.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2010

ΟΙ ΕΠΙΚΥΡΙΑΡΧΟΙ – ΑΡΘΟΥΡ ΚΛΑΡΚ

Η επιχείρηση ήταν φυσικά από την άποψη των Επικυριάρχων πολύ μικρή, αλλά για την γη ήταν το πιο μεγάλο γεγονός που είχε συμβεί ποτέ. Χωρίς καμιά προειδοποίηση τα μεγάλα πλοία έφθασαν σαν χείμαρρος από τα άγνωστα βάθη του διαστήματος. Αναρίθμητες φορές μυθιστορήματα είχαν περιγράψει μια τέτοια μέρα, αλλά κανείς ποτέ δεν πίστεψε ότι θα συνέβαινε κάποτε στην πραγματικότητα. Τώρα είχε επιτέλους συμβεί. Οι σιωπηλές λαμπερές σιλουέττες που αιωρούντο πάνω από κάθε χώρα ήταν το σύμβολο μιας επιστήμης που ο Ανθρωπος δεν είχε ελπίδες να φτάσει για αιώνες. Για έξι μέρες έπλεαν ακίνητες πάνω από τις πόλεις του, χωρίς να δείχνουν ότι ήξεραν την ύπαρξή του. Δεν ήταν όμως ανάγκη να το δείξουν. Δεν ήταν δυνατόν να ήταν απόλυτα τυχαίο το γεγονός ότι είχαν σταματήσει επάνω ακριβώς από τη Νέα Υόρκη, το Λονδίνο, το Παρίσι, τη Μόσχα, την Ρώμη, το Καίηπ Τάουν, το Τόκιο, την Καμπέρα...
Πριν ακόμη περάσουν αυτές οι μέρες που πάγωσαν την καρδιά, αρκετοί άνθρωποι είχαν ανακαλύψει την αλήθεια. Αυτή δεν ήταν η πρώτη, δειλή επαφή μιας φυλής που δεν ήξερε τίποτε για τον Ανθρωπο. Μέσα σ' αυτά τα σιωπηλά, ακίνητα πλοία, αυθεντίες της ψυχολογίας μελετούσαν τις αντιδράσεις της ανθρωπότητας. Οταν η καμπύλη της έντασης θα έφτανε στο αποκορύφωμά της, θα ενεργούσαν.
Και την έκτη ημέρα, ο Καρέλλεν, ο επόπτης της γης, ανακοίνωσε την ύπαρξή του στη Γη με μια ραδιοφωνική εκπομπή που εκάλυψε κάθε ραδιοφωνική συχνότητα. Μίλησε αγγλικά τόσο τέλεια, ώστε η συζήτηση που προκάλεσε στις δύο πλευρές του Ατλαντικού κράτησε μια ολόκληρη γενιά. Το περιεχόμενο όμως του λόγου ήταν πιο συγκλονιστικό από τον τρόπο που εκφράσθηκε. Με οποιαδήποτε κριτήρια κι αν τον έκρινε κανείς, ήταν έργο υπέρτατης μεγαλοφυίας, που έδειχνε πλήρη και απόλυτη κατοχή των ανθρωπίνων πραγμάτων. Δεν υπήρχε αμφιβολία ότι η ευρυμάθεια και η δεξιοτεχνία του, οι δελεαστικές ενδείξεις μιας γνώσεως που ήταν ακόμη απρόσιτη, ήταν όλα προμελετημένα για να πείσουν την ανθρωπότητα ότι βρισκόταν εμπρός σε μια ακαταμάχητη πνευματική δύναμη. Οταν τελείωσε ο Καρέλλεν, τα κράτη της Γης κατάλαβαν ότι η αβέβαιη ανεξαρτησία τους είχε τελειώσει. Οι τοπικές, εσωτερικές κυβενήσεις, θα διατηρούσαν τις εξουσίες τους, αλλά στο ευρύτερο πεδίο των διεθνών σχέσεων η πρωτοβουλία των τελικών αποφάσεων είχε ξεφύγει από τα ανθρώπινα χέρια. Οι αντιρρήσεις – οι διαμαρτυρίες – όλα ήταν μάταια.
Ηταν δύσκολο να περιμένει κανείς ότι όλα τα κράτη του κόσμου θα υποτάσσονταν χωρίς αντίσταση σε μια τέτοια μείωση των εξουσιών τους. Κι όμως η ενεργητική αντίσταση παρουσίαζε σοβαρές δυσχέριες, γιατί η καταστροφή των σκαφών των Επικυριάρχων, στην περίπτωση που θα ήταν δυνατή, θα εξαφάνιζε και τις πόλεις που βρίσκονταν κάτω τους. Παρ' όλα αυτά μια μεγάλη δύναμη έκανε την απόπειρα. Ίσως οι υπεύθυνοι είχαν την ελπίδα ότι θα “πετύχαιναν μ' ένα σμπάρο δυό τρυγόνια” γιατί ο στόχος του ατομικού βλήματός τους βρισκόταν πάνω από την πρωτεύουσα ενός γειτονικού αλλά όχι φιλικού κράτους.
Καθώς το είδωλο του μεγάλου πλοίου γέμιζε την οθόνη της τηλεοράσεως στο μυστικό δωμάτιο ελέγχου, ο μικρός όμιλος αξιωματικών και τεχνικών που παρακολουθούσε ια πρέπει να αισθάνθηκε πολλές δυνατές συγκινήσεις. Αν πετύχαιναν, ποιές θα ήταν οι ενέργειες των υπολοίπων πλοίων; θα μπορούσαν να καταστραφούν κι αυτά και ν' αφήσουν έτσι την ανθρωπότητα ν' ακολουθήσει ξανά τον δρόμο της μόνη; Ή ο Καρέλλεν θα έπαιρνε μια τρομερή εκδίκηση απ' αυτούς που του επιτέθηκαν;
Η οθόνη έμεινε απότομα κενή καθώς το βλήμα καταστράφηκε μόλις ήλθε σε επαφή. Αμέσως η προβολή συνεχίσθηκε από μια εναέρια μηχανή λήψεως που βρισκόταν πολλά μίλια μακριά. Στο κλάσμα του δευτερολέπτου που μεσολάβησε, η πύρινη σφαίρα θα έπρεπε να είχε κιόλας σχηματισθεί και να γέμιζε τον ουρανό με την ηλιακή φλόγα της.
Κι όμως δεν έγινε τίποτε απολύτως. Το μεγάλο πλοίο παρέμεινε ακίνητο, άθικτο, λουσμένο στο φως του ήλιου, εκεί στην άκρη του διαστηματος. Οχι μόνον, δεν μπόρεσε η βόμβα να το αγγίξει, αλλά ούτε κανείς μπόρεσε ποτέ να αντιληφθεί τι ακριβώς συνέβη στο βλήμα. Εκτός απ' αυτό, ο Καρέλλεν δεν έκανε τίποτε εναντίον των υπευθύνων, ούτε καν έδειξε ότι κατάλαβε την επίθεση. Τους αγνόησε περιφρονητικά, και τους άφησε να αγωνιούν για μια εκδίκηση που ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε. Ηταν μια συμπεριφορά πολύ περισσότερο αποτελεσματική και αποκαρδιωτική από κάθε άλλη πράξη αντιποίνων. Η υπεύθυνη κυβέρνηση κατέρρευσε τελείως μέσα σε λίγες εβδομάδες κι ύστερα από ένα ξέσπασμα αμοιβαίων κατηγοριών.
Παρουσιάστηκαν επίσης και μερικές περιπτώσεις παθητικής αντιστάσεως στην πολιτική των Επικυριάρχων. Συνήθως ο Καρέλλεν τις αντιμετώπιζε με το ν' αφήνει τους ενδιαφερόμενους να κάνουν ό,τι ήθελαν μέχρι να ανακαλύψουν οι ίδιοι ότι το μόνο που κατάφερναν ήταν να βλάπτουν τους εαυτούς των με την άρνησή τους για συνεργασία. Μόνο μια φορά έλαβε άμεσα μέτρα εναντίον μιας κυβερνήσεως που αντιδρούσε.
Για περισσότερα από εκατό χρόνια, η Δημοκρατία της Νοτίου Αφρικής ήταν το κέντρο κοινωνικών αναταραχών. Πολλοί καλοπροαίρετοι και από τις δύο πλευρές, προσπάθησαν να επιτύχουν μια προσέγγιση, αλλά μάταια – οι φόβοι και οι προκαταλήψεις ήταν πολύ βαθειά ριζωμένες για να επιτρέψουν την συνεργασία. Οι εναλλασσόμενες κυβερνήσεις διέφεραν μόνο ως προς τον βαθμό της αδιαλλαξίας τους. Η χώρα ήταν διαποτισμένη με το δηλητήριο του μίσους και τις συνέπειες ενός εμφυλίου πολέμου.
Οταν φάνηκε πια καθαρά ότι δεν μπορούσε να γίνει καμιά προσπάθεια να τελειώσουν οι διακρίσεις, ο Καρέλλεν έκανε μια προειδοποίηση. Απλώς προσδιόρισε μια ημέρα και ώρα – τίποτε άλλο. Επεκράτησε ανησυχία, όχι όμως φόβος ή πανικός γιατί κανείς δεν πίστευε ότι οι Επικυρίαρχοι θα έκαναν καμιά ενέργεια βίας ή καταστροφής που θα στρεφόταν χωρίς διάκριση εναντίον αθώων και ενόχων.
Και είχαν δίκιο. Το μόνο που συνέβη ήταν ότι μόλις ο ήλιος διέσχισε τον μεσημβρινό του Καίπ Τάουν – έσβησε. Το μόνο που έμεινε ορατό ήταν ένα χλωμό, πορφυρό ίχνος που δεν έδινε ούτε φως ούτε ζέστη. Εξω στο διάστημα, το φως του ήλιου είχε πολωθεί κάπως από δύο διασταυρούμενα πεδία, ώστε να μη περνά καμιά ακτινοβολία. Η περιοχή που καλύπτονταν έτσι είχε διάμετρο πεντακόσια χιλιόμετρα και ήταν ένας τέλειος κύκλος.
Η επίδειξη κράτησε τριάντα λεπτά. Ηταν αρκετά. Την επόμενη ημέρα η κυβέρνηση της Νοτίου Αφρικής ανακοίνωσε ότι θα αποδίδονταν πάλι πλήρη πολιτικά δικαιώματα στη λευκή μειονότητα.
Εκτός από αυτά τα μεμονωμένα περιστατικά, η ανθρώπινη φυλή είχε δεχθεί τους Επικυριάρχους σαν κάτι φυσικό. Σ' ένα εκπληκτικά σύντομο χρονικό διάστημα, το αρχικό σοκ είχε περάσει και ο κόσμος συνέχισε την ζωή του ξανά. Η μεγαλύτερη αλλαγή που θα μπορούσε να παρατηρήσει ένας σύγχρονος Ριπ Βαν Γουίνκλ θα ήταν μια κρυφή αναμονή, καθώς η Ανθρωπότητα περίμενε   να φανερωθούν οι Επικυρίαρχοι και να βγουν από τα γυαλιστερά πλοία τους.


ΑΡΘΟΥΡ ΚΛΑΡΚ
ΟΙ ΕΠΙΚΥΡΙΑΡΧΟΙ (ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ)
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: Δ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΚΤΟΣ


Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2010

Ο βοσκός με τα πολλά αρνάκια και τα Αρπακτικά

Την Δευτέρα 23/11/2009 είχα κάνει μια ανάρτηση με τίτλο 
Βέβαια εκείνο που δεν είχα αναφέρει ήταν ότι την  εν λόγω ιστορία συνήθιζε να λέει ο Γκουρτζίεφ στους μαθητές του και έχει αποτυπωθεί στο βιβλίο του Πήτερ Ουσπένσκυ "Αναζητώντας τον κόσμο του θαυμαστού" (Εκδόσεις Πύρινος Κόσμος) (σελ. 342 -343).
Υποθέτω πως ο συντάκτης του www.capital.gr γνώριζε ποια ήταν η πηγή. 
Αν θέλετε πάντως να σας φτιάξει πραγματικά η διάθεση μπείτε στην δ/νση του αρθρου και διαβάστε τα σχόλια. Είναι υπεράνω περιγραφής.


Η ιστορία έθετε στο τέλος τα εξής ερωτήματα:

Μήπως το μυαλό μας, δεν είναι δικό μας; 

Μήπως δεν εξυπηρετεί εμάς, αλλά άλλους; 

Το κείμενο που ακολουθεί είναι κατά την άποψή μου απάντηση στα ερωτήματα.  Είναι από το βιβλίο του Carlos Castaneda "Η ενεργός πλευρά του απείρου" των εκδόσεων Λιβάνη - "Το κλειδί"



ΤΑ ΑΡΠΑΚΤΙΚΑ – CARLOS CASTANEDA
...Τι είναι αυτό, δον Χουάν, ρώτησα. Βλέπω παντού γύρω μου σκιές, σκιές που ξεγλιστρούν.
Α, είναι το σύμπαν στην ολότητά του, απάντησε. Ασύγκριτο, μη γραμμικό, πέρα από το βασίλειο της σύνταξης. Οι σαμάνοι του αρχαίου Μεξικού ήταν οι πρώτοι που διέκριναν αυτές τις φευγαλέες σκιές, κι έτσι παρακολούθησαν τις κινήσεις τους. Τις είδαν όπως τις βλέπεις κι εσύ, και τις είδαν επίσης σαν ενέργεια που ρέει στο σύμπαν. Και ανακάλυψαν κάτι υπερβατικό.
Σώπασε και με κοίταξε. Οι παύσεις του ήταν πολύ καίριες. Σώπαινε πάντα όταν εγώ ένιωθα να κρέμομαι από μια κλωστή.
Τι ανακάλυψαν δον Χουάν; τον ρώτησα.
Ανακάλυψαν πως έχουμε έναν ισόβιο σύντροφο, απάντησε με όση σαφήνεια μπορούσε. Ενα αρπακτικό, που ανέβηκε από τα βάθη του κόσμου και πήρε τον έλεγχο της ζωής μας. Τα ανθρώπινα όντα είναι αιχμάλωτοί του. Τούτο το αρπακτικό, που είναι πολλοί άρπαγες μαζί, είναι κύριος και αφέντης μας. Μας έκανε υπάκουους, αβοήθητους. Οταν πάμε να διαμαρτυρηθούμε, καταπνίγει τις διαμαρτυρίες μας. Κι όταν θελήσουμε να δράσουμε ανεξάρτητα, απαιτεί να μη δράσουμε καθόλου.
...Το γυροφέρνω τόση ώρα για να σου πω ότι κάτι μας κρατά αιχμαλώτους. Κι είμαστε όντως αιχμάλωτοι, δεσμώτες! Αυτό ήταν ένα ενεργειακό γεγονός για τους σαμάνους του Μεξικού.
Και γιατί μας κυρίευσε αυτό το αρπακτικό με τον τρόπο που μου περιγράφεις δον Χουάν; τον ρώτησα. Κάποια λογική εξήγηση πρέπει να υπάρχει.
Υπάρχει μια εξήγηση, μου αποκρίθηκε τότε σοβαρά. Και είναι η απλούστερη εξήγηση στον κόσμο. Αυτές οι οντότητες μας κυρίευσαν επειδή είμαστε η τροφή τους και μας απομυζούν ανελέητα γιατί είμαστε τα μέσα συντήρησής τους. Κι όπως εμείς εκτρέφουμε κοτόπουλα σε ορνιθοτροφεία, έτσι και τα αρπακτικά εκτρέφουν εμάς σε ανθρωποτροφεία. Ετσι έχουν πάντα άφθονο φαγητό.
Οχι, όχι, όχι, άκουσα τον εαυτό μου να κραυγάζει. Είναι παράλογο δον Χουάν. Είναι τερατώδες αυτό που λες. Απλώς δεν μπορεί να 'ναι αλήθεια, για τους μάγους τους κοινούς ανθρώπους ή οποιονδήποτε άλλο!
Γιατί όχι; έκανε ήρεμα ο δον Χουάν. Γιατί όχι; επειδή σε εξοργίζει;
Ναι, με εξοργίζει! απάντησα αμέσως. Αυτοί οι ισχυρισμοί είναι τερατώδεις!
Καλά, μου είπε, όμως δεν τα άκουσες όλα ακόμη. Περίμενε λίγο, να δεις πως θα νιώσεις. Θα σε βομβαρδίσω. Θα κάνω δηλαδή στο μυαλό σου τρομακτικές επιθέσεις, ασύλληπτες εφόδους. Και μη θαρρείς πως μπορείς να σηκωθείς και να φύγεις, γιατί είσαι εγκλωβισμένος. Οχι γιατί σε κρατάω εγώ αιχμάλωτο, αλλά επειδή υπάρχει κάτι μέσα σου που θα σε εμποδίσει να φύγεις, ενώ ένα άλλο κομμάτι σου θα γίνει αληθινά έξω φρενών. Γι αυτό, θωράκισε τον εαυτό σου.
Κάνω έκκληση στο αναλυτικό σου μυαλό, είπε ο δον Χουάν. Σκέψου για μια στιγμή και πες μου: Πως εξηγείς την αντίφαση ανάμεσα στη νοημοσύνη του ανθρώπου που μηχανεύεται, οργανώνει και κατασκευάζει και την ηλιθιότητα των συστημάων των πεποιθήσεων και δοξασιών του ή την ηλιθιότητα της αντιφατικής συμπεριφοράς του; Οι μάγοι πιστεύουν ότι τα αρπακτικά μας έχουν δώσει τα συστήματα πεποιθήσεων που ασπαζόμαστε, τις ιδέες μας για το καλό και το κακό, τα κοινωνικά μας ήθη. Τα αρπακτικά είναι που δημιούργησαν τις ελπίδες τις προσδοκίες μας, το όραμα της επιτυχίας, τον εφιάλτη της αποτυχίας. Αυτά τα αρπακτικά μαςέδωσαν την πλεονεξία, την απληστία και τη δειλία μας. Είναι τα αρπακτικά αυτά που μας κάνουν αυτάρεσκους, κοινότοπους και εγωπαθείς.
Μα πως μπορούν να τα κάνουν όλα αυτά, δον Χουάν; τον ρώτησα, ενώ τα λόγια του μ' είχαν θυμώσει ακόμη περισσότερο. Τι κάνουν δηλαδή; Τα ψιθυρίζουν στ' αυτί μας όλα αυτά όταν κοιμόμαστε;
Οχι δεν το κάνουν έτσι. Αυτό είναι βλακώδες! Απάντησε χαμογελώντας ο δον Χουάν. Είναι απείρως πιο ικανά και συγκροτημένα. Για να μας κρατούν υπάκουους, μειλίχιους κι ανίσχυρους, τα αρπακτικά χρησιμοποιούν ένα καταπληκτικό τέχνασμα – καταπληκτικό από άποψη στρατηγικής φυσικά. Είναι ένα φρικτό τέχνασμα για όσους το υφίστανται. Μας έδωσαν το μυαλό τους! Μ' άκουσες; Τα αρπακτικά μας έδωσαν το μυαλό τους, που έγινε και δικό μας. Το μυαλό των αρπακτικών είναι ταραγμένο, αντιφατικό, σκυθρωπό, πλημμυρισμένο από το φόβο μην αποκαλυφθεί από στιγμή σε στιγμή.
Ξέρω πως μολονότι δεν πείνασες ποτέ, συνέχισε, ανησυχείς για το πως θα εξασφαλίσεις την τροφή σου, κάτι που δεν είναι παρά η ανησυχία του αρπακτικού που φοβάται μήπως ανά πάσα στιγμή αποκαλυφθεί το τέχνασμά του και του αρνηθούν την τροφή που έχει τόση ανάγκη. Μέσω του ανθρωπίνου νου, που άλλωστε είναι ο δικός τους νους, τα αρπακτικά εισάγουν στη ζωή των ανθρώπινων όντων οτιδήποτε τα εξυπηρετεί. Με τον τρόπο αυτό κατορθώνουν να αποκτήσουν λίγη ασφάλεια, που λειτουργεί σαν ασπίδα απέναντι στο φόβο τους.
Δεν είναι ότι δεν μπορώ να δεχτώ τη φαινομενική αξία όσων λες δον Χουάν, είπα. Θα μπορούσα, αλλά υπάρχει κάτι τόσο αηδιαστικό σ' αυτό τον ισχυρισμό, που με απωθεί και με αναγκάζει να κρατήσω αντίθετη στάση, να επιχειρήσω να σε αντικρόυσω. Αν είναι αλήθεια πως μας τρώνε πως το κάνουν;
Μου εξήγησε ότι οι μάγοι βλέπουν τα ανθρώπινα όντα σαν παράξενες, φωτεινές σφαίρες ενέργειας, που καλύπτονται ολόκληρες από ένα λαμπερό περίβλημα, κάτι σαν λούστρο, σαν επίχρισμα, ένα κάλυμμα που εφαρμόζει σφιχτά στο κουκούλι της ενέργειάς τους. Συνέχισε λέγοντας πως αυτό το λαμπερό περίβλημα της επίγνωσης είναι που καταναλώνουν τα αρπακτικά, και πως όταν ένα ανθρώποινο ον φτάσει στην ενηλικίωση, το μόνο που απομένει από αυτό το λαμπερό περίβλημα της επίγνωσης είναι μια στενή λωρίδα που φτάνει από το έδαφος ως τις άκρες των δαχτύλων των ποδιών. Αυτή η λωρίδα επιτρέπει στην ανθρωπότητα να επιζήσει, μόλις και μετά βίας.
Σαν να 'βλεπα όνειρο, άκουσα τον δον Χουάν Μάτους να μου εξηγεί ότι, απ' όσο ήξερε, ο άνθρωπος είναι το μοναδικό είδος που διαθέτει το λαμπερό περίβλημα της επίγνωσης έξω από το φωτεινό του κουκούλι. Γίνεται επομένως εύκολο θύμα μιας διαφορετικής επίγνωσης όπως είναι η σκλήρή επίγνωση του αρπακτικού.
Στη συνέχεια έκανε την πιο δυσοίωνη δήλωση που είχα ακούσει ποτέ από τα χείλη του. Μου είπε ότι αυτή η στενή λωρίδα επίγνωσης αποτελεί τον πυρήνα της αυτοανάκλασης, όπου εγκλωβίζεται αμετάκλητα ο άνθρωπος. Με τον επιδέξιο χειρισμό της αυτοανάκλασης, της μοναδικής λάμψης επίγνωσης που αφήνουν στον άνθρωπο τα αρπακτικά δημιουργούν αναλαμπές επίγνωσης, τις οποίες στη συνέχεια καταναλώνουν με αδίστακτο, ληστρικό τρόπο. Μας φορτώνουν με ανόητα προβλήματα που αναγκάζουν εκείνες τις αναλαμπές επίγνωσης να γεννηθούν, και κατορθώνουν μ' αυτό τον τρόπο να μας κρατούν ζωντανούς, ώστε να μπορούν να τρέφονται από την ενεργειακή αναλαμπή των ψευδοανησυχιών μας.
Τον ρώτησα: γιατί οι σαμάνοι του αρχαίου Μεξικού, όπως και όλοι οι σύγχρονοι σαμάνοι, μολονότι βλέπουν τα αρπακτικά δεν κάνουν τίποτα γι' αυτό;
Δεν υπάρχει τίποτα που θα μπορούσαμε να κάνουμε γι' αυτό εσύ ή εγώ, μου απάντησε θλιμμένα. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να αποκτήσουμε αυτοπειθαρχία και να τη φτάσουμε σ' ένα σημείο όπου δε θα μπορούν να μας αγγίξουν. Πως μπορείς να ζητήσεις από τους συνανθρώπους σου να ακολουθήσουν μια τόσο αυστηρή αυτοπειθαρχία; Θα σε περιγελάσουν και θα σε γελοιοποιήσουν, ενώ οι πιο επιθετικοί θα σε μαυρίσουν στο ξύλο. Κι όχι τόσο επειδή δεν θα σε πιστέψουν. Κάπου στα βάθη κάθε ανθρώπινου όντος υπάρχει η προγονική γνώση της ύπαρξης των αρπακτικών. Το ξέρουν τα σπλάχνα σου.
...Οι σαμάνοι του αρχαίου Μεξικού είδαν τα αρπακτικά. Τα ονόμασαν ιπτάμενους επειδή κάνουν βουτιές στον αέρα. Δεν είναι όμορφο θέαμα. Μεγάλες, αδιαπέραστες σκιές που σκίζουν τον αέρα. Μετά προσγειώνονται βαριά στο έδαφος. Οι σαμάνοι προβληματίστηκαν πολύ για το πότε εμφανίστηκαν στη γη. Είχαν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο άνθρωπος ήταν κάποτε ένα τέλειο ον, ικανό να επιτελέσει με θαυμαστη διαορατικότητα άθλους επίγνωσης που στις μέρες μας έχουν τη μορφή μύθων και θρύλων. Κι έπειτα όλα χάθηκαν κι έχουμε τώρα έναν άνθρωπο σε καταστολή.
Τι λες τώρα, δον Χουάν; τον ρώτησα άψυχα.
Αυτό που λέω είναι πως δεν έχουμε να αντιμετωπίσουμε κάποια συνηθισμένα αρπακτικά. Είναι πολύ έξυπνα, πολύ συγκροτημένα. Χρησιμοποιούν πολύ μεθοδικά το σύστημα που θα μας εξουδετερώσει. Ο άνθρωπος, το μαγικό ον που προορίζεται να γίνει, παύει να είναι πλάσμα μαγικό. Δεν είναι παρά ένα κομμάτι κρέας. Δεν υπάρχουν πια άλλα όνειρα γι' αυτόν, πέρα από τα όνειρα ενός ζώου αναθρεμμένου για να γίνει κάποτε ένα κομμάτι κρέας: κοινότοπα, συμβατικά, ηλίθια...


Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010

ΤΟ ΣΤΕΡΝΟ ΤΑΞΙΔΙ - Juan Ramon Jimenez

...Και θα φύγω. Και θα μείνουν τα πουλιά, να τραγουδούν.
και θα μείνει ο μικρός κήπος, με το θαλερό του δέντρο,
και με τ' άσπρο του πηγάδι.

Θα 'ναι ο ουρανός γαλάζιος και γαλήνιος, κάθε βράδυ.
και θα ηχούνε, σαν κι απόψε, στο καμπαναριό οι καμπάνες.

Οσοι μ' έχουν αγαπήσει θα πεθάνουν.
και θα ξανανιώνει η πόλη κάθε χρόνο.
και το πνεύμα μου εκεί κάτου μες στον ανθισμένο κήπο
θα γυρνάει, νοσταλγικό...

Και θα φύγω. θα 'μαι μόνος, δίχως σπίτι, δίχως δέντρο
πράσινο κι άσπρο πηγάδι,
χωρίς ουρανό γαλάζιο και γαλήνιο...
Και θα μείνουν τα πουλιά να τραγουδούν...
  
                        *
ΑΔΥΝΑΤΟ καρφί, γερό καρφί...
Ω ψυχή μου, δεν έχει σημασία!
Οποια κι αν είναι η τύχη,
ο πίνακας θα πέσει.

Από το βιβλίο: 
ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΞΕΝΗ ΠΟΙΗΣΗ
ΠΕΤΡΟΣ ΔΗΜΑΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΟΚΟΛΗ





ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΚΕΥΉ, 27 ΝΟΕΜΒΡΊΟΥ 2009 ΕΙΧΑ ΚΑΝΕΙ ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΜΕ ΤΙΤΛΟ «Το τελευταίο ταξίδι» - Χουάν Ραμόν Χιμένες

ΗΤΑΝ ΤΟ ΙΔΙΟ ΠΟΙΗΜΑ ΣΕ ΑΛΛΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ. ΟΜΩΣ ΚΑΙ Η ΑΝΩΤΕΡΩ ΕΧΕΙ ΤΗ ΔΙΚΗ ΤΗΣ ΟΜΟΡΦΙΑ ΚΑΙ ΜΟΥ ΑΡΕΣΕΙ ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ.




Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 2010

Η ΕΠΙΒΡΑΔΥΝΣΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΧΡΟΝΟΥ – ΡΟΝΤΝΕΫ ΚΟΛΛΙΝ

Ενα από τα βασικά μας λάθη είναι να νομίζουμε ότι ο χρόνος του ανθρώπου είναι πάντα ο ίδιος. Θεωρούμε ότι μια ώρα της παιδικής ηλικίας έχει την ίδια αξία με μια ώρα των γηρατειών. Αυτή είναι μια τελείως λαθεμένη άποψη και μπορούμε να συζητήσουμε τώρα το γιατί.
Ο άνθρωπος αρχίζει την ύπαρξή του σαν ένα μοναδικό κύτταρο, το ωάριο τη στιγμή της γονιμοποίησης του από το σπερματοζωάριο. Αυτός, συνεπώς, ξεκινά την καριέρα του με τη χρονιή κλίμακα ενός μεγάλου κυττάρου, η οποία, όπως υπολογίσαμε στη μελέτη μας για τους χρόνους του σύμπαντος, είναι χίλιες περίπου φορές ταχύτερη από αυτή με την οποία μετρά και αντιλαμβάνεται ο ενήλικος άνθρωπος. Η απίστευτη ταχύτητα των διαδικασιών του πολλαπλασιασμού και της διαφοροποίησης τις ημέρες αμέσως μετά την σύλληψη επιβεβαιώνει πλήρως αυτή την ιδέα.
Μόνο πτος το τελευταίο τμήμα της ζωής του, όταν πλησιάζει ήδη τον θάνατο και μπορεί να επανεξετάσει έναν ολόκληρο κύκλο της ανθρώπινης εμπειρίας, φτάνει η αντίληψη του ανθρώπου σε εκείνο το πλάτος κατανόησης που μπορεί να ειπωθεί ότι χαρακτηρίζει πλήρως τον άνθρωπο.
Ετσι, ανάμεσα στη σύλληψη και το θάνατο η ζωή του ανθρώπου περνά ολοένα γρηγορότερα μέχρις ότου στο τέλος οι ώρες και τα λεπτά περνούν γι’ αυτόν χίλιες φορές γραγορότερα από ό,τι στις ώρες της σύλληψης του. Αυτό σημαίνει ότι όσο προχωρά η ζωή του συμβαίνουν διαρκώς λιγότερα σε κάθε ώρα που περνά. Η αντίληψή του απλώνεται σε μια ολοένα μεγαλύτερη περίοδο, αλλά στην πραγματικότητα αυτή η μεγαλύτερη περίοδος είναι μόνο μια ψευδαίσθηση, εφόσον δεν μπορεί να περιλαμβάνει περισσότερα απ’ ό,τι το μικροσκοπικό κλάσμα του δευτερολέπτου της πρώτης του αίσθησης.
Σκέφτεται να δαμάσει το χρόνο μετρώντας το πέρασμά του με χρόνια, αλλά ο χρόνος τον εξαπατά βάζοντας όλο και μικρότερη διάρκεια μέσα σε αυτά. Ετσι, αμα κοιτάξει πίσω όλη τη ζωή του και προσπαθήσει να την υπολογίσει με την κλίμακα των γενεθλίων του, μικραίνει κατά έναν παράξενο τρόπο την ύπαρξή του, σαν κάποιον που κοιτά μια φωτογραφία που αρχίζει να κυρτώνεται και να χάνεται αδιαόρατα από μπροστά του. Χρησιμοποιώντας μια άλλη παράσταση μπορούμε να πούμε ότι ο άνθρωπος πέφτει μέσα στο χρόνο όπως πέφτουν τα στερεά αντικείμενα μέσα στον αέρα, κερδίζοντας δηλαδή ορμή, ή περνώντας διαρκώς ταχύτερα μέσα από το αντίστοιχο μέσο καθώς αυτός προχωρά.
Η διάρκεια τώρα, της ζωής του ωαρίου είναι, όπως αναγνωρίσαμε επίσης νωρίτερα, ένας σεληνιακός μήνας. Η διάρκεια ζωής του ανθρώπου είναι περίπου χίλιοι τέτοιοι μήνες. Για να έχουμε, λοιπόν, μια σωστή άποψη της ζωής του θα πρέπει να καταγράψουμε μια κλίμακα από το ένα στο χίλια και να τη χωρίσουμε με μια λογαριθμική μάλλον παρά με τη γνωστή μας αριθμιτική πρόοδο. Οι ίσες διαιρέσεις μιας λογαριθμικής κλίμακας σημειώνονται με το 1, 10, 100, 1.000, σε αντίθεση με το 1, 2, 3 μιας αριθμιτικής κλίμακας και με το 1, 2, 4, 8 μιας γεωμετρικής.
Αυτά τα όρια του ενός και των χιλίων μηνών μας θυμίζουν, πράγματι, τα δύο άλλα ενδιάμεσα σημεία. Ο άνθρωπος γεννιέται δέκα σεληνιακούς μήνες μετά την σύλληψη του και είναι γενικά αποδεκτό ότι η παιδική του ηλικία τλιώνει μετά από 100 σεληνιακούς μήνες (7 χρόνια). Αυτά είναι, φανερά, δύο βασικά σημεία στη ζωή του. Σημειώνουμε, λοιπόν, τωρα την κλίμακά μας με το 1, 10, 100, 1.000, διαιρώντας, έτσι, όλη τη σταδιοδρομία του ανθρώπου σε τρία ίσα λογαριθμικώς μέρη: την κύηση, την παιδική του ηλικία και την ωριμότητά του.
Οσο περισσότερο σκεφτόμαστε αυτές τις τρις περιόδους, τόσο μεγαλύτερη ομοιότητα βρίσκουμε μεταξύ τους, σαν οι επόμενες να ήσαν απόηχοι της πρώτης, σαν κάποιος τόνος να ηχούσε στη μια και μετά να ηχούσε σε δύο οκτάβες χαμηλότερα στις άλλες. Στη διάρκεια της περιόδου της κύησης, πριν από τη γέννηση, διαμορφώνεται βαθμιαία το φυσικό σώμα που προωθείται τελικά σε ανεξάρτητη ύπαρξη μέσα σε ένα διαφορετικό μέσο, τον αέρα. Στη διάρκεια της παιδικής ηλικίας, η προσωπικότητα διαμορφώνεται πάνω στη βάση του φυσικού σώματος και ο συνδυασμός τους πρωθείται σε ανεξάρτητη ύπαρξη μέσα στον κόσμο των ανθρώπων. Στη διάρκεια της ωριμότητας ο ψυχοσωματικός οργανισμός που δημιουργήθηκε με αυτόν τον τρόπο αναπτύσσει τις δυνατότητες του και όταν αυτές ολοκληρωθούν, αυτός φεύγει για τον άλλο κόσμο.
Η φύση και οι δυνατότητες του νερού αλλάζουν εντελώς σε δύο σημεία: όταν αυτό μετατρέπεται από ατμός σε υγρό και όταν μετατρέπεται από υγρό σε πάγο. Με τον ίδιο τρόπο, η γέννηση και το τέλος της παιδικής ηλικίας χαρακτηρίζουν τα δύο κρίσιμα σημεία στη ζωή του ανθρώπου όταν, μέσω κάποιας κοσμικής παρέμβασης, μετασχηματίζονται ολόκληρη η φύση και οι δυνατότητες της ύπαρξής του. Αυτές τις στιγμές αναδύεται η ψυχή και εκδηλώνεται σε μια νέα και πιο συγκεκριμένη μορφή.
Ας πάρουμε τη λογαριθμική μας κλίμακα της ζωής του ανθρώπου στα σταθερά σημεία των 1, 10, 100, 1.000 μηνών που διαχωρίζουν τις τρεις βασικές περιόδους της ύπαρξής του και ας την τοποθετήσουμε σε μια κυκλική μορφή. Ο κύκλος θα αντιπροσωπεύει το «επίμηκες σώμα» της ζωής του ανθρώπου, μετρημένης σύμφωνα όχι με τον συνηθισμένο του υπολογισμό αλλά σύμφωνα με την ταχύτητα με την οποία εργάζονται μέσα του οι ζωτικές διαδικασίες. Αυτή θα είναι μια κλίμακα του αληθινού ή οργανικού χρόνου του, διακρινόμενη από την κλίμακα του γενικού χρόνου που δίνεται από ένα ημερολόγιο εετών. Στην κορυφή του κύκλου η σύλληψη και ο θάνατος θα κατέχουν το ίδιο σημείο. Αργότερα, μπορεί να καταλάβουμ ότι αυτό που φαίνεται σαν ένας κύκλος μπορούμε να το δούμεε πιο σωστά σαν τη διατομή μιας σπείρας.
Για ευκολία ας διαιρέσουμε καθμιά από τις τρεις βασικές μας περιόδους ξανά στα τρία. Οι εννιά, έτσι, σταθμοί που παίρνουμε για τη ζωή του ανθρώπου θα αντιστοιχούν χονδρικά στους 2, 4, 5, 10, 20, 44, 100, 200, 440 και 1.000 μήνες από τη σύλληψή του. Δηλαδή, σε 2 και 4,5 μήνες ζωής πριν τη γέννηση, στη γέννηση και μετά στους 10 μήνες, στα 2&3/4 χρόνια, στα 7 χρόνια, στα 15 χρόνια, στα 35 χρόνια και στα 76 χρόνια. Οι περίοδοι ανάμεσα σε αυτούς τους σταθμούς θα είναι ίσης διάρκειας στην κλίμακα του οργανικού χρόνου μας.
Αν σκεφθούμε περισσότερο θα δούμε ότι αυτά τα σημεία αντιστοιχούν πραγματικά σε συγκεεκριμένα στάδια της ανθρώπινης ανάπτυξης. Δύο περίπου μήνες μετά τη σύλληψη το έμβρυο γίνεται εεντελώς ανθρώπινο στη μορφή και την κατασκευή του, με σαφώς διαγεγραμμένα τα διάφορα όργανα και μέρη του. Στους τεσσεράμισι μήνες συμβαίνει το σκίρτημά του και αυτό αποκτά ακούσια κίνηση και δική του κυκλοφορία του αίματος. Η γέννηση σημαδεύεται με την έναρξη της αναπνοής. Στους 10 μήνες το παιδί αρχίζει να μπουσουλάει και γενικά να αποκτά έλεγχο πάνω στις εκούσιες κινήσεις του. Στα 2&3/4 χρόνια αρχίζει να μιλά με πλήρεις προτάσεις, να αναφέρεται στον εαυτό του σαν «εγώ» και να αναπτύσσει απλές νοηματικές λειτουργίες. Αυτό είναι μια προετοιμασία για την ηλικία των 7 περίπου χρόνων, όταν φθάνει σε αυτό που η Εκκλησία ονομάζει «ηλικία της λογικής» και μαζί με αυτή στην πλήρη νοητική πέψη των εντυπώσεων. Η ηλικία των 15 χρόνων σημαδεύει την εφηβεία και την έναρξη της σεξουαλικής λειτουργίας. Η ηλικία των 35 χρόνων είναι παραδοσιακά το αποκορύφωμα της ζωής που χαρακτηρίζεται σύμφωνα με μερικούς από την πιθανότητα εμφάνισης εντελώς νέων λειτουργιών, που δεν είναι αναπτυγμένες στους περισσότερους ανθρώπους. Η ηλικία των 76 χρόνων αντιπροσωπεύει το κανονικό τέλος της ζωής του ανθρώπου, το θάνατο και την αρχή μιας νέας ύπαρξης που μπορεί να τον ακολουθεί.
Αν τώρα, αυτά τα σημεία διαβαθμιστούν σε ακριβείς ημέρες από τη στιγμή της σύλληψης και γίνει μια άλλη λεπτότερη διαίρεση των ενδιάμεσων περιόδων, αρχίζουν να προβάλλουν μερικές πολύ ενδιαφέρουσες αντιστοιχίες. Ο πρώτος βασικος σταθμός ισοδυναμεί με έναν Σεληνιακό κύκλο από την αρχή της κλίμακάς μας. Ο δεύτερος σταθμός σημαδεύεται από την ολοκλήρωση ενός μικροτέρου κύκλου του Ερμή. Ο τρίτος σταθμός, ή η γέννηση, συμβαίνει σε 10 σεληνιακούς κύκλους. Ο τέταρτος σε έναν μικρότερο κύκλο της Αφροδίτης. Εκατό σεληνιακοί κύκλοι σημαδεύουν τον έκτο σταθμό. Ο έβδομος σταθμός σημαδεύεται από έναν μεγαλύτερο κύκλο του Αρη, ο όγδοος από αυτόν του Κρόνου, ενώ η ολοκλήρωση ενός κύκλου του Ουρανού συμπίπτει λίγο – πολύ με τον ένατο σταθμό, το θάνατο.
Φαίνεται ότι ο χρόνος αρχίζει για τον καινούργιο οργανισμό τη στιγμή ακριβώς της γέννησης. Ή ακόμα πιο σωστά, τότε αρχίζουν όλοι οι χρόνοι, δηλαδή ο οργανισμός μετρά το χρόνο κάθε πλανήτη από την κρίσιμη στιγμή που αρχίζει γι’ αυτόν ο χρόνος, τη στιγμή της σύλληψης. Εδώ αρχίζει όχι σαν τον ατομικό τύπο που συζητήσαμε στο τελευταίο κεφάλαιο, αλλά σαν ένας νέος αντιπρόσωπος του ανθρωπίνου είδους. Εκεί που βρίσκονταν τότε οι πλανήτες και ο τρόπος που αυτοί έλαμπαν, αντιπροσωπεύουν την αφετηρία για τον αγώνα δρόμου της ζωής του. Καθώς επίσης, ο κάθε πλανήτης επιστρέφει με τη σειρά του και σύμφωνα με τον κύκλο του σε αυτό το σημείο αφετηρίας, θέτει σε κίνηση το μηχανισμό μιας αντίστοιχης λειτουργίας. Οι δείκτες του ρολογιού μετά από διάφορα χρονικά διαστήματα επιστρέφουν στο μηδέν. Τη στιγμή που το κάνουν χτυπά ένα κουδούνι και τίθεται σε κίνηση μια άλλη όψη του μηχανισμού.
Πως θα το εξηγήσουμε αυτό χωρίς τις συγγένειες της μεσαιωνικής αστρολογίας; Συγγένειες όχι μόνο ύλης αλλά και χρόνου, όχι μόνο ουσίας αλλά και ρυθμού.
Υπάρχει, εευτυχώς, μια σύγχρονη ιδέα που είναι σχεδόν ταυτόσημη με τη μεσαιωνική ιδέα της συγγέενειας, αλλά που αναγνωρίζεται περισσότερο από την επιστημονική σκέψη. Αυτή είναι η ιδέα του συντονισμού.
Σύμφωνα με αυτήν, κάθε φυσική κατασκευή έχει μια βασική νότα ή κραδασμό. Οι άλλοι κραδασμοί που μπορεί να της μεταδίδονται τεχνικώς διατηρούνται μέσα της ανάλογα μεε τη δύναμη και την ισχύ της μεταδιδόμενς ενέργειας. Οταν. Όμως, οι καραδασμοί που της μεταδίδονται αρχίζουν να πλησιάζουν τη βασική της νότα, η κατασκευή αποκρίνεται με έναν εντελώς δυσανάλογο τρόπο. Ο εσωτερικός της κραδασμοός αυξάνει απότομα σε ένταση και αν η μεταδιδόμενη νότα ενισχυθεί επαρκώς, μπορεί κυριολεκτικά να την διαλύσει. Η πτώση των τειχών της Ιεριχούς από τα σαλπίσματα των Ισραηλιτών δεν είναι καθόλου μακριά από τις θεωρητικές δυνατότητες του συντονισμού. Στην ίδια αρχή οφείλεται το παράξενο εκείνο τρέμουλο που πιάνει ένα αυτοκίνητο ή ένα αεροπλάνο όταν το ύψος του ήχου της μηχανής του φθάσει μια ορισμένη νότα, καθώς επίσης ολόκληρη η πρακτική και η τεχνική του συντονισμού στη ραδιοφωνία.
Η διάλυση όμως της κατασκευής δεν είναι με κανένα τρόπο το βασικό αποτέλεσμα του συντονισμού. Αυτός συνεπάγεται τη μετάδοση της ισχύος χωρίς κανέναν ορατό τρόπο και με υπερφυσικά αποτελέσματα για το συντονιστή. Μια ακριβής νότα ενός βιολιού κάνει ένα κρασοπότηρο να «αντηχήσει». Μια συγκεκριμένη λέξη μπορεί να απελευθερώσει σε έναν άνθρωπο κάποια έμφυτη παρόρμηση την οποία για πολλά χρόνια αυτός ούτε υποψιαζόταν. Αν μια πηγή ισχύος ηχήσει τη βασική νότα ενός αδρανούς αντικειμένου, αυτό γεμίζει με δύναμη. Αντιστρόφως, αν ένα αδρανές αντικείμενο μεταβληθεί στην νότα του εκπομπού, όπως ένα ποτήρι στο οποίο προστίθεται νερό μέχρι να αντηχήσει τη φωνή ενός τραγουδιστή, τότε το αδρανές αντικείμενο ενισχύεται ξαφνικά από αυτό στο οποίο ήταν προηγουμένως αναίσθητο.
Ολα αυτά υπονοούν πάρα πολλά σε σχέση με την αντήχηση των οργάνων σε σχέση με τους πλανήτες. Τη στιγμή της σύλληψης η ιδιαίτερη νότα που ηχεί ένας πλανήτης φαίνεται να «θέτει» αυτή τη νότα σαν τη βασική νότα ενός μέχρι τώρα κοιμωμένου αδένα. Προοδευτικά, ο πλανήτης απομακρύνεται απο τη θέση του και η νότα του γίνεται πιο οξεία ή πιο υπόκωφη με την διαφορετική ταχύτητά του σε σχέση με την Γη. Μόνο όταν αυτός επιστρέφει μετά από έναν πλήρη κύκλο προς την αρχική του θέση η νότα του πλησιάζει διαρκώς περισσότερο αυτή που μεταδόθηκε στο αντίστοιχο όργανο κάτω από την επιρροή του. Καθώς αυτός επαναλαμβάνει για μια ακόμη φορά την ακριβή του σχέση, η νότα του ηχεί για μια στιγμή όπως ακριβώς ήχησε προηγουμένως. Ενς ακατανίκητος συντονισμός διακατέχει τον αδένα, αυτό που τον κρατούσε ακίνητο διαλύεται και ξεκινά μια νέα λειτουργία.
Μετά από ένα μήνα η Σελήνη επαναλαμβάνει τη βασική της νότα και απελευθερώνεται η λειτουργία της πέψης. Μετά από τεσσερεσήμισι μήνες, ο ερμής επαναλαμβάνει τη δική του και ακολουθεί η ακούσια κίνηση. Μετά από είκοσι μήνες, η Αφροδίτη επαναλαμβάνει τη δική της και εγκαινιάζεται μια καινούργια όψη στο νήπιο.
Είναι, έτσι, αμυδρά αλλά εξαίσια φανερό ότι στη διάρκεια της ανθρώπινης ζωής όλες οι αντιστοιχίες που βρήκαμε σε σχέση με την αρμονία των πλανητών και την αρμονία της ανθρώπινης φυσιολογίας συνδέονται και συμπίπτουν θαυμαστά. Οπως στο σώμα του ανθρώπου τα διάφορα όργανα διατάσσονται σε μια ανερχόμενη σειρά από το κέντρο ή την καρδιά, έτσι και οι λειτουργίες τους εισέρχονται με την ίδια σειρά στη ζωή του, κυριαρχώντας η μία μετά την άλλη στον οργανισμό και κυβερνώντας το πεπρωμένο του. Επιπλέον, οι περίοδοι της εισόδου τους και της κυριαρχικής επιρροής τους προσδιορίζονται από τον αστρονομικό κύκλο του ιδιαίτερου πλανήτη που τις κυβερνά. Ο άνθρωπος είναι ένας μικρόκοσμος όχι μόνο στατικά στη δομή του, αλλά, επίσης, δυναμικά στο χρόνο. Ο άνθρωπος είναι ένα κινούμενο μοντέλο του ηλιακού συστήματος.
Αν τοποθετήσουμε τα ουράνια σώματα και τις συγχρονισμένες έτσι με αυτά ανθρώπινες λειτουργίες σύμφωνα με την ταξη της συχνότητας περιστροφής τους, παρουσιάζεται μια άλλη παράξεενη αναλογία. Οπως είδαμε, οι δυο πρώτες λειτουργίες, η δημιουργία της φυσικής μορφής και η ακούσια κίνηση, οι οποίες αρχίζουν πριν τη γέννηση, εργάζονται χωρίς την ανάγκη του αέρα. Στον τρίτο μόνο σταθμό ή τη γέννηση, εμφανίζεται η συγκλονιστική εμπειρία του αέρα. Ακολουθούν δύο ακόμα λειτουργίες, η εκούσια κίνηση και η ικανότητα της σκέψης. Μετά, στον έκτο σταθμό συμβαίνει μια ακόμα συγκλονιστική εμπεριία (σοκ), η πλήρης συναισθηματική επίδραση των εντυπώσεων που οφείλονται στο φως, οδηγεί προς τις πρόσθετες λειτουργίες της ωριμότητας και στην πιθανή λειτουργία της συνείδησης.
Αν φανταστούμε τη Σελήνη και τους πλανήτες σαν λειτουργίες του Ηλιακού Συστήματος, βλέπουμε να ενεργεί μια πολύ παρόμοια αρχή. Τα ουράνια σώματα που κυβερνούν τα δύο πρώτα σημεία, η σελήνη και ο ερμής, δεν έχουν καθόλου ατμόσφαιρα. Εχουν μόνο φυσική μορφή και ακούσια κίνηση, δηλαδή περιστροφή γύρω από τη φωτεινή τους πηγή. Οπως όμως, είδαμε νωρίτερα, ο Ερμής, παρόλο που δεν έχει δική του ατμόσφαιρα, περιβάλλεται από το ζωδιακό φως, περικλείεται δηλαδή και προστατεύεται από την αύρα της μητέρας του. Παρόμοια και η Σελήνη περιβάλλεται από το μαγνητικό πεδίο της Γης. Αυτά τα σώματα που δεν έχουν ακόμα ούτε ιδιαίτερη ατμόσφαιρα ούτε ιδιαίτερη κίνηση, αλλά συμμετέχουν μόνο στην ατμόσφαιρα και την κίνηση των γονέων τους, είναι κατά κάποιο τρόπο σαν να μην έχουν γεννηθεί ακόμα.
Από την άλλη μεριά, όλοι εκείνοι οι πλανήτες που έχουν απελευθερωθεί από την άμεση γειτονιά του Ηλιου, από την Αφροδίτη και μετά, έχουν αποκτήσει δική τους ατμόσφαιρα. Εχουν επίσης αποκτήσει κάτι που αντιστοιχεί στην εκούσια κίνηση, τη δύναμη της περιστροφής γύρω από τον άξονά τους. Σαν το παιδί μετά τη γέννησή του, έχουν και αυτοί αρχίσει να αναπνέουν και να κινούνται.
Τελικά μόνο οι εξωτερικοί πλανήτες, και ιδιαίτερα ο Δίας και ο Κρόνος, έχουν μια πλήρη οικογένεια δορυφόρων, όπως μπορεί να κάνει ο άνθρωπος μόνο στην ωριμότητά του (εννοείται οικογένεια). Επιπλέον, πλησιάζουν εκείνη τη φυσική κατάσταση στην οποία θα μπορούσαν να απορροφήσουν πλήρως το ηλιακό φως και να αρχίσουν να ακτινοβολούν οι ίδιοι. Εκείνο όμως, που είναι σίγουρο είναι ότι θα μπορούσαν να κάνουν κάτι τέτοιο με τη σημερινή αεριώδη κατάστασή τους, ενώ μια τέτοια εσωτερική ακτινοβολία είναι αδύνατη για τον Ερμή και τη Γη χωρίς μια πλήρη μεταμόρφωση της φυσικής τους κατάστασης. Μπορούμε να πούμε ότι ο Δίας και ο Κρόνος καεεχουν την πιθανότητα της ακτινοβολίας, όπως ο ώριμος άνθρωπος μετά τον έκτο σταθμό της ζωής του μπορούμε να πούμε ότι κατέχει την πιθανότητα της αυτοσυνείδησης.
Ετσι, στον κοσμικό κύκλο των λειτουργιών, αδιάφορο από το σε ποια κλίμακα τις παίρνουμε, μπορούμε να δούμε τρεις παράλληλες γραμμές ανάπτυξης, που αρχίζουν σε διαφορρετικά μέρη: η πρώτη βασίζεται στην ανάπτυξη της στερεής ή φυσικής ύλης, που αρχίζει στο σημείο 9. Η δεύτερη βασίζεται στην ανάπτυξη του αέρα ή της ατμόσφαιρας, που αρχίζει στο σημείο 3, και η τρίτη βασίζεται στη μετατροπή του φωτός ή των εντυπώσεων, που αρχίζει στο σημείο 6. Είναι δύσκολο να πούμε τι υπονοεί ο κύκλος της αναπνοής και ο κύκλος της μετατροπής του φωτός στην κλίμακα του Ηλιακού Συσηματος. Είναι, όμως, ξεκάθαρο ότι υπάρχουν μερικοί τέτοιοι κύκλοι ανάλογοι με τον αστρονομικά αναγνωρισμένο κύκλο των στερεών ή φυσικών σωμάτων.
Ο άνθρωπος ζει και αναπτύσσεται με την παράλληλη αφομοίωση τροφής, αέρα και εντυπώσεων. Το Ηλιακό Σύστημα αποτελείται από μια παράλληλη ανάπτυξη στερεών σφαιρών, ατμοσφαιρικών σφαιρών, και σφαιρών φωτός. Στην πραγματικότητα, αυτή η παράλληλη ανάπτυξη τριών διαφορετικών επιπέδων ύλης, που δημιουργούνται σε διαφορετικά σημεία, είναι ένα βασικό χαρακτηριστικό του σύμπαντος που επιτρέπει να ξεπεραστεί μεγαλοπρεπώς η αναπόφευκτη απότομη πτώση οποιασδήποτε μοναδικής γραμμής ανάπτυξης.

ΡΟΝΤΝΕΫ ΚΟΛΛΙΝ
Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΙΩΝ ΕΠΙΔΡΑΣΕΩΝ
Ο Ανθρωπος, το Σύμπαν και το Κοσμικό Μυστήριο
Μετάφραση: Δημήτρης Ευαγγελόπουλος
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΥΡΙΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ

John Lurie & the Lounge Lizards

Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2010

ΑΪΝ – ISRAEL REGARDIE








Το σύμπαν, σάν το συνολικό άθροισμα όλων των πραγμάτων και των ζωντανών πλασμάτων, θεωρείται ότι έχει την πρωταρχική πηγή του στο Απειρο Διάστημα, Αϊν το Ουδέν ή το Παραμπράχμαμ, η Αναίτια Αιτία όλης της εκδήλωσης. Στο Ζοχάρ αναφέρεται:
Προτού δώσει κάποιο σχήμα στον κόσμο, προτού δημιουργήσει κάποια μορφή, Εκείνος ήταν μόνος, χωρίς μορφή, όμοιος με το τίποτε. Ποιός θα μπορούσε να Τον εννοήσει όπως ήταν τότε, πριν τη Δημιουργία, αφού δεν είχε μορφή;”
Το Αϊν δεν είναι μια ύπαρξη. Είναι τίποτε. Αυτό που είναι ακατανόητο, άγνωστο, και μη αναγνωρίσιμο δεν υπάρχει – τουλάχιστον, για να είμαστε ακριβέστεροι, όσον αφορά τη δική μας συνείδηση. Η Μπλαβατσκι καθορίζει αυτή την αρχέγονη πραγματικότητα σαν μια αρχή, Αιώνια, Απεριόριστη, και Πανταχού Παρούσα, για την οποία όλες οι θεωρίες είναι απολύτως αδύνατες, εφόσον υπερβαίνει σε τέτοιο βαθμό την ανθρώπινη αντίληψη και σκέψη, ώστε απλά θα μειωνόταν από κάθε συγκριτική αναφορά.
Η φύστη του Αϊν είναι άγνωστη, ασύλληπτη και ανείπωτη. Ο ραβίνος Αζαριήλ μπεν Μεναχέμ (γεν. 1160 μ.Χ.), μαθητής του Ισαακ του τυφλού, αναφέρει ότι το Αϊν δεν μπορεί να γίνει κατανοητό από τη διάνοια, ούτε να περιγραφτεί με λέξεις, επειδή δεν υπάρχει γράμμα ή λέξη για να το περιγράψει.
Σε ένα άλλο σημαντικό σύστημα, αυτή η ιδέα παρουσιάζεται πολύ γραφικά και παραστατικά σαν τη θεά Νουίτ, τη Βασίλισσα του Απόλυτου Διαστήματος και της γυμνής λαμπρότητας του νυχτερινού ουρανού – η Γυναίκα που “διαχέει το γάλα των άστρων (κοσμική σκόνη) από τις θηλές της”.
Είναι το Απόλυτο ή το Αγνωστο του Αγνωστικισμού, όπως διατυπώθηκε από το Χέρμπερτ Σπένσερ (Herbert Spencer) το τρισμέγιστο Σκότος της Αιγυπτιακής ιερατικής κάστας. Και το Κινέζικό Ταό, το οποίο “ομοιάζει με την κενότητα του Χώρου” και “δεν έχει Πατέρα. Είναι πέρα από κάθε σύλληψη, ανώτερο και από το ανώτατο”. Σε ένα διαλογισμό του Τσουανγκ Τσου βρίσκουμε ότι “Το Ταό δεν μπορεί να υπάρχει. Αν υπήρχε δε θα μπορούσε να είναι ανύπαρκτο... Το Ταό είναι κάτι πέρα από τις υλικές υπάρξεις. Δεν μπορεί να αποδοθεί ούτε με λόγια, ούτε με σιωπή. Σε εκείνη την κατάσταση, η οποία δεν είναι λόγος, ούτε σιωπή, μπορεί να κατανοηθεί η υπερβατική του φύση”. Σε αυτή την καββαλιστική αντίληψη ή την αρχή του Μηδέν, θα αντιστοιχούσε ο ορισμός του Μπαρούχ Σπινόζα για τον Θεό ή την Ουσία: “Αυτό που για τη σύλληψή του δεν προϋποθέτει την κατανόηση κανενός άλλου πράγματος”.
Κάποιο από τα πολλά ινδικά σύμβολα που παριστάνουν αυτό το Μηδέν, ήταν και το ερπετό Ανάντα, το οποίο περιέκλειε το Σύμπαν και δάγκωνε την ουρά του, αναπαριστώντας έτσι την περιοδική φύση του Απείρου.

ISRAEL REGARDIE
Η ΚΑΒΒΑΛΑ ΚΑΙ ΤΑ ΣΥΜΒΟΛΑ ΤΗΣ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΟΝΤΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΑΜΒΛΙΧΟΣ

Στιγμή Πορφύρας - Εμπειρίκος Aνδρέας

Kαμιά σχισμή δεν διευρύνεται χωρίς τον πόθο
Στα κάγκελα του κήπου ανοίγουν τα φτερά τους τα πουλιά
H γειτνίασις του ποταμού τα προσελκύει
Tο πάθος του γυπαετού για το άσπρο περιστέρι
Eίναι αποκορύφωμα βουνού με χιονισμένη κορυφή
Όταν λυώνουν οι πάγοι τραγουδάμε στις κοιλάδες
Tα νερά μάς μεθούν
Oι κόρες των ματιών μας πλένουν τους θησαυρούς των
Αλλες ξανθές και άλλες μελαχροινές
Έχουν στην όψι τους την ανταύγεια των ελπίδων μας
Έχουν στο στήθος τους το γάλα της ζωής μας
K' εμείς στεκόμαστε τριγύρω τους
Παντοτινά κελεύσματα μας περιβάλλουν
Oι θρόμβοι των βουνών πάλλονται και διαλύονται
Tα χιόνια τους είναι τραγούδια της ελεύσεως των νέων
χρόνων
Tα χρόνια αυτά είναι η ζωή μας
Mέσ' στις κουφάλες τους αναπαύονται το μεσημέρι τα πουλιά
Kαμιά σχισμή δεν διευρύνεται χωρίς τον πόθο της διευρύνσεως
Kαμιά φορά γινόμαστε κλεψύδρες
K' οι σπόγγοι σφαδάζουν για την κάθε μας σταγόνα.

Eνδοχώρα
Εκδόσεις Αγρα 

Albert Castiglia The day the old man died 

Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2010

Τα επτά κέντρα ενέργειας ή τσάκρα – Charles Webster Leadbeater


Τα τσάκρα ή κέντρα ενέργειας είναι σημεία σύνδεσης στα οποία ρέει η ενέργεια από ένα φορέα ή σώμα ενός ανθρώπου, σ' έναν άλλο (φορέα ή σώμα). Οποιοσδήποτε κατέχει ελάχιστο βαθμό διορατικότητας μπορεί εύκολα να τα δει στο διπλό αιθερικό, όπου παρουσιάζονται ως κοιλότητες που έχουν σχήμα δίσκου ή ως στρόβιλοι στην επιφάνειά του. Οταν δεν είναι ανεπτυγμένα μοιάζουν με μικρούς κύκλους διαμέτρου δύο ιντσών, που λαμπυρίζουν ακαθόριστα και άτονα στον μέσο άνθρωπο. Όταν, όμως, αφυπνιστούν και ενεργοποιηθούν αποκτούν την όψη στροβίλων που λάμπουν και σπινθηροβολούν, αυξάνοντας σε μέγεθος και μοιάζοντας με μικροσκοπικούς ήλιους. Μερικές φορές αναφερόμαστε σε αυτά σαν ν' αντιστοιχούν σε ορισμένα φυσικά όργανα. Στην πραγματικότητα εμφανίζονται στην επιφάνεια του διπλού αιθερικού που προβάλει ελαφρά έξω από το περίγραμμα του πυκνού ορατού σώματος. Αν φανταστούμε τους εαυτούς μας να κοιτάζουν κατ' ευθείαν στο άνθος της Αγγλικής περικοκλάδας που μοιάζει με καμπανούλα, θ' αποκτήσουμε μια ιδέα της γενικής μορφής ενός τσα΄κρα. Ο μίσχος του άνθους στο κάθε τσάκρα προβάλλει από ένα σημείο στην σπονδυλική στήλη, έτσι που εάν κάποιος κοιτάξει πλαγίως, μπορεί να θεωρήσει την σπονδυλική στήλεη ως έναν κεντρικό κορμό απ' όπου τα άνθη (τσάκρα), κατά διαστήματα, δείχνουν το άνοιγμα της καμπανούλας τους στην επιφάνεια του αιθερικού σώματος.
1.ΤΟ ΤΣΑΚΡΑ ΤΗΣ ΒΑΣΗΣ (ΜΟΥΛΑΝΤΑΡΑ) (MULADHARA)
Το πρώτο κέντρο εδράζει στη βάση της σπονδυλικής στήλης και έχει μια πρωτεύουσα δύναμη που διαχέεται σε τέσσερις ακτίνες, και συνεπώς διευθετεί τους κυματισμούς του με τέτοιο τρόπο. Ώστε να δίνει την εντύπωση ότι διαιρείται σε τεταρτημόρια, η απόχρωση των οποίων εναλλάσσεται από κόκκινο σε πορτοκαλί, εμφανίζοντας κοιλότητες στα ενδιάμεσα τους. Αυτό το κάνει να φαίνεται σαν να είναι εντυπωμένο επάνω του το σημείο του σταυρού και γι' αυτό τον λόγο συχνά χρησιμοποιείται ο σταυρός, ως το σύμβολο αυτού του κέντρου. Μερικές φορές το σύμβολο ενός φλεγόμενου σταυρού χρησιμεύει για να υποδείξει το οφιοειδές πυρ που εδρεύει σε αυτό. Οταν δραστηριοποιηθεί πλήρως αυτό το τσάκρα εμφανίζει το πορτοκαλοκόκκιννο χρώμα της φωτιάς, το οποίο αντιστοιχεί κατά πολύ στον τύπο της ζωτικότητας που διοχετεύεται από το κέντρο (τσάκρα) της σπλήνας, στο κέντρο (τσάκρα) της βάσης. Πράγματι μπορούμε να παρατηρήσουμε, ότι η ζωτικότητα κάθε τσάκρα, παρουσιάζει και ένα αντίστοιχο χρώμα.
2.ΤΟ ΤΣΑΚΡΑ ΤΗΣ ΣΠΛΗΝΑΣ
Το δεύτερο κέντρο, το σπληνικό, που εντοπίζεται στην σπλήνα, έχει ως κύριο έργο του την εξειδίκευση, υποδιαίρεση και διαμερισμό της ζωτικότητας η οποία έρχεται σ' εμάς μέσω του ήλιου. Αυτή η ζωτικότητα εξέρχεται από την σπλήνα υποοδιαιρούμενη σε έξι οριζόντια ρεύματα, η δε έβδομη υποδιαίρεση έλκεται μέσα στο κέντρο του τροχού (τσάκρα). Αυτό το κέντρο, λοιπόν, έχει έξι πέταλα ή κυματισμούς, όλα διαφορετικών χρωμάτων, ενώ είναι ιδιαίτερα ακτινοβόλο και φωτεινό σαν ένας ήλιος. Κάθε μια από τις έξι υποδιαιρέσεις του τροχού επιδεικνύει το κυρίαρχο χρώμα της κάθε μορφής της ζωτικής δύναμης – κόκκινο, πορτοκαλί, πράσινο, μπλέ και ιώδες (βιολετί).
3.ΤΟ ΤΣΑΚΡΑ ΤΟΥ ΟΜΦΑΛΟΥ (ΤΟΥ ΗΛΙΑΚΟΥ ΠΛΕΓΜΑΤΟΣ) (MANIPURA)
Το τρίτο κέντρο, το ομφάλιο εδρεύει στην περιοχή του ομφαλού ή του ηλιακού πλέγματος και δέχεται μια πρωτεύουσα δύναμη με δέκα ακτινοβολίες. Δονείται με τέτοιο τρόπο ώστε μοιάζει να αυτοδιαιρείται σε δέκα κυματισμούς ή πέταλα. Είναι στενά συνδεδεμένο με συγκινήσεις και συναισθήματα διαφόρων ποιοτήτων. Το δεσπόζον χρώμα του είναι ένας περίεργος συγκερασμός διαφόρων αποχρώσεων του κόκκινου, αν και υπάρχει επίσης μεγάλη ποσότητα από πράσινο. Οι υποδιαιρέσεις εναλλάσσονται εκδηλώνοντας κυρίως το πράσινο και το κόκκινο χρώμα.
4.ΤΟ ΤΣΑΚΡΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ (ΑΝΑΧΑΤΑ) (ANAHATA)
Το τεταρτο κέντρο, το καρδιακό, έχει ένα αστραφτερό χρυσό χρώμα και καθένα από τα τεταρτημόριά τουυποδιαιρείται σε τρία μέρη, δίδοντας έτσι δώδεδκα κυματισμούς, γιατί η πρωτεύουσα δύναμή του, του δημιουργεί δώδεκα ακτίνες.
5.ΤΟ ΤΣΑΚΡΑ ΤΟΥ ΛΑΙΜΟΥ (ΒΙΣΟΥΝΤΑ)(VISHUDDHA)
Το πέμπτο κέντρο, το λαρυγγικό, στην περιχή του λαιμού, έχει δεκαέξι ακτίνες, και ως εκ τούτου δεκαέξι εμφανείς υποδιαιρέσεις. Διαθέτει μεγάλη αναλογία από μπλε χρώμα, αλλά η γενική εντύπωση που δημιουργεί είναι του αργύρου που απαστράπτει, κάτι που θυμίζει το σεληνόφως επάνω στο ελαφρά κυματιστό νερό. Το μπλε και το πράσινο δεσπόζουν εναλλάξ στα τμήματά του.
6.ΤΟ ΤΣΑΚΡΑ ΤΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ (ΑΖΝΙΑ Ή ΑΓΝΙΑ) (AJNA)
Το έκτο κέντρο, το μετωπικό, μεταξύ των φρυδιών, εμφανίζεται σαν να είναι χωρισμένο σε δυο ίσα μέρη όπου το ένα από αυτά φέρει κυρίως ροζ χρώμα, αν και περιβάλλεται πολύ κίτρινο, ενώ στο άλλο τμήμα κυριαρχεί ένα είδος πορφυρού – μπλε, συμφωνώντας σε μεγάλο βαθμό με τα χρώματα των ιδιαίτερων τύπων ζωτικότητας που το δραστηριοποιούν. Είναι ίσως γι' αυτό τον λόγο που το συγκεκριμένο κέντρο αναφέρεται στα Ινδικά βιβλία πως έχει μόνο δύο πέταλα, μολονότι αν τύχει και μετρήσουμε τους κυματισμούς του ιδίου χαρακτήρα -όπως εκείνους που υπάρχουν στα άλλα κέντρα- θα βρούμε ότι το κάθε μισό υποδιαιρείται σε σαράντα οκτώ τέτοιους κυματισμούς, δηλαδή ενενήντα έξι συνολικά, γιατί η πρωτεύουσα δύναμή του φέρει αυτόν τον αριθμό κυματισμών.
Αυτό το ξαφνικό άλμα από 16 σε 96 ακτίνες και πάλι η ακόμα πλέον εκπληκτική μεταβολή από 96 σε 972 ακτίνες, μεταξύ αυτού και του επομένου τσάκρα (του στέμματος), μας δείχνει ότι πρόκειται για κέντρα μαις τελείως διαφορετικής τάξης (επιπέδου και ποιότητας) από αυτή που μελετούσαμε μέχρι τώρα. Δεν γνωρίζουμε ακόμα όλους τους παράγοντες που καθορίζουν τον αριθμό των ακτίνων σ' ένα τσάκρα, αλλά είναι ήδη εμφανές ότι αντιπροσωπεύουν μεταβαλλόμενες αποχρώσεις της πρωτεύουσας δύναμης. Προτού μπορέσουμε να αναφερθούμε περισσότερο σε αυτά, πρέπει να κάνουμε εκατοντάδες παρατηρήσεων και συγκρίσεων, οι οποίες θα πρέπει να επαναληφθούν και να επιβεβαιωθούν πολλές φορές. Εν τω μεταξύ, όμως, το σαφές είναι ότι η ανάγκη της προσωπικότητας μπορεί να ικανοποιηθεί από έναν περιορισμένο αριθμό τύπων δύναμης. Οταν όμως προσεγγίσουμε τις ανώτερες και πλέον μόνιμες αρχές του ανθρώπου, συναντάμε μια πολυπλοκότητα, μια πολλαπλότητα που απαιτεί για την έκφρασή της, μια άκρως ευρήτερη επιλογή τροποποιήσεων της ενέργειας.
7.ΤΟ ΤΣΑΚΡΑ ΤΟΥ ΣΤΕΜΜΑΤΟΣ (ΣΑΧΑΣΡΑΡΑ)(SAHASRARA)
Το έβδομο κέντρο, ονομάζεται Κορωναίο τσάκρα ή του Στέμματος και εδράζει στη κορυφή της κεφαλής. Οταν βρίσκεται σε πλήρη δραστηριότητα είναι το λαμπερότερο όλων, γεμάτο από απερίγραπτες χρωματικές εναλλαγές και δονούμενο με σχεδόν ασύλληπτη ταχύτητα. Φαίνεται ότι περιέχει όλα τα είδη πρισματικών αποχρώσεων, αλλά στο σύνολο δεσπόζει το ιώδες (βιολετί). Στα Ινδικά βιβλία περιγράφεται ως ο χιλιοπέταλος λωτός, και πράγματι κάτι τετοιο δεν απέχει από την αλήθεια, αφού ο αριθμός των ακτινοβολιών της πρωτεύουσας δύναμης στον εξωτερικό κύκλο είναι 960. Κάθε γραμμή του θα την δείτε ν' απεικονίζεται πιστά στο σχέδιό μας, αν και δύσκολα θα μπορούσε να αποδοθεί η γενική εντύπωση των χωριστών πετάλων. Επιπλέον έχει ένα χαρακτηριστικό που δεν το έχει κανένα άλλο τσάκρα, ένα είδος βοηθητικού κεντρικού στροβίλου, απαστράπτοντος λευκού χρώματος, ο οποίος διαποτίζεται με χρυσό στην καρδιά του – μια δευτερεύουσα δραστηριότητα που έχει δώδεκα δικούς της κυματισμούς.
Αυτό το τσάκρα είναι συνήθως το τελευταίο που αφυπνίζεται. Στην αρχή έχει το ίδιο μέγεθος με τ' άλλα, αλλά καθώς ο άνθρωπος προχωρεί στο μονοπάτι της πνευματικής ανάπτυξης, αυξάνεται σταθερά μέχρι, που σχεδόν καλύπτει ολόκληρο το επάνω μέρος της κεφαλής. Μια άλλη ιδιαιτερότητα συνοδεύει την ανάπτυξή του. Αρχικά παρουσιάζεται σαν μια κοιλότητα στο αιθερικό σώμα, όπως και όλα τ' άλλα τσάκρα, γιατί μέσα από αυτό όπως και μέσα από όλα τα άλλα, ρέει η θεία δύναμη από έξω προς το εσωτερικό τους. Οταν όμως ο άνθρωπος συνειδητοποιήσει την θέση του ως βασιλέας του θείου φωτός, φερόμενος γενναιόδωρα προς τα πάντα γύρω του, αυτό το τσάκρα αναστρέφεται, σαν να γυρίζει το μέσα προς τα έξω. Απο αρωγός υποδοχής ενεργειών γίνεται αρωγός ακτινοβολίας τους, όχι πλέον μια κοιλότητα αλλά μια προεξοχή, που εξέχει από το κεφάλι σαν ένας θόλος, ένα πραγματικό στέμμα δόξας.
Αυτή την προεξοχή την συναντούμε συχνά στις εικόνες ή τα αγάλματα των θεοτήτων της Ανατολής, όπως π.χ. στο κεφάλι του Βούδα. Αυτός είναι ο παραδοσιακός τρόπος αναπαράστασης του κορωναίου τσάκρα, και με αυτή τη μορφή συναντάται στις κεφαλές χιλιάδων εικόνων του Βούδα παντού στον Ανατολικό κόσμο. Σε πολλές περιπτώσεις θα δούμε ότι απεικονίζονται και οι δύο βαθμίδες του τσάκρα Σαχασράρα (του Στέμματος), πρώτα ο μεγαλύτερος θόλος με τα 960 πέταλα και στη συνέχεια ο μικρότερος θόλος των 12 πετάλων που εξέχει από το κεφάλι.
Το τσάκρα αυτό εμφανίζεται επίσης στο Χριστιανικό συμβολισμό, στα στέμματα που φορούν οι Εικοσιτέσσερις Πρεσβύτεροι οι οποίοι τα εναποθέτουν αενάως ενώπιον του θρόνου του Θεού. Στον ιδιαίτερα εξελιγμένο άνθρωπο, αυτό το τσάκρα, διαχέει μια λαμπρότητα και μεγαλοπρέπεια που το καθιστούν γι' αυτόν ένα πραγματικό στέμμα. Επίσης το νόημα αυτού του εδαφίου στην Αποκάλυψη του Ιωάννου είναι, ότι όλα όσα κέρδισε ο άνθρωπος, όλο το μεγαλοπρεπές κάρμα που έχει επιτύχει, όλη η αξιοθαύμαστη πνευματική δύναμη που παράγει, όλα αυτά τα εναποθέτει αιώνια στα πόδια του ΛΟΓΟΥ για να χρησιμοποιηθούν στο έργο ΤΟΥ. Ετσι, ξανά και ξανά, μπορέι να συνεχίσει να εναποθέτει το χρυσό στέμμα του, γιατί συνεχώς αναμορφώνεται (ανανεώνει το ΕΙΝΑΙ του) και συνεπως μεταστοιχειώνεται μέσω της δυνάμεως που αναβλύζει από μέσα του.

CHARLES WEBSTER LEADBEATER
ΤΣΑΚΡΑ
ΟΙ ΠΥΛΕΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΣΤΟΥΣ ΑΟΡΑΤΟΥΣ ΚΟΣΜΟΥΣ
ΤΙΤΛΟΣ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ: THE CHAKRAS, A MONOGRAPH
ΑΠΟΔΟΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΓΛΙΚΗ: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΜΠΟΥΡΑ
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΑΦΕΤΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΕΤΡΑΚΤΥΣ

ΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΤΕΙΧΟΣ ΤΟΥ ΤΟΚΙΟ - PAUL CLAUDEL

Οχι διόλου το δάσος μήτε το περιγιάλι, κάθε μέρα τοπίο
του περιπάτου μου είναι ένας τοίχος,
Ενας τοίχος είναι πάντα δεξιά μου.
Ενας τοίχος που τον ακολουθώ και μ' ακολουθεί και
τον ξετυλίγω πίσω μου περπατώντας και μπρος μου
μένει ακόμη κάμποση σοδειά.
Ενας τοίχος ολοένα δεξιά μου.
Ζερβά μου η πόλη κι οι μεγάλες λεωφόροι στο
ξεκίνημα για όλη τη γη.
Ομως ένας τοίχος είναι δεξιά μου.
Στρίβω (σε τούτη τη στάση του τραμ) και ξέρω πως
από δω είναι η θάλασσα,
Ομως ο τοίχος μένει αξεκόλλητος δεξιά μου.
Κάτω απ' τα πόδια μου μια ολάκερη πόλη,
ένας ολάκερος κόσμος εύθραυστος μέσα στο β΄ραδυ
που ανάβει και σβήνει,
Ομως τούτο δεν εμποδίζει τον τοίχο δεξιά μου.
Εναν τοίχο που μ' οδηγεί αλλού μόνο για να με
ξαναφέρει στο ίδιο σημείο,
Κι όταν θα κλείνω τα μάτια, φτάνει ν' απλώσω το χέρι
Για να βεβαιώσω τούτη την παρουσία δεξιά μου.
............................................................................................
Κατοικώ έξω από ένα δαχτυλίδι.
Το έμαθα, δεν είναι απέξω ο τοίχος που με κρατά
φυλακισμένο, είναι απομέσα.
Το έμαθα πως για να πας απ' το ένα στο άλλο σημείο
μπορείς να περάσεις από παντού παρεκτός από το κέντρο.

Γιώργος Σεφέρης
ΑΝΤΙΓΡΑΦΕΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΚΑΡΟΣ

Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2010

ΠΑΛΑΙΟ-ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ – ΠΑΝΟΣ ΚΟΥΤΡΟΥΜΠΟΥΣΗΣ


Μερικά ολίγα που μπορεί να έχουν σχέση με τις Historias και μπορεί και να μην έχουν. Φαντάζομαι την εξής πιθανότητα:
Κάποτε οι Ανθρωποι θα ανακαλύψουν ότι αδυνατούν οι ίδιοι να παράγουν άτομα ή να διατηρούν «υπανάπτυκτες» κοινότητες που νάχουν το χάρισμα της ιδιαίτερης ψυχοσύνθεσης της απαραίτητης για το πλάσιμο μύθων και ποίησης. Η στειρότης αυτή θα είναι αποτέλεσμα της αυξήσεως και επιταχύνσεως της εγκεφάλικής δραστηριότητος και του όλου ρυθμού της ζωής του Ανθρώπου. Του «υπερπληθυσμού» των φυσικών γνώσεων μέσω της τεχνολογίας. Του αυξανόμενου ενδιαφέροντος σε όλα τα πεδία, για πλούτο και δύναμη σε βάρος της δημιουργίας. Και – στενά συνυφασμένο, αλλά αντιθέτως ανάλογο με τα προηγούμενα – της σχεδόν εξαφανίσεως του εξωτερικού ψυχικού περιβάλλοντος και της εσωτερικής ψυχικής προσωπικότητος. Αυτών που ως τώρα λέγαμε πίστη, φαντασία, χιούμορ, καρδιά.
Εν τούτοις αυτοί οι μελλοντικοί άνθρωποι θα γνωρίζουν καλά, απ’ τις ως τότε επιστημολογικές μελέτες τους, τον κοσμικό ρόλο που παίζει ο μύθος και τα αρχέτυπα για όλα τα πλάσματα που έχουν διανόηση και συνείδηση και την απόλυτη αναγκαιότητα της υπάρξεως μύθων για την πνευματική και σωματική υγεία και επιβίωση ενός συνειδητού Είδους – όπως συνήθως, όταν ένα πράγμα κοντεύει να εξαφανιστεί τότε μόνον, την τελευταία στιγμή κι αν είμαστε τυχεροί, καταλαβαίνουμε την μεγάλη αξία του.
Ως τελευταία ίσχυε η πεποίθησις ότι οι ανθρώπινες κοινότητες – φυλές ανέπτυξαν ξεχωριστά «αλφαβητάρια» συμβόλων και μύθων ανάλογα με τις συνθήκες μέσα στις οποίες γεννήθηκε η κάθε μια. Τώρα όμως καινούργια δεδομένα δείχνουν ότι υπάρχουν κοινές πηγές ψυχικών συμβόλων στον υποσυνείδητο νου όλων των φυλών και λαών. Χιλιάδες μύθοι παρμένοι από πάμπολλες κουλτούρες της Γης δείχνουν τεράστιες ριζικές ομοιότητες άρα τα αρχέτυπα σύμβολα είναι ίδια για όλους. Δύο ψυχολόγοι οι Τάιγκερ και Φοξ, καθιέρωσαν τον όρο «βιο-γραμματική» για να ορίσουν αυτά τα κοινά ψιχικά αρχέτυπα που είναι βαθιά αποτυπωμένα στο πνεύμα όλων των λαών και όλων των εποχών της Ανθρωπότητος, απαράλλαχτα από τους πρωτόγονους ως σήμερα, κι άσχετα απ’ τη γλώσσα και την λινγκουίστικη δομή του κάθε λαού.
Οταν λοιπόν οι άνθρωποι χάσουν τη δύναμη της μυθοποιίαςθ’ αναγκαστούν να κατασκευάσουν ένα ηλεκτρονικό μηχάνημα-Ποιητή που σκοπός του θα είναι να αναλάβει την μετάδοση των παλιών αρχετύπων και συμβόλων και την ανασύνθεσή τους για δημιουργία νέων Μύθων για την ανθρωπότητα και τ’ όνομά του θα είναι σίγουρα Μυθογράφος.
Οταν όμως φτιάξουν αυτό το μηχάνημα θα πρέπει να το προγραμματίσουν και αργότερα να ενημερώσουν το πρόγραμμα με νέα στοιχεία. Πολλά απ’ τα πράγματα που θα διδάξουν τον Μυθογράφο δεν μπορούμε να τα ξέρουμε σήμερα. Αλλά μαζί με όλο το υλικό που υπάρχει για την Πρώτη Υλη όλων των φυλών από μύθους, έπη, δοξασίες, θρησκείες, παραμυθια, ιστορήματα, τραγούδια κ.τ.λ., και όλες τις σοφίες πούχουν γραφτεί γι’ αυτά, είναι μερικά πρόσφατα «μαθήματα» και οδηγίες που αποκλείεται να μην συμπεριληφθούν στον Μυθογράφο πριν αρχίσει την δημιουργική εργασία του.
Για τη δουλειά του Καρλ Γιουνγκ πάνω στα Αρχέτυπα, τα Σύμβολα και τα Ονειρα, και τη δουλειά του Αϊνστάιν και του Χάιζεμπεργκ πάνω στους νόμους της σχετικότητος, των πιθανοτήτων, της αβεβαιότητας και του τυχαίου.
Για το ότι το φαινόμενο «η αιτία προηγείται χρονικά του αποτελέσματος» στέκει μόνον στατιστικά – όπως δείχνει η έρευνα στον μικρόκοσμο του εσωτερικού του ατόμου όπου τα πάντα μπορούν να συμβούν – κι έτσι η σχέσις των γεγονότων μεταξύ τους, η ίδια η φύσις του χρονοτόπου, μπορεί σε πολλές περιπτώσεις να μην είναι Αιτιατή. Δηλαδή μπορεί π.χ. ένα κορίτσι νάχει καστανά μάτια επειδή αυτό το χρώμα θα αγαπήσει ο άνδρας που θα γνωρίσει όταν μεγαλώσει. Μπορεί να συμβεί αύριο σε κάποιον κάτι που επιρεάζει την συμπεριφορά του της προηγούμεενης εβδομάδος.
Για το ότι το «κατά πόσον» της Πιθανότητος δεν μπορεί ποτέ να εξακριβωθεί. Είναι από ορισμού παντοτεινά άγνωστη ποσότητα, πάντα σε κατάσταση αβεβαιότητος. Τα πάντα στο σύμπαν, απ’ το εσωτερικό του ατόμου μέχρι την κοσμολογική κλίμακα, ο χρονοτόπος, το παρελθόν, το παρόν, το μέλλον, η ηθική, οι σχέσεις των ανθρώπων, όλα, όλα όσα γνωρίζουμε γύρω μας είναι σταθερώς Σχετικά. Και... σχετικώς σταθερά.
Για το ότι τα μυθικά γεγονότα, απ’ την ίδια τη φύση τους, συχνά δεν υπακούουν στους διάφορους κανόνες που επιβάλλουμε στην ατικειμενική (;) πραγματικότητα, ή στον κανόνα του Αιτίου και Αιτιατού.
Για το ότι το καλύτερο είναι να θεωρούμε την πλάση σαν ψυχικό φαινόμενο.
Για το ότι μπορούν δύο ή περισσότερες αντίθετες πραγματικότητες να είναι όλες εξ ίσου αληθινές.
Για το ότι ένα και ένα δεν κάνουν πάντα δύο.
Για τη σημασία της Πίστης και τη σχέση της με τη Γνώση.
Για τη σημασία και τα ενεργοποιά στοιχεία του Θαύματος και του Μαγικού.
Για τη μέθη των αγνωστων παρελθόντων.
Για το έργο του Νταντά και του Συρρεαλισμού.
Για το ότι από παιδί κι από τρελόν μαθαίνεις την αλήθεια.
Αυτά και άλλα πολλά τέτοια θα πρέπει να μπουν στο πρόγραμμα του Μυθογράφου για να μπορέσει να κάνει σωστά τη δουλειά του όταν, όπως είπαμε, οι Ανθρωποι οι ίδιοι δεν θα μπορούν «μύθους ποιείν».
Αλλά ας αφήσουμε το μέλλον να κοιμάται κι ας μιλήσουμε για τη σκόνη του παρόντος. Πολλές απ΄τις Historias Περίεργες έχουν αρκετή σχέση με όλα τα ανωτέρω (οι υπερτρείς διαστάσεις. Το παρελθόν-στο-μέλλον ή το μέλλον-στο-παρελθόν, με το παρόν ανακατεμένο. Τα μηχανήματα. Η εξαϋλωσις. Το πέραν της λογικής. Αλλες πάλι δεν έχουν σχεδόν καθόλου σχέση με τα περί Μυθογράφου, είναι σαν μια πρόσοψις, μόνον μια επιφάνεια από εικόνες με σκοπό την ευχαρίστηση του αναγνώστη.
Ολες όμως έχουν σχέση με την επίδραση του «άνευ προηγουμένου» πάνω στο καθημερινό. Ολες ζούνε γύρω από πυρήνες παραχρόνου. Τις ξέρουμε όλες καλά όμως βρίσκονται αλλού και άλλοτε, σαν τις εικόνες-φαντάσματα που βγαίνουν καμιά φορά στους δέχτες τηλεοράσεως. Κάτι πολύ ανάποδο υπάρχει που δεν εντοπίζεται, που όμως μπορεί και να μην υπάρχει. Είναι σαν παραμύθια που λέμε σε μικρά παιδιά που πιστεύουν ό,τι και να τους πούνε.
Οι ανθρώπινοι τύποι που ζούνε στις Historias και αυτοί που τις αφηγούνται φαίνονται να είναι ένα είδος ηλίθιοι-σοφοί.
Δεν είναι βάς δεν είναι κροταλίας.
Είναι κάτι τόσες δα Historias, σαν να λέμε ιστορίες.
Ζουν 400 μέτρα κάτω απ’ τη γη
μα όταν βγούν απάνω...

ΕΝ ΑΓΚΑΛΙΑ DE ΚΡΙΣΓΙΑΟΥΡΤΙ
Y OTROS ΤΑΧΥΔΡΑΜΑΤΑ
Y HISOTRIAS ΠΕΡΙΡΓΕΣ
DE ΠΑΝΟΣ ΚΟΥΤΡΟΥΜΠΟΥΣΗΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΠΟΠΕΙΡΑ

Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2010

Η ΕΒΕΛΙΝ - Τζέημς Τζόυς

ΚΑΘΟΤΑΝ ΤΩΡΑ μπροστά στο παράθυρο, παρακολουθώντας τη νύχτα που απλωνόταν σιγά σιγά σ' όλη τη λεωφόρο. Το κεφάλι της ακουμπούσε πάνω στις κουρτίνες του παραθυριού και στα ρουθούνια της ανέβαινε η μυρωδιά του σκονισμένου κρετόν. Ήταν κουρασμένη.
Λίγοι άνθρωποι περνούσαν. Ο κάτοικος του κτιρίου, που ήταν στο τέλος του δρόμου, πέρασε πηγαίνοντας σπίτι του. Άκουσε τα βήματά του να χτυπούν το σκληρό λιθόστρωτο και πιο κάτω να συνθλίβουν τη λιγνιτόσκονη που 'χαν ρίξει για το χιόνι πάνω στο μονοπάτι που οδηγούσε στα κόκκινα σπίτια. Εκεί ήταν παλιά ένα χωράφι που παίζαν τα παιδιά της γειτονιάς˙ έπειτα ένας άνθρωπος από το Μπέλφαστ, αγόρασε το χωράφι κι έχτισε σπίτια˙ όχι σπίτια σαν τα δικά τους, καφετιά και μικρά, αλλά σπίτια μεγάλα με τούβλα και στέγες που γυαλίζανε. Όλα τα παιδιά απ' τη λεωφόρο συνήθιζαν να παίζουν στο χωράφι. Οι Ντιβάιν και οι Γουώτερ και οι Νταν και ο μικρός κουτσός Κήω, τ' αδέλφια της, αυτή η ίδια, οι αδελφές της. Μόνο ο Έρνεστ δεν έπαιζε ποτέ. Αυτός ήταν μεγάλος. Ο πατέρας συχνά τους έδιωχνε απ' το χωράφι, κυνηγώντας τους με τη μαγκούρα που 'χε μαύρους σκληρούς ρόζους˙ όμως ο μικρός Κήω, που φύλαγε σκοπός, φώναζε ένα «κόνιδα», μόλις έβλεπε το γέρο και όλοι το 'βαζαν στα πόδια. Τότε, τουλάχιστον, όλοι έμοιαζαν ευχαριστημένοι. Ο πατέρας δεν είχε γίνει ακόμα τόσο κακός και, το πιο σπουδαίο, ζούσε η μητέρα της. Από τότε είχαν περάσει πολλά χρόνια˙ τ' αδέλφια της κι οι αδελφές της είχαν μεγαλώσει, η μητέρα της είχε πεθάνει και ο Τίζη Νταν είχε επίσης πεθάνει, και οι Γουώτερ είχαν ξαναγυρίσει στην Αγγλία. Όλα είχαν αλλάξει. Τώρα κι αυτή θα 'φευγε όπως και οι άλλοι, θα 'φευγε απ' το σπίτι.
Το σπίτι της! Κοίταξε γύρω της το δωμάτιο, παρατηρώντας όλα τα αντικείμενα, που τα ξεσκόνιζε και τα γυάλιζε μια φορά την εβδομάδα, χρόνια τώρα, και κάθε φορά αναρωτιόταν, πώς στην ευχή μαζεύεται αυτή η σκόνη. Ίσως δε θα τα ξανάβλεπε ποτέ πια αυτά τα πράγματα που ως τότε δεν είχε σκεφτεί να τ' αποχωριστεί. Εντούτοις όλα αυτά τα χρόνια που τα καθάριζε αυτά τα πράγματα, δεν είχε ακόμα μάθει το όνομα εκείνου του παπά, που η φωτογραφία του, κιτρινισμένη, κρεμόταν στον τοίχο, πάνω απ' το σπασμένο αρμόνιο και πλάι στη χρωματιστή λιθογραφία που παρίστανε το κείμενο με τις υποσχέσεις που δόθηκαν στην «Υπερευλογημένη Μαργαρίτα Μαρία Αλακόκ». Ο παπάς της φωτογραφίας ήταν συμμαθητής του πατέρα της και κάθε φορά που τον έδειχνε σ' έναν επισκέπτη, πρόσθετε δήθεν τυχαία:
«Ε, τώρα αυτός είναι στη Μελβούρνη…»
Όμως αυτή είχε πάρει την απόφαση να φύγει. Ήταν σωστό; Ζύγιαζε τα υπέρ και τα κατά˙ ναι, στο σπίτι είχε οπωσδήποτε εξασφαλισμένη στέγη και τροφή, και επιπλέον όλους εκείνους που την γνώριζαν όλη της τη ζωή. Βέβαια, δούλευε σκληρά και στο μαγαζί και στο σπίτι. Τι θα 'λεγαν αλήθεια στο μαγαζί αν μάθαιναν πως το 'σκασε με κάποιον; Πως ήταν μια ανόητη; Ίσως. Έπειτα, με μια αγγελία στις εφημερίδες θα 'βρισκαν την αντικαταστάτρια. Η δις Γκάβαν θα 'ταν επιτέλους ευχαριστημένη. Ποτέ της δεν την χώνεψε. Πάντα είχε να της κάνει κάποια παρατήρηση, ιδίως όταν βρίσκονταν πελάτες μπροστά και την άκουγαν.
«Δις Χιλ, δε βλέπετε πως οι κυρίες περιμένουν;»
«Με πιο ευγένεια παρακαλώ, δις Χιλ. Παρακαλώ».
Δε θα 'κλαιγε αφήνοντας το μαγαζί. Στο νέο τόπο που θα πήγαινε, σ' αυτή τη μακρινή χώρα, δε θα 'ταν το ίδιο. Έπειτα θα παντρευόταν. Ναι, αυτή η Έβελιν. Και ο κόσμος θα της φερόταν με σεβασμό. Δε θα της φερόταν όπως στη μητέρα της. Δηλαδή όπως ο πατέρας της φερόταν στη μητέρα της. Ακόμα και τώρα που η ίδια είχε κλείσει τα δεκαεννιά, ένιωθε ακόμα να κινδυνεύει από το θυμό του πατέρα της. Σ' αυτόν δεν χρωστούσε τις ταχυπαλμίες της; Το περίεργο είναι πως όταν ήτανε παιδιά δεν την είχε ποτέ χτυπήσει, όπως συνήθιζε να κάνει με τον Χάρη και τον Ερνέστο. Γιατί αυτή ήταν κορίτσι• καλά! Όμως τελευταία, άρχισε να την φοβερίζει και να της λέει πως αν δεν ήταν για χάρη της πεθαμένης μάνας της, ήξερε αυτός να τη συγυρίσει. Αυτή δεν είχε κανένα να πάρει το μέρος της. Ο Ερνέστος είχε πεθάνει και ο Χάρης, που δούλευε στη διακόσμηση των εκκλησιών, έλειπε πάντα στην επαρχία˙ έτσι ήταν ολομόναχη να αντιμετωπίζει το θυμό του. Κι από πάνω αυτοί οι ατέλειωτοι καβγάδες για τα λεφτά, κάθε σαββατόβραδο, άρχισαν πολύ να τη βασανίζουν. Πάντα έδινε όλο το βδομαδιάτικό της -εφτά σελίνια- και ο Χάρης πάντα έστελνε ό,τι μπορούσε, όμως η δυσκολία ήταν να δώσει λίγα λεφτά κι ο πατέρας της. Της έλεγε πως σπαταλούσε τα λεφτά, πως δεν είχε κουκούτσι μυαλό να νομίζει πως αυτός θα της εμπιστευόταν το χρήμα του που το κέρδισε με τον ιδρώτα του, για να το σπαταλήσει αυτή η σπάταλη, κι έλεγε, έλεγε, κάθε σαββατόβραδο και πιο γκρινιάρης και κακορίζικος από το προηγούμενο. Στο τέλος με τα πολλά της έδινε κάτι πενταροδεκάρες και ακόμα πιο θυμωμένα τη ρωτούσε αν είχε σκοπό ν' αγοράσει να φάνε κι αυτοί κάτι την Κυριακή. Τότε αυτή έπρεπε να τρέξει όσο πιο γρήγορα μπορούσε να προλάβει να ψωνίσει, κρατώντας σφιχτά το μαύρο δερμάτινο πορτοφολάκι, ανοίγοντας δρόμο με τους αγκώνες, σπρώχνοντας το πλήθος˙ να γυρίσει έπειτα αργά στο σπίτι φορτωμένη και τσακισμένη απ' την κούραση. Δύσκολο να κρατά το σπίτι, να φροντίζει τα δυο μικράπαιδιά να τρώνε καθημερινά και να πηγαίνουν τακτικά στο σχολείο, να τρέχει στο μαγαζί κι από πάνω να τη βρίζουν, ως πότε, ως πότε αυτή η σκληρή δουλειά, αυτή η πικρή ζωή… όμως τώρα που ήταν έτοιμη να τα αφήσει όλα πίσω της, να τα πετάξει όλα, τώρα δεν έβρισκε τη ζωή της τόσο δύσκολη, όχι και τόσο ανεπιθύμητη.
Ναι, ήταν έτοιμη ν' αρχίσει μια άλλη ζωή με τον Φρανκ. Ο Φρανκ ήταν πολύ καλός, ήταν σωστός άνδρας και ανοιχτόκαρδος. Απόψε αυτή και ο Φρανκ θα 'φευγαν οι δυο τους με το βαπόρι που 'φευγε απόψε, θα γινόταν γυναίκα του και θα ζούσαν στο σπίτι του Φρανκ, στο Μπουένος Άυρες. Θυμόταν σαν να 'ταν χτες την πρώτη φορά που τον συνάντησε. Εκείνος έμενε σ' ένα σπίτι απάνω στο μεγάλο δρόμο, η Έβελιν είχε γνωστούς σ' αυτό το σπίτι. Ήταν πριν λίγες βδομάδες. Ο Φρανκ στεκόταν όρθιος στην εξώπορτα με το κασκέτο του λίγο σπρωγμένο προς τα πίσω, τα μαλλιά του που 'πεφταν ακατάστατα πάνω στο ηλιοκαμένο του μέτωπο. Έτσι γνωρίστηκαν από κείνο το βράδυ ερχόταν και την περίμενε μπροστά στο μαγαζί και τη συνόδευε σπίτι της. Πήγανε στο θέατρο και είδανε την Μποέμ και αισθάνθηκε πολύ περήφανη που πήρανε τόσο καλές και ακριβές θέσεις. Ο Φρανκ λάτρευε τη μουσική και τραγουδούσε και κανένα τραγουδάκι. Οι άνθρωποι γύρω τους κατάλαβαν πως ήτανε ερωτευμένοι οι δυο τους. Κι όταν, ακολουθώντας την ορχήστρα, άρχισε να σιγοτραγουδάει εκείνο το τραγούδι για το κορίτσι που αγάπησε ένα ναύτη, εκείνη κοίταξε γύρω της κι αισθάνθηκε πολύ ευχάριστα ταραγμένη. Την πείραζε, φωνάζοντάς την Παπαρούνα. Στην αρχή όταν τον πρωτογνώρισε, ήταν πολύ ευχαριστημένη που είχε κι αυτή φίλο˙ έπειτα άρχισε να τον αγαπάει. Της είχε πει ιστορίες για μακρινές χώρες. Είχεαρχίσει σαν μούτσος με μια λίρα το μήνα, σ' ένα καράβι της Άλλαν Λάιν που πήγαινε στον Καναδά. Της έλεγε τα ονόματα των καραβιών και τις εταιρείες που δούλεψε. Ο ίδιος είχε περάσει το στενό του Μαγγελάνου και της διηγήθηκε τρομερές ιστορίες για τους Παταγόνες. Τέλος είχε βρει μια καλή δουλειά στο Μπουένος Άυρες, και τώρα είχε γυρίσει στην πατρίδα για διακοπές… Βέβαια μόλις ο πατέρας της ανακάλυψε την ιστορία τους, της απαγόρευσε να του ξαναμιλήσει αυτού του…
«Τους ξέρω εγώ αυτούς τους ναυτικούς…»
Και μιαν άλλη μέρα ο πατέρας της τον έβρισε τον Φρανκ˙ από τότε αυτή δεν μπορούσε παρά να τον βλέπει κρυφά.
Η νύχτα είχε εντελώς σκεπάσει τη λεωφόρο. Η ασπρίλα των δυο γραμμάτων που είχε ακουμπήσει πάνω στα γόνατά της ήταν ευδιάκριτη. Το ένα προοριζόταν για τον Χάρη, το άλλο για τον πατέρα της. Δηλαδή αυτή προτιμούσε τον Ερνέστο, όμως αγαπούσε και τον Χάρη. Ο πατέρας είχε πολύ γεράσει τελευταία. Βέβαια θα του έλειπε. Καμιά φορά μαλάκωνε λιγάκι• να τις προάλλες, τότε που ήταν άρρωστη κι έμεινε στο κρεβάτι μια μέρα, ο πατέρας της τής διάβασε μια ιστορία για φαντάσματα, και της έψησε και μια φρυγανιά στη φωτιά. Μιαν άλλη μέρα, ζούσε ακόμα τότε η μητέρα, πήγαν όλοι μαζί εκδρομή στο λόφο του Χώουθ. Θυμήθηκε πως ο πατέρας της φόρεσε το καπέλο της μητέρας της, κι όλα τα παιδιά γελούσαν, γελούσαν.
Η ώρα περνούσε, όμως αυτή εξακολουθούσε να κάθεται μπρος στο παράθυρο, ν' ακουμπά το κεφάλι της στην κουρτίνα, ν' αναπνέει την ενοχλητική μυρουδιά του σκονισμένου κρετόν. Μακριά, κάπου στη λεωφόρο, άκουγε να παίζει ένα οργανέτο. Τον ήξερε αυτόν το σκοπό. Πολύ παράξενο αυτό, να θυμηθεί απόψε την υπόσχεση που είχε δώσει στη μητέρα της: την είχε βάλει να της υποσχεθεί πως θα κρατούσε το σπίτι όσο γινόταν περισσότερο. Θυμόταν το τελευταίο βράδυ που ήταν πεθαμένη η μητέρα της. Ξανάβλεπε τον εαυτό της στο μικρό δωμάτιο στην άλλη άκρη του διαδρόμου, κι απ' έξω έφτανε, ως αυτήν, ένα ιταλικό μελαγχολικό τραγούδι˙ είπαν στον οργανοπαίχτη να φύγει και του 'δωσαν και έξι πένες. Θυμόταν τον πατέρα της να πηγαινοέρχεται με βαριά βήματα στο δωμάτιο της άρρωστης, μουρμουρίζοντας:
«Καταραμένοι βρωμοϊταλοί, ως εδώ φτάσατε, ως εδώ…»
Έτσι όπως θυμόταν τα παλιά, η θλιβερή εικόνα της μητέρας της ξανάρθε σιγά σιγά… όλες αυτές οι αναμνήσεις κατακάθισαν μέσα της ως το βάθος της ψυχής της, η ζωή της μητέρας με τις καθημερινές, άστοχες θυσίες που την οδήγησαν στην τελική τρέλα. Έτρεμε. Για μια στιγμή νόμισε πως άκουσε τη φωνή της μητέρας της που έλεγε με ανόητη επιμονή:
«Derevaun Seraun! Derevaun Seraun!»
Πετάχτηκε όρθια, με τρόμο. Να φύγει. Πρέπει να φύγει αμέσως. Ο Φρανκ θα τη σώσει, θα της δώσει τη ζωή, τον έρωτα ίσως. Αυτή θέλει να ζήσει. Γιατί πρέπει αυτή να 'ναι δυστυχισμένη; Έχει κι αυτή δικαίωμα στην ευτυχία. Ο Φρανκ θα την έπαιρνε στην αγκαλιά του, θα την τύλιγε με τα μπράτσα του, θα την έσωζε.
Στεκόταν όρθια, περιτριγυρισμένη από ένα παλλόμενο πλήθος, στο σταθμό του Νορθ Γουώλ. Ο Φρανκ της έσφιγγε το χέρι και καταλάβαινε πως της μιλούσε˙ έλεγε κάτι για τη διαδρομή ξανά και ξανά. Ο σταθμός ήταν γεμάτος στρατιώτες που κρατούσαν καφετιές αποσκευές. Απ' τις ανοιχτές πόρτες του υπόστεγου, είδε το μαύρο όγκο του καραβιού, δεμένο πλάι στην αποβάθρα μ' όλα τα φινιστρίνια φωτισμένα. Ο Φρανκ μίλαγε κι αυτή δεν απαντούσε, ένιωθε τα μάγουλά της χλωμά και παγωμένα και τον εαυτό της σαν στο βάθος ενός βάραθρου στενοχώριας και αμηχανίας˙ παρακάλεσε τον Θεό να την οδηγήσει, να της δείξει τι να κάνει, ποιο είναι το καθήκον της. Μέσα απ' την ομίχλη ακούστηκε ένα μακρύ πένθιμο σφύριγμα. Αν έφευγε, αύριο θα 'ταν κιόλας στην ανοιχτή θάλασσα και κοντά της ο Φρανκ˙ θα έπλεαν προς το Μπουένος Άυρες. Οι θέσεις ήταν κρατημένες. Μπορούσε τώρα να οπισθοχωρήσει; Ύστερα απ' όσα έκανε γι' αυτήν; Η στενοχώρια της έφερε σαν μια ναυτία˙ όλο το σώμα της ήταν παγωμένο και τα χείλια της κουνιόνταν σε μια σιωπηλή χωρίς λόγια προσευχή. Μια καμπάνα χτυπούσε στη θέση της καρδιάς της.
Αισθάνθηκε τον Φρανκ να της σφίγγει το χέρι. «Έλα», είπε.
Όλες οι θάλασσες του κόσμου φουρτούνιασαν μέσα στην καρδιά της. Το χέρι του, το δικό του χέρι, την τραβούσε προς αυτή τη θάλασσα που θα την έπνιγε, θα την κατάπινε. Άρπαξε τη σιδερένια μπάρα με τα δυο της χέρια.
«Έλα» φώναξε ο Φρανκ.
Όχι, όχι, αυτό ήταν αδύνατον. Τα χέρια της σφίχτηκαν με μανία στο σίδερο. Από τα βάθη της θάλασσας που πλημμύριζε την καρδιά της, έστελνε σιωπηλές κραυγές αγωνίας.
Ο Φρανκ έσκυψε πάνω απ' τη μπάρα και της φώναξε να τον ακολουθήσει.
«Έβελιν… Έβε…»
Τον έσπρωχναν, του φώναζαν να προχωρήσει, όμως αυτός εξακολουθούσε να τη φωνάζει.
Γύρισε προς αυτόν ένα άσπρο ανέκφραστο πρόσωπο σαν ζώου αβοήθητου. Στα μάτια της δεν υπήρχε κανένα σημάδι, ούτε έρωτα, ούτε αποχαιρετισμού, ούτε καν αναγνώρισης.

μτφρ. Μαντώ Αραβαντινού


Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2010

Η παντοδυναμία της προδοσίας – ΜΑΡΚΗΣΙΟΣ ΝΤΕ ΣΑΝΤ

Δειπνήσαμε μαζί με την Μποργκέζε. Κανονίσαμε τα πάντα για την εκδρομή που θα κάναμε την επόμενη μέρα στο Βεζούβιο. Το βράδυ πήγαμε στην Οπερα. Ο βασιλιάς ήρθε να μας επισκεφτεί στο θεωρείο μας, πράγμα που έκανε όλα τα μάται να στραφούν επάνω μας.
Οταν επιστρέψαμε σπίτι, προτείναμε στην Μποργκέζε να περάσουμε λίγες ώρες της νύχτας τρώγοντας ψητά με συνοδεία κυπριώτικου κρασιού και μαλακιζόμενες. Εκείνη συμφώνησε. Κι έτσι φτάσαμε, η Κλαιρβίλ κι εγώ, την προσποίηση σε σημείο να κάνουμε τη γυναίκα εκείνη που καταδίκαζε η παλιανθρωπιά μας να χύσει εφτά με οχτώ φορές και να χύσουμε κι εμείς άλλες τόσες στην αγκαλιά της. Υστερα την αφήσαμε να κοιμηθεί για να περάσουμε, η φίλη μου κι εγώ, την υπόλοιπη νύχτα μαζί. Χάσαμε ακόμα τρεις με τέσσερις φορές το χύμα μας η κάθε μια στη σκέψη της έξοχης ιδέας να προδώσουμε, τη μέρα που ερχότανε, όλα τα συναισθήματα φιλίας και εμπιστοσύνης. Μόνο τα μυαλά σαν τα δικά μας μπορούν να συλλάβουν τέτοιες διαστροφές, το ξέρω. Αλίμονο όμως σ’ όποιον δεν τις γνωρίζει! Στερείται θεϊκές απολαύσεις. Τολμώ μάλιστα να πω πως δεν έχει ιδέα από ηδονή.
Σηκωθήκαμε νωρίς – νωρίς το πρωί. Δεν κοιμάται κανείς όταν έχει στο νου του να κάνει κάποιο έγκλημα. Η σκέψη του και μόνο φλογίζει όλες τις αισθήσεις. Την κλωθογυρίζεις από δω κι απο κει στο μυαλό σου, την απολαμβάνεις από κάθε της πλευρά και χαίρεσαι χιλιάδες φορές εκ των προτέρων την ηδονή που ξέρεις πολύ καλά ότι θα δικιμάσεις όταν την εκτελέσεις.
Ενα αμάξι με έξι άλογα μας οδήγησε στους προποδες του ηφαιστείου. Εκεί συναντήσαμε κάτι ξεναγούς που σκοπός τους ήταν να μας προσδέσουν στα σχοινιά που βοηθούν στην ανάβαση του βουνού. Χρειάζονται δυο ώρες για να φτάσει κανείς στην κορυφή. Τα καινούργια παπούτσια που φοράτε σ’ αυτή την ανάβαση είναι πια καμμένα όταν φτάνετε πάνω. Ανεβήκαμε χαρωπά κοροϊδεύοντας την Ολυμπία. Εκείνη η δύστυχη έπρεπε να ‘χε καταλάβει τι σήμαιναν οι προδοτικοί κι όλο υπονοούμενα σαρκασμοί μας.
Η διάσχιση αυτού του βουνού είναι μια φριχτή αγγαρεία! Στάχτες παντού μέχρι το λαιμό, αν κάνεις τέσσερα βήματα μπροστά πας έξι πίσω κι έχεις συνέχεια το φόβο πως θα σε καταπιεί ζωντανό κάποια λάβα. Φτάσαμε πάνω εκνευρισμένες και σταθήκαμε να ξαποστάσουμε. Εκεί λοιπόν παρατηρήσαμε με τρομερό ενδιαφέρον την ήρεμη σχισμή εκείνου του ηφαιστείου που όταν εξοργίζεται κάνει το βασίλειο της Νάπολης να τρέμει.
- Πιστεύετε πως υπάρχει φόβος σήμερα; Ρωτήσαμε τους ξεναγούς μας.
- Οχι, απάντησαν εκείνοι. Ισως μπορούν ακόμα να εκτοξευτούν ορισμένα κομμάτια πίσσας ή ελαφρόπετρας αλλά έκρηξη αποκλείεται πια να γίνει.
- Πολύ καλά φίλοι μας, δώστε μας λοιπόν το πανέρι με τα τρόφιμα και γυρίστε πίσω στο χωριό, τους είπε τότε η Κλαιρβίλ. Εμείς θα περάσουμε εδώ πάνω τη μέρα! Θέλουμε να κάνουμε ορισμένα σχέδια.
- Μα κι αν συμβεί τίποτα;
- Δεν είπατε πως δεν πρόκειται να συμβεί το παραμικρό;
- Δεν μπορούμε όμως και να το διαβεβαιώσουμε.
- Ε, αν λοιπόν συμβεί κάτι, τότε θα κατεβούμε ως εκ θαύματος στο χωριό που σας βρήκαμε.
Με τρία – τέσσερα όντσια που τους γλιστρήσαμε στο χέρι δεν άργησαν καθόλου να μας αφήσουν μόνες.
Δεν είχαν καλά – καλά προλάβει να κάνουν τετρακόσια βήματα όταν είπα στην Κλαιρβίλ!
- Θα χρησιμοποιήσουμε πονηριά;
- Οχι, μου απάντησε εκείνη, βία...
Κι έτσι ριχτήκαμε αμέσως κι οι δυο στην Ολυμπία!
- Πουτάνα! Της είπαμε μ’ ένα στόμα, σε βαρεθήκαμε πια, ήρθαμε εδώ πάνω για να σε ξαποστείλουμε... Θα σε ρίξουμε ζωντανή στα σπλάχνα του ηφαιστείου...
- Ω φίλες μου! Τι σας έκανα λοιπόν;
- Τίποτα. Σε βαριόμαστε, δεν φτάνει αυτό...
Πάνω σ’ αυτά τα λόγια, της χώνουμε ένα μαντήλι στο στόμα και κόβουμε στη στιγμή τις φωνές και τις ιερεμιάδες της. Τότε η κλαιρβίλ της έδεσε τα χέρια μ’ ένα μεταξωτό σχοινί που είχε φέρι επίτηδες. Έκανα κι εγώ το ίδιο στα πόδια της. Οταν έμεινε απόλυτα ανυπεράσπιστη σταθήκαμε κι οι δύο να την κοιτάζουμε διασκεδάζοντας αφάνταστα. Δάκρυα κυλούσαν απ’ τα όμορφα μάτια της κι έρχονταν να πέσουν σα μαργαριτάρια πάνω στον ωραίο της λαιμό. Τη γδύσαμε, την πασπατέψαμε και τη βιάσαμε σ’ όλα τα σημεία του κορμιού της. Τσιμπήσαμε τον όμορφο λαιμό της. Μαστιγώσαμε τον χαριτωμένο της κώλο, της πληγώσαμε τους γλουτούς και μαδήσαμε το μουνί της. Εγώ της δάγκωσα την κλειτορίδα μέχρι που μάτωσε.
Τέλος, ύστερα από δύο ώρες φριχτών βασανιστηριών, της λύσαμε τα δεσμά της και την σπρώξαμε στο κέντρο του ηφαιστείου απ’ όπου παρατηρούσαμε πάνω από έξι λεπτά το κορμί της να πέφτει κλυδωνιζόμενο και τραμπαλιζόμενο ακανόνιστα χτυπώντας στα αιχμηρά τοιχώματα που το ξέσκιζαν κομματάκια. Σιγά – σιγά ο θόρυβος απ’ την πτώση ελαττώθηκε... ώσπου δεν τον ακούγαμε πια καθόλου.
- Πάει κι αυτό, είπε τότε η Κλαιρβίλ που δεν είχε πάψει να μαλακίζεται από τη στιγμή που είχε ρίξει εκείνο το σώμα στο ηφαίστειο. Ω, γαμώ το! Αγάπη μου, ας χύσουμε τώρα κι οι δυό μας ξαπλωμένες πάνω στο στρώμα τούτου εδώ του ηφαιστείου! Διαπράξαμε μόλις ένα έγκλημα, μια από τις υπέροχες αυτές πράξεις που οι άνθρωποι επιμένουν ν’ αποκαλούν φριχτές! Ε λοιπόν! Αν ισχύει πράγματι ότι η πράξη αυτή παραβιάζει τη φύση, ότι η φύση την εκδικείται, τότε μπορεί να το κάνει, ας γίνει στη στιγμή μια έκρηξη, ας ξεχυθεί αμέσως μια λάβα κι ας μας καταπιεί...
Δεν ήμουν πλέον σε κατάσταση να της απαντήσω. Κολυμπώντας στη μέθη κι εγώ, ανταπόδωσα στο εκατονταπλάσιο στη φίλη μου ό,τι χάδι μου χάριζε. Δεν μιλούσαμε πια. Σφιγμένες δυνατά η μια στην αγκαλιά της άλλης, έτσι καθώς μαλακιζόμαστε σαν τριβάδες δίναμε σάμπως την εντύπωση πως θέλαμε ν’ ανταλλάξουμε τις ψυχές μας μέσα από τα ξέφρενα, όλο πάθος, αναστενάγματά μας. Κάποιες λέξεις ηδονής, κάποιες βλαστήμιες ήταν τα μοναδικά λόγια που μας ξέφευγαν. Προσβάλλαμε την φύση, την αψηφούσαμε, δε της δίναμε την παραμικρή σημασία! Θριαμβεύοντας λοιπόν παώ στην ατιμωρησία που μας χάριζαν η αδυναμία και η αδιαφορία της, εμείς εκμεταλευόμασταν την επιείκειά της για να την ερεθίσουμε ακόμα πιο σοβαρά.
- Βλέπεις λοιπόν Ιουλιέτα, μου είπε η Κλαιρβίλ που συνήλθε πρώτη από τον αμοιβαίο μας οργασμό, αν η φύση προσβάλλεται ή όχι απο τα υποτιθέμενα εγκλήματα του ανθρώπου! Θα μπορούσε κάλλιστα να μας πνίξει στη λάβα, θα πεθαίναμε κι οι δυο στους κόλπους της ηδονής... Το ‘κανε όμως; Α! Μείνε ήσυχη, δεν υπάρχει στον κόσμο έγκλημα ικανό να στρέψει την οργή της φύσης επάνω μας! Όλα τα εγκλήματα την εξυπηρετούν, της είναι όλα χρήσιμα κι όταν μας τα εεμφυσεί δεν αμφιβάλλει καθόλου ότι πράγματι τα χρειάζεται.
Η Κλαιρβίλ δεν πρόφτασε ν’ αποτελειώσει τα λόγια της όταν ένα πλήθος πέτρες ξεπετιέται απ’ το ηφαίστειο και πέφτει σα βροχή τριγύρω μας.
- Αχ! Αχ! Της λέω δίχως να τολμώ να σηκωθώ. Η Ολυμπία μας εκδικείται! Τούτα δω τα κομμάτια στάχτης και κατραμιού είναι το αποχαιρετιστήριό της, το προειδοποιητήριο που μας στέλνει πως βρίσκεται ήδη στα έγκατα της γης.
- τίποτα απλούστερο απ’ αυτό το φαινόμενο, μου απάντησε η Κλαιρβίλ. Κάθε φορά που ένα βαρύ σώμα πέφτει στο ηφαίστειο ενεργοποιεί τα υλικά που βράζουν κοχλάζοντας αδιάκοπα μέσα στη μήτρα του κι έτσι δημιουργείται μια μικρή έκρηξη.
- Ελπίζω λοιπόν να μη μας ενοχλήσει τίποτ’ άλλο Κλαιρβίλ, ας γευματίσουμε τώρα αν και πιστεύω πως κάνεις λάθος σχετικά με τη βροχή απ’ τις πέτρες που μόλις μας έπεσε στο κεφάλι! Δεν είναι παρά η παράκληση της Ολυμπίας να της δώσουμε τα πράγματά της εκεί κάτω. Πρέπει να της τα επιστρέψουμε λοιπόν.
Αφού βγάλαμε το χρυσάφι και τα κοσμήματα που στόλιζαν τα ρούχα της, τα πακετάραμε και τα ρίξαμε στην ίδια εκείνη τρύπα που δέχτηκε και τη δύσμοιρη φίλη μας. Στη συνέχεια γευματίσαμε. Δεν ακούστηκε ο παραμικρός θόρυβος. Το έγκλημα είχε διαπραχθεί και η φύση ήταν ικανοποιημένη. Κατεβήκαμε κάτω και συναντήσαμε τους ανθρώπους μας στους πρόποδες του βουνού.
- Μας συνέβη κάτι τρομερό, τους είπαμε πλησιάζοντας τους με δάκρυα στα μάτια... η άμοιρη η συντρόφισσά μας... πλησίασε πολύ στο χείλος και... αλίμονο έπεσε μέσα... Ω, γενναίοι εσείς, λέτε να μπορούμε να κάνουμε τίποτα;
- Τίποτα, απάντησαν εκείνοι μ’ ένα στόμα. Επρεπε να μας αφήσετε να μείνουμε μαζί σας, δε θα συνέβαινε τίποτα. Τώρα πια πάει, χάθηκε, δε θα την ξαναδείτε ποτέ.
Τα ψεύτικα δάκρυα μας διπλασιάστηκαν στο άκουσμα της σκληρής αυτής αλήθειας κι αφού ανεβήκαμε στο αμάξι μας, ύστερα από τρία τέταρτα είμασταν ξανά πίσω στη Νάπολη.
Ανακοινώσαμε την ίδια κιόλας μέρα τη συμφορά που μας βρήκε. Ο Φερδινάνδος ήρθε να μας συλλυπηθεί αυτοπροσώπως πιστεύοντας πως είμασταν αληθινές αδελφές και φίλες. Οσο διεφθαρμένος κι αν ήταν, δε διανοήθηκε ούτε μια στιγμή πως θα μπορούσαμε να ‘χαμε κάνει εκείνο το έγκλημα κι έτσι τα πράγματα έμειναν όπως είχαν. Πριν περάσει μεγάλο διάστημα, στείλαμε πίσω στη Ρώμη τους ανθρώπους της πριγκίπισσας ντε Μποργκέζε μαζί με πιστοποιητικά του θανάτου της και μηνύσαμε στην οικογένειά της να μας υποδείξει τι να κάνουμε με τα κοσμήματα και τα χρυσαφικά της που ανέρχονταν, όπως τους γράφαμε σε τριάντα χιλιάδες φράγκα ενώ στην πραγματικότητα βέβαια αναλογούσαν σε εκατό περίπου χιλιάδες τις οποίες εύκολα καταλαβαίνετε ότι μοιραστήκαμε αναμεταξύ μας. Οταν όμως η απάντηση της οικογένειας της έφτασε, εμείς δεν βρισκόμαστε πλέον στη Νάπολη κι έτσι απολαύσαμε με την ησυχία μας τη ληστεία που κάναμε στη φίλη μας.
Η Ολυμπία, πριγκίπισσα Μποργκέζε, ήταν μια γυναίκα γλυκιά, αξιαγάπητη, παρασυρμένη από την ηδονή, ελευθέρια από ιδιοσυγκρασία, γεμάτη φαντασία, αλλά δεν είχε ποτέ της εμβαθύνει στις αρχές που πρέσβευε. Ντροπαλή, επηρεασμένη πάντα από τις προκαταλήψεις της, επιρρεπής στην πρώτη ατυχία που θα της συνέβαινε δεν ήταν αντάξια δύο γυναικών διεφθαρμένων τόσο όσο εμείς.

ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΙΟΥΛΙΕΤΑ ΤΟΜΟΣ Ε΄
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΞΑΝΤΑΣ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ

ΤΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
Ο ΔΗΜΙΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΘΥΜΑ ΤΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΙΤΙΚΗ