Μια από τας όχι ασημάντους στρεβλάς αντιλήψεις με τας οποίας τρέφεται η πεπαιδευμένη Ανθρωπότης παιδιόθεν είναι η περί τον Όλυμπον και την θέσιν αυτού εσφαλμένη διδασκαλία.
Η σπουδαιότης της εν προκειμένω αληθείας καταφαίνεται εκ της σκέψεως ότι το πάνσεπτον εκείνο όρος φαίνεται εκ της σκέψεως ότι το πάνσεπτον εκείνο όρος ήτο η Ακρόπολις της Λατρείας των Προγόνων μας επί μακροτάτους αιώνας.
Εκείθεν δε έλκει και την επίκλησιν Ολύμπιος ο ύπατος των θεών.
Η γονιμωτάτη βάσις της Παγκοσμίου Φιλολογίς – Οδύσσει και Ιλιάς – εάν ευρίσκωνται εις το ύψος εκείνο, εις το οποίο κανέν των μεταγενεστέρων συγγραμμάτων έφθασε, τούτο οφείλεται εις το γεγονός ότι ο θείος ποιητής αναβιβάζει τον αναγνώστην μέχρι της κατοικίας των θεών, την οποίαν με τόσην αγάπην και υπομονήν εζήτησε να εξερευνήσει.
Όπως οι ναυτιλόμενοι ως ασφαλή των οδηγόν λαμβάνουσι τον Πολικόν Αστέρα και παρά το τρικυμιώδες και ασταθές του πελάγους του εις έκαστον βήμα χαίνοντος τάφους και βάραθρα ανοίγοντος, σώοι φθάνουσιν εις λιμενα σωτηρίας, ούτω και ημείς μονην ελπίδα διαφυγής από τους απείρους του βίου κινδύνους, από τους μελισταγείς φαινομενικώς της ηδονής λειμώνας, από τον απαίσιον της Αγνοίας, Απάτης και Σκότους Λαβύρινθον, από τας όχθας της Λήθης προς τον γηραιόν εκείνον Όλυμπον τα βλέμματα πρέπει να στρέψωμεν, τον οποίον με τόσην δύναμιν μας απεκάλυψεν (ή μάλλον του οποίου την παράδοσιν διέσωσεν) ο πάντα σοφός ποιητής.
Δυστυχώς όμως ως προς την θέσιν, σημασίαν και ποιόν αυτού παιδιόθεν μας εξηπάτησαν οι διδάσκαλοι μας, η δ' επιτεθείσα κατά την εφηβικήν και ανδρικήν μας ηλικίαν σοφία, επηυξησε την σύγχυσιν και ζάλην.
Απλούς εντοσούτω συλλογισμός θα ήρκει όπως γεννήσει την αμφιβολίαν εν τη ψυχή μας: πως είναι δυνατόν η ανωτάτη, η του Πατρός Οικία να ευρίσκηται εντός της υλικής, αισθητής, εις αιωνίαν κίνησιν, αλλαγήν και αστάθειαν διατελούσης αυτής γηίνης ατμοσφαίρας;
Ζήσαντες και ανατραφέντες εις γηΐνους ορίζοντας, γήινον ηθέλησαν και τον Όλυμπον!
Αλλά οι εν τοιούτω ορίζοντι περιστρεφόμενοι ουδέποτε γνωρίζουν την έννοιαν της λέξεως Γαλήνη, ο δε Νους και διαλογισμός των είναι κατ' ανάγκην εις την σύγχυσιν, αιωνίαν ταραχήν και αστάθειαν, τα οποία είναι ο ανώτατος Νόμος του υλικού εκείνου περιβάλλοντος εις το οποίον ευρίσκονται.
Την θέσιν και ποιόν του Ολύμπου μας αποκαλύπτει εντούτοις ο Όμηρος εις τους ακολούθους τους στίχους, τους μάλλον περισπουδάστους ίσως εξ όλης του της ποιήσεως:
διότι οι στίχοι αυτοί μας δίδουν την μορφήν του Αγαθού,
την ετυμολογίαν της λέξεως Επιστήμη:
“Η μεν' αρ' ως ειπούσ' απέβη γλαυκώπις Αθήνη Ουλυμπόνδ, όθι φασί θεών έδος ασφαλές αεί έμμεναι. Ούτ' ανέμουσι τινάσσεται ούτε πότ' όμβρω δεύεται, ούτε χιών επιπίλναται, αλλά μάλ' αίθρη πέπταται ανέφελος, λευκή δ' επιδέδρομεν αίγλη. τω ένι τέρπονται μάκαρες θεοί ήματα πάντα”.
Δεν πρόκειται περί οριζόντων κατά ταύτα γνωστών, εν αιωνία ασταθεία και μεταβολή διατελούντων, αλλά περί έδους ασφαλούς αιεί!
Εκεί δεν υπάρχει τρικυμία – αποτέλεσμα ροής και κινήσεως – ούτε σεισμοί, ούτε τινάσσεται ο Όλυμπος υπό ανέμων.
Η απόλυτος τουναντίον ηρεμία και γαλήνη βασιλεύει.
Δεν περιβρέχεται υπό της βροχής ο Όλυμπος, ουδέ επιπάσσεται υπό της χιόνος, αλλ' απαστράπτει από αίγλην και αίθρην ανέφελον (Φως).
Τα “πάντα ρει” και “παντός χρήματος μέτρον άνθρωπος” εκεί δεν εισχωρούσι.
Και πολύ απέχει ο νόμος της Εξελίξεως να εγείρει επεξηγηματικάς και εκεί απαιτήσεις!
Μόνον τυφλός θα ηδύνατο, γνωρίζων τους βαθύνοας εκείνους στίχους του Ομήρου να συγχύσει τον επί Γης Όλυμπον, τον πάσιν ανέμοισι τινασσόμενον, τον αιωνίως υπό βροχής δερόμενον, τον υπό νεφελών και χιόνος καλυπτόμενον, με τον αιθέριον εκείνον Όλυμπον, τον οποίον μόνον η παράδοσις έχει προσατενίσει!
Αλλά ο όχλος – καθ' Ηράκλειτον – δεν δίδει προσοχήν εις όσα συναντά ούτε καν τα παρατηρεί, ακόμη και όταν επισύρει τις επ' αυτών την προσοχήν του, αν και φαντάζεται ότι το πράττει.
Άξιον, ομοίως, παρατηρήσεως είναι ότι ο Όμηρος περί της Αθηνάς, της θεάς της Σοφίας συχνότατα τον λόγον ποιούμενος, παρουσιάζει αυτήν από της τοιαύτης γαλήνης εξορμώσαν ή επανερχομένην.
Και ταύτα μεν σχετικώς προς το ποιόν του Ολύμπου.
Ας προσπαθήσωμεν τώρα ν' ανεύρωμεν την θέσιν αυτού, λαμβάνοντες εκείνο ως οδηγόν.
Ενώ τα πάντα περιστρέφονται και μεταλλάσσουν, υπάρχει όντως έν σημείον, το οποίον διαφεύγει τον γενικόν σάλον και χαίρει της αιωνίας ασφαλείας περί της οποίας ο Όμηρος ανωτέρω κάμνει λόγον: πρόκειται όμως περί σημείου και όχι περί του Πολικού Αστέρος.
Ούτος είναι αισθητός δια του οφθαλμού: το Σημείον εκείνο το νοητόν υπό του όμματος της ψυχής.
Μόνον το σημείον εκείνο, του οποίου ουδέν μέρος υπάρχει, παραμένει ακίνητον από όλην την ορατήν κτήσιν, ενώ τουναντίον αύτη ευρίσκεται εις αιωνίαν περιφοράν, ροήν και μεταβολήν.
Πράγματι δε και κατά τον Ίππαρχον επί του πόλου ουδέ εις Αστήρ κείται, “αλλά κενός εστι τόπος, ω παράκεινται τρεις Αστέρες, μεθ' ων το Σημείον το κατά τον Πόλον, τετράγωνον έγγιστα σχήμα περιέχει, καθάπερ και Πυθέας φησίν ο Μασσαλιώτης”.
Αλλά και ο Πρόκλος εις το πρώτον βιβλίον των Ευκλείδου Στοιχείων λέγει:
“Ότι δε δεν πρέπει να νομίζει κανείς ότι υφίστανται τα τοιαύτα πέρατα, εννοώ των σωμάτων, συμφώνως προς ελαφράν και μη σοβαράν σκέψιν, ως υπέβαλον οι από της Στοάς φιλόσοφοι, αλλά τουναντίον ότι υπάρχουσιν εν τοις ούσιν φύσεις τοιαύται και ότι προΐστανται τούτων λόγοι δημιουργικοί, θα ηδυνάμεθα να αναμνησθώμεν αποβλέποντες εις τον όλον κόσμον και εις τας εν αυτώ περιφοράς και τα κέντρα των περιφορών και τους δι' όλων αυτών διερχομένους άξονας.
Διότι και τα κέντρα έχουσι συνεκτικήν των σφαιρών ενέργειαν, άρχοντα και ενώνοντα τας διαστάσεις αυτών και σφίγγοντα τας εν αυταίς δυνάμεις και συνερείδοντα προς εαυτά, και οι άξονες συνελίσσουσιν αυτάς και περιάγουσιν, ενώ αυτοί είναι μονίμως ηδρασμένοι και περί εαυτούς ανακυκλούσιν.
Όσον δ' αφορά τους πόλους των σφαιρών, ούτοι και αυτούς τους άξονας τερματίζουσι και αφού από αυτούς συντελούνται αι όλαι περιφοραί εναργέστατα δηλούσιν, ότι τα Σημεία έχουσι δημιουργικάς και συνεκτικάς δυνάμεις και τελειωτικάς πάντων των διεστώτων, χορηγούς δε της ενώσεως και της απαύστου κινήσεως.
Ένεκα τούτου δε και ο Πλάτων λέγει, ότι η υπόστασις αυτών είναι αδαμαντίνη, θέλων να υποδείξει το άτρεπτον και διαιωνίζων και μόνιμον και το ωσαύτωνς έχον της ουσίας αυτών”.
Λέγει δ' επιπροσθέτως ότι όλος ο Άτρακος περί τα σημεία εκείνα κινείται.
“άλλοι δε απορρητότεροι λόγοι και τον δημιουργόν λέγουσιν ότι εφίσταται (εξ ου το επί-ίσταμαι-επίσταμαι, επιστήμη) τω Κόσμω εις τους Πόλους, εποχούμενος και δι' έρωτος θείου το παν επιστρέφον προς εαυτόν.
Οι δε Πυθαγόρειοι τον μέν πόλον “σφραγίδα της Ρέας” είχον την αξίωσην ν' αποκαλώσι, διότι η ζωογόνος αύτη θεότης αποστέλλει δια τούτου άρρητον και δραστήριον δύναμιν εις το παν, το δε κέντρον, “Ζανός Φυλακήν” διότι ο Ζευς θέσας εντός δημιουργικήν φρουράν περί το μέσον του Κόσμου αυτήν σταθερώς ήδρασεν”.
Και εκεί ακριβώς επί του πόλου ο μελετητής των Ουρανίων Ατλάντων, βλέπει τρόπον τινά ερειδόμενον τον αριστερόν πόδα ανδρός, ηγεμονικήν έχοντος πρόσοψιν, “κρατούντος σκήπτρον και επί κεφαλής φέροντος διάδημα”.
Η μυστηριώδης εκείνη οπτασία, η από αμνημονεύτων χρόνων εκεί παραμένουσα, είναι ο υπαινιττόμενος του κόσμου δημιουργός, ο μυθολογούμενος Κηφεύς, του οποίου ο Ίππαρχος με τόσην επιμέλειαν κατεμέτρησε την θέσιν.
Εκ της αποκοπής ταύτης του Πρόκλου διαβλέπει τις την σημασίαν, την οποίαν πρέπει να επιθέτει ο μελετητής εις τα κέντρα και τους πόλους.
Εντεύθεν εξηγείται η μέριμνα, την οποίαν επεδείξαμεν ζητούντες να εύρωμεν το κέντρον και τους άξονας του Ελληνικού Αλφαβήτου, αναζήτησις η οποία μας οδήγησεν εις την ανακάλυψιν του εν αυτώ διαλανθάνοντος Μυστηρίου.
Το εν τω Ελληνικώ Αλφαβήτω υπολανθάνον Μυστήριον είναι αδιασπάστως συνδεδεμένον τόσον με την Αρχαίαν Φιλολογίαν από Ομήρου και προ αυτού όσον και με την Ελληνικήν Θρησκείαν, επιπροσθέτως δε με τας υπάτας του Σύμπαντος αντιλήψεις.
Είναι η κλεις όλων των προβλημάτων της Αρχαίας Φιλοσοφίας και Θεολογίας.
Περισπούδαστα έργα, όπως ο Κρατύλος και ο Θεαίτητος, έμενον ακατάληπτα μέχρι της αποκαλύψεως των Μυστηρίων, των εν αυτώ υποκρυπτομένων.
Αλλά τα έργα του Πλάτωνος στρέφονται περί την κατανόησιν της λέξεως Επιστήμη, επί του βωμού της οποίας αφιέρωσεν όλην του την ζωήν ο μέγας εκείνος των Αιώνων διδάσκαλος.
Περί την αυτήν λέξιν νομίζει ότι περιστρέφεται ο 19ος και ο 20ος αιών, οι κατ' εξοχήν της Ψευδο-Επιστήμης και Σοφιστείας αντιπρόσωποι.
Είθε το έργον αυτό
να στρέψει την προσοχήν του αναγνώστου
από την Ψευδο-Παιδείαν
προς την οδόν την άγουσαν
εις τον καθαρμόν της Ψυχής
και επίτευξιν της Αληθείας.
ΑΝΤΩΝΙΟΣ Φ. ΧΑΛΑΣ
Η ΑΠΟΚΡΥΦΟΣ ΔΙΑΤΑΞΙΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΑΛΦΑΒΗΤΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΔΕΟΘΕΑΤΡΟΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου