.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2019

ΟΙ Βλαβερές Συνέπειες του Καπνού - Anton Chekhov



ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ ΣΕ ΜΙΑ ΠΡΑΞΗ
ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ
Ιβάν Ιβάνοβιτς Νιούχιν:
άντρας της γυναίκας του, ιδιοκτήτριας σχολής μουσικής και γυναικείου οικοτροφείου
Στη σκηνή-εξέδρα μιας επαρχιακής λέσχης

ΝΙΟΥΧΙΝ (Με μακριές φαβορίτες, χωρίς μουστάκι. Φοράει παλιό πολυφορεμένο φράκο. Μπαίνει με μεγαλοπρέπεια, υποκλίνεται και διορθώνει το γιλέκο.) Αξιότιμες κυρίες και, τρόπον τινά, αξιότιμοι κύριοι. (Χτενίζει τις φαβορίτες.) Στη γυναίκα μου πρότειναν να κάνω εδώ μια ομιλία εκλαϊκευτικού χαρακτήρα, για αγαθοεργό σκοπό. Λοιπόν, εντάξει. Για μένα, έτσι κι αλλιώς, ,είναι απολύτως το ίδιο. Δεν είμαι, βέβαια, καθηγητής κι είμαι ξένος μέσα στον επιστημονικό χώρο, ωστόσο όμως, παρ' όλ' αυτά, πάνε τριάντα χρόνια τώρα, χωρίς σταματημό που ακόμα και σε βάρος της προσωπικής μου υγείας και τα λοιπά και τα λοιπά, εργάζομαι σε θέατρα τα οποία έχουν αυστηρά επιστημονικό χαρακτήρα, κάνω διάφορους στοχασμούς κι ακόμα, αν μπορείτε να το φανταστείτε, γράφω πότε πότε άρθρα επιστημονικά, δηλαδή όχι απολύτως επιστημονικά, αλλά, συγχωρήστε με για την έκφραση, περίπου σαν επιστημονικά. Μεταξύ των άλλων, έγραψα αυτές τις μέρες ένα πολύ μεγάλο άρθρο με επικεφαλίδα:«Η ζημία που προκαλούν μερικά έντομα». Στις κόρες μου το άρθρο αυτό άρεσε πάρα πολύ και ιδιαιτέρως στο σημείο που αναφέρει τους κοριούς. Όσο για μένα, ,το διάβασα ολόκληρο κι ύστερα το έκανα χίλια κομμάτια, γιατί, ό,τι και να γράψεις κι όπως κι αν το γράψεις, χωρίς την περσική σκόνη δεν κάνεις τίποτα. Σε μας, στο σπίτι, ,ακόμα και στο πιάνο, έχει κοριούς... Σαν αντικείμενο της σημερινής μου ομιλίας διάλεξα, να το πω έτσι, τη βλάβη που επιφέρει σ' όλους τους ανθρώπους η χρήση του καπνού. Εγώ ο ίδιος καπνίζω, η γυναίκα μου όμως με πρόσταξε να σας ομιλήσω για τις βλαβερές συνέπειες του καπνού. Έτσι, λοιπόν, δεν έχω τίποτα να σας πω. Ο καπνός δε µ' ενδιαφέρει καθόλου, αλλά εσείς, αγαπητοί μου κύριοι, προτείνω να δείτε την παρούσα ομιλία με την πρέπουσα σοβαρότητα, αλλιώς δε θα έχετε κανένα όφελος απ' αυτή. Όποιον, λοιπόν, τον φοβίζει μια στεγνή επιστημονική ομιλία, σε όποιον δεν αρέσει, μπορεί να μην την παρακολουθήσει και να βγει έξω. (Διορθώνει το γιλέκο.) Ζητώ ιδιαιτέρως την προσοχή των κυρίων γιατρών που παρευρίσκονται εδώ, οι οποίοι μπορούν να αποκομίσουν από την ομιλία μου πολλές ωφέλιμες πληροφορίες, διότι ο καπνός, εκτός από τις βλαβερές επιδράσεις του, χρησιμοποιείται και στην ιατρική. Αν, για παράδειγμα, κλείσετε μια μύγα μέσα σε μία ταμπακιέρα, αυτή θα ψοφήσει, πιθανόν από διατάραξη των νεύρων. Ο καπνός, κατά κύριο λόγο, είναι φυτό... Όταν ομιλώ, παίζει συνήθως το δεξί μου μάτι, αλλά εσείς μη δίνετε σημασία. Είναι από τη συγκίνηση. Γενικά, ,είμαι πολύ νευρικός άνθρωπος και το μάτι μου άρχισε να παίζει από τις 13 Σεπτεμβρίου του 1889, ακριβώς την ημέρα που η γυναίκα μου γέννησε, κατά κάποιον τρόπο, την τέταρτη κόρη μας, τη Βαρβάρα. Όλες οι κόρες μου γεννήθηκαν στις 13 του μηνός. Ωστόσο (κοιτάζει το ρολόι), επειδή ο χρόνος είναι περιορισμένος, ας μην ξεφύγουμε από το αντικείμενο της ομιλίας. Πρέπει να έχετε υπόψη σας ότι η γυναίκα μου διατηρεί σχολή μουσικής, καθώς και ιδιωτικό οικοτροφείο, δηλαδή όχι ακριβώς οικοτροφείο, αλλά κάτι σαν οικοτροφείο. Μιλώντας τώρα μεταξύ μας. η γυναίκα μου παραπονιέται συνέχεια ότι δεν της φτάνουν τα λεφτά, αλλά, παρ' όλο που εγώ είμαι τελείως απένταρος, αυτή έχει κρυμμένες καμιά σαρανταριά ως πενήντα χιλιάδες. Τι να πω περισσότερο! Στο οικοτροφείο είμαι διευθυντής του οικονομικού τμήματος. Κάνω τις προμήθειες, ελέγχω το προσωπικό, καταχωρώ τα έξοδα, ράβω τα τετράδια, εξολοθρεύω τους κοριούς, πιάνω τα ποντίκια... Χθες το βράδυ έπρεπε να δώσω στη μαγείρισσα αλεύρι και βούτυρο, γιατί ζήτησαν να τους φτιάξουν τηγανίτες. Να μην τα πολυλογώ, όταν σήμερα έψησαν τις τηγανίτες, ήρθε στην κουζίνα η γυναίκα μου και είπε ότι τρεις οικότροφοι δε θα φάνε επειδή έχουν πρηστεί οι αδένες τους. Περίσσεψαν, λοιπόν, αρκετές τηγανίτες. Ρωτάω εγώ: Πού θέλετε να τις φυλάξω; Στην αρχή η γυναίκα μου πρόσταξε να τις πάμε στο υπόγειο, ύστερα όμως σκέφτηκε, ξανασκέφτηκε και λέει: «Να τις φας εσύ, παλιόσκιαχτρο». Όταν είναι στις κακές της, έτσι με φωνάζει, ή σκιάχτρο ή μοχθηρό ή σατανά. Γιατί είμαι σατανάς; Αυτή πάντοτε είναι στις κακές της. Εγώ όχι απλώς έφαγα τις τηγανίτες αλλά τις κατάπια αμάσητες, επειδή, όπως πάντα, ήμουν νηστικός. Χθες το βράδυ, για παράδειγμα, δε μου έδωσε φαγητό. «Εσένα, σκιάχτρο» είπε «για ποιο λόγο να σε ταΐσω ... » Όμως (κοιτάζει το ρολόι) ξεχαστήκαμε με την κουβέντα και ξεφύγαμε λίγο απ' το θέμα μας. Συνεχίζουμε. Αν και βέβαια θα ακούγατε τώρα πιο ευχάριστα ένα μυθιστόρημα ή κάποια μουσική συμφωνία ή μια άρια.. (Αρχίζει να τραγουδάει) «Τώρα που η μάχη μαίνεται, χτυπάει ο εχθρός, εμείς δε θα κιοτέψουμε, τραβάμε πάντα μπρος...» δε θυμάμαι πού το άκουσα... Στο μεταξύ ξέχασα να σας πω ότι στη σχολή μουσικής της γυναίκας μου, εκτός από την οικονομική διεύθυνση, έχω στις πλάτες μου και τη διδασκαλία των μαθηματικών, της φυσικής, της χημείας, της γεωγραφίας, της ιστορίας, του σολφέζ, της λογοτεχνίας και άλλων. Ο χορός, η ωδική και η ζωγραφική διδάσκονται από τη γυναίκα μου με ξεχωριστή αμοιβή, μόνο που το χορό και την ωδική τα διδάσκω εγώ. Η σχολή μας βρίσκεται στην πάροδο που λέγεται των Πέντε Σκύλων, στον αριθμό 13. Αυτός ίσως είναι ο λόγος που έχω τόσες ατυχίες στη ζωή μου, επειδή μένουμε στο σπίτι με αριθμό 13. Οι κόρες μου γεννήθηκαν κι αυτές στις 13 του μηνός και στο σπίτι μας υπάρχουν 13 παράθυρα... Πώς να το εξηγήσω αυτό, τι να πω! Αν θέλετε να μιλήσετε με τη γυναίκα μου, μπορείτε να τη βρείτε στο σπίτι οποιαδήποτε ώρα. Όσο για το πρόγραμμα της σχολής, εφόσον το θέλετε, πουλιέται στο θυρωρό προς 30 καπίκια το αντίτυπο. (Βγάζει απ' την τσέπη μερικές μπροσούρες.) Να, αν θέλετε, μπορώ να σας το διαθέσω. Το καθένα 30 καπίκια! Ποιος θέλει; (Παύση.) ε θέλει κανένας; Λοιπόν, 20 καπίκια. (Παύση.) Λυπάμαι. Μάλιστα, σπίτι No 13! Τίποτα δε μου πάει καλά, ,γέρασα, ,αποβλακώθηκα... Κάνω τώρα μια διάλεξη, φαίνομαι ότι είμαι εύθυμος, αλλά από μέσα μου θέλω να βάλω τις φωνές ή να πετάξω και να βρεθώ μακριά στα πέρατα της οικουμένης. Ούτε το παράπονο μου μπορώ να πω σε κάποιον, μου 'ρχεται ακόμα και να κλάψω... Θα μου πείτε: Οι κόρες σας... Τι οι κόρες μου; Εγώ τους μιλάω κι αυτές γελούν... Η γυναίκα μου έχει εφτά κόρες... Όχι, με συγχωρείτε, νομίζω, έξι... (δυνατά.) Εφτά! Η πιο μεγάλη είναι η Άννα, είκοσι εφτά χρονών, και η μικρότερη δεκαεφτά. Αγαπητοί μου κύριοι! (Κοιτάζει γύρω του.) Είμαι ένας δυστυχισμένος άνθρωπος, κατάντησα ηλίθιος, τιποτένιος. Στην πραγματικότητα, βέβαια, εσείς αυτή τη στιγμή έχετε μπροστά σας τον πιο ευτυχισμένο πατέρα του κόσμου. Κανονικά έτσι θα έπρεπε να είναι, ούτε τολμώ να πω κάτι διαφορετικό. Αν όμως ξέρατε! Με τη γυναίκα μου έζησα τριάντα τρία χρόνια και μπορώ να πω ότι ήταν τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου, όχι ακριβώς τα καλύτερα, αλλά το λέω έτσι, γενικώς. Με μια λέξη, αυτά τα χρόνια, για να πω την αλήθεια, κύλησαν χωρίς να το καταλάβω, ήταν σαν μια ευτυχισμένη στιγμούλα, που να πάρει ο διάολος. (Κοιτάζει γύρω του.) Ωστόσο, νομίζω ότι αυτή δεν ήρθε ακόμα, ,κι αφού απουσιάζει, μπορώ να μιλήσω και να πω ό,τι θέλω. Φοβάμαι, φοβάμαι τρομερά όταν με κοιτάζει. Και, μα την αλήθεια, σας λέω: Οι κόρες μου μένουν τόσο καιρό ανύπαντρες επειδή, ίσως, είναι άτολμες και ντροπαλές, κι επειδή οι άντρες δεν τις βλέπουν ποτέ. Βραδινές συγκεντρώσεις δε θέλει να κάνει, δεν προσκαλεί κανέναν για φαγητό, είναι πολύ τσιγκούνα, δύστροπη θυμωμένη κυρία και γι' αυτό κανένας δεν έρχεται στο σπίτι, αλλά... μεταξύ μας και υπό εχεμύθεια, θα σας το πω... (Πλησιάζει στη ράμπα.) Μπορείτε να δείτε τις κόρες της γυναίκας μου τις μεγάλες γιορτές στη θεία της, τη Ναταλία Σεμιόνοβα, αυτή που υποφέρει από ρευματισμούς και κυκλοφορεί μ' ένα φόρεμα τόσο κίτρινο και με μαύρους λεκέδες, που φαίνεται σαν να είναι γεμάτη από κατσαρίδες. Μ' αυτό το φόρεμα προσφέρει και τους μεζέδες. Όταν η γυναίκα μου δεν είναι εκεί, μπορεί να κάνει κι αυτό... (Χτυπάει το σβέρκο του.) Πρέπει να σημειώσετε ότι εγώ μεθάω μ' ένα ρακοπότηρο κι αισθάνομαι μέσα μου όμορφα, αλλά την ίδια ώρα λυπάμαι κιόλας, λυπάμαι τόσο πολύ, που δεν μπορώ να το εκφράσω με λόγια. Δίχως να το καταλαβαίνω, θυμάμαι τα χρόνια της νιότης μου και, για κάποιο λόγο, με διακατέχει η επιθυμία να φύγω, να το σκάσω. Αχ, αν μόνο ξέρατε πόσο το θέλω αυτό! (Εμψυχωμένος) Να τρέξω, να τα παρατήσω όλα και να πάρω των ομματίων μου χωρίς να κοιτάξω πίσω.. Πού να πάω; Ούτε με νοιάζει... αρκεί ν' απαλλαγώ απ' αυτή την άθλια, την πρόστυχη και ψεύτικη ζωή που με μασκάρεψε και μ' έκανε ένα γηραλέο κι αξιοθρήνητο βλάκα, ένα γηραλέο κι αξιοθρήνητο ηλίθιο. Να φύγω απ' αυτή τη χαζή, τη ρηχή, γεμάτη κακία, κακία, κακία, αρχιτσιγκούνα, απ' τη γυναίκα μου, η οποία με βασάνισε τριάντα τρία χρόνια, να φύγω απ' τη μουσική, απ' την κουζίνα, απ' τα λεφτά της κι απ' όλες αυτές τις αθλιότητες και τις μικρότητες... και να σταματήσω κάπου πολύ, πολύ μακριά, στους αγρούς, να σταθώ όρθιος σαν δέντρο, σαν στύλος, όπως το σκιάχτρο στο λαχανόκηπο, κάτω απ' το διάπλατο ουρανό, και να κοιτάζω όλη τη νύχτα το σταματημένο από πάνω μου ήσυχο και λαμπρό φεγγάρι και να ξεχάσω, να ξεχάσω... πώς θα ήθελα να μη θυμάμαι τίποτα! Πώς θα ήθελα να σχίσω από πάνω μου αυτό το άτιμο παλιοφράκο, που το φορούσα όταν στεφανώθηκα, εδώ και τριάντα χρόνια... (τραβάει από πάνω του το φράκο) που το φοράω και τώρα όταν κάνω ομιλία για αγαθοεργό σκοπό... Να, να! (Τσαλαπατάει το φράκο.) Να, να! Είμαι ένας αξιολύπητος φτωχόγερος, σαν αυτό εδώ το γιλέκο με τη φθαρμένη και ξεθωριασμένη ράχη... (δείχνει τη ράχη.) Τίποτα δε μου χρειάζεται! Είμαι ανώτερος και καθαρότερος απ' αυτά, κάποτε ήμουν νέος, έξυπνος, σπούδασα στο πανεπιστήμιο, είχα όνειρα στη ζωή μου, θεωρούσα τον εαυτό μου άνθρωπο... Τώρα δεν έχω ανάγκη από τίποτα! Τίποτα εκτός από ηρεμία... εκτός από ηρεμία! (Κοιτάζει στο πλευρό, φοράει γρήγορα το φράκο.) Όμως πίσω στα παρασκήνια στέκεται η γυναίκα μου... Ήρθε και με περιμένει εκεί... (Κοιτάζει το ρολόι.) Ο χρόνος μας πέρασε... Αν σας ρωτήσει, κάντε μου τη χάρη, σας παρακαλώ, να της πείτε ότι η ομιλία ήταν... ότι το σκιάχτρο, δηλαδή εγώ, στάθηκε εδώ με αξιοπρέπεια. (Κοιτάζει στο πλευρό, ξεροβήχει.) Κοιτάζει προς τα εδώ... (Υψώνει τη φωνή.)Με βάση το γεγονός ότι ο καπνός εμπεριέχει φοβερό δηλητήριο, για το οποίο μόλις τώρα σας μίλησα, δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να καπνίζετε και θέλω, με κάποιον τρόπο, να ελπίζω ότι η ομιλία μου αυτή «για τις βλαβερές συνέπειες του καπνού» θα σας είναι ωφέλιμη. Αυτά είχα να σας πω. Dixi et animam levavi*!

(Υποκλίνεται και φεύγει μεγαλοπρεπώς.)

* Μίλησα και ξαλάφρωσε η ψυχή μου..

ΤΕΛΟΣ



Δεν υπάρχουν σχόλια: