.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2013

Η χώρα των ονείρων – Edgar Allan Poe



Μέσ' από δρόμο έρμο κι ισκιωμένο,
μ' αγγέλους του Άδη μόνο στοιχειωμένο,
που Είδωλο εκεί, σε μαύρου θρόνου ερέβη,
μ' όνομα ΝΥΧΤΑ, ολόρθο βασιλεύει,
κάτω στα μέρη αυτά έχω φτάσει τώρα
από μι' αχνή, στερνή της Θούλης χώρα –
από μιαν άγρια γη θλιμμένη που άυλη, μαγεμένη,
πέρ' από ΧΩΡΟ και από ΧΡΟΝΟ μένει.

Λαγκάδια απύθμενα κι άνοχθες ρεματιές,
φαράγγια, και Τιτάνια δάση, και σπηλιές,
που τη μορφή τους απ' τον άνθρωπο σκεπάζει
πάντα η πάχνη που τριγύρω αργοσταλάζει.
Κορφοβούνια που κυλούν ολοένα αγάλι
σε βαθιά πελάγι δίχως περιγιάλι.
Πέλαγα που ακούραστα κλωθογυρνούννε
σ' ουρανούς γεμάτους φλόγες ν' ανεβούνε.
Λίμνες που ατελείωτα, πέρα μακριά,
έρημα ρείθρα απλώνουν – έρημα και νεκρά, –
ρείθρα ασάλευτα – νεκρά και παγωμένα
με τα χιόνια από τα κρίνα τα γερμένα.

Πέρα εκεί στις λίμνες που όλο πιο μακριά
έρημα ρείθρα απλώνουν, έρμα και νεκρά, –
ρείθρα θλιβερα, νεκρά και παγωμένα
με τα χιόνια από τα κρίνα τα γερμένα, –
στις βουνοκορφές – στ' αργό ποτάμι κάτω
με το αιώνιο, σιγαλό μουρμούρισμά του, –
μες στα γκρίζα δάση, – μες στο τέλμα εκεί
που κοντά στο φρύνο, η σαύρα κατοικεί, –
πλάι στο φριχτό βούρκο, πλάι στα βαλτονέρια
που 'χουν οι δράκοι για λημέρια, –
πλάι στην κάθε αναγελάστρα, ανόσια άκρη –
στης πλαγιάς της πιο μελαγχολικής τα μάκρη, –
βρίσκει εκεί με τρόμο ο ξένος σιωπηλές
πεπλοφόρες κάποιες θύμησες παλιές –
φάσματα που το διαβάτη όταν κοιτάζουν
ξαφνιασμένα προσπερνούν κι αναστενάζουν –
ασπροσάβανες σκιές φίλων, που από χρόνια
σ' Ουρανό και Γης δοθήκαν εναγώνια.

Στην καρδιά που εντός της μύριες πίκρες κλείνει
φέρνει η χώρα αυτή παρήγορη γαλήνη –
για το πνεύμα που διαβαίνει στο σκοτάδι
μοίαζει του Ελντοράδο να 'ναι αυτή σημάδι!
Μα ο ταξιδευτής, εκείθε ως ταξιδέψει,
δεν πάει – δεν τολμάει βαθιά της ν' αγναντέψει.
Μένει πάντα το μυστήριο της κρυμμένο
απ' το δειλό του ανθρώπου μάτι τ' ανοιγμένο.
Έτσι το θέλει ο βασιλιάς της, που 'χει ορίσει
ποτέ ματόφυλλο να μην ανοιγοκλείσει.
Γι' αυτό η φτωχή Ψυχή που εδώ περνάει θλιμμένα
μόνο μέσ' από κρύσταλλα τη βλέπει θαμπωμένα.

Μέσ' από δρόμο έρμο κι ισκιωμένο,
μ' αγγέλους του Άδη μόνο στοιχειωμένο,
που Είδωλο εκεί, σε μαύρου θρόνου ερέβη,
μ' όνομα ΝΥΧΤΑ, ολόρθο βασιλεύει,
πίσω στα μέρη αυτά έχω φτάσει τώρα
απ' την αχνή, στερνή της Θούλης χώρα.

Μετάφραση Ν. Σημηριώτης

--------------------------------------------------------------

Dreamland

By a route obscure and lonely,
Haunted by ill angels only,
Where an Eidolon, named NIGHT,
On a black throne reigns upright,
I have reached these lands but newly
From an ultimate dim Thule-
From a wild clime that lieth, sublime,
Out of SPACE- out of TIME.

Bottomless vales and boundless floods,
And chasms, and caves, and Titan woods,
With forms that no man can discover
For the tears that drip all over;
Mountains toppling evermore
Into seas without a shore;
Seas that restlessly aspire,
Surging, unto skies of fire;
Lakes that endlessly outspread
Their lone waters- lone and dead,-
Their still waters- still and chilly
With the snows of the lolling lily.

By the lakes that thus outspread
Their lone waters, lone and dead,-
Their sad waters, sad and chilly
With the snows of the lolling lily,-
By the mountains- near the river
Murmuring lowly, murmuring ever,-
By the grey woods,- by the swamp
Where the toad and the newt encamp-
By the dismal tarns and pools
Where dwell the Ghouls,-
By each spot the most unholy-
In each nook most melancholy-
There the traveller meets aghast
Sheeted Memories of the Past-
Shrouded forms that start and sigh
As they pass the wanderer by-
White-robed forms of friends long given,
In agony, to the Earth- and Heaven.

For the heart whose woes are legion
'T is a peaceful, soothing region-
For the spirit that walks in shadow
'T is- oh, 'tis an Eldorado!
But the traveller, travelling through it,
May not- dare not openly view it!
Never its mysteries are exposed
To the weak human eye unclosed;
So wills its King, who hath forbid
The uplifting of the fringed lid;
And thus the sad Soul that here passes
Beholds it but through darkened glasses.

By a route obscure and lonely,
Haunted by ill angels only,
Where an Eidolon, named NIGHT,
On a black throne reigns upright,
I have wandered home but newly
From this ultimate dim Thule. 


Edgar Allan Poe
ποίηση και φαντασία
ΕΠΙΛΟΓΗ ΑΛΕΞΗΣ ΖΗΡΑΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΛΕΘΡΟΝ 1982


1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

http://www.youtube.com/watch?v=Eeyn0gL8eOM