Βρεθήκαμε σε μια στείρα
εποχή•
με τα χωράφια της από
καιρό ωργωμένα,
τους αμπελώνες τρυγημένους
και τα κυνήγια θηρεμένα
όλα —
πλήθος οί σαύρες μέσα
στους αμέτρητους τους λάκκους.
Ανασκαμμένη η συνείδηση
μας,
με προκαθωρισμένους
τους ορίζοντες,
εγκαταλειμμένη σ' ένα
τοπίο απροσδόκητο
— με της φιλίας όλα τα
δέντρα ξερριζωμένα,
όλα τα καταλύματα
κατοικημένα,
όλα τα κορφοτόπια
βιασμένα.
Με οδηγό μια παρατήρηση
απελπισμένη
ρυμοτομήσαμε ένα
απελπιστικά στείρο κύκλο,
δίπλα σε μία θάλασσα
χωρίς καράβια,
κάτω, απ ένα ουρανό
χωρίς μια στέγη.
Ψάχνοντας στα χαλάσματα
του παλαιού αλφάβητου,
να συναρμολογήσουμε
μια νέα γλώσσα αποτύχαμε,
βουβά ένας βλέποντας
τον άλλον,
με δίχως υλικά για μια,
υποτυπώδη έστω, οικοδόμηση.
βρεθήκαμε απροετοίμαστοι
σ ένα νεκρό τοπίο, •
χωρίς το όνομα του
κυβερνήτη μας του Παρελθόντος
ή την εικόνα του
δημιουργού μας του Παρόντος,
με το Μέλλον φυλακισμένο
στων χεριών μας τα δεσμά,
Βρισκόμαστε έπειτα από
μια ξηρασία απομακρυσμένη•
αποσυντίθενται στους
λάκκους τους, μαύρα στοιβάγματα,
οι γυρίνοι,
ακαταδίωκτο οί σαύρες
πλήθος δίπλα τους κινούνται,
τρέχουν αόρατες μέσα
στις αγκαθιές,
σωρούς από βούρλα,
πυκνοκατοικημένα από
σαλιγκάρια.
Της μοίρας μας τον
απροσδιόριστο αέρα αναπνέουμε,
φερμένον από ενα πέλαγος
ανώνυμο, ανέκφραστο.
Του Παρελθόντος τελευταία
θύματα και του Παρόντος
πρώτα,
με το Μέλλον παγιδευμένο
στων χεριών μας τα δεσμά,
παγιδευτήκαμε μαζί του
σε μια εποχή χωρίς καρπούς,
σε μια τόσο τρυγημένη
περίοδο,
πού να της δώση όνομα
δεν τόλμησε κανείς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου