.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Κυριακή 1 Ιουνίου 2014

Οι τίγρεις και οι κατσίκες – Joseph Campbell


...επιτρέψτε μου να σας αφηγηθώ μια μικρή ινδική ιστορία με ζώα. Οι ιστορίες αυτές είναι υπέροχες και φωτίζουν αυτοστιγμεί πολλά πράγματα. Ο συγκεκριμένος αυτός μύθος ήταν και ο αγαπημένος του Ραμακρίσνα.
Ήταν κάποτε μια θηλυκή τίγρη που κυοφορούσε και λιμοκτονούσε. Κάποια στιγμή πετυχαίνει ένα μικρό κοπάδι κατσίκες και, από τη λαχτάρα της, όρμησε με πολύ μεγάλη δύναμη. Οι κατσίκες σκόρπισαν, αυτή προσγειώθηκε φαρδιά πλατιά στο χώμα, γέννησε το μικρό που είχε στην κοιλιά της και πέθανε. Οι κατσίκες, που είχαν πολύ έντονα γονεϊκά ένστικτα, επέστρεψαν εκεί όπου έβοσκαν πριν. Είδαν το μικρό νεογέννητο τιγράκι με τη μητέρα του δίπλα νεκρή και αμέσως το υιοθέτησαν.
Ο τίγρης μεγάλωσε αντιλαμβανόμενος τον εαυτό του ως κατσίκα. Έμαθε να βόσκει χορτάρι, έμαθε μέχρι και να βελάζει. Δεν μπορούσε να δει τον εαυτό του στον καθρέπτη, και συνεπώς δεν γνώριζε πως δεν ήταν κατσίκα. Βέβαια, ούτε το χορταράκι ούτε το βέλασμα είναι στη φύση ενός τίγρη. Έτσι, την εποχή της εφηβείας του ο καημένος αυτός τίγρης ήταν ένα πλήρως ανεπτυγμένο αξιοθρήνητο δείγμα του είδους του.
Μια μέρα, ένας μεγάλος αρσενικός τίγρης που είχε βγει για κυνήγι όρμησε στο μικρό τους κοπάδι και οι κατσίκες για μια ακόμα φορά κατάφεραν να ξεγλιστρήσουν σκορπίζοντας εδώ κι εκεί. Το νεαρό ορφανό, όμως, που ήταν ουσιαστικά ένας τίγρης κι αυτό, στεκόταν εκεί αμήχανο κοιτώντας κατάματα τον εισβολέα.
Ο μεγάλος τίγρης τον κοίταξε κατάπληκτος και είπε: «Τι κάνεις εσύ εδώ ανάμεσα στις κατσίκες;»
«Μπεε!!!» του απάντησε ο μικρός τίγρης και μασούλησε μια τούφα χορτάρι.
Ο μεγάλος δεν ήξερε που να κρύψει την ντροπή του – τι κεραμίδα κι αυτή να ανακαλύπτει ένα μέλος του είδους του σ' αυτό το χάλι! Έδωσε στον μικρό μια-δυο μπάτσες μπας και συνέλθει, αλλά ο μικρός επέμενε με τα χαζο-βελάσματα. Πάνω στην απόγνωσή του, βούτηξε τον μικρό από το σβέρκο και τον πήγε σε μια ήσυχη λίμνη.
Τώρα όπως έχω ήδη πει, η βασική ιδέα της γιόγκα είναι ότι ο νους πρέπει να είναι σαν την ατάραχη επιφάνεια μιας λίμνης για να μπορεί κανείς εκεί να δει την τέλεια εικόνα. Έτσι, λοιπόν, και ο μικρός μας φίλος κοίταξε πάνω στην επιφάνεια της λίμνης. Ο μεγάλος, ο γκουρού, που στεκόταν δίπλα του, έσκυψε κοιτάζοντας κι αυτός και είπε: «Κοίτα το πρόσωπό μου. Κοίτα και το δικό σου. Και των δυο μας το κεφάλι μοιάζει με κούπα. Έχουμε το ίδιο σκαρί. Δεν είσαι κατσίκα. Είσαι σαν και μένα: εμπρός, λοιπόν, άντε, γίνε σαν κι εμένα».

Ο μικρός άφησε ένα ακόμα χαζό βέλασμα, αυτή τη φορά όμως κάτι ένιωσε να σαλεύει μέσα του. Ξανά ο μεγάλος τον άρπαξε από το σβέρκο, τούτη τη φορά, όμως, τον πήγε στη φωλιά του, όπου φύλαγε μια φρεσκοσκοτωμένη γαζέλα, ζουμερή με το αιματάκι της το φρέσκο, μπουκιά και συχώριο. Ο μεγάλος έκοψε μια κομματάρα και την πέταξε στον μικρό. Ο μικρός, όμως, υποχώρησε αηδιασμένος: «Μα εγώ είμαι χορτοφάγος».
«Μη μου κάνεις τον δύσκολο τώρα», του είπε ο μεγάλος και του έχωσε το κομμάτι με το κρέας στο στόμα. Ο μικρός αναγούλιασε, στραβοκατάπιε και παραλίγο να πνιγεί. «Λοιπόν», λέει ο Ραμακρίσνα στο σημείο αυτό, «όλα γίνονται όταν η αρχή είναι η αληθινή». Ο μικρός αναγούλιασε μεν, η εμπειρία όμως αυτή μίλησε στο αίμα του και άρχισε να νιώθει κάτι να βουίζει μέσα του, κάτι που δεν το είχε νιώσει ποτέ – το σωστό είδος τροφής.
Εντελώς αυθόρμητα, η ίδια η φύση του αφυπνίστηκε και χωρίς καν να το καταλάβει, τανύστηκε όπως τανύζονται οι τίγρεις και έβγαλε κάτι που δεν θα μπορούσε να το πει κανείς βρυχηθμό, αλλά τέλος πάντων, ήταν κάτι που ο μεγάλος ο οποίος ήξερε από βρυχυθμούς μπορούσε να το δεχθεί ως απόπειρα.
Ο μεγάλος γύρισε και είπε: «Ήρθαμε λοιπόν στα ίσα μας. Πάμε τώρα στο δάσος για να βρούμε τροφή για τίγρεις».
Μου αρέσει η ιστορία αυτή και τη λέω πάντα στους μαθητές μου. Και όταν τους ρωτάω ποιο είναι το ηθικό δίδαγμα, μου λένε: «Βάλε μια τίγρη στη μηχανή σου». Αυτό λοιπόν είναι το δίδαγμα της ιστορίας: είμαστε όλοι τίγρεις που ζουν ανάμεσα σε αυτές τις κατσίκες. Άντε λοιπόν, εμπρός για το δάσος, για το δάσος της νύχτας, και βρείτε την τίγρη που λαμπυρίζει στα τρίσβαθα της δικής σας υπόστασης.


Joseph Campbell
Μύθοι του Φωτός
Αποκαλύπτοντας τις Μυστικές Διαστάσεις της Προαιώνιας Σοφίας
Μετάφραση Στέλιος Μεταξάς
Εκδόσεις ΑΡΧΕΤΥΠΟ 2006

Δεν υπάρχουν σχόλια: