Μου έχουν κάνει
πολλές ερωτήσεις, μερικές απ' αυτές πολύ
αφελείς, διάφοροι άνθρωποι που προσπάθησαν
να καταλάβουν την Κυριακή Προσευχή και
που ήρθαν σε μένα να τους εξηγήσω τι
σημαίνει η μία φράση ή η άλλη. Για
παράδειγμα, με ρώτησαν τι σημαίνει
«Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς», ποιοι
είναι οι «οφειλέται ημών», τι είναι «τα
οφειλήματα ημών» κ.ο.κ. - σαν να μπορούσε
να ερμηνευτεί η Κυριακή Προσευχή με
«σκέτα λόγια». Πρέπει να καταλάβετε
πρώτα απ' όλα, ότι οι συνηθισμένες, σκέτες
λέξεις δεν είναι δυνατόν να εξηγήσουν
τίποτε σε σχέση με την Κυριακή Προσευχή.
Είναι απαραίτητη κάποια προπαρασκευαστική
κατανόηση. Τότε μπορεί να επέλθει
παραπέρα κατανόηση, αλλά μόνο σαν
αποτέλεσμα προσπάθειας και σωστής
στάσης.
Η Κυριακή
Προσευχή μπορεί να θεωρηθεί σαν παράδειγμα
άλυτου προβλήματος. Έχει μεταφραστεί
σε όλες τις γλώσσες, μαθαίνεται απ' έξω,
επαναλαμβάνεται κάθε μέρα, και όμως οι
άνθρωποι δεν έχουν την παραμικρή ιδέα
του τι σημαίνει, στην πραγματικότητα.
Το γεγονός ότι δεν καταλαβαίνουμε το
νόημά της συνδέεται με τη γενική μας
αδυναμία να καταλάβουμε την Καινή
Διαθήκη. Αν θυμάστε, σε μια άλλη συζήτηση,
ολόκληρη η Καινή Διαθήκη, δόθηκε σαν
ένα παράδειγμα αντικειμένικής τέχνης,
δηλαδή, έργο ανώτερου νου. Πως μπορούμε
λοιπόν να περιμένουμε να καταλάβουμε
με το συνηθισμένο μας νου αυτό που
διατυπώθηκε και δόθηκε από ανώτερο νου;
Αυτό που μπορούμε
να κάνουμε, είναι να προσπαθήσουμε να
ανυψώσουμε το νου μας στο επίπεδο σκέψης
ανώτερου νου. Και μολονότι δεν το
αντιλαμβανόμαστε, αυτό είναι δυνατόν
με πολλούς και διάφορους τρόπους. Στα
μαθηματικά, για παράδειγμα, μπορούμε
να ασχοληθούμε με την έννοια του απείρου
– με απείρως μικρά και απείρως μεγάλα
μεγέθη, που δεν σημαίνουν τίποτε για το
συνηθισμένο μας νου. Και αυτό που είναι
δυνατόν στα μαθηματικά, είναι δυνατόν
και για μας, αν ξεκινήσουμε με το σωστό
τρόπο και συνεχίσουμε επίσης με το σωστό
τρόπο.
Ένα από τα πρώτα
πράγματα που πρέπει να καταλάβουμε και
να θυμόμαστε, για να μπορέσουμε να
μελετήσουμε την Κυριακή Προσευχή, είναι
η διαφορά ανάμεσα στη θρησκευτική γλώσσα
και στη γλώσσα του συστήματος.
Τι είναι θρησκεία;
Η λέξη αυτή χρησιμοποιείται πολύ συχνά.
Υπάρχουν άνθρωποι που την χρησιμοποιούν
κάθε μέρα, αλλά δεν μπορούν να ορίσουν
το νόημά της.
Στο σύστημα
αυτό ακούσαμε ότι η θρησκεία είναι
διαφορετική για διαφορετικούς ανθρώπους,
ότι υπάρχει θρησκεία του ανθρώπου Νο
1, θρησκεία του ανθρώπου Νο 2, θρησκεία
του ανθρώπου Νο 3 κ.ο.κ. Πως όμως μπορούμε
να ορίσουμε τη διαφορά ανάμεσά τους;
Πριν φτάσουμε σε ορισμούς, πρέπει να
καταλάβουμε πρώτα απ' όλα, ότι το πιο
απαραίτητο στοιχείο σε όλες τις γνωστές
μας θρησκείες είναι η ιδέα του Θεού –
ενός Θεού με τον οποίο μπορούμε να
βρισκόμαστε σε προσωπική σχέση, στον
οποίο μπορούμε, κατά κάποιο τρόπο, να
μιλάμε, που μπορούμε να τον παρακαλέσουμε
να μας βοηθήσει, και που μπορούμε να
πιστεύουμε στη δυνατότητα ότι θα μας
βοηθήσει. Ένα αναπόσπαστο μέρος της
θρησκείας είναι η πίστη στο Θεό, δηλαδή,
σε ένα Ανώτερο Ον, παντοδύναμο και
πανταχού παρόν, που μπορεί να μας βοηθήσει
σε ό,τι επιθυμούμε ή θέλουμε να κάνουμε.
Δεν μιλάω από
την άποψη του αν αυτό είναι σωστό ή
λάθος, δυνατόν ή αδύνατον. Λέω απλώς ότι
η πίστη, δηλαδή η πίστη στο Θεό και στη
δύναμή Του να μας βοηθήσει, είναι
ουσιαστικό μέρος της θρησκείας.
Η προσευχή
αποτελεί επίσης αναπόσπαστο μέρος κάθε
θρησκείας. Αλλά η προσευχή μπορεί να
διαφέρει πολύ. Η προσευχή μπορεί να
είναι μια αίτηση βοήθειας σε οτιδήποτε
μπορεί να επιχειρήσουμε, και επίσης,
μέσω της εργασίας σε σχολή, η προσευχή
να αποτελέσει βοήθεια καθαυτή. Μπορεί
να γίνει όργανο εργασίας και να
χρησιμοποιηθεί για το ξαναζωντάνεμα
των ιδεών του συστήματος. Μπορεί να
χρησιμοποιηθεί για την ανάμνηση του
εαυτού και για να μας θυμίζει τον ύπνο
μας και την ανάγκη να ξυπνήσουμε.
Ταυτόχρονα, οι
εκφράσεις της θρησκευτικής γλώσσας δεν
είναι δυνατόν να μεταφραστούν ακριβώς
στη γλώσσα του συστήματος. Πρώτον, επειδή
στη θρησκεία υπάρχει το στοιχείο της
πίστης και, δεύτερον, επειδή στη θρησκεία
και στη θρησκευτική γλώσσα γίνονται
δεκτά και υπολογίζονται ορισμένα
γεγονότα που στο σύστημα θεωρούνται
λογικώς απαράδεκτα ή ασυμβίβαστα. Παρόλα
αυτά, θα ήταν λάθος να πούμε ότι η θρησκεία
και το σύστημα είναι ασυμβίβαστα ή
αντιφατικά. Μόνο που πρέπει να μάθουμε
να μην μπερδεύουμε τις δύο γλώσσες. Αν
αρχίσουμε να τις μπερδεύουμε, θα
καταστρέψουμε κάθε χρήσιμο συμπέρασμα
που θα μπορούσε να βγει από τη μια ή την
άλλη πλευρά.
Ξαναγυρίζοντας
στην ιδέα του Θεού, μια ιδέα που είναι
αδιαχώριστη από τη θρησκεία και τη
θρησκευτική γλώσσα, πρέπει πρώτα να
ρωτήσουμε τον εαυτό μας πως είναι δυνατόν
να διαιρεθούν οι θρησκείες με γενικό ή
ιστορικό τρόπο. Μπορεί να διαιρεθούν
σε θρησκείες με ένα Θεό και σε θρησκείες
με πολλούς θεούς. Αλλά ακόμη και στη
διαίρεση αυτή, πρέπειν να θυμόμαστε ότι
υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στη
συνηθισμένη κατανόηση του συστήματος
για τις ίδιες ιδέες. Αν και υπάρχουν
ορισμένες διαφορές μεταξύ θεών – όπως,
για παράδειγμα στην ελληνική μυθολογία
– στη συνηθισμένη κατανόηση του
πολυθεϊσμού, όλοι οι θεοί βρίσκονται
λίγο-πολύ στο ίδιο επίπεδο. Από την άποψη
του συστήματος που περιλαμβάνει την
ιδέα των διαφορετικών κλιμάκων και των
διαφορετικών νόμων στα διάφορα επίπεδα,
έχουμε τελείως διαφορετική κατανόηση
της αλληλεξάρτησης των θεών.
Αν πάρουμε το
Απόλυτο σαν Θεό, μπορούμε να δούμε ότι
δεν έχει σχέση με μας. Το Απόλυτο είναι
Θεός των Θεών. Σχετίζεται μόνο με τον
επόμενο κόσμο, δηλαδή με τον Κόσμο 3. Ο
Κόσμος 3 είναι Θεός του επόμενου κόσμου,
του Κόσμου 6, καθώς και όλων των άλλων
Κόσμων που ακολουθούν, αλλά σε όλο και
πιο μικρό βαθμό. Μετά, ο Γαλαξίας, ο
Ήλιος, οι Πλανήτες, η Γη και η Σελήνη
είναι όλα θεοί, που το καθένα περιλαμβάνει
μέσα του μικρότερους θεούς. Η Ακτίνα
της Δημιουργίας σαν σύνολο, αν την
πάρουμε σαν μια τριάδα, είναι, επίσης,
Θεός: Θεός, ο Άγιος, Θεός ο Ισχυρός, Θεός
ο Αθάνατος.
Μπορούμε λοιπόν
να διαλέξουμε σε ποιο επίπεδο επιθυμούμε
να πάρουμε το Θεό, αν θέλουμε να
χρησιμοποιούμε τη λέξη «Θεός» με τη
θρησκευτική του έννοια, δηλαδή, με την
έννοια ενός Θεού που έχει άμεση πρόσβαση
στη ζωή μας. Από την άποψη του συστήματος,
δεν έχουμε τίποτε για να αποδείξουμε
ότι οποιοσδήποτε απ' αυτούς του κόσμους
είναι δυνατόν να έχει προσωπική σχέση
με μας. Αλλά υπάρχει θέση για το Θεό στο
σύστημα.
Στην πλάγια
οκτάβα που αρχίζει από τον Ήλιο σαν
«ντο», υπάρχουν δύο τελείως άγνωστα
σημεία, σχετικά με τα οποία δεν έχουμε
υλικό για να σκεφτούμε. Η οκτάβα αρχίζει
σαν ντο στον Ήλιο,
μετά, γίνεται σι
στο επίπεδο των Πλανητών. Στη Γη γίνεται
λα – σολ – φα,
που αποτελεί την οργανική ζωή, η οποία
περιλαμβάνει και τον άνθρωπο. Όταν το
κάθε μεμονωμένο ον στο ανθρώπινο, στο
ζωικό και στο φυτικό βασίλειο πεθαίνει,
το σώμα – ή αυτό που απομένει από το
σώμα – πηγαίνει στη Γη και γίνεται μέρος
της Γης, και η ψυχή πηγαίνει στη Σελήνη
και γίνεται μέρος της Σελήνης. Από αυτό
μπορούμε να καταλάβουμε το μι
και το ρε. Αλλά
για το σι και
το ντο δεν
ξέρουμε τίποτε απολύτως. Οι δύο αυτές
νότες μπορεί να γίνουν η αιτία πολλών
υποθέσεων για την πιθανή θέση ενός θεού
ή θεών που έχουν κάποια σχέση με μας
μέσα στην Ακτίνα της Δημιουργίας.
Και
τώρα, έχοντας υπόψη μας όλα αυτά, μπορούμε
να έρθουμε στη μελέτη της Κυριακής
Προσευχής.
Το
πρώτο που έχουμε να κάνουμε είναι να
εξακριβώσουμε γιατί
και πότε
δόθηκε. Ξέρουμε ότι δόθηκε για να
αντικαταστήσει πολλές άσκοπες προσευχές.
Μετά
θα πρέπει να προσέξουμε πολλά ενδιαφέροντα
στοιχεία μέσα στην ίδια την Κυριακή
Προσευχή και στην πολύ ειδική διάρθρωση
που έχει. Και από την κατανόησή μας αυτής
της διάρθρωσης, και ιδιαίτερα από τη
γνώση μας του Νόμου του Τρία, ίσως
μπορέσουμε να αντιληφθούμε ότι, από την
άποψη του συστήματος, υπάρχει δυνατότητα
ανάπτυξης της κατανόησής μας με την
κατανόηση της Κυριακής Προσευχής.
Όπως
πολλά μαθηματικά προβλήματα, η μελέτη
της Κυριακής Προσευχής πρέπει να αρχίσει
με μια σωστή διάταξη των μερών του
προβλήματος. Προσέχουμε αμέσως δύο
ενδιαφέροντα πράγματα: Πρώτον, ότι η
Κυριακή Προσευχή διαιρείτε σε τρία μέρη
που αποτελούνται από τρία μέρη το καθένα,
και δεύτερον, ότι στην Κυριακή Προσευχή
υπάρχουν ορισμένες λέξεις – κλειδιά,
δηλαδή, λέξεις που εξηγούν άλλες λέξεις
στις οποίες αναφέρονται. Δεν μπορούμε
να ονομάσουμε τη διαίρεση δια του τρία
τρεις τριάδες, διότι δεν ξέρουμε τη
μεταξύ τους σχέση και δεν μπορούμε να
δούμε τις δυνάμεις. Μπορούμε μόνο να
δούμε ότι υπάρχουν τρία μέρη.
Αν
διαβάσετε τα τρία πρώτα αιτήματα μαζί,
σαν ένα μέρος, θα δείτε πολλά, που δεν
μπορείτε να δείτε να τα διαβάζετε με το
συνηθισμένο τρόπο.
1.Πάτερ
ημών ο εν τοις ουρανοίς. Αγιασθήτω το
όνομά σου.
2.ελθέτω
η βασιλεία σου
3.γενηθήτω
το θέλημά σου, ως εν ουρανώ και επί της
γης.
Στο
πρώτο αίτημα, «Πάτερ ημών ο εν τοις
ουρανοίς. Αγιασθήτω το όνομά σου», το
άμεσο ερώτημα είναι, ποιος είναι ο «Πατήρ
ημών»; Η λέξη-κλειδί είναι «ουρανοί».
Τι σημαίνει «εν τοις ουρανοίς»; Αν
προσπαθήσουμε να απαντήσουμε σ' αυτή
την ερώτηση από την άποψη της Ακτίνας
της Δημιουργίας, ίσως μπορέσουμε να
καταλάβουμε κάτι. Ζούμε στη Γη, και
«ουρανοί» πρέπει να σημαίνει ανώτερα
επίπεδα, δηλαδή, τους Πλανήτες, τον Ήλιο
ή το Γαλαξία. Η ιδέα των «ουρανών»
προϋποθέτει ορισμένες δυνάμεις, ή κάποιο
νου ή πνεύματα σ' αυτά τα ανώτερα επίπεδα,
στα οποία, κατά κάποιο τρόπο, η Κυριακή
Προσευχή μας συμβουλεύει να κάνουμε
έκκληση. Η λέξη «ουρανοί» δεν είναι
δυνατόν να αναφέρεται σε οτιδήποτε στο
επίπεδο της Γης. Αλλά αν αντιληφθούμε
ότι οι κοσμικές δυνάμεις που συνδέονται
με το Γαλαξία, τον Ήλιο ή τους Πλανήτες
είναι πολύ μεγάλες για να έχουν οποιαδήποτε
σχέση με μας, τότε μπορούμε να αναζητήσουμε
τη θέση του «Πατρός ημών του εν τοις
ουρανοίς» στο ντο
ή στο σι της
πλάγιας οκτάβας – ή μπορούμε πάλι να
την αφήσουμε στις ανώτερες περιοχές.
Στις
λέξεις που ακολουθούν δεν υπάρχει
τίποτεε προσωπικό. «Αγιασθήτω το όνομά
σου», είναι η έκφραση μιας επιθυμίας
για την ανάπτυξη της σωστής στάσης προς
το Θεό, και για μια καλύτερη κατανόηση
της ιδέας του Θεού ή Ανώτερου Νου, και
η επιθυμία αυτή για ανάπτυξη προφανώς
αναφέρεται σε ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Το
δεύτερο αίτημα, «ελθέτω η βασιλεία
σου», είναι η έκφραση μιας επιθυμίας
για την ανάπτυξη του εσωτερισμού. Στο
βιβλίο μου «Ένα νέο πρότυπο του σύμπαντος»,
προσπάθησα να εξηγήσω ότι η βασιλεία
των ουρανών θα μπορούσε να σημαίνει τον
εσωτερισμό, δηλαδή, ένα ορισμένο μέρος
της ανθρωπότητας που διέπεται από
ιδιαίτερους νόμους.
Το
τρίτο αίτημα, «γενηθήτω το θέλημά σου,
ως εν ουρανώ και επί της γης», είναι η
έκφραση μιας επιθυμίας για τη μετάβαση
της Γης σε ανώτερο επίπεδο, κάτω από την
άμεση βούληση του Ανώτερου Νου. «Γενηθήτω
το θέλημά σου» αναφέρεται σε κάτι που
μπορεί να συμβεί αλλά δεν έχει συμβεί
ακόμη. Αυτά τα τρία αιτήματα αναφέρονται
σε συνθήκες που μπορεί να έρθουν αλλά
που δεν έχουν ακόμη εκπληρωθεί.
Το
πρώτο αίτημα του δεύτερου μέρους της
Κυριακής Προσευχής είναι:
«Τον
άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν
σήμερον».
Η
λέξη «επιούσιος» δεν υπάρχει στο πιο
παλιό ελληνικό και λατινικό κείμενο. Η
σωστή λέξη, που αργότερα αντικαταστάθηκε
από το «επιούσιος», είναι «υπερούσιος».
Το σωσο κείμενο θα έπρεπε να είναι: «Τον
άρτον ημών των υπερούσιον δος ημίν
σήμερον». «Υπερούσιος», ή «πνευματικός»
όπως λένε μερικοί, μπορεί να αναφέρεται
σε ανώτερη τροφή, σε ανώτερα υδρογόνα,
σε ανώτερες επιδράσεις ή σε ανώτερη
γνώση.
Τα
δύο επόμενα αιτήματα σ' αυτό το δεύτερο
μέρος,
«και
άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και
ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών»,
και
«και
μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλά
ρύσαι ημάς από του πονηρού»,
είναι
τα πιο δυσκολονόητα ή τα πιο δυσεξήγητα.
Είναι ιδιαίτερα δύσκολα, διότι το
συνηθισμένο τους νόημα, όπως γενικά
γίνεται δεκτό, δεν έχει καμιά σχέση με
το πραγματικό νόημα. Όταν οι άνθρωποι
σκέφτονται τις λέξεις, «και άφες ημίν
τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν
τοις οφειλέταις ημών»με το συνηθισμένο
τρόπο, αρχίζουν αμέσως να κάνουν λογικά
και ψυχολογικά λάθη. Πρώτα απ' όλα,
παίρνουν σαν δεδομένο ότι μπορούν
να συγχωρούν «οφειλήματα» και να τους
συγχωρούν δικά τους «οφειλήματα». Αυτό
αποτελεί πλάνη και δεν έχει απολύτως
καμία βάση. Αν σκεφτούν τον εαυτό τους,
αν μελετήσουν τον εαυτό τους, αν
παρατηρήσουν τον εαυτό τους, θα δουν
πολύ σύντομα ότι δεν μπορούν να
συγχωρήσουν οποιαδήποτε οφειλήματα,
ακριβώς όπως δεν μπορούν να κάνουν
τίποτε.
Για
να πράττει και για να συγχωρεί
κανείς, πρέπει πρώτα απ' όλα να μπορεί
να θυμάται τον εαυτό του, πρέπει να είναι
σε εγρήγορση και πρέπει να έχει θέληση.
Όπως είμαστε τώρα, έχουμε χιλιάδες
διαφορετικές θελήσεις, και ακόμη κι αν
μια απ' αυτές τις θελήσεις θέλει να
συγχωρήσει, υπάρχουν πάντοτε πολλές
άλλες που δεν θέλουν να συγχωρήσουν και
που θα νομίζουν ότι η συγχώρηση είναι
αδυναμία, ασυνέπεια ή και έγκλημα. Και
το πιο παράξενο είναι ότι μερικές φορές
είναι πραγματικά έγκλημα να συγχωρεί
κανείς. Εδώ φτάνουμε σε ένα ενδιαφέρον
σημείο. Δεν ξέρουμε αν είναι καλό να
συγχωρούμε ή όχι, αν είναι καλο να
συγχωρούμε πάντοτε, ή αν σε μερικές
περιπτώσεις είναι καλύτερα να συγχωρούμε
και σε άλλες να μη συγχωρούμε. Αν το
σκεφτούμε περισσότερο, ίσως καταλήξουμε
στο συμπέρασμα ότι ακόμη κι αν μπορούσαμε
να συγχωρήσουμε, πιθανόν θα ήταν καλύτερα
να περιμένουμε ώσπου να μάθουμε
περισσότερα, δηλαδή, ώσπου να μάθουμε
σε ποιες περιπτώσεις είναι καλύτερα να
συγχωρούμε και σε ποιες περιπτώσεις
είναι καλύτερα να μη συγχωρούμε.
Στο
σημείο αυτό θα πρέπει να θυμηθούμε τα
όσα είπαμε σχετικά με τις θετικές και
αρνητικές στάσεις και θα πρέπει να
αντιληφθούμε ότι οι θετικές στάσεις
δεν είναι πάντοτε σωστές. Οι αρνητικές
στάσεις είναι μερικές φορές απαραίτητες
για μια σωστή κατανόηση. Επομένως, αν
το να «συγχωρούμε» σημαίνει πάντοτε να
έχουμε θετική στάση, τότε, το να συγχωρούμε,
μπορεί μερικές φορές να αποτελεί μεγάλο
σφάλμα.
Πρέπει
να καταλάβουμε, ότι το να συγχωρούμε
αδιάκριτα, μπορεί να είναι χειρότερο
από το να μην συγχωρούμε καθόλου. Και
αυτή η αντίληψη μπορεί να μας οδηγήσει
στη σωστή άποψη της δικής μας θέσης σε
σχέση με τα δικά μας «οφειλήματα». Ας
υποθέσουμε για μια στιγμή, ότι υπήρχε
στην πραγματικότητα κάποια καλοπροαίρετη
και μάλλον ανόητη θεότητα, που θα μπορούσε
να συγχωρεί τα «οφειλήματά» μας, και
που πραγματικά θα τα συγχωρούσε και θα
τα έσβηνε. Αυτό θα ήταν η μεγαλύτερη
συμφορά που θα μπορούσαμε να πάθουμε.
Δεν θα είχαμε κίνητρο τότε, και δεν θα
υπήρχε λόγος για να εργαστούμε. Θα
μπορούσαμε να εξακολουθούμε να κάνουμε
τα ίδια λάθη και, στο τέλος, να παίρνουμε
συγχώρηση. Μια τέτοια δυνατότητα είναι
τελείως αντίθετη με οποιαδήποτε ιδέα
της εργασίας. Στην εργασία πρέπει να
ξέρουμε ότι τίποτε δεν θα συγχωρηθεί.
Μόνο αυτή η γνώση θα μας δώσει πραγματικό
κίνητρο για να εργαστούμε, και τουλάχιστον
θα μας εμποδίσει να επαναλαμβάνουμε τα
ίδια πράγματα, που ξέρουμε ήδη ότι είναι
λάθος.
Είναι
ενδιαφέρον να εξετάσουμε τις σχολές
από την άποψη αυτή και να τις συγκρίνουμε
με τη συνηθισμένη ζωή. Στη ζωή οι άνθρωποι
μπορεί να περιμένουν συγχώρηση, ή να
ελπίζουν τουλάχιστον πως θα συγχωρηθούν.
Στη σχολή δεν συγχωρείται τίποτε. Αυτό
αποτελεί ουσιαστικό μέρος ενός συστήματος
σχολής, μεθόδου σχολής και οργάνωσης
σχολής. Οι σχολές υπάρχουν ακριβώς για
να μη συγχωρούν, και γι αυτό το λόγο
μπορεί κανείς να ελπίζει και να περιμένει
ότι θα κερδίσει κάτι από μια σχολή. Αν
υπήρχε συγχώρηση μέσα στις σχολές, δεν
θα υπήρχε λόγος για να υπάρχουν αυτές.
Το
εσωτερικό νόημα του «και άφες ημίν τα
οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν
τοις οφειλέταις ημών», αναφέρεται, στην
πραγματικότητα, σε επιδράσεις, δηλαδη,
σε επιδράσεις από ανώτερα επίπεδα.
Μπορούμε να έλκουμε προς τον εαυτό μας
ανώτερες επιδράσεις, μόνο αν μεταβιβάζουμε
σε άλλους ανθρώπους τις επιδράσεις που
δεχόμαστε ή έχουμε δεχτεί. Οι λέξεις
αυτές έχουν και πολλά άλλα νοήματα, αλλά
αυτή είναι η αρχή του πως να τις
καταλαβαίνουμε.
Το
τρίτο αίτημα αυτό του δεύτερου μέρους
είναι:
«Και
μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλά
ρύσαι ημάς από του πονηρού».
Ποιος
είναι ο μεγαλύτερος πειρασμός μας;
Πιθανότατα είναι ο ύπνος. Οι πρώτες
λοιπόν λέξεις είναι κατανοητές - «
βοήθησέ μας να κοιμόμαστε λιγότερο, ή
βοήθησέ μας να ξυπνάμε μερικές φορές».
Το επόμενο μέρος είναι πιο δύσκολο.
Λέει: «Αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού».
Ενδεχομένως θα έπρεπε να είναι: «και
ρύσαι ημάς από του πονηρού». Υπάρχουν
πολλές ερμηνείες αυτού του «αλλά», αλλά
καμιά απ' αυτές δεν είναι αρκετά
ικανοποιητική όπως μεταφράζεται στη
συνηθισμένη γλώσσα, γι' αυτό θα το αφήσω
προς το παρόν.
Το
κύριο ερώτημα είναι, τι σημαίνει
«πονηρόν». Μια πιθανή ερμηνεία είναι
ότι σε σχέση με το συνηθισμένο πειρασμό,
που δεν είναι παρά ο ύπνος, «πονηρόν»
σημαίνει να αφήνει κανείς τον εαυτό του
να τον πάρει πάλι ο ύπνος όταν έχει ήδη
αρχίσει να ξυπνάει. Μπορεί να σημαίνει
το να εγκαταλείπει κανείς την εργασία
όταν έχει ήδη καταλάβει την αναγκαιότητα
να εργάζεται, το να εγκαταλείπει τις
προσπάθειες αφού είχε αρχίσει να κάνει
προσπάθειες και, όπως έχουμε ήδη αναφέρει,
το να αρχίσει να κάνει ανόητα και επιβλαβή
πράγματα, όπως το να πηγαίνει κόντρα
στους κανόνες της σχολής και να δικαιολογεί
τον εαυτό του που το κάνει. Μπορεί κανείς
να βρει πολλά παραδείγματα του είδους
αυτού στις πράξεις ανθρώπων που
εγκαταλείπουν την εργασία και, ιδιαίτερα,
στις διάφορες ερμηνείες που δίνουν γι'
αυτό.
Τέλος,
το τρίτο μέρος της Κυριακής Προσευχής,
θα πρέπει να υποθέσουμε ότι αναφέρεται
σε μια μελλοντική τάξη πραγμάτων και
όχι στην τωρινή τάξη.
1.Ότι
σου εστίν η βασιλεία
2.και
η δύναμις
3.και
η δόξα εις τους αιώνας. αμήν,
προϋποθέτει
ότι η επιθυμία που εκφράζεται στο πρώτο
μέρος της Προσευχής έχει ήδη πραγματοποιηθεί,
έχει ήδη εκπληρωθεί. Στην πραγματικότητα,
οι λέξεις αυτές είναι δυνατόν να
αναφέρονται μόνο στο μέλλον.
Τελικά,
ολόκληρη η Κυριακή Προσευχή μπορεί να
θεωρηθεί μια τριάδα. Όχι με την έννοια
ότι ένα μέρος είναι ενεργητική δύναμη,
ένα άλλο μέρος παθητική δύναμη και ένα
τρίτο μέρος εξουδετερωτική δύναμη,
διότι όλες οι σχέσεις πιθανόν να αλλάζουν
με την αλλαγή στο κέντρο βάρους της
προσοχής. Αυτό σημαίνει ότι, από μόνη
της, καθεμιά απ' αυτές τις τρεις διαιρέσεις
ή μέρη, μπορεί να ληφθεί σαν μια δύναμη
και ότι μαζί μπορεί να αποτελούν τριάδα.
*
Αυτές
οι πολύ μεγάλες ιδέες εκφράζονται με
τη μορφή προσευχής. Όταν αποκρυπτογραφήσουμε
αυτή την ιδέα της προσευχής, η προσευχή
με την έννοια της ικεσίας, εξαφανίζονται.
Ερ.
Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στο να
συγχωρούμε και να μας συγχωρούν;
Απ.
Υποκείμενο και αντικείμενο. Αλλά δεν
είναι δυνατόν να μας συγχωρούν. Κάναμε
κάτι και, σύμφωνα με το νόμο της αιτίας
και του αποτελέσματος, θα προκληθεί
κάποιο αποτέλεσμα. Δεν μπορούμε να
αλλάξουμε το νόμο, αλλά μπορούμε να
γίνουμε ελεύθεροι – να ξεφύγουμε απ'
αυτόν. Μπορούμε να αλλάξουμε το παρόν,
μέσω του παρόντος το μέλλον, και μέσω
του μέλλοντος το παρελθόν. Πρέπει να
πληρώσουμε τα «οφειλήματά» μας.
Πληρώνοντάς τα, αλλάζουμε το παρελθόν,
αλλά υπάρχουν διάφοροι τρόποι πληρωμής.
Ερ.
Ποιοι είναι οι διάφοροι τρόποι για να
πληρώνουμε τα χρέη μας;
Απ.
Μηχανικά ή συνειδητά. Τα πληρώνουμε
όπως και να έχει το πράγμα. Ή περιμένοντας
τα αποτελέσματα των αιτιών και πληρώνοντας
με άλλο τρόπο. Το σήμερα είναι το
αποτέλεσμα κάποιου παρελθόντος. Αν
αλλάξουμε το σήμερα, αλλάζουμε το
παρελθόν.
Ερ.
Η αλλαγή του παρελθόντος είναι η πάλη
ενάντια στον τρόπο με τον οποίο πηγαίνουν
τα πράγματα;
Απ.
Αυτό δεν είναι παρά το ξεκίνημα.
Χρειάζονται οπωσδήποτε θετικά συναισθήματα
και ανώτερες επιδράσεις. Χωρίς αυτά,
δεν μπορούμε να αλλάξουμε τίποτε.
Υπάρχουν διάφορα στάδια. Αυτό δεν γίνεται
αμέσως. Η εργασία είναι απαραίτητη. Έχω
δώσει μερικές αρχές. Είναι ανάγκη να
δούμε πως μπορούμε να το επιτύχουμε
αυτό.
Υπάρχουν
πολλά ενδιαφέροντα πράγματα εδώ. Για
παράδειγμα δεν υπάρχει η λέξη «εγώ» ή
«εμένα» στην Κυριακή Προσευχή. Αυτό
σημαίνει ότι δεν είναι δυνατόν να
υπάρχουν προσωπικά χατήρια – όλοι οι
άνθρωποι βρίσκονται στην ίδια σχέση με
τις ανώτερες δυνάμεις, όλοι χρειάζονται
τα ίδια πράγματα.
ΠΗΤΕΡ
ΟΥΣΠΕΝΣΚΥ
Ο
ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΔΡΟΜΟΣ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΓΑΛΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΠΥΡΙΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ 1988
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου