.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Τρίτη 24 Ιουλίου 2012

ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΙ ΒΑΣΙΛΙΑΔΕΣ - SIR JAMES GEORGE FRAZER



Σε μερικά μέρη έχει τροποποιηθεί το παλαιό έθιμο της θανάτωσης του βασιλιά, πράγμα που φαίνεται να επικράτησε στη Βαβυλώνα, και έχει γίνει ακόμη πιο ανώδυνο. Ο βασιλιάς εξακολουθεί να παραιτείται κάθε χρόνο για σύντομο χρονικό διάστημα και τη θέση του παίρνει ένας βασιλιάς μόνο στο όνομα' αλλά με τη λήξη της σύντομης βασιλείας του ο τελευταίος δε θανατώνεται πια, αν και μερικές φορές γίνεται μια ψεύτικη εκτέλεση, σε ανάμνησητου παλαιότερου εθίμου, κατά το οποίο αυτός θανατωνόταν πραγματικά. Ας πάρουμε παραδείγματα. Κατά το μήνα Μέακ (Φεβρουάριο), ο βασιλιάς της Καμπότζης παραιτούνταν για τρεις μέρες κάθε χρόνο, κατά τη διάρκεια των οποίων δεν εκτελούσε καμία πράξη εξουσίας, δεν άγγιζε τις σφραγίδες του και δε δεχόταν ούτε τα προγραμματισμένα έσοδα. Στη θέση του βασίλευε ένας προσωρινός βασιλιάς, με το όνομα Σντακ Μέακ, δηλαδή Βασιλιάς Φεβρουάριος. Το αξίωμα του προσωρινού βασιλιά ήταν κληρονομικό σε μια οικογένεια που είχε μακρινή συγγένεια με το βασιλικό οίκο' οι γιοι διαδέχονταν τους πατεράδες και οι μικρότεροι αδελφοί τους μεγαλύτερους, όπως ακριβώς και στη διαδοχή για την αληθινή βασιλεία. Μια ευνοϊκή μέρα λοιπόν, καθορισμένη από τους αστρολόγους, ο προσωρινός βασιλιάς οδηγούνταν από τους μανδαρίνους σε θριαμβευτική πορεία. Ανέβαινε σ’ έναν από τους βασιλικούς ελέφαντες και καθόταν στο βασιλικό φορείο,ενώ συνοδευόταν από στρατιώτες ντυμένους με στολές κατάλληλες, που παράσταιναν τους γειτονικούς λαούς Σιαμ, Λννάμ, Λάος κ.τ.λ. Στη θέση του χρυσού στέμματος αυτός φορούσε ένα μυτερό λευκό σκούφο και τα εμβλήματά του αντί να είναι από χρυσό στολισμένο με διαμάντια ήταν από σκληρό ξύλο. Αφού υπέβαλλε τα σεβάσματά του στον αληθινό βασιλιά, από τον οποίο έπαιρνε την εξουσία για τρεις μέρες μαζί με όλα τα έσοδα αυτής της περιόδου (αν και αυτό το τελευταίο έθιμο είχε παραμεληθεί για λίγο καιρό), στη συνέχεια πήγαινε με πομπή γύρω από το παλάτι και μέσα από τους δρόμους της πρωτεύουσας. Την τρίτη μέρα, μετά τη συνηθισμένη πορεία, ο προσωρινός βασιλιάς έδινε διαταγή να καταπατήσουν το «βουνό του ρυζιού», που ήταν μια εξέδρα από μπαμπού γύρω από την οποία υπήρχαν δεμάτια ρυζιού. Ο λαός μάζευε το ρύζι και ο καθένας έπαιρνε λίγο στο σπίτι του, για να εξασφαλίσει μια καλή σοδειά. Μια ποσότητα επίσης ρυζιού έστελναν στο βασιλιά, ο οποίος έπρεπε να το μαγειρέψει και να το προσφέρει στους μοναχούς.
Στο Σιαμ, την έκτη μέρα του φεγγαριού και τον έκτο μήνα (τέλος Απριλίου), διορίζεται ένας προσωρινός βασιλιάς, ο οποίος για τρεις μέρες απολαβαίνει τα βασιλικά προνόμια, ενώ ο πραγματικός βασιλιάς μένει κλεισμένος στο παλάτι του. Αυτός ο προσωρινός βασιλιάς στέλνει τους πολυάριθμους οπαδούς του προς όλες τις κατευθύνσεις, για να κατασχέσουν και να δημεύσουν οτιδήποτε βρουν στο παζάρι και στα ανοιχτά καταστήματα' κατάσχονται επίσης από αυτόν τα πλοία καθώς και τα κινέζικα ιστιοφόρα πλοία που φτάνουν στο λιμάνι κατά τη διάρκεια των τριών ημερών και τα οποία πρέπει ν’ αγοραστούν ξανά. Αυτός ο βασιλιάς πηγαίνει σ’ ένα χωράφι στο κέντρο της πόλης, όπου του φέρνουν ένα χρυσωμένο άροτρο που το σέρνουν βόδια, στολισμένα χαρούμενα. Αφού αλειφτεί το άροτρο και τριφτούν τα βόδια με λιβάνι, ο ψεύτικος βασιλιάς ανοίγει εννέα αυλάκια με το άροτρο, το οποίο ακολουθούν κυρίες του παλατιού, που σκορπίζουν τον πρώτο σπόρο της εποχής. Αμέσως μόλις ανοιχτούν τα εννέα αυλάκια, το πλήθος των θεατών ορμά μέσα στο χωράφι και σέρνεται ψάχνοντας για το σπόρο που μόλις έχουν σπείρει, πιστεύοντας ότι, αν τον ανακατέψουν με το σπόρο του ρυζιού, θα εξασφαλίσουν άφθονη σοδειά. Μετά βγάζουν τα βόδια από το ζυγό και βάζουν μπροστά τους ρύζι, αραβόσιτο, σουσάμι, σάγος, μπανάνες, ζαχαροκάλαμο, πεπόνια κ.τ.λ.' αυτό που θα φάνε πρώτο τα βόδια θεωρείται ότι θα πουληθεί ακριβά τον επόμενο χρόνο, αν και μερικοί άνθρωποι ερμηνεύουν τον οκονό αντίθετα. Όλο αυτό το διάστημα ο προσιορινός βασιλιάς στέκεται ακυυμπώντας σ’ ένα δέντρο με το δεξί του πόδι πάνω στ’ αριστερό γόνατο. Επειδή στέκεται έτσι, στο ένα πόδι, ο λαός τον ονομάζει Βασιλιά Χοπ (που χοροπηδά), αλλά ο επίσημος τίτλος του είναι Φάγια Φολλαθέπ, Κύριος των Ουράνιων Φιλοξενουμένων. Είναι δηλαδή έναείδος υπουργού Γεωργίας' όλα τα θέματα που έχουν σχέση με χωράφια, ρύζι κ.τ.λ. ανήκουν σ’ αυτόν. Υπάρχει ακόμη και μια άλλη τελετή, στην οποία αυτός παρασταίνει το βασιλιά. Αυτή γίνεται το δεύτερο μήνα (που πέφτει στην εποχή του κρύου) και διαρκεί τρεις ημέρες. Ο ψεύτικος βασιλιάς οδηγείται με πομπή σ’ έναν ανοιχτό χώρο απέναντι από το Ναό των Βραχμάνων, όπου υπάρχουν κοντάρια στολισμένα όπως τα Μαγιάτικα, τα οποία οι Βραχμάνες τα χρησιμοποιούν σαν κούνιες. Όση ώρα αυτοί κουνιούνται και χορεύουν, ο Κύριος των Ουράνιων Φιλοξενουμένων πρέπει να στέκεται στο ένα πόδι πάνω σ’ ένα κάθισμα φτιαγμένο από σοβατισμένα τούβλα, σκεπασμένο μ’ ένα άσπρο ύφασμα και έχοντας κρεμασμένο ένα κεντητό παραπέτασμα. Σ’ αυτή τη στάση βρίσκεται μέσα σ’ ένα ξύλινο πλαίσιο με επιχρυσωμένο στέγασμα, ενώ δύο Βραχμάνες στέκονται πλάι του, ένας σε κάθε πλευρά. Οι Βραχμάνες που χορεύουν κρατούν κέρατα βουβαλιών, με τα οποία παίρνουν νερό από ένα μεγάλο χάλκινο καζάνι και ραντίζουν τους θεατές. Αυτό υποτίθεται ότι φέρνει καλή τύχη και κάνει το λαό να ζει με ειρήνη και ησυχία, υγεία και ευημερία. Ο χρόνος που ο Κύριος των Ουράνιων Φιλοξενουμένων πρέπει να στέκεται στο ένα πόδι είναι περίπου τρεις ώρες. Με αυτόν τον τρόπο πιστεύουν ότι «αποδείχνονται οι διαθέσεις των Δέβας και των πνευμάτων». Εάν αυτός κατεβάσει το πόδι του «θα χάσει την περιουσία του και ο βασιλιάς θα υποδουλώσει την οικογένειά του, καθώς πιστεύουν ότι αυτό είναι ένας κακός οιωνός που προαναγγέλλει την αστάθεια στο θρόνο και την καταστροφή της πολιτείας. Αλλά, αν καταφέρει να σταθεί, πιστεύουν ότι έχει κερδίσει μια νίκη πάνω στα κακά πνεύματα και αποκτά το προνόμιο, φαινομενικά τουλάχιστο, να κατάσχει κάθε πλοίο που μπαίνει στο λιμάνι κατά τη διάρκεια αυτών των τριών ημερών, παίρνοντας όλο του το περιεχόμενο' μπορεί επίσης να μπαίνει σε κάθε ανοιχτό κατάστημα στην πόλη και να παίρνει ό,τι θέλει».
Αυτά ήταν τα καθήκοντα και τα προνόμια του Σιαμαίου Βασιλιά Χοπ μέχρι τα μισά περίπου του δέκατου ένατου αιώνα ή και αργότερα. Κάτω από τη βασιλεία του τελευταίου φωτισμένου μονάρχη αυτή η παράξενη προσωπικότητα στερήθηκε κατά κάποιο τρόπο τις δόξες και απαλλάχτηκε από το βάρος του αξιώματός του. Παρακολουθεί και τώρα, όπως παλιά, τους Βραχμάνες που κουνιούνται σε μια αιώρα, κρεμασμένη ανάμεσα σε δυο ψηλά κατάρτια, από τα οποία το καθένα έχει ύψος κάπου ενενήντα πόδια αλλά του επιτρέπεται να κάθεται αντί να στέκεται και, παρόλο που το κοινό περιμένει να έχει το δεξί του πόδι πάνω στο αριστερό του γόνατο κατά τη διάρκεια όλης της τελετής, αυτός δε διατρέχει κίνδυνο τιμωρίας, αν ακουμπήσει το κουρασμένο του πόδι στο έδαφος, προς μεγάλη δυσαρέσκεια του λαού. Και άλλα σημάδια επίσης μιλούν για την εισβολή των ιδεών και του πολιτισμού της Δύσης στην Ανατολή. Οι δημόσιοι δρόμοι που οδηγούν στη σκηνή της τελετής φράζονται με αμάξια, ενώ φανάρια και τηλεγραφικοί στύλοι, από τους οποίους γαντζώνονται σαν μαϊμούδες οι ένθερμοι θεατές, εξέχουν μέσα από το πυκνό πλήθος' και την ώρα που μια ρακένδυτη μπάντα του παλαιού τύπου, με επιδεικτικά κατακόκκινα και κίτρινα ρούχα, χτυπά τύμπανα και παίζει τρομπέτες αρχαίου τύπου η πομπή των στρατιωτών με τα γυμνά πόδια και τις λαμπρές στολές βαδίζει ζωηρά, κάτω από τους ζωηρούς ήχους μιας μοντέρνας στρατιωτικής μπάντας, που παίζει «Βαδίζοντας διά μέσου της Γεωργίας».
Την πρώτη μέρα του έκτου μήνα, την οποία θεωρούσαν αρχή του χρόνου, ο βασιλιάς και ο λαός της Σαμαρακάνδης φορούσαν καινούρια ρούχα κι έκοβαν τα μαλλιά και το γένι τους. Μετά πήγαιναν σ’ ένα δάσος κοντά στην πρωτεύουσα, όπου για εφτά μέρες έριχναν βέλη έφιπποι. Την τελευταία μέρα ο στόχος ήταν ένα χρυσό νόμισμα και αυτός που θα το χτυπούσε είχε το δικαίωμα να γίνει βασιλιάς για μια μέρα. Στην Άνω Αίγυπτο, την πρώτη μέρα του ηλιακού έτους, σύμφωνα με τον υπολογισμό των Κοπτών, δηλαδή στις δέκα Σεπτεμβρίου, όταν ο Νείλος έχει φτάσει στο υψηλότερο σημείο του, η κανονική κυβέρνηση σταματά τις εργασίες της για τρεις μέρες και κάθε πόλη εκλέγει το δικό της κυβερνήτη. Αυτός ο προσωρινός άρχοντας βάζει ένα είδος ψηλού σκούφου των τρελών και μια μακριά ξανθιά γενειάδα, ενώ ντύνεται μ’ έναν παράξενο μανδύα. Κρατώντας ράβδο εξουσίας και έχοντας γύρω του άντρες μεταμφιεσμένους σε γραφιάδες, δήμιους κ.τ.λ., πηγαίνει στο σπίτι του κυβερνήτη. Ο τελευταίος παραιτείται από το αξίωμα και ο ψεύτικος βασιλιάς ανεβαίνοντας στο θρόνο κάνει ένα δικαστήριο, στις αποφάσεις του οποίου ακόμα και ο κυβερνήτης με τους υπαλλήλους του οφείλουν να υπακούσουν. Μετά από τρεις μέρες ο ψεύτικος βασιλιάς καταδικάζεται σι: θάνατο. Ο παράξενος μανδύας μέσα στον οποίο ήταν κλεισμένος καίγεται, ενώ οι Φελλάχοι κυλιούνται μπροστά στις στάχτες του. Το έθιμο ίσως παραπέμπει σε κάποια παλαιότερη συνήθεια να καίγεται ένας πραγματικός βασιλιάς με μια τραγική προθυμία. Στην Ουγκάντα, οι αδελφοί του βασιλιά καίγονταν, γιατί δεν ήταν θεμιτό να χυθεί το βασιλικό αίμα.
Οι μωαμεθανοί φοιτητές του Φεξ στο Μαρόκο επιτρέπεται να διορίζουν ένα δικό τους σουλτάνο, ο οποίος βασιλεύει για μερικές εβδομάδες και είναι γνωστός ως Sultan Etulba, δηλαδή «ο Σουλτάνος των Γραφιάδων». Αυτή η σύντομη εξουσία βγαίνει σε δημοπρασία και κατακυρώνεται στον τελευταίο πλειοδότη. Αυτό έχει και μερικά ουσιαστικά προνόμια, γιατί ο κάτοχος από εκείνη τη στιγμή απαλλάσσεται από φόρους και έχει το δικαίωμα να ζητήσει μια χάρη από τον αληθινό σουλτάνο. Αυτή η χάρη σπάνια απορρίπτεται και συνήθως είναι η απελευθέρωση κάποιου φυλακισμένου. Επιπλέον οι πράκτορες του φοιτητή-σουλτάνου επιβάλλουν πρόστιμα στους καταστηματάρχες και ιδιοκτήτες κατοικιών, εναντίον των οποίων επινοούν διάφορες χιουμοριστικές επιβαρύνσεις. Ο προσωρινός σουλτάνος περιστοιχίζεται από μια πραγματική αυλή και παρελαύνει στους δρόμους με μεγαλοπρέπεια κάτω από ήχους μουσικής και επευφημίες, ενώ πάνω από το κεφάλι του κρατούν μια βασιλική ομπρέλα. Με αυτά που ονομάζουν πρόστιμα και με τις δωρεές, στις οποίες ο πραγματικός σουλτάνος προσθέτει μια γενναιόδωρη προμήθεια, οι φοιτητές έχουν αρκετά, για να ετοιμάσουν ένα θαυμάσιο συμπόσιο, όπου όλοι μαζί διασκεδάζουν με την ψυχή τους επιτρέποντας όλων των ειδών τα παιχνίδια και τις διασκεδάσεις. Κατά τις πρώτες εφτά μέρες ο ψεύτικος σουλτάνος μένει μέσα στο κολέγιο. Μετά πηγαίνει περίπου ένα μίλι έξω από την πόλη και κατασκηνώνει στην όχθη του ποταμού, ενώ συνοδεύεται από τους φοιτητές και αρκετούς από τους πολίτες. Την έβδομη μέρα της παραμονής του έξω από την πόλη τον επισκέπτεται ο πραγματικός σουλτάνος, ο οποίος ικανοποιεί το αίτημά του και του δίνει εφτά ακόμη μέρες βασιλείας, και έτσι
η βασιλεία «του Σουλτάνου των Γ ραφιάδων» διαρκεί τυπικά τρεις εβδομάδες. Αλλά, όταν περάσουν έξι μέρες της τελευταίας εβδομάδας, ο ψεύτικος σουλτάνος τρέχει πίσω στην πόλη, τη νύχτα. Αυτή η προσωρινή εξουσία του σουλτάνου πέφτει πάντοτε την άνοιξη, περίπου στις αρχές Απριλίου, και λένε ότι η αρχή της έγινε ως εξής: Όταν το 1664 ή 1665 ο Μουλάς Rasheed II πολεμούσε για το θρόνο, κάποιος Εβραίος σφετερίστηκε τη βασιλική εξουσία στην Τάζα. Αλλά η ανταρσία καταπνίγηκε γρήγορα εξαιτίιις της πίστης και της αφοσίωσης των φοιτητών, οι οποίοι κατέφυγαν σ’ ένα «πλοϊκό στρατήγημα, για να πραγματοποιήσουν το σκοπό τους. Σαράντα από αυτούς στριμώχτηκαν μέσα σε μπαούλα, τα οποία στάλθηκαν ως δώρο στο σφετεριστή. Μέσα στη νύχτα και ενώ ο ανυποψίαστος Εβραίος κοιμόταν ήρεμα ανάμεσα στα μπαούλα, τα καπάκια σηκώθηκαν σιγά σιγά και οι σαράντα γενναίοι πετάχτηκαν έξω' και, αφού φόνευσαν το σφετεριστή, κατέλαβαν την πόλη στο όνομα του αληθινού σουλτάνου, ο οποίος δείχνοντας την ευγνωμοσύνη του για τη βοήθεια που του προσφέρθηκε έδωσε το δικαίωμα στους φοιτητές να διορίζουν κάθε χρόνο ένα δικό τους σουλτάνο. Η αφήγηση έχει όλα τα στοιχεία ενός μύθου, που επινοήθηκε για να εξηγήσει ένα παλαιό έθιμο, του οποίου η πραγματική σημασία και προέλευση έχουν ξεχαστεί.
Ένα έθιμο διορισμού ψεύτικου βασιλιά για μια μόνο μέρα κάθε χρόνο τηρήθηκε στο Λοστουίθιελ της Κορνουάλης μέχρι το δέκατο έκτο αιώνα. Τη «μικρή Πασχαλιάτικη Κυριακή» οι γαιοκτήμονες της πόλης και της υπαίθρου συγκεντρώνονταν όλοι μαζί, είτε αυτοπροσώπως είτε μέσω των απεσταλμένων τους, και ένας από αυτούς, σε όποιον κάθε φορά έπεφτε ο κλήρος, ντυμένος χαρούμενα και ιππεύοντας με μεγαλοπρέπεια, μ’ ένα στέμμα στο κεφάλι, ένα σκήπτρο στο χέρι κι ένα ξίφος μπροστά του, διέσχιζε τον κύριο δρόμο που οδηγούσε προς την εκκλησία, ενώ τον ακολουθούσαν πειθαρχικά όλοι οι άλλοι, επίσης έφιπποι. Ο ιερέας φορώντας τα καλύτερό του ρούχα τον υποδεχόταν στην είσοδο της εκκλησίας και τον οδηγούσε, για ν’ ακούσει τη θεία λειτουργία. Φεύγοντας από την εκκλησία ο ψεύτικος βασιλιάς πήγαινε μι: την ίδια πομπή σ’ ένα σπίτι που παραχωρούνταν για τη δεξίωσή του. Εδώ, τον περίμενε, αυτόν και την ακολουθία του, μια γιορτή, κατά την οποία καθισμένος στην κεφαλή του τραπεζιού σερβιριζόταν από ανθρώπους με λυγισμένα γόνατα και με όλους τους τύπους που ταίριαζαν σ’ έναν πρίγκιπα. Η τελετή τελείωνε μι: γεύμα και κάθε άντρας γύριζε σπίτι του.
Μερικές φορές ο προσωρινός βασιλιάς ανεβαίνει στο θρόνο όχι κάθε χρόνο, αλλά μια φορά μόνο στην αρχή κάθε βασιλείας. Έτσι, στο βασίλειο των Τζάμπι της Σουμάτρας υπάρχει συνήθεια μι: την αρχή μιας καινούριας βασιλείας ν’ ανεβαίνει στο θρόνο και να ασκεί τα βασιλικά καθήκοντα για μια μόνο μέρα ένας άνθρωπος του λαού. Η προέλευση του εθίμου ερμηνεύεται από μια παράδοση κατά την οποία κάποτε ήταν πέντε γιοι βασιλικής οικογένειας, από τους οποίους οι τέσσερις μεγαλύτεροι αποκλείστηκαν από το θρόνο εξαιτίας διαφόρων σωματικών ελαττωμάτων, αφήνοντας αυτόν στο νεότερο αδελφό τους. Αλλά ο μεγαλύτερος ανέβηκε στο θρόνο για μια μέρα κι εξασφάλισε για τους διαδόχους του ένα ίδιο προνόμιο με την αρχή κάθε βασιλείας. Έτσι, το αξίωμα του προσωρινού βασιλιά είναι κληρονομικό σε μια οικογένεια συγγενή με το βασιλικό οίκο. Στο Μπιλασπούρ φαίνεται να υπάρχει το εξής έθιμο: Όταν πεθαίνει ένας Ινδός ηγεμόνας, κάποιος Βραχμάνας τρώει ρύζι από το χέρι του νεκρού ηγεμόνα και στη συνέχεια ανεβαίνει στο θρόνο για ένα χρόνο. Στο τέλος του χρόνου ο Βραχμάνας παίρνει δώρα και απομακρύνεται από την περιφέρεια, στην οποία προφανώς του απαγορεύεται να επιστρέψει. «Φαίνεται ότι επικρατεί η αντίληψη, πως το πνεύμα του Ινδού ηγεμόνα μπαίνει μέσα στο Βραχμάνα που τρώει το Khir (ρύζι και γάλα) από το χέρι του νεκρού και αυτόν το Βραχμάνα προφανώς τον παρακολουθούν προσεκτικά όλο το χρόνο και δεν του επιτρέπουν να φύγει μακριά». Το ίδιο ή παρόμοιο έθιμο πιστεύουν ότι επικρατεί στις λοφώδεις πολιτείες της Κάνγκρα. Το έθιμο της εξορίας του Βραχμάνα που αντιπροσωπεύει το βασιλιά μπορεί να είναι υποκατάστατο της θανάτωσής του. Κατά την ενθρόνιση ενός πρίγκιπα στην Καρινθία, ένας χωρικός, στην οικογένεια του οποίου το αξίωμα ήταν κληρονομικό, ανέβαινε σε ένα μαρμάρινο κάθισμα, ανάμεσα στα λιβάδια μιας μεγάλης κοιλάδας' στα δεξιά του στεκόταν μια μαύρη μητέρα-αγελάδα και στ’ αριστερά του μια αδύνατη άσχημη φοράδα, ενώ γύρω του ήταν συγκεντρωμένο ένα πλήθος χωρικών. Μετά ο μελλοντικός πρίγκιπας, ντυμένος χωρικός και κρατώντας ραβδί βοσκού, πήγαινε κοντά του, ενώ συνοδευόταν από αυλικούς και άρχοντες. Όταν ο χωρικός τον διέκρινε, φώναζε: «Ποιός είναι αυτός που βλέπω να έρχεται τόσο περήφανος;» και ο λαός απαντούσε: «Ο πρίγκιπας της χώρας». Τότε ο χωρικός παραχωρούσε, έπειτα από προτροπή, το μαρμάρινο κάθισμα στον πρίγκιπα παίρνοντας ως αντάλλαγμα εξήντα πένες, την αγελάδα, τη φοράδα καθώς και απαλλαγή από τους φόρους. Αλλά, πριν παραχωρήσει τη θέση του, έδινε στον πρίγκιπα ένα ελαφρό χτύπημα στο μάγουλο.
Μερικά σημεία γι’ αυτούς τους προσωρινούς βασιλιάδες αξίζει να τα λάβουμε ιδιαίτερα υπόψη, πριν περάσουμε σε άλλη απόδειξη. Πρώτα πρώτα, τα παραδείγματα της Καμπότζης και του Σιάμ δείχνουν καθαρά ότι οι θεϊκές ή μαγικές λειτουργίες του βασιλιά είναι αυτές που μεταβιβάζονται κυρίως στον προσωρινό του «ντίΜίταστάτη. Λυτό φαίνεται από τη δοξασία ότι, εάν ο προσωρινός βασιλιάς του Σιάμ κρατούσε το πόδι του ψηλά, κέρδιζε μια νίκη πάνω στα κακά πνεύματα' εάν πάλι το άφηνε κάτω, έβαζε σι: κίνδυνο την ύπαρξη της πολιτείας του. Η τελετή επίσης στην Καμπότζη, όπου ποδοπατούν το «βουνό του ρυζιού», και η τελετή του Σιάμ, όπου οργώνουν και σπέρνουν, είναι μαγικές ενέργειες, για να προκαλέσουν μια πλούσια συγκομιδή, όπως φαίνεται από το γεγονός, ότι εκείνοι που φέρνουν στο σπίτι λίγο από το πατημένο ρύζι ή από το σπαρμένο σπόρο πιστεύουν πως θα εξασφαλίσουν μια καλή σοδειά. Επιπλέον, όταν ο Σιαμαίος αντιπρόσωπος του βασιλιά οδηγεί το άροτρο, οι άνθρωποι τον παρακολουθούν ανήσυχα, όχι για να δουν αν ανοίγει ίσιο αυλάκι, αλλά για να επισημάνουν το ακριβές σημείο του ποδιού του όπου φτάνει ο ποδόγυρος του μεταξωτού ενδύματός του' γιατί από αυτό υποτίθεται ότι εξαρτιέται ο καιρός και η σοδειά της εποχής που ακολουθεί. Εάν ο Κύριος των Ουράνιων Φιλοξενουμένων έχει δέσει τα ρούχα του και ο ποδόγυρος είναι πάνω από τα γόνατα, ο καιρός θα είναι υγρός και πολλές βροχές θα καταστρέψουν τη συγκομιδή. Εάν πάλι ο ποδόγυρος φτάνει στον αστράγαλο, θα επακολουθήσει ξηρασία. Αλλά, εάν ο ποδόγυρος κρέμεται ακριβώς στη μέση της γάμπας του, ο καιρός θα είναι καλός και η σοδειά άφθονη. Η πορεία της φύσης και μαζί με αυτήν η ευημερία ή η συμφορά του λαού εξαρτιώνται άμεσα από την παραμικρή κίνηση ή συμπεριφορά του αντιπροσώπου του βασιλιά. Αλλά το έργο της αύξησης της σοδειάς, του οποίου την ευθύνη έχουν οι προσωρινοί βασιλιάδες, είναι μία από εκείνες τις μαγικές λειτουργίες που υποτίθεται ότι ασκούσαν οι βασιλιάδες στην πρωτόγονη κοινωνία. Ο κανονισμός, ότι ο ψεύτικος βασιλιάς έπρεπε να στέκεται με το ένα πόδι πάνω σ’ ένα ψηλό κάθισμα στον ορυζώνα, ίσως αρχικά σήμαινε μια μαγική ενέργεια, που βοηθούσε να ψηλώσουν τα σπαρτά' αυτός τουλάχιστον ήταν ο σκοπός μιας παρόμοιας τελετής που τηρήθηκε από τους παλαιούς Πρώσους. Το πιο ψηλό κορίτσι, στηριγμένο στο ένα πόδι πάνω σ’ ένα κάθισμα, με την ποδιά του γεμάτη πίτες και έχοντας μια κούπα με μπράντι στο δεξί χέρι και ένα κομμάτι από φλοιό φτελιάς ή φλαμουριάς στο αριστερό, προσευχόταν στο θεό Ουεϊζγκάνθος να γίνει το λινάρι τόσο ψηλό, όσο ήταν το δικό του μπόι, όπως στεκόταν πάνω στο κάθισμα. Μετά, αφού έπινε το περιεχόμενο της κούπας, τηνξαναγέμιζε και την άδειαζε στο έδαφος σαν μια προσφορά στον Ουεϊζγκάνθος, ενώ στη συνέχεια έριχνε κάτω τις πίτες για τα πνεύματα που ακολουθούσαν το θεό. Εάν η κόρη κατόρθωνε να μείνει στηριγμένη στο ένα πόδι σε όλη τη διάρκεια της τελετής, αυτό ήταν καλός οιωνός και σήμαινε ότι η συγκομιδή του λιναριού θα ήταν καλή' αλλά, αν άφηνε το πόδι της κάτω, υπήρχε κίνδυνος η συγκομιδή να καταστραφεί. Την ίδια ίσως σημασία έχει και η ταλάντευση εκείνη των Βραχμάνων, την οποία άλλοτε παρακολουθούσε ο Κύριος των Ουράνιων Φιλοξενούμενων, ενώ στεκόταν στο ένα πόδι. Σύμφωνα με τις αρχές της ομοιοπαθητικής ή μιμητικής μαγείας, ίσως να πίστευαν ότι, όσο πιο ψηλά κουνιόνταν οι ιερείς, τόσο πιο ψηλό θα γινόταν το ρύζι. Γιατί η τελετή περιγράφεται ως γιορτή συγκομιδής και οι Λεττονοί της Ρωσίας χρησιμοποιούν την ταλάντευση με τη βεβαιωμένη πρόθεση να επηρεάσουν την ανάπτυξη της σοδειάς. Την άνοιξη και στις αρχές του καλοκαιριού, ανάμεσα στο Πάσχα και στη γιορτή του Αγ. Ιωάννου (θερινό ηλιοστάσιο), κάθε Λεττονός χωρικός λένε ότι αφιερώνει ώρες της αργίας του, για να κουνιέται σε κούνιες' γιατί, όσο πιο πολύ υψώνεται στον αέρα, τόσο πιο ψηλό θα γίνει το λινάρι του αυτή την περίοδο.
Στις προηγούμενες περιπτώσεις ο προσωρινός βασιλιάς διορίζεται, σύμφωνα μ’ ένα έθιμο, κανονικά κάθε χρόνο. Αλλά σε άλλες περιπτώσεις ο διορισμός γίνεται μόνο σε έκτακτη ανάγκη, όπως για ν’ ανακουφίσει τον πραγματικό βασιλιά από κάποιο πραγματικό ή επικείμενο κακό, το οποίο στρέφει σ’ έναν αντικαταστάτη, ο οποίος παίρνει τη θέση του στο θρόνο για κάποιο σύντομο διάστημα. Η ιστορία της Περσίας παρέχει παραδείγματα τέτοιων ευκαιριακών αναπληρωτών του Σάχη. Έτσι, όταν το 1591 ο Σάχης Αμπάς ο Μέγας προειδοποιήθηκε από τους αστρολόγους του ότι τον απειλούσε ένας σοβαρός κίνδυνος, προσπάθησε ν’ αποτρέψει τον οιωνό εγκαταλείποντας το θρόνο και διορίζοντας κάποιον άπιστο με το όνομα Yusoofee, προφανώς χριστιανό, για να βασιλεύσει στη θέση του. Ο αντικαταστάτης στέφθηκε και για τρεις μέρες, αν μπορούμε να βασιστούμε στους Πέρσες ιστορικούς, απόλαυσε όχι μόνο το όνομα και τη θέση αλλά και τη δύναμη του βασιλιά. Στο τέλος της σύντομης βασιλείας του θανατώθηκε. Έτσι, με αυτή τη θυσία εκπληρώθηκε η πρόβλεψη των άστρων' και ο Αμπάς, που ανέβηκε πάλι στο θρόνο του στην πιο ευνοϊκή στιγμή, πήρε υπόσχεση από τους αστρολόγους του για μια μεγάλη και ένδοξη βασιλεία.



SIR JAMES GEORGE FRAZER
Ο ΧΡΥΣΟΣ ΚΛΩΝΟΣ
ΜΕΛΕΤΗ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ
ΤΟΜΟΣ Β'
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΜΠΟΝΙΤΑ ΜΠΙΚΑΚΗ
ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ – ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΡΜΑΤΖΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΚΑΤΗ 1991


SIR JAMES GEORGE FRAZER

Δεν υπάρχουν σχόλια: