε να του δώσει αυτό που ζητούσε αλλά θα έπρεπε πρώτα να πεισθεί ο Σίβα να βοηθήσει. Του εξήγησε, πως αν το μεγάλο ουράνιο ποτάμι έπεφτε μ' όλη του την ορμή και με το αμέτρητο βάρος του νερού του στη γη, θα γίνονταν τέτοιοι σεισμοί, που τίποτα δεν θα έμενε όρθιο. Κάποιος θάπρεπε να δεχτεί το βάρος του καταρράχτη στο κεφάλι του, για να κόψει την φόρα του νερού, και κανένας άλλος δεν θα μπορούσε να το αντέξει, εκτός από τον παντοδύναμο Σίβα.
Ο Μπαγκιράτα εξακολούθησε τότε τις νηστείες και τις προσευχές του και κάποτε ο Σίβα συγκινήθηκε. Άφησε τη Γκάνγκα να κυλίσει τα νερά της στη γη και έβαλε το κεφάλι του για να κοψει τη φόρα του καταρράχτη. Έτσι τα νερά κύλισαν απαλά μέσα από τα θεία του μαλλιά στα Ιμαλάια και από εκεί στις ινδικές πεδιάδες φέρνοντας την ευφορία της γης, την ευλογία του ουρανού, και την άφεση των αμαρτημάτων...
Η «Γκάνγκα αβατάρα» έχει εμπνεύσει ένα, ίσως το πιο θαυμαστό ημίγλυπτο όλων των εποχών και όλων των αιώνων, που βρίσκεται στο νότο της Ινδίας, στο Μαχαμπαλιπουράμ.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΙΤΣΑΞΗΣ
ΙΝΔΟΥΙΣΜΟΣ
ΘΕΟΤΗΤΕΣ-ΜΥΘΟΙ-ΣΥΜΒΟΛΑ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΥΡΙΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ 1978

Δεν υπάρχουν σχόλια: