Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός. Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν. Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος. Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του. Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica
Για το εξώφυλλο της Γοητείας του ανορθολογισμού επέλεξα έναν πρώιμο πίνακα από τη λεγόμενη μεταφυσική περίοδο του Τζόρτζιο ντε Κίρικο, το «Τραγούδι της αγάπης». Από πολλές απόψεις, η εικονοποιία του πίνακα συνδέεται με το θέμα στο οποίο αναφέρεται ο τίτλος του βιβλίου, το γεγονός δηλαδή ότι ο «ανορθολογισμός» έχει μια περίεργη δύναμη να σαγηνεύει και να αποπλανά. Ως γνωστόν, ο Ντε Κίρικο ήταν το ίνδαλμα των υπερρεαλιστών. 0 Μπρετόν απεφάνθη ότι ήταν ο πρώτος γνήσιος υπερρεαλιστής ζωγράφος, ο καλλιτέχνης που πραγματοποίησε μια επαναστατική ρήξη με τον αθεράπευτο μιμητισμό της αναπαραστατικής τέχνης. (Αργότερα, όταν ο Ντε Κίρικο εγκατέλειψε τη μεταφυσική ζωγραφική για να ακολουθήσει τις ασφαλέστερες ατραπούς του νεορεαλισμού, απογοήτευσε τους πρώην θαυμαστές του.) Η εικονοποιία του πίνακα αυτού είναι ταυτόχρονα απλή και πολύ πλούσια. Σύμφωνα με τους μελετητές, μεγάλο μέρος της συνδέεται με την παιδική ηλικία του καλλιτέχνη στον Βόλο: ο τοίχος, η πράσινη πάνινη μπάλα και το φουγάρο ενός τρένου - σταθερό μοτίβο του έργου του. Αλλά το πιο εντυπωσιακό εικαστικό στοιχείο είναι ο προκλητικός συνδυασμός της μορφής του Απόλλωνα του Μπελβεντέρε με την απεικόνιση ενός λαστιχένιου χειρουργικού γαντιού. Αν λάβουμε υπόψη ότι ο θεός Απόλλων σχετίζεται με την αυταπάτη και τη φαινομενικότητα -μια ερμηνεία που κωδικοποίησε, ως γνωστόν, ο Νίτσε στη Γέννηση της τραγωδίας - η εικαστική αναφορά του Ντε Κίρικο στον Απόλλωνα είναι φυσική και δεν έχει τίποτε το περίεργο. Τέλος, το πρόσωπο του Απόλλωνα - που είναι και θεός του έρωτα – δίνει στον πίνακα τον τίτλο του. Αλλά η μορφή του Απόλλωνα που παρουσιάζεται εδώ είναι ένα θραύσμα - μια ψυχρή και υπερμεγέθης προτομή. Έτσι η τιμή που αποτίει ο Ντε Κίρικο στον Απόλλωνα είναι ταυτοχρόνως ευλαβής και ασεβής. Ο πίνακας μεταδίδει ένα αίσθημα «υπερβατικής ανεστιότητας», που συνδέεται με τη νοσταλγία του Ντε Κίρικο ως μετανάστη, αλλά και τη βαθιά αποξένωση του από την κλασική παράδοση. Η παράδοση αυτή εξακολουθεί να μας μιλάει, αλλά σε μία γλώσσα που δεν είναι άμεσα κατανοητή. Από αυτό το αίσθημα απώλειας ο Ντε Κίρικο προσπαθεί να πλάσει νέα νοήματα - μια νέα, μετακλασική εικονοποιία, μια συμβολική γλώσσα «μετά την πτώση», θα λέγαμε. Ταυτόχρονα ο ζωγράφος γνωρίζει καλά πως η νέα αυτή συμβολική γλώσσα είναι αναπόφευκτα μη κλασική: ένας συμβολισμός καταδικασμένος στην αποσπασματικότητα. Η τόλμη του Ντε Κίρικο ως ζωγράφου έγκειται στο ότι αποδέχτηκε αυτή την κατάσταση και την έκανε κεντρική θεματική της τέχνης του. Αναμφίβολα, όμως, το πιο δυσνόητο στοιχείο του πίνακα είναι το τεράστιο λαστιχένιο γάντι που είναι καρφωμένο στον ξύλινο διαχωριστικό τοίχο δίπλα στην προτομή του Απόλλωνα. Πριν απεικονιστεί από τον Ντε Κίρικο, το φετιχιστικό αυτό γάντι είχε τραβήξει την προσοχή του Γκιγιώμ Απολλιναίρ. Σε ένα κείμενό του στο περιοδικό Paris Journal, τον Ιούλιο του 1914, ο Απολλιναίρ έγραφε τα εξής:
0 κύριος Ντε Κίρικο πρόσφατα απέκτησε ένα ροζ λαστιχένιο γάντι, ένα από τα πιο αξιοπρόσεκτα αντικείμενα που μπορεί κανείς να δει σε πίνακα. Η αντιγραφή του από τον καλλιτέχνη θα καταστήσει τα μελλοντικά έργα του ζωγράφου ακόμη πιο εντυπωσιακά και αξιοπρόσεκτα απ' ό,τι ήταν μέχρι τώρα. Αν κάποιος του επισημάνει τον τρόμο που το γάντι αυτό είναι ικανό να προξενήσει, εκείνος θα αρχίσει αμέσως να μιλάει για τις πιο τρομακτικές οδοντόβουρτσες που μόλις είχαν επινοηθεί από την ιατρική τέχνη, την τελευταία και πιθανώς τη χρησιμότερη όλων των τεχνών.
Γιατί είναι «τρομακτικό» το γάντι; Μήπως ο Ντε Κίρικο ακολουθούσε απλώς την αρχή του Μπωντλαίρ ότι ο «ζωγράφος της σύγχρονης ζωής» πρέπει να αποθεώσει την καθημερινότητα; Είναι μήπως το γάντι η ταπεινή συμβολή του Ντε Κίρικο στη δημιουργία μιας «νεότερης μυθολογίας» (Αραγκόν), μιας μυθολογίας που αναζητούν απελπισμένα οι άνθρωποι της σύγχρονης αστικής ζωής; Όπως και να 'χει, η τοποθέτηση του γαντιού δίπλα στην προτομή του Απόλλωνα του Μπελβεντέρε δημιουργεί μια αντίθεση που εντυπώνεται στο νου. Και αποτελεί ζωντανή απόδειξη της ιδέας των υπερρεαλιστών (την οποία είχαν εμπνευστεί από τον Λωτρεαμόν) ότι η «τυχαία εύρεση μιας ραπτομηχανής και μιας ομπρέλας σε ένα χειρουργικό τραπέζι» αποτελεί ένα «θαύμα». Το γάντι του Ντε Κίρικο τυχαίνει να είναι χειρουργικό. 0 Ντε Κίρικο προαναγγέλλει έτσι, εννέα χρόνια πριν από τη δημοσίευση του «Μανιφέστου του σουρεαλισμού» του Μπρετόν, το υπερρεαλιστικό δόγμα της «αντικειμενικής τύχης». Με αυτό, ο Ντε Κίρικο και οι υπερρεαλιστές αξιοποίησαν παραγωγικά τη σαγηνευτική δύναμη του «ανορθολογισμού».
Ο C.G. Jung (1875-1961) αποφαίνεται ότι «ο Ερμής είναι μια από τις πιο αμφιλεγόμενες μορφές του ελληνιστικού συγκρητισμού, από τον οποίο πηγάζουν οι αποφασιστικές εξελίξεις της Δύσης: ο Ερμής είναι θεός των αποκαλύψεων και, για τη φυσική φιλοσοφία του ύστερου Μεσαίωνα, είναι επίσης ο Νους, δημιουργός του κόσμου». Αυτός «ο Ερμής με τις πολλαπλές αναλαμπές» αποκαλύπτεται πράγματι ως ένα αρκετά συνταρακτικό ψευδο-ιστορικό και προπάντων πνευματικό μωσαϊκό, όπου εντούτοις μπορούμε να διακρίνουμε τρεις Ερμείς: Αιγύπτιο, Αραβο-Αιγύπτιο και Ελληνο-Ρωμαίο. Και ο Τρισμέγιστος μάλλον θα ήταν όχι τόσο η συμμαχία των τριών όσο το αποτέλεσμα του αραβο-αιγυπτιακού μόνο συγκρητισμού. Πως να δικαιολογήσει κανείς σ’ αυτή την περίπτωση την ονομασία του Τρεις-φορές-Μεγάλου;
Ο Τρισμέγιστος. - Μια πρώτη ερμηνεία, που έχει προταθεί από τον E.O von Lippmann, αφαιρεί κάθε συμβολική σημασία από αυτή την ονομασία: «Στα αρχαία αιγυπτιακά κείμενα η τριπλή επανάληψη του ίδιου ιερογλυφικού συμβόλου υποδήλωνε τον πληθυντικό και αργότερα τον υπερθετικό, με τρόπο που ο Ερμής ο Μεγάλος, ο μεγάλος, ο μεγάλος, πρέπει να διαβαστεί «Ερμής ο πολύ μεγάλος», και όχι όπως συνέβη από λάθος, «Ερμής ο τρεις φορές μεγάλος» ή τρισμέγιστος.
Χρησιμοποιώντας ελάχιστα γνωστές πηγές (ένα σχόλιο του Ερμεία από την Αλεξάνδρεια στον πλατωνικό Φαίδρο), ο H. -C. Puech κατέληξε στη σκέψη πως ο Ερμής, θα πρέπει να ήλθε τρεις φορές στην Αίγυπτο και πως, στη διάρκεια της τρίτης παραμονής του, «αναθυμόταν τον εαυτό του» παίρνοντας ή επανακτώντας μ’ αυτή την ευκαιρία την πραγματική του ταυτότητα. Επρόκειτο λοιπόν για την τριπλή ενσάρκωση του ίδιου προσώπου, «για το οποίο οι αρετές των δύο προηγουμένων ζωών του, ολοκληρωτικά αφιερωμένων στη σοφία και στην επιστήμη, αξιώθηκαν, στη διάρκεια της τρίτης ύπαρξής του, να αποκτήσουν εκ νέου συνείδηση και κατοχή του αυθεντικού του «εγώ» με πράξη ασυνήθη, που φωτίζει την ανάμνηση. Μια παρόμοια ερμηνεία έχει το πλεονέκτημα να μετατρέπει τον Τρισμέγιστο σε μυθικό πρότυπο του μύστη και του ερμηνευτή. Εξάλλου ο Ερμής θα είχε διασχίσει, κάτω από διαφορετικές ενσαρκώσεις, τρεις μυθικές περιόδους πριν από τον Κατακλυσμό, στη διάρκειά του, και μετά τον Κατακλυσμό. Θα ήταν πράγματι ο θεματοφύλακας μιας μυστικής γνώσης γραμμένης στους τοίχους των αιγυπτιακών τάφων πριν από τον κατακλυσμό, η οποία, στη συνέχεια, ανακαλύφτηκε από αυτόν.
Ο E.O von Lippmann απηχεί αυτή την παράδοση και παραθέτει ένα κείμενο του al Idrisi (1099-1166), υποστηρίζοντας ότι, σ’ έναν τόπο που ονομάζεται Αλχμίμ, μπορεί να δει κανείς μια κατασκευή με το όνομα al-Berba, την οποία ίδρυσε πριν από τον κατακλυσμό ο ένδοξος Ερμής. Προβλέποντας την καταστροφή αλλά μη γνωρίζοντας αν αυτή θα προερχόταν από τη φωτιά ή από το νερό, ο Ερμής θα είχε προφυλάξει μ’ αυτόν τον τρόπο την απόκρυφη επιστήμη με κατασκευές από πυρίμαχη γη και πέτρα. «Στην περίπτωση που την καταστροφή θα προκαλούσε το νερό, οι χωμάτινες κατασκευές θα υποχωρούσαν, οι πέτρινες όμως θα παρέμεναν και θα προφύλασσαν την επιστήμη από την καταστροφή». Παρόμοια οικοδομήματα μπορούν επίσης να παρατηρηθούν στην Έσνα και στη Ντέντεραχ. Σύμφωνα μ’ αυτή την ερμηνεία, ο Ερμής είναι πρώτα απ’ όλα ο συνεχιστής της κρυμμένης παράδοσης.
Άποψη που υποστηρίχθηκε επίσης από τον R. Guenon ο οποίος ισχυρίζεται ότι η μεγάλη πυραμίδα είναι ο «Τάφος του Ερμή»: «γιατί τα μυστήρια της σοφίας και της επιστήμης του είχαν κρυφτεί με τέτοιον τρόπο, ώστε να είναι πολύ δύσκολο να τα αποκαλύψει κανείς» ακόμη, «τα ερμητικά βιβλία, αποτελούσαν μόνο μια επαναδιασκευή των βιβλίων του Idris-Henoch και Seth-Adam».
Οι δυτικοί αλχημιστές (κυρίως ο B. le Trevisan) έγιναν μερικές φορές η ηχώ μιας τέτοιας συνέχειας, αλλά προπάντων κράτησαν τον υπαινιγμό του Σμαράγδινου Πίνακα για τα «τρία μέρη της σοφίας», στην οποία μπορεί κανείς να δει την πιο γενική έκφραση της αλχημικής τριαδικότητας είτε πρόκειται για την τριάδα Θειάφι-Αλάτι-Υδράργυρος, είτε για τις τρεις εκδηλώσεις του Μεγάλου Έργου, ταυτόχρονα ζωικής (Rebis, ερμητικό ανδρόγυνο), φυτικής (Ελιξήριο μακροβιότητας) και μεταλλικής (Φιλοσοφική Λίθος). Ή ακόμη για την τρισευτυχισμένη Φύση, που εξυμνείται από τον Ψευδο-Δημόκριτο: «Ω φύσεις, γεννήτρες φύσεων. Ω μεγαλειώδεις φύσεις που θριαμβεύετε στις φύσεις με τις μεταμορφώσεις. Ω φύσεις που θέλγετε τις φύσεις με τρόπο υπερφυσικό».
Ερμής-Τοθ. - Οι Αιγύπτιοι συνήθιζαν να μεταφράζουν το όνομα του θεού τους Τοθ – γραμματέα των θεών, εφευρέτη του λόγου και της γραφής, κύριο κάθε μυστικής ή κρυφής γνώσης – με το όνομα Ερμής. Από τότε, και για να καταφέρουν να ξεχωρίζουν τους δύο θεούς με τις αρκετά παράλληλες λειτουργίες, φαίνεται πως οι Έλληνες είχαν προσθέσει σ’ αυτή την απόδοση ένα επίθετο που στα αιγυπτιακά σήμαινε «πολύ μεγάλος» και το οποίο, μεταφρασμένο κατά προσέγγιση στα ελληνικά, θα γινόταν τρις-μέγιστος, τρισμέγιστος. Στον Ερμή, που μ’ αυτό τον τρόπο έγινε Τρισμέγιστος, στη συνέχεια θα αποδίδονταν τα μεταγενέστερα γραπτά που συγκεντρώθηκαν κάτω από τον τίτλο Corpus Hermeticum.
Όπως κι αν έχει το πράγμα, οι διάφορες αυτές πηγές δείχνουν κυρίως ότι το πρόσωπο του Ερμή «ανταποκρίνεται λιγότερο σε ένα πρόσωπο απ’ ό,τι σε μια πνευματική επίδραση» (J. Evola). Και ότι ο Ερμής-Τοθ-Τρισμέγιστος υπήρξε πριν απ’ όλα ο μεσολαβητής του μη ορατού, ο προφήτης και ο σοφός, ο οποίος, επεκτείνοντας τη μυθική γενεαλογία του Αδάμ, δεσμεύει κάθε άνθρωπο να ξαναβρεί μέσα του το πρωταρχικό Αδάμ, διακόπτοντας τον κύκλο αυτής της πνευματικής αναγέννησης, την οποία έκανε γνωστή η ερμητική αποκάλυψη και που η δυνατή αλχημική παράδοση την παρομοίασε με την αναζήτηση της Φιλοσοφικής Λίθου.
Ερμής-Μερκούριος. - Οι διάφορες ανταλλαγές λειτουργιών που παρατηρήθηκαν μεταξύ του Έλληνα Ερμή και του ομολόγου του Αιγυπτίου Τοθ φανερώνουν αρκετά πως έχουμε να κάνουμε με πολύ παραπλήσιους μυθικούς σχηματισμούς. Έχουμε το δικαίωμα να θεωρούμε πως αυτό συνεχίζεται με τον ίδιο τρόπο στις πολυάριθμες ενσαρκώσεις του Ελληνο-Λατίνου Ερμή-Μερκούριου; Είναι το ίδιο, μοναδικό και σταθερό Πνεύμα (Esprit-Mercure, τίτλος μελέτης του C.G. Jung), που δεν έπαψε να φανερώνεται κατ’ αυτόν τον τρόπο; Αυτός που – με τη μορφή του αλχημικού, φτερωτού, φευγαλέου Μερκούριου – έγινε το σύμβολο κάθε μεταμόρφωσης, και ακόμη το κλειδί κάθε μετουσίωσης. Τι μαθαίνουμε για το θέμα αυτό από τις αρχαίες ελληνικές πηγές;
Πρώτα πρώτα, την ύπαρξη μιας αρκετά αρχαϊκής μορφής της λατρείας του Ερμή, ως ποιμενικού θεού, κατόχου μαγικών δυνάμεων ιδιαίτερα στην Αρκαδία, με το όνομα Arma, από το οποίο πρέπει να προήλθε το αρχαιοελληνικό Έρμαξ, που χρησίμευε για να δηλώσει τους σωρούς από πέτρες ή τις κωνικές πέτρες με τη μορφή των οποίων τιμούσαν το θεό: οι Ερμαί. Η μορφή του Ερμή, συνδεδεμένη μ’ αυτό τον τρόπο με την ανθρωπόμορφη και φαλλική λατρεία της στήλης του (τετράγωνης, με μια προτομή πάνω της κι εφοδιασμένης με ένα φαλλό σε κατάσταση διέγερσης), πλουτίζεται σιγά-σιγά με χαρακτηριστικά και λειτουργίες: φτερά, φτερωτά σανδάλια, κηρύκειο, χρυσή ράβδο.
Εξάλλου, ο Ομηρικός Ύμνος στον Ερμή επιμένει από την πλευρά του στο θέμα της ευφυίας, της επιτηδειότητας, της ειρωνικής διάθεσης και της αφέλειας που διακρίνουν το γιο του Δία και της Μαίας (της Μητέρας-Γης) με την ικανότητα του στην απάτη και τη γοητεία, «των κλεφτών ο αρχηγός» περνά πράγματι τον καιρό του με τον να αποστρέφει: την οργή των θεών, τα αντικείμενα που κλέβει, τους δρόμους που μπερδεύει… Στη δημιουργική εφευρετικότητα του δεν οφείλουμε, μεταξύ άλλων, τη λύρα, την κιθάρα, την άρπα, τη σύριγγα, το δίχτυ, τη σβούρα, τον τροχό, τη ζυγαριά; Παίζοντας λύρα γοητεύει τον Απόλλωνα, ο οποίος σε αντάλλαγμα για το όργανο αυτό, θα του προσφέρει το κηρύκειο. Άλλωστε ο Ερμής, ενσαρκωμένος σ’ ένα πλήθος ζώων (γλάρο, περιστέρι, χαλκόκοτα, αετό, κριάρι, τρένο, σκύλο, φίδι, χελώνα, άλογο, δελφίνι, σαύρα, πεταλούδα, σκορπιό…) αποτελεί τον κατ’ εξοχήν πολύμορφο θεό.
Ταυτισμένος από τον Ch. Kerenyi με το θεϊκό παιδί (Puer aeternus) ο Ερμής-Μερκούριος παραμένει (όπως ο Τοθ και ο Τρισμέγιστος) ο μυητής, ο μεσολαβητής, αυτός που εξασφαλίζει τις διάφορες μορφές διάβασης, είτε πρόκειται για τη μεταβίβαση των μηνυμάτων μεταξύ των θεών και των ανθρώπων, τη μεταφορά των ψυχών (ψυχοπομπός), τον προσανατολισμό ή αποπροσανατολισμό των ταξιδιωτών… Παρών στα σταυροδρόμια, ο Ερμής διαπραγματεύεται τις αλλαγές μιας κατάστασης, τις μεταβάσεις και τους συνδέσμους. Το γεγονός ότι είναι το ίδιο ικανός να μεταβληθεί σε πέτρα ή σε πτηνό θυμίζει πως είναι ο κύριος των άκρων και των ορίων: η μεταβολή σε πέτρα και σε πτηνό θα ήταν έτσι δύο ξεχωριστές μορφές αυτού που η περίφημη αλχημική έκφραση «Solve et Coagula» (να διαλύεις και να στερεοποιείς) θα προσκαλέσει σε συνένωση. Εντούτοις το ερώτημα της πνευματικής αναγέννησης δεν αποτελεί την ουσιώδη απασχόληση του Ερμή-Μερκούριου, ο οποίος ασκεί τις λειτουργίες του μ’ έναν τρόπο συχνά παιχνιδιάρικο και παραμένει πάνω απ’ όλα ένας οδηγός.
Και ξαφνικά Τον είδε!… Ήταν στην κορυφή ενός λόφου που έμοιαζε με κρατήρα, σε μιαν απόσταση που δεν μπορούσε να προσδιορίση εύκολα, πίσω από μιαν αιχμηρή πέτρα, με τα χέρια όπως πάντα καρφωμένα πάνω στο ξύλο και το κεφάλι γερμένο στον ώμο… Είναι Αυτός, σκέφτηκε ο Άρμστρονγκ, και προχώρησε προς τον λόφο. Ήμουν σίγουρος πως θα Τον εύρισκα εδώ, ήμουν ολότελα σίγουρος γι’ αυτό! Φώναξε με χαρά και τάχυνε το βήμα του, σκαρφαλώνοντας πάνω στα βράχια. Ο Άλλος κρύφτηκε πίσω απ’ την πέτρα, και περίμενε. Άλλωστε, ποιον λοιπόν θάβρισκα εδώ, αν όχι Αυτόν; ξανασκέφτηκε με πεποίθηση ο αστροναύτης, πασχίζοντας σύγκαιρα να υπολογίση την απόσταση που τον χώριζε απ τον κρατήρα. Και μονομιάς θυμήθηκε πως κάπου αλλού είχε ζήσει πάλι την ίδια στιγμή, κ’ έτρεχε με το ίδιο αβέβαιο βήμα να Τον συναντήση, πίσω ακριβώς από μίαν αιχμηρή πέτρα, στην κορυφή ενός λόφου, χωρίς ωστόσο να μπορέση να Τον φτάση ποτέ, γιατί πρόφταινε και Τον έπαιρνε ο Κεντυρίων να Τον κρύψη κάπου αλλού, σ’ άλλο λόφο, σ’ άλλη πόλη, σ’ άλλο χωριό – και τώρα σ’ άλλο πλανήτη – με τα χέρια καρφωμένα στο ξύλο και το κεφάλι γερμένο στον ώμο. Ίσως αυτή τη φορά να Τον φτάσω – ίσως νάναι η φορά που π ρ έ π ε ι να Τον φτάσω, συλλογίστηκε ο αστροναύτης, ενώ σύγκαιρα θυμόταν πως κι άλλη φορά είχε προφέρει την ίδια ακριβώς φράση, κάνοντας την ίδια ακριβώς κίνηση, την ίδια πάντα προσπάθεια να Τον φτάση, στο ίδιο ακριβώς μέρος, σ’ εκείνο που είχε ταχθή εξυπαρχής να Τον συναντήση, ανεξάρτητα από κάθε προηγούμενη συνάντηση, χωρίς ωστόσο να το καταφέρη ποτέ, γιατί πρόφταινε και Τον έπαιρνε ο Κεντυρίων, για να Τον πάη σ’ άλλο προκαθωρισμένο μέρος, πέρα από κάθε προηγούμενο μέρος, από κάθε προηγούμενη συνάντηση… - Κύριε, Κύριε, φώναξε ο αστροναύτης, κουνώντας απελπισμένα τα χέρια του, καθώς ο Κεντυρίων απήρχετο, μα η φωνή πάγωνε στα χείλη του, και απέστρεφε το πρόσωπό του και έφευγε, με την ίδια πάντα αίσθηση, με την ίδια πάντα βεβαιότητα: ότι είχε διαβλέψει καλά, ότι είχε κατανοήσει καλά το Βλέμμα του Άλλου, που τον προέτρεπε να σκοτώση τον Κεντυρίωνα, ν’ αποφασίση πια να σκοτώση τον Κεντυρίωνα, για να να μπορέσουν να συναντηθούν επί τέλους – πάνω απ’ τον επόμενο λόφο, τον επόμενο κρατήρα, τον επόμενο πλανήτη… Και μονομιάς κατάλαβε ότι ήρθε πια η στιγμή να σκοτώση τον Κεντυρίωνα, τώρα, όπως πάντα, τώρα, όπως κάθε φορά που σκότωνε τον Κεντυρίωνα, κ’ έμεναν μόνοι, πάνω στο φαλακρό λόφο, την φαλακρή πόλη, τον φαλακρό πλανήτη, έτοιμοι να συναντηθούν – όπως είχε ταχθή εξυπαρχής, χωρίς τον Κεντυρίωνα. Έπρεπε να το είχα κάνει από την πρώτη φορά, σκέφτηκε ικανοποιημένος ο αστροναύτης, την πρώτη φορά που είχα έρθει σε τούτον τον πλανήτη, κάθε πρώτη φορά που είχα έρθει σε τούτον τον πλανήτη κ’ εύρισκα τον Κεντυρίωνα μαζί Του, πάνω στο λόφο… Άπλωσε τα χέρια του και πιάστηκε σταθερά απ’ την αιχμηρή πέτρα. Επί τέλους είχε φτάσει κοντά στον κρατήρα, μπρος απ’ την αιχμηρή πέτρα, έτοιμος πια να σκοτώση τον Κεντυρίωνα, που κρυβόταν όπως πάντα πίσω απ’ τον Άλλον, και του λόγχιζε κάθε τόσο τα πλευρά, κ’ ύστερα Τον σήκωνε σαν εξαπτέρυγο, τον φόρτωνε στον ώμο του σαν σημαία, και τον έστηνε σ’ άλλο λόφο, σ’ άλλο κρατήρα, σ’ άλλον πλανήτη, σ’ όλους τους λόφους και σ’ όλους τους πλανήτες των ανθρώπων… Και ξαφνικά Τον είδε!… Ήταν στην κορυφή ενός λόφου, σε μιαν απόσταση που δεν μπορούσε να προσδιορίση εύκολα, πίσω ακριβώς απ’ την αιχμηρή πέτρα, με τα χέρια όπως πάντα καρφωμένα πάνω στο ξύλο και το κεφάλι γερμένο στον ώμο – μόνος, χωρίς τον Κεντυρίωνα, ένα είδος εξαπτέρυγου, ένα είδος ματωμένης σημαίας, εγκαταλελειμμένος πάνω στο λόφο, πάνω στην απεραντοσύνη του άδειου πλανήτη, περιμένοντας πάντα τον Λυτρωτή Του. Και τότε, όπως κάθε φορά, όπως όλες τις φορές που τον συναντούσε μόνο Του σε κάθε βήμα, σε κάθε λόφο, σε κάθε πλανήτη ο αστροναύτης θυμήθηκε πως ήταν ο ίδιος ο Κεντυρίων!… Πήρε τη σημαία και την κάρφωσε πάνω στο Βράχο!
Στις 15 Μαΐου 1941, ο δόκτωρ Roscher, ο οποίος διεξήγαγε από καιρό έρευνες σχετικά με επιχειρήσεις διάσωσης σε μεγάλα ύψη, έγραψε στον Himmler για να του ζητήσει αν, δεδομένης της σημασίας που είχαν τα πειράματά του για τη ζωή των γερμανών αεροπόρων και τον υψηλό κίνδυνο θανάτου που συνεπαγόταν για τα VP (Versuchepersonen, ανθρώπινα πειραματόζωα), και λαμβάνοντας υπόψη, από την άλλη πλευρά, ότι εκτελώντας πειράματα με ζώα δεν θα ήταν δυνατόν να εξαχθούν ωφέλιμα συμπεράσματα, θα μπορούσε να έχει στη διάθεσή του «δυο-τρεις επαγγελματίες εγκληματίες», για να συνεχίσει το έργο του. Ο αεροπορικός πόλεμος είχε εισέλθει πλέον στη φάση των πτήσεων σε μεγάλη ύψη και αν, υπό αυτές τις συνθήκες, ο θάλαμος ρυθμισμένης πίεσης παρουσίαζε κάποια βλάβη, ή ο πιλότος υποχρεωνόταν να χρησιμοποιήσει το αλεξίπτωτο, ο κίνδυνος θανάτου ήταν πολύ υψηλός. Η απόληξη αυτής της ανταλλαγής επιστολών μεταξύ Roscher και Himmler (η οποία έχει διασωθεί εξ ολοκλήρου) ήταν η εγκατάσταση στο Νταχάου ενός θαλάμου συμπίεσης, ώστε τα πειράματα να συνεχιστούν σε ένα μέρος όπου ήταν εξαιρετικώς εύκολο να βρεθούν VP. Έχουμε στην κατοχή μας το πρωτόκολλο (εμπλουτισμένο με φωτογραφίες) του πειράματος που πραγματοποιήθηκε σε έναν τριανταεπτάχρονο VP εβραϊκής καταγωγής, με καλή υγεία, σε συνθήκες πίεσης που ισοδυναμούσαν σε υψόμετρο 12.000 μέτρων. «Μετά από 4 λεπτά», διαβάζουμε, «το VP άρχισε να ιδρώνει και να κουνά πέρα δώθε το κεφάλι. Μετά από 5 λεπτά παρουσίασε σπασμούς, μεταξύ 6 και 10 λεπτών η αναπνοή του επιταχύνθηκε και το VP έχασε τις αισθήσεις του· μεταξύ 10 και 30 λεπτών η αναπνοή του επιβραδύνθηκε μέχρι που έφτασε στις τρεις εισπνοές το λεπτό, για να σταματήσει εντελώς στη συνέχεια. Ταυτοχρόνως το χρώμα του προσώπου του έγινε βαθιά κυανωτικό και εμφανίστηκε σάλιο γύρω από τα χείλη». Ακολουθεί η λεπτομερής καταγραφή της νεκροτομής του πτώματος, για να διαπιστωθούν ενδεχόμενες οργανικές βλάβες. Στη δίκη της Νυρεμβέργης, τα πειράματα που εκτελέστηκαν από γερμανούς γιατρούς και ερευνητές στα στρατόπεδα συγκέντρωσης θεωρήθηκαν ομοφώνως ως ένα από τα πλέον επονείδιστα κεφάλαια στην ιστορία του εθνικοσοσιαλιστικού καθεστώτος. Εκτός από εκείνα που σχετίζονταν με τη διάσωση σε μεγάλα ύψη, στο Νταχάου είχαν διεξαχθεί πειράματα που σχετίζονταν με τη δυνατότητα επιβίωσης σε παγωμένο νερό και την ποσιμότητα του θαλασσινού νερού (τα οποία και αυτά με τη σειρά τους αποσκοπούσαν να καταστήσουν εφικτή τη διάσωση γερμανών ναυτικών και των αεροπόρων που είχαν πέσει στη θάλασσα). Στην πρώτη περίπτωση, τα VP βυθίζονταν σε μεγάλες λεκάνες με παγωμένο νερό μέχρι να χάσουν τις αισθήσεις τους, ενώ οι ερευνητές ανέλυαν με επιμέλεια τις διακυμάνσεις της θερμοκρασίας του σώματος και τις πιθανότητες να τα επαναφέρουν στη ζωή. Ιδιαιτέρως γκροτέσκο ήταν εκείνο το πείραμα που αποκαλούνταν ανάνηψη «διά ζωικής θερμότητας», στο οποίο τα VP τοποθετούνταν σε ένα αχυρόστρωμα μεταξύ δύο γυμνών γυναικών, που ήταν επίσης εβραίες κρατούμενες που προέρχονταν από τα στρατόπεδα· είναι επιβεβαιωμένο ότι, σε μια περίπτωση, το VP μπόρεσε να έχει σεξουαλική επαφή, γεγονός που διευκόλυνε τη διαδικασία της ανάκτησης. Αντιθέτως, τα πειράματα που αφορούσαν την ποσιμότητα του θαλασσινού νερού πραγματοποιήθηκαν πάνω σε VP που είχαν επιλεγεί μεταξύ κρατούμενων με το μαύρο τρίγωνο (δηλαδή Τσιγγάνους· είναι δίκαιο, πλάι στο κίτρινο αστέρι, να θυμόμαστε και αυτό το σύμβολο της γενοκτονίας ενός ανυπεράσπιστου λαού). Αυτοί είχαν χωριστεί σε τρεις ομάδες: μια πρώτη που απλώς δεν έπρεπε να πίνει νερό· μια άλλη η οποία έπινε μόνο θαλασσινό νερό και μια τρίτη η οποία έπινε θαλασσινό νερό στο οποίο είχαν προσθέσει Berkazusatz, μια χημική ουσία η οποία θα έπρεπε, σύμφωνα με τους ερευνητές, να μετριάζει τις αρνητικές συνέπειες του θαλασσινού νερού. Ένας άλλος σημαντικός τομέας πειραματισμού αφορούσε τον εμβολιασμό βακτηρίων του πετεχικού πυρετού και ιών της Hepatitis endemica, με την προσδοκία να δημιουργηθούν εμβόλια εναντίον δύο νόσων που, στα μέτωπα όπου οι συνθήκες ζωής ήταν περισσότερο σκληρές, απειλούσαν ιδιαιτέρως την υγεία των στρατιωτών του Ράιχ. Πέραν τούτου, εξαιρετικά σκληρός και επίπονος για τους ασθενείς ήταν ο πειραματισμός που αφορούσε τη μη χειρουργική στείρωση, με τη χρήση χημικών ουσιών ή ακτινοβολιών, η οποία προοριζόταν να μπει στην υπηρεσία της ευγονικής πολιτικής του καθεστώτος· περισσότερο ευκαιριακό χαρακτήρα και μικρότερες διαστάσεις προσέλαβαν τα πειράματα που αφορούσαν τη μεταμόσχευση των νεφρών, τις κυτταρικές φλεγμονές κλπ.
Η ανάγνωση των μαρτυριών των VP που επέζησαν και των ίδιων των κατηγορουμένων και, σε ορισμένες περιπτώσεις, των πρωτοκόλλων που διασώθηκαν, είναι μια τόσο φρικτή και οδυνηρή εμπειρία ώστε είναι αρκετά ισχυρός ο πειρασμός να θεωρήσουμε αυτά τα πειράματα αποκλειστικώς και μόνο ως σαδιστικο-εγκληματικές πράξεις, οι οποίες ελάχιστα έχουν να κάνουν με την επιστημονική έρευνα. Δυστυχώς κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό. Καταρχάς γιατί μεταξύ των γιατρών που είχαν διεξαγάγει τα πειράματα συγκαταλέγονταν ερευνητές ιδιαιτέρως γνωστοί στην επιστημονική κοινότητα: για παράδειγμα, ο καθηγητής Clauberg, υπεύθυνος του προγράμματος στείρωσης, ήταν, μεταξύ άλλων, ο εμπνευστής του test (για τον λόγο αυτόν αποκαλούνταν και «τεστ του Clauberg») για τη δράση της προγεστερόνης, το οποίο μέχρι και πριν από λίγα χρόνια χρησιμοποιούνταν ακόμη στη γυναικολογία - οι καθηγητές Schröder, Becker-Freyting και Bergblöck, οι οποίοι διηύθυναν τα πειράματα σχετικά με την ποσιμότητα του θαλασσινού νερού, απέλαυαν τόσο καλής επιστημονικής φήμης, ώστε το 1948, μετά την καταδίκη τους, μια ομάδα επιστημόνων διαφόρων χωρών απηύθυνε σε ένα διεθνές συνέδριο ιατρικής το αίτημα «να μη συγχέονται αυτοί με άλλους εγκληματίες ιατρούς που καταδικάστηκαν στη Νυρεμβέργη»· και κατά τη διάρκεια της δίκης ο καθηγητής Vollhardt, καθηγητής ιατρικής χημείας στο Πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης, για τον οποίο δεν υπήρχαν υποψίες πως έτρεφε συμπάθεια για το ναζιστικό καθεστώς, κατέθεσε ενώπιον του δικαστηρίου ότι «από επιστημονική άποψη, η προετοιμασία αυτών των πειραμάτων ήταν λαμπρή»· περίεργο επίθετο, αν αναλογιστεί κανείς ότι, στη διάρκεια του πειράματος, τα VP έφτασαν σε τέτοιο βαθμό εξευτελισμού που δύο φορές αποπειράθηκαν να ρουφήξουν γλυκό νερό από ένα κουρέλι για τα πατώματα. Ακόμη πιο ενοχλητικό και ανησυχητικό είναι το γεγονός (που δεν επιδέχεται καμία αμφισβήτηση, όπως διαπιστώνεται και από την επιστημονική βιβλιογραφία που προσκόμισε η υπεράσπιση και επιβεβαιώθηκε από τους εμπειρογνώμονες του δικαστηρίου) ότι πειράματα πάνω σε κρατούμενους και καταδικασμένους σε θάνατο είχαν διεξαχθεί επανειλημμένως και σε ευρεία κλίμακα στη διάρκεια του 20ού αιώνα, και μάλιστα ιδιαιτέρως στις ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες (τη χώρα από την οποία προερχόταν η πλειονότητα των δικαστών της Νυρεμβέργης). Έτσι, στη διάρκεια της δεκαετίας του 1920, 800 κρατούμενοι στις φυλακές των Ηνωμένων Πολιτειών είχαν μολυνθεί με το πλασμώδιο της μαλάριας στην προσπάθεια να βρεθεί ένα αντίδοτο στην ελονοσία. Υποδειγματικά θεωρήθηκαν, στην επιστημονική βιβλιογραφία που αφορούσε την πελάγρα, τα πειράματα που πραγματοποίησε, στις ΗΙΊΑ, ο Goldberg πάνω σε 12 κρατούμενους καταδικασμένους σε θάνατο, στους οποίους είχε δοθεί η υπόσχεση ότι, αν επιζούσαν, θα τους χαριζόταν το υπόλοιπο της ποινής. Εκτός Ηνωμένων Πολιτειών, οι πρώτες έρευνες με καλλιέργειες του βακίλου του μπέρι μπέρι είχαν διεξαχθεί από τον Strong στη Μανίλα πάνω σε θανατοποινίτες (τα πρωτόκολλα των πειραμάτων δεν αναφέρουν αν επρόκειτο ή όχι για εθελοντές). Η υπεράσπιση ανέφερε συν τοις άλλοις την περίπτωση του καταδικασμένου σε θάνατο Keanu (Χαβάη), ο οποίος είχε μολυνθεί με λέπρα με την υπόσχεση ότι θα του χαριστεί η ποινή, και που απεβίωσε συνεπεία του πειράματος. Αντιμέτωποι με μια τόσο ξεκάθαρη τεκμηρίωση, οι δικαστές υποχρεώθηκαν να επιδοθούν σε ατέρμονες συζητήσεις αφιερωμένες στην ταυτοποίηση των κριτηρίων που θα μπορούσαν να καταστήσουν αποδεκτά τα επιστημονικά πειράματα σε ανθρώπινα πειραματόζωα. Το οριστικό κριτήριο, που έτυχε της γενικής αποδοχής, ήταν η ανάγκη μιας ρητής και εκούσιας συναίνεσης εκ μέρους του υποκειμένου που θα έπρεπε να υποβληθεί στο πείραμα. Πράγματι, σύμφωνα με την πρακτική που ακολουθούσαν με συνέπεια στις Ηνωμένες Πολιτείες (όπως προέκυψε από ένα έντυπο που χρησιμοποιούνταν στην Πολιτεία του Ιλινόις και το οποίο επιδείχτηκε στους δικαστές), ο καταδικασμένος όφειλε να υπογράψει μια δήλωση όπου μεταξύ άλλων διαβεβαιώνονταν τα εξής:
Αναλαμβάνω όλους τους κινδύνους αυτού του πειράματος και δηλώνω ότι απαλλάσσω, ακόμη και εν σχέσει προς τους κληρονόμους μου και τους εκπροσώπους μου, από κάθε ευθύνη το Πανεπιστήμιο του Σικάγου και όλους τους τεχνικούς και τους ερευνητές που λαμβάνουν μέρος στο πείραμα, καθώς επίσης την κυβέρνηση του Ιλινόις, τον διευθυντή του σωφρονιστικού καταστήματος της Πολιτείας και κάθε άλλο λειτουργό. Κατά συνέπεια παραιτούμαι από κάθε αξίωση για οποιαδήποτε βλάβη ή ασθένεια, ακόμη και θανατηφόρα, που μπορεί να προκαλέσει το πείραμα.
Η εξόφθαλμη υποκρισία ανάλογων τεκμηρίων δεν μπορεί να μη μας αφήνει αμήχανους. Είναι, αν μη τι άλλο, αμφίβολο κατά πόσο μπορούμε να κάνουμε λόγο για ελεύθερη θέληση και εκούσια συναίνεση στην περίπτωση ενός καταδικασμένου σε θάνατο ή ενός κρατούμενου που εκτίει βαριές ποινές· και είναι βέβαιο πως, ακόμη και αν είχαν βρεθεί ανάλογες δηλώσεις υπογεγραμμένες από κρατούμενους των στρατοπέδων, κάτι τέτοιο δεν θα σήμαινε ότι τα πειράματα θα έπρεπε να θεωρηθούν αποδεκτά από ηθική άποψη. Αυτό που η καθωσπρέπει έμφαση περί ελεύθερης θέλησης του υποκειμένου αρνείται να δει στο συγκεκριμένο σημείο είναι ότι η έννοια «εκούσια συναίνεση» για έναν έγκλειστο στο Νταχάου, ο οποίος έστω και για μια στιγμή θα μπορούσε να ελπίσει σε κάποια βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής του, ήταν απλώς άνευ νοήματος, και ότι, συνεπώς, από αυτή την άποψη, ο απάνθρωπος χαρακτήρας των πειραμάτων ήταν, σε αμφότερες τις περιπτώσεις, ουσιαστικώς ισοδύναμος. Ούτε και ήταν δυνατόν, για να αποτιμήσουμε τις διαφορετικές και ειδικές ευθύνες των εν λόγω περιπτώσεων, να επικαλεστούμε τη διαφορετική φύση των σκοπών. Μια παρατήρηση του Α. Mitscherlich, του ιατρού που, με τον F . Mielke, δημοσίευσε και σχολίασε το 1947 τα πρώτα πρακτικά της δίκης των ιατρών της Νυρεμβέργης, καταδεικνύει πόσο οδυνηρό ήταν να παραδεχτεί κάποιος ότι τα πειράματα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης δεν ήταν άνευ προηγουμένου στην ιατρικο-επιστημονική πρακτική. Ο καθηγητής Rose, ο οποίος κατηγορούνταν για τα πειράματα σχετικά με το εμβόλιο εναντίον του πετεχικού πυρετού (που οδήγησαν στον θάνατο 97 VP σε σύνολο 392) υπερασπίστηκε τον εαυτό του επικαλούμενος τα ανάλογα πειράματα του Strong στη Μανίλα με θανατοποινίτες και συνέκρινε τους γερμανούς στρατιώτες που πέθαιναν από πετεχικό πυρετό με τους αρρώστους από μπέρι μπέρι, στη θεραπεία των οποίων ήταν στραμμένες οι έρευνες του R. Ρ. Strong. Ο Α. Mitscherlich, ο οποίος μάλιστα διακρίνεται για τη νηφαλιότητα των σχολίων του, αντιτείνει σε αυτό το σημείο: «Ενώ ο Strong αγωνιζόταν να καταπολεμήσει την αθλιότητα και τον θάνατο που προκαλούσε μια μάστιγα φυσικής τάξης, ερευνητές όπως ο κατηγορούμενος Rose ενεργούσαν στο πλέγμα των απάνθρωπων μεθόδων μιας δικτατορίας, με σκοπό τη διαιώνιση και τη δικαιολόγηση του παραλογισμού».(1) Ως ιστορικοπολιτική κρίση, η παρατήρηση είναι ορθή· είναι σαφές όμως ότι η ηθικο-δικαιική αποδοχή των πειραμάτων σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να εξαρτηθεί από την εθνικότητα των ανθρώπων για τους οποίους προοριζόταν το εμβόλιο ούτε από τις συνθήκες εντός των οποίων είχαν προσβληθεί από την ασθένεια. Η μόνη ηθικώς ορθή τοποθέτηση θα ήταν να αναγνωρίσουμε ότι τα προηγούμενα που προσκόμισε η υπεράσπιση ήταν συναφή προς το ζήτημα, αλλά δεν μετρίαζαν στο ελάχιστο στις ευθύνες των κατηγορούμενων. Αυτό, όμως, θα έριχνε μια ζοφερή σκιά στις τρέχουσες πρακτικές της σύγχρονης ιατρικής έρευνας (από τότε έχουν έρθει στο φως και έχουν επιβεβαιωθεί ακόμη πιο συγκλονιστικές περιπτώσεις μαζικών πειραμάτων που διεξήχθησαν σε αμερικανούς πολίτες, εν αγνοία τους, όπως, για παράδειγμα, για τη μελέτη των επιπτώσεων των πυρηνικών ακτινοβολιών). Πράγματι, αν ήταν θεωρητικώς κατανοητό παρόμοια πειράματα να μην είχαν εγείρει ηθικά προβλήματα στους ερευνητές και στους λειτουργούς στους κόλπους ενός ολοκληρωτικού καθεστώτος, το οποίο κινούνταν κατά τρόπο έκδηλο και δεδηλωμένο σε έναν βιοπολιτικό ορίζοντα, πώς θα ήταν δυνατόν να διεξαχθούν πειράματα μέχρις ενός βαθμού ανάλογα σε μια δημοκρατική χώρα; Η μοναδική δυνατή απάντηση είναι ότι, σε αμφότερες τις περιπτώσεις, καταλυτικό ρόλο διαδραμάτισε η ιδιαίτερη θέση των VP (καταδικασμένων σε θάνατο ή κρατούμενων σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης - θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η είσοδος στο στρατόπεδο σήμαινε τον οριστικό αποκλεισμό από την πολιτική κοινότητα). Επειδή ακριβώς επρόκειτο για ανθρώπους που στερούνταν όλων σχεδόν των δικαιωμάτων και όλων των προσδοκιών που συνηθίζουμε να αποδίδουμε στην ανθρώπινη ύπαρξη, και, παρά ταύτα, ακόμη ζωντανούς σε βιολογικό επίπεδο, τοποθετούνταν σε μια ζώνη-όριο μεταξύ ζωής και θανάτου, μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού, όπου δεν αποτελούσαν πλέον παρά μόνο γυμνή ζωή. Με άλλα λόγια, καταδικασμένοι σε θάνατο και κάτοικοι των στρατοπέδων εξομοιώνονται ασυνείδητα με τους homines sacri, με μια ζωή η οποία μπορεί να αφαιρεθεί δίχως να διαπραχθεί ανθρωποκτονία. Ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ της καταδίκης σε θάνατο και της εκτέλεσης, όπως ο περίφρακτος χώρος του στρατοπέδου, οριοθετεί ένα εξωχρονικό και εξωεδαφικό κατώφλι, όπου το ανθρώπινο σώμα διαχωρίζεται από το φυσιολογικό πολιτικό καθεστώς του, δηλαδή από τη φυσιολογική πολιτική υπόστασή του, και, σε κατάσταση εξαίρεσης, εγκαταλείπεται στα πιο ακραία δεινά, όπου το πείραμα, ως μια τελετή εξιλασμού, μπορεί να το επαναφέρει στη ζωή (θα πρέπει να ενθυμούμαστε ότι χάρη, αναστολή ή μετριασμός του υπόλοιπου της ποινής συνιστούν εκφάνσεις της κυρίαρχης εξουσίας ζωής και θανάτου) ή να το παραδώσει οριστικά και αμετάκλητα στον θάνατο στον οποίο ήδη ανήκει. Εκείνο όμως που μας ενδιαφέρει εδώ είναι ότι, στον βιοπολιτικό ορίζοντα που χαρακτηρίζει τη νεωτερικότητα, ο ιατρός και ο επιστήμονας κινούνται σε εκείνη την ουδέτερη ζώνη όπου, κάποτε, μόνο ο κυρίαρχος μπορούσε να εισδύσει.
____________________ 1. Alexander Mitscherlich - F. Mielke, Wissenschaft ohne Menschlichkeit. Medizinische und Eugenische Irrwege unter Diktatur, Bürokratie und Krieg, Schneider, Χαϊδελβέργη 1949, σσ. 11-2.
GIORGIO AGAMBEN HOMO SACER - ΚΥΡΙΑΡΧΗ ΕΞΟΥΣΙΑ KAI ΓΥΜΝΗ ΖΩΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΙΑΜΟΥΡΑΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ SCRIPTA 2005