.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Πέμπτη 13 Μαΐου 2010

ΤΑ ΠΕΝΤΕ ΓΕΝΗ ΤΟΥ ΗΣΙΟΔΟΥ – Αντωνίου Φ. Χαλά

α) Αφθαστος η σημασία του Ησιόδου δια την κατανόησιν του Πνεύματος της Αρχαίας Ελλάδος.

Εκείνος εκ των Αρχαίων Συγγραφέων, ο οποίος δικαιολογεί περισσότερον, ότι επί του Ελληνικού Πολιτισμού στηρίζεται ολόκληρος ο Πολιτισμός της Δύσεως, είναι ο Ησίοδος τον οποίον και πας Ελλην και Ευρωπαίος οφείλει να γνωρίζη εκ στήθους, εάν φιλοδοξή να κατέχη τα στοιχεία της Τριπλής Ιστορίας.
Δεν δυνάμεθα να επεκταθώμεν περισσότερον εν προκειμένω. Προτιθέμεθα εις ιδιαιτέραν, πολυσέλιδον μελέτην ειδικώς ν' ασχοληθώμεν περί του Ασκραίου Ποιητού. Ενταύθα θα περιορισθώμεν εις το να δώσωμεν τας σχετικάς περιγραφάς του Ησιόδου επί των Πέντε Γενών, αι οποίαι, ως γνωστόν, ευρίσκονται εις το ποίημά του “Εργα και Ημέραι”.

β) Το χρυσούν, το Αργυρούν, το Χάλκειον, το Ηρωικόν και Σιδηρούν Γένος.

Οι αθάνατοι Θεοί, οι τα Ολύμπια δώματα έχοντες, πρώτιστα μεν εποίησαν το Χρυσούν Γένος των θνητών ανθρώπων. Οι άνθρωποι ούτοι ήσαν σύγχρονοι της βασιλείας του Κρόνου, ότε εβασίλευεν εις τον Ουρανόν. Εζων δ' ως θεοί, έχοντες τον θυμόν (=τας φρένας) των άνευ μεριμνών. Ουδέ επήρχετο επ' αυτών το θλιβερόν γήρας. Οι πόδες και αι χείρες των δεν εδοκίμαζον εξασθένησιν. Αλλά εκτός απάντων των κακών, ετέρποντο εν τω πλούτω και τη αφθονία. Έθνησκον δε ωσεί καταλαμβανόμενοι υπό του ύπνου. Η ευτυχία πανταχόθεν τους περιέβαλλεν. Αυτομάτως δ' η γόνιμος γη έφερε τους καρπούς, πολλους και άφθόνους. Οταν το Γένος τούτο κατεκάλυψεν η Γη, ο Ζευς κατέστησεν αυτούς δαίμονας εσθλούς, επιχθονίους, φύλακας θνητών ανθρώπων, πλουτοδότας, επαγρυπνούντας δια την απόδοσιν της δικαιοσύνης.
Το Δεύτερον Γένος, το Αργυρούν, είναι χειρότερον του πρώτου, μη ομοιάζον προς το Χρυσούν ούτε κατά το σώμα, ούτε κατά το νήμα. Επί εκατό όλα έτη ως νήπια διήγον πλησίον της σεβαστής μητρός των. Όταν δ' έφθανον την ηλικίαν της ήβης, έπαιζον ολίγον ακόμη καιρόν, λόγω της αφροσύνης και της αλαζονείας των, αδικούντες αλλήλους και ασεβούντες προς τους θεούς του οποίους δεν ελάτρευον. Ως εκ τούτου ο Ζεύς Κρονίδης κατέστρεψε και το Γένος τούτο οργισθείς επειδή δεν απένειμον τας δεούσας τιμάς προς τους Ολυμπίους Θεούς. Οταν δε η Γη κατεκάλυψε και το Γένος τούτο, μετεβλήθησαν και αυτοί εις υποχθονίους δαίμονας.
Ο δε Ζευς ο πατήρ Τρίτον Γένος Χάλκειον εποίησε θνητών ανθρώπων. Ποσώς μη ομοιάζον προς το Αργυρούν, επιβλητικόν και ισχυρόν, φρενήρες (=εκ μελιάν. Πρόκειται περί του τρίτου γένους, των Λεμουρίων, το οποίον αποκτά το “Ουράνιον πυρ”, τας φρένας, τας πραγματικάς ανθρωπίνους ιδιότητας). Το Γένος τούτο εφρόντιζε περί των έργων του Αρεως, των πλήρων στόνων και ύβρεως. Αλλ' εκ χάλυβος ήτο η πλήρης κρατερών φρενών ψυχή των, ανέφικτη δ' ήσαν. Εξαιρετική ήτο η δύναμίς των και στιβαρά τα μέλη των. Χαλκά ήσαν τα όπλα, οι οίκοι, τα εργαλεία των. Άγνωστος δ' εις αυτούς ήτο ο σίδηρος. Αλλά και αυτούς παρέσυρεν εις τα κρυερά δώματα του Αδου ο θάνατος, άνευ ονόματαος παραμείναντας αν και ήσαν πανίσχυροι. Και αφήκαν και αυτοί το λαμπρόν του Ηλίου φως.
Κατόπιν έρχεται το Τέταρτον Γένος. Ο Decharme δικαιότατα παρατηρεί, ότι διακόπτεται τρόπον τινά η φυσική εξέλιξις και η βαθμιαία μετάπτωσις και κατάπτωσις του Ανθρωπίνου γένους υπό του Ησιόδου ο οποίος παρουσιάζει το τέταρτον γένος ως δικαιότερον και ευγενέστερον, το οποίο αποκαλεί:
Ανδρών ηρώων θείο γένος, οι καλέονται
ημίθεοι προτέρη γενεή κατ' απείρονα γαίαν”.
Εις το Τέταρτον τούτο Γένος ο Ησίοδος συγκαταλέγει τους προ των τειχών της Τροίας και των Θηβών λαβόντας μέρος. Εις αυτούς ο Ζευς τας Νήσους των Μακάρων μετά θάνατον επεφύλαξε, τερπόμενους με τους τρις του έτους καρπούς:
Και τοι μεν ναίουσιν ακηδέα θυμόν έχοντες
εν μακάρων νησοισι παρ Ωκεανόν βαθυδίνην,
όλβιοι ήρωες, τοίσιν μελιηδέα καρπόν
τρις έτεος θάλοντα φέρει ζείδωρος άρουρα”
Κατόπιν ο Ησίοδος δίδει την φρικτήν εικόνα του Πέμπτου Γένους. Και εύχεται ολοψύχως να μη συμμετείχε αυτού, αλλ' ή προηγουμένως να είχε ζήσει ή μετά ταύτα. Διότι ζώμεν, προσθέτει τώρα εις το Σιδηρούν Γένος. Νύκτα και ημέραν είμεθα δούλοι του κόπου και της δυστυχίας. Χαλεπάς δε μερίμνας οι θεοί δίδουσιν. Και ούτε οι παίδες ομοιάζουν τους πατέρας, ούτε οι ιεροί θεσμοί της οικογενείας και της φιλίας διατηρούνται ή ομοιάζουν με τους θεσμούς των καλών εποχών. Το κακόν πανταχού υπερισχύει. Εξέλειπε δε η δικαιοσύνη και η αιδώς. Ο δε κακός συκοφαντών τον αγαθόν, τον βλάπτει.
Αυτά είναι τα Πέντε γένη του Ησιόδου. Αλλά με μερικάς μεταθέσεις και αλλαγάς συμπίπτουν πλήρως προς τας γενικάς γραμμάς της ιστορικής Αληθείας. Το Χρυσούν Γένος βεβαίως δεν ανήκει εις την Βασιλείαν του Κρόνου αλλά του Ουρανού.
“Με εκπληκτικήν διαίσθησην ο Κ. Παλαμάς περιγράφει εις τον Ασκραίον το “Δεύτερον Γένος” (=του Κρόνου, το οποίον εστερημένον φρενών, πράγματι ως νήπιον διήρχετο την όλην ζωήν, μήτε ζωντανό, μήτε πεθαμένο, “σάρκες και ίσκιοι”. Είδωλα! Chayaw το ονομάζουν και οι Stanzas of Dzyan. Σκιάς, δηλαδή. Άλαλον και άθεον πράγματι ήτο. Διότι ο λόγος και οι Θεοί είναι αποτελέσματα των φρενών και του Πνεύματος ο άνους και ο άφρων κατ' ανάγκην είναι άλογος και άθεος. Όσον αφορά το Χαλκούν και το Ηρώων Γένος – βεβαίως συμπίπτουν με το Τέταρτον και Τρίτον Γένος. Διότι οι ιδρυταί των Θεών ήσαν οι Λεμούριοι, οι Υπερβόρειοι, το Τρίτον δηλαδή Γένος εν αρχή. Τα πολεμικά έργα και την ανομίαν ευρίσκομεν ανεπτυγμένην κυρίως εις τους Ατλαντίνους.

Αντωνίου Φ. Χαλά
Αι Εκπληκτικαί Αποκαλύψεις
επί της Αρχαίας Ελλάδος
της Ελένης Πετρόβνας Μπλαβάτσκη
Επιμελητής εκδόσεως: Ν. Ε. ΠΡΕΑΡΗΣ
Κεντρική διάθεσις: Εκδόσεις Γεωργιάδη

Δεν υπάρχουν σχόλια: