.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Τρίτη 12 Ιουνίου 2012

ΟΙ ΕΚΛΟΓΙΚΕΣ ΜΑΖΕΣ - GUSTAVE LE BON


Οι εκλογικές μάζες, δηλαδή, οι ομάδες που καλούνται να εκλέξουν τους τιτλούχους ορισμένων λειτουργημάτων, αποτελούν πλήθη ετερογενή. Μα, καθώς δε δρουν παρά σ' ένα μόνο καθορισμένο σημείο: να διαλέξουν ανάμεσα σε διάφορους υποψήφιους, δεν μπορεί κανείς να παρατηρήσει σ' αυτές παρά κάποια από τα χαρακτηριστικά που περιγράψαμε προηγουμένως. Αυτά που εκδηλώνουν κυρίως είναι η ισχνή ικανότητα για συλλογισμό η απουσία κριτικού πνεύματος, η οξυθυμία και η απλοϊκότητα. Ανακαλύπτουμε επίσης στις αποφάσεις του την επιρροή των οχλαγωγών και το ρόλο των παραγόντων που απαριθμήσαμε προηγουμένως: τη διαβεβαίωση, την επανάληψη, το γόητρο και τη μεταδοτικότητα.
Ας αναζητήσουμε πως τις γοητεύει κανείς. Από τις μεθόδους που πετυχαίνουν καλύτερα, η ψυχολογία τους θα εξαχθεί καθαρά.
Η πρώτη από τις ιδιότητες που πρέπει να έχει ο υποψήφιος είναι το γόητρο. Το προσωπικό γόητρο δεν μπορεί ν' αντικατασταθεί παρά μ' εκείνο της περιουσίας. Το ταλέντο η ίδια η ευφυία δεν είναι στοιχεία επιτυχίας.
Αυτή η αναγκαιότητα να περιβάλλεται ο υποψήφιος με γόητρο, να μπορεί συνεπώς να επιβάλλεται ασυζητητί, είναι κεφαλαιώδης. Αν οι εκλογείς, που αποτελούνται κυρίως από εργάτες και αγρότες, εκλέγουν τόσο σπάνια έναν από τους δικούς τους για να τους αντιπροσωπεύει, είναι επειδή οι προσωπικότητες που βγαίνουν από τις τάξεις τους δεν έχουν γι' αυτές κανένα γόητρο. Δε βάζουν ποτέ κάποιον ίσο τους, παρά μόνο για βοηθητικούς λόγους, για ν' αντιδράσουν για παράδειγμα σ' ένα άντρα εξέχοντα, ένα δυναμικό αφεντικό στην εξάρτηση του οποίου βρίσκεται κάθε μέρα ο εκλογέας και που έχει την ψευδαίσθηση ότι θα γίνει έτσι μια στιγμή ο κύριός του.
Αλλά η κατοχή του γοήτρου δεν αρκεί για να εξασφαλίσει την επιτυχία του υποψηφίου. Ο εκλογέας τείνει να δει να κολακεύονται οι επιθυμίες του και οι ματαιοδοξίες του. Ο υποψήφιος πρέπει να τον φορτώσει με υπερβολικές κολακείες, να μη διστάζει να του δίνει τις πιο φανταστικές υποσχέσεις. Μπροστά σε εργάτες δε θα σταματά να βρίζει και να καυτηριάζει τα αφεντικά τους. Όσο για τον αντίπαλο υποψήφιο, θα προσπαθήσει να τον εξουδετερώσει χρησιμοποιώντας τη διαβεβαίωση, την επανάληψη και τη μεταδοτικότητα, ότι είναι ο τελευταίος αλήτης και ότι κανείς δεν αγνοεί πως έχει διαπράξει πολλά εγκλήματα. Ανώφελο εξυπακούεται, ν' αναζητήσουμε γι' αυτά και την παραμικρότερη απόδειξη. Αν ο αντίπαλος δε γνωρίζει καλά την ψυχολογία των μαζών, θα προσπαθήσει να δικαιολογηθεί με επιχειρήματα, αντί να απαντήσει απλά στις συκοφαντίες με άλλες συκοφαντίες. Έτσι δε θα έχει καμιά ελπίδα να θριαμβεύσει.
Το γραπτό πρόγραμμα του υποψηφίου δεν πρέπει να είναι πολύ κατηγορηματικό, γιατί οι αντίπαλοι του θα μπορούν να του το αντιτάξουν κατόπιν: αλλά ούτε το προφορικό του πρόγραμμα δε θα έπρεπε να είναι πολύ υπερβολικό. Οι πιο αξιόλογες μεταρρυθμίσεις μπορούν να υποσχεθούν άφοβα. Στη σωστή στιγμή, αυτές οι υπερβολές προξενούν μεγάλη εντύπωση, και για το μέλλον δε σε δεσμεύουν σε τίποτα. Ο εκλογέας δεν καταγίνεται καθόλου στη συνέχεια να μάθει αν ο εκλεγμένος έχει ακολουθήσει τις διακυρήξεις του για τις οποίες υποτίθεται ότι έγινε η εκλογή του.
Αναγνωρίζουμε εδώ όλους τους παράγοντες της πειθούς που περιγράφονται πιο πάνω. Θα τους ξαναβρούμε στην επίδραση των λέξεων και των τύπων των οποίων έχουμε κιόλας δείξει τη δυναμική τους κυριαρχία. Ο ρήτορας που ξέρει να τους χειρίζεται καθοδηγεί τα πλήθη με τη θέλησή του. Εκφράσεις όπως: το άτιμο κεφάλαιο, οι αχρείοι εκμεταλλευτές, ο θαυμαστός εργάτης, η κοινωνικοποίηση του πλούτου κλπ., προκαλούν πάντα το ίδιο αποτέλεσμα, αν και είναι κιόλας κάπως φθαρμένες. Αλλά ο υποψήφιος που μπορεί ν' ανακαλύψει μια νέα συνταγή, απαλλαγμένη από πολύ σαφές νόημα, και συνεπώς προσαρμόσιμη στους πιο διαφορετικούς πόθους, επιτυγχάνει μια αλάνθαστη επιτυχία. Η αιματηρή ισπανική επανάσταση του 1873 έγινε μια απ' αυτές τις μαγικές λέξεις, με το πολύπλοκο νόημα, που ο καθένας μπορεί να ερμηνεύσει ανάλογα με τις ελπίδες του. Ένας σύγχρονος συγγραφέας διηγήθηκε τη γένεση όρων που αξίζει να την αναφέρουμε:
«Οι ριζοσπάστες είχαν ανακαλύψει ότι μια ενωτική Δημοκρατία είναι μια μεταμφιεσμένη μοναρχία, και για να τους ευχαριστήσουν, τον Κορτές ανακήρυξαν ομόφωνα την ομοσπονδιακή Δημοκρατία δίχως κανένας από τους ψηφοφόρους να μπορεί να πει τι ήταν αυτό που ψηφίστηκε. Αλλά αυτή η συνταγή γοήτευε όλο τον κόσμο, ήταν ένα παραλήρημα, μια μέθη. Μόλις είχαν εγκαινιάσει στη γη τη βασιλεία της αρετής και της ευτυχίας. Ένας δημοκρατικός που ο αντίπαλός του αρνιόταν τον τίτλο του ομοσπονδιακού, θιγόταν θανάσιμα απ' αυτό. Έβγαιναν στους δρόμους λέγοντας: «Ζήτω η ομοσπονδιακή δημοκρατία!» Μετά από λίγο τραγουδούσαν ύμνους στην άγια απειθαρχία και στην αυτονομία του στρατιώτη. Τι ήταν αυτή η «ομοσπονδιακή δημοκρατία»; Άλλοι την θεωρούσαν σαν χειραφέτηση των επαρχιών, θεσμών όμοιων μ' εκείνους των Ηνωμένων Πολιτειών ή σαν διοικητική αποκέντρωση. Άλλοι απέβλεπαν στην εκμηδένιση κάθε αρχής, στην προσεχή έναρξη της μεγάλης κοινωνικής διάλυσης. Οι σοσιαλιστές της Βαρκελώνης και της Ανδαλουσίας διακήρυχναν την απόλυτη κυριαρχία της κομμούνας, προτίθενταν να δώσουν στην Ισπανία δέκα χιλιάδες ανεξάρτητες κοινότητες μη δεχόμενοι νόμους παρά φτιάχνοντας οι ίδιοι, καταργώντας αμέσως το στρατό και τη χωροφυλακή. Είδαν σε λίγο στις επαρχίες του νότου την εξέγερση να μεταδίδεται από πόλη σε πόλη, από χωριό σε χωριό. Μόλις μια κοινότητα έκανε το «pronunciamento» της, η πρώτη της φροντίδα ήταν να καταστρέψει τον τηλέγραφο και τους σιδηροδρόμους για να κόψει όλες τις συγκοινωνίες με τους γείτονές της και τη Μαδρίτη. Δεν υπήρχε ούτε μικρό χωριό που να μη θέλει το μερίδιό του σ' αυτό. Η Ομοσπονδία είχε δώσει τη θέση της σ' ένα άγριο, εμπρηστικο και φονικό σύστημα, και παντού πανηγύριζαν αιματηρά».
Όσο για την επιρροή των συλλογισμών που θα μπορούσαν να εξασκήσουν στο πνεύμα των εκλογέων, έπρεπε να μην έχει κανείς ποτέ υπόψη του μια εκλογική συγκέντρωση για να μην είναι ενήμερος σ' αυτό το θέμα. Εκεί ανταλλάσουν διαβεβαιώσεις, βρισιές, καμιά φορά ξυλοδαρμοί, ποτέ λογικές συζητήσεις. Αν η σιωπή επικρατήσει κάποια στιγμή, είναι όταν κάποιος δύσκολος χαρακτήρας ανακοινώσει ότι θέλει να ρωτήσει τον υποψήφιο ένα από εκείνα τα ενοχλητικά ερωτήματα που πάντα ελκύουν το ακροατήριο. Αλλά η ικανοποίηση των αντιθέτων δε διαρκεί πολύ, γιατί η φωνή του πρώτου σκεπάζεται σε λίγο από τα ουρλιαχτά των αντιπάλων. Μπορούμε να θεωρήσουμε σαν πρότυπο δημόσιας συγκέντρωσης του τα ακόλουθα, ανάμεσα σε μερικά άλλα, που δανείζομαι από τις ημερήσιες εφημερίδες:
«Ένας οργανωτής έχοντας ζητήσει από τους παρευρισκόμενους να ονομάσουν ένα πρόεδρο, κάνει να ξεσπάσει η θύελλα. Οι αναρχικοί πήδηξαν πάνω στη σκηνή για να καταλάβουν με έφοδο το γραφείο. Οι σοσιαλιστές το υπερσπίζουν δραστήρια. Βρίζονται, χαρακτηρίζει ο ένας τον άλλο χαφιέ, πουλημένο κλπ., ένας πολίτης αποσύρεται με πρησμένο μάτι.
Τέλος το γραφείο τοποθετείται όπως-όπως στη μέση του σάλου, και το βήμα παραμένει στο σύντροφο Χ...
Ο ομιλητής κάνει μια βίαιη επίθεση στους σοσιαλιστές που τον διακόπτουν φωνάζοντας: «Κρετίνε! Λωποδύτη! Αλήτη!» κλπ., επίθετα στα οποία ο σύντροφος Χ... απαντά εκθέτοντας μια θεωρία σύμφωνα με την οποία οι σοσιαλιστές είναι «βλάκες» ή «φαρσέρ».
Το γερμανόφωνο κόμμα είχε οργανώσει, χτες βράδυ, στην αίθουσα του Εμπορίου, στην οδό Φωμπούργκ ντυ Ταμπλ, μια μεγάλη προπαρασκευαστική συγκέντρωση για την Εργατική Γιορτή της πρωτομαγιάς. Η λέξη συνθήματος ήταν «Γαλήνη και ησυχία».
Ο σύντροφος G... χαρακτηρίζει τους σοσιαλιστές ως «ηλίθιους» και «αερολόγους».
Σ' αυτά τα λόγια, ομιλητές και ακροατές αρχίζουν να βρίζονται και έρχονται στα χέρια. Οι καρέκλες, οι μπάγκοι, τα τραπέζια μπαίνουν στη σκηνή κλπ...»
Ας μη φανταζόμαστε ότι αυτό το είδος συζήτησης είναι ειδικό μιας καθορισμένης τάξης εκλογέων και προκύπτει από την κοινωνική τους κατάσταση. Σε όλες τις ανώνυμες συνελεύσεις που αποτελούνται αποκλειστικά από εγγράμματους, η συζήτηση παίρνει εύκολα τις ίδιες μορφές. Έχω δείξει ότι οι άνθρωποι στο πλήθος τείνουν προς τη νοητική τους εξίσωση και κάθε στιγμή βρίσκουμε την απόδειξη. Να, για παράδειγμα, ένα απόσπασμα από πρακτικά μιας συγκέντρωσης σπουδαστών:
«Η φασαρία μεγάλωνε καθώς το βράδυ προχωρούσε. Δεν πιστεύω ότι ένας έστω ομιλητής μπόρεσε να πει δέκα φράσεις δίχως να τον διακόψουν. Κάθε στιγμή οι φωνές ακούγονταν από την μια ως την άλλη άκρη ή κι απ' όλες μαζί. Χειροκροτούσαν, σφύριζαν, βίαιες συζητήσεις ανοίγονταν από διάφορους ακροατές. Τα μπαστούνια κουνιόνταν απειλητικά. Χτυπούσαν με ρυθμό το πάτωμα. Όλο κραυγές ακολουθούσαν εκείνους που διέκοπταν: «Έξω! Στο βήμα!»
Ο M. C. Ρίχνει κατηγορίες στη συνέλευση ότι είναι δειλή, πουλημένη κι εκδικητική, και δηλώνει ότι θέλει να την καταστρέψει κλπ.»
Αναρωτιόμαστε πως, μέσα σε τέτοιες συνθήκες, μπορεί να σχηματιστεί η γνώμη ενός εκλογέα; Αλλά το να θέσουμε ένα παρόμοιο ζήτημα θα ήταν αυταπάτη παράδοξη ανάλογα με το βαθμό ελευθερίας που απολαμβάνει μια ομάδα. Τα πλήθη έχουν αντίγνωμες επιβαλλόμενες, ποτέ γνώμες λογικές. Αυτές οι γνώμες και οι ψήφοι των εκλογέων μένουν ανάμεσα στα χέρια των εκλογικών επιτροπών, των οποίων οι καθοδηγητές είναι συχνότατα, έμποροι κρασιών, εξασκώντας μεγάλη επιρροή στους εργάτες στους οποίους κάνουν πίστωση. «Ξέρετε τι είναι μια εκλογική επιτροπή, γράφει ένας από τους πιο ανδρείους υπερασπιστές της δημοκρατίας, ο Μ. Σερέ; Πολύ απλά το κλειδί των θεσμών μας, το κύριο κομμάτι της πολιτικής μηχανής. Η Γαλλία σήμερα κυβερνάται από τις επιτροπές*.»
Έτσι δεν είναι πολύ δύσκολο να επιδράσουμε πάνω τους, αρκεί ο υποψήφιος να γίνει δεκτός και να διαθέσει αρκετά μέσα. Σύμφωνα με τις ομολογίες των χρηματοδοτών, τρία εκατομμύρια αρκούν για να επιτύχουν οι πολλαπλές εκλογές του στρατηγού Μπουλανζέ.
Αυτή είναι η ψυχολογία των εκλογικών μαζών. Είναι ταυτόσημη μ' εκείνη των άλλων μαζών, ούτε καλύτερη ούτε χειρότερη.
Δε θα εξάγω λοιπόν από τα παραπάνω κανένα συμπέρασμα ενάντια στην καθολική ψηφοφορία. Αν έπρεπε ν' αποφασίσω γι' αυτήν, θα την διατηρούσα όπως είναι για λόγους πρακτικούς που απορρέουν ακριβώς από τη μελέτη μας στην ψυχολογία των μαζών, και που θέλω να εκθέσω, αφού έχω από την αρχή υπενθυμίσει τα ελαττώματά της.
Οι ελλείψεις της καθολικής ψηφοφορίας είναι προφανώς πολύ εξόφθαλμες για να παραγνωριστούν. Δε θα μπορούσε κανείς ν' αμφισβητήσει ότι οι πολιτισμοί ήταν το έργο μιας μικρής μειοψηφίας ανώτερων πνευμάτων που αποτελούν την κορυφή μιας πυραμίδας των οποίων τα διαζώματα, ευρυνόμενα όσο μειώνεται η πνευματική αξία, αντιπροσωπεύουν τα βαθιά στρώματα ενός έθνους. Το μεγαλείο ενός πολιτισμού δεν μπορεί βέβαια να εξαρτάται από την ψήφο κατωτέρων στοιχείων που αντιπροσωπεύουν μόνο αριθμητική δύναμη. Αναμφίβολα, ακόμα οι ψήφοι των μαζών είναι συχνά πολύ επικίνδυνοι. Μας έχουν κιόλας προξενήσει πολλές εισβολές και με το θρίαμβο του σοσιαλισμού, οι φαντασιώσεις της λαϊκής κυριαρχίας θα μας στοιχίσουν σίγουρα, πολύ ακριβά ακόμα.
Αλλά αυτές οι αντιρρήσεις, θεωρητικά εξαιρετικές, χάνουν πρακτικά όλη τους τη δύναμη, αν θέλει κανείς να θυμηθεί την ακατανίκητη δύναμη των ιδεών που μεταβλήθηκαν σε δόγματα. Το δόγμα της κυριαρχίας των μαζών είναι, από άποψη φιλοσοφική, τόσο άξιο για υπεράσπιση όσο τα θρησκευτικά δόγματα του Μεσαίωνα αλλά έχει σήμερα απόλυτη ισχύ. Είναι λοιπόν το ίδιο απρόσβλητο όσο ήταν άλλοτε οι θρησκευτικές μας ιδέες. Υποθέστε ένα σύγχρονο ελεύθερο στοχαστή μεταφερμένο από μια μαγική δύναμη στην καρδιά του Μεσαίωνα. Πιστεύετε ότι απέναντι στην κυρίαρχη δύναμη των θρησκευτικών ιδεών που βασίλευαν τότε, θα τολμούσε να τις καταπολεμήσει; Αν έπεφτε στα χέρια ενός δικαστή που θα ήθελε να τον κάψει με την κατηγορία ότι είχε συνάψει συμφωνίες με το διάβολο, ή ότι έκανε συντροφιά με μάγους; Δε συζητούμε με τις δοξασίες των μαζών όπως δεν συζητούμε με τους κυκλώνες. Το δόγμα της καθολικής ψηφοφορίας έχει σήμερα τη δύναμη που είχαν άλλοτε τα χριστιανικά δόγματα. Ομιλητές και συγγραφείς μιλούν με σεβασμό γι' αυτό και με τόσες κολακίες όσες δε γνώρισε ούτε ο Λουδοβίκος ο 14ος. Πρέπει λοιπόν να του φερόμαστε όπως φερόμαστε σ' όλα τα θρησκευτικά δόγματα. Μόνο ο χρόνος επιδρά πάνω σ' αυτά.
Το να προσπαθήσουμε να κλονίσουμε αυτό το δόγμα θα ήταν τόσο πιο ανώφελο όσο οι φαινομενικοί λόγοι που υπάρχουν γι' αυτό: «Στην επόχη της ισότητας, λέει ορθά ο Tocqueville, οι άνθρωποι δεν έχουν καμιά πίστη οι μεν στους δε, εξαιτίας της ομοιότητάς τους. Αλλά αυτή η ίδια ομοιότητα τους δίνει μια σχεδόν απεριόριστη εμπιστοσύνη στην κρίση του κοινού. Γιατί δεν τους φαίνεται πιθανό, έχοντας όλοι τόσες φωτισμένες γνώμες, να μη συναντούν αλήθεια στην πλευρά του πιο μεγάλου αριθμού».
Πρέπει να υποθέσουμε ότι ένας περιορισμός στην ψήφο – περιορισμός στις ικανότητες αν θέλετε – θα βελτίωνε την ψήφο των μαζών; Δεν μπορώ ούτε για μια στιγμή να το παραδεχτώ αυτό για λόγους που σημειώσαμε πιο πάνω σχετικά με τη διανοητική κατωτερότητα όλων των ομάδων, όποια κι αν είναι η σύνθεσή τους. Στον όχλο, το επαναλαμβάνω, οι άνθρωποι πάντα εξισώνονται και στα γενικά ζητήματα, η ψήφος σαράντα ακαδημαϊκών δεν είναι καλύτερη από εκείνη σαράντα νεροκουβαλητών. Δεν πιστεύω ότι καμιά από τις ψήφους για τις οποίες κατηγορείται η ολική ψηφοφορία, η παλινόρθωση της Αυτοκρατορίας, για παράδειγμα, θα διέφερε με ψηφοφόρους που θα προέρχονταν από σοφούς και μορφωμένους. Το γεγονός για ένα άτομο, ότι ξέρει ελληνικά ή μαθηματικά, ότι είναι αρχιτέκτονας, κτηνίατρος, γιατρός ή δικηγόρος, δεν το προικίζει σχετικά με συναισθηματικά ζητήματα, με ιδιαίτερη οξυδέρκεια. Όλοι μας οι οικονομολόγοι είναι άνθρωποι μορφωμένοι, καθηγητές και ακαδημαϊκοί στην πλειοψηφία τους. Υπάρχει ένα γενικό ζήτημα, ο προστατευτισμός για παράδειγμα, που να τους βρήκε σύμφωνους; Μπροστά σε κοινωνικά προβλήματα γεμάτα από πολλαπλούς αγνώστους και κυριαρχούμενα από τη μυστικιστική λογική ή τη συναισθυματική λογική, όλες οι άγνοιες εξισώνονται.
Αν λοιπόν άνθρωποι φορτωμένοι από επιστήμη, αποτελούσαν από μόνοι τους το εκλογικό σώμα, οι ψήφοι τους δεν θα ήταν καλύτεροι από τους σημερινούς. Θα καθοδηγούντο κυρίως από τα συναισθήματά τους και απο το πνεύμα του κόμματός τους. Δε θα είχαμε καμιά λιγότερη από τις σημερινές δυσκολίες και σίγουρα θα είχαμε επιπλέον τη βαριά τυραννία της κάστας.
Περιορισμένη η γενική, χρησιμοποιούμενη σε χώρα δημοκρατική ή μοναρχική, εφαρμοζόμενη στη Γαλλία, στο Βέλγιο, στην Ελλάδα, στην Πορτογαλία, στην Ισπανία, η ψηφοφορία των μαζών είναι παντού όμοια, και εκφράζει συχνά τους πόθους και τις ασύνειδες ανάγκες της φυλής. Ο μέσος όρος των εκλεγμένων αντιπροσωπεύει για κάθε έθνος το μέσο όρο της ψυχής της φυλής. Από τη μια γενιά στην άλλη την συναντούμε σχεδόν όμοια.
Κι είναι έτσι που μια φορά ακόμα ξαναπέφτουμε σ' αυτή τη θεμελιώδη έννοια της φυλής, που συναντήσαμε κιόλας τόσο συχνά, ,και σ' εκείνη την άλλη που προέρχεται από την πρώτη, όπου θεσμοί και κυβερνήσεις παίζουν ένα ρόλο πολύ αδύναμο στη ζωή των λαών. Γιατί αυτοί οι τελευταίοι κατευθύνονται κυρίως από την ψυχή της φυλής τους, δηλαδή, από τα προγονικά απομεινάρια των οποίων αυτή η ψυχή είναι το άθροισμα. Η φυλή και το σύνολο των καθημερινών αναγκών, αυτοί είναι οι μυστηριακοί αφέντες που εξουσιάζουν τα πεπρωμένα μας.


________________
*Οι επιτροπές, όποια κι αν είναι τα ονόματά τους: λέσχες, συνδικάτα κλπ., αποτελούν έναν από τους φοβερότερους κινδύνους της δύναμης των όχλων.
Αντιπροσωπεύουν, πράγματι, την πιο απρόσωπη μορφή, και συνεπώς, την πιο καταπιεστική τυραννία. Οι οχλαγωγοί που κατευθύνουν τις επιτροπές όντας διορισμένοι να μιλούν και να ενεργούν στο όνομα μιας ομάδας απαλλάσσονται απο κάθε ευθύνη και μπορούν να τα επιτρέψουν όλα. Ο πιο άγριος τύραννος δε θα τολμούσε ποτέ να ονειρευτεί τις προγραφές των επαναστατικών επιτροπών. Είχαν, λέει ο Μπαρά, αποδεκατίσει τη Συμβατική. Ο Ροβεσπιέρος ήταν απόλυτος κύριος όσο μπορούσε να μιλάει εξ ονόματός της. Τη μέρα που ο φοβερός δικτάτορας χωρίστηκε απ' αυτούς για λόγους φιλαυτίας, σήμανε η ώρα της καταστροφής του. Η βασιλεία των όχλων είναι η βασιλεία των επιτροπών, συνεπώς των οχλαγογών. Δε θα μπορούσε κανείς να φανταστεί ποτέ πιο ωμό δεσποτισμό.


GOUSTAVE LE BON
ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΟΧΛΩΝ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΕΛΕΝΗ ΚΑΛΚΑΝΗ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΑΜΙΑΝΟΣ (ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ)

Δεν υπάρχουν σχόλια: