...Έτσι
εγώ, που φτώχεια και πλούτος μου κάνουν
το ίδιο, είχα στη διάθεσή μου τις
δυνατότητες και τις χρησιμοποίησα για
να χτίσω τη μαγική μου προσωπικότητα
στα μάτια των ανθρώπων και να τους κάνω
να με δουν, όπως ήθελα να φαίνομαι.
Αυτός
που γεννήθηκε μόνο μια φορά δεν μπορεί
να κοιτάξει στην καρδιά και μόνο λίγοι
από αυτούς μπορούν να ερμηνεύσουν τις
λεπτεπίλεπτες εργασίες του νου. Όμως
είναι σε θέση κανείς να τους υποβάλλει
με τα μάτια αυτό που επιθυμεί να πιστέψουν.
Κάτι τέτοιο είναι καλύτερο από τη λεκτική
υποβολή, η οποία δεν τους προκαλεί τόσο
ενδιαφέρον, όντας και οι ίδιοι εξοικειωμένοι
με αυτή την τέχνη.
Εγώ
από την πλευρά μου, γνώριζα ότι ο αληθινός
μύστης χρειάζεται ελάχιστα πράγματα
για τη μαγεία του. Έπρεπε όμως να δουλέψω
με τη φαντασία των ανθρώπων και γι’
αυτό χρειάστηκε να δημιουργήσω ένα
σκηνικό. Έπρεπε να τους κάνω να με δουν
σαν μύστη, διαφορετικά ποτέ δεν θα ήμουν
μύστης στα μάτια τους. Γι’ αυτό το σκοπό
έπρεπε να έχω γύρω μου στοιχεία που θα
υποδήλωναν τις μεγάλες μέρες του
παρελθόντος, όταν η θρησκεία στην οποία
ανήκα βρισκόταν στο απώγειο της ισχύος
της. Έτσι, στρεφόμενες οι σκέψεις προς
τα εκεί, μπορεί να αφυπνίζονταν μνήμες
και να συντονίζονταν στο δικό μου μήκος
κύματος.
Άρχισα,
λοιπόν, να συγκεντρώνω σιγά-σιγά
αντικείμενα από τους αρχαίους ναούς.
Αυτά έπρεπε να διατηρούνται σε λίγο
φως, ώστε όχι μόνο να μη χάνεται ο
μαγνητισμός τους, αλλά να συγκεντρώνεται
γύρω τους και να διαποτίζει την ατμόσφαιρα
όπως η ευωδιά ενός θυμιάματος.
Τα
χρώματα, επίσης, διαδραμάτισαν σημαντικό
ρόλο, επειδή γνωρίζω τη δύναμή τους στο
νου – τόσο το δικό μου όσο και αυτών που
έρχονταν να με επισκεφθούν. Υπάρχει μια
επιστήμη των χρωμάτων και τα ταξινομούμε
στη μαγεία με βάση τους δέκα ουράνιους
σταθμούς, οι οποίοι είναι το διάστημα,
ο Ζωδιακός, οι επτά πλανήτες και η γη.
Υπάρχουν επίσης τα τέσσερα στοιχειακά
βασίλεια, αλλά αυτά είναι άλλο θέμα.
Για
τους σκοπούς μου χρησιμοποίησα ιριδίζοντα
σεληνιακά χρώματα με βάση το ασημένιο,
αποχρώσεις του πορφυρού προς το δαμασκηνί,
κόκκινα χρώματα με αποχρώσεις ματζέντας
ή καστανοκόκκινου, καθώς και τα μπλε
του θαλασσινού νερού και του νυχτερινού
ουρανού. Ποτέ τα έντονα πρωταρχικά που
χρησιμοποιεί κάποιος όταν είναι μάγος.
Προτιμώ τα σκιώδη, αναμιγμένα χρώματα,
επειδή είμαι μια σκιά στο όλο φόντο.
Όσο
αφορά το σώμα μου, το κατέστησα όργανο
της προσωπικότητάς μου, αφού το εκπαίδευσα,
το εφοδίασα και του έμαθα τις δυνάμεις
και τις ικανότητές της. Η φύση υπήρξε
μετρημένη και όχι απλόχερη, γι’ αυτό
έπρεπε να φτιάξω από τον εαυτό μου κάτι
που θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω για
το σκοπό μου. Όντας αφιερωμένη είχα το
δικαίωμα να ζητήσω ό,τι χρειαζόμουν
και, φυσικά, ζήτησα το είδος της ομορφιάς
που θα με καθιστούσε ικανή να τραβώ το
βλέμμα και την προσοχή των ανθρώπων.
Αντί γι’ αυτή, όμως μου δόθηκε διορατικότητα
και φαντασία και με τη γνώση που παρέχουν
αυτά δημιούργησα το δικό μου είδος
ομορφιάς.
Για
κάποια γυναίκα ειπώθηκε κάποτε: «Η όψη
της γυναίκας αυτής είναι οθόνη της ψυχής
της», και τούτο αλήθευε για μένα. Το
πρόσωπό μου είναι καθαρά αιγυπτιακό,
με ελαφρά ανυψωμένα ζυγωματικά και
αμυγδαλωτά μάτια. Η μύτη μου είναι κάπως
αετίσια, γιατί στη βασιλική τάξη της
Αιγύπτου έτρεχε ασσυριακό αίμα. Οι
κόγχες των ματιών μου είναι πολύ
βαθουλωτές και αυτό τα κάνει σκουρότερα
από όσο πραγματικά είναι. Με δυνατό φως
φαίνονται σχεδόν πράσινα – για να
ταιριάζουν με τα τιγρίσια δόντια μου,
όπως μου είπαν. Υποτίθεται πως μοιάζω
με την Κλεοπάτρα ή, μάλλον, πως η Κλεοπάτρα
έμοιαζε με μένα. Έχω πολύ πυκνά βαθυκάστανα
μαλλιά που προσεγγίζουν το μαύρο. Είναι
ολόισια και μερικές φορές τα φτιάχνω
κότσο, ενώ άλλοτε τα πλέκω γύρω στο
κεφάλι σαν στέμμα. Όταν ο καιρός είναι
ζεστός τα αφήνω λυτά σε δύο σειρές πάνω
από το στήθος μου. Πάντοτε τα χωρίζω στη
μέση, όπως τα έχουν οι Ινδιάνες και γι’
αυτό το λόγο οι άνθρωποι μιλούν για
αναμιγμένο αίμα, μολονότι το δέρμα μου
φανερώνει το αντίθετο όντας λευκό σαν
φίλντισι ή σαν τα μεγάλα άνθη της μανόλιας
που δεν έχουν ίχνος ροζ επάνω τους. Στο
βάψιμο των χειλιών είμαι γενναιόδωρη,
σχεδόν σπάταλη και αγαπώ τα μεγάλα
σκουλαρίκια. Θα χρειαζόταν ο Χάισμαν*
για να περιγράψει τα διάφορα σκουλαρίκια
που έχω – από νεφρίτη, κεχριμπάρι,
κοράλι, λαζουλίτη, μαλαχίτη για την
ημέρα και για τη νύχτα έχω θαυμάσια
κοσμήματα – τετράγωνα σμαράγδια, μακριά,
χλωμά με σχήμα σταγόνας μαργαριτάρια
και διάφορα οπάλια σε όλες τις αποχρώσεις,
που τα λατρεύω.
Είμαι
λίγο ψηλότερη από το κανονικό και με
εξαίρεση το μήκος των μηρών μου, μου
ταιριάζει άνετα κάθε είδους έτοιμο
φόρεμα που μπορεί να αγοράσω. Ωστόσο,
δεν αγοράζω ποτέ τυποποιημένα φορέματα.
Έχω τη δική μου μόδα που συνήθως προέρχεται
από καταστήματα με «είδη προικός», γιατί
η άνεση που προσφέρουν οι φαρδιές πτυχές
μιας κουρτίνας, δύσκολα υπάρχουν στα
έτοιμα φορέματα. Και ποιος μπορεί να
μου απαγορεύσει να θέλω να φοράω κάτι
που προοριζόταν για το παράθυρο ενός
βενετσιάνικου αρχοντικού; Μου αρέσει
τα φορέματά μου να πέφτουν άνετα και
ολόισια στο σώμα και να σέρνονται στο
πάτωμα γύρω από τα πόδια μου. Φοράω
μαλακά σανδάλια, με ασημένια, χρυσά και
ιριδίζοντα χρώματα.
Μου
αρέσουν επίσης οι γούνες, επειδή είμαι
ψυχρόαιμο πλάσμα – είναι η μοναδική
μου φυσική αδυναμία. Φοράω γούνες ακόμη
και στο σπίτι και διατηρώ όλα τα σπίτια
μου ζεστά. Μου αρέσει ολόκληρη η γούνα
μαζί με το μεγάλο μοχθηρό κεφάλι και
θέλω να είμαι από ευγενές ζώο, όχι καμιάς
μικρής και άθλιας αλεπούς. Έχω μια
απαλόχρωμη γούνα γκρίζου λύκου, καθώς
και μια άλλη ενός βαθύ μπλε λύκου που
πλησιάζει το μαύρο. Από γούνες αιλουροειδών
έχω μία από λεοπάρδαλη της ζούγκλας
και ακόμη μια πανέμορφη ανοιχτόχρωμη,
η οποία είναι από λεοπάρδαλη που ζει
στα χιόνια των Ιμαλαΐων. Για τούτες τις
τελευταίες οι Θιβετιανοί πιστεύουν πως
ενσαρκώνουν τα πνεύματα των κακών λάμα
που πέθαναν στην αμαρτία.
Μου
αρέσουν και τα δαχτυλίδια. Μάλιστα
εκείνα τα μεγάλα που δύσκολα χωράνε τα
γάντια από πάνω. Μα και τα βραχιόλια που
σαν αλυσίδες περνάνε στους καρπούς. Η
τελετουργία έχει κάνει τα χέρια μου
πολύ ευέλικτα και χρησιμοποιώ τα βερνίκια
των νυχιών τόσο γενναιόδωρα όσο και
εκείνα για τα χείλη. Συνήθως βάφομαι με
ασημένια και χρυσά βερνίκια ή κόκκινα
τόσο σκούρα που να είναι σχεδόν μαύρα,
καθώς και με ιριδίζοντα βερνίκια που
κάνουν τα νύχια μου να μοιάζουν σε
οπάλια. Είναι και αυτά μακριά για να
ταιριάζουν με τα τιγρίσια δόντια μου.
Τα
παπούτσια μου θέλω να είναι πολύ μαλακά,
ελαφριά και εύκαμπτα, σαν γάντια μάλλον
παρά σαν παπούτσια, για να περπατάω
χωρίς θόρυβο. Στη νιότη μου εκπαιδεύτηκα
σαν χορεύτρια και γνωρίζω τι σημαίνει
κίνηση – να κυλάς όπως το νερό. Γνωρίζω
επίσης πως πρέπει να ταλαντεύεται και
να ισορροπεί το σώμα από την κοιλιά και
για την ομορφιά αυτό μετράει περισσότερο
από τη σιλουέτα.
Δεν
είμαι ούτε υπήρξα ποτέ γυναίκα της
μόδας, αλλά και δεν την απορρίπτω. Ωστόσο,
είναι για άλλες και όχι για μένα. Κάποιοι
υποστηρίζουν πως η μόδα είναι κάτι
τεχνητό, έργο του εμπορίου, αλλά αυτό
δεν ισχύει. Η μόδα αλλάζει επειδή το
καινούργιο έλκει και παρακινεί. Όμως
εγώ που είμαι η αιώνια γυναίκα, το
αρχετυπικό θηλυκό, δεν απευθύνομαι στην
επιφάνεια της συνείδησης, στον εξεζητημένο
νου που ερεθίζουν οι νεωτερισμοί, αλλά
στον αρχαϊκό και τον πρωτόγονο που
βρίσκεται στην ψυχή κάθε ανθρώπου και
συναγωνίζομαι σε γοητεία οποιαδήποτε
γυναίκα της μόδας. Μπορεί αυτές να έχουν
εραστές, μα εγώ έχω αγαπηθεί.
Και
θα ανατινάξω τη σιγή μου στα λόγια τους.
Αν και πολλά κρύβονται σε μια φωνή και
τους τόνους της. Ακόμη και οι τόνοι μιας
ομιλίας πρέπει να είναι τραγουδιστοί.
Γλυκοί και απαλοί στα χείλη, αλλά
κραδασμιακοί, επειδή στον κραδασμό
υπάρχει δύναμη, μια δύναμη περίεργη που
ηχεί στην ψυχή. Τη γνωρίζω καλά επειδή
τη χρησιμοποίησα. Σύντομα θα πω τον
τρόπο.
Μπορεί
να χρησιμοποιώ το χρώμα, την κίνηση, τον
ήχο και το φως όπως άλλες γυναίκες
χρησιμοποιούν τη μόδα, αλλά σημαντικότερο
από όλα είναι το άρωμα. Εκτιμώ ιδιαίτερα
τα αρώματα και τους δίνω μεγάλη σημασία,
επειδή διαθέτουν ολόκληρη ψυχολογία
και θεολογία δική τους. Εκείνα που
χρησιμοποιώ είναι διαπεραστικά και
αρωματικά. Οι ευωδιές των λουλουδιών
δε μου πηγαίνουν – κανένας δεν με
παρομοίασε ποτέ με λουλούδι, αν και μου
έχουν πει πως είμαι όμορφη σαν λεοπάρδαλη.
Τα πιο αγαπημένα μου είναι το σαντάλ, ο
κέδρος και το Russia leather. Λατρεύω επίσης
το άρωμα του καμένου μόσχου και τον
τρόπο που διατηρείται παντού. Μου αρέσει
και η καμφορά για την καθαριότητά της.
Από τα αρωματικά λάδια χρησιμοποιώ μόνο
γεράνι, γιασεμί και ροδέλαιο. Αυτά από
την ψυχολογική πλευρά των αρωμάτων,
αλλά από τη θεολογική δύο είναι που
εκτιμώ πολύ: το γάλβανο και το λιβάνι –
την άγρια, μοσχομυριστή γλυκύτητα του
γάλβανου που είναι γη της γης και τον
διαπεραστικό ερεθισμό του λιβανιού που
μοιάζει λες και καίγονται όλα τα δένδρα
του Παράδεισου...
Αυτά
για την προσωπικότητά μου, ή τόσα όσα
μπορώ να πω με λόγια. Τα υπόλοιπα θα
συναχθούν από όσα κάνω.
___________________
*
Χάισμαν (Huysmans): πνευματιστής και συγγραφέας
αποκρυφιστικών θεμάτων από τη Γαλλία.
DION
FORTUNE
Η
ΜΑΓΕΙΑ ΤΗΣ ΣΕΛΗΝΗΣ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΣΙΑΦΑΡΙΚΑΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΙΑΜΒΛΙΧΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου