Ενα από τα βασικά μας λάθη είναι να νομίζουμε ότι ο χρόνος του ανθρώπου είναι πάντα ο ίδιος. Θεωρούμε ότι μια ώρα της παιδικής ηλικίας έχει την ίδια αξία με μια ώρα των γηρατειών. Αυτή είναι μια τελείως λαθεμένη άποψη και μπορούμε να συζητήσουμε τώρα το γιατί.
Ο άνθρωπος αρχίζει την ύπαρξή του σαν ένα μοναδικό κύτταρο, το ωάριο τη στιγμή της γονιμοποίησης του από το σπερματοζωάριο. Αυτός, συνεπώς, ξεκινά την καριέρα του με τη χρονιή κλίμακα ενός μεγάλου κυττάρου, η οποία, όπως υπολογίσαμε στη μελέτη μας για τους χρόνους του σύμπαντος, είναι χίλιες περίπου φορές ταχύτερη από αυτή με την οποία μετρά και αντιλαμβάνεται ο ενήλικος άνθρωπος. Η απίστευτη ταχύτητα των διαδικασιών του πολλαπλασιασμού και της διαφοροποίησης τις ημέρες αμέσως μετά την σύλληψη επιβεβαιώνει πλήρως αυτή την ιδέα.
Μόνο πτος το τελευταίο τμήμα της ζωής του, όταν πλησιάζει ήδη τον θάνατο και μπορεί να επανεξετάσει έναν ολόκληρο κύκλο της ανθρώπινης εμπειρίας, φτάνει η αντίληψη του ανθρώπου σε εκείνο το πλάτος κατανόησης που μπορεί να ειπωθεί ότι χαρακτηρίζει πλήρως τον άνθρωπο.
Ετσι, ανάμεσα στη σύλληψη και το θάνατο η ζωή του ανθρώπου περνά ολοένα γρηγορότερα μέχρις ότου στο τέλος οι ώρες και τα λεπτά περνούν γι’ αυτόν χίλιες φορές γραγορότερα από ό,τι στις ώρες της σύλληψης του. Αυτό σημαίνει ότι όσο προχωρά η ζωή του συμβαίνουν διαρκώς λιγότερα σε κάθε ώρα που περνά. Η αντίληψή του απλώνεται σε μια ολοένα μεγαλύτερη περίοδο, αλλά στην πραγματικότητα αυτή η μεγαλύτερη περίοδος είναι μόνο μια ψευδαίσθηση, εφόσον δεν μπορεί να περιλαμβάνει περισσότερα απ’ ό,τι το μικροσκοπικό κλάσμα του δευτερολέπτου της πρώτης του αίσθησης.
Σκέφτεται να δαμάσει το χρόνο μετρώντας το πέρασμά του με χρόνια, αλλά ο χρόνος τον εξαπατά βάζοντας όλο και μικρότερη διάρκεια μέσα σε αυτά. Ετσι, αμα κοιτάξει πίσω όλη τη ζωή του και προσπαθήσει να την υπολογίσει με την κλίμακα των γενεθλίων του, μικραίνει κατά έναν παράξενο τρόπο την ύπαρξή του, σαν κάποιον που κοιτά μια φωτογραφία που αρχίζει να κυρτώνεται και να χάνεται αδιαόρατα από μπροστά του. Χρησιμοποιώντας μια άλλη παράσταση μπορούμε να πούμε ότι ο άνθρωπος πέφτει μέσα στο χρόνο όπως πέφτουν τα στερεά αντικείμενα μέσα στον αέρα, κερδίζοντας δηλαδή ορμή, ή περνώντας διαρκώς ταχύτερα μέσα από το αντίστοιχο μέσο καθώς αυτός προχωρά.
Η διάρκεια τώρα, της ζωής του ωαρίου είναι, όπως αναγνωρίσαμε επίσης νωρίτερα, ένας σεληνιακός μήνας. Η διάρκεια ζωής του ανθρώπου είναι περίπου χίλιοι τέτοιοι μήνες. Για να έχουμε, λοιπόν, μια σωστή άποψη της ζωής του θα πρέπει να καταγράψουμε μια κλίμακα από το ένα στο χίλια και να τη χωρίσουμε με μια λογαριθμική μάλλον παρά με τη γνωστή μας αριθμιτική πρόοδο. Οι ίσες διαιρέσεις μιας λογαριθμικής κλίμακας σημειώνονται με το 1, 10, 100, 1.000, σε αντίθεση με το 1, 2, 3 μιας αριθμιτικής κλίμακας και με το 1, 2, 4, 8 μιας γεωμετρικής.
Αυτά τα όρια του ενός και των χιλίων μηνών μας θυμίζουν, πράγματι, τα δύο άλλα ενδιάμεσα σημεία. Ο άνθρωπος γεννιέται δέκα σεληνιακούς μήνες μετά την σύλληψη του και είναι γενικά αποδεκτό ότι η παιδική του ηλικία τλιώνει μετά από 100 σεληνιακούς μήνες (7 χρόνια). Αυτά είναι, φανερά, δύο βασικά σημεία στη ζωή του. Σημειώνουμε, λοιπόν, τωρα την κλίμακά μας με το 1, 10, 100, 1.000, διαιρώντας, έτσι, όλη τη σταδιοδρομία του ανθρώπου σε τρία ίσα λογαριθμικώς μέρη: την κύηση, την παιδική του ηλικία και την ωριμότητά του.
Οσο περισσότερο σκεφτόμαστε αυτές τις τρις περιόδους, τόσο μεγαλύτερη ομοιότητα βρίσκουμε μεταξύ τους, σαν οι επόμενες να ήσαν απόηχοι της πρώτης, σαν κάποιος τόνος να ηχούσε στη μια και μετά να ηχούσε σε δύο οκτάβες χαμηλότερα στις άλλες. Στη διάρκεια της περιόδου της κύησης, πριν από τη γέννηση, διαμορφώνεται βαθμιαία το φυσικό σώμα που προωθείται τελικά σε ανεξάρτητη ύπαρξη μέσα σε ένα διαφορετικό μέσο, τον αέρα. Στη διάρκεια της παιδικής ηλικίας, η προσωπικότητα διαμορφώνεται πάνω στη βάση του φυσικού σώματος και ο συνδυασμός τους πρωθείται σε ανεξάρτητη ύπαρξη μέσα στον κόσμο των ανθρώπων. Στη διάρκεια της ωριμότητας ο ψυχοσωματικός οργανισμός που δημιουργήθηκε με αυτόν τον τρόπο αναπτύσσει τις δυνατότητες του και όταν αυτές ολοκληρωθούν, αυτός φεύγει για τον άλλο κόσμο.
Η φύση και οι δυνατότητες του νερού αλλάζουν εντελώς σε δύο σημεία: όταν αυτό μετατρέπεται από ατμός σε υγρό και όταν μετατρέπεται από υγρό σε πάγο. Με τον ίδιο τρόπο, η γέννηση και το τέλος της παιδικής ηλικίας χαρακτηρίζουν τα δύο κρίσιμα σημεία στη ζωή του ανθρώπου όταν, μέσω κάποιας κοσμικής παρέμβασης, μετασχηματίζονται ολόκληρη η φύση και οι δυνατότητες της ύπαρξής του. Αυτές τις στιγμές αναδύεται η ψυχή και εκδηλώνεται σε μια νέα και πιο συγκεκριμένη μορφή.
Ας πάρουμε τη λογαριθμική μας κλίμακα της ζωής του ανθρώπου στα σταθερά σημεία των 1, 10, 100, 1.000 μηνών που διαχωρίζουν τις τρεις βασικές περιόδους της ύπαρξής του και ας την τοποθετήσουμε σε μια κυκλική μορφή. Ο κύκλος θα αντιπροσωπεύει το «επίμηκες σώμα» της ζωής του ανθρώπου, μετρημένης σύμφωνα όχι με τον συνηθισμένο του υπολογισμό αλλά σύμφωνα με την ταχύτητα με την οποία εργάζονται μέσα του οι ζωτικές διαδικασίες. Αυτή θα είναι μια κλίμακα του αληθινού ή οργανικού χρόνου του, διακρινόμενη από την κλίμακα του γενικού χρόνου που δίνεται από ένα ημερολόγιο εετών. Στην κορυφή του κύκλου η σύλληψη και ο θάνατος θα κατέχουν το ίδιο σημείο. Αργότερα, μπορεί να καταλάβουμ ότι αυτό που φαίνεται σαν ένας κύκλος μπορούμε να το δούμεε πιο σωστά σαν τη διατομή μιας σπείρας.
Για ευκολία ας διαιρέσουμε καθμιά από τις τρεις βασικές μας περιόδους ξανά στα τρία. Οι εννιά, έτσι, σταθμοί που παίρνουμε για τη ζωή του ανθρώπου θα αντιστοιχούν χονδρικά στους 2, 4, 5, 10, 20, 44, 100, 200, 440 και 1.000 μήνες από τη σύλληψή του. Δηλαδή, σε 2 και 4,5 μήνες ζωής πριν τη γέννηση, στη γέννηση και μετά στους 10 μήνες, στα 2&3/4 χρόνια, στα 7 χρόνια, στα 15 χρόνια, στα 35 χρόνια και στα 76 χρόνια. Οι περίοδοι ανάμεσα σε αυτούς τους σταθμούς θα είναι ίσης διάρκειας στην κλίμακα του οργανικού χρόνου μας.
Αν σκεφθούμε περισσότερο θα δούμε ότι αυτά τα σημεία αντιστοιχούν πραγματικά σε συγκεεκριμένα στάδια της ανθρώπινης ανάπτυξης. Δύο περίπου μήνες μετά τη σύλληψη το έμβρυο γίνεται εεντελώς ανθρώπινο στη μορφή και την κατασκευή του, με σαφώς διαγεγραμμένα τα διάφορα όργανα και μέρη του. Στους τεσσεράμισι μήνες συμβαίνει το σκίρτημά του και αυτό αποκτά ακούσια κίνηση και δική του κυκλοφορία του αίματος. Η γέννηση σημαδεύεται με την έναρξη της αναπνοής. Στους 10 μήνες το παιδί αρχίζει να μπουσουλάει και γενικά να αποκτά έλεγχο πάνω στις εκούσιες κινήσεις του. Στα 2&3/4 χρόνια αρχίζει να μιλά με πλήρεις προτάσεις, να αναφέρεται στον εαυτό του σαν «εγώ» και να αναπτύσσει απλές νοηματικές λειτουργίες. Αυτό είναι μια προετοιμασία για την ηλικία των 7 περίπου χρόνων, όταν φθάνει σε αυτό που η Εκκλησία ονομάζει «ηλικία της λογικής» και μαζί με αυτή στην πλήρη νοητική πέψη των εντυπώσεων. Η ηλικία των 15 χρόνων σημαδεύει την εφηβεία και την έναρξη της σεξουαλικής λειτουργίας. Η ηλικία των 35 χρόνων είναι παραδοσιακά το αποκορύφωμα της ζωής που χαρακτηρίζεται σύμφωνα με μερικούς από την πιθανότητα εμφάνισης εντελώς νέων λειτουργιών, που δεν είναι αναπτυγμένες στους περισσότερους ανθρώπους. Η ηλικία των 76 χρόνων αντιπροσωπεύει το κανονικό τέλος της ζωής του ανθρώπου, το θάνατο και την αρχή μιας νέας ύπαρξης που μπορεί να τον ακολουθεί.
Αν τώρα, αυτά τα σημεία διαβαθμιστούν σε ακριβείς ημέρες από τη στιγμή της σύλληψης και γίνει μια άλλη λεπτότερη διαίρεση των ενδιάμεσων περιόδων, αρχίζουν να προβάλλουν μερικές πολύ ενδιαφέρουσες αντιστοιχίες. Ο πρώτος βασικος σταθμός ισοδυναμεί με έναν Σεληνιακό κύκλο από την αρχή της κλίμακάς μας. Ο δεύτερος σταθμός σημαδεύεται από την ολοκλήρωση ενός μικροτέρου κύκλου του Ερμή. Ο τρίτος σταθμός, ή η γέννηση, συμβαίνει σε 10 σεληνιακούς κύκλους. Ο τέταρτος σε έναν μικρότερο κύκλο της Αφροδίτης. Εκατό σεληνιακοί κύκλοι σημαδεύουν τον έκτο σταθμό. Ο έβδομος σταθμός σημαδεύεται από έναν μεγαλύτερο κύκλο του Αρη, ο όγδοος από αυτόν του Κρόνου, ενώ η ολοκλήρωση ενός κύκλου του Ουρανού συμπίπτει λίγο – πολύ με τον ένατο σταθμό, το θάνατο.
Φαίνεται ότι ο χρόνος αρχίζει για τον καινούργιο οργανισμό τη στιγμή ακριβώς της γέννησης. Ή ακόμα πιο σωστά, τότε αρχίζουν όλοι οι χρόνοι, δηλαδή ο οργανισμός μετρά το χρόνο κάθε πλανήτη από την κρίσιμη στιγμή που αρχίζει γι’ αυτόν ο χρόνος, τη στιγμή της σύλληψης. Εδώ αρχίζει όχι σαν τον ατομικό τύπο που συζητήσαμε στο τελευταίο κεφάλαιο, αλλά σαν ένας νέος αντιπρόσωπος του ανθρωπίνου είδους. Εκεί που βρίσκονταν τότε οι πλανήτες και ο τρόπος που αυτοί έλαμπαν, αντιπροσωπεύουν την αφετηρία για τον αγώνα δρόμου της ζωής του. Καθώς επίσης, ο κάθε πλανήτης επιστρέφει με τη σειρά του και σύμφωνα με τον κύκλο του σε αυτό το σημείο αφετηρίας, θέτει σε κίνηση το μηχανισμό μιας αντίστοιχης λειτουργίας. Οι δείκτες του ρολογιού μετά από διάφορα χρονικά διαστήματα επιστρέφουν στο μηδέν. Τη στιγμή που το κάνουν χτυπά ένα κουδούνι και τίθεται σε κίνηση μια άλλη όψη του μηχανισμού.
Πως θα το εξηγήσουμε αυτό χωρίς τις συγγένειες της μεσαιωνικής αστρολογίας; Συγγένειες όχι μόνο ύλης αλλά και χρόνου, όχι μόνο ουσίας αλλά και ρυθμού.
Υπάρχει, εευτυχώς, μια σύγχρονη ιδέα που είναι σχεδόν ταυτόσημη με τη μεσαιωνική ιδέα της συγγέενειας, αλλά που αναγνωρίζεται περισσότερο από την επιστημονική σκέψη. Αυτή είναι η ιδέα του συντονισμού.
Σύμφωνα με αυτήν, κάθε φυσική κατασκευή έχει μια βασική νότα ή κραδασμό. Οι άλλοι κραδασμοί που μπορεί να της μεταδίδονται τεχνικώς διατηρούνται μέσα της ανάλογα μεε τη δύναμη και την ισχύ της μεταδιδόμενς ενέργειας. Οταν. Όμως, οι καραδασμοί που της μεταδίδονται αρχίζουν να πλησιάζουν τη βασική της νότα, η κατασκευή αποκρίνεται με έναν εντελώς δυσανάλογο τρόπο. Ο εσωτερικός της κραδασμοός αυξάνει απότομα σε ένταση και αν η μεταδιδόμενη νότα ενισχυθεί επαρκώς, μπορεί κυριολεκτικά να την διαλύσει. Η πτώση των τειχών της Ιεριχούς από τα σαλπίσματα των Ισραηλιτών δεν είναι καθόλου μακριά από τις θεωρητικές δυνατότητες του συντονισμού. Στην ίδια αρχή οφείλεται το παράξενο εκείνο τρέμουλο που πιάνει ένα αυτοκίνητο ή ένα αεροπλάνο όταν το ύψος του ήχου της μηχανής του φθάσει μια ορισμένη νότα, καθώς επίσης ολόκληρη η πρακτική και η τεχνική του συντονισμού στη ραδιοφωνία.
Η διάλυση όμως της κατασκευής δεν είναι με κανένα τρόπο το βασικό αποτέλεσμα του συντονισμού. Αυτός συνεπάγεται τη μετάδοση της ισχύος χωρίς κανέναν ορατό τρόπο και με υπερφυσικά αποτελέσματα για το συντονιστή. Μια ακριβής νότα ενός βιολιού κάνει ένα κρασοπότηρο να «αντηχήσει». Μια συγκεκριμένη λέξη μπορεί να απελευθερώσει σε έναν άνθρωπο κάποια έμφυτη παρόρμηση την οποία για πολλά χρόνια αυτός ούτε υποψιαζόταν. Αν μια πηγή ισχύος ηχήσει τη βασική νότα ενός αδρανούς αντικειμένου, αυτό γεμίζει με δύναμη. Αντιστρόφως, αν ένα αδρανές αντικείμενο μεταβληθεί στην νότα του εκπομπού, όπως ένα ποτήρι στο οποίο προστίθεται νερό μέχρι να αντηχήσει τη φωνή ενός τραγουδιστή, τότε το αδρανές αντικείμενο ενισχύεται ξαφνικά από αυτό στο οποίο ήταν προηγουμένως αναίσθητο.
Ολα αυτά υπονοούν πάρα πολλά σε σχέση με την αντήχηση των οργάνων σε σχέση με τους πλανήτες. Τη στιγμή της σύλληψης η ιδιαίτερη νότα που ηχεί ένας πλανήτης φαίνεται να «θέτει» αυτή τη νότα σαν τη βασική νότα ενός μέχρι τώρα κοιμωμένου αδένα. Προοδευτικά, ο πλανήτης απομακρύνεται απο τη θέση του και η νότα του γίνεται πιο οξεία ή πιο υπόκωφη με την διαφορετική ταχύτητά του σε σχέση με την Γη. Μόνο όταν αυτός επιστρέφει μετά από έναν πλήρη κύκλο προς την αρχική του θέση η νότα του πλησιάζει διαρκώς περισσότερο αυτή που μεταδόθηκε στο αντίστοιχο όργανο κάτω από την επιρροή του. Καθώς αυτός επαναλαμβάνει για μια ακόμη φορά την ακριβή του σχέση, η νότα του ηχεί για μια στιγμή όπως ακριβώς ήχησε προηγουμένως. Ενς ακατανίκητος συντονισμός διακατέχει τον αδένα, αυτό που τον κρατούσε ακίνητο διαλύεται και ξεκινά μια νέα λειτουργία.
Μετά από ένα μήνα η Σελήνη επαναλαμβάνει τη βασική της νότα και απελευθερώνεται η λειτουργία της πέψης. Μετά από τεσσερεσήμισι μήνες, ο ερμής επαναλαμβάνει τη δική του και ακολουθεί η ακούσια κίνηση. Μετά από είκοσι μήνες, η Αφροδίτη επαναλαμβάνει τη δική της και εγκαινιάζεται μια καινούργια όψη στο νήπιο.
Είναι, έτσι, αμυδρά αλλά εξαίσια φανερό ότι στη διάρκεια της ανθρώπινης ζωής όλες οι αντιστοιχίες που βρήκαμε σε σχέση με την αρμονία των πλανητών και την αρμονία της ανθρώπινης φυσιολογίας συνδέονται και συμπίπτουν θαυμαστά. Οπως στο σώμα του ανθρώπου τα διάφορα όργανα διατάσσονται σε μια ανερχόμενη σειρά από το κέντρο ή την καρδιά, έτσι και οι λειτουργίες τους εισέρχονται με την ίδια σειρά στη ζωή του, κυριαρχώντας η μία μετά την άλλη στον οργανισμό και κυβερνώντας το πεπρωμένο του. Επιπλέον, οι περίοδοι της εισόδου τους και της κυριαρχικής επιρροής τους προσδιορίζονται από τον αστρονομικό κύκλο του ιδιαίτερου πλανήτη που τις κυβερνά. Ο άνθρωπος είναι ένας μικρόκοσμος όχι μόνο στατικά στη δομή του, αλλά, επίσης, δυναμικά στο χρόνο. Ο άνθρωπος είναι ένα κινούμενο μοντέλο του ηλιακού συστήματος.
Αν τοποθετήσουμε τα ουράνια σώματα και τις συγχρονισμένες έτσι με αυτά ανθρώπινες λειτουργίες σύμφωνα με την ταξη της συχνότητας περιστροφής τους, παρουσιάζεται μια άλλη παράξεενη αναλογία. Οπως είδαμε, οι δυο πρώτες λειτουργίες, η δημιουργία της φυσικής μορφής και η ακούσια κίνηση, οι οποίες αρχίζουν πριν τη γέννηση, εργάζονται χωρίς την ανάγκη του αέρα. Στον τρίτο μόνο σταθμό ή τη γέννηση, εμφανίζεται η συγκλονιστική εμπειρία του αέρα. Ακολουθούν δύο ακόμα λειτουργίες, η εκούσια κίνηση και η ικανότητα της σκέψης. Μετά, στον έκτο σταθμό συμβαίνει μια ακόμα συγκλονιστική εμπεριία (σοκ), η πλήρης συναισθηματική επίδραση των εντυπώσεων που οφείλονται στο φως, οδηγεί προς τις πρόσθετες λειτουργίες της ωριμότητας και στην πιθανή λειτουργία της συνείδησης.
Αν φανταστούμε τη Σελήνη και τους πλανήτες σαν λειτουργίες του Ηλιακού Συστήματος, βλέπουμε να ενεργεί μια πολύ παρόμοια αρχή. Τα ουράνια σώματα που κυβερνούν τα δύο πρώτα σημεία, η σελήνη και ο ερμής, δεν έχουν καθόλου ατμόσφαιρα. Εχουν μόνο φυσική μορφή και ακούσια κίνηση, δηλαδή περιστροφή γύρω από τη φωτεινή τους πηγή. Οπως όμως, είδαμε νωρίτερα, ο Ερμής, παρόλο που δεν έχει δική του ατμόσφαιρα, περιβάλλεται από το ζωδιακό φως, περικλείεται δηλαδή και προστατεύεται από την αύρα της μητέρας του. Παρόμοια και η Σελήνη περιβάλλεται από το μαγνητικό πεδίο της Γης. Αυτά τα σώματα που δεν έχουν ακόμα ούτε ιδιαίτερη ατμόσφαιρα ούτε ιδιαίτερη κίνηση, αλλά συμμετέχουν μόνο στην ατμόσφαιρα και την κίνηση των γονέων τους, είναι κατά κάποιο τρόπο σαν να μην έχουν γεννηθεί ακόμα.
Από την άλλη μεριά, όλοι εκείνοι οι πλανήτες που έχουν απελευθερωθεί από την άμεση γειτονιά του Ηλιου, από την Αφροδίτη και μετά, έχουν αποκτήσει δική τους ατμόσφαιρα. Εχουν επίσης αποκτήσει κάτι που αντιστοιχεί στην εκούσια κίνηση, τη δύναμη της περιστροφής γύρω από τον άξονά τους. Σαν το παιδί μετά τη γέννησή του, έχουν και αυτοί αρχίσει να αναπνέουν και να κινούνται.
Τελικά μόνο οι εξωτερικοί πλανήτες, και ιδιαίτερα ο Δίας και ο Κρόνος, έχουν μια πλήρη οικογένεια δορυφόρων, όπως μπορεί να κάνει ο άνθρωπος μόνο στην ωριμότητά του (εννοείται οικογένεια). Επιπλέον, πλησιάζουν εκείνη τη φυσική κατάσταση στην οποία θα μπορούσαν να απορροφήσουν πλήρως το ηλιακό φως και να αρχίσουν να ακτινοβολούν οι ίδιοι. Εκείνο όμως, που είναι σίγουρο είναι ότι θα μπορούσαν να κάνουν κάτι τέτοιο με τη σημερινή αεριώδη κατάστασή τους, ενώ μια τέτοια εσωτερική ακτινοβολία είναι αδύνατη για τον Ερμή και τη Γη χωρίς μια πλήρη μεταμόρφωση της φυσικής τους κατάστασης. Μπορούμε να πούμε ότι ο Δίας και ο Κρόνος καεεχουν την πιθανότητα της ακτινοβολίας, όπως ο ώριμος άνθρωπος μετά τον έκτο σταθμό της ζωής του μπορούμε να πούμε ότι κατέχει την πιθανότητα της αυτοσυνείδησης.
Ετσι, στον κοσμικό κύκλο των λειτουργιών, αδιάφορο από το σε ποια κλίμακα τις παίρνουμε, μπορούμε να δούμε τρεις παράλληλες γραμμές ανάπτυξης, που αρχίζουν σε διαφορρετικά μέρη: η πρώτη βασίζεται στην ανάπτυξη της στερεής ή φυσικής ύλης, που αρχίζει στο σημείο 9. Η δεύτερη βασίζεται στην ανάπτυξη του αέρα ή της ατμόσφαιρας, που αρχίζει στο σημείο 3, και η τρίτη βασίζεται στη μετατροπή του φωτός ή των εντυπώσεων, που αρχίζει στο σημείο 6. Είναι δύσκολο να πούμε τι υπονοεί ο κύκλος της αναπνοής και ο κύκλος της μετατροπής του φωτός στην κλίμακα του Ηλιακού Συσηματος. Είναι, όμως, ξεκάθαρο ότι υπάρχουν μερικοί τέτοιοι κύκλοι ανάλογοι με τον αστρονομικά αναγνωρισμένο κύκλο των στερεών ή φυσικών σωμάτων.
Ο άνθρωπος ζει και αναπτύσσεται με την παράλληλη αφομοίωση τροφής, αέρα και εντυπώσεων. Το Ηλιακό Σύστημα αποτελείται από μια παράλληλη ανάπτυξη στερεών σφαιρών, ατμοσφαιρικών σφαιρών, και σφαιρών φωτός. Στην πραγματικότητα, αυτή η παράλληλη ανάπτυξη τριών διαφορετικών επιπέδων ύλης, που δημιουργούνται σε διαφορετικά σημεία, είναι ένα βασικό χαρακτηριστικό του σύμπαντος που επιτρέπει να ξεπεραστεί μεγαλοπρεπώς η αναπόφευκτη απότομη πτώση οποιασδήποτε μοναδικής γραμμής ανάπτυξης.
ΡΟΝΤΝΕΫ ΚΟΛΛΙΝ
Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΙΩΝ ΕΠΙΔΡΑΣΕΩΝ
Ο Ανθρωπος, το Σύμπαν και το Κοσμικό Μυστήριο
Μετάφραση: Δημήτρης Ευαγγελόπουλος
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΥΡΙΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ
John Lurie & the Lounge Lizards