.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Πέμπτη 18 Νοεμβρίου 2010

Ο ΣΕΡ-ΓΚΑΛΑΧΑΝΤ Η ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΘΕΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΣΠΑΘΙ ΤΗΣ ΠΕΤΡΑΣ ΠΟΥ ΕΠΕΠΛΕΕ – THOMAS MALORY


Πως στη Γιορτή της Πεντηκοστής παρουσιάστηκε στον Βασιλιά Αρθούρο μια Δεσποινίδα και ζήτησε από τον Σερ-Λάνσελοτ να την ακολουθήσει
Την παραμονή της Πεντηκοστής η αδελφότητα της Στρογγυλής Τραπέζης συγκεντρώθηκε στο Κάμελοτ. Αφού ειχε πάρει ο καθένας τη θέση του στο στρωμένο τραπέζι, μπήκε στο προαύλιο έφιππη μια πεντάμορφη κοπέλα, που απ' το καταϊδρωμένο άλογό της συμπέραινε κανείς ότι είχε κάνει πολύ δρόμο καλπάζοντας.
Αφίππευσε, παρουσιάστηκε στον βασιλιά Αρθούρο και υποκλίθηκε.
“Ο Θεός να σ' ευλογεί δεσποσύνη”, της είπε ο Αρθούρος.
“Κύριε, πες μου σε παρακαλώ που βρίσκεται ο Σερ-Λάνσελοτ;”
“Είναι κείνος εκεί”, αποκρίθηκε ο βασιλιάς δείχνοντάς τον.
Η κοπέλα κατευθύνθηκε προς το μέρος του ιππότη λέγοντάς του:
“Σερ-Λάνσελοτ, σε χαιρετώ εκ μέρους του βασιλιά Πέλαμ, και σε παρακαλώ να με ακολουθήσεις στο δάσος”.
“Που μένεις και με ποιόν ;” τη ρώτησε ο σερ-Λάνσελοτ.
“Μένω στο κάστρο του βασιλιά Πέλαμ”.
“Τι ζητάς από μένα;”
“Θα το μάθεις ότα έρθεις μαζί μου”.
Ο σερ-Λάνσελοτ διέταξε τον ιπποκόμο του να του σελώσει το άλογο και να φέρει τα όπλα του. Ο ιπποκόμος, χωρίς καθυστέρηση, του έφερε ό,τι ζήτησε.
Η βασίλισσα Γκουίνεβιαρ πλησίασε τον σερ-Λάνσελοτ και του είπε:
“Θα μας παρατήσεις σήμερα, χρονιάρα μέρα;”
“Κυρία, θα βρίσκεται κοντά σας αύριο την ώρα του δείπνου”, παρενέβη η δεσποινίδα.
“Να ξέρεις ότι αν δε βρίσκεται εδώ μέχρι αύριο, θα σε συνοδεύσει παρά τη θέλησή μου”, αποκρίθηκε η Γκουίνεβιαρ.
Ο σερ-Λάνσελοτ και η νέα έφυγαν για το δάσος. Προχώρησαν αρκετά, ώσπου έφτασαν σε μια κοιλάδα και σ' ένα γυναικείο μοναστήρι. Ο θυρωρός τους άνοιξε την πύλη και μπήκαν στο προαύλιο του μοναστηριού. Μόλις ξεπέζεψαν, εμφανίστηκε μια ομάδα πολλών μοναχών που τους καλωσόρισε φιλόφρονα.
Οδήγησαν τον σερ-Λάνσελοτ στον ξενώνα και τον βοήθησαν να βγάλει την πανοπλία του. Σε δύο παρακείμενα κρεβάτια κοιμόταν ο σερ-Μπορς και ο σερ-Λάιονελ. Ο σερ-Λάνσελοτ τους ξύπνησε, κι εκείνοι, αντικρίζοντας τον εξαδερφό τους, τον αγκάλιασαν καταχαρούμενοι.
“Ποιά περιπέτεια, κύριε, σ' έφερε εδώ; Σκεφτόμασταν πως αύριο θα σε συναντούσαμε στο Κάμελοτ”, είπε ο σερ-Μπορς.
“Μια δεσποσύνη μ' έφερε εδώ, αλλά δεν ξέρω το λόγο”, αποκρίθηκε ο σερ-Λάνσελοτ.
Την κουβέντα τους διέκοψαν δώδεκα καλόγριες, που μπήκαν στον ξενώνα συνοδεύοντας τον Γκάλαχαντ, έναν νέο τόσο όμορφο και καλοκαμωμένο, που όμοιό του δε θα μπορούσε κανείς να βρει στον κόσμο. Όλες δε οι καλόγριες ήταν συγκινημένες.
“Κύριε σου φέρνουμε τον νέο αυτό, που εμείς αναθρέψαμε, και σε παρακαλούμε να τον χρίσεις ιππότη. Δεν πρέπει να λάβει το χρίσμα της ιπποσύνης παρά μόνο από το χέρι του πιο άξιου ιππότη της χριστιανοσύνης”.
Ο σερ-Λάνσελοτ παρατήρησε τα ευγενικά χαρακτηριστικά του νεαρού και πρόσεξε πως ήταν λεπτοκαμωμένος, ευπρεπής και σεμνός σαν περιστέρι. “Τέτοια ευγένεια δεν έχω συναντήσει ποτέ μου σε νέο της ηλικίας του”, σκέφτηκε ο Λάνσελοτ.
“Είναι δική του επιθυμία να γίνει ιππότης;” ρώτησε.
“Μάλιστα!” απάντησαν με μια φωνή ο νέος και οι καλογριές.
“Πολύ καλά, θα τον ονομάσω ιππότη αύριο το πρωί, που είναι και η γιορτή της Πεντηκοστής”.
Εκείνο το βράδυ ο σερ-Λάνσελοτ έτυχε πολλών τιμών και περιποιήσεων. Το πρωί, στη διάρκεια της πρώτης Λειτουργίας, ο Γκάλαχαντ χρίστηκε ιππότης.
“Ο Θεός να τον κάνει άξιο άνθρωπο και έντιμο ιππότη”, ευχήθηκε ο σερ-Λάνσελοτ. “Οσο για λεβεντιά, ελάχιστοι μπορούν να σταθούν δίπλα του”.

Για τα Γράμματα που βρέθηκαν Γραμμένα στην Επικίνδυνη Θέση, και για το Θαυμαστό Περιστατικό του Ξίφους που ήταν Μπηγμένο στην Πέτρα.
Αγαπητέ κύριε, θα με συνοδεύσεις στην Αυλή του βασιλιά Αρθούρου;” ρώτησε ο σερ-Λάνσελοτ τον Γκάλαχαντ.
Όχι, όχι προς το παρόν”, αποκρίθηκε ο νέος.
Ο σερ-Λάνσελοτ αναχώρησε με τα ξαδέρφια του, κι έφτασαν στο Κάμελοτ την ώρα που ο βασιλιάς και η βασίλισσα παρακολουθούσαν την Ακολουθία της Πεντηκοστής.
Μετά την Ακολουθία ο βασιλιάς Αρθούρος κι οι ιππότες συγκεντρώθηκαν στη Στρογγυλή Τράπεζα. Σε κάθε καρέκλα ήταν γραμμένα με χρυσά γράμματα, “εδώ κάθεται ο τάδε”, “ο δείνα θα καθίσει εδώ”. Όταν κοίταξαν την Επικίνδυνη Θέση, είδαν φρεσκογραμμένες πάνω της με χρυσά γράμματα ετούτες τις φράσεις:
Η ΘΕΣΗ ΑΥΤΗ ΘΑ ΣΥΜΠΛΗΡΩΘΕΙ ΤΕΤΡΑΚΟΣΙΟΥΣ ΚΑΙ ΠΕΝΗΝΤΑ ΚΑΙ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΧΕΙΜΩΝΕΣ ΜΕ ΤΑ ΠΑΘΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.
Όλοι έμειναν εμβρόντητοι, κι ένας ψίθυρος απλώθηκε παντού.
Αυτό είναι θαύμα και απαρχή γεγονότων”, είπαν πολλοι, μετρώντας ύστερα τα χρόνια από τη γέννηση του Σωτήρος.
Εμένα μου φαίνεται πως σήμερα θα συμπληρωθεί η θέση”, απεφάνθη ο σερ-Λάνσελοτ. “Σήμερα είναι η γιορτή της Πεντηκοστής, τετρακόσια πενηντατέσσερα χρόνια από τη γέννηση του Κυρίου μας. Αν συμφωνείτε, προτείνω να σκεπάσουμε την επιγραφή ώστε να μην ξαναδεί κανείς τις φράσεις ώσπου να παρουσιαστεί ο ιππότης που 'ναι γραφτό να καθίσει στην Επικίνδυνη Θέση”.
Παράγγειλαν να φέρουν μεταξωτό ύφασμα να σκεπάσουν την καρέκλα, και ο βασιλιάς παρακάλεσε τους πάντες να βιαστούν για το γεύμα.
Βασιλιά μου”, είπε ο σερ-Κέι ο Οικονόμος, “αν καθίσεις τώρα για φαγητό, θα παραβιάσεις την παλιά συνήθεια της Αυλής σου να μην τρως ποτέ ανήμερα της Πεντηκοστής αν δε συμβεί προηγουμένως κάτι παράξενο”.
Εχεις δίκιο”, αποκρίθηκε ο Αρθούρος, “μα είναι τόση η χαρά μου που είδα τον σερ-Λάνσελοτ, τον σερ-Μπορς και τον σερ-Λάιονελ, που λησμόνησα το παλιό μας έθιμο”.
Καθώς συνομιλούσαν, παρουσιάστηκε κάποιος υπηρέτης και είπε στον βασιλιά:
Κύριε, σου φέρνω παράξενα νέα”.
Τι τρέχει;” ρώτησε ο Αρθούρος.
Είδα στο ποτάμι να επιπλέει στο νερό μια μεγάλη τετράγωνη πέτρα που στη μέση της είνα μπηγμένο ένα σπαθί”.
Η ομήγυρις κατέβηκε στο ποτάμι, και είδανε να επιπλέει στο νερό ένα τετράγωνο κόκκινο μάρμαρο που στη μέση του ήταν μπηγμένο ένα ωραίο σπαθί και η λαβή του ήταν κοσμημένη με πολύτιμα πετράδια. Στο μάρμαρο ήταν γραμμένα με φανταχτερά χρυσά γράμματα τα λόγια:
ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΕ ΘΑ ΜΕ ΤΡΑΒΗΞΕΙ ΠΑΡΑ ΜΟΝΟΝ ΕΚΕΙΝΟΣ ΠΟΥ ΣΤΟ ΠΛΕΥΡΟ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΓΡΑΜΜΕΝΟ ΝΑ ΣΤΑΘΩ ΚΑΙ ΘΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΕΡΟΣ ΙΠΠΟΤΗΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ.
Ο Αρθούρος στράφηκε αμέσως στον σερ-Λάνσελοτ:
Αγαπητέ κύριε”, είπε, “το ξίφος σου ανήκει. Είμαι βέβαιος πως εσύ είσαι ο καλύτερος ιππότης του κόσμου”.
Σε διαβεβαιώ, βασιλία μου, το σπαθί δεν είναι δικό μου”, αποκρίθηκε βαθιά συλλογισμένος ο Λάνσελοτ. “Δεν έχω το θάρρος μήτε ν' απλώσω το χέρι μου επάνω του, και δεν έχω καμιά αμφιβολία πως δεν προορίζεται να κοσμήσει το πλευρό μου. Όποιος τολμήσει να το αγγίξει, θα λάβει από το ξίφος πληγή που θα κάνει καιρό να γιατρευτεί. Πιστεύω ακόμη πως απο σήμερα αρχίζουν οι περιπέτειες και οι περιπλανήσεις που συνδέονται με το Άγιο Δισκοπότηρο, το Γκράαλ”.

Πως ο Σερ-Γκάουεϊν δοκίμασε να τραβήξει το Σπαθί, και πως ήρθε στην Αυλή ο Γκάλαχαντ.
“Αγαπημένε μου ανιψιέ”, στράφηκε ο βασιλιάς Αρθούρος στον σερ-Γκαουεϊν, “για την αγάπη μου, δοκίμασε εσυ να το τραβήξεις”.
“Κύριε, μεγάλη η χάρη σου, αλλά δεν τολμώ”.
“Εγώ σου δίνω εντολή να δοκιμάσεις”, επέμεινε ο Αρθούρος.
“Αν είναι έτσι, θα υπακούσω”.
Ο σερ-Γκάουεϊν άδραξε το σπαθί με τα δυό του χέρια, αλλά δε μπόρεσε μήτε να το κουνήσει.
“Σ' ευχαριστώ”, του είπε ο βασιλιάς.
“Κύριέ μου σερ-Γκάουεϊν”, παρενέβη ο σερ-Λάνσελοτ, “να ξέρεις ότι θα δεχτείς οδυνηρή πληγή από το σπαθί. Θα προτιμούσες να είχες χάσει το καλύτερο κάστρο του βασιλείου παρά ν' ακουμπήσεις το χέρι σου επανω του”.
“Δε μπορούσα ν' αρνηθώ την εντολή του βασιλιά μου, και να παρακούσω έτσι την εντολή του”, απάντησε ο σερ-Γκάουεϊν.
Ακούγοντας ο Αρθούρος τα λόγια του σερ-Λάνσελοτ, μετάνιωσε, και στρεφόμενος στον σερ-Πέρσιβαλ τον παρακάλεσε να δοκιμάσει και αυτός.
“Μετά χαράς”, αποκρίθηκε εκείνος, “για να κάνω παρέα και στον σερ-Γκάουεϊν”.
Έπιασε το ξίφος απ' τη λαβή και το τράβηξε με δύναμη, αλλά δε μπόρεσε να το κουνήσει. Κανείς απ τους άλλους ιππότες δεν τόλμησε ν' απλώσει το χέρι του.
“Τώρα μπορούμε να γευματίσουμε”, είπε ο σερ-Κέι στον βασιλιά, “γιατί γίναμε μάρτυρες ενός πραγματικά θαυμαστού γεγονότος”.
Επέστρεψαν στ' ανάκτορα κι ο καθένας πήρε την καθορισμένη θέση του, ενώ νεαροί ιππότες τους σέρβιραν και τους υπηρετούσαν.
Όταν τέλειωσε το σερβίρισμα και οι θέσεις όλες είχαν συμπληρωθεί, εκτός από την Επικίνδυνη Θέση, οι πόρτες και τα παραθυρόφυλλα σ' όλο το παλάτι έκλεισαν ξαφνικά από μόνα τους. Ωστόσο η μεγάλη αίθουσα της τράπεζας δε σκοτείνιασε, αλλά ένα γλυκό φως απλώθηκε παντού. Σαστισμένοι κι έχοντάς τα χαμένα, οι ιππότες κοίταζαν ο ένας τον άλλο.
Πρώτος πήρε το λόγο ο βασιλιάς Αρθούρος λέγοντας:
“Αγαπητοί σύντροφοι και φίλοι, σήμερα, με τη χάρη του Κυρίου, γίναμε μάρτυρες θαυμάτων. Θαρρώ πως τη νύχτα θα ζήσουμε γεγονότα ακόμη σπουδαιότερα”.
Εκείνη τη στιγμή μπήκε στην αίθουσα ένας σεβάσμιος γέροντας ντυμένος με λευκό ποδήρη χιτώνα. Κανένας από τους ιππότες δεν ήξερε ποιός ήταν και πουθ' ερχόταν. Τον ακολουθούσε ένας νεαρός ιππότης με κόκκινη πανοπλία, χωρίς ασπίδα και ξίφος, παρά μόνο με μια άδεια θήκη κρεμασμένη στο πλευρό του.
“Ειρήνη υμίν, ευγενικοί ιππότες”, είπε ο γέροντας. Κατόπιν, απευθυνόμενος στον βασιλιά Αρθούρο, συνέχισε: “Κύριε, σου φέρνω αυτό τον ιππότη που προέρχεται από βασιλικό αίμα και κατάγεται από το γένος του Ιωσήφ του εξ Αριμαθαίας. Ήγγικεν η ώρα οι προφητείες να λάβουν χώρα και εις το δικό σου μα και εις τα ξένα βασίλεια”.

Πως ο Σερ-Γκάλαχαντ κάθισε στην Επικίνδυνη Θέση.
Ο Αρθούρος καταχάρηκε με τα λόγια του γέροντα και του είπε:
Σας καλωσορίζω με μεγάλη χαρά, κι εσένα και τον νεαρό ιππότη”.
Ο γέροντας υπέδειξε στον νέο να βγάλει την πανοπλία του και ν' απομείνει μοναχά με μια φορεσιά από πορφυρό μετάξι και μ' έναν μανδύα ριγμένο στους ώμους, στολισμένο με άσπρη σαμουρόγουνα.
Ακολούθησέ με, ιππότη”, του είπε ο γέροντας.
Τον οδήγησε στην Επικίνδυνη Θέση που βρισκόταν ανάμεσα στον σερ-Λάνσελοτ και στον σερ-Πέρσιβαλ, κι ανασηκώνοντας το μεταξωτό ύφασμα με το οποίο είχαν σκεπάσει την καρέκλα διάβασαν τούτη τη φράση:
Η ΘΕΣΗ ΑΥΤΗ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΟΝ ΠΡΙΓΚΙΠΑ ΓΚΑΛΑΧΑΝΤ
Όπως βλέπεις, κύριε, η θέση είναι δική σου”, είπε ο γέροντας.
Ο σερ-Γκάλαχαντ κάθισε στην καρέκλα χωρίς δισταγμό, και γυρίζοντας στο γέρο του είπε:
Μπορείς να πηγαίνεις τώρα. Εξετέλεσες την απόστολή που είχες αναλάβει. Πες στον παππού μου, τον βασιλιά Πέλες, πως θα πάω να τον δω το γρηγορότερο δυνατό”.
Ο γέροντας αποχώρησε. Στο προαύλιο τον περίμεναν είκοσι ιππότες, που καβάλησαν τα άλογά τους και τον ακολούθησαν.
Όλοι οι ιππότες είχαν μείνει κατάπληκτοι που ο σερ-Γκάλαχαντ, ιππότης νέος και άπειρος, είχε τολμήσει να καθίσει στην Επικίνδυνη Θέση. Κανένας δεν ήξερε από που ερχόταν, μα όλοι πίστευαν πως δε μπορεί παρά να είναι σταλμένος απ' το Θεό. “Είναι κείνος που θα κερδίσει το Γκράαλ”, έλεγαν. “Κανείς άλλος δε θα καθόταν εκεί χωρίς ν' αποφύγει την καταστροφή του”.
Ο σερ-Λάνσελοτ κοίταξε το γιο του και πλημμύρισε από ευφροσύνη.
Μα την πίστη μου”, είπε ο σερ-Μπορς, “ο ιππότης αυτός θα φτάσει πολύ ψηλά!”
Εν τω μεταξύ είχε σηκωθεί μεγάλος θόρυβος στην Αυλή, και τα νέα έφτασαν και στη Γκουίνεβιαρ. Απορούσε και θαύμαζε ποιος ιππότης είχε τολμήσει να καταλάβει την Επικίνδυνη Θέση. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που της έλεγαν ότι έμοιαζε εξαιρετικά με τον σερ-Λάνσελοτ.
Τότε μπορώ, χωρίς να πέφτω έξω, να πω ότι είναι ο γιος που του γέννησε η κόρη του βασιλιά Πέλες όταν κοιμήθηκε μαζί της με μάγια, και το όνομά του είναι Γκάλαχαντ”, είπε η βασίλισσα. “Θα ήθελα πολύ να τον δω. Ασφαλώς πρέπει να είναι ιδιαίτερα ευγενικός και πολύ γενναίος, αν κρίνω απ' τον πατέρα του”.
Αφού τέλειωσαν το φαγητό και όλοι είχαν σηκωθεί από τις θέσεις τους, ο βασιλιάς Αρθούρος πήγε στην Επικίνδυνη Θέση, και δείχνοντας το όνομα του Γκάλαχαντ που ήταν γραμμένο στην καρέκλα είπε στον σερ-Γκάουεϊν:
Αγαπητέ μου ανιψιέ, τώρα έχουμε ανάμεσά μας τον σερ-Γκάλαχαντ, τον ευγενικό ιππότη που θα μας τιμήσει όλους. Είμαι βέβαιος ότι θα κερδίσει το Γκράαλ, όπως μας έδωσε να καταλάβουμε και ο σερ-Λάνσελοτ”.
Κατόπιν, απευθυνόμενος στον Γκάλαχαντ, του είπε:
Ιππότη, καλωσόρισες στην Αυλή μου. Δεν έχω αμφιβολία πως θα φέρεις εις πέρας την αποστολή που κανένας άλλος ιππότης στον κόσμο δε θα μπορούσε επιτυχώς να ολοκληρώσει”.
Ο βασιλιάς τον πήρε από το χέρι και κατέβηκαν στο ποτάμι για να του δείξει το θαύμα της πέτρας, και όλοι οι ιππότες τους ακολούθησαν.

Πως ο Σερ-Γκάλαχαντ τράβηξε το Σπαθί από την Πέτρα που επέπλεε.
Τους ιππότες ακολούθησε και η βασίλισσα Γκουίνεβιαρ, συνοδευόμενη από πολλές κυρίες και δεσποινίδες.
Κύριε”, είπε ο βασιλιάς στον σερ-Γκάλαχαντ δείχνοντας την πέτρα, “αυτό είναι από τα μεγαλύτερα θαύματα που έχω δει. Άξιοι ιππότες δοκίμασαν να τραβήξουν το ξίφος και δεν τα κατάφεραν”.
Βασιλιά μου, μη σου φαίνεται παράξενο”, αποκρίθηκε ο Γκάλαχαντ. “Το ανδραγάθημα ανήκει σε μένα και σε κανέναν άλλο. Δε βλέπεις που δεν έχω σπαθί; Να η θήκη του, κρέμεται στο πλευρό μου”.
Ευθύς ο σερ-Γκάλαχαντ άπλωσε το χέρι του, τράβηξε μ' ευκολία το ξίφος και το έβαλε στο θηκάρι του λέγοντας:
Είδατε πόσο ταίριαξε στη θήκη του;”
Είθε ο Θεός να σου στείλει και μιαν ασπίδα!” πρόσθεσε ο βασιλιάς.
Για την ώρα έχω το σπαθί που κάποτε ανήκε στον ξακουστό ιππότη Μπαλίν λε-Σάβιτζ. Μ' αυτό το σπαθί σκότωσε τον αδερφό του Μπάλαν χωρίς να το ξέρει, και ήταν κρίμα, γιατί και οι δυό τους ήταν ιππότες άξιοι. Σκότωσε δε ο ένας τον άλλο εξαιτίας του Οδυνηρού Πλήγματος που είχε καταφέρει ο Μπάλιν στον βασιλιά Πέλαμ”.
Τη στιγμή εκείνη είδαν να έρχεται προς το μέρος τους, καβάλα σε κάτασπρη φοράδα, μια δεσποινίδα. Χαιρέτησε τον βασιλιά και τη βασίλισσα και ρώτησε ποιος ήταν ο σερ-Λάνσελοτ ντι-Λέικ.
Εγώ είμαι ευγενική μου δεσποινίς”, απάντησε κείνος.
Δακρυσμένη τότε η νέα του είπε:
Πόσο άλλαξε από σημερα η γεμάτη ανδραγαθήματα ζωή σου!”
Γιατί το λες αυτό, δεσποσύνη;”
Διότι μέχρι σήμερα ήσουν ο πρώτος ιππότης του κόσμου, όμως όποιος πει από σήμερα κάτι τέτοιο θα λέει ψέμματα. Τώρα υπάρχει κάποιος ανώτερος από σένα, και αποδειχτηκε με το ανδραγάθημα του σπαθιού, που δεν τόλμησες εσύ ν' απλώσεις χέρι επάνω του. Στο εξής θα πρέπει ν' αλλάξεις γνώμη και να πάψεις να πιστεύεις πως είσαι ο σπουδαιότερος και πιο άξιος ιππότης του κόσμου”.
Όσο γι' αυτό”, απάντησε ο σερ-Λάνσελοτ, “πάντα ήξερα πως δεν ήμουν ο καλύτερος ιππότης του κόσμου”.
Αυτό ήσουν και θα εξακολουθείς να είσαι για τους αμαρτωλούς ανθρώπους του κόσμου τούτου”, ανταπάντησε η νέα. Ύστερα στράφηκε στον βασιλιά Αρθούρο λέγοντας: “Βασιλιά μου, ο Νασιέν, ο ερημίτης, σου στέλνει μήνυμα πως σήμερα θα σου γίνει η μεγαλύτερη τιμή που έγινε ποτέ σε βασιλιά της Βρετανίας. Θα παρουσιαστεί στο παλάτι σου το Άγιο Δισκοπότηρο, και θα θρέψει εσένα και την αδελφότητα της Στρογγυλής Τραπέζης”.
Μ' αυτά τα λόγια η νέα έκανε μεταβολή κι έφυγε προς τα κει απ' όπου είχε έρθει.

THOMAS MALORY (1410 - 1471)
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΡΘΟΥΡΟΥ
Β' ΤΟΜΟΣ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΟΣΜΑΤΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ GUTENBERG ORBIS LITER AE / EDITIO MINOR

Δεν υπάρχουν σχόλια: