Ο Edgar Allan Poe γεννήθηκε στις 19 Ιανουαρίου 1809 και πέθανε σαν σήμερα στις 7 Οκτωβρίου 1849.
Λεπτομέρειες για την ζωή και το έργο του στο άρθρο της ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ:
...Κάπως πιο ήσυχοι τώρα, εξακολουθήσαμε να κοιτάζουμε το καράβι, ώσπου το έκρυψε από τα μάτια μας η ελαφριά ομίχλη που σηκώθηκε μαζί με μια ασθενική αύρα. Όταν κάθε ίχνος του έσβησε στον ορίζοντα, ο Πάρκερ στράφηκε ξαφνικά προς το μέρος μου με μια έκφραση στο πρόσωπό του που με έκανε να αναρριγήσω. Είχε ένα ύφος αυτοκυριαρχίας που δεν το είχα ξαναδεί επάνω του, και πριν ακόμη ανοίξει τα χείλη του, η καρδιά μου μου ψιθύρισε τι είχε σκοπό να πει. Πρότεινε, με λίγα λόγια, ένας από μας να πεθάνει, για να σώσει τις ζωές των άλλων.
Για αρκετή ώρα ήδη, γυρόφερνα στο μυαλό μου την εκδοχή να εξωθηθούμε στη φριχτή αυτή έσχατη λύση, και είχα αποφασίσει μυστικά να υποστώ καλύτερα θάνατο οποιασδήποτε μορφής και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, παρά να καταφύγω σε τέτοια διέξοδο. Και η απόφασή μου αυτή δεν είχε κλονιστεί ούτε στο ελάχιστο από την τωρινή ένταση της πείνας που με βασάνιζε. Την πρόταση δεν την είχαν ακούσει ούτε ο Πήτερς ούτε ο Αύγουστος. Πήρα λοιπόν τον Πάρκερ παράμερα, και παρακαλώντας από μέσα μου το Θεό να μου δώσει δύναμη να τον αποτρέψω από το φρικαλέο σχέδιο που μελετούσε, τον επέπληκα αυστηρά για πολλή ώρα, παρακαλώντας τον συγχρόνως με τον πιο ικετευτικό τρόπο, στο όνομα ό,τι πιο ιερού είχε στον κόσμο, και πιέζοντάς τον με κάθε είδους επιχείρημα που παρείχε η ακρότητα της ιδέας του, να εγκαταλείψει το σκοπό του και να μην αναφέρει τίποτε στους άλλους δύο.
Άκουσε όλα όσα είπα χωρίς να επιχειρήσει να αντικρουσει τα επιχειρήματά μου, και είχα αρχίσει να ελπίζω πως τον έπεισα να ενεργήσει όπως επιθυμούσα. Μόλις όμως έπαψα να μιλώ, είπε πως ήξερε πολύ καλά ότι όλα όσα είχα πει ήταν αλήθεια, και ότι η προσφυγή σε μια τέτοια μέθοδο ήταν η πιο φριχτή εναλλακτική λύση που θα περνούσε ποτέ από νου ανθρώπου. Αλλά ότι είχε τώρα πια αντέξει όσο μπορεί να βαστάξει η ανθρώπινη φύση, ότι ήταν ανώφελο να πεθάνουν όλοι αφου, με το θάνατο του ενός, ήταν δυνατό, και μάλιστα πιθανό, να σωθούν τελικά οι υπόλοιποι, και πρόσθεσε να μη χάνω τον κόπο μου προσπαθώντας να του γυρίσω τα μυαλά, γιατί είχε πάρει ήδη οριστικά και αμετάκλητα την απόφασή του στο θέμα, ακόμη και πριν παρουσιαστεί το πλοίο, και μόνο η εμφάνισή του τον είχε εμποδίσει να φανερώσει την πρόθεσή του πρωτύτερα.
Τον ιέτεψα τώρα, αφού δεν πειθόταν να εγκαταλείψει το σχέδιό του, τουλάχιστον να το αναβάλει για άλλη μέρα, μήπως και στο μεταξύ παρουσιαστεί κανένα καράβι. Και πάλι επανέλαβα όσα επιχειρήματα μπορούσα να βάλω με το μυαλό μου, και πίστευα ότι μπορεί να επηρέαζαν έναν άξεστο άνθρωπο σαν εκείνον. Είπε, σε απάντησημ ότι περίμενε για να μιλήσει την τελευταία δυνατή στιγμή, ότι του ήταν αδύνατο να αντέξει άλλο χωρίς κάποιου είδους τροφή, και επομένως μια μέρα αργότερα θα ήταν πια πολύ αργά, τουλάχιστον όσον αφορά τον ίδιο.
Βλέποντας ότι δεν μπορούσα να τον συγκινήσω με οτιδήποτε και να του έλεγα σε ήπιο τόνο, άλλαξα τώρα στάση, και του είπα να έχει υπόψη του ότι είχα υποφέρει λιγότερο απ' όλους τους άλλους από τις κακουχίες μας. Ότι η υγεία και η δύναμή μου, συνεπώς, ήταν τη στιγμή εκείνη πολύ ανώτερες από τις δικές του ή ακόμη και του Πήτερς ή του Αύγουστου. Επομένως, ήμουν σε θέση να επιβάλω τη θέλησή μου με τη βία αντο έκρινα αναγκαίο. Και αν επιχειρούσε με οποιονδήποτε τρόπο να ανακοινώσει στους άλλους τα αιμοδιψή και κανιβαλικά του σχέδια, δε θα δίσταζα να τον πετάξω στη θάλασσα. Μόλις το άκουσε, με άρπαξε αμέσως από το λαιμό και, τραβώντας μαχαίρι, έκανε πολλές άκαρπες προσπάθειες να με χτυπήσει στο στομάχι. Και μόνο η υπερβολική του αδυναμία τον εμπόδισε να διαπράξει αυτή την ωμότητα. Στο μεταξύ, νιώθοντας να με κατακλύζει ακατανίκητος θυμός, τον έσυρα στο πλευρό του σκάφους, αποφασισμένος να τον πετάξω στο νερό. Από τη μοίρα αυτή τον έσωσε, ωστόσο, η επέμβαση του Πήτερς, που πλησίασε τώρα και μας χώρισε, ρωτώντας την αιτία του καυγά. Και ο Πήτερς του την είπε αμέσως, προτού βρω τρόπο να τον σταματήσω.
Η απήχηση των λόγων του ήταν ακόμα πιο τρομερή απ' ό,τι είχα προβλέψει. Και ο Αύγουστος και ο Πήτερς που, όπως φαίνεται, καλλιεργούσαν από ώρα μυστικά στο μυαλό τους τη φοβερή ιδέα που απλώς έθιξε πρώτος ο Πάρκερ, τάχθηκαν αμέσως στο πλευρό του και επέμειναν να τεθεί το σχέδιό του σε πράξη. Είχα υπολογίσει πως τουλάχιστον ο ένας από τους δυο τους θα είχε διατηρήσει αρκετή πνευματική δύναμη για να καταπολεμήσει μαζί μου την πραγμάτωση ενός τόσου φρικιαστικού σκοπού. Και με τη βοήθεια του ενός τους δεν αμφέβαλλα πως θα κατάφερνα ν' αποτρέψω την εκτέλεσή του. Διαψευσμένος στις προσδοκίες μου, κατάλαβα καλά πως ήταν απόλυτη ανάγκη να φροντίσω για την ασφάλειά μου, γιατί μεγαλύτερη αντίσταση από μέρους μου θα μπορούσε εύκολα να εκληφθεί από τους εξαγριωμένους άντρες σαν επαρκής δικαιολογία για να μου αρνηθούν δίκαιη μεταχείρηση στην τραγωδία που, το ήξερα καλά, γρήγορα θα διαδραματιζόταν.
Τους είπα τώρα ότι ήμουν πρόθυμος να υποταχθώ στην απόφαση των περισσοτέρων, αλλά ζητούσα απλώς μια καθυστέρηση μιας ώρας, για να προλάβει να διαλυθεί η ομίχλη που είχε μαζευτεί τριγύρω μας, οπότε θα εμφανιζόταν ίσως ξανά το πλοίο που είχαμε δει. Μετά από μεγάλες δυσκολίες, τους απόσπασα την υπόσχεση πως θα περίμεναν μέχρι τότε. Και, όπως είχα προβλέψει (άρχισε να φυσάει γρήγορα), η ομίχλη διαλύθηκε προτού εκπνεύσει η προθεσμία και, μη βλέποντας πουθενά καράβι, ετοιμαστήκαμε να τραβήξουμε κλήρο.
Με τη μεγαλύτερη απροθυμία και απέχθεια κάνω λόγο για την αποτρόπαιη σκηνή που ακολούθησε. Μια σκηνή που, παρ' όλα τα άλλα γεγονότα που συνέβησαν αργότερα, παρέμεινε στη μνήμη μου, και η σκυθρωπή ανάμνησή της θα φαρμακώνει κάθε μελλοντική στιγμή της ζωής μου. Αφήστε με να διέλθω το τμήμα αυτό της αφήγησής μου με τη μεγαλύτερη βιασύνη που θα επιτρέψει η φύση των γεγονότων που θα διηγηθώ. Η μόνη μέθοδος που επινοήσαμε για την τρομερή λοταρία, ήταν να τραβήξουμε ξυλαράκια. Κόψαμε μερικές σκλήθρες ξύλου, και συμφωνήσαμε να τις κρατάω εγώ. Αποτραβήχτηκα στη μια άκρη του σκάφους, ενώ οι φτωχοί μου σύντροφοι έλαβαν σιωπηλοί θέση στην άλλη, με τις πλάτες τους γυρισμένες σε μένα. Σ' όλη τη διάρκεια αυτού του φοβερού δράματος, την πικρότερη αγωνία τη δοκίμασα την ώρα που τακτοποιούσα στο χέρι μου τους κλήρους. Λίγες είναι οι περιπτώσεις στις οποίες ο άνθρωπος πέφτει σε τέτοια κατάσταση, ώστε να μην αισθάνεται βαθύ ενδιαφέρον για τη διάσωση της ζωής του. Ένα ενδιαφέρον που αυξάνει από στιγμή σε στιγμή, ανάλογα με το πόσο λεπτό είναι το νήμα από το οποίο κρέμεται αυτή η ζωή. Τώρα όμως που η σιωπηλή, τελεσίδικη και αμείλικτη φύση της δουλειάς που απορροφούσε την προσοχή μου (τόσο διαφορετική από τους πολυτάραχους κινδύνους της καταιγίδας ή τα κλιμακωτά μαρτύρια της πείνας) μου επέτρεπε να συλλογιστώ τις λίγες ευκαιρίες που είχα για να αποφύγω τον πιο αποτρόπαιο θάνατο – θάνατο για τον πιο αποτρόπαιο σκοπό – κάθε ίχνος της ενεργητικότητας που με εμψύχωνε τόσον καιρό πέταξε μακριά σαν φτερό στον άνεμο, αφήντάς με θύμα ανήμπορο του πιο άθλιου και οικτρού πανικού. Στην αρχή, δεν μπορούσα ούτε να επιστρατεύσω αρκετή δύναμη για να ξεχωρίσω και να συνταιριάξω τα ξυλαράκια, καθώς τα δάχτυλά μου αρνιόντουσαν κατηγορηματικά να εκτελέσουν το καθήκον τους και τα γόνατά μου χτυπούσαν βίαια το ένα το άλλο. Ο νους μου έτρεξε γοργά σε χίλια παράλογα σχέδια που θα με εμπόδιζαν να λάβω μέρος στο τερατώδες αυτό τυχερό παιχνίδι. Σκέφτηκα να γονατίσω μπροστά στους συντρόφους μου και να τους εκλιπαρήσω να με απαλλάξουν από την αναγκαιότητα. Να χυμήξω ξαφνικά επάνω τους, και σκοτώνοντας τον έναν απ' αυτούς να αποφύγω την κλήρωση – με λίγα λόγια, προτίμησα καθετί άλλο καλύτερα, παρά να φέρω εις πέρας το έργο που είχα αναλάβει. Τέλος, αφού έχασα πολύ καιρό με τη βλακώδη αυτή συμπεριφορά, με ξανάφερε στα λογικά μου η φωνή του Πάρκερ, που με πίεσε να τους απαλλάξω από την τρομερή αγωνία. Κι όμως, ακομη δεν το αποφάσιζα να τακτοποιήσω τα ξυλαράκια στο χέρι μου, αλλά έτρεχε το μυαλό μου σε κάθε είδους πανουργία για να ξεγελάσω έναν από τους συντρόφους μου και να διαλέξει την πιο κοντή σκλήθρα, γιατί είχαμε συμφωνήσει πως όποιος τραβούσε την πιο κοντή από τις τέσσερις σκλήθρες, θα πέθαινε για να γίνει βορά των άλλων. Προτού με καταδικάσει κανείς για τη φαινομενική μου αυτή σκληρότητα, ας βρεθεί πρώτα σε θέση παρόμοια με τη δική μου.
Στο τέλος, μην μπορώντας να καθυστερήσω άλλο, και με καρδιά που κόντευε να σπάσει στο στήθος μου, πλησίασα στην περιοχή του προστέγου όπου με περίμεναν οι σύντροφοί μου. Άπλωσα το χέρι που κρατούσε τις σκλήθρες και ο Πήτερς τράβηξε αμέσως. Ήταν ελεύθερος – το δικό του ξυλαράκι, τουλάχιστον, δεν ήταν το πιο κοντό. Και υπήρχε ακόμη μια πιθανότητα εναντίον της διάσωσής μου. Επιστράτευσα όλο μου το κουράγιο και πέρασα τους κλήρους στον Αύγουστο. Τράβηξε κι αυτός αμέσως, και ήταν αμέσως ελεύθερος. Και τώρα οι πιθανότητες ήταν ακριβώς ίσες για να ζήσω ή να πεθάνω. Τη στιγμή αυτή, όλη η θηριωδία της τίγρης μου πλημμύρισε την ψυχή, και ένιωσα για το φτωχό συνάνθρωπό μου, τον Πάρκερ, το πιο έντονο, το πιο διαβολικό μίσος. Όμως το αίσθημα αυτό δεν κράτησε πολύ. Και τέλος, με σπασμωδικό ρίγος και με κλεισμένα μάτια, άπλωσα τα δύο ξυλαράκια που είχαν απομείνει προς το μέρος του. Πέρασαν πέντε ολόκληρα λεπτά προτού συγκεντρώσει αρκετή αποφασιστικότητα για να τραβήξει, και σ' όλη τη διάρκεια της σπαρακτικής αυτής αγωνίας δεν άνοιξα ούτε μια φορά τα μάτια μου. Σε λίγο τον ένιωσα να τραβά τον έναν από τους δύο κλήρους από το χέρι μου. Η απόφαση λοιπόν είχε παρθεί, αλλά δεν ήξερα ακόμη αν ήταν υπέρ ή εναντίον μου. Κανείς δε μιλούσε, κι εγώ δεν κατόρθωνα να πεισθώ, κοιτάζοντας το ξυλαράκι που κρατούσα στο χέρι μου. Στο τέλος, ο Πήτερς με έπιασε από το χέρι, κι εγώ εξανάγκασα τον εαυτό μου ν' ανοίξω τα μάτια μου, οπότε είδα από την όψη του Πάρκερ ότι ήμουν ασφαλής, κι ότι εκείνου του έλαχε από τη μοίρα να θυσιαστεί. Ξέπνοος, σωριάστηκα αναίσθητος στο κατάστρωμα.
Συνήλθα από τη λιποθυμία μου εγκαίρως, για να δω την ολοκλήρωση της τραγωδίας στο θάνατο εκείνου που περισσότερο απ' όλους την προκάλεσε. Δεν πρόβαλε καμία αντίσταση, και όταν ο Πήτερς τον μαχαίρωσε στην πλάτη, έπεσε αμέσως νεκρός. Ας μην σταθώ στο φριχτό συμπόσιο που ακολούθησε αμέσως μετά. Τέτοια πράγματα μπορεί να τα αναπαραστήσει η φαντασία, αλλά τα λόγια δεν έχουν αρκετή δύναμη για να μεταφέρουν στο νου την υπέρτατη φρίκη που τα χαρακτηρίζει. Αρκεί να πούμε ότι, αφού κατευνάσαμε μέχρις ενός σημείου τη λυσσασμένη δίψα που μας κατέτρωγε τα σωθικά με το αίμα του θύματος, και κόψαμε με κοινή συμφωνία τα χέρια, τα πόδια και το κεφάλι, πετώντας τα στη θάλασσα μαζί με τα εντόσθια, καταβροχθίσαμε το υπόλοιπο πτώμα λίγο λίγο, τις τέσσερις αλησμόνητες ημέρες της δεκάτης εβδόμης, δεκάτης ογδόης, δεκάτης ενάτης και εικοστής του μηνός.
Στις 19 του μηνός έπεσε μια δυνατή μπόρα που κράτησε δεκαπέντε ή είκοσι λεπτά, και καταφέραμε να συλλέξουμε λίγο νερό με τη βοήθεια ενός σεντονιού που είχαμε ψαρέψει στην καμπίνα με το γρίπο μας, αμέσως μετά την καταιγίδα. Όλη η ποσότητα που μαζέψαμε δεν ξεπερνούσε το μισό γαλόνι, αλλά και η φειδωλή αυτή προμήθεια μας παρείχε συγκριτική δύναμη και ελπίδα...
ΕΝΤΓΚΑΡ ΑΛΛΑΝ ΠΟΕ
Η ΑΦΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΟΥΡ ΓΚΟΡΝΤΟΝ ΠΥΜ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΕΛΕΝΗ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΡΑΜΜΑΤΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου