.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2011

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΑΡΤΕΜΙΔΟΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΑΡΚΤΟΥ – ΠΑΥΛΟΣ ΣΠ. ΚΥΡΑΓΓΕΛΟΣ



Από την ελλ. λέξη αργόν = λαμπερό, φωτεινό λευκό, παράγεται η λ. άργυρος, το γνωστόν αυτοφυές ορυκτόν, το ασήμι, δηλ. το μέταλλον το οποίον αντιστοιχεί, αστρολογικώς στον πλανήτη Σελήνη ή Μήνη, την Diana Nocturna των Λατίνων, κυβερνήτου του ζωδίου του Καρκίνου, κυβερνωμένου υπό της θεάς Αρτέμιδος ή Dianae.
Τα εξ αργύρου κοσμήματα, φυλάσσονται εις ειδικήν κοσμηματοθήκην ή αργυροθήκην, καλουμένην στα Λατινικά = Δωρικά arca (ή arcula, η μικρά). Εκ της λέξεως ταύτης και το φυλασσόμενον, άρα μυστικόν, καλείται Arcanum (εξ ου και η Μεγάλη και Μικρή Αρκάνα στα Tarot) αλλά και γενικώτρα η κίστη, η θήκη, το κιβώτιον καλούνται arca. Η χωρική έννοια της σμικρότητος της αργυροθήκης οδηγεί στην έννοια της στενότητος κι έτσι η λέξη arca προσλαμβάνει την έννοιαν της στενής φυλακής και, κατά λογικήν επέκτασιν, του φερέτρου, όπου συνήθως  καταλήγει η στενή, δηλαδή αυστηρή φυλάκισις, κι έτσι εξηγείται η ονομασία Μπανί Νας ή Μπανάτ Νας = κόρη ή κόραι του φερέτρου στον Ιώβ και Μπενάρ Νας ελ – σογκρά = κόραι του μικρού φερέτρου στα αραβικά η ονομασία της Μικράς Άρκτου.
Η μυητική ήτοι προ Αναστάσεως, έννοια της κόρης του φερέτρου, προεικονιζομένης υλικώς υπό της χειμερίας νάρκης της άρκτου, αποτυπούται στον εντειχισμό της κόρης του πρωτομάστορα στο Γεφύρι της Άρτας, (υποκοριστικόν της Αρτέμιδος), εκ του Λατινικού = Δωρικού ρήματος arcto = στενώ, σφίγγω και της Λατινικής = Δωρικής λέξης arcus = τόξον, ουράνιον τόξον, τόξον οικοδομής, θόλον, και υπονοεί την μνήμην της Αρτέμιδος δια τα διαδραματισθέντα εις την περιοχήν Φόβος της Σικυώνος, πόλεως των Οικοδόμων ή Μαστόρων ή Μασώνων και όπου την 20/12/92 ωμίλησα με θέμα «Ιησούς ο Έλλην».
Η Λατινική = Δωρική λέξη acra, επί της εννοίας της οποίας γίνεται λόγος, δηλώνει και την θήκην ή κιβώτιον και το φέρετρον, εννοίας υποδηλουμένας δια της αυτής λέξεως θίσβη ή θήβα, ήτοι της πρωτευούσης της Βοιωτίας, η οποία εις τον αρχαίον τύπον ΘΗΒΑΙ, ψηφίζει 30, όσον και η λέξις ΙΔΕΑΙ, και δηλώνει την  γενικήν ροήν των Ιόντων (Κατιόντων και Ανιόντων) εις το Σύμπαν, καθ’ ην αι Ιδέαι ή Ψυχαί κατέρχονται εκ της Βορείας Πύλης ή Ζώδιον του Καρκίνου φυλακιζόμεναι ή υπνωττούσαι ή νεκρούμεναι εντός της φυλακής ή φερέτρου, του υλικού σώματος, εκ του οποίου ανίστανται ή ελευθερώνονται εκ της Νότιας Πύλης ή Ζωδίου του Αιγόκερω δια του Θείου Λόγου ή Ιησού, καταβάλλοντος ως αντίλυτρον το αίμα Του και προδιδομένου αντί 30 αργυρίων ή αργυρών, φυλασσομένων, ως γνωστόν, εις την arcam δηλαδή αργυροθήκην ή φέρετρον, και χρησιμοποιουμένων δια την αγοράν του νεκροταφείου ή Θηβών, όπερ καλείται περιφραστικώς μεν Αγρός του Κεραμέως, μονολεκτικώς δε Κεραμικός. Οι 30 αργυροί ή 30 αργύρια αποτελούν τας 30 μοίρας εκάστου ζωδίου ή 30 ημέρας εκάστου σεληνιακού μηνός και αναφέρονται εις το παλαιοελληνικόν κείμενον του προφήτου Ζαχαρίου ή Ορθίου (ΙΑ, 12) κατά την διαδικασίαν της Ορθίας Αρτέμιδος ή μαστιγώσεως (Παρ. Γ, 12Α προς Εβραίους, ΙΒ, 6, προς Ιω. ΙΘ, 1), δηλαδή της Παραδοχής του Υιού.

Η αναζήτησις του Γκράαλ, ονομασία για το Άγιο Δισκοπότηρον, μας συνδέει με την Στρογγυλή Τράπεζα του Αρθούρου ή Αρκτούρου, γνωστού ως Αρταίου, με αποτέλεσμα την ανάλυσιν της άρκτου εις άρκον ή άρτον, ή της ursus εις usus (= χρήσις) ή urus = ούρος, άγριος βους, όθεν και η εξωτερική έννοια του επιθέτου της Αρτέμιδος ταυροπόλος, συνδεομένη προς την ιστορικήν έννοιαν του μνησθέντος εδαφίου του Ζαχαρίου ή Ορθίου, αναφερομένου εις τον στρατηλάτην βασιλέα των Ελλήνων Αλέξανδρον, διότι αυτός κατέλαβε την Τύρον αφ’ ενός και αυτός είναι ταυροπόλος αφ’ ετέρου, δηλαδή ιππεύει τον Βουκεφάλαν, ή βουν, ως σώζεται εις την σουματρική παράδοσιν φερομένη και ως τριώνι υπό του Σομαϋέρα, αποδίδει την Λατινικήν = Δωρικήν λέξιν Triones, ονομασίαν για τις 2 Άρκτους μ και Μ, εκ της επίσης Λατινικής = Δωρικής λέξης trio (γεν.  Trionis), που δηλώνει την βουν, και από την λέξιν septentrio = βορράς ή άρκτος, εκ της φράσεως septen triones = επτά βους.
Η χρησιμότης των βοών εις την αρχαίαν εποχήν ήτο βεβαίως η άροσις κυρίως, η καλλιέργεια του αγρού, ενεργουμένη δια του αρότρου, ή αλετριού καλουμένου εις την Λατινικήν = Δωρικήν plaustrum έτερον όνομα δια τον αστερισμόν της Μ. Άρκτου. Εκ της καλλιέργειας του αγρού, δηλαδή της έρας ή τέρας ή γης, ή terra εις την Λατινικήν = Δωρικήν, παράγεται ο σίτος ή triticum εις την Λατινικήν = Δωρικήν του οποίου ο στάχυς, ιδίως η κορυφή του, καλείται arista εις την Λατινικήν = Δωρικήν γλώσσαν και καταλήγει εις την έννοιαν του αρίστου, δηλαδή του γεύματος ή σιτίσεως, βασιζομένην εις τον σίτον ή άρτον, τον οποίον, μετά του ερίου και της υφάνσεως μας εδίδαξεν ο Αρκάς.
Το πλήρες γεύμα βεβαίως παρατίθεται εις πλήρη τράπεζαν, η οποία καλείται φάτνη ή σεμέλη, της οποίας το sat ή αρκούν αποτελείται από άρτον, οίνον και ιχθύν. Πράγματι δι’ άρτων και ιχθύων έθρεψε ο Ιησούς τα πλήθη εις την έρημον ως αναφέρεται εις το κατά Ματθαίον ΙΕ, κατά Μάρκον ΣΤ και κατά Λουκάν Θ, κατά θεολογικήν σύνθεσιν οδηγούν εις την Άρτεμιν Ιχθυόεσσαν δια του Παλαιστινιακού θεού Δαγών, το όνομα του οποίου ετυμολογείται εκ της λέξεως νταγ = ιχθύς ή νταγκάν = σίτος, εκ της ελληνικής λέξεως δάκος ή δακετόν, το ιοβόλον ερπετόν και το κήτος , και δαγός = 

Η καταγωγή αμφοτέρων των λέξεων δαγ ή δαγάν εκ της αυτής ρίζης, σημαινούσης πολλαπλασιασμόν, δίδει την έννοιαν της γονιμότητος της ασκαλωνίου Θεότητος Δαγών, συσχετιζομένης παρ’ Έλλησι προς την Αταργάτιν ή Δερκετώ, θεάν της περιοχής επίσης μεταμορφωθείσαν εις ιχθύν, κατά τα πρότυπα των Τελχίνων και του Βαβυλωνίου Οάννες ή Όνου, και υπονοεί την ενέργειαν της γουανίνης, μιας εκ των βάσεων του DNA. Η έννοια του πολλαπλασιασμού ή κλωνισμού δια της γονιμότητος αποτυπούται εις τους πολλούς μαστούς του αγάλματος της Εφέσιας Αρτέμιδος, τους παράγοντας δηλαδή πολύ γάλα, και τους Γάλλους ιερείς της περιοχής, οι οποίοι εκαλούντο Μεγάβυζοι ή Μεγαλόβυζοι και κατά τον Παυσανίαν εσσήνες.
Οι ιερείς της Αρτέμιδος εκαλούντο εσσήνες, λέξις άκρως συγγενής προς την λέξιν Εσσαίοι, σημαίνουσα: α) τον βασιλέα των μελισσών β) κατά λογικήν επέκτασιν, τον βασιλέα γενικώς, και γ) κατά περαιτέρω λογικήν επέκτασιν και αναγωγήν τον οικιστήν. Το απαρέμφατον εσσήαι = εκχέαι υπονοεί προφανώς την χρίσιν του βασιλέως δια εκχύσεως ελαίου, δηλαδή ένα Χριστόν Κυρίου, ενδεδυμένον, ως και οι Ιουδαίοι ιερείς, το hosen ή εσσόν, και υπενθυμίζοντα το γεγονός ότι η Άρτεμις είναι πάντοτε ενδεδυμένη ή φέρουσα ιμάτια, λέξις λογικώς παρεμβαλομμένη προς τους ιμάντας της μαστιγώσεως.
Υπό την έννοιαν αυτήν η θειότης της Αρτέμιδος, μέσω των περί αυτήν μύθων, υπηρέτησε την θεότητα του Κυρίου Ιησού, Υιού και Λόγου του Θεού, ενανθρωπήσαντας δια τας αμαρτίας μας και μεταβαλλόμενον εις Σώμα και Αίμα επί της Αγίας Τραπέζης των ορθοδόξων ναών των Πανελλήνων.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

O mr Angel καλά τις έκρυψε τις λέξεις κλειδιά :)
και όσοι είναι θα αντιληφθούν
ευχαριστούμε πάντως για το κείμενο
Αρκτο-Υ-Φυλαξ