Χωρίς
να ξεχνάμε ότι Ακάματος είναι επίθετο
της θεάς Αθηνάς, βλέπουμε ότι η περιοχή
του Θησείου, που ήδη αναφέρθηκε, πήρε
το όνομά της απ' το Θησείο, πρώην Ηφαιστείον
(που κτίσθηκε προς τιμήν του Θησέως).
Αυτό το κτίσμα, μετά την πολιτική
επικράτηση του Χριστιανισμού, μετατράπηκε
σε χριστιανικό ναό, που λεγόταν Άγιος
Γεώργιος ο Ακαμάτης. Η λέξη «ακαμάτα»
ετυμολογείται απ' το επίθετο ακαμάνος
(απ' το «μη κάμνειν») και δηλώνει
(φανερώνει) τον ακάματον ή ακοπίαστον
(κατά το εδάφιον Ματθ. Σ', 28) ή επισκοπούντα
τους κοπιώντας και πεφορτισμένους (κατά
το εδάφιον Ματθ. ΙΑ' 28), δηλ. αυτούς, που
έχουν κοπιάσει και κουραστή απ' τον
κόπο, που κατέβαλαν, και το βάρος, που
μετέφεραν ή φορτώθηκαν, δηλ. τους
κεκμηκότες (βλ. όμως «Ζευς καταχθόνιος»
ή «των κεκμηκότων»: ο Άδης στον Όμηρο,
σε αντιπρβλ. με την ονομασία «Ζευς
Μόριος» ή «Καταιβάτης»).
Το
συνώνυμον Σολόεις ή Σολούς του ποταμού
της Βιθυνίας Δράκοντος (βλ. Αποκ. ΙΒ'
όλον), εν συσχετίσει προς τους Σολύμους
και τα (ιερά) Σόλυμα, μας οδηγεί στους
Σόλους, πόλη που ιδρύθηκε στην Κύπρο,
και στο Ακαμάντιον, πόλη που ιδρύθηκε
στη Μεγάλη Φρυγία, απ' τον ίδιο τον
Ακάμαντα, γιο του Θησέως και ιδρυτή της
Ακαμαντίδος φυλής. Φρονώ ότι η συγγένεια
του Ακάμαντος προς τον Θησέα (υιός του
πατρός) δικαιολογεί πλήρως την επωνυμία
«ακαμάτης» του Θησείου, η δε αναφορά
της αθηναϊκής νομοθεσίας στους δύο
κορυφαίους νομοθέτες, τον Σόλωνα και
τον Δράκοντα, υπό την προεκτεθείσα
συνωνυμία των λέξεων, αποτελεί προανάκρουση
των όσων θα εκτεθούν κατωτέρω περί
Ουδαίων ή Ιουδαίων ή σποράς του δράκοντος.
Πριν
γίνει μια ευρύτερη αναφορά στην Ακαμαντίδα
φυλή, είναι ωφέλιμο να δούμε τα σχετικά
με το σόλο, δηλ. το δίσκο του συγκεκριμένου
αγωνίσματος. Στην Ιλιάδα (Ψ 826, 839, 844)
αναφέρεται ως νικητής της δισκοβολίας
ο Πολυποίτης, όνομα που βγαίνει απ' τη
λέξη ποίτιος = πύθιος, άρα αναφέρεται
στο δράκοντα των Δελφών και στη γνώση,
που έδινε το Μαντείον.
Ο
Λεοντεύς, συναγωνιστής του Πολυποίτου,
αναφέρεται ως «όζος Άρεως» και ο σόλος
αναφέρεται στη φράση «μέγα περιηγέα
πέτρον ... σόλον Άρεως». Έτσι συνάγεται
ότι σόλος = πέτρα Άρεως, δηλ. σίδηρος
(κατά την αντιστοιχία της αστρολογικής
θεωρίας) = Κηφάς (απ' την εβρ. λέξη cepha =
άκρον βράχου), που δηλώνει τον Άρειο
Πάγο. Η υπηρεσία λογοκρισίας των Νικητών
(δηλ. το Ιερατείο των Γεφυραίων) έχει
εξαφανίσει απ' τα Λεξικά τις κρίσιμες
λέξεις, που είναι παράγωγα του τύπου
«σόλος». Σώζονται όμως στα λατινικά
(δηλ. δωρικά) κείμενα και λεξικά και
αναφέρονται κατ' αρχάς στην πολυσήμαντη
λέξη solum, που σημαίνει έδαφος ή δάπεδο
γενικώς (π.χ. γης, οικίας) και κατ' επέκτασιν
συγκεκριμένο έδαφος ή γη, δηλ. τόπο ή
χώρα. Έτσι είναι προφανές ότι οι Δωριείς
ονόμαζαν με τη λέξη Πέτρα κάθε ιδιαίτερη
πατρίδα, όπως Ιεράπετρα την Ιεράπυδνα
στην Κρήτη, Πέλλα στη Μακεδονία και
Petra ή Πέτρα στη Σικελία και στην Αραβία,
όπου ήταν η περιοχή η γνωστότερη σαν
Πετραία Αραβία. Κατά συνέπειαν το όνομα
του Αδάμ, απ' την εβραϊκή λέξη Adam, απ' τη
γενικώτερη έννοια adama = κόκκινη γη ή Γη
Σκειρ (δηλ. σκίρος, οπότε βλ. διαδρομή
Θησεώς από Σκίρωνα στη Σκύρο και την
επωνυμία Σκύριος, που είχε ο πατέρας
του Αιγεύς), δηλώνει ουσιαστικά κατ'
εμέ, την Κόκκινη Πατρίδα (= Ιδουμαία) ή
τον πλανήτη Άρη (Ερυθρόν Ώρον κατά τους
Αιγυπτίους) και ιδιαίτερα τον δορυφόρο
Φόβο(1).
Κατά
λογική (και δη νομική) επέκταση η λέξη
solum σημαίνει το έγγειον κτήμα, τα έγγεια,
άρα και κάθε βάση ή θεμέλιον κι εφ' όσον
βασιζόμαστε στο σώμα, πάνω στα πόδια
μας, σημαίνει και το πέλμα ή πτέρνα (του
ποδιού ή του παπουτσιού) και το solidum (=
ολικό ποσό χρημάτων), που προκύπτει σαν
έγγειος πρόσοδος. Το γνωστό λογοπαίγνιο
του Δαντών, την ώρα που τον οδηγούσαν
στην καρμανιόλα: «μπορεί κανείς να πάρη
την πατρίδα του στις σόλες των παπουτσιών
του;» συνάδει με την αμετακίνητη, παρά
το κώνειο, θέση του Σωκράτη να παραμείνη
στην πατρίδα του αδικούμενος, παρά να
αδικήση τους Νόμους. Το λατινικό ρήμα
soleo (θέτω πόδα) στη λογική προέκταση του
σαν soleo (= συνηθίζω, το χω συνήθειο) οδηγεί
στη λέξη solidatio (= στερέωση, ίδρυση),
προκειμένου να κατανοήσουμε πως η πόλι
Soli ή Σόλοι (μία στην Κυπρο και μία στην
Κιλικία), που ίδρυσε ο Ακάμας, και η Solus
ή Σολούς (στη Σικελία, ζωτικό χώρο
συμφερόντων των Αθηναίων), είναι «σόλοι
Άρεως», δηλ. δορυάλωτες περιοχές = Πέτρες,
πάνω στις οποίες έβαζαν θεμέλιο (solium)
οι Δωριείς, δηλ. οι πολεμιστές Έλληνες.
Αυτή ακριβώς είναι η έννοια στο ευαγγελικό
εδάφιο (Ματθ. Ις', 18), όπου ο Κύριος
μετονομάζει τον Σίμωνα εις Κηφά (cepha στα
εβραϊκά), που σημαίνει πέτρος (αρσενικός
τύπος) = πέτρα (θηλυκός τύπος) = solum (έδαφος)
και που θεωρείται «στύλος» (Παύλου
Γαλάτ. Β' 9), προκειμένου να του εξηγήση,
ότι θα στερεώση (solido) το βασίλειό Του
(solum) πάνω του, εφ' οσον αυτός, ο νοητός
Ήλιος (Sol) είναι σε έξαρση στον ηλιοφόρο
(solifer) Κριό (Petro), που ελέγχει τον Κρανίου
τόπον ή κεφάλι (calvaria). Είναι λοιπόν
προφανές, πως στο ευαγγελικό κείμενο
γίνεται λόγος για στέρεη ή βέβαιη
(μόνιμη, solida) κατοικία, δηλ. ελληνική και
όχι ασταθή ή παροδική (insolidus και, βέβαια,
insolitus, βλ. και Ματθ. Ζ', όλον), δηλ. νομαδική,
όπως είναι η εβραϊκή σκηνή (βλ. και γιορτή
της Σκηνοπηγίας = Σουκώθ στα εβραϊκά).
Επομένως οι Σόλοι, η αθηναϊκή αποικία
με το αθηναϊκό όνομα, είναι ακριβώς ένα
solium, δωρική (κατά το χαλκιδικόν αλφάβητο)
λέξη, που σημαίνει: έδρα, θρόνος, βασιλικός
θρόνος, ηγεμονία, βασιλεία, σορός,
σαρκοφάγος, λίθινον φέρετρον (βλ. ιδίως
Μαρκ. Ις' 3), όλες δηλ. οι έννοιες, που
συγκεντρώνονται στο πρόσωπο του Μεσσία
ή Πέτρας (Α' Κορ. Ι', 4) ή Sol.
Αυτή
είναι η ονομασία του μεγάλου νομοθέτη,
του Σόλωνος, είναι η έννοια του παρηγορητή,
του ανακουφιστή (Σεισάχθεια), του
καταπραϋντή (των πολιτικών παθών) απ'
το λατινικό ρήμα solor (παραμυθούμαι,
παρηγορώ).
Επιπλέον
στον Όμηρο το επίθετον «ακάματον» είναι
μια έννοια, που συνοδεύει, αποκλειστικα
το Πυρ (ή Sol, τον Ήλιον), κι είναι αυτό το
πυρ, το καμίνι, που χρησιμοποιούν στον
Κεραμεικό οι Αθηναίοι, για να κατασκευάσουν
κεράμια (= φέρετρα) ή φούρνους στο Λαύρειο
(= 666) για τις εκκαμινεύσεις τους.
Οι
δώδεκα δήμοι της Ακαμαντίδος φυλής
είναι των: Ειρεσιδών, Ερμού ή Ερμών,
Ηφαιστιαδών, Θορικού, Έξω Κεραμεικού,
Κεφαλής, Κικκύνης, Κυρτιαδών, Πόρου,
Προσπάλτων, Σφηττού και Χολαργού. Ήδη
η αναφορά στον Κεραμεικό, έσω και έξω,
με τους γνωστούς δρόμους Πειραιώς,
Ακαδημίας και Ιεράς Οδού, μας θέτει «επί
τον τύπον των ήλων» της κεντρικής και
κρίσιμης έννοιας, του Κεραμεικού.
_______________________
1.Κατά
την εορτή των Σκιροφορίων (το μήνα
Σκιροφοριώνα, στο ζώδιο του Καρκίνου)
προς τιμήν της Σκιράδος Αθηνάς, μεταφερόταν
το Σκίρον στο ναό της Αθηνάς.
Κάτω
απ' τη σκιά του Σκίρου βάδιζαν τρεις
Ιερείς, κι αφού το Σκίρον ήταν επί της
Ιεράς Οδού, αντιλαμβανόμαστε τη σημασία
της υπάρξεως του ναού της Αγίας Τριάδος
στο χώρο του Κεραμεικού. Το ότι ο Σκίρος
ήταν μάντις, που ήρθε παλιά απ' τη Δωδώνη
(χώρο του αιγυπτιακού ιερατείου, όπως
έχω εξηγήσει στο κεφ. 1: Οι Γεφυραίοι,
τέλος) τα λέει όλα.
Σκιράς
επίσης λεγόταν η Σαλαμίνα και χωριό στο
λιμάνι του Φαλήρου απέναντι.
Το
Διός κώδιον, που έχω προσημειώσει,
μεταφερόταν ακριβώς σ' αυτή τη γιορτή,
κι ίσως δεν μπορούμε εδώ να πούμε πιο
πολλά γι' αυτό (βλ. ωστόσο λ. ερέα =
αρχιερατικό ένδυμα μάλινο).
ΠΑΥΛΟΣ
ΣΠ. ΚΥΡΑΓΓΕΛΟΣ
Ο
ΙΗΣΟΥΣ ΗΤΑΝ ΕΔΩ
ΑΘΗΝΑ
2000