.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2019

Οι απαιτήσεις της μυστηριώδους Επιστήμης – Fulcanelli



Seire, Potere, Audere, Tacere
(να γνωρίζεις, να μπορείς, να τολμάς, να σιωπείς)
ΖΩΡΟΑΣΤΡΗΣ

Η φύση δεν ανοίγει την πόρτα του ιερού αδιακρίτως σε όλους.
Σε αυτές τις σελίδες, ο αμύητος θα ανακαλύψει ίσως, κάποια απόδειξη μιας πραγματικής και θετικής επιστήμης. Δεν θα μπορούσαμε, ωστόσο, να υπερηφανευτούμε ότι θα τον μετατρέψουμε, γιατί γνωρίζουμε πολύ καλά το πείσμα της προκατάληψης, τη μεγάλη δύναμη των προκατειλημμένων απόψεων. Ο μαθητής θα αντλήσει μεγαλύτερο όφελος από αυτό το βιβλίο, με την προϋπόθεση πάντα ότι δεν θα περιφρονεί τα έργα των παλαιών Φιλοσόφων και ότι θα μελετά με προσοχή και διεισδυτικότητα τα κλασικά κείμενα, μέχρι να αποκτήσει επαρκή διόραση για να διακρίνει τα σκοτεινά σημεία του πρακτικού χειρισμού.
Κανείς δεν μπορεί να φιλοδοξεί να κατέχει το μεγάλο Μυστικό, αν δεν κατευθύνει τη ζωή του σε συντονισμό με τις έρευνες που έχει αναλάβει.
Δεν αρκεί να είναι φιλομαθής, ενεργός και επίμονος, αν δεν έχει σταθερές αρχές, συγκεκριμένη βάση, αν ο υπέρμετρος ενθουσιασμός τυφλώνει τη λογική του, αν η υπερηφάνεια τυραννά την κρίση του, αν η απληστία μεγεθύνεται μπροστά στην προοπτική ενός χρυσού μέλλοντος.
Η μυστηριώδης Επιστήμη απαιτεί μεγάλη ακρίβεια, ορθότητα και διορατικότητα στην παρακολούθηση των γεγονότων, ένα υγιές λογικό και στοχαστικό πνεύμα, μια ζωντανή αλλά όχι ευερέθιστη φαντασία, μια θερμή και καθαρή καρδιά. Απαιτεί επίσης τη μεγαλύτερη απλότητα και την πλήρη αδιαφορία σχετικά με θεωρίες, συστήματα και υποθέσεις οι οποίες έχουν γίνει γενικά παραδεκτές χωρίς έλεγχο, λόγω της πίστης που τους δίνεται σε βιβλία ή λόγω της φήμης των δημιουργών τους. Απαιτεί οι υποψήφιοί της να μάθουν να σκέπτονται περισσότερο με το δικό τους μυαλό και λιγότερο με αυτό των άλλων. Τέλος, επιμένει ότι θα πρέπει αυτοί να ελέγξουν την αλήθεια των αρχών της, τη γνώση της θεωρίας της και την πρακτική των εργασιών της από τη Φύση, την κοινή μας μητέρα.
Με τη συνεχή εξάσκηση των ικανοτήτων της παρατήρησης και του συλλογισμού, με το διαλογισμό, ο νεόφυτος θα ανεβεί τα σκαλιά που οδηγούν στο να

ΓΝΩΡΙΖΕΙ

Η αθώα μίμηση των φυσικών διαδικασιών, η επιδεξιότητα σε συνδυασμό με την εφευρετικότητα, τα φώτα μιας μακράς εμπειρίας θα του εξασφαλίσουν το να

ΜΠΟΡΕΙ

Έχοντας κατακτήσει το να μπορεί, θα εξακολουθεί να έχει ανάγκη από την υπομονή, την επιμονή και την ακλόνητη θέληση. Γενναίος και αποφασιστικός, η βεβαιότητα και η εμπιστοσύνη που γεννήθηκαν από μια ισχυρή πίστη, θα του επιτρέψουν να

ΤΟΛΜΑ

Τέλος, όταν η επιτυχία θα έχει στέψει τα τόσα χρόνια εργασίας, όταν οι επιθυμίες του θα έχουν ολοκληρωθεί, ο Σοφός, περιφρονώντας τις ματαιοδοξίες του κόσμου, θα πλησιάσει τους ταπεινούς, τους απόκληρους, όλους όσοι εργάζονται, υποφέρουν, απελπίζονται και αγωνίζονται εδώ κάτω. Ως ανώνυμος και βουβός μαθητής της αιώνιας Φύσης, απόστολος της αιώνιας Φιλανθρωπίας, θα παραμείνει πιστός στον όρκο σιωπής του.
Στην Επιστήμη, στο Καλό, ο Μύστης θα πρέπει πάντα να

ΣΙΩΠΑ


Fulcanelli
Το Μυστήριο των Καθεδρικών Ναών
Μετάφραση Ιωάννης Σωτηριάδης
Εκδόσεις Διμελή 2014

Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2019

Η ΚΑΘΟΔΟΣ ΣΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ. ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΑΡΚΩΣΗΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ – PAPUS



Ο Όμηρος, ο Βιργίλιος, κατά την αρχαιότητα, ο Δάντης σε μια εποχή πιο κοντινή σ’ εμάς, έχουν ασχοληθεί με περίεργα γεγονότα που, ακόμη και στις μέρες μας, βασανίζουν το πνεύμα του στοχαστή. Η κάθοδος στην κόλαση, IN INFERA. Αυτές οι λίγες λέξεις περικλείνουν μυστικές ιδέες. Ας προσπαθήσουμε να τις αποκαλύψουμε:
Όταν σκεφτόμαστε τους αρχαίους, φανταζόμαστε ότι έμοιαζαν με άγριους που κατοικούσαν σε σπήλαια και καταβρόχθιζαν τα ζώα που μόλις είχαν σκοτώσει. Η αρχαία κοινωνία, αντίθετα, είχε μια περίεργη και τελειοποιημένη οργάνωση. Οι αρχαίοι, λόγου χάρη, ήξεραν τις απεργίες: η πρώτη απεργία (30.000 απεργοί) ήταν αυτή των υφαντουργών που ζητούσαν αύξηση του μεροκάματού τους. Κι έγινε στην Αίγυπτο 500 χρόνια πριν το Χριστό.
Το 1600 π.Χ. υπήρχε κιόλας ένας φανταστικός πολιτισμός: κατασκεύαζαν υδατοφράγματα από χαλκό, τα πλούτη ήταν τόσο πολλά, ώστε γιγάντια έργα μπορούσαν να κατασκευαστούν. Στην όποια εποχή η ανθρωπότητα δεν έδειξε ποτέ καθυστερημένη απέναντι σε θέματα βελτίωσης της ευημερίας της.
Στην αρχαιότητα ένα τμήμα της παιδείας αφιερωνόταν στις ηθικές δοκιμασίες. Αλλά, κατ’ αρχήν, πως μορφώνονταν στην αρχαιότητα; Την εποχή του Πλάτωνα 500 χρόνια πριν από το Χριστό, η σχολή του Πυθαγόρα είχε πολλούς μαθητές στην Ελλάδα, που διέδωσαν ύστερα την παιδεία σε πολλές πόλεις. Η πρωταρχική μόρφωση δινόταν από τους ίδιους τους πατέρες της οικογένειας, διαδοχικά, όπως αυτό, άλλωστε, συμβαίνει και σήμερα στην Κίνα. Αυτή η μόρφωση είχε μια καλή πλευρά, αφού τότε ο αναλφαβητισμός δεν ξεπερνούσε το 5%, ποσοστό δηλαδή πολύ μικρότερο από το σημερινό. Σύμφωνα με το σύστημα των αρχαίων, η μέση εκπαίδευση, που περιλάμβανε προπάντων τις φυσικές επιστήμες και την αστρονομία, δινόταν στις πιο σημαντικές πόλεις. Διδάσκονταν εκεί έννοιες των επιστημών που ακόμη και σήμερα διδάσκονται. Κι αυτή η μόρφωση παρεχόταν δωρεάν. Υπήρχαν τότε δούλοι που η υλική τους ζωή ήταν εξασφαλισμένη, σ’ αντάλλαγμα της ελευθερίας τους. Ο δούλος δεν έπαιρνε ποτέ μισθό, εκτός από την περίπτωση όπου είχε επιδείξει μεγάλο θάρρος. Στην Αίγυπτο λόγου χάρη, έδεναν το δούλο στα πόδια της Σφίγγας υποβάλλοντάς τον σε διάφορες δοκιμασίες, είτε με το νερό ή με τη φωτιά, κι αν έδειχνε θάρρος, η κατάσταση της δουλείας του ακυρωνόταν και γινόταν αποδεκτός στα μυστήρια.
Υποβαλλόταν σε νέες σωματικές και ψυχικές δοκιμασίες, στη συνέχεια, μέχρι που να γίνει μυημένος.
Τι μάθαιναν όμως σ’ αυτά τα μυστήρια; Διδάσκονταν έννοιες της τρέχουσας φιλοσοφίας, υπνωτισμό, ψυχισμό, αποκτούσαν γνώσεις πάνω στον μεγάλο νόμο της Επανασάρκωσης. Οι ιερείς, σοφοί κι όχι θρησκευτικοί αιρετικοί, συντηρούσαν τους Ναούς τους με φορολογία πάνω στα εισοδήματα. Το 10% πληρωνόταν σε είδη από τα απαραίτητα για τη ζωή, ένα σακί σιτάρι στα 10 της συγκομιδής, ένα «μέτρο» κριθάρι στα 10 κτλ. Οι πλούσιοι πλήρωναν σε χρήμα. Οι φτωχοί, με την εργασία τους. Η μεσαία τάξη σε είδος. Μέσω της πληρωμής αυτών των φόρων είχαν δικαίωμα στις υπηρεσίες του γιατρού, του φαρμακοποιού, του νομικού κτλ. Υπήρχε μια μυστική συμμαχία ανάμεσα σ’ όλα τα πνευματικά κέντρα της Γης. Έτσι ο Πυθαγόρας έκανε τα ταξίδια του, κοιμόταν από Ναό σε Ναό, κι έφτασε ως την Κίνα. Εκεί μελέτησε και βρήκε το νόμο για την εποχή, και που μπερδεύει ακόμη και σήμερα πολλούς γυμνασιόπαιδές μας. Οι ιερείς εκείνης της εποχής έδιναν όρκο, επί ποινή θανάτου, να μην αποκαλύπτουν αυτά που διδάσκονταν στο Ναό και τα μεταβίβαζαν χωρίς να υπάρχουν γραπτά. Ωστόσο, ορισμένοι ανάμεσά τους διηγήθηκαν σε άλλους αυτά τα μυστήρια, μυθοποιώντας τα όμως.
Όλα τα κύρια ονόματα που μεταβιβάστηκαν ως εμάς περιέκλειναν μυστήρια. Δε θ’ αναφέρω παρά μόνο ένα παράδειγμα, κι αυτό από τον πόλεμο της Τροίας. Μια όμορφη γυναίκα, η Ελένη, που την έκλεψαν από τον άντρα της, φυλακίστηκε στην πόλη της Τροίας. Ύστερα από μακρόχρονη πολιορκία της πόλης από τους Έλληνες, αυτοί οι τελευταίοι κατάφεραν να βάλουν μέσα στην πόλη ένα τεράστιο ξύλινο άλογο, απ’ όπου στη διάρκεια της νύκτας, μια στρατιωτική μονάδα Ελλήνων βγήκε και κατέστρεψε την Τροία. Έτσι όπως μας τη διηγήθηκαν ο Όμηρος κι ο Βιργίλιος, παραποίησαν εσκεμμένα την ιστορία. Το όνομα Τροία, προέρχεται από το Τρόγια, παραποιημένη ονομασία του Ταρό Ρότα, που ήταν ένα μυστικό επιστημονικό κέντρο.
Η σελήνη, Ίσις, που καθόριζε τις διδασκαλίες του ανθρώπινου μυαλού, ονομάζεται στα ελληνικά Σελήνη, απ όπου βγήκε το όνομα Ελένη, άλλο ένα μυστικό κέντρο. Το ξύλινο άλογο είναι το Τόρα κι η ιστορία των βαρβάρων που κατέστρεψαν το κέντρο μυστηρίων μας μεταφέρθηκε σαν μια κατάληψη εξ εφόδου αυτής της πόλης κι εκείνης της γυναίκας. Αυτή η ιστορία είναι λοιπόν καθαρά συμβολική.
Επίσης κατά την κάθοδο στην κόλαση, η συνάντηση με τρομερά τέρατα, είναι η ιστορία των εκκλήσεων σε πνεύματα. Ο Όμηρος καθοδηγήθηκε από τη Σίβυλλα, ο Βιργίλιος είχε σαν οδηγό τον Αινεία, και κλήθηκε από τον πατέρα του τον Αγχίση. Κι οι δυο τους κάνουν εκκλήσεις σε πλάσματα που έχουν χαθεί, οι «πνεύματα».
Ο Όμηρος θέλει να συμβουλευτεί ένα μάντη, κατεβαίνει στην κόλαση, σφάζει ένα κριάρι και ρωτάει τον Τειρεσία τον μάντη.
Ο Βιργίλιος αναφέρεται σ’ ένα παρόμοιο θέμα στην «Αινειάδα» του.
Ο Δάντης είχε πολύ αγαπήσει και δε γνώρισε ποτέ την ευτυχία μέσα στον έρωτα. Τα είχε με την Ανθρωπότητα. Αυτός ο θαυμαστός ποιητής του 14ου Αιώνα, επιδόθηκε στην πολιτική, και κατά συνέπεια δημιούργησε εχθρούς. Ντροπαλός, δύστροπος, τοποθέτησε στην Κόλαση όλους τους ανθρώπους που δεν αγαπούσε.
Κι οι τρεις επικαλούνταν πλάσματα που είχαν εξαφανιστεί. Η ιστορία του Αινεία, που κατεβαίνει στην Κόλαση μπορεί να χωριστεί σε τρία τμήματα: το πέρασμα από τον ποταμό Τάρταρο, όπου τα ανθρώπινα πλάσματα υφίστανται τρομερά βάσανα, κι ύστερα ένα ουδέτερο τμήμα, και τέλος ένα απολαυστικό υπέροχο τμήμα, τα Ηλύσια Πεδία. Ο Αινείας βρίσκει τον πατέρα του στα Ηλύσια Πεδία. Ο Αγχίσης του δείχνει τις ψυχές κοντά στον ποταμό Λήθη, λέγοντάς του ότι αυτές οι ψυχές οφείλουν να ζωοποιήσουν νέα σώματα, κι ότι ζητούν πρώτα τη λησμονιά μέσα στα νερά του ποταμού.
Οι αρχαίοι δίδασκαν λοιπόν ότι δεν ερχόμαστε μόνο μια φορά πάνω στη Γη, αλλά πολλές φορές κι ότι είναι αναγκαίο να ξεχάσουμε τις προηγούμενες ζωές πριν επανασαρκωθούμε.
Υπερέβαλαν μάλιστα την όλη υπόθεση και διηγούνταν ότι ξαναγυρίζουμε μέσα σε σώματα ζώων. Αλλά όλο αυτό δεν είναι παρά ένας αφορισμός του Πυθαγόρα. Οι μαθητές του ισχυρίζονταν ότι υπήρξαν όλοι προσωπικότητες κατά την προηγούμενη ζωή τους. Και καθώς μια μέρα τον ρώτησαν τι υπήρξε ο ίδιος, απάντησε για να ειρωνευτεί τις προθέσεις τους, ότι αυτός ήταν πετεινός! Κι απ’ αυτή την ειρωνική στιγμή του Πυθαγόρα εμείς βγάλαμε το συμπέρασμα ότι οι αρχαίοι πίστευαν στη Μετεμψύχωση, πράγμα που είναι απόλυτα λαθεμένο.
Η κοινωνική εξέλιξη συνεχιζόταν λοιπόν μέσα στους αιώνες πάντα κάτω από τις ίδιες συνθήκες. Ακόμη και στις μέρες μας οι Γιαπωνέζοι κάνουν μ’ ευχαρίστηση χαρακίρι υπέρ της χώρας τους, επειδή μέσω της επανασάρκωσης θα μπορέσουν να ξαναγυρίσουν μέσα σε μια άλλη ζωή και να βελτιώσουν τη μοίρα τους.

PAPUS
Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΩΝ ΜΑΓΩΝ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ Δ.Π. ΚΩΣΤΕΛΕΝΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΙΑΝΝΗΣ Β. ΒΑΣΔΕΚΗΣ 1994

Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2019

Η ΒΕΝΤΑΝΤΑ – RENE QUENON



Καθώς είπομεν και προηγουμένως, με την Βεντάντα εισαγώμεθα εις την καθαυτό μεταφυσικήν. Επομένως είναι περιττόν να επαναλάβωμεν ότι η Βεντάντα δεν είναι ούτε φιλοσοφία ούτε θρησκεία, αν και οι ανατολισταί θέλουν, πιέζοντες τον εαυτόν των και τα πράγματα να βλέπουν εις αυτήν την μίαν ή την άλλην, ή καθώς τον Σοπενχάουερ και την μίαν και την άλλην. Το όνομα της τελευταίας ταύτης δαρσάνα ετυμολογικώς εξεταζόμενον σημαίνει τέλος της Βέδα, της λέξεως τέλος νοουμένης ενταύθα υπό διπλήν έννοιαν δηλαδή και ως κατάληξις και ως σκοπός. Πράγματι, αι Ουπανισάδ, επί των οποίων ουσιαστικώς βασίζεται, αποτελούν το τελευταίον μέρος των βεδικών κειμένων. Πράγματι, το δι’ αυτών διδασκόμενον, εν τω μέτρω καθ’ ο τούτο είναι δυνατόν, είναι ο έσχατος και ο υπέρτατος σκοπός ολοκλήρου της εκ παραδόσεως διδασκαλίας, η οποία άγει προς την γνώσιν εξ όλων των κατά το μάλλον ή ήττον μερικευμένων εντός της σχετικότητος εφαρμογών τας οποίας αποκαλύπτει αύτη εντός των διαφόρων τάξεων. Η φύσις μάλιστα των Ουπανισάδ δεικνύει ότι αύται έχουν προορισμόν να εξαφανίσουν την άγνοιαν, την ρίζαν ταύτην της πλάνης, εξ αιτίας της οποίας το ον εγκλείεται εντός των δεσμών της υπό περιορισμούς διατελούσης υπάρξεως, συμβάλουσαι εις τούτο με το να παρέχουν τα μέσα να πλησιάσωμεν εις την γνώσιν του Βράχμα. Εάν λέγωμεν, μόνον να πλησιάσωμεν την γνώσιν ταύτην, τούτο συμβαίνει διότι η ουσία αυτής ουδόλως είναι δυνατόν να μεταδοθή δια λόγων και κατά συνέπειαν δεν είναι δυνατόν να γίνη ενεργώς εφικτή, ειμή μόνον δια μιας αυστηρώς προσωπικής εργασίας, η οποία δι’ ουδεμιάς εξωτερικής διδασκαλίας είναι δυνατόν να υποκατασταθή όσον υψηλή και βαθεία και αν είναι αύτη. Η ερμηνεία την οποίαν δίδομεν ενταύθα είναι εκείνη την οποίαν παραδέχονται όλοι οι έχοντες έγκυρον επ’ αυτών των θεμάτων γνώμην ινδουισταί. Θα ήτο πράγματι αστείον εάν θα επροτιμούσαμεν την στερουμένην αυθεντίας εικασίαν μερικών ευρωπαίων συγγραφέων, οι οποίοι νομίζουν κατάν την οποίαν η γνώσις την οποίαν περιέχουν αι Ουπανισάδ αποκτάται όταν τις καθίση παρα πόδας διδασκάλου. Εξ άλλου και ο Μαξ Μύλλερ, παρ’ όλον ότι παραδέχεται την τελευταίαν ταύτην εκδοχήν, αναγκάζεται να αναγνωρίση ότι αύτη ουδέν το ιδιαίτερον χαρακτηριστικόν εκφράζει και ότι θα είχε εφαρμογήν και δι’ οιονδήποτε άλλο μέρος της Βέδα εφ’ όσον η προφορική διδασκαλία είναι ο συνήθης τρόπος της κανονικής μεταδόσεως της διδασκαλίας.
Το χαρακτηριστικόν του μη ανακοινωτού της ολοκληρωτικής και πλήρους γνώσεως προέρχεται εκ του αφάτου του μεταφυσικού στοιχείου, το οποίον ενέχει αύτη καθώς και εκ του ότι δια να είναι πράγματι η γνώσις αύτη εκείνη η οποία πρέπει να είναι, δεν πρέπει να εντοπίζεται μόνον εις μίαν απλήν θεωρίαν, αλλά να συνεπάγεται και την εντός αυτής υπάρχουσαν αντίστοιχον πραγμάτωσιν. Αυτός είναι ο λόγος δια τον οποίον λέγομεν ότι η διδασκαλία αύτη δεν είναι διδακτή ειμή μόνον μέχρις ενός ορίου και συγχρόνως βλέπομεν ότι ο περιορισμός ούτος ισχύει και εις την αμοιβαίαν σχέσιν θεωρίας και πράξεως και όταν ακόμη προκειμένης της τελευταίας ορθούνται προ αυτής κυριολεκτικώς ανυπέρβλητα εμπόδια. Πράγματι, εις οιοσδήποτε συμβολισμός δύναται να διεγείρη δυνατότητας τουλάχιστον συλλήψεως, έστω και εάν αύται δεν είναι δυνατόν να εκφρασθούν δια λόγων εξ ολοκλήρου, χωρίς να γίνη λόγος περί μερικών τρόπων μεταδόσεως καθ’ ους αύτη πραγματούται εκτός και πέραν πάσης εμμόρφου αναπαραστάσεως, τρόπων των οποίων και η ιδέα ακόμη θα εφαίνετο υπερβαλλόντως αναληθής εις ένα Δυτικόν, καθισταμένης ούτω εντελώς ανωφελούς, αν μη αδυνάτου της επεξηγήσεως την οποίαν θα ήτο δυνατόν να δώσωμεν επ’ αυτού του πράγματος. Είναι αφ’ ετέρου αληθές ότι η κατανόησις, έστω και θεωρητικώς συντελουμένη, αρχής γινομένης εκ των πλέον στοιχειωδών αυτής βαθμών, απαραιτήτως προϋποθέτει προσωπικήν προσπάθειαν διότι εξαρτάται εκ των ιδιαιτέρων δεκτικών ικανοτήτων εκείνου προς τον οποίον ανακοινούται μια διδασκαλία. Είναι δε καταφανές ότι εις διδάσκαλος όσον διακεκριμένος και αν είναι, δεν θα γίνη κατανοητός από τον μαθητή του καθ’ όσον εξαρτάται αποκλειστικώς από τον τελευταίον η αφομοίωσις της διδασκαλίας η οποία προσφέρεται εις αυτόν. Εάν ούτω έχουν τα πράγματα, τούτο συμβαίνει διότι πάσα αληθής και καλώς αφομοιωμένη γνώσις, αυτή καθ’ εαυτήν, δεν αποτελεί ενεργόν πραγμάτωσιν αλλά κατά μέγιστον όριον δυνητικήν πραγμάτωσιν, εάν θα ήτο δυνατόν δια της φράσεως ταύτης να ενώσωμεν τας δύο ταύτας λέξεις, αι οποίαι ενταύθα αντιφάσκουν αλλά μόνον φαινομενικώς. Εάν δεν συνέβαινε τοιούτον τι, δεν θα ήτο δυνατόν, συμφωνούντες με τον Αριστοτέλην, να είπωμεν ότι εν ον είναι παν το υπ’ αυτού γνωριζόμενον. Πάντως ο καθαρώς προσωπικός χαρακτήρ, τον οποίον έχει πάσα πραγμάτωσις εξηγείται δια της επομένης απλουστάτης παρατηρήσεως, η οποία από απόψεως διατυπώσεως φαίνεται ίσως απλοϊκή, αλλά επέχει θέσιν αξιώματος. Κατ’ αυτήν εκείνο το οποίον είναι εν ον δεν είναι δυνατόν να είναι άλλο τι εκτός από εκείνο το οποίον είναι αποκλειστικώς αυτό και μόνον αυτό. Εάν ευρισκώμεθα εις την ανάγκην να εκθέσωμεν τόσον αυταποδείκτους αληθείας, τούτο συμβαίνει διότι αυταί ακριβώς είναι αι συχνότερον λησμονούμεναι και διότι εξ άλλου έχουν και άλλας συνεπείας, των οποίων και την ύπαρξιν ακόμη δεν είναι δυνατόν να παραδεχθούν πνεύματα επιπόλαια ή έχοντα πάθει ψύχωσιν με την ανάλυσιν. Το έστω και ατελώς ακόμη διδακτόν είναι μόνον τα μέσα, τα κατά το μάλλον ή ήττον έμμεσα και υποβοηθητικά της μεταφυσικής πραγματώσεως, καθώς έχομεν είπει το τοιούτον εις το περί της Γιόγκα κεφάλαιον. Το πρώτον δε μάλιστα εξ όλων αυτών των μέσων, το πλέον απαραίτητον, και μάλιστα το μόνον το οποίον είναι απολύτως απαραίτητον, είναι αυτή αύτη η εκ θεωρίας γνώσις. Πρέπει όμως να προσθέσωμεν ότι κατά την ολοκλήρωσιν της μεταφυσικής η θεωρία και η πραγμάτωσις ποτέ δεν χωρίζονται εντελώς. Το πράγμα τούτο είναι δυνατόν να διαπιστωθή εις εκάστην γραμμήν των Ουπανισάδ εις τας οποίας συχνάκις είναι πολύ δύσκολον να διακρίνωμεν το αντιστοίχως με την μίαν ή το με την άλλην σχετιζόμενον, και εις τας οποίας πράγματι τα αυτά πράγματα ανάγονται και εις την μίαν και εις την άλλην, ανάλογα με τον τρόπον με τον οποίον τα αντιμετωπίζομεν. Εις μίαν πλήρη από μεταφυσικής απόψεως διδασκαλίαν, η άποψις της πραγματώσεως επιδρά επί της εκθέσεως της θεωρίας, η οποία, υπονοουμένως τουλάχιστον, αποβλέπει προς αυτήν και από την οποίαν ποτέ δεν είναι δυνατόν να είναι ανεξάρτητος. Η θεωρία ως μη έχουσα εντός εαυτής άλλην αξίαν πλην της εις την προπαρασκευήν συμβολής αυτής, πρέπει να υπόκειται εις την πραγμάτωσιν καθώς το μέσον υπόκειται εις τον σκοπόν χάριν του οποίου υφίσταται.
Όλαι αι ανωτέρω θεωρήσεις είναι αναγκαίαι δια την κατανόησιν της απόψεως της Βεντάντα ή μάλλον του πνεύματος αυτής διότι η μεταφυσική άποψις επειδή ουδόλως είναι δυνατόν να είναι μερικευμένη, δεν είναι δυνατόν να έχη και όνομα, ειμή μόνον υπό εντελώς συμβατικήν έννοιαν. Εξ άλλου αι θεωρήσεις αύται εφαρμόζονται κατά τον αυτόν τρόπον και εις πάσαν άλλην μορφήν με την οποίαν δύναται να παρουσιασθή εις άλλους πολιτισμούς η εκ παραδόσεως μεταφυσική, καθ’ όσον αύτη, δια τους λόγους τους οποίους εξεθέσαμεν εν συντομία, είναι μια εν τη ουσία της και δεν είναι δυνατόν να συμβαίνει άλλως. Δεν ενδείκνυται να είπωμεν περισσότερα από όσα πρέπει επί του ότι αι Ουπανισάδ, αι οποίαι αποτελούν μέρος της Βέδα, το οποίον την ολοκληρώνει, εκπροσωπούν ενταύθα την πρωταρχικήν βασικήν παράδοσιν. Η Βεντάντα επειδή εκδήλως πηγάζει από αυτάς έχει διατυπωθή συνθετικώς (χωρίς δια τούτου να εννοώμεν και ότι έγινε σύστημα) εις τας Βράχμα-σούτρας των οποίων η συγγραφή αποδίδεται εις τον Βαδαραγιαννα, ο οποίος ταυτίζεται με τον Βυάσα, πράγμα το οποίον έχει μεγάλην σημασίαν δι’ εκείνον ο οποίος γνωρίζει το πνευματικόν λειτούργημα το οποίον συμβολίζει το όνομα τούτο. Αι Βράχμα-σούτρας, των οποίων το κείμενον είναι πολύ περιληπτικόν έγιναν αφορμή πολλών σχολίων εκ των οποίων τα του Σανκαρασάγυα και τα του Ραμανούγυα παρουσιάζουν εξαιρετικόν ενδιαφέρον. Και τα δύο ταύτα σχόλια είναι αυστηρών ορθόδοξα παρά τας φαινομενικάς διαφοράς τας οποίας παρουσιάζουν μεταξύ των, αι οποίαι κατά βάθος είναι διαφοραί σχετιζόμεναι με τον τρόπον κατά τον οποίον έκαστον εξ αυτών αναπτύσσει την διδασκαλίαν. Τα σχόλια του Σανκαρασάργυα εκπροσωπούν ειδικώτερον την τάσιν Σαΐβα και τα του Ραμανούγυα την τάσιν Βαϊσνάβα. Εκείνα τα οποία είπομεν περί αυτών με γενικάς γραμμάς, μας απαλλάσσουν από το να είπωμεν και πάλιν εις τι συνίσταται η διαφορά αύτη, η οποία ανάγεται εις διαφοράν οδεύσεων, αι οποίαι όμως άγουν εις το αυτό τέρμα.
Η Βεντάντα ακριβώς επειδή είναι καθαρώς μεταφυσική, ουσιαστικώς παρουσιάζεται ως αδβαϊταβάδα ή διδασκαλία του μη δυαδισμού. Εις τα προηγούμενα έχομεν εξηγήσει την έννοιαν της λέξεως ταύτης ότε εξεθέσαμεν την διαφοράν της μεταφυσικής σκέψεως από την φιλοσοφικήν. Δια να εκθέσωμεν όσον είναι δυνατόν εν συντομία την έκτασιν αυτής θα είπωμεν ήδη ότι ενώ το Ον είναι εν η υπερτάτη Αρχή η λεγομένη Βράχμαα δύναται να ονομασθή το άνευ διττότητος διότι ως ευρισκόμενον πέραν παντός προσδιορισμού, και αυτού ακόμη του Όντος το οποίον είναι το πρώτον εξ όλων των προσδιοριστών, δεν είναι δυνατόν να χαρακτηρισθή δι’ ουδενός θετικού κατηγορήματος διότι αυτό απαιτεί η απειρότης αυτού, η οποία κατ’ ανάγκην είναι η απόλυτος ολότης η φέρουσα εντός εαυτής όλας τας δυνατότητας. Επομένως δεν είναι δυνατόν να υπάρξη τι, το οποίον να ευρίσκεται εμπραγμάτως εκτός του Βράχμαα διότι μια τοιαύτη υπόθεσις ισοδυναμεί με περιορισμόν αυτού. Ως άμεσος συνέπεια τούτου προκύπτει ότι ο κόσμος, της λέξεως ταύτης νοουμένης υπό την πλέον ευρείαν έννοιαν την οποίαν επιδέχεται, ήτοι την του συνόλου της παγκοσμίας εκδηλώσεως, δεν είναι διακεκριμένος από τον Βράχμαα έστω και φαινομενικώς, έστω και εξ αιτίας σαφούς πλάνης. Από της άλλης όμως πλευράς, ο Βράχμαα είναι απολύτως διακεκριμένος από τον κόσμον διότι δεν είναι δυνατόν να δοθή εις αυτον ουδέν εκ των προσδιοριστικών κατηγορημάτων τα οποία αρμόζουν εις τον κόσμον, καθ’ όσον ολόκληρος η παγκοσμία εκδήλωσις είναι κυριολεκτικώς μηδενική, εις το όμμα της απεραντωσύνης αυτού. Εξ αυτού παρατηρούμεν ότη η μη αμοιβαιότης της σχέσεως ταύτης συνεπάγεται την αυστηράν κατάκρισιν του πανθεϊσμού καθώς και του οιασδήποτε μορφής υπαρξισμού. Εξ άλλου ο πανθεϊσμός όσον και αν προσπαθήσωμεν να αντιληφθώμεν την λέξιν ταύτην υπό έννοιαν επαρκώς καθορισμένην και ορθήν, είναι αχώριστος από την φυσιοκρατίαν, πράγμα το οποίον είναι ίδιον ως να λέγωμεν ότι είναι εξ ολοκλήρου αντιμεταφυσικός. Επομένως είναι ανοησία το να θέλωμεν να βλέπωμεν πανθεϊσμόν εις την Βεντάντα. Παρ’ όλον όμως τούτο, η γνώμη αύτη όσον εσφαλμένη και αν είναι, είναι εκείνη την οποίαν σχηματίζουν ως επί το πλείστον οι Δυτικοί, ακόμη δε και οι νομίζοντες ότι έχουν ειδικότητα επ’ αυτών των πραγμάτων. Τούτο ασφαλώς αποτελεί την εφεύρεσιν η οποία επενοήθη δια να δώση εις τους Ανατολικούς, οι οποίοι γνωρίζουν τι είναι πραγματικώς ο πανθεϊσμός μίαν σαφή ιδέαν περί της αξίας της ευρωπαϊκής επιστήμης και περί της διανοητικότητος των εκπροσώπων αυτής.
Είναι προφανές ότι δεν δυνάμεθα να δώσωμεν ούτε αμυδράν εικόνα του συνόλου της διδασκαλίας. Μερικά εκ των ζητημάτων τα οποία απλώς και μόνο εθίξαμεν ενταύθα, ως παραδείγματος χάριν το της συστάσεως του ανθρωπίνου όντος υπό την μεταφυσικήν αυτού άποψιν, είναι δυνατόν να αποτελέσουν αντικείμενον ιδιαιτέρων μελετών. Θα σταματήσωμεν μόνον επί ενός σημείου, το οποίον αφορά τον ύψιστον σκοπόν, το οποίον λέγεται μόξα ή μούκτι δηλαδή απολύτρωσις, διότι το ον το οποίον έφθασεν εις τον σκοπόν τούτον έχει απελευθερωθή από τα δεσμά της υπό συνθήκας τελούσης υπάρξεως, εις οιανδήποτε κατάστασιν και υπό οιανδήποτε μορφήν και αν ευρίσκεται, δια του πλήρους ταυτισμού του με το Παγκόσμιον. Τούτο αποτελεί την πραγμάτωσιν εκείνου το οποίον ο μουσουλμανικός εσωτερισμός αποκαλεί υπερτάτην ταυτοποίησιν και αυτό είναι το μόνον δια του οποίου γίνεταί τις Γιόγκι υπό την πραγματικήν σημασίαν της λέξεως ταύτης. Επομένως η κατάστασις του Γιόγκι δεν είναι ανάλογος προς ιδιαιτέραν τινά κατάστασιν αλλά περιέχει όλας τας καταστάσεις αι οποίαι είναι δυνατόν να υπάρξουν καθώς και η αρχή περιέχει όλα τα επακόλουθα αυτής. Εκείνος ο οποίος έφθασεν εις την κατάστασιν ταύτην λέγεται και τζιβάν-μούκτα, δηλαδή απολυτρωμένος κατά τον βίον κατ’ αντιδιαστολήν προς τον βιδέχα-μούκτα ή απολυτρωμένον εντός της μορφής, της εκφράσεως ταύτης δηλούσης το ον δια το οποίον η πραγμάτωσις δεν συντελείται ή μάλλον δεν γίνεται ενεργός εκ της δυνητικότητος εις την οποίαν ευρίσκετο ειμή μόνον μετά τον θάνατον ή την διάλυσιν του ανθρώπου εις τα εξ ων συνετέθη. Εξ άλλου τόσον εις την μίαν περίπτωσιν όσο και εις την άλλην το ον είναι οριστικώς απελευθερωμένον από τας καθοριζούσας την ατομικότητα συνθήκας, καθώς και από όλας εκείνας των οποίων το σύνολον λέγεται νάμα και ρούπα δηλαδή όνομα και μορφή, ακόμη δε και από τας συνθήκας πάσης εκδηλώσεως και διέφυγεν από την επ’ άπειρον εκτεινομένην άλυσσον της αιτιότητος, η οποία υφίσταται μεταξύ δράσεως και αντιδράσεως, πράγμα το οποίον δεν συμβαίνει κατά την απλήν μετάβασιν εις άλλην ατομικήν κατάστασιν, έστω και εάν αύτη κατέχη θέσιν υπερτέραν απ’την του κοινού ανθρώπου εντός της κλημακουμένης ιεραρχείας της υπάρξεως. Είναι αφ’ ετέρου έκδηλον ότι η πράξις δεν είναι δυνατόν να έχη συνεπείας εκτός της ιδικής της περιοχής και ότι η αποτελεσματικότης αυτής σταματά ακριβώς εις το σημείον εις το οποίον παύει η δράσις αυτής. Επομένως η πράξις δεν είναι δυνατόν να έχη ως αποτέλεσμα την απελευθέρωσιν εκ της πράξεως και την επίτευξιν της απολυτρώσεως. Επίσης μια πράξις, οιαδήποτε και αν είναι αύτη, κατ’ ανώτατον όριον δύναται να οδηγήση μόνον εις επί μέρους πραγματώσεις αντιστοιχούσας εις μερικάς ανωτέρας καταστάσεις υποκειμένας όμως ακόμη εις περιορισμούς και συνθήκας. Ο Σανκαρασάργυα εκδήλως λέγει ότι δεν υπάρχει έτερον μέσον δια την επίτευξιν της πλήρους και τελείας απελευθερώσεως πλην της γνώσεως. Η πράξις επειδή δεν αντίκειται εις την άγνοιαν δεν είναι δυνατόν να την εξαλείψη, ενώ η γνώσις την διαλύει καθώς το φως διαλύει τα σκότη. Όταν όμως εξαφανισθή η άγνοια, η οποία είναι η ρίζα και η αιτία του περιορισμού, εξαφανίζεται και η ατομικότης της οποίας χαρακτηριστικόν είναι οι περιορισμοί τους οποίους δημιουργεί και επιβάλλει η ιδία, η μεταμόρφωσις αύτη, από την ετυμολογικήν έννοιαν της λέξες, ήτοι την της μεταβιβάσεως εις το πέραν της μορφής. Ουδόλως μεταβάλλει εκείνο το οποίον φαίνεται. Εις την περίπτωσιν του τζιβόν-μούκτα η εξαφάνισις της ατομικότητος, καθώς είναι φυσικόν, συντελείται άνευ εξωτερικής τινός μεταβολής του ανθρώπου αλλά δεν επηρεάζει πλέον το ον, το οποίον εξωτερικώς μόνον έχει ατομικότητα, αφ’ ης θα γνωρίση ενεργώς ότι αύτη είναι τι το απατηλόν. Καθώς όμως είναι ευνόητον, η ενεργός γνώσις του πράγματος τούτου είναι τι το εντελώς διάφορον από μιαν απλήν θεωρητικήν σύλληψιν. Εν συνεχεία της μεταστάσεως, την οποίαν αναφέραμεν ανωτέρω, ο Σανκαρασάργυα περιγράφει την κατάστασιν του Γιόγκι εντός του πολύ στενού πλαισίου εις το οποίον αι λέξεις δύνανται να εκφράσουν ή μάλλον να αφήσουν να υπονοηθή αύτη. Αι θεωρήσεις αύται αποτελούν το θετικόν συμπέρασμα το οποίον εξάγεται εκ της μελέτης της φύσεως του ανθρωπίνου όντος περί της οποίας εκάμαμεν ακροθιγώς λόγον, όταν ελέγομεν ότι το υπέρτατον και έσχατον τέρμα της μεταφυσικής γνώσεως είναι αι ύψιστοι δυνατότητες εις τας οποίας το ον τούτο δύναται να φθάση.


RENE GUENON
ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΕΙΣ ΤΑΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΝΩΣΕΩΣ
ΙΝΔΟΥΙΣΤΙΚΑΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ ΕΚ ΤΟΥ ΓΑΛΛΙΚΟΥ ΑΝΔΡΕΑΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΣΦΙΓΓΟΣ – ΠΕΤΡΟΣ ΓΡΑΒΙΓΓΕΡ 1968
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΜΕΛΗ

Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2019

Το «νεκρικό γεύμα» του αυτοκράτορα Δομιτιανού – Elias Canetti



Αναφέρεται ένα τρομερό παιχνίδι αυτού του είδους [του εξουσιαστή σαν επιζώντος] που έκανε ο αυτοκράτορας Δομιτιανός. Το γεύμα που σοφίστηκε και που ασφαλώς δεν ξαναδόθηκε ποτέ με τον ίδιο τρόπο, αποκαλύπτει ολότελα τη βαθύτερη φύση του παρανοϊκού εξουσιαστή. Η αφήγηση που βρίσκεται στον Cassius Dio είναι:
«Σε μια άλλη περίπτωση ο Δομιτιανός περιποιήθηκε τους σπουδαιότερους από τους συγκλητικούς και τους ιππείς με τον ακόλουθο τρόπο: Διακόσμησε μι αίθουσα όπου όλα, οροφή, τοίχοι και πάτωμα, ήταν κατάμαυρα, κι ετοίμασε γυμνά ανάκλιντρα στο ίδιο χρώμα, που ακουμπούσαν πάνω στο ακάλυπτο πάτωμα. Τους φιλοξενουμένους του τους κάλεσε νύχτα και χωρίς τους ακολούθους τους. Δίπλα στον καθένα τους στην αρχή διέταξε να βάλουν από ένα δίσκο, που είχε το σχήμα ταφόπετρας, κι έγραφε το όνομα του φιλοξενούμενου. Μαζί της υπήρχε μια μικρή λάμπα, σαν αυτές που κρέμονται στους τάφους. Καλοφτιαγμένα, γυμνά αγόρια μπήκαν ύστερα στην αίθουσα, κι αυτά βαμμένα μαύρα, σα φαντάσματα. Εκτέλεσαν ένα φρικιαστικό χορό γύρω από τους καλεσμένους κι ύστερα τοποθετήθηκαν στα πόδια τους. Ύστερα προσφέρθηκαν στους φιλοξενούμενους τα φαγητά, που συνήθως προσφέρονται θυσίες για τα πνεύματα των νεκρών, όλα μαύρα και σε πιατέλες του ίδιου χρώματος. Κάθε επισκέπτης άρχισε να τρέμει και περίμενε πως την επόμενη στιγμή κάποιος θα του έκοβε το λαιμό. Εκτός από τον Δομιτιανό, όλοι είχαν βουβαθεί. Επικρατούσε νεκρική σιγή, σαν να βρίσκονταν κιόλας στο βασίλειο των νεκρών. Ο ίδιος ο αυτοκράτορας έκανε μακρούς μονολόγους πάνω στο θάνατο και τη σφαγή. Τέλος τους άφησε να φύγουν. Όμως είχε πρώτα απομακρύνει τους σκλάβους τους που τους περίμεναν στον προθάλαμο. Πρόσφερε στους επισκέπτες του άλλους σκλάβους, που τους ήταν άγνωστοι, κι έβαλε να τους πάνε στα σπίτια τους με αμάξια ή φορεία. Μ’ αυτόν τον τρόπο τους γέμισε με ακόμα μεγαλύτερο φόβο. Μόλις είχε φτάσει στο σπίτι του κάθε καλεσμένος, κι είχε αρχίσει να παίρνει ανάσα, αναγγελλόταν ένας απεσταλμένος του αυτοκράτορα. Ενώ τώρα καθένας τους ήταν σίγουρος πως είχε έρθει η τελευταία του ώρα, κάποιος του έφερνε την πλάκα, που ήταν από ασήμι. Άλλοι έρχονταν με διάφορα αντικείμενα, ανάμεσά τους οι πιατέλες από πολύτιμο υλικό, που τους είχαν βάλει μπροστά τους στο γεύμα. Τέλος σε κάθε καλεσμένο παρουσιάστηκε και το αγόρι, που τον είχε περιποιηθεί σα να ήταν το ιδιαίτερό του πνεύμα, αλλά τώρα πλυμένο και στολισμένο. Αφού πέρασαν όλη τη νύχτα σε θανάσιμο φόβο, τώρα δέχονταν τα δώρα».
Αυτό λοιπόν ήταν το «νεκρικό γεύμα» του Δομιτιανού, όπως το ονόμασε ο λαός.
Ο αδιάκοπος τρόμος στον οποίο κρατούσε τους καλεσμένους του, τους είχε κάνει να βουβαθούν. Μόνον εκείνος μιλούσε και μιλούσε για θάνατο και για θανάτωση. Έτσι ήταν σαν εκείνοι να ήταν νεκροί και μόνον αυτός ζωντανός. Σ’ εκείνο το γεύμα είχε συγκεντρωμένα όλα του τα θύματα, γιατί σαν τέτοια θα πρέπει να αισθάνονταν. Μεταμφιεσμένος σε οικοδεσπότη, αλλά στην πραγματικότητα σαν επιζών, μιλούσε στα θύματά του τα μεταμφιεσμένα σε καλεσμένους. Όμως η κατάσταση του επιζώντος δεν ήταν μόνο συσσωρευτική, αλλά και είχε ενταθεί με ραφινάτο τρόπο. Εκείνοι είναι βέβαια σαν νεκροί, αυτός όμως μπορεί παρ’ όλα αυτά και να τους σκοτώσει στ’ αλήθεια. Έτσι έχει δημιουργηθεί η πραγματική διαδικασία της επιβίωσης. Όταν ο αυτοκράτορας αφήνει τους καλεσμένους του να φύγουν, τους δίνει χάρη. Τους κάνει ξανά να τρέμουν, μια και τους παραδίνει σε ξένους σκλάβους. Φτάνουν στα σπίτια τους: τους ξαναστέλνει αγγελιοφόρους θανάτου. Αυτοί τους φέρνουν δώρα και μαζί το μεγαλύτερο δώρο, τη ζωή τους. Έχει τη δύναμη, σα να λέμε, να τους πηγαίνει από τη ζωή στο θάνατο κι ύστερα να τους ξαναφέρνει από το θάνατο στη ζωή. Διασκεδάζει πολλές φορές μ’ αυτό το παιχνίδι. Του δίνει την μεγαλύτερη αίσθηση της εξουσίας, κανείς δεν θα μπορούσε να επινοήσει μεγαλύτερη.


Elias Canetti
Μάζα και Εξουσία
Μετάφραση Αγγελική Βερυκοκάκη – Αρτέμη
Εκδόσεις Ηριδανός 1980



Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2019

ΟΙ Βλαβερές Συνέπειες του Καπνού - Anton Chekhov



ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ ΣΕ ΜΙΑ ΠΡΑΞΗ
ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ
Ιβάν Ιβάνοβιτς Νιούχιν:
άντρας της γυναίκας του, ιδιοκτήτριας σχολής μουσικής και γυναικείου οικοτροφείου
Στη σκηνή-εξέδρα μιας επαρχιακής λέσχης

ΝΙΟΥΧΙΝ (Με μακριές φαβορίτες, χωρίς μουστάκι. Φοράει παλιό πολυφορεμένο φράκο. Μπαίνει με μεγαλοπρέπεια, υποκλίνεται και διορθώνει το γιλέκο.) Αξιότιμες κυρίες και, τρόπον τινά, αξιότιμοι κύριοι. (Χτενίζει τις φαβορίτες.) Στη γυναίκα μου πρότειναν να κάνω εδώ μια ομιλία εκλαϊκευτικού χαρακτήρα, για αγαθοεργό σκοπό. Λοιπόν, εντάξει. Για μένα, έτσι κι αλλιώς, ,είναι απολύτως το ίδιο. Δεν είμαι, βέβαια, καθηγητής κι είμαι ξένος μέσα στον επιστημονικό χώρο, ωστόσο όμως, παρ' όλ' αυτά, πάνε τριάντα χρόνια τώρα, χωρίς σταματημό που ακόμα και σε βάρος της προσωπικής μου υγείας και τα λοιπά και τα λοιπά, εργάζομαι σε θέατρα τα οποία έχουν αυστηρά επιστημονικό χαρακτήρα, κάνω διάφορους στοχασμούς κι ακόμα, αν μπορείτε να το φανταστείτε, γράφω πότε πότε άρθρα επιστημονικά, δηλαδή όχι απολύτως επιστημονικά, αλλά, συγχωρήστε με για την έκφραση, περίπου σαν επιστημονικά. Μεταξύ των άλλων, έγραψα αυτές τις μέρες ένα πολύ μεγάλο άρθρο με επικεφαλίδα:«Η ζημία που προκαλούν μερικά έντομα». Στις κόρες μου το άρθρο αυτό άρεσε πάρα πολύ και ιδιαιτέρως στο σημείο που αναφέρει τους κοριούς. Όσο για μένα, ,το διάβασα ολόκληρο κι ύστερα το έκανα χίλια κομμάτια, γιατί, ό,τι και να γράψεις κι όπως κι αν το γράψεις, χωρίς την περσική σκόνη δεν κάνεις τίποτα. Σε μας, στο σπίτι, ,ακόμα και στο πιάνο, έχει κοριούς... Σαν αντικείμενο της σημερινής μου ομιλίας διάλεξα, να το πω έτσι, τη βλάβη που επιφέρει σ' όλους τους ανθρώπους η χρήση του καπνού. Εγώ ο ίδιος καπνίζω, η γυναίκα μου όμως με πρόσταξε να σας ομιλήσω για τις βλαβερές συνέπειες του καπνού. Έτσι, λοιπόν, δεν έχω τίποτα να σας πω. Ο καπνός δε µ' ενδιαφέρει καθόλου, αλλά εσείς, αγαπητοί μου κύριοι, προτείνω να δείτε την παρούσα ομιλία με την πρέπουσα σοβαρότητα, αλλιώς δε θα έχετε κανένα όφελος απ' αυτή. Όποιον, λοιπόν, τον φοβίζει μια στεγνή επιστημονική ομιλία, σε όποιον δεν αρέσει, μπορεί να μην την παρακολουθήσει και να βγει έξω. (Διορθώνει το γιλέκο.) Ζητώ ιδιαιτέρως την προσοχή των κυρίων γιατρών που παρευρίσκονται εδώ, οι οποίοι μπορούν να αποκομίσουν από την ομιλία μου πολλές ωφέλιμες πληροφορίες, διότι ο καπνός, εκτός από τις βλαβερές επιδράσεις του, χρησιμοποιείται και στην ιατρική. Αν, για παράδειγμα, κλείσετε μια μύγα μέσα σε μία ταμπακιέρα, αυτή θα ψοφήσει, πιθανόν από διατάραξη των νεύρων. Ο καπνός, κατά κύριο λόγο, είναι φυτό... Όταν ομιλώ, παίζει συνήθως το δεξί μου μάτι, αλλά εσείς μη δίνετε σημασία. Είναι από τη συγκίνηση. Γενικά, ,είμαι πολύ νευρικός άνθρωπος και το μάτι μου άρχισε να παίζει από τις 13 Σεπτεμβρίου του 1889, ακριβώς την ημέρα που η γυναίκα μου γέννησε, κατά κάποιον τρόπο, την τέταρτη κόρη μας, τη Βαρβάρα. Όλες οι κόρες μου γεννήθηκαν στις 13 του μηνός. Ωστόσο (κοιτάζει το ρολόι), επειδή ο χρόνος είναι περιορισμένος, ας μην ξεφύγουμε από το αντικείμενο της ομιλίας. Πρέπει να έχετε υπόψη σας ότι η γυναίκα μου διατηρεί σχολή μουσικής, καθώς και ιδιωτικό οικοτροφείο, δηλαδή όχι ακριβώς οικοτροφείο, αλλά κάτι σαν οικοτροφείο. Μιλώντας τώρα μεταξύ μας. η γυναίκα μου παραπονιέται συνέχεια ότι δεν της φτάνουν τα λεφτά, αλλά, παρ' όλο που εγώ είμαι τελείως απένταρος, αυτή έχει κρυμμένες καμιά σαρανταριά ως πενήντα χιλιάδες. Τι να πω περισσότερο! Στο οικοτροφείο είμαι διευθυντής του οικονομικού τμήματος. Κάνω τις προμήθειες, ελέγχω το προσωπικό, καταχωρώ τα έξοδα, ράβω τα τετράδια, εξολοθρεύω τους κοριούς, πιάνω τα ποντίκια... Χθες το βράδυ έπρεπε να δώσω στη μαγείρισσα αλεύρι και βούτυρο, γιατί ζήτησαν να τους φτιάξουν τηγανίτες. Να μην τα πολυλογώ, όταν σήμερα έψησαν τις τηγανίτες, ήρθε στην κουζίνα η γυναίκα μου και είπε ότι τρεις οικότροφοι δε θα φάνε επειδή έχουν πρηστεί οι αδένες τους. Περίσσεψαν, λοιπόν, αρκετές τηγανίτες. Ρωτάω εγώ: Πού θέλετε να τις φυλάξω; Στην αρχή η γυναίκα μου πρόσταξε να τις πάμε στο υπόγειο, ύστερα όμως σκέφτηκε, ξανασκέφτηκε και λέει: «Να τις φας εσύ, παλιόσκιαχτρο». Όταν είναι στις κακές της, έτσι με φωνάζει, ή σκιάχτρο ή μοχθηρό ή σατανά. Γιατί είμαι σατανάς; Αυτή πάντοτε είναι στις κακές της. Εγώ όχι απλώς έφαγα τις τηγανίτες αλλά τις κατάπια αμάσητες, επειδή, όπως πάντα, ήμουν νηστικός. Χθες το βράδυ, για παράδειγμα, δε μου έδωσε φαγητό. «Εσένα, σκιάχτρο» είπε «για ποιο λόγο να σε ταΐσω ... » Όμως (κοιτάζει το ρολόι) ξεχαστήκαμε με την κουβέντα και ξεφύγαμε λίγο απ' το θέμα μας. Συνεχίζουμε. Αν και βέβαια θα ακούγατε τώρα πιο ευχάριστα ένα μυθιστόρημα ή κάποια μουσική συμφωνία ή μια άρια.. (Αρχίζει να τραγουδάει) «Τώρα που η μάχη μαίνεται, χτυπάει ο εχθρός, εμείς δε θα κιοτέψουμε, τραβάμε πάντα μπρος...» δε θυμάμαι πού το άκουσα... Στο μεταξύ ξέχασα να σας πω ότι στη σχολή μουσικής της γυναίκας μου, εκτός από την οικονομική διεύθυνση, έχω στις πλάτες μου και τη διδασκαλία των μαθηματικών, της φυσικής, της χημείας, της γεωγραφίας, της ιστορίας, του σολφέζ, της λογοτεχνίας και άλλων. Ο χορός, η ωδική και η ζωγραφική διδάσκονται από τη γυναίκα μου με ξεχωριστή αμοιβή, μόνο που το χορό και την ωδική τα διδάσκω εγώ. Η σχολή μας βρίσκεται στην πάροδο που λέγεται των Πέντε Σκύλων, στον αριθμό 13. Αυτός ίσως είναι ο λόγος που έχω τόσες ατυχίες στη ζωή μου, επειδή μένουμε στο σπίτι με αριθμό 13. Οι κόρες μου γεννήθηκαν κι αυτές στις 13 του μηνός και στο σπίτι μας υπάρχουν 13 παράθυρα... Πώς να το εξηγήσω αυτό, τι να πω! Αν θέλετε να μιλήσετε με τη γυναίκα μου, μπορείτε να τη βρείτε στο σπίτι οποιαδήποτε ώρα. Όσο για το πρόγραμμα της σχολής, εφόσον το θέλετε, πουλιέται στο θυρωρό προς 30 καπίκια το αντίτυπο. (Βγάζει απ' την τσέπη μερικές μπροσούρες.) Να, αν θέλετε, μπορώ να σας το διαθέσω. Το καθένα 30 καπίκια! Ποιος θέλει; (Παύση.) ε θέλει κανένας; Λοιπόν, 20 καπίκια. (Παύση.) Λυπάμαι. Μάλιστα, σπίτι No 13! Τίποτα δε μου πάει καλά, ,γέρασα, ,αποβλακώθηκα... Κάνω τώρα μια διάλεξη, φαίνομαι ότι είμαι εύθυμος, αλλά από μέσα μου θέλω να βάλω τις φωνές ή να πετάξω και να βρεθώ μακριά στα πέρατα της οικουμένης. Ούτε το παράπονο μου μπορώ να πω σε κάποιον, μου 'ρχεται ακόμα και να κλάψω... Θα μου πείτε: Οι κόρες σας... Τι οι κόρες μου; Εγώ τους μιλάω κι αυτές γελούν... Η γυναίκα μου έχει εφτά κόρες... Όχι, με συγχωρείτε, νομίζω, έξι... (δυνατά.) Εφτά! Η πιο μεγάλη είναι η Άννα, είκοσι εφτά χρονών, και η μικρότερη δεκαεφτά. Αγαπητοί μου κύριοι! (Κοιτάζει γύρω του.) Είμαι ένας δυστυχισμένος άνθρωπος, κατάντησα ηλίθιος, τιποτένιος. Στην πραγματικότητα, βέβαια, εσείς αυτή τη στιγμή έχετε μπροστά σας τον πιο ευτυχισμένο πατέρα του κόσμου. Κανονικά έτσι θα έπρεπε να είναι, ούτε τολμώ να πω κάτι διαφορετικό. Αν όμως ξέρατε! Με τη γυναίκα μου έζησα τριάντα τρία χρόνια και μπορώ να πω ότι ήταν τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου, όχι ακριβώς τα καλύτερα, αλλά το λέω έτσι, γενικώς. Με μια λέξη, αυτά τα χρόνια, για να πω την αλήθεια, κύλησαν χωρίς να το καταλάβω, ήταν σαν μια ευτυχισμένη στιγμούλα, που να πάρει ο διάολος. (Κοιτάζει γύρω του.) Ωστόσο, νομίζω ότι αυτή δεν ήρθε ακόμα, ,κι αφού απουσιάζει, μπορώ να μιλήσω και να πω ό,τι θέλω. Φοβάμαι, φοβάμαι τρομερά όταν με κοιτάζει. Και, μα την αλήθεια, σας λέω: Οι κόρες μου μένουν τόσο καιρό ανύπαντρες επειδή, ίσως, είναι άτολμες και ντροπαλές, κι επειδή οι άντρες δεν τις βλέπουν ποτέ. Βραδινές συγκεντρώσεις δε θέλει να κάνει, δεν προσκαλεί κανέναν για φαγητό, είναι πολύ τσιγκούνα, δύστροπη θυμωμένη κυρία και γι' αυτό κανένας δεν έρχεται στο σπίτι, αλλά... μεταξύ μας και υπό εχεμύθεια, θα σας το πω... (Πλησιάζει στη ράμπα.) Μπορείτε να δείτε τις κόρες της γυναίκας μου τις μεγάλες γιορτές στη θεία της, τη Ναταλία Σεμιόνοβα, αυτή που υποφέρει από ρευματισμούς και κυκλοφορεί μ' ένα φόρεμα τόσο κίτρινο και με μαύρους λεκέδες, που φαίνεται σαν να είναι γεμάτη από κατσαρίδες. Μ' αυτό το φόρεμα προσφέρει και τους μεζέδες. Όταν η γυναίκα μου δεν είναι εκεί, μπορεί να κάνει κι αυτό... (Χτυπάει το σβέρκο του.) Πρέπει να σημειώσετε ότι εγώ μεθάω μ' ένα ρακοπότηρο κι αισθάνομαι μέσα μου όμορφα, αλλά την ίδια ώρα λυπάμαι κιόλας, λυπάμαι τόσο πολύ, που δεν μπορώ να το εκφράσω με λόγια. Δίχως να το καταλαβαίνω, θυμάμαι τα χρόνια της νιότης μου και, για κάποιο λόγο, με διακατέχει η επιθυμία να φύγω, να το σκάσω. Αχ, αν μόνο ξέρατε πόσο το θέλω αυτό! (Εμψυχωμένος) Να τρέξω, να τα παρατήσω όλα και να πάρω των ομματίων μου χωρίς να κοιτάξω πίσω.. Πού να πάω; Ούτε με νοιάζει... αρκεί ν' απαλλαγώ απ' αυτή την άθλια, την πρόστυχη και ψεύτικη ζωή που με μασκάρεψε και μ' έκανε ένα γηραλέο κι αξιοθρήνητο βλάκα, ένα γηραλέο κι αξιοθρήνητο ηλίθιο. Να φύγω απ' αυτή τη χαζή, τη ρηχή, γεμάτη κακία, κακία, κακία, αρχιτσιγκούνα, απ' τη γυναίκα μου, η οποία με βασάνισε τριάντα τρία χρόνια, να φύγω απ' τη μουσική, απ' την κουζίνα, απ' τα λεφτά της κι απ' όλες αυτές τις αθλιότητες και τις μικρότητες... και να σταματήσω κάπου πολύ, πολύ μακριά, στους αγρούς, να σταθώ όρθιος σαν δέντρο, σαν στύλος, όπως το σκιάχτρο στο λαχανόκηπο, κάτω απ' το διάπλατο ουρανό, και να κοιτάζω όλη τη νύχτα το σταματημένο από πάνω μου ήσυχο και λαμπρό φεγγάρι και να ξεχάσω, να ξεχάσω... πώς θα ήθελα να μη θυμάμαι τίποτα! Πώς θα ήθελα να σχίσω από πάνω μου αυτό το άτιμο παλιοφράκο, που το φορούσα όταν στεφανώθηκα, εδώ και τριάντα χρόνια... (τραβάει από πάνω του το φράκο) που το φοράω και τώρα όταν κάνω ομιλία για αγαθοεργό σκοπό... Να, να! (Τσαλαπατάει το φράκο.) Να, να! Είμαι ένας αξιολύπητος φτωχόγερος, σαν αυτό εδώ το γιλέκο με τη φθαρμένη και ξεθωριασμένη ράχη... (δείχνει τη ράχη.) Τίποτα δε μου χρειάζεται! Είμαι ανώτερος και καθαρότερος απ' αυτά, κάποτε ήμουν νέος, έξυπνος, σπούδασα στο πανεπιστήμιο, είχα όνειρα στη ζωή μου, θεωρούσα τον εαυτό μου άνθρωπο... Τώρα δεν έχω ανάγκη από τίποτα! Τίποτα εκτός από ηρεμία... εκτός από ηρεμία! (Κοιτάζει στο πλευρό, φοράει γρήγορα το φράκο.) Όμως πίσω στα παρασκήνια στέκεται η γυναίκα μου... Ήρθε και με περιμένει εκεί... (Κοιτάζει το ρολόι.) Ο χρόνος μας πέρασε... Αν σας ρωτήσει, κάντε μου τη χάρη, σας παρακαλώ, να της πείτε ότι η ομιλία ήταν... ότι το σκιάχτρο, δηλαδή εγώ, στάθηκε εδώ με αξιοπρέπεια. (Κοιτάζει στο πλευρό, ξεροβήχει.) Κοιτάζει προς τα εδώ... (Υψώνει τη φωνή.)Με βάση το γεγονός ότι ο καπνός εμπεριέχει φοβερό δηλητήριο, για το οποίο μόλις τώρα σας μίλησα, δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να καπνίζετε και θέλω, με κάποιον τρόπο, να ελπίζω ότι η ομιλία μου αυτή «για τις βλαβερές συνέπειες του καπνού» θα σας είναι ωφέλιμη. Αυτά είχα να σας πω. Dixi et animam levavi*!

(Υποκλίνεται και φεύγει μεγαλοπρεπώς.)

* Μίλησα και ξαλάφρωσε η ψυχή μου..

ΤΕΛΟΣ