Διαμάντι κόβει
τη σιγαλιά την άκρα
το πρώτο αηδόνι
Ακρόπολη
Πέτρινη κόρη
σου χτύπησε καλέμι
το χαμόγελο
Απ' τα δυο τρένα
στο σταθμό ποιο κουνιέται;
Εμείς, για το άλλο;
Φίδι του χάρου
βγαίνεις από δερμάτι
και σ' άλλο μπαίνεις
Στη νύχτα
τ' άρμπουρα με τ' αστέρια
παίζαν τραμπάλα
Στον ουρανό σου
μια μπαταριά σε βρήκε
πρασινολαίμη
Λόγια γραμμένα
πάνω σε μιας δεκάρας
ημεροδείχτες
Αλφα της Αρκτου
πέντε φορές επάνω
η Τραμουντάνα
Μέρα, στ' αυλάκι
της δωρικιάς κολώνας
που ταξιδεύεις;
Ασημωμένο
στα πελαγίσια βάθη
θα ζευγαρώσει
ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΧΑΪΚΟΥ "τα φύλλα στο δέντρο ξανά"
Γενική Επιμέλεια: Ζωή Σαβίνα
εκδόσεις 5+6
.
Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica
Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2010
Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ – ΕΛΙΦΑΣ ΛΕΥΙ
Ας επανέλθωμεν τώρα εις τον τρομερόν αριθμόν 15, ο οποίος εις το Ταρώ παριστά, ως κλείδα, εν τέρας όρθιον επί τινος βωμού, φέρον μίτρακ ια κέρατα, λαγόνας γυναικός και γεννητικά μόρια ανδρός, μίαν χίμαιραν, μιαν δύσμορφον σφίγγα, μιαν σύνθεσιν τερατόμορφον. Κάτωθεν της εικόνος αναγιγνώσκεται η επιγραφή: Ο Δαίμων.
Μάλιστα, εισερχόμεθα εις την εξέτασιν του φαντάσματος όλων των φόβων, του δράκονταος πασών των θεογονιών, του Αρειμάν των Περσών, του τυφώνος των Αιγυπτίων, του Πύθωνος των Ελλήνων, του αρχαίου όφεως των εβραίων, του μεγάλου θηρίου του Μεσαίωνος, έτι πλέον του Μπαφομέ των Ναϊτών, του πωγωνοφόρου ειδώλου των αλχημιστών, του ασελγούς Θεού του Μένδητος, του τράγου των σαββατιασμών.
Επι κεφαλής του παρόντος Τυπικού εδώσαμεν την ακριβή εικόνα του φοβερού τούτου κυριάρχου της νυκτός, με όλους τους χαρακτήρας.
Και τώρα ας είπωμεν, δια την εποικοδόμησιν του κόσμου, δια την ικανοποίησιν του κ. DE MIRVILLE, δια την διακιολόγησιν του δαιμονολόγου BODIN και δια την δόξαν της Εκκλησίας, η οποία εβασάνισε τους Ναϊτας, έκαυσε ζώντας του μάγους, ανεθεμάτισε τους Ελευθεροτέκτονας κ.τ.λ., κ.τ.λ., ας είπωμεν θαρραλέως και υψηλοφώνως ότι όλοι οι μεμυημένοι και οι κάτοχοι του Μεγάλου Απορρήτου, ελάτρευσαν, λατρεύουν και θα λατρεύουν πάντοτε εκείνο το οποίον συμβολίζεται δια της φοβεράς ταύτης συνθέσεως.
Μάλιστα, συμφώνως προς την βαθείαν ημών πεποίθησιν, οι πραγματικοί διδάσκαλοι του Ναϊτικού Τάγματος ελάτρευον τον Μπαφομέ και εδίδασκον τους νεομυήτους των να τον λατρεύουν, μάλιστα υπήρξαν και δύνανται εισέτι να υπάρχουν συγκεντρώσεις προεδρευόμεναι υπό της μορφής ταύτης, καθημένης επί θρόνου και φερούσης την πύρινην δάδα μεταξύ των κεράτων, με μόνην την διαφοράν ότι οι λάτρεις του εμβλήματος τούτου δεν εσκέπτοντο, όπως άλλωστε και ημείς, ότι δι' αυτού παρίστατο ο Διάβολος, αλλ' ο Θεός Παν, ο Θεός των θεουργών της Σχολής της Αλεξανδρείας και των νεοπλατωνικών μυστικιστών των ημερών μας, ο Θεός του Λαμαρτίνου και του Βίκτωρος Κουζέν (COUSIN), ο Θεός του Σπινόζα και του Πλάτωνος, ο Θεός των πρωταρχικών γνωστικών σχολών, ο Χριστός ακόμη της σχισματικής ιερωσύνης, η τελευταία αύτη μάλιστα προσωποποίησις του τράγου της μαύρης μαγείας, δεν θα εκπλήξη εκείνους οι οποίοι εμελέτησαν τα αρχαιολογικά θρησκευτικά ευρήματα και παρηκολούθησαν την εξέλιξιν και τας μεταμοργωτικάς φάσεις του συμβολισμου και του δόγματος είτε εν Ινδίαις, είτε εν Αιγύπτω, είτε εν Ιουδαία.
Ο ταύρος, ο κύων και ο τράγος, είναι τα τρία συμβολικά ζώα της ερμητικής μαγείας, εις την οποίαν συυγκεντρούνται άπασαι αι παραδόσεις της Αιγύπτου και των Ινδιάνων. Ο ταύρος παριστά την γην ή το άλας των φιλοσόφων, ο κύων είναι ο Ερμάνουβις, ο υδράργυρος των σοφών, το ευστόν, ο αήρ και το ύδωρ, ο τράγος συμβολίζει το πυρ και εικονίζει ταυτοχρόνως την γονιμότητα και την γένεσιν.
Εν τη Ιουδαία, καθιέρωναν δύο τράγους, τον έναν αγνόν και τον έτερον ακάθαρτον. Ο αγνός εθυσιάζετο προς εξαγοράν των αμαρτημάτων, ενώ ο έτερος φορτιζόμενος δια των ιδίων αμαρτημάτων, αφήνετο ελεύθερος εις την έρημον. Πράγμα παράδοξον, αλλά μεστόν συμβολισμού, η εξαγορά των αμαρτιών δια της αφοσιώσεως και η έκτισις αυτών δια της ελευθερίας! Οθεν, πάντες οι Πατέρες, οι ασχοληθέντες με τον Ιουδαϊκόν συμβολισμόν, διέγνωσαν εν τω θυσιαζομένω τράγω την εικόνα εκείνου όστις ανέλαβε εξ ολοκλήρου το βάρος της αμαρτίας. Αρα οι γνωστικοί, δεν ήσαν άμοιροι των συμβολικών παραδόσεων, όταν απέδιδον εις τον ελευθερωτήν Χριστόν την μυστικήν μορφήν του τράγου. Ολόκληρος πράγματι η Καββάλα και η Μαγεία διαμοιράζονται εν τη λατρεία του θυσιασθέντος τράγου και αποδιοπομπαίου τράγου.
Ο Τράγος φέρει επί του μετώπου το σημείον του πενταγράμμου, με την μιαν ακτίναν προς τα άνω, πράγμα το οποίον αρκεί δια να μας κάμη να αντιληφθώμεν, ότι πρόκειται περί φωτεινού εμβλήματος. Δια των χειρών του εκτελεί την ιερατικήν χειρονομίαν και δεικνύει προς τα άνω την λευκήν σελήνην της Σεφιρά Χαϊζέδ και προς τα κάτω την μαύρην σελήνην της Γκεμπουρά. Τοσημείον τούτο δηλοί την πλήρη αρμονία μεταξύ της ευσπλαχνόας και της δικαιοσύνης. Ο εις των βραχιόνων είναι θήλεος γένους, ο έτερος άρρενος, όπως εν τω ανδρογύνω του KUHNRATH, του οποίου προσεπαθήσαμεν να συγκεντρώσωμεν τα κυριώτερα χαρακτηριστικά εν τω εμβλήματι ημών. Διότι πρόκειται περί ενός και του αυτού συμβόλου. Η δας της γνώσεως ήτις λάμπει μεταξύ των δύο κεράτων, είναι το μαγικόν φως της παγκοσμίου ιστορροπίας, είναι επίσης η εικών της ψυχής εξυψωθείσης υπεράνω της ύλης, αν και συγκρατουμένης υπ' αυτής, όπως η φλόγα εφάπτεται της δαδός. Η αποτρόπαιος μορφή του ζώου εκφράζει την απέχθειαν προς το αμάρτημα, δια το οποίον ο υλικός παράγων είναι ο μόνος υπεύθυνος, εκείνος δε και μόνον πρέπει να τιμωρήται, διότι το πνεύμα είναι εκ φύσεως απαθές και υποφέρει μόνον διατης υλικοποιήσεως αυτού. Το κηρύκειον το οποίον εκτελεί χρέη γεννητικού οργάνου εν τη εικόνι, παριστά την αιώνιον ζωήν, η, με λέπια, κεκαλυμμένη κοιλία του ζώου συμβολίζει το ύδωρ, το σύμβολον της γονιμότητος, ο κύκλος όστις υπέρκειται, εικονίζει την ατμόσφαιραν, τα πτερά τα οποία έπονται, παριστούν την πτητικήν ουσίαν, είτα η ανθρωπότης συμβολίζεται δια των δύο μαστών και των ανδρογύνων βραχιόνων της σφιγγός ταύτης των αποκρύφων επιστημών.
Ιδού τα σκότη του τελεστηρίου της αβύσσου διαλυθέντα, ιδού η τρομοκρατήσασα τον Μεσαίωνα σφιγξ ερμηνευθείσα και καταρριφθείσα από του θρόνου της: QUO MODO CECIDISTI, LUCIFER; ο ΤΡΟΜΕΡΟΣ Μπαφομέ δεν υφίσταται πλέον, όμως όλα τα τερατοειδή είδωλα, αινιγματα της αρχαίας επιστήμης, ειμή υπό την μορφήν αθώου και ευσεβούς ιερογλύφου. Ας το είπομεν προς τιμήν της ανθρωπότητος, ότι ουδέποτε ελάτρευσε τράγους και κύνας, ουδέ περιστεράς κα αμνούς. Οσον δε από ιερογλυφικής απόψεως, διατί όχι ένας τράγος από μιαν περιστεράν; Επί των ιερών λίθων των γνωστικών Χριστιανών του Βασιλείδου, διακρίνομεν αναπαραστάσεις του Χριστού υπό τας διαφόρους μορφάς των ζώων της Καββάλας: πότε παρίσταται εις ταύρος, πότε εις λέων, πότε εις όφις με κεφαλή λέοντος ή ταύρου, πανταχού φέρει συγχόνως τα εμβλήματα του φωτός, όπως ο ημέτερος τράγος, του οποίου ο πεντάκτινος είναι αρκετός δια να μας απαγορεύση να εκλάβωμεν αυτόν ως μίαν των μυθικών εικόνων του Σατάν.
Ας το διαλαλήσωμεν υψηλοφώνως, δια να διαλύσωμεν τα κατάλοιπα του Μανιχαιϊσμού, τα οποία διασώζονται μέχρι των ημερών μας παρά τοις χριστιανοίς. Ο Διάβολος ως ανωτέρα προσωπικότης και ως Δύναμις δεν υπάρχει. Ο Διάβολος ειναι η προσωποποίησις όλων των πλανών, όλων των διαφθορών και συνεπώς όλων των αδυναμιών. Εάν ο Θεός δύναται να ορισθή ως ο κατ' ανάγκην υπάρχων, ο αντίπους αυτού θα ηδύνατο να ορισθή ως ο αναγκαίως μη υπάρχων. Η απόλυτος βεβαίωσις του αγαθού, προϋποθέτει την απόλυτον άρνησιν του κακού, ως εκ τούτου και εν τω μέσω του φωτός η σκιά καθίσταται φωτεινή. Δεν υπάρχουν σκιαί χωρίς υποσκιάσματα, ούτε νυκτες χωρίς σελήνην, αστέρες και φωταυγείας. Εάν ήτο δυνατόν ο Αδης να ήτο τόπος του δικαίου, θα ήτο τότε Παράδεισος. Ουδείς ποτέ εβλασφημησε τον Θεόν. Αι ειρωνείαι και αι συκοφαντίαι αίτινες διετυπώθησαν κατ' αυτού ή μάλλον κατά των παραμορφωμένων εικασμάτων αυτού, ουδέποτε έφθασαν μέχρις Εκείνου.
................................................................................................................................................................
Το μαγικόν ανδρόγυνον φέρει γεγραμμένον επί του δεξιού βραχίονος την λέξη SOLVE και επί του αριστερού COAGULA, όπερ αντιστοιχεί προς την συμβολικήν εικόνα των εργατών του δευτέρου ναού, οι οποίοι εκράτουν εργαζόμενοι δια της μιας χειρός το ξίφος και δια της ετέρας το μυστρίον. Καθ' ον χρόνον οικοδομούμεν, δέον να υπερασπιζώμεθα το οικοδόμημα ημών διασπείροντες τους εχθρούς. Και η Φύσις ουδέν άλλο πράττει, όταν καταστρέφη, ενώ συγχρόνως αναγεννά και ζωογονεί. Οθεν, συμφόνως πτος την αλληγορίαν των έργων του DUCHENTAU, ο άνθρωπος δηλ. ο μυημένος, είναι το σύμβολον της φύσεως, ήτις τον κρατά δια της αλύσσου και τον αναγκάζει να ενεργή αδιακόπως κατ' απομίμησιν των μεθόδων και των έργων της θείας του διδασκαλίσσης και του αφθάρτου αυτής υποδείγματος.
................................................................................................................................................................
Ο Μπαφομέ (BAPHOMET) των Ναϊτών, του οποίου το όνομα δέον να αναγιγνώσκεται καββαλιστικώς και να συλλαβίζεται κατ' αντίθετον φοράν, συνίσταται εκ τριών συντμήσεων:
TEMP OHP AB, TEMPLI OMNIUM HOMINOUM PACIS ABBAS, ήτοι ο Πατήρ του Ναού, πάγκοινος ειρήνη των ανθρώπων, ο Μπαφομέ, κατά τους μεν, ήτο μια τερατώδης κεφαλή, κατ' άλλους, εις δαίμων τραγοκέφαλος. Γεγλυμένον κιβώτιον ανεκαλύφθη τελευταία εις τα ερείπια αρχαίας τινός ταξιαρχίας του Ναού, οι δε αρχαιοπώλαι εξέθεσαν μιαν εικόνα του Μπαφομέ, ανάλογον κατά τα χαρακτηριστικά, προς τον ημέτερον μενδήσιον τράγον και προς το ανδρόγυνον του KUHNRATH. Η εικών αύτη φέρει γενειοπώγωνα, με σώμα εξ ολοκλήρου γυναικείον, δια της μιας χειρός καρατεί τον ήλιον δια της ετέρας την σελήνην, ηνωμένους δι' αλύσσου. Η αρρενόμορφος εκείνη κεφαλή, συμβολίζει ωραίαν τινα αλληγορίαν, καθ' ην ο νους μόνος είναι η δημιουργική αρχή. Η κεφαλή εδώ παριστά το πνεύμα, το δε γυναικείον σώμα την ύλην, οι δε δι' αλύσσου συνδεδεμένοι αστέρες, οι διευθυνόμενοι υπό του νου – κεφαλής, εικονίζουν επίσης χαρακτηριστικόν συμβολισμόν. Το έμβλημα τούτο εν τω συνόλω του, δεν άργησε να κριθή ως ασελγές και διαβολικόν υπό των σοφών οι οποίοι το εξήτασαν. Επειτα εκπληττόμεθα διατί μερικοί εξακολουθούν να αποδίδουν εις την σημερινήν ανθρωπότητα πάσας τα δεισιδαιμονίας του Μεσαίωνος. Ημείς μόνο αυτό διερωτώμεθα, διατί δεν αρχίζουν εκ νέου να καίουν ζώντας του συλλαμβανομένους να ασχολούνται με την μαγείαν.
ΤΥΠΙΚΟΝ ΤΗΣ ΥΨΗΛΗΣ ΜΑΓΕΙΑΣ
ELIPHAS LEVI (Alph.Luis Constant)
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΣΦΙΓΓΟΣ
ΠΕΤΡΟΣ ΓΡΑΒΙΓΓΕΡ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΜΕΛΗ
Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2010
Ο ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΑΘΩΟΣ – ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΛΑΣ
Αύριο δεν θ' απομείνει τίποτα πια
Το δέρμα των χεριών θα ξαναγίνει κονιορτός
Την άνοιξη δε θα υπάρχουν πλέον αστέρια
Ρητινωμένο αίμα θα κυλάει στις φλέβες μας
Θ' ανοίγει κανείς τη γη όπως αυτές τι πόρτες που δε θα ξανακλείσουμε ποτέ
Ολη η γη αυτή τη χρονιά θα είναι σαν πληγή
Δε θα χρειαζόμαστε πλέον πυξίδες
Δε θα υπάρχει πια μέλλον ούτε τόλμη ούτε αστέρια
Κανένας να περάσει
Κανένα κεφάλι τόσο ψηλό που να πρέπει να σκύψει
Οι χειρονομίες δε θα έχουν νόημα
Ολες οι πλευρές του ζαριού θα 'ναι ίδιες
Η έρημος ίδια με τους πάγους
Ω κόμη νήσος ευτυχισμένη ενός αντικατοπτρισμού!
Δεν έχω πια αινίγματα για κανέναν
Κατέσφαξα τα πάντα
Ο,τι αγαπήθηκε με βία και σωρεύτηκε στη ζωή μου
Το πήρε το ρεύμα κοιμάμαι σε υγρό κρεβάτι
Εναν ύπνο γεμάτο θορύβους
Σε νύχτα ατελείωτη
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΛΑΣ
ΔΕΚΑΕΞΙ ΓΑΛΛΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΣΧΟΛΙΑ:ΣΠΗΛΙΟΣ ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΥΨΙΛΟΝ
Το δέρμα των χεριών θα ξαναγίνει κονιορτός
Την άνοιξη δε θα υπάρχουν πλέον αστέρια
Ρητινωμένο αίμα θα κυλάει στις φλέβες μας
Θ' ανοίγει κανείς τη γη όπως αυτές τι πόρτες που δε θα ξανακλείσουμε ποτέ
Ολη η γη αυτή τη χρονιά θα είναι σαν πληγή
Δε θα χρειαζόμαστε πλέον πυξίδες
Δε θα υπάρχει πια μέλλον ούτε τόλμη ούτε αστέρια
Κανένας να περάσει
Κανένα κεφάλι τόσο ψηλό που να πρέπει να σκύψει
Οι χειρονομίες δε θα έχουν νόημα
Ολες οι πλευρές του ζαριού θα 'ναι ίδιες
Η έρημος ίδια με τους πάγους
Ω κόμη νήσος ευτυχισμένη ενός αντικατοπτρισμού!
Δεν έχω πια αινίγματα για κανέναν
Κατέσφαξα τα πάντα
Ο,τι αγαπήθηκε με βία και σωρεύτηκε στη ζωή μου
Το πήρε το ρεύμα κοιμάμαι σε υγρό κρεβάτι
Εναν ύπνο γεμάτο θορύβους
Σε νύχτα ατελείωτη
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΛΑΣ
ΔΕΚΑΕΞΙ ΓΑΛΛΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΣΧΟΛΙΑ:ΣΠΗΛΙΟΣ ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΥΨΙΛΟΝ
Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2010
Η έννοια του Χάους μέσα από τα οικολογικά δεδομένα των θρησκευτικών καθαρμών – Παύλος Σπ. Κυράγγελος
Πρώτιστα Χάος γένετ' αυτάρ έπειτα Γαί ευρύστερνος
Ησίοδ. Θεογ. 116
Ησίοδος πρώτον... χάος φασί γενέσθαι
Πλάτ. Συμπ. 178Β
Α – Ορισμός – Ετυμολογία
Το απαρέμφατο χείσθαι, συνηρημένος τύπος του ρηματικού τύπου χέεσθαι, σημαίνει να χύνεσαι, να φεύφεις από ένα περιέχοντα χώρο και να μπαίνεις χύμα σ' ένα άλλο χώρο. Η πύλη εξόδου ή στόμα (κοινώς μπουκαπόρτα ή μπούκα) λέγεται χάσμημα ή χάσμα απ' το ρήμα χάσκω, θαμιστικό τύπο του ρήματος χαίνειν.
Ετσι ο Αριστοτέλης (Φυσ. 4,1,7) έδωσε ένα ορισμό για το χάος, γράφοντας “είναι φασί χάος τον τόπον, από του χωρητικόν αυτόν είναι των εν αυτώ γεννομένων”. Η ετυμολογία του χάους απ' τον Αριστοτέλη αναφέρεται στο ρήμα χαδείν = χωρείν. Ωστόσο οι Στωικοί επέμεναν στην ετυμολογία του χάους απ' το ρήμα χείσθαι = χέεσθαι, εφ' όσον κατ' αυτούς το Χάος ήταν το ύδοωρ ή ο αήρ (ένα απ' τα 5 στοιχεία) επειδή αυτός ήταν “κεχυμένος μεταξύ γης και ουρανού”.
Ωστόσο παρατηρώντας τη δυνατότητα να γραφή η λέξη χάος σαν κάος, απ' το ρήμα καίειν, εφ' όσον τα ουρανικά κ,γ,χ εναλλάσσονται κατά τις διάφορες τοπικές διαλέκτους ή περιπτώσεις, κατέληξα στο συμπέρασμα, ότι ο όρος Χάος δηλώνει το στοιχείον του Πυρός και την εξ αυτού δημιουργούμενη νέα τάξη. Ετσι ο Ηράκλειτος, γράφοντας για αρχική καταγωγή των όντων απ' το Πύρ, υποθέτω οτι εννοεί μια αρχική καύση που παρήγαγε το Κάος= Χάος, σα συνέπεια μιας υπερθερμάνσεως κατόπιν τριβής. Ετσι ο κλίβανος τήξεως των μετάλλων, το τζάκι και ο φούρνος για το ψήσιμο του ψωμιού έχουν ένα σχήμα χωνιού, κι αυτή η λέξη (χωνί ή χωνίον) είναι συνηρημένος τύπος μιας χαμένης λέξεως χαόνιον, που προέρχεται από τη λέξη χάος. Ωστόσο η λέξη χάονες στον πληθυντικό) σήμαινε τους κρίθινους άρτους, σε συσχέτιση και με τη λέξη χαυνώνες = “άρτοι ελαίω αναφυραθέντες”.
Ας σημειωθεί πως η λέξη Χάονες σαν εθνικό όνομα δήλωνε τους Ηπειρώτες.
Β – Τοπωνυμικά δεδομένα.
Οι Χάονες ήσαν ένας λαός, που είχαν πατρίδα τη Χαονία. Ξέροντας πως Χαονία λεγόταν η Ηπειρος, φαίνεται καθαρά πως Χάονες είναι οι Ηπειρώτες. Ωστόσο η λέξη ήπειρος είναι ιωνικός τύπος του επικρατήσαντος δωρικού άπειρος, κι εν προκειμένω Ηπειρος σημαίνει Απειρος Γη, δηλ. Απέραντη Χώρα, κατά συνέπειαν υποδηλούται εδώ ένα χαοτικό σχεδιάγραμμα. Πράγματι η Χαονία είναι η μεγάλη ρουφήχτρα (έλκυστης), όπου δια της Αχερουσίας λίμνης (περιοχή της Τύρβης) ο Χάρων οδηγέι τους νεκρούς στον Αδη (χώρο της νέας ή επέκεινα τάξεως)
Το κέντρο της Χαονίας, η περιοχή των Μολοσσών που λεγόταν Δωδώνη, με την εκεί ευρισκόμενη “χαονία φηγό”, φιλοξενούσε το μαντείο, που ιδρύθηκε από τις Πελειάδες = Περιστερές (ίσως μαύρες ιέρειες) της περιοχής του Αμμωνος – Διός στην όαση Σίουα της Αιγύπτου. Η μετονομασία της Μυρτάλης σε Ολυμπιάδα είναι χαρακτηριστική των καυστικών δεδομένων του Χάους. Η μετάβαση του μάντη Σκίρου απ' τη Δωδώνη στην Αθήνα για την υποσ΄τηριξη του πολέμου τους κατά των Ελευσινίων δείχνει το “χάος μέγα” στην περιοχή των ελαιών = φώτων, άρα την καίουσα = φωτίζουσα ιδιότητα του χάους = κάους.
Σημειωτέον ότι η θεά Αθηνά ελέγχει και την μωρία ή ιερά ελαία στην Ακρόπολη και τη χαονία φηγό ή ιερή βαλανιδιά στη Δωδώνη, απ' όπου προμηθεύτηκε τμήμα της για την Αργώ ο Ιάσων.
Γ – Θρησκευτικοί καθαρμοί.
Το χάος, ως κάθαρση του προτέρου ή καθ' ημάς χώρου προκειμένου να προκύψη ο υπέρτερος ή επέκεινα χώρος της τάξεως, περιγράφηκε απ' τους ελληνες με το συμβολισμό της τραγωδίας.
Η κάθαρση του χώρου απ' τον περιρρέοντα (Αχερουσία) ή προσρέοντα (Αχέρων) θόρυβο, γίνεται “δι' ελέους και φόβου” μέσα απ' τα τραγωδιακά δεδομένα, που περιγράφουν τους καθαρμούς από τα σωματικά και κυρίως τα ψυχικά πάθη (σίνη κατα τον Πτολεμαίο = sin η αμαρτία στ' Αγγλικά). Ωστόσο οι καθάρσεις μέσω θυσιών υποδηλώνουν την καυστική = πύρινη φύση του Χάους (πρβλ. Purgatorium = Καθαρτήριον στους Καθολικούς) κι έτσι βλέπουμε στα Ευαγγέλια το γενικό κανόνα της χρήσεως φωτιάς και αλατιού (NaCl), προκειμένου ν' αποκατασταθή η θεία τάξη μέσα απ' τη διαταραχή του υποσυνειδήτου χάους της προσωπικότητος.
Ετσι η ομαδική κάθαρση των αμαρτιών του ανθρωπίνου γένους γίνεται δια του αντιλύτρου, ήτοι του αίματος του Υιού του Θεού, το Πάσχα δηλ. Μέσα στη χρονική περίοδο του ζωδίου του Κριού, που ανήκει στο στοιχείο του Πυρός.
Οι θρησκευτικές καθάρσεις, που έχουν σκοπό την απαλλαγή του προσωπικού ψυχικού δρόμου προς τον Θεό απ' το θόρυβο των αμαρτιών, δηλ. Εσφαλμένων συχνοτήτων, παριστάνονταν απ' τους Αιγυπτίους μ' ένα είδος σκακιού 30 θέσεων, που το ονόμαζαν σενέτ και υποθέτω πως συνδεόταν με τα δεδομένα της ψυχοστασίας στο νεκρικό πάπυρο του Ανι. Ανιχνεύω τη χαοτική υπογραφή στην αρχαιοελληνική υπογράμμιση “δια το κεχιάσθαι εν παντί την πρώτην του Θεού δύναμιν”, που σημειώνεται σαν αριθμός Χ = 600, όπως τον έχω επισημάνει σαν εμβαδόν ορθογωνίου τριγώνου πλευρών 30,40,50.
Οι καθάρσεις γίνονταν κυρίως με τους εξής τρόπους:
1)με την επιβάρυνση (στους Εβραίους) του αποδιοπομπαίου τράγου και την εκδίωξή του στην έρημο, προς τον άγγελο Αζαζήλ.
2)με την εμβάπτιση, γενικώς βάπτιση ή καταιονισμό, που επιβιώνει σοτυς Ελληνες σαν νίψιμο και στους μουσουλμάνους σαν απτέστ
3)με τον περισκιλλακισμό ή περισκυλακισμό δηλ. την περιφορά του καθαριζόμενου γύρω από μια σκίλλα (=αγριοκρεμμύδα) ή σκύλο.
4)Με το πυρ, που κατέκαιε τα προσφερόμενα στο Μολώχ νήπια ή εξαγνίζει και απολυμαίνει το χώρο απορρίψεως των νεκρών στη Γέεννα του Πυρός.
5)Με τη μαστίγωση (εορτή της Ορθίας Αρτέμιδος) ή αυτομασ΄τιγωση (Γάλλοι – Φλατζελάντι).
6)Με την εξομολόγηση, που προφανώς μέσω των δημοσίων και αυθορμήτων ομολογιών γλύτωνε απ' τον κίνδυνο των βασνιστηρίων ως αποδεικτικών μέσων, τεχνική που διηύρυνε ο Κων/νος ο Μέγας και γενίκευσε η Inquisitio (Ιερά Εξέταση των Καθολικών).
Δ – Συμπεράσματα
Σα γενική αντίληψη αταξίας το Χάος θεωρείται απ' τους Στωικούς ότι είναι το στοιχείο του Υδατος, που καθαρίζει τα σώματα: σε μικρή κλίμακα ή βραχείας διαρκείας το ανθρώπινο σώμα με καταιονισμούς ή βαπτισμούς ή λουτρά και σε ευρεία κλίμακα ή μακράς διαρκείας τον πλανητικό οργανισμό και τις λειτουργείες του με τη βροχή, τα ποτίσματα, την εκτροπή ποταμών, τη δημιουργία δεξαμενών και φραγμάτων, τους κατακλυσμούς και τους καταποντισμούς.
Θεωρούμενο υπ' εμού το Χάος ότι είναι το στοιχείο του Πυρός, καθαρίζει το ανθρώπινο σώμα κατασταλτικώς μέν με τον πυρετό, την εφίδρωση και τις καυτηριάσεις, προληπρικώς δε με την ηλιοθεραπεία και την πρόσληψη βιταμίνης D μέσω μουρουνελαίου, το δε πλανητικό σώμα με τις ηφαιστιακές εκρήξεις, τις εποχές, το ημερονύκτιο, τις καύσεις των εισερχομένων μετεωριτών ή κομητών και τη φωτοσύνθεση μέσω της χλωροφύλλης των φυτών.
Στο βαθμό που οι βιομηχανικές εκπομπές και τα λύματα δηλητηριάζουν, δηλ. καθιστούν ανενεργούς τους αμυντικούς μηχανισμούς καθαρισμού του πλανήτη, ανακυκλώνεται ο θόρυβος, που παρεμβάλλεται στη ροή υγείας και εξυγιάνσεως του πλανήτη, με άμεσο και μακροχρονίως μη αναστρέψιμο αποτέλεσμα επί της υγείας των οργανισμών, που εξαρτώνται απ' την ομαλή λειτουργία του πλανητικού οικοσυστήματος.
Η σταθερά Feigenbaum (f=4,669) για το Χάος δείχνει τη μετρήσιμη δυνατότητα των οικολογικών δεδομένων σα λόγο κλάδου προς κλαδίσκο (Ρώμο προς Ρωμύλο) μέσα απ' την παραβολή της αποξηρανθείσης συκής.
Ο θόρυβος εν προκειμένω ειναι ο ρέων άνευ καρποφορίας χρόνος, δηλ. μια ορισμένη περίοδος σε ορισμένο χώρο που παραμένει παραγωγικώς ανενεργή, σηλ. Σε κατάσταση υπολειτουργική ή διολισθαίνουσα (οπισθοχωρούσα) στο μηδενικό σημείο, αλλως εκφραζόμενη σε αρνητικά μεγέθη. Ο καθαρμός της ροής μέσα απ' τον επαναπροσδιορισμό της τύρβης φαίνεται στην ορολογία “αίρει- καθαίρει” για τα κλήματα της αμπέλου και τις έλικες της. (δίνες στο χαοτικό process)
Ε – Ειδικά σχόλια.
“Η ευαίσθητη εξάρτηση απ' τις αρχικές συνθήκες” το κύριο χαρακτηριστικό του Χάους, σήμερα είναι υπό αίρεσιν, και οι οικολογικές ευαισθησίες, υπό διωγμόν.
Η ποινή για την προσβολή της Δήμητρος, τα αμάρτια, γίνονται αντιληπτά σα βαθμιαία ποσοτική και ποιοτική μείωση του ανθρωπίνου σπέρματος προς το μηδενικό σημείο με καθολική εξάπλωση της σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας (Αλτσχάιμερ) πέρα από ένα σχετικό όριο ηλικίας με την επικράτηση του κλωνισμού στο εγγύς μέλλον ως μέτρου έσχάτης ανάγκης. Η υποκατάσταση του Κύκλου του Crebs στο ανθρώπινο σώμα απ' το πλέγμα των βιομηχανικών προϊόντων δίνει τις παραμέτρους των μονίμων αναπηριών της ανθρώπινης μηχανής (λειτουργικότητας), που θα υποδεχθή το τεχνητό αίμα. Η εξαφάνιση των αμφιβίων, που για τους μεγάλους πολιτισμούς των Ινδιάνων και των Αιγυπτίων ήταν το σύμβολο της Ανασ΄τασεως, δίνει το τελευταίο σήμα πριν τον ενταφιασμό της Ανθρωπότητας, που συμπαρασύρει στο χαμό της την πανίδα και χλωρίδα των τελευταίων πνευμόνων της Γής.
Η δραστική μείωση της χλωροφύλλης ανοίγει διάπλατα τις πύλες στην έφοδο του Χλωρού Ιππου.
Ολα για το Χλώριο.
Ποτέ τόσο πολλοί δεν είχαν τίποτα πια να πληρώσουν για τα εγκλήματα τόσο λίγων.
Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2010
Η ΒΑΣΙΚΗ ΑΝΤΙΡΡΗΣΗ - ΛΙΟΥ ΟΥΕΛΣ
Οσοι δε βρίσκουν λόγο για να ζήσουν
πάντοτε εφευρίσκουν κάποιον για να πεθάνουν.
Τότε ζητούν κι εμείς οι υπόλοιποι
να πεθάνουμε για αυτόν.
Εκείνοι, κι ένας εκλεκτός στρατός χιλιάδων,
που καλό δεν κάνουν σε κανένα, μα κάνουν
σε μερικούς κακό μεγάλο,
έχουν συλλέξει όπως πάντα τεράστιες ποσότητες των πάντων.
Στο τέλος, όλη αυτή η μηχανή
πάει να μας σκοτώσει,
γιατί εμείς δε θα πεθάνουμε σαν τους άλλους
για χάρη της.
ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΜΠΙΤ ΠΟΙΗΣΗΣ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ - ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΡΟΕΣ
πάντοτε εφευρίσκουν κάποιον για να πεθάνουν.
Τότε ζητούν κι εμείς οι υπόλοιποι
να πεθάνουμε για αυτόν.
Εκείνοι, κι ένας εκλεκτός στρατός χιλιάδων,
που καλό δεν κάνουν σε κανένα, μα κάνουν
σε μερικούς κακό μεγάλο,
έχουν συλλέξει όπως πάντα τεράστιες ποσότητες των πάντων.
Στο τέλος, όλη αυτή η μηχανή
πάει να μας σκοτώσει,
γιατί εμείς δε θα πεθάνουμε σαν τους άλλους
για χάρη της.
ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΜΠΙΤ ΠΟΙΗΣΗΣ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ - ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΡΟΕΣ
Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2010
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΛΕΜΠΟΦΣΚΙ - ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 26/01/2010
Λεμπόφσκι ζεις, εσύ μας οδηγείς
Δώδεκα χρόνια μετά την πρώτη εμφάνιση του «Μεγάλου Λεμπόφσκι», η θρησκεία του «Dude-ισμού» εξαπλώνεται και απαιτεί από τους αδελφούς Κοέν μια «Δευτέρα Παρουσία» του Dude.
Τουλάχιστον.
Αν δεν έχετε δει την ταινία, αγνοήστε το θέμα. Αν ανήκετε στο υπόλοιπο τμήμα του κινηματογραφικού πληθυσμού, που λάτρεψε το «θεό» των αραχτών με τη ρόμπα, τα σανδάλια, τα μαλλιά και το μούσι, θα εξοργιστείτε που σήμερα, 12 χρόνια μετά την πρώτη προβολή της το 1998, οι αδελφοί Κοέν αρνούνται να μιλήσουν σε συνέντευξή τους γι' αυτόν ή έστω να αποκαλύψουν αν και πότε θα δούμε τη συνέχεια μιας ταινίας που εξελίχθηκε σε... θρησκεία!
Υπερβολές θα πείτε. Αλλά το παναμερικανικό Φεστιβάλ Λεμπόφσκι ξεκίνησε το 2002 και σε λιγότερο από τρία χρόνια είχε 4.000 συνέδρους, που αυτοαποκαλούνται «Achievers». Μαζεύονται -πολλαπλάσιοι πια- κάθε χρόνο σε άλλη πόλη για να αποτίσουν φόρο τιμής στον ήρωά τους ντυμένοι ως χαρακτήρες της ταινίας (ή ακόμα και ως... σκηνικά της και αρκετοί ως κομμένα δαχτυλάκια ποδιών), ανταλλάσσοντας ατάκες του, πίνοντας White Russians και παίζοντας μπόουλινγκ.
Μάλιστα κυκλοφόρησε πέρσι το ντοκιμαντέρ «The Achievers: The Story of the Lebowski Fans» του Εντι Τσαν, με τον Τζεφ Μπρίτζες (που πάει φέτος για Οσκαρ) να μιλάει για το χαρακτήρα που ενσάρκωσε στην ταινία. Το ντοκιμαντέρ περιγράφει πώς μια τυχαία συνάντηση οπαδών του Λεμπόφσκι (ή αλλιώς Dude) σε ένα φεστιβάλ τατουάζ το 2002 οδήγησε στο Φεστιβάλ Λεμπόφσκι και την παγκόσμια εξάπλωση του «Dudeism», ή «Ντουντεϊσμού», με καλτ προβολές της ταινίας από επιστήμονες σε αρκτικούς μετεωρολογικούς σταθμούς μέχρι από στρατιωτικούς σε σιλό πυρηνικών πυραύλων.
Οι πρωτοπόροι του Ντουντεισμού, Γουίλ Ράσελ, Σκοτ Σάφιτ, Μπεν Πέσκο και Μπιλ Γκριν, έγραψαν μάλιστα και το άτυπο ευαγγέλιο του Ντουντεϊσμού με τίτλο «Ι 'm a Lebowski, You 're a Lebowski: Life, The Big Lebowski and What Have You», ενώ ο Ολιβερ Μπέντζαμιν ίδρυσε την «Church of The Later Day Dude» (Εκκλησία των Υστερων Ημερών του Dude), που ισχυρίζεται πως έχει 70.000 πιστούς. Το 2009 κυκλοφόρησε το βιβλίο «The Dude Abides: The Gospel According to The Coen Brothers» (Ο Dude Εμμένει: Το Ευαγγέλιο σύμφωνα με τους Αδελφούς Κοέν) γραμμένο από τη βραβευμένη συγγραφέα και δημοσιογράφο τής «Chicago Sun Times», ειδικευμένη σε θέματα θρησκείας, Καθλίν Φαλσανί, πάνω στις εκφάνσεις του θείου στο έργο των Κοέν. Και τον Δεκέμβριο που μας πέρασε έγινε η δεύτερη έκδοση του εξαντλημένου «The Year's Work in Lebowski Studies», μια συλλογή με μελέτες και δοκίμια για τον Λεμπόφσκι και τη στάση ζωής του που πήρε καλές κριτικές από «Washington Post» και «New York Times».
Κρίμα που οι Κοέν δεν συγκινούνται. Το σίκουελ θα «έδενε» πραγματικά με το φαινόμενο.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΒΑΓΓΕΛΑΤΟΣ
ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΠΑΡΕΙΣΑΚΤΟΥ: ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΑΡΕΣΕΙ ΤΟ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΥΜΠΑΝ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΚΟΕΝ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΔΕΙ ΤΟΝ ΛΕΜΠΟΦΣΚΙ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΔΕΙ ΤΙΠΟΤΑ.
ΤΟ ΣΥΝΙΣΤΩ ΑΝΕΠΙΦΥΛΑΚΤΑ ΕΛΠΙΖΟΝΤΑΣ (ΣΕ ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΣΥΝΤΑΚΤΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ) ΟΤΙ ΔΕΝ ΘΑ ΕΝΔΩΣΟΥΝ ΣΤΟ ΣΙΚΟΥΕΛ.
ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΧΡΟΝΟΣ - ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΒΒΟΥΡΑΣ
Ηρθα. Και σαν όλες τις φορές
που απ' το κατώφλι σου περνώ
σε βρίσκω πιο γερασμένο.
ωστόσο ατάραχο σαν βασιλιά
χωρίς σφετεριστές
να παρακολουθείς καθισμένος στο πεζούλι
το ποτάμι που ποτέ δεν στερεύει
και πίσω δεν γυρίζει. Ηρθα.
Φιλοξενούμενός σου ακάλεστος είμαι
και δεν γυρεύω να βρω θέση στο τραπέζι σου
καθώς φτάνω πάντα τελευταίος
και χωρίς συστάσεις. Αλλωστε όλοι,
όσους συνάντησα, τριγυρνώντας στις στράτες
τελικά
σε μια γωνιά καταλήγουν και πλαγιάζουν
μ' ένα τραγούδι στα χείλη κι έναν στεναγμό
στα στήθη
παρατώντας εκεί το ραβδί τους.
Θα περάσω λοιπόν κι εγώ μια νύχτα μαζί σου
κι αυτό θα 'ναι όλο.
Από το βιβλίο "Τα τραγούδια του κόσμου που αλλάζει"
του Στέφανου Αλκ. Παϊπέτη
ΕΚΔΟΣΕΙΣ περί τεχνών
που απ' το κατώφλι σου περνώ
σε βρίσκω πιο γερασμένο.
ωστόσο ατάραχο σαν βασιλιά
χωρίς σφετεριστές
να παρακολουθείς καθισμένος στο πεζούλι
το ποτάμι που ποτέ δεν στερεύει
και πίσω δεν γυρίζει. Ηρθα.
Φιλοξενούμενός σου ακάλεστος είμαι
και δεν γυρεύω να βρω θέση στο τραπέζι σου
καθώς φτάνω πάντα τελευταίος
και χωρίς συστάσεις. Αλλωστε όλοι,
όσους συνάντησα, τριγυρνώντας στις στράτες
τελικά
σε μια γωνιά καταλήγουν και πλαγιάζουν
μ' ένα τραγούδι στα χείλη κι έναν στεναγμό
στα στήθη
παρατώντας εκεί το ραβδί τους.
Θα περάσω λοιπόν κι εγώ μια νύχτα μαζί σου
κι αυτό θα 'ναι όλο.
Από το βιβλίο "Τα τραγούδια του κόσμου που αλλάζει"
του Στέφανου Αλκ. Παϊπέτη
ΕΚΔΟΣΕΙΣ περί τεχνών
Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2010
ΤΟ ΣΤΡΙΨΙΜΟ ΤΗΣ ΒΙΔΑΣ – HENRY JAMES
Τώρα πια, δεν μπορώ καν να θυμηθώ τι πρόγραμμα είχα καταστρώσει, όταν θα τέλειωναν οι διακοπές και θα έπρεπε να συνεχίσει τις σπουδές του. Ολοι ήμασταν σύμφωνοι πως θα του έδινα εγώ μαθήματα, εκείνο το γοητευτικό καλοκαίρι. Τώρα όμως, νιώθω, πως για κάμποσες εβδομάδες μάλλον εγώ έπαιρνα μαθήματα. Δίδασκα στην αρχή, βέβαια – κάτι που δεν ήταν ανάμεσα στη διδακτέα ύλη της μικρής, ασφυκτικής ζωής μου: έμαθα να διασκεδάζω, ακόμη και να είμαι διασκεδαστική, και να μη σκέφτομαι για την επαύριο. Ηταν η πρώτη φορά, κατά κάποιο τρόπο, που είχα γνωρίσει έκταση, αέρα, ελευθερία, όλη τη μουσική του καλοκαιριού και όλο το μυστήριο της φύσης. Κι έπειτα, με είχαν και σε υπόληψη – και είναι τόσο ευχάριστο να σε έχουν σε υπόληψη. Ω, ήταν μια παγίδα – όχι σκόπιμα, μα ωστόσο βαθιά – για τη φαντασία μου, για την ευαισθησία μου, ίσως για τη ματαιοδοξία μου: για ό,τι και αν ήταν, ήταν πολύ συναρπαστική.
Ο καλύτερος τρόπος για να παραστήσω τη θέση μου, είναι να πω πως ήμουν αμέριμνη. Μου έδιναν τόσο λίγη ενόχληση, ήσαν τόσο εξαιρετικά γλυκά και τα δύο παιδιά. Καθόμουν και στοχαζόμουν – αλλά κι αυτό ακόμη αόριστα και ασυνάρτητα – τι τους επιφύλασσε το τραχύ μέλλον (γιατί πάντα είναι τραχύ το μέλλον!), πως θα τα μεταχειριζόταν κι αν θα τα τραυμάτιζε. Λουλουδίζαν από υγεία και ευτυχία – κι ωστόσο, σαν να κηδεμόνευα δύο μικρούς μεγιστάνες, δύο πριγκιπόπουλα, που για να μην κινδυνεύουν, θα έπρεπε όλα να είναι περιφραγμένα και προφυλαγμένα, φανταζόμουν πως η μόνη μορφή που θα μπορούσε να πάρει το μέλλον γι’ αυτά θα ήτανε μια ρομαντική, μια πραγματικά βασιλική επέκταση του κήπου και του πάρκου. Και φυσικά, πάνω απ’ όλα, να προηγηθεί από τούτη την ξαφνική μεταβολή ένα χρονικό διάστημα γεμάτο από μια γοητεία γαλήνης – εκείνη η σιωπή και ησυχία, που μέσα της κάτι μαζώνεται ή παραμονεύει. Η μεταβολή ήρθε – αλλά σαν πήδημα αγριμιού.
Τις πρώτες εβδομάδες οι μέρες ήταν μακρόσυρτες: συχνά, στα καλύτερά τους, μου χάριζαν αυτό που αποκαλούσα «δική μου ώρα», την ώρα, που αφού έτρωγαν το βραδυνό τους οι μαθητές μου και τους έβαζα να κοιμηθούν, είχα, πριν να πλαγιάσω κι εγώ, λίγη ώρα για να μείνω μονάχη. Οσο κι αν τους αγαπούσα, αυτή η ώρα ήταν η καλύτερη της μέρας μου. Και περισσότερο απ’ όλα μου άρεσε, καθώς το φως της ημέρας αδυνάτιζε – ή μάλλον, θα έλεγα, καθώς η μέρα χασομερούσε, κι αντηχούσαν οι τελευταίες φωνούλες των τελευταίων πουλιών από τα γέρικα δέντρα, μέσα σ’ έναν κόκκινο ουρανό. Οταν μπορούσα να κάνω ένα γύρο στην περιοχή, και να χαρώ, σχεδόν με ένα αίσθημα κυριότητας, που με διασκέδαζε και με γοήτευε, την ομορφιά και την αξιοπρέπεια αυτής της διαμονής. Ηταν μια ευχαρίστηση, εκείνες τις στιγμές, να αισθάνομαι ήρεμη και διακιωμένη – ίσως ακόμη, ασφαλώς να στοχάζομαι πως με τη σύνεσή μου, με την ήρεμη ευθυκρισία μου, και γενικά με τη συμπεριφορά μου, έκανα ευχαρίστηση – αν ποτέ πήγαινε σ’ αυτό ο νους του! – στο πρόσωπο που στην πίεση του είχα ανταποκριθεί. Αυτό που έκανα εδώ, ήταν αυτό που ήλπιζε και που μου είχε ζητήσει – και το ότι μπορούσα να το κάνω, ήταν για μένα μια χαρά μεγαλύτερη απ’ όσο περίμενα. Με δυό λόγια, θεωρούσα πως ήμουν σπουδαία κοπέλλα, και με τόνωσε η πεποίθηση πως αυτό θα γινόταν ευρύτερα γνωστό. Ναι, έπρεπε να είμαι σπουδαία, για να αντιμετωπίσω τα σπουδαία γεγονότα, που δεν άργησαν να φανερώσουν τα πρώτα τους σημάδια.
Εγινε ξαφνικά, ένα δειλινό, καταμεσής της αγαπημένης ώρας μου: είχα βάλει τα παιδιά να πλαγιάσουν και βγήκα για τον περίπατό μου. Μια από τις ιδέες μου – που δεν διστάζω καθόλου να τη γράψω – σ’ αυτούς τους περιπάτους, ήταν πως θα ‘ταν συναρπαστικό, σαν μέσα σε ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα, να ανταμώσω κάποιον ξαφνικά. Κάποιος να εμφανιζόταν μπροστά μου, στη στροφή κάποιου δρομάκου, να σταθεί, να μου χαμογελάσει και να επιδοκιμάσει. Τίποτε περισσότερο δεν ζητούσα – ζητούσα μονάχα να είναι εν γνώσει, και ο μόνος τρόπος για να είμαι βέβαιη πως είναι εν γνώσει, θα ήταν να το δω να καθρεφτίζεται πάνω στο ωραίο του πρόσωπο.
Αυτό ακριβώς είχα στο νου μου – θέλω να πω, το πρόσωπο – όταν, την πρώτη φορά που έλαχε, στο τέλος μιας μακρόσυρτης μέρας του Ιουνίου, σταμάτησα απότομα καθώς βγήκα από ένα σύδεντρο και αντίκρισα το σπίτι. Αυτό που με σταμάτησε επί τόπου – και με έναν κλονισμό πολύ μεγαλύτερο από ό,τι θα ταίριαζε για οποιαδήποτε οπτασία – ήταν το συναίσθημα πως η φαντασία μου έγινε, αστραπιαία, πραγματικότητα. Στεκόταν εκεί! – αλλά ψηλά, πέρα από το γρασίδι και στην κορφή του πύργου, σ’ αυτόν που με είχε πάει, εκείνο το πρώτο πρωινό η Φλωρούλα. Αυτός ο πύργος ήταν ό ένας από ένα ζευγάρι – τετράγωνα παράταιρα οικοδομήματα με επάλξεις – που τους ξεχώριζαν, για κάποιο λόγο, σε καινούριον και σε παλαιό, αν και δεν έβλεπα καμιά σχεδόν διαφορά μεταξύ τους. Βρίσκονταν σε δύο γωνιές του σπιτιού, και ήσαν πιθανότατα αρχιτεκτονικοί παραλογισμοί, συγχωρητέοι ως ένα βαθμό, επειδή δεν προεξείχαν εντλώς από την κύρια οικοδομή, κι επειδή το ύψος τους δεν ήταν υπερβολικά επιδεικτικό: χρονολογούνταν, με την τουρτοειδή τους αρχαιοπρεπή εμφάνιση, από μια ρομαντική αναβίωση, που είχε κιόλας σεβάσμιο παρελθόν. Τους θαύμαζα, μου άρεσαν, γιατί σε όλους μας κάτι λέγανε, προπάντων όταν θαμποφαίνονταν το σούρουπο – με το μεγαλείο των επάλξεών τους. Ωστόσο, το πρόσωπο που τόσες φορές είχα ποθήσει την εμφάνισή του, δεν φαινόταν να είναι στην κατάλληλη θέση, σε τόσο ύψος.
Αυτή η εμφάνιση, μέσα στο φωτεινό δειλινό, μου προξένησε θυμάμαι, δύο ξεχωριστά ξαφνιάσματα, συγκλονίζοντας με: το ξάφνιασμα από την πρώτη και το ξάφνιασμα από την δεύτερη έκπληξή μου. Η δεύτερη ήταν μια βίαιη αντίληψη του λάθους της πρώτης: ο άνθρωπος που διασταύρωσε τη ματιά μου δεν ήταν το πρόσωπο που είχα βιαστεί να υποθέσω. Ετσι, έχω πάθει μια οπτική σύγχυση, και ύστερα από τόσα χρόνια δεν μπορώ να ελπίζω πως είμαι σε θέση να δώσω μια ζωντανή περιγραφή της. Ενας άγνωστος άντρας σε ένα ερημικό μέρος, είναι επιτρεπτέο αντικείμενο φόβου για μια κοπέλα που ανατράφηκε περιορισμένη: αυτός που αντίκριζα, έμοιαζε τόσο λίγο – όπως με βεβαίωσαν λίγα δευτερόλεπτα ακόμη – με οποιονδήποτε άλλον που γνώριζα όσο και με την εικόνα που είχα βάλει στο νου μου. Δεν τον είχα δει στην οδό Χάρλεϋ – πουθενά δεν τον είχα δει. Ξέχωρα, το μέρος, κατά τον πιο παράξενο τρόπο που υπάρχει στον κόσμο, είχε γίνει την ίδια στιγμή, και από το γεγονός και μόνο της εμφάνισής του, μια ακατοίκητη μοναξιά. Για μένα τουλάχιστον, και το δηλώνω αφού το συζήτησα με τον εαυτό μου όσο ποτέ, ξανάρχισε στο ακέραιο το συναίσθημα εκείνης της στιγμής. Ηταν, όσο το συνειδητοποιούσα – ό,τι κι αν συνειδητοποιούσα – σαν να είχε νεκρωθεί όλο το άλλο περιβάλλον. Ακούω ακόμη τώρα, όσο γράφω, την απόλυτη σιωπή, σ’ αυτή που είχαν καταλαγιάσει όλοι οι θόρυβοι του δειλινού. Οι κουρούνες σταμάτησαν να κρώζουν πάνω στο χρυσαφή ουρανό, και η φιλική μου ώρα, εκείνη τη στιγμή, έχασε όλη τη φωνή της. Αλλά δεν έγινε άλλη αλλαγή στη φύση, εκτός αν ήταν μια αλλαγή που έβλεπα με πιό παράξενη διορατικότητα. Ο ουρανός ήταν ακόμη χρυσαφής, η ατμόσφαιρα καθαρή, κι ο άνθρωπος που με κοίταζε από τις επάλξεις ήταν ξεκάθαρος σαν κορνιζαρισμένη εικόνα. Κι έτσι μπόρεσα να σκεφθώ με καταπληκτική ταχύτητα, κάθε πρόσωπο που θα μπορούσε να ήταν, και που δεν ήταν. Κοιταχτήκαμε, από την απόσταση που μας χώριζε, αρκετήν ώρα, ώστε να αναρωτηθώ έντονα ποιός ήταν, και να νιώσω, σαν αποτέλεσμα της ανικανότητάς μου να βρω ποιός ήταν, μια κατάπληξη που ύστερα από λίγες στιγμές έγινε πιο έντονη.
Το σπουδαίο ζήτημα, ή ένα από τα ζητήματα, σχετικά με ορισμένα συμβάντα, είναι, το ξέρω, πόσο έχουν διαρκέσει. Λοιπόν, αυτό εδώ – και μπορείτε να σκεφθείτε ό,τι θέλετε – κράτησε όσο έβαζα στου νου μου καμιά ντουζίνα δυνατότητες, που καμιά δεν με φώτισε, πως βρισκόταν στο σπιτι – και από τότε, πάνω απ’ όλα; - κάποιος που αγνοούσα την ύπαρξή του. Κράτησε όσο ταράχθηκα λιγάκι στην ιδέα πως η υπηρεσία μου απαιτούσε να μην υπάρχει άγνοια και τέτοιο πρόσωπο. Κράτησε, πάντως. Όσο αυτός ο επισκέπτης – και υπήρχε μια χροιά παράξενης απρέπειας, όπως θυμάμαι, στο τεκμήριο οικειότητας του να μη φορεί καπέλο – φαινόταν να με κοιτάζει, από τη θέση του, μέσα στο φως που άρχιζε να λιγοστεύει, με την ίδια απορία, με την ίδια προσεκτική εξέταση, που μου είχε προκαλέσει η παρουσία του.
Μας χώριζε μεγάλη απόσταση για να φωνάξουμε ο ένας τον άλλον, αλλά ήταν κάποια στιγμή, που σε μικρότερη απόσταση, μια πρόκληση αναμεταξύ μας, σπάζοντας τη σιωπή, θα ήταν η σωστή έκβαση για το αμοιβαίο επίμονο κοίταγμά μας. Στεκόταν σε μια από τις γωνίες του πύργου, την πιο μακρινή από το σπίτι, ολόισιος, όπως μου φάνηκε, και με τα δυό του χέρια πάνω στο πεζούλι. Ετσι τον είδα, όπως βλέπω τώρα τα γράμματα που γράφω σε αυτή τη σελίδα. Επειτα, ακριβώς ύστερα από ένα λεπτό, σαν να συμπληρώνει το θέαμα, άλλαξε θέση, αργοπερνώντας στην αντίθετη γωνιά, κοιτάζοντάς με εντατικά όλο το διάστημα. Ναι, είχα το εντονότατο συναίσθημα, πως σ’ αυτό το διάστημα δεν αποτράβηξε ούτε στιγμή τη ματιά του από πάνω μου, και βλέπω ακόμη τούτη τη στιγμή το χέρι του να περνάει από τη μια έπαλξη στην κατοπινή. Σταμάτησε στην άλλη γωνία, αλλά λιγότερη ώρα, κι ακόμη όταν γύρισε να φύγει εξακολουθούσε να έχει τη ματιά του στυλωμένη πάνω μου. Εφυγε, κι αυτό ήταν όλο.
HENRY JAMES
ΤΟ ΣΤΡΙΨΙΜΟ ΤΗΣ ΒΙΔΑΣ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΟΣΜΑΣ ΠΟΛΙΤΗΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΓΡΑ
Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2010
ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ - ΜΑΡΣΕΛ ΠΡΟΥΣΤ
Ετσι, για καιρό, όταν, ξύπνιος τη νύχτα, ξαναθυμόμουν το Κομπραί, δεν έβλεπα ποτέ άλλο απ' αυτό το είδος της φωτεινής επιφάνειας να ξεχωρίζει μέσ' από αξεδιάλυτα σκοτάδια, σαν αυτά που η αναλαμπή πυροτεχνημάτων ή κάποια ηλεκτρική προβολή τα φωτίζει και τα κομματιάζει σ' ένα κτίριο, ενώ τ' άλλα του τμήματα μένουν πνιγμένα στη νύχτα: στην αρκετά πλατιά βάση ήταν το μικρό σαλόνι, η τραπεζαρία, η αρχή της σκοτεινής αλέας απ' όπου θα 'ρχόταν ο κύριοσ Σουάν, ο ασυναίσθητος αίτιος για τις θλίψεις μου, ο προθάλαμος που περνούσα τραβώντας για το πρώτο σκαλοπάτι της σκάλας, τόσο σκληρή να την ανέβω, που μόνη της αποτελούσε τον πολύ στενό κορμό αυτής της ακανόνιστης πυραμίδας. Και, στην κορφή, η κρεβατοκάμαρά μου με το μικρό διάδρομο, με την τζαμωτή πόρτα για την είσοδο της μαμάς. Με δυό λόγια, αυτό που έβλεπα ήταν, κοιταγμένο πάντα την ίδια ώρα, απομονωμένο απ' ό,τι θα μπορούσε να υπάρχει ολόγυρα, ξεχωρίζοντας μόνο του πάνω στο σκοτάδι, το σκηνικό το αυστηρά απαραίτητο (σαν αυτό που βλέπει κανείς στην αρχή των παλιών θεατρικών έργων για τις παραστάσεις στην επαρχία) για το δράμα του γδυσίματός μου. Λες και το Κομπραί το αποτελούσαν μόνο δύο πατώματα, που τα ένωνε μια στενή σκάλα, λες κι ήταν πάντα εφτά η ώρα το βράδυ. Είν' αλήθεια πως θα μπορούσα ν' απαντήσω σ' όποιον με ρωτούσε πως το Κομπραί περιλάμβανε κι άλλα πολλά και πως υπήρχε και σε άλλες ώρες. Αλλά καθώς ό,τι θα θυμόμουν θα μου το πρόσφερε μόνο η συνειδητή μνήμη, η μνήμη που την καθοδηγεί η νόηση, και καθώς οι πληροφορίες που μας δίνει για το παρελθόν δεν περισώζουν τίποτ' απ' αυτό, δεν θα είχα ποτέ τη διάθεση να σκεφτώ το υπόλοιπο αυτό τμήμα του Κομπραί. Ολο αυτό ήταν στην πραγματικότητα νεκρό για μένα.
Νεκρό για πάντα; Ισως.
Υπάρχει πολύ τυχαίο σ' όλ' αυτά, και ένα δεύτερο τυχαίο, ο θάνατός μας, συχνά δεν μας επιτρέπει να περιμένουμε για καιρό την εύνοια του πρώτου.
Βρίσκω πολύ λογική την κελτική δοξασία πως οι ψυχές αυτών που χάσαμε βρίσκονται δέσμιες σε κάποιο κατώτερο πλάσμα, σ' ένα ζώο, ένα φυτό, ένα πράγμα άψυχο, χαμένες πραγματικά για μας ως τη μέρα – και για πολλούς δεν έρχεται ποτέ – που τυχαίνει να περάσουμε πλάι στο δέντρο, ν' αποκτήσουμε το αντικείμενο που είναι η φυλακή τους. Τότε σκιρτούν, μας καλούν, και μόλις τις αναγνωρίσουμε, τα μάγια λύνονται. Τις λευτερώσαμε, νίκησαν το θάνατο και επιστρέφουν να ζήσουν μαζί μας.
Ετσι συμβαίνει και με το παρελθόν μας. Χαμένος κόπος να γυρεύουμε να το ανακαλέσουμε, όλες οι προσπάθειες της νόησής μας είνα άσκοπες. Είναι κρυμμένο έξω απ' την περιοχή της, δεν το φτάνει, μέσα σε κάποιο υλικό αντικείμενο (στην αίσθηση που θα μας έδινε το υλικό αυτό αντικείμενο) που δεν υποπτευόμαστε. Το αντικείμενο αυτό, από την τύχη εξαρτάται, αν θα το συναντήσουμε πριν πεθάνουμε ή αν δεν θα το συναντήσουμε.
ΜΑΡΣΕΛ ΠΡΟΥΣΤ
ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΧΑΜΕΝΟ ΧΡΟΝΟ
Ι
ΑΠΟ ΤΗ ΜΕΡΙΑ ΤΟΥ ΣΟΥΑΝ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΠΑΥΛΟΣ ΖΑΝΝΑΣ
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΟΥΛΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΤΗΣ ΕΣΤΙΑΣ – i.f.a
ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΕΧΝΗΣ - Άντον Τσέχωφ
ΜΙΣΑΝΟΙΞΕ Η ΠΟΡΤΑ του γραφείου του γιατρού Κοσέλκωφ κι ο Σάσα Σμυρνώφ, μοναχογιός της μαμάς του, παρουσιάστηκε, σφίγγοντας κάτω απ' τη μασχάλη του ένα πακέτο τυλιγμένο μ' εφημερίδα.
- Λοιπόν, αγαπητό μου παιδί, αναφώνησε με θέρμη ο γιατρός. Πώς αισθάνεσθε σήμερα; Τι καλά νέα μας φέρνετε;
Ο Σάσα άρχισε ν' ανοιγοκλείνει τα μάτια, ακούμπησε το χέρι του στην καρδιά και τραύλισε νευρικά:
- Η μαμά μου σας στέλνει χαιρετισμούς και παρακαλεί να σας ευχαριστήσω… Είμαι μοναχογιός της μαμάς μου και μου σώσατε τη ζωή… και οι δυο μας δεν ξέρουμε πώς να σας ευχαριστήσουμε.
- Ελάτε, ελάτε τώρα, νεαρέ μου φίλε. Ας μη μιλάμε γι' αυτό, τον έκοψε ο γιατρός, κυριολεκτικά λιώνοντας από ευχαρίστηση. Έκαμα μόνο ό,τι καθένας στη θέση μου θα 'χε κάνει.
- Είμαι ο μοναχογιός της μαμάς μου… Είμαστε φτωχοί και το αντιλαμβάνεσθε, δεν είμαστε σε θέση να σας πληρώσουμε για τους κόπους σας… και μας στενοχωρεί τόσο πολύ, γιατρέ, μολοντούτο κι οι δυο μας, η μαμά μου κι εγώ, που μ' έχει μοναχογιό, σας παρακαλούμε να δεχθείτε ένα δείγμα της ευγνωμοσύνης μας, ετούτο το πραγματάκι που… είναι αντικείμενο σπάνιας αξίας, ένα υπέροχο αριστούργημα, μια μπρούτζινη αντίκα.
Ο γιατρός έκανε μια γκριμάτσα.
- Γιατί, αγαπητέ μου φίλε, είπε. Είναι ολότελα περιττό. Δε μου χρειάζεται διόλου.
- Ω, όχι, όχι, τραύλισε ο Σάσα. Σας παρακαλώ να το δεχθείτε.
Κι άρχισε να ξετυλίγει το δέμα, συνεχίζοντας, ταυτόχρονα, τα παρακαλετά.
- Αν δεν το δεχθείτε, θα μας προσβάλετε και τη μαμά μου κι εμένα. Πρόκειται για σπανιότατο έργο τέχνης… Μια μπρούτζινη αντίκα. Μας το άφησε ο μπαμπάς μου σαν πέθανε, το τιμούσαμε σαν το πιο αγαπητό του ενθύμιο… Ο μπαμπάς μου αγόραζε μπρούτζινες αντίκες και τις πουλούσε στους εραστές των παλιών συλλογών… Και τώρα η μαμά μου κι εγώ συνεχίζουμε την ίδια εργασία.
Ο Σάσα έλυσε το πακέτο και το ακούμπησε ενθουσιασμένος στο τραπέζι.
Ήτανε ένα χαμηλό καντηλέρι από παλιό μπρούτζο, έργο πραγματικής τέχνης που παρίστανε ένα σύμπλεγμα. Στο βάθρο πατούσανε δυο γυναικεία αγαλματάκια ντυμένα με το κοστούμι της μητέρας μας Εύας και σε στάσεις που δεν έχω ούτε την αυθάδεια ούτε την ιδιοσυγκρασία να περιγράψω. Τα πρόσωπα χαμογελούσανε με κοκεταρία και γενικά σου γεννούσανε την εντύπωση πως αν δεν ήτανε υποχρεωμένες να υποστηρίζουν το καντηλέρι θα ξαπλώνανε κάτω από το βάθρο τους και θα δίνανε μια παράσταση την οποία, …καλέ μου αναγνώστη, ντρέπομαι ακόμα και που την σκέπτομαι.
Όταν ο γιατρός επιθεώρησε το δώρο, έξυσε αργά το κεφάλι του και ξεφύσηξε τη μύτη του.
- Ναι, πράγματι, περίφημη εργασία, μουρμούρισε… Αλλά - πώς να σας το πω - όχι εντελώς… εννοώ… μάλλον τολμηρό κάπως… ούτε τόσο δα φιλολογικό, έτσι δεν είναι… Ξέρετε… ο διάβολος ξέρει…
-Γιατί;
- Ο ίδιος ο Βελζεβούλ δε θα μπορούσε να συλλάβει τίποτε φοβερότερο. Αν έβαζα μια τέτοια φαντασμαγορία πάνω στο γραφείο μου θα μόλυνα όλο το σπίτι μου.
- Μα γιατί, γιατρέ; Τι περίεργες αντιλήψεις που έχετε περί τέχνης, φώναξε ο Σάσα με τόνο προσβεβλημένο. Αυτό είναι πραγματικό αριστούργημα. Κοιτάχτε το μόνο. Τέτοια αρμονική ομορφιά! Μόνο να το βλέπεις σου ξεχειλίζει η έκσταση την ψυχή και σε πνίγουνε στο λαιμό σου λυγμοί. Ξεχνάτε καθετί επίγειο αντικρίζοντας τέτοια ωραιότητα… Μονάχα δέστε το. Τι ζωή, τι κίνηση, τι έκφραση.
- Τα καταλαβαίνω περίφημα αυτά, αγαπητό μου παιδί, τον έκοψε ο γιατρός. Αλλά… είμαι άνθρωπος παντρεμένος. Μικρά παιδιά μπαινοβγαίνουνε στο δωμάτιο, και συνεχώς δέχομαι εδώ κυρίες.
- Φυσικά, είπε ο Σάσα. Αν το αντικρίζετε με τα μάτια του όχλου, βλέπετε αυτό το ευγενικό αριστούργημα με όλως διόλου αλλιώτικο πρίσμα. Αλλά, βεβαίως, εσείς γιατρέ, στέκεστε πάνω απ' όλα τούτα. Και μάλιστα όταν η άρνησή σας να δεχθείτε ένα τέτοιο δώρο πρόκειται να προσβάλει βαθιά και τους δυο μας, και τη μαμά μου κι εμένα που μ' έχει μοναχογιό… Μου σώσατε τη ζωή και σ' ανταπόδοση σας προσφέρουμε το πιο ακριβό μας απόκτημα… Λυπάμαι μόνο που δεν μπορούμε να σας προσφέρουμε άλλο ένα να τα έχετε ζευγάρι τα καντηλέρια σας.
- Σας ευχαριστώ, φίλε μου! πολύ σας ευχαριστώ! Τα σέβη μου στη μητέρα σας και… Αλλά για όνομα του Θεού. Δεν το βλέπετε μοναχός σας; Μικρά παιδάκια να μπαινοβγαίνουνε στο δωμάτιο και οι κυρίες εδώ συνεχώς… Πάντως αφήστε το εκεί. Δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα μαζί σας κανείς.
- Ούτε μια λέξη, ξεφώνισε ο Σάσα χαρούμενος. Βάλτε το καντηλέρι εδώ, πλάι στο βάζο. Μα το Θεό είναι κρίμα που δεν έχω το ταίρι του να σας το δώσω. Αλλά δε γίνεται αλλιώς. Λοιπόν αντίο, γιατρέ.
Αφού έφυγε ο Σάσα, ο γιατρός κοιτούσε πολλή ώρα το καντηλέρι κι έξυνε το κεφάλι του.
«Είναι όμορφο, αλήθεια», σκεφτότανε, «θα 'τανε κρίμα να το πετάξω… Κι όμως
δεν τολμώ και να το κρατήσω… Χμ… Τώρα ποιος θα βρεθεί να μπορέσω να του το χαρίσω».
Μετά από πολλή προσπάθεια συλλογίστηκε τον καλό του φίλο, το δικηγόρο Ούχωβ, που του ήτανε υποχρεωμένος και για νομικές υποθέσεις.
- Περίφημα, έτριψε τα χέρια του ο γιατρός. Μια κι είμαι στενός του φίλος, δεν είναι κι εύκολο να του δώσω λεφτά, κι έτσι του δίνω ετούτο το ακατανόμαστο αντικείμενο… Είναι κι ο κατάλληλος άνθρωπος… ανύπαντρος και κάπως εύθυμο πιτσουνάκι.
Αμ' έπος, αμ' έργον. Ο γιατρός ντύθηκε, άρπαξε το καντηλέρι και τράβηξε γραμμή στο σπίτι του Ούχωβ.
- Καλημέρα, καλέ μου φίλε, είπε. Ήρθα να σ' ευχαριστήσω για τους κόπους σου. Το ξέρω πως δεν θα δεχθείς πληρωμή και γι' αυτό κι εγώ θα σου κάνω αυτό το δώρο. Ένα εξαίρετο αριστούργημα… Έλα πες μου και μόνος σου, δεν είναι όνειρο;
Μόλις ο δικηγόρος το είδε μαγεύτηκε με την ομορφιά του.
- Τι υπέροχο καλλιτέχνημα, γέλασε με τρομερό θόρυβο. Για το Θεό, τι βάζουνε στα κεφάλια τους οι καλλιτέχνες. Τι χάρη μαγευτική. Μα πού το πέτυχες ετούτο το έξοχο κομματάκι;
Αλλά παρευθύς η ευθυμία του σβήστηκε και φάνηκε τρομαγμένος. Κοιτώντας κλεφτά κατά την πόρτα τού είπε:
- Δεν μπορώ όμως να το δεχτώ, φίλε μου. Παρ' το τώρα αμέσως πίσω.
- Γιατί; ρώτησε ανήσυχος ο γιατρός.
- Γιατί… γιατί… η μητέρα μου συχνά μ' επισκέπτεται, οι πελάτες μου έρχοντ' εδώ… Κι εκτός τούτου, θα με ντρόπιαζε ακόμα και στα μάτια των υπηρετών μου…
- Μη λες άλλη λέξη, φώναξε ο γιατρός κάνοντας βίαιες χειρονομίες. Απλούστατα πρέπει να το δεχτείς, θα 'τανε από μέρους σου μεγάλη αχαριστία να τ' αρνηθείς. Τέτοιο αριστούργημα! Τι κίνηση, τι έκφραση… Πολύ θα με θίξεις αν δεν το πάρεις.
- Αν γινότανε κάπως να πασαλειφτεί με κατιτί, ή να το σκεπάζαμε μ' ένα φύλλο συκής…
Αλλά ο γιατρός αρνιόταν να το ακούσει. Χειρονομώντας πιο βίαια, έφυγε απ' το σπίτι του Ούχωβ, σίγουρος πως είχε ξεφορτωθεί το δώρο.
Σαν έφυγε ο γιατρός, ο δικηγόρος εξέτασε το καντηλέρι προσεχτικά και τότε, ακριβώς όπως και ο γιατρός, βάλθηκε να σπάζει το μυαλό του τι στην οργή θα το έκανε…
- Ω, ωραιότατο πράμα, σκεφτότανε. Είναι κρίμα να το πετάξω, αλλά και να το κρατήσω, ντροπή, καλύτερα να το κάνω δώρο σε κανέναν… Το βρήκα!… Απόψε κιόλας θα το χαρίσω στον ηθοποιό Σόσκιν. Ο παλιάνθρωπος, τ' αρέσουνε κάτι τέτοια
και εκτός τούτου, απόψε έχει και την τιμητική του.
Αμ' έπος, αμ' έργον. Εκείνο τ' απόγευμα κιόλας το καλοπακεταρισμένο καντηλέρι μεταφέρθηκε στου ηθοποιού Σόσκιν.
Όλο το βράδυ στο καμαρίνι του Σόσκιν γινόταν πολιορκία από κυρίους που σπεύδανε να επιθεωρήσουν το δώρο. Και συνεχώς το δωμάτιο αντηχούσε από εύθυμα γέλια που τα περισσότερα μοιάζανε με χλιμιντρίσματα αλόγων.
Αν καμιά θεατρίνα πλησίαζε στην πόρτα και ρωτούσε: «Μπορώ να μπω;» η βραχνή φωνή του Σόσκιν αποκρινόταν αμέσως:
- Ω, όχι, όχι, αγαπητή μου. Δεν επιτρέπεται. Δεν είμαι ντυμένος!
Μετά την παράσταση ο ηθοποιός ανασήκωσε τους ώμους του, κούνησε τα χέρια του και είπε:
- Τώρα, τι στην οργή θα το κάνω ετούτο; Κάθομαι μόνος στο σπίτι. Συχνά μου έρχονται θεατρίνες επίσκεψη, και μήπως είναι καμιά φωτογραφία, να τη χώσεις μεσ' στο συρτάρι;
- Γιατί δεν το πουλάτε; του πρότεινε ο περουκέρης. Ξέρω κάποια γριά που αγοράζει αντίκες… Τη λένε Σμύρνοβα… Καλύτερα να πεταχτείτε ως εκεί. Θα σας δείξουν το μέρος, την ξέρουνε όλοι…
Ο ηθοποιός ακολούθησε τη συμβουλή του.. .
Δυο μέρες αργότερα ο Κοσέλκωφ καθόταν στο γραφείο του και έφτιαχνε χάπια. Ξαφνικά άνοιξε η πόρτα και όρμησε στο γραφείο ο Σάσα. Ακτινοβολούσε απ' τα χαμόγελα και το στήθος του φούσκωνε από χαρά… Στα χέρια του κρατούσε ένα πράμα τυλιγμένο σ' εφημερίδα.
- Γιατρέ, φώναξε με κομμένη ανάσα. Σκεφτείτε τη χαρά μου! Τέτοια τύχη δεν τη φαντάζεστε. Μόλις κατάφερα να σας βρω και το ταίρι στο καντηλέρι σας! Η μαμά μου είναι τόσο ευτυχής και είμαι μοναχογιός της… Μου σώσατε τη ζωή.
Και ο Σάσα αναρριγώντας από ευγνωμοσύνη και έκσταση απόθεσε το καντηλέρι μπροστά στο γιατρό.
Εκείνος άνοιξε το στόμα του, σαν για να πει κάτι, αλλά δεν πρόφερε λέξη… Είχε χάσει τη δύναμη του λόγου.
μτφρ. Αλέξανδρος Κοτζιάς
Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2010
Ο ΤΡΙΤΟΣ ΟΦΘΑΛΜΟΣ ΤΩΝ ΚΥΚΛΩΠΩΝ – ΑΝΤΩΝΙΟΣ Φ. ΧΑΛΑΣ
α) Οι ορατικοί ή θεαταί.
Ο Ομηρος συχνάκις μεταχειρίζεται μίαν φράσιν παραστατικήν της δυνάμεως των ανωτέρων ανθρώπων να δύνανται κατά βούλησιν να γνωρίζουν τα παρελθόντα, συγχρόνως όμως και τα μέλλοντα. Την εξαιρετικήν ταύτην δύναμιν και χαρακτήρα έχουν κυρίως και πρωτίστως οι μεμυημένοι, και δη οι πραγματικοί θεράποντες του θεού Απόλλωνος, του άρχοντος πάσης Μυήσεως και Καθάρσεως. Η φράσις αύτη του Ομήρου συναντάται εις τους ακολούθους επί παραδείγματι στίχους:
“Ουδέ τι οίδε νοήσαι άμα πρόσσω και οπίσσω,
όππως οι παρά νηυσί σόοι μεχεοίατ Αχαιοί.”
(Ως γνωστόν, οι στίχοι ούτοι ευρίσκονται εις το Α' της Ιλιάδος, τας λέγει δ' ο Αχιλλεύς, αιτιώμενος τον Αγαμέμνονα, όστις στερείται της δυνάμεως να νοή το παρελθόν και το μέλλον).
“Τοίσι δε Πουλυδάμας πεπνυμένος ήρχ' αγορεύειν
Πανθοϊδης. Ο γαρ οίος όρα πρόσσω και οπίσσω.”
[Μεταξύ δ' αυτών πρώτος έλαβε τον λόγον ο φρόνιμος Πολυαδάμας ο Πανθοϊδης. Διότι μόνον τούτος έβλεπε το παρελθόν και το μέλλον].
Περιοριζόμεθα εις αυτάς τας δύο περιπτώσεις, εκ των οποίων καταφαίνεται ότι υπάρχουν άνθρωποι δυνάμενοι να γνωρίζουν και το παρελθόν και το μέλλον: ούτοι είναι οι Ορατικοί, οι Μεμυημένοι, οι Προφήται, οι Μάντεις (όπως ο Κάλχας), οι Τέλειοι (της Χριστιανικής Τεχνολογίας), οι Πιστοί (όπως κάποτε ήσαν εις τους κόλπους της καθ' ημάς Εκκλησίας), οι Μαθηταί Χριστού (όπως τους αποκαλύπτουν αι δύο τελευταίαι παράγραφοι του κατά Μάρκον), οι Επόπται, οι Μάστορες ή Μήστορες ή Masters, κατά τους ακόλουθους στίχους του Ομήρου:
“Τοίσι δε και μετέειπε γέρων ήρως Αλιθέρσης
ΜΑΣΤΟΡΙΔΗΣ. Ο γαρ οίος όρα πρόσσω και οπίσσω”.
οι Μαχάτμα των Ινδών.
Πράγματι δύναται τις να είπη, ότι όσον προχωρεί η Κάθαρσις του υποψηφίου δια την Μύησιν, τόσον και ο “Πνευματικός Οφθαλμός” - το Ομμα της Ψυχής, κατά τον Πλάτωνα – ο τρίτος Οφθαλμός των Κυκλώπων, τους οποίους μας αποκαλύπτουν πρώτην φοράν εις την Αρχαίαν Ελληνικήν Φιλολογίαν ο Ησίοδος και ο Ομηρος, καθίσταται ορατικώτερος. Η λύμη της ΛΗΘΗΣ υποχωρεί και όχι μόνον κόσμοι ανύποπτοι καθίστανται ορατοί εις τον ευτυχή εκείνον Μύστην, αλλά και τά μέλλοντα αποκαλύπτονται, καθώς και το παρελθόν τόσον το ιδικόν του, όσον και η μακρυνή Ιστορία της Ανθρωπότητος και του Πλανήτου μας: - η Τριπλή Ιστορία δηλαδή καθίσταται γνωστή, ως εν Κατόπτρω!
β) Η εξέλιξις και η συν τω χρόνω ατροφία του τρίτου οφθαλμού.
Μετά τας συντόμους ταύτας εξηγήσεις, θα γίνουν νοηταί αι ακόλουθοι περί Τρίτου Οφθαλμού περικοπαί της Μπλαβάτσκη:
“Μερικαί ανασκαφαί εις την Αμερικήν, εις γηλόφους και εις σπήλαια, απεκάλυψαν ανθρωπίνους σκελετούς ύψους 9 μέχρι 12 ποδών (= περίπου τρία έως τέσσερα μέτρα). Ούτοι ανήκουν εις φυλάς του πρωϊμου Πέμπτου γένους, το οποίον σήμερον εξεφυλίσθη εις μέσον μέγεθος 5 έως 6 ποδών. Αλλ' ευκόλως δυνάμεθα να πιστεύσωμεν, ότι οι Τιτάνες, οι Γίγαντες και οι Κύκλωπες της Αρχαιότητος πράγματι ανήκον εις το Τέταρτον Γένος των Ατλαντίνων, και ότι όλαι αι μεταγενέστεροι παραδόσεις και αλληγορίαι αι συναντώμεναι εις τας Ινδικάς Πουράναςκαι εις τα ποιήματα του Ησιόδου και του Ομήρου, βασίζονται επί των υποτρεμουσών αναμνήσεων των πραγματικών Τιτάνων – ανθρώπων κολοσσιαίας υπερανθρώπου φυσικής δυνάμεως, η οποία και τοις επέτρεπε ν' αμύνωνται και ν' αντιμετωπίζουν επιτυχώς τα τέρατα και τα θηρία της εποχής των, των οποίων το μέγεθος ήτο ανάλογον και ως ιδέαν έχομεν επισκεπτόμενοι τα σημερινά μας “Μουσεία”. Ούτοι δ' ησαν οι Κύκλωπες, οι με τους τρεις οφθαλμούς θνητοί.
“Εις τους αποκρυφολόγους, οι οποίοι πιστεύουν, ότι αι εσωτερικαί αισθήσεις, έμφυτοι κατά τα πρώτα ανθρώπινα Γένη, πάσχουσιν ατροφίαν κατά την περαιτέρω ανάπτυξιν των γενών και την υλικήν εξέλιξην των εξωτερικών αισθήσεων, η ανωτέρω αποκάλυψις επρί των τριών οφθαλμών δεν είναι απλή εικασία ή ενδεχομένη δυνατότης, αλλ' απλούστατα μία φάσις του νόμου της εξελίξεως, εν αποδεδειγμένον γεγονός. Ούτοι πλήρως κατανοούσι την έννοιαν της ακολούθου παραγράφου των σχολίων:-
“Υπήρχον ανθρώπινα πλάσματα με τέσσαρας βραχίονας κατά τας πρωίμους εκείνας ημέρας των Ερμαφροδίτων. Με μίαν κεφαλήν, αλλά με τρεις οφθαλμούς. Ηδύναντο να ίδωσιν “άμα πρόσσω και οπίσσω”. Ο Τρίτος Οφθαλμός ευρίσκετοα εις το όπισθεν μέρος της κεφαλής. Μίαν περιπόλησιν (=Κύκλον, Kalpa) βραδύτερον (δηλαδή μετά πάροδον μακροτάτου Χρόνου) – μετά τον χωρισμόν των φύλων – οι άνθρωποι πεσόντες εις την ύλην, ήρχισαν να αισθάνωνται θολόν τον πνευματικόν των οφθαλμόν. Και συνεχώς ο Τρίτος Οφθαλμός των ήρχισε να χάνη την ορατικήν του – των μελλόντων, των παρελθόντων, των αοράτων – δύναμιν... Οταν το Τέταρτον Γένος (= των Ατλαντίνων) έφθασεν εις το μέσον της εξελίξεως του, η Εσωτερική του Ορασις ήτο ανάγκη και πάλιν να αφυπνισθή, πράγμα το οποίον επετυγχάνετο δια τεχνητής επιρρώσεως, η μέθοδος της οποίας ήτο γνωστή εις τους παλαιούς Σοφούς. (Σημ. Η Εσωτερική Ορασις ηδύνατο εις το εξής να επιτευχθή μόνον δι' εξασκήσεως και Μυήσεως, εκτός εις τας περιπτώσεις των “φυσικών και εκ γενετής μάγων” - των “αλαφροϊσκιωτων και των μέντιουμ” της σήμερον). Ο Τρίτος Οφθαλμός ομοίως, λιθοποιηθείς, αμέσως εξηφανίσθη. Οι διπλοπρόσωποι κατέστησαν μονοπρόσωποι, και ο οφθαλμός απεσύρθη βαθέως εντός της κεφαλής, και είναι τώρα υπό την κόμην κεκαλυμμένος. Κατά τας περιόδους της ενέργειας του Εσωτερικού Ανθρώπου (κατά τας εκστάσεις και τα πνευματικά οράματα) ο Τρίτος ούτος Οφθαλμός εξογκούται και αναπτύσσεται. Ο Μεμυημένος τον βλέπει και τον αισθάνεται, και κανονίζει την δράσιν του αναλόγως. Ο αγνός Μαθητής δεν πρέπει να αισθάνεται φόβον κινδύνου. Αλλ' ο ακάθαρτος δεν θα δεχθή την βοήθειαν του Πνευματικού του Οφθαλμου...
“Δυστυχώς όχι. Ο Πνευματικός Οφθαλμός δεν υπάρχει πλέον δια την πλειονότητα της Ανθρωπότητος. Ο Τρίτος Οφθαλμός είναι νεκρός και δεν ενεργεί πλέον. Αλλ' αφήκεν εις την θέσιν του έναν μάρτυρα της υπάρξεως του. Και ο μάρτυς ούτος είναι ο λεγόμενος “Pineal” αδήν.
“Εν αρχή της εξελίξεως του Ανθρωπίνου Γένους, κάθε τάξις και οικογένεια των ζώντων ειδών ήτο Ερμαφρόδιτος και αντικειμενικώς μονόφθαλμος. Εις το ζώον - του οποίου η μορφή ήτο τόσον αιθέριος, όσον η του ανθρώπου, προτού ακόμη τα σώματα αμφοτέρων αρχίσουν ν' αναπτύσσουν “τα δερμάτινά των ενδύματα” δηλ. να εξελίσσουν εκ των έσωθεν προς τα έξω τα πυκνά στρώματα της φυσικής ουσίας ή ύλης με τον εσωτερικόν της φυσιολογικόν μηχανισμόν – ο Τρίτος Οφθαλμός ήτο αρχικώς, όπως και εις τον άνθρωπον, το μόνον ορών όργανον. Οι δύο φυσικοί εμπρόσθιοι οφθαλμοί μόνον ανεπτύχθησαν αργότερον τόσον εις το κτήνος, όσον και εις τον άνθρωπον, του οποίου το όργανον της φυσικής οράσεως ευρίσκετο, κατά την αρχήν του Τρίτου Γένους, εις την αυτήν θέσιν, εις την οποίαν ευρίσκεται εις μερικά εκ των τυφλών θηλαστικών, σήμερον, δηλαδή κάτωθεν ενός αδιαφανούς δέρματος.
“Ενώ ο Κυκλώπειος Οφθαλμός ήτο, και ακόμη είναι, εις τον άνθρωπον το όργανον της πνευματικής οράσεως, εις το ζώον ήτο το της αντικειμενικής οράσεως. Και ο οφθαλμός ούτος, αφού εξετέλεσε την λειτουργίαν του, αντικατεστάθη, εν τη πορεία της φυσικής εξελίξεως εκ του απλού προς το σύνθετον, υπό δύο οφθαλμών, και τοιουτοτρόπως εναποθηκεύθη και έμεινεν εν εφεδρεία υπό της Φύσεως, δια περαιτέρω χρήσιν κατά τους μελλοντικούς αιώνας”.
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ Φ. ΧΑΛΑ
“Αι Εκπληκτικαί Αποκαλύψεις επί της Αρχαίας Ελλάδος της Ελένης Πετρόβνας Μπλαβάτσκη”
ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ: Ν.Ε. ΠΡΕΑΡΗΣ
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ
ΑΣΑΛΕΥΤΗ ΩΡΑ - ΠΑΜΠΛΟ ΝΕΡΟΥΝΤΑ
Θέλω να μη γνωρίζω τίποτα
και να μην ονειρεύομαι.
Μπορεί κανείς να με διδάξει να μην είμαι;
Μπορεί κανείς να με κάνει να ζω
χωρίς να συνεχίσω νάμαι ζωντανός;
Πως συνεχίζει το νερό;
Ποιος είναι τάχα ο ουρανός των λιθαριών;
Ακίνητη, μέχρι να σταματήσουν
οι αποδημίες το απόγειό τους
κι ύστερα να πετάξουν με τα βέλη τους
μέχρι το παγωμένο αρχιπέλαγος.
Ασάλευτη, με ζωή μυστική
σαν υποχθόνια πολιτεία
για να γλυστράν οι μέρες σα στάλες αδέσμευτες.
Τίποτα δεν καταστρέφεται
κι ούτε πεθαίνει
μέχρι την ανάστασή μας
μέχρι που να γυρίσει με τα βήματα
της νεκρής άνοιξης
αυτού που βρισκόταν χαμένο,
τελείως ακίνητο,
και που τώρα ανεβαίνει από το μη είναι
για να γίνει ένα ολάνθιστο κλωνί.
ΠΑΜΠΛΟ ΝΕΡΟΥΝΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΕΣΤΡΑΒΑΓΑΡΙΟ ΜΠΟΥΕΝΟΣ ΑΪΡΕΣ 1958
ΕΚΔΟΣΕΙΣ Ν.Α.ΔΑΜΙΑΝΟΣ
DAVE HOLE ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ
και να μην ονειρεύομαι.
Μπορεί κανείς να με διδάξει να μην είμαι;
Μπορεί κανείς να με κάνει να ζω
χωρίς να συνεχίσω νάμαι ζωντανός;
Πως συνεχίζει το νερό;
Ποιος είναι τάχα ο ουρανός των λιθαριών;
Ακίνητη, μέχρι να σταματήσουν
οι αποδημίες το απόγειό τους
κι ύστερα να πετάξουν με τα βέλη τους
μέχρι το παγωμένο αρχιπέλαγος.
Ασάλευτη, με ζωή μυστική
σαν υποχθόνια πολιτεία
για να γλυστράν οι μέρες σα στάλες αδέσμευτες.
Τίποτα δεν καταστρέφεται
κι ούτε πεθαίνει
μέχρι την ανάστασή μας
μέχρι που να γυρίσει με τα βήματα
της νεκρής άνοιξης
αυτού που βρισκόταν χαμένο,
τελείως ακίνητο,
και που τώρα ανεβαίνει από το μη είναι
για να γίνει ένα ολάνθιστο κλωνί.
ΠΑΜΠΛΟ ΝΕΡΟΥΝΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΕΣΤΡΑΒΑΓΑΡΙΟ ΜΠΟΥΕΝΟΣ ΑΪΡΕΣ 1958
ΕΚΔΟΣΕΙΣ Ν.Α.ΔΑΜΙΑΝΟΣ
DAVE HOLE ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ
Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2010
Καθώς κουβεντιάζεις - ΠΑΣΒΑΝΤΗΣ ΚΩΣΤΑΣ
Νύχτωμα του δρόμου σιγανή βροχή κι ερημιά
ο ίσκιος σου στον τοίχο π' απλώνει συλλογιέται
και τρεμίζει
κι η ψυχή που τραυλίζει
σβησμένα λόγια
της σιωπής.
Συλλογιέμαι πως ήταν εύκολα άλλοτε
εύκολα, ένας ρυθμός ξεχασμένος.
Μιλώ πάντα για κείνη την κρυμμένη μουσική
στις θημωνιές της γης, την ώρα που θολώνουν τα νερά.
γι' αυτά που κάθε μέρα μας αφήνουν πιο πολύ.
Οταν η βροχή έξω επίμονα συλλαβίζει
κι η συγκατάβαση της σιωπής είναι το μόνο κέρδος.
"Μυθολογικά" 1975
ο ίσκιος σου στον τοίχο π' απλώνει συλλογιέται
και τρεμίζει
κι η ψυχή που τραυλίζει
σβησμένα λόγια
της σιωπής.
Συλλογιέμαι πως ήταν εύκολα άλλοτε
εύκολα, ένας ρυθμός ξεχασμένος.
Μιλώ πάντα για κείνη την κρυμμένη μουσική
στις θημωνιές της γης, την ώρα που θολώνουν τα νερά.
γι' αυτά που κάθε μέρα μας αφήνουν πιο πολύ.
Οταν η βροχή έξω επίμονα συλλαβίζει
κι η συγκατάβαση της σιωπής είναι το μόνο κέρδος.
"Μυθολογικά" 1975
Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2010
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ - T.S. ELIOT
Το σκήνωμα του ποταμού σωριάστηκε. Γαντζώνονται τα
τελευταία δάχτυλα
Των φύλλων και βουλιάζουν στην υγρή ακροποταμιά. Ο άνεμος
Διασχίζει την καφετιά γή χωρίς ν' ακούγεται. Οι νύμφες
αναχώρησαν.
Τάμεση γλυκέ, κύλα απαλά, ωσότου ν' αποσώσω του τραγούδι
μου.
Το ποτάμι δεν κατεβάζει άδεια μπουκάλια, χαρτιά από
σάντουϊτς,
Μεταξωτά μαντίλια, χαρτοκούτια, αποτσίγαρα
Ή άλλα πειστήρια θερινών νυκτών. Οι νύμφες αναχώρησαν.
Το ίδιο και οι φίλοι τους, οι αργόσχολοι κληρονόμοι των διευ-
θυντών του Σίτυ.
Αναχωρήσαν, δεν άφησαν διευθύνσεις.
Επί των υδάτων της Λεμάν εκεί εκάθησα και έκλαυσα....
Τάμεση γλυκέ, κύλα απαλά, ωσότου ν' αποσώσω το τραγούδι
μου,
Τάμεση γλυκέ, κύλα απαλά, γιατί ούτε φωνασκώ ούτε πολυ-
λογώ.
Ομως μέσα σε μια ψυχρή ριπή ακούω πίσω από την πλάτη μου
Το κροτάλισμα των οστών κι ένα χασκόγελο ν' απλώνεται απ'
το ένα αυτί στο άλλο.
T.S. ELIOT
Η ΡΗΜΑΓΜΕΝΗ ΓΗ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΛΕΙΤΟΣ ΚΥΡΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΥΨΙΛΟΝ / ΒΙΒΛΙΑ
τελευταία δάχτυλα
Των φύλλων και βουλιάζουν στην υγρή ακροποταμιά. Ο άνεμος
Διασχίζει την καφετιά γή χωρίς ν' ακούγεται. Οι νύμφες
αναχώρησαν.
Τάμεση γλυκέ, κύλα απαλά, ωσότου ν' αποσώσω του τραγούδι
μου.
Το ποτάμι δεν κατεβάζει άδεια μπουκάλια, χαρτιά από
σάντουϊτς,
Μεταξωτά μαντίλια, χαρτοκούτια, αποτσίγαρα
Ή άλλα πειστήρια θερινών νυκτών. Οι νύμφες αναχώρησαν.
Το ίδιο και οι φίλοι τους, οι αργόσχολοι κληρονόμοι των διευ-
θυντών του Σίτυ.
Αναχωρήσαν, δεν άφησαν διευθύνσεις.
Επί των υδάτων της Λεμάν εκεί εκάθησα και έκλαυσα....
Τάμεση γλυκέ, κύλα απαλά, ωσότου ν' αποσώσω το τραγούδι
μου,
Τάμεση γλυκέ, κύλα απαλά, γιατί ούτε φωνασκώ ούτε πολυ-
λογώ.
Ομως μέσα σε μια ψυχρή ριπή ακούω πίσω από την πλάτη μου
Το κροτάλισμα των οστών κι ένα χασκόγελο ν' απλώνεται απ'
το ένα αυτί στο άλλο.
T.S. ELIOT
Η ΡΗΜΑΓΜΕΝΗ ΓΗ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΛΕΙΤΟΣ ΚΥΡΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΥΨΙΛΟΝ / ΒΙΒΛΙΑ
Το Σπίτι του Αστερίου - Χόρχε Λουίς Μπόρχες
Ξέρω πως με λένε φαντασμένο, ίσως και μισάνθρωπο, ίσως και τρελό. Οι κατηγορίες αυτές (που θα τις τιμωρήσω όταν έρθει η ώρα) είναι γελοίες. Μπορεί να είναι αλήθεια ότι δε βγαίνω από το σπίτι μου, αλήθεια είναι όμως και ότι οι πόρτες του (άπειρες τον αριθμό) είναι ανοιχτές μέρα και νύχτα τόσο για τους ανθρώπους όσο και για τα ζώα. Όποιος θέλει, μπαίνει. Δε θα βρει εδώ γυναίκες, πομπές ούτε τις αλλόκοτες τελετουργίες των ανακτόρων, θα βρει όμως γαλήνη και απομόνωση. Θα βρει ακόμα κι ένα σπίτι που είναι μοναδικό σ' όλη τη γη. (Ψεύδονται όσοι λένε πως στην Αίγυπτο υπάρχει ένα παρόμοιο.) Ακόμα κι οι συκοφάντες μου παραδέχονται πως σ' ολόκληρο το σπίτι δεν υπάρχει ούτε ένα έπιπλο. Άλλη γελοιότητα είναι το ότι τάχα εγώ, ο Αστέριος, είμαι φυλακισμένος. Να το ξαναπώ ότι δεν υπάρχει ούτε μία κλειδωμένη πόρτα; Να προσθέσω ότι δεν υπάρχει ούτε μία κλειδωνιά; Ένα σούρουπο μάλιστα, βγήκα στο δρόμο· κι αν γύρισα εδώ πριν πέσει η νύχτα, ήταν γιατί με φόβισαν τα πρόσωπα του πλήθους, πρόσωπα ξεθωριασμένα και πλακουτσωτά, σαν ανοιχτή παλάμη. Ο ήλιος είχε βασιλέψει πια, αλλά απ' το απελπισμένο κλάμα ενός παιδιού και τις ηλίθιες ικεσίες του όχλου, κατάλαβα πως μ' είχαν αναγνωρίσει. Ο κόσμος προσευχόταν, έφευγε μακριά, έπεφτε στα γόνατα· μερικοί σκαρφάλωσαν στον στυλοβάτη του Ναού των Λάβρεων· άλλοι μάζευαν πέτρες. Κάποιος, αν δεν κάνω λάθος, έπεσε στη θάλασσα για να κρυφτεί. Δεν είναι τυχαίο που η μητέρα μου ήταν βασίλισσα: δεν μπορώ να συχνωτίζομαι με τον όχλο, αν και το ζητάει η ταπεινοφροσύνη μου.
Πάντως, είμαι μοναδικός. Δεν μ' ενδιαφέρει τι μπορεί να μεταδώσει ένας άνθρωπος στους άλλους· Κι εγώ, σαν τον φιλόσοφο, είμαι της γνώμης ότι τίποτα δεν μπορεί να μεταδοθεί με την τέχνη της γραφής. Οι κοινότοπες και ενοχλητικές λεπτομέρειες δεν έχουν καμία θέση στο πνεύμα μου, που είναι πλασμένο για τα σπουδαία· ποτέ μου δεν κατάφερα να συγκρατήσω σε τι διαφέρει το ένα γράμμα από το άλλο. Κάποια γενναιόδωρη αδημονία δε μου επέτρεψε να μάθω να διαβάζω. Καμιά φορά, μετανιώνω γι' αυτό, γιατί οι νύχτες και οι μέρες είναι μεγάλες.
Να διευκρινίσω ότι δε μου λείπουν οι διασκεδάσεις. Σαν το κριάρι που χυμάει να κερατίσει, διασχίζω τρέχοντας τις πέτρινες στοές, ώσπου να σωριαστώ στο χώμα, ζαλισμένος. Κρύβομαι πίσω από μια στέρνα ή στη στροφή ενός διαδρόμου και καμώνομαι ότι με κυνηγούν. Έχει κάτι εξώστες, απ' όπου αφήνομαι να πέφτω ώσπου να γεμίσω αίματα. Οποιαδήποτε στιγμή μπορώ να παίξω τον κοιμισμένο, κρατώντας τα μάτια μου κλειστά και βαριανασαίνοντας. (Κάπου κάπου κοιμάμαι στ' αλήθεια· κάπου κάπου ανοίγω τα μάτια μου και το χρώμα της μέρας έχει αλλάξει.) Απ' όλα όμως τα παιχνίδια μου, αυτό που μ' αρέσει πιο πολύ είναι να παίζω με τον άλλο Αστέριο. Κάνω πως με επισκέπτεται και πως του δείχνω το σπίτι. Όλο ευγένεια και φιλοφρονήσεις του λέω: Τώρα επιστρέφουμε στην προηγούμενη διασταύρωση ή Τώρα βγαίνουμε σε μια άλλη αυλή ή Καλά το φαντάστηκα πως θα σου άρεσε το φρεάτιο ή Κοίτα εδώ μια στέρνα που γέμισε άμμο ή Τώρα θα δεις πώς διακλαδώνεται το υπόγειο. Καμιά φορά κάνω λάθος, και τότε γελάμε κι οι δυο με την καρδιά μας.
Τα παιχνίδια αυτά δεν είναι το μόνο πράγμα που έχω κατεβάσει απ' το κεφάλι μου· μ' έχει απασχολήσει πολύ και το σπίτι. Όλοι οι χώροι του σπιτιού επαναλαμβάνονται πολλές φορές, και κάθε μέρος είναι άλλο μέρος. Δεν υπάρχει μία αυλή, ένα πηγάδι, μία ποτίστρα, ένα παχνί· υπάρχουν δεκατέσσερα [= άπειρα] παχνιά, ποτίστρες, πηγάδια, αυλές. Το σπίτι είναι μεγάλο όσο και ο κόσμος. Να όμως που, για να 'χω εξαντλήσει τις αυλές με τα πηγάδια και τις κονισαλέες στοές από γκρίζα πέτρα, βγήκα μια μέρα στο δρόμο και είδα το Ναό των Λάβρεων και τη θάλασσα. Αυτό δεν το 'χα καταλάβει, μέχρι που ήρθε ένα όραμα της νύχτας και μου αποκάλυψε ότι οι ναοί και οι θάλασσες είναι πάλι δεκατέσσερις [= άπειρες]. Τα πάντα είναι πολλές φορές, δεκατέσσερις φορές, υπάρχουν όμως και δυο πράγματα στον κόσμο που δείχνουν να είναι μόνο μια φορά: πάνω, ο δυσνόητος ήλιος· κάτω, ο Αστέριος. Μπορεί και να 'μαι εγώ που έπλασα τ' αστέρια και τον ήλιο και το θεόρατο σπίτι, μα τώρα δεν θυμάμαι τίποτα.
Κάθε εννιά χρόνια, έρχονται στο σπίτι εννιά άνθρωποι για να τους λυτρώσω απ' το κακό. Ακούω τα βήματά τους ή τις φωνές τους στα βάθη των πέτρινων στοών και τρέχω όλος χαρά να τους προϋπαντήσω. Η τελετή διαρκεί λίγα λεπτά. Ο ένας μετά τον άλλο σωριάζονται, χωρίς να λερώσω τα χέρια μου με αίμα. Εκεί που πέφτουν, εκεί μένουν, κι αυτό με βοηθάει να ξεχωρίζω τη μια στοά απ' την άλλη. Δεν ξέρω ποιοι είναι, ξέρω όμως ότι ο ένας από δαύτους, την ώρα που ξεψυχούσε, προφήτεψε πως κάποτε θα 'ρχόταν κι ο δικός μου λυτρωτής. Από τότε, δεν με βαραίνει η μοναξιά, γιατί ξέρω ότι ο λυτρωτής μου ζει και μια μέρα θα προβάλει μέσ' από τη σκόνη. Αν η ακοή μου μπορούσε να συλλάβει όλους τους ψίθυρους στον κόσμο, θα ξεχώριζα τα βήματά του. Είθε να με πάει σε κάποιον χώρο με λιγότερες στοές και λιγότερες πόρτες. Πώς θα 'ναι ο λυτρωτής μου; αναρωτιέμαι. Θα 'ναι ταύρος ή άνθρωπος; Θα 'ναι μήπως ταύρος με ανθρώπινο κεφάλι; Ή θα 'ναι σαν κι εμένα;
Ο πρωινός ήλιος άστραφτε πάνω στο μπρούτζινο σπαθί. Δεν είχε μείνει ούτε σταγόνα αίμα.
"Θα το πιστέψεις Αριάδνη;" είπε ο Θησέας. "Ο Μινώταυρος δεν αντιστάθηκε σχεδόν καθόλου."
Στην Μάρτα Μοσκέρα Ήστμαν
Το Άλεφ
Μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης
εκδ. Ύψιλον
Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2010
ΕΝΔΥΜΑΤΑ - Κ.Π. ΚΑΒΑΦΗΣ
Μέσα σ' ένα κιβώτιο ή μέσα σ' ένα έπιπλο από πολύτιμον έβενο θα βάλω και θα φυλάξω τα ενδύματα της ζωής μου.
Τα ρούχα τα κυανά. Και έπειτα τα κόκκινα, τα πιο ωραία αυτά από όλαΚαι κατόπιν τα κίτρινα. Και τελευταία πάλι τα κυανά, αλλά πολύ πιο ξέθωρα αυτά τα δεύτερα από τα πρώτα.
Θα τα φυλάξω με ευλάβεια και με πολλή λύπη.
Οταν θα φορώ μαύρα ρούχα, και θα κατοικώ μέσα σ' ένα μαύρο σπίτι, μέσα σε μια κάμαρη σκοτεινή, θα ανοίγω καμιά φορά το έπιπλο με χαρά, με πόθο, και με απελπισία.
Θα βλέπω τα ρούχα και θα θυμούμαι την μεγάλη εορτή - που θα είναι τότε ολωσδιόλου τελειωμένη.
Ολωσδιόλου τελειωμένη. Τα έπιπλα σκορπισμένα άτακτα μες στες αίθουσες. Πιάτα και ποτήρια σπασμένα καταγής. Ολα τα κεριά καμένα ως το τέλος. Ολο το κρασί πιωμένο. Ολοι οι καλεσμένοι φευγάτοι. Μερικοί κουρασμένοι θα κάθονται ολομόναχοι, σαν κι εμένα, μέσα σε σπίτια σκοτεινά - αλλοι πιο κουρασμένοι θα πήγαν να κοιμηθούν.
PLUS NE SUIS CE QUE J' AI ETE - CLEMENT MAROT
Δεν είμαι τώρα πλέον εκείνος που ήμουν
Κι ούτε να ξαναγίνω πια μπορώ.
Τ' ωραίο μου θέρος, κι η όμορφη άνοιξή μου
Πηδήσαν από το παράθυρο.
Ερωτα, σε είχα αφέντη κι οδηγό μου
Κι από το Δωδεκάθεο πιο ψηλά.
Αχ, αν μπορούσα πάλι να γεννιόμουν,
Πως θα σε υπηρετούσα πιο καλά!
Ενα ποίημα 450 και πλέον ετών
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ Α. ΔΗΜΑ
"ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΞΕΝΗ ΠΟΙΗΣΗ"
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΟΚΟΛΗ
Κι ούτε να ξαναγίνω πια μπορώ.
Τ' ωραίο μου θέρος, κι η όμορφη άνοιξή μου
Πηδήσαν από το παράθυρο.
Ερωτα, σε είχα αφέντη κι οδηγό μου
Κι από το Δωδεκάθεο πιο ψηλά.
Αχ, αν μπορούσα πάλι να γεννιόμουν,
Πως θα σε υπηρετούσα πιο καλά!
Ενα ποίημα 450 και πλέον ετών
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ Α. ΔΗΜΑ
"ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΞΕΝΗ ΠΟΙΗΣΗ"
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΟΚΟΛΗ
Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2010
Ο ΠΑΡΕΙΣΑΚΤΟΣ - H. P. LOVECRAFT
Πέρασαν πάνω από δύο ώρες μέχρι να φτάσω στο μέρος που φαίνεται να ήταν ο σκοπός μου. Ηταν ένα γέρικο κισσοντυμένο κάστρο σ' ένα πυκνά δασωμένο πάρκο. Ολα εσώ ήταν εκνευριστικά γνώριμα κι ωστόσο περίεργα ξένα για τα μάτια μου. Είδα ότι η τάφρος του κάστρου ήταν μπαζωμένη και ότι μερικοί από τους πιο γνωστούς πύργους του είχαν γκρεμιστεί, ενώ νέες πτέρυγες είχαν προστεθεί, λες και ήταν για να μπερδεύουν τα μάτια του θεατή.
Αλλά εκείνο που παρατήρησα με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον και χαρά ήταν τ' ανοιχτά παράθυρα. Ηταν υπέροχα κατάφωτα, στέλνοντας προς τα έξω τους ήχους από το πιο κεφάτο γλεντοκόπι. Πλησιάζοντας ένα από αυτά κοντοστάθηκα και κοίταξα μέσα. Ετσι αντίκρυσα εκείνη την πολύ παράξενα ντυμένη συντροφιά των ανθρώπων, που διασκέδαζαν και μιλούσαν σπιρτόζικα ο ένας στον άλλο. Οπως έδειχναν τα πράγματα, ποτέ άλλοτε δεν πρέπει να είχα ακούσει την ανθρώπινη λαλιά, γιατί μονάχα πολύ αόριστα μπορούσα να μαντέψω τι έλεγαν. Μερικά από τα πρόσωπα φαίνονταν να έχουν εκφράσεις που ξυπνούσαν μέσα μου απίστευτα αλαργινές αναμνήσεις, ενώ άλλες πάλι μου ήταν εντελώς πρωτόγνωρες.
Ετσι δρασκέλισα το χαμηνλό περβάζι του παραθύρου και βρέθηκα στην άπλετα φωτισμένη αίθουσα. Ηταν ένα μοιραίο βήμα που, από τη μοναδική λαμπρή στιγμή της ελπίδας, με γκρέμισε στις πιό μαύρες αβύσσους της απόγνωσης και της συνειδητοποίησης της αλήθειας.
Ο εφιάλτης έφτασε γοργά γιατί, ταυτόχρονα με την είσοδό μου, συνέβη ένα από τα πιο τρομακτικά γεγονότα που θα μπορούσα να φανταστώ ποτέ.
Δεν είχα καλά – καλά περάσει το περβάζι, όταν είδα να κυριεύει τη συντροφιά ένας ξαφνικός και απρόσμενος φόβος απερίγραπτης έντασης. Τα πρόσωπα όλων έγιναν σαν άγριες μάσκες τρόμου και κραυγές φρίκης πετάχτηκαν σχεδόν από κάθε λαρύγγι. Επακολούθησε μια γενική φυγή, ενώ μέσα στο σαματά και τον πανικό μερικοί έπεσαν λιπόθυμοι, για να τους τραβήξουν όπως – όπως μαζί τους στην τρελή φευγάλα οι άλλοι σύντροφοί τους. Πολλοί σκέπασαν τα μάτια με τα χέρια τους και ύστερα σκόνταφταν τυφλά και αδέξια στην προσπάειά τους να φύγουν, αναποδογυρίζοντας έπιπλα και πέφτοντας πάνω σους τοίχους, πριν τελικά βρεθεί μπροστά τους κάποια από τις πολλές πόρτες.
Τα ξεφωνητά τους ήταν συγκλονιστικά. Και καθώς στεκόμουν σαστισμένος στην άπλετα φωτισμένη αίθουσα, αναρωτήθηκα με ανατριχίλα τι το τρομερό μπορεί να παραμόνευε αθέατο κοντά μου. Στην πρώτη ματιά η αίθουσα μου φάνηκε άδεια, αλλά όταν πλησίασα σε μια από τις κόχες του τοίχου νόμισα ότι διέκρινα κάποιον εκεί – ήταν μια υποψία κίνησης πέρα από την επίχρυση κάμαρα της πόρτας που οδηγούσε σε μια άλλη αρκετά παρόμοια αίθουσα.
Πλησιάζοντας στην κάμαρα μπόρεσα να διακρίνω την παρουσία πιο καθαρά. Και τότε, με τον πρώτο και τελευταίο ήχο που έβγαλα ποτέ – ένα φρικαλέο ολολυγμό, που μου προκάλεσε τόση φρίκη όσο και το πλάσμα που ήταν η αιτία του – αντίκρισα ολοκάθαρα και με φοβερή σαφήνεια την ασύλληπτη, απερίγραπτη και ακατανόμαστη τερατωδία που η ξαφνική της εμφάνιση και μόνο είχε μετατρέψει μια κεφάτη συντροφιά σε πανικόβλητο όχλο.
Δεν μπορώ καν να περιγράψω σαν τι έμοιαζε, γιατί ήταν μια σύνθεση καθετί του μιασματικού, του αφύσικου, του ανεπιθύμητου, του ανώμαλου και του αποκρουστικού. Ηταν η αναγουλιαστική πεμπτουσία της σήψης, της αρχαίας φθοράς και της αποσύνθεσης. Το σαπισμένο, μισολιωμένο ξόανο μιας νοσηρής αποκάλυψης, της φοβερής απογύμνωσης μιας ύπαρξης που κάθε σπλαχνική γη θα έπρεπε να κρατά παντοτινά κρυμμένη.
Ο Θεός ξέρει ότι δεν ανήκε σε τούτο τον κόσμο – ή είχε πάψει ν' ανήκει προ πολλού - και ωστόσο με ανείπωτη φρίκη διέκρινα στο φαγωμένο, αποστεωμένο περίγραμμα μια διαβολική, αποτρόπαιη καρικατούρα της ανθρώπινης μορφής. Και τα μουχλιασμένα, υπό διάλυση κουρέλια της παρουσίαζαν μια ανομολόγητη κατάσταση που με πάγωσε ακόμη περισσότερο.
Είχα σχεδόν παραλύσει ολόκληρος, αλλά όχι τόσο ώστε να μην μπορώ να κάνω μια αδύναμη προσπάθεια να το σκάσω. Ενα σπασμωδικό πισωπάτημα που δεν κατάφερε να σπάσει τα δεσμά που μ' έδεναν με εκείνο το ακατανόμαστο, σιωπηλό έκτρωμα.
Κοιτούσα σαν μαγνητισμένος τα γουρλωτά γυαλένια μάτια που τόσο αποτρόπαια ήταν καρφωμένα στα δικά μου. Ηταν αδύνατο να τραβήξω το βλέμμα μου, αν και μετά το πρώτο σοκ η όρασή μου είχε θολώσει σπλαχνικά, κάνοντας το τρομερό πλάσμα να φαντάζει σαν μια απλή θολούρα. Προσπάθησα να σηκώσω το χέρι μου για να σκεπάσω τα μάτια μου, αλλά είχα μείνει τόσο παράλυτος που τα νεύρα μου αρνήθηκαν να υπακούσουν εντελώς στη θέλησή μου. Ωστόσο η προσπάθεια ήταν αρκετή για να με κάνει να χάσω την ισορροπία μου, και άθελά μου τρίκλισα μερικά βήματα μπροστά για ν' αποφύγω το πέσιμο.
Με την κίνηση αυτή συνειδητοποίησα απότομα και δυσάρεστα την εγγύτητα του πεθαμένου πράγματος και μου φάνηκε ότι σχεδόν μπορούσα ν' ακούσω την εμετική σπηλαιώδη ανάσα του.
Αν και είχα σχεδόν παραφρονήσει από τον τρόμο, σήκωσα το χέρι μου να διώξω αυτή τη βρομερή απαίσια οπτασία που έστεκε τόσο κοντά μου. Και σε μια κατακλυσμική στιγμή κοσμικής εφιαλτικότητας και διαβολικής σύμπτωσης τα δάχτυλά μου άγγιξαν το σπισμένο, απλωμένο χέρι του τέρατος κάτω από τη χρυσαφένια κάμαρα.
Δεν ούρλιαξα, αλλά όλα τα απαίσια δαιμονικά γκουλ που καλπάζουν πάνω στους νυχτερινούς ανέμους ούρλιαξαν για λογαριασμό μου, καθώς εκείνη τη στιγμή ξύπνησε στο μυαλό μου μια μοναδική και φευγαλέα, αλλ΄σαρωτική ανάμνηση που μου έκανε στάχτη την ψυχή. Μέσα σ' εκείνο το δευτερόλεπτο θυμήθηκα όλα όσα ήμουν κάποτε. Θυμήθηκα τον κόσμο πέρα από το φοβερό κάστρο και τα δέντρα, και αναγνώρισα το αλλαγμένο οικοδόμημα όπου βρισκόμουν τώρα. Και το πιο τρομερό απ' όλα, αναγνώρισα τούτο το ανόσιο βδέλυγμα που στεκόταν τώρα μπροστά μου καθώς τραβούσα τα μολυσμένα δάχτυλά μου από τα δικά του.
Αλλά σε τούτο το σύμπαν δεν υπάρχει μονάχα πίκρα αλλά και βάλσαμο, κι αυτό είναι το νηπενθές, το βάλσαμο της λησμονιάς. Στην υπέρτατη φρίκη εκείνης της στιγμής, από τη μήμη μου έσβησε αυτό που με είχε αποτροπιάσει τόσο, και η εικόν της ζοφερής θύμησης χάθηκε σ' ένα στρόβιλο παλιών εικόνων.
Σαν σε όνειρο, το έβαλα στα πόδια, μακριά από εκείνο το καταραμένο και στοιχειωμένο οίκημα και άρχισα να τρέχω γοργά και σιωπηλά κάτω από το φεγγαρόφωτο. Οταν γύρισα σε εκείνο το κοιμητήρι με τις μαρμαρένιες πλάκες και κατέβηκα τα σκαλοπάτια, στάθηκε αδύνατο ν' ανασηκώσω πάλι την πέτρινη πόρτα της καταπακτής. Αλλά δεν λυπήθηκα γι' αυτό, γιατί μισούσα το παλιό κάστρο και τα δέντρα.
Και τώρα περιπλανιέμαι τις βραδιές μαζί με τους κοροϊδευτικούς και φιλικούς γκουλ, καβάλα στους αγέρηδες της νύχτας. Και περνώ τις μέρες μου παίζοντας ανάμεσα στις κατακόμβες του Νεφρέν-Κασέ σ' εκείνη την άγνωστη και σφραγισμένη κοιλάδα του Χαντόθ δίπλα στο Νείλο. Ξέρω ότι το φως δεν είναι για μένα, εκτός από εκείνο του φεγγαριού, που λάμπει πάνω από τους βραχένιους τάφους του Νεμπ. Ουτε και οι χαρές είναι για μένα, εκτός από τ' ακατανόμαστα τσιμπούσια της Ντιόκρις κάτω από τη Μεγάλη Πυραμίδα. Κι ωστόσο στην καινούρια μου ξέφρενη ζωή κι ελευθερία βρίσκω σχεδόν καλοδεχούμενη την πίκρα της αποξένωσης.
Γιατί αν και το βάλσαμο της λησμονιάς μου χάρισε τη γαλήνη, θα ξέρω για πάντα ότι δεν είμαι παρά ένας ΠΑΡΕΙΣΑΚΤΟΣ, ένας ξένος σε τούτο τον αιώνα και ανεπιθύμητος ανάμεσα σ' εκείνους που εξακολουθούν να είναι άνθρωποι. Αυτό το κατάλαβα από τη στιγμή που άπλωσα τα δάχτυλά μου προς το αποτρόπαιο πλάσμα μέσα σ' εκείνο το μεγάλο επιχρυσωμένο πλάισιο – απλωσα τα δάχτυλά μου και άγγιξα την κρύα και σκληρή επιφάνεια ενός καλο γυαλισμένου καθρέφτη.
ΟΙ ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΟΙ ΚΟΣΜΟΙ ΤΟΥ H. P. LOVECRAFT – 4
ΤΟ ΚΑΛΕΣΜΑ ΤΟΥ ΚΘΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΛΑΝΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ LOCUS 7
Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2010
ΟΙ ΡΑΘΥΜΟΙ - Paul Verlaine
-Μπα! Και η μοίρα μας έγινε πεζή.
Αν θέλετε, πεθαίνουμε μαζί;
-Σπανία η πρόταση, ορισμένως.
-Ωραίο το σπάνιο. Λοιπόν εμπρός.
Ο τόπος θαυμάσιος και ο καιρός.
-Χι! χι! χι! Απογοητευμένος!
-Ίσως. Αλλά προπάντων εραστής
άψογος. Ανέκαθεν ιδεαλιστής.
Να πεθάνουμε τώρα ελάτε.
-Περσότερο ειρωνεύεστε, θαρρώ,
παρά όσο κάνετε τον τρυφερό.
Πάψετε, κύριε, αν αγαπάτε.
Έτσι το βράδυ κείνο απάνω στη
χλόη, και στ' άνθη απάνω καθιστοί,
δυο περίεργοι ερωτευμένοι
αναβάλανε τέτοιο ζηλευτό
θάνατο, κι απομείνανε γι' αυτό
-χι! χι! χι!- καταγοητευμένοι.
μτφρ. Κ.Γ. Καρυωτάκης
Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2010
ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡ ΗΜΩΝ - PAPUS
Το "Πάτερ ημών" θεωρείτο πάντοτε ως μια από τις πιο εσωτερικές χριστιανικές προσευχές. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Χριστός τη στιγμή του μαρτυρίου του απηύθυνε αυτή την ικεσία στον ουράνιο Πατέρα του. Ολοι δε οι αποκρυφιστές φέρνουν στο νου τους την εργασία του Ελιφάς Λεβί για την απόκρυφη ερμηνεία του "Πάτερ ημών".
Ανεξάρτητα από το ποια είναι η πραγματική καταγωγή της προσευχής, είναι εύκολο να διακρίνεις την καθαρά μυητική της έννοια, ακόμη και με επιφανειακή ανάλυση.
Στο "Πάτερ ημών" πρέπει να εξετασθούν: α) Αυτή καθ' εαυτή η Προσευχή. β) Οι υποδιαιρέσεις της και ο λόγος ύπαρξής τους. γ) Οι προσαρμογές αυτής της Προσευχής, σύμφωνα με τις αρχές της αναλογίας.
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Το "Πάτερ ημών" περιλαμβάνει δύο μέρη: ένα εξωτερικό, το μόνο γνωστό από το σύνολο των Ρωμαιοκαθολικών και ένα εσωτερικό, γνωστό από τις εκκλησίες της Ανατολής, το οποίο απαγγέλλεται μόνον από τους ιερείς.
Το εξωτερικό μέρος αποκαλύπτει τις δυνάμεις που δρουν στους τρεις κόσμους και αναλύει τα μέσα δράσης τους.
Το εσωτερικό μέρος προσαρτά αυτές τις δυνάμεις στην αρχή τους, δια της αποκαλύψεως του Μεγάλου Απορρήτου. Αποτελεί τη σύνθεση των διδασκαλιών των οποίων η ανάλυση περιέχεται στο πρώτο μέρος.
ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
Πάτερ ημών, ο εν τοις ουρανοίς,
Αγιασθήτω το όνομά Σου,
Ελθέτω η βασιλεία Σου,
Γεννηθήτω το Θέλημά Σου, ως εν ουρανώ και επί της γης.
Τον άρτων ημών τον επιόυσιον δος ημίν σήμερον
Και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών,
Ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών
Και μη εισενέγκης ημ΄ς εις Πειρασμόν,
Αλλά ρύσαι ημάς από του Πονηρού.
ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
Οτι σου εστίν
η Βασιλεία και η Δύναμις και η Δόξα
εις τους Αιώνας των Αιώνων.
Αυτό είναι το κείμενο της προσευχής με τις υποδιαιρέσεις του στις οποίες θα αναφερθούμε πιο κάτω.
Προς στιγμήν διαπιστώνουμε ότι οι λέξεις που χρησιμοποιούνται είναι γενικές.
Πατήρ, Όνομα, Βασιλεία, Θέλημα, Γη, Ουρανός, Αρτος, Αφεση, Οφειλήματα, Πειρασμός, Πονηρό.
Αυτά μας υποδεικνύουν πως έχουμε να κάνουμε με Νόμους. Δηλαδή, σύμφωνα με την προσφιλή μέθοδο των αρχαίων, κάθε λέξη είναι και ένα αναλογικό κλειδί που μας επιτρέπει να προσαρμόσουμε τον εκφρασμένο νόμο σε μια ολόκληρη αλυσίδα πραγματικοτήτων. Ας ασχολληθούμε όμως με τις βασικές διαιρέσεις μεταξύ των στίχων.
ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΤΩΝ ΣΤΙΧΩΝ
Γνωρίζουμε ότι όλες οι σχολές του αποκρυφισμού ανέκαθεν δίδασκαν την ύπαρξη τριών κόσμων: α) του Θείου Κόσμου, β) του Ηθικού ή Αστρικού Κόσμου γ) του Φυσικού Κόσμου.
Ο Αμελινώ στην εξαιρετική εργασία του για την "Αιγυπτιακή Γνώση", επιμένει στο γεγονός ότι όλες οι γνωστικές σχολές αποδεχόντουσαν την ύπαρξη τριών κόσμων. Το ίδιο ισχύει για τις καββαλιστικές, αλχημικές και θεουργικές σχολές.
Ετσι, οι τρεις πρώτοι στίχοι αντιστοιχούν στο θείο κόσμο, που χαρακτηρίζεται από τρεις όρους:
Πατήρ, Όνομα, Βασιλεία και συνθέτεται στον όρο Θέλημα.
Η Γη και ο Ουρανός χρησιμεύουν ως σύνδεσμος μεταξύ των δύο κόσμων.
Αρτος, Αφεση, Οφειλήματα αντιστοιχούν στον κόσμο της ανθρώπινης θέλησης.
Ο Πειρασμός και το Πονηρόν αναφέρονται στο σώμα και στον φυσικό κόσμο.
Θείος Κόσμος
Ο Θεός αναλύεται στην τριπλή του εκδήλωση:
Ο Πατήρ (Πάτερ Ημών) θεωρείται πως υπάρχει σ' όλους τους Ουρανούς, δηλαδή σ' όλα τα πεδία, όπου το Ιδανικό μας μπορεί να αποκαλυφθεί, είτε στο φυσικό, είτε στο αστρικό, είτε στο θείο.
Ο Πατήρ εκδηλώνεται με δύο άλλες όψεις: τον Λόγο (το Ονομά Σου) του οποίου η γνώση φυλάσσεται μόνο για τους μυημένους, ώστε να μη βεβηλωθεί (αγιασθήτω).
Το Αγιο Πνεύμα (η Βασιλεία Σου), ζώσα πραγματικότητα της Θεότητας σ' όλες της τις ενσαρκώσεις, της οποίας η έλευση επικαλείται ο μυημένος (ελθέτω).
Τέλος η Θεία Ενότητα εμφανίζεται μέσω της μυστηριώδους εισέλιξης - ανέλιξης της Θέλησης (το Θέλημά Σου), της οποίας το ρεύμα αγάπης διατρέχει, διαπερνά όλη τη δημιουργία, από την Υλη (Γη), ως τα πεδία του Πνεύματος, του Ιδεώδους (Ουρανός), σ' όλες τις ιεραρχήσεις του.
Αυτό το μυστηριώδες ρεύμα (που επικαλείται ο Ερμής ο Τρισμέγιστος στην αρχή του Σμαράγδινου Πίνακα), συνδέει τον θείο με τον ανθρώπινο κόσμο.
Ανθρώπινος Κόσμος
Σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας το ρεύμα της θείας Αγάπης μας διαπερνά, χορηγώντας μας τον πνευματικό Αρτο, του οποίου καθημερινά πρέπει να αφομοιώσουμε τις θείες επιρροές. Συνήθως, όμως, κλείνουμε την ψυχή μας σ' αυτό το θείο κύμα, που παρόμοια με τον Ηλιο που φωτίζει τη Γη, δεν μπορεί να φθάσει στο βάθος της σπηλιάς που εμείς σκάψαμε, βυθιζόμενοι στην ύλη, αντί να εξελισσόμαστε προς το Πνεύμα.
Με ποιόν τρόπο θα ανοίξουμε το είναι μας στον επιούσιο άρτο της πνευματικότητας;
Μας το αποκαλύπτει ο επόμενος στίχος:
Κάθε οφειλή στη θεία Αθανασία αποτελεί και από ένα χρέος που επωμιζόμαστε με τη θέλησή μας, και το οποίο θα εξωφλήσουμε με τις δοκιμασίες της επόμενης ενσάρκωσης. Οπως δίδασκε και ο Πυθαγόρας, σπέρνουμε συνέχεια το μέλλον μας χρησιμοποιώντας την θέληση του Παρόντος. Ενας γρήγορος τρόπος ανοίγματος του εσωτερικού μας ουρανού είναι η θυσία μέρους του εγωισμού μας χάριν της παγκοσμιότητάς μας. Η εγωιστική ζωή βρίσκεται μέσα μας, η ηθική ζωή στους άλλους. Δρώντας για το καλό των άλλων εξελισσόμαστε, ενώ δρώντας για τον εαυτό μας κατερχόμαστε, βαδίζουμε προς το σκοτάδι.
Εαν κάποιος με βρίσει, αναλαμβάνει ένα ηθικό χρέος απέναντί μου, που είμαι ελεύθερος να το ζητήσω όποτε θέλω. Μέσω της δράσης μου όμως γίνεται σκλάβος μου. Εαν κρατήσω το μίσος από την πράξη του, αν σκέφτομαι την εκδίκηση, αν περιαυτολογώ, εκφυλίζομαι ηθελημένα προς το κακό που με σκοτώνει πνευματικά. Αν όμως συγχωρήσω, γίνομαι τμήμα του παγκόσμιου, δρω στον θείο κόσμο και καταστρέφω όχι μόνο το κακό που θα έκανα σ' εμένα τον ίδιο, αλλά και το κακό που ο εχθρός μου έκανε στον εαυτό του. Κατά κάποιον τρόπο, προωθώ ανάλογα με τις δυνατότητές μου την εξέλιξη ολόκληρης της ανθρωπότητας, βοηθώντας στην έλξη δύο ψυχών, που ίσως για αιώνες ολόκληρους να απωθούντο, και έτσι να καθυστερούσε η τελική επανενσωμάτωση.
Η ηθελημένη Αφεση αποτελεί μέθοδο έκκλησης της Θείας Πρόνοιας.
Να λοιπόν που οφείλεται η κεφαλαιώδης σημασία της λέξης, όσον αφορά τη συνειδητή δημιουργία από τον άνθρωπο της Αθανασίας του.
Φυσικός Κόσμος
Η δημιουργία του αμαρτήματος, δηλαδή του πονηρού, αποτελεί το κλειδί της ενσάρκωσής μας στον κόσμο της ύλης, στον κόσμο του Φυσικού Πειρασμού. Ο πνευματικός Αδάμ είναι που, λόγω της επιθυμίας του να ενωθεί με την Υλη, ελπίζοντας να γίνει ισχυρότερος από το Θεό, δημιούργησε μέσα στα κύτταρά του, δηλ. μέσα μας, τον Πειρασμό για τον υλικό κόσμο. Η εποχή μας πάσχει σοβαρά από ένα λάθος που προέρχεται από την ίδια πηγή.
Μεταξύ των δύο δυνάμεων, της γυμνής και φαινομενικά χωρίς ισχύ Ιδέας και του Χρήματος, τόσο ισχυρού παράγοντα φαινομενικά, ο βέβηλος τρέχει προς το χρήμα και δεν αργεί να καταλάβει, ότι αυτή η δύναμη είναι μία χίμαιρα και ότι η αξία της μειώνεται όταν θελήσουμε να τη μοιράσουμε σε μεγάλο αριθμό ατόμων. Αντίθετα, η ιδέα πολλαπλασιάζεται ανάλογα με τον αριθμό των ατόμων που την ενσαρκώνουν και επεκτείνεται μέσα στον Χρόνο. Μεταξύ του Πνεύματος, του λεπτοφυούς ιδανικού, και της Υλης που έχει άμεση εκδήλωση, ο Αδάμ διάλεξε την τελευταία: από εδώ προέρχεται το Πονηρό, η Αμαρτία, η Ενσάρκωση που κάθε αδαμικό κύτταρο, δηλ. κάθε άνθρωπος, οφείλει να φονεύσει επικαλούμενος την Ενωση με την Ιδέα - Θεία Πρόνοια, δια μέσου της σταδιακής θυσίας της Υλης - Πεπρωμένου.
Το κλειδί κάθε εξέλιξης, κάθε δυνατής ένωσης του θεού με τον Ανθρωπο περίεχεται σε μια μόνον Αρχή: την Αφεση.
Εδώμπορεί να τελειώσει η ερμηνεία του "Πάτερ ημών" για όσους κατέχουν μόνο τους δύο πρώτους βαθμούς της μύησης. Οι "πνευματικοί" όμως μπορούν να προχωρήσουν ακόμη πιο μακριά στο μεγάλο μυστήριο της θείας σύνθεσης.
Θα ανασηκώσουμε το πέπλο, όσο επιτρέπεται, χρησιμοποιώντας τον ακόλουθο παραλληλισμό:
ΟΤΙ ΣΟΥ ΕΣΤΙΝ
Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ: Αρχή του Πατρός
Η ΔΟΞΑ: Αρχή του Υιού
Η ΔΥΝΑΜΙΣ: Αρχή του Πνεύματος
εις τους
Δημιουργικές Αρχές του Ουρανού,
του ανθρώπου και της Γης, δηλαδή
ΑΙΩΝΑΣ των τριών κόσμων.
Εκδηλώσεις της θείας Βούλησης
(οι Αιώνες αντιστοιχούν στα
Ελοχίμ του Μωϋσή).
Στη μελέτη που προηγήθηκε, αναλύσαμε από δύο πλευρές την προσευχή του Χριστού: α) από πλευράς σύνθεσης αυτής καθ' εαυτής της προσευχής, β) όσον αφορά τις μυστικές διαιρέσεις της και τους λόγους ύπαρξής τους. Δεν ασχοληθήκαμε με την μελέτη των προσαρμογών του "Πάτερ ημών".
Πρέπει να ομολογήσουμε πως διστάζαμε να ανακοινώσουμε τα συμπεράσματά μας σ' αυτόν τον τομέα, γιατί ποτέ δεν μας φαίνονται ολοκληρωμένα, αν λάβουμε υπ' όψη την τελειότητα του σημείου αναφοράς μας. Καταλήξαμε όμως να τα δημοσιεύσουμε, γιατί σκεφθήκαμε πως θα δείξουν τον δρόμο σ' όσους ενδιαφέρονται πραγματικά γι' αυτά τα θέματα.
Υπενθυμίζουμε ότι οι όροι του "Πάτερ ημών" υποδηλώνουν σειρά νόμων που έχουν ποικίλες εφαρμογές και στους τρεις κόσμους. Επιπλέον, αυτή η θαυμαστή προσευχή δίνει το κλειδί της θείας δράσης στο θείο πεδίο, στο ηθικό και στο υλικό, καθώς και της ανθρώπινης αντίδρασης στο θείο μέσο του μεγάλου νόμου της Αφεσης με όλες τις απόκρυφες προεκτάσεις του.
Ας αφήσουμε όμως όλες τις θεωρητικές εκτιμήσεις για να παρουσιάσουμε το αποτέλεσμα ορισμένων προσαρμογών των όρων Πατήρ, Ονομα, Βασιλεία, Θέληση, Γη, Ουρανός που αποτελούν τους γενικούς νόμους στους οποίους βασίζονται αυτές οι προσαρμογές.
Προσαρμογή στο ΙΔΑΝΙΚΟ
(Εικόνα του Πατέρα στον Ηθικό Κόσμο)
Ιδανικό που πραγματώνεις, που βρίσκεσαι
στον εσωτερικό μου Ουρανό,
Είθε να μπορέσει να μας εκδηλωθεί το όνομά σου μέσω της θυσίας.
Είθε η επιρροή σου που μας κάνει να εξελισσόμαστε να πραγματωθεί.
Είθε να επεκταθείς μέσα στο σώμα μου
όπως είσαι μέσα στην καρδιά μου.
Εκδήλωνε κάθε μέρα
την αληθινή σου παρουσία.
Συγχώρεσε την φυγοπονία μας
Οπως εμείς συγχωρούμε εκείνη
των αδύναμων θνητών, των αδελφών μας.
Φύλαξε με από τις χίμαιρες της φαύλης ύλης,
αλλά απάλλαξέ με από την απογοήτευση.
Γιατί είσαι η Βασιλεία
η Ισορροπία
και η Δύναμη
στην αιωνιότητα της Ενόρασής μου.
Προσαρμογή στην ΑΛΗΘΕΙΑ
(Εικόνα του Πατέρα στον διανοητικό Κόσμο)
Ζώσα Αλήθεια
που υπάρχεις
στο Αθάνατο Πνεύμα μου,
Είθε το όνομα σου να καταξιωθεί μέσω της Εργασίας
Είθε να αποκαλυφθεί η εκδήλωσή του
Είθε ο Νόμος σου να φτάσει στην ύλη
Οπως φθάνει στο Πνεύμα.
Δίνε μας κάθε μέρα
τη δημιουργό Ιδέα,
Συγχώρεσε την άγνοιά μου
όπως συγχωρώ εγώ τους αδαείς, τους αδελφούς μου.
Φύλαξέ με από τη στείρα Αρνηση
απάλλαξέ με από τη θανάσιμη αμφιβολία.
Γιατί είσαι η Αρχή
η Ισορροπία
ο Κανόνας
μέσα στην Ενότητα
της Λογικής μου.
Προσαρμογή στη ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ
(Η λυτρωτική πατρική αρχή στον υλικό Κόσμο)
Ω ευεργετική δοκιμασία
που είσαι
η αιτία της ενσάρκωσής μου.
Ας είναι αγιασμένο το Ονομά σου
με το θάρρος κατά τη δοκιμασία,
Είθε να γίνει κατανοητή
η Επιρροή σου
Είθε το εξαγνιστικό σου Πυρ να κάψει το σώμα μου
όπως έκαψε και την ψυχή μου.
Να έρχεσαι κάθε μέρα για να εξελιχθεί
η οκνηρή μου φύση.
Κατάστρεψε τη νωθρότητα και την αλαζονεία μου
Οπως καταστρέφεις τη νωθρότητα
και την αλαζονεία των αμαρτωλών, των αδελφών μου!
Φύλαξέ με από ευτελείς πράξεις που θα με
παρότρυναν να απομακρυνθώ από σένα,
γιατί μόνον εσύ
μπορείς να με απαλλάξεις από το κακό που δημιούργησα.
Γιατί είσαι Εξαγνιστική
Εξισορροπητική
Λυτρωτική
στον τροχό των υπάρξεών μου.
ΚΑΒΒΑΛΙΣΤΙΚΗ Προσαρμογή
Ω Ιωτ δημιουργέ
που κατοικείς μέσα
στο ΑΙΝ-ΣΟΦ
Αγιασμένος να είναι ο Λόγος σου, το Κέτερ.
Είθε το φωτοβόλο Τιφερέτ να ακτινοβολεί
στη βασιλεία σου, εκπέμποντας τις ακτίνες του.
Είθε ο Γιαχβέ του κυκλικού σου νόμου
να βασιλέψει στο Μαλκχούτ,
όπως βασιλεύει στο Κέτερ.
Δίνε κάθε μέρα στο Νεσαμαχ
τη φώτιση μιας από τις 50 Θύρες του Μπινάχ.
Αντέταξε το άπειρο Ελεος στο Χεζέντ
στα κελύφη που δημιουργώ κατ' Εικόνα μου,
όταν παραγνωρίζοντας τις 32 οδούς του
Χοκμαχ, εκπέμπω τη σκληρότητα του Ρουάχ
προς τους αδελφούς μου.
Διαφύλαξε το Νεσαμάχ από τα θέλγητρα
του Νεφές και απάλλαξέ μας από
το Ναχάς.
Γιατί είσαι
Resch η αρχή, ή EL
Tiphereth,
η Δημιουργός ή IOD Στα Ελοχίμ
Ακτινοβολία,
Iesod, η Μήτρα ή ΜΕΜ
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ PAPUS
"ΠΡΑΓΜΑΤΕΙΑ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΠΟΚΡΥΦΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ"
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΡΕΑ ΜΑΖΑΡΑΚΗ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΕΤΡΑΚΤΥΣ
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)