Χθες επιστέφτηκα
των βαθέων μου,
τον κράζοντα
εν Γη ερήμω.
Τον κύτταξα σιωπηλά,
λιγόχρονα,
απ' το λιγόφωτο καγκελωτο
του καλοφύλαχτου μικροπαράθυρου
των οριζόντων του.
Τον είδα σα σκιά,
που δε διδάχτηκε τον ήλιο,
και σα φωνή,
που άρθρωση δεν εμαθε.
Τον είδα δίχως άλογα
ταχύποδα στη σκέψη του,
μ' ενα κουρέλι από ζωή
να ολοπλανιέται, άβουλο,
ανάμεσα στα χέρια του
και στους — ολόϊδιο χρώμα —
δεσμοφύλακες τοίχους.
Τον είδα δίχως λύπηση.
με σπάραγμα παληό
και πεθαμένο,
και δίχως γνώση, όμως
ήξερα αλάθητα
πώς ήταν των βαθέων μου
ο κολασμένος,
που επισκέφτηκα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου