.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Πέμπτη 10 Ιουνίου 2010

Ο ΣΤΟΧΑΣΤΗΣ – ΜΠΟΡΙΣ ΒΙΑΝ


1
Τη μέρα που έκλεινε τα έντεκα ο μικρός Ουροντονάλ Καριέ αντιλήφθηκε ξαφνικά την ύπαρξη του Θεού: πραγματικά, η Θεία Πρόνοια του αποκάλυψε εντελώς απροσδόκητα τον προορισμό του σα στοχαστή, κι αν λάβει κανείς υπόψη του ότι, μέχρι τότε, είχε φανεί απόλυτα ηλίθιος σε καθετί, δυσκολεύεται να πιστέψει ότι ο Κύριος δεν έπαιξε κανένα ρόλο σε μια τόσο αναπάντεχη μεταμόρφωση.
Οι κάτοικοι του χωριού Ουσπινιόλ θα μου αντιπαραθέσουν αναμφίβολα, με την κακοπιστία που τους διακρίνει, την πρώση στο κεφάλι που είχε πραγματοποιήσει την προηγούμενη μέρα ο μικρός Ουροντονάλ και τις εννέα κλοτσιές με το ξυλοπάπουτσο που του έριξε απλόχερα το πρωί των γενεθλίων του, ο καλός του θείος, τον οποίο τσάκωσε να κοιτάζει, από κοντά, αν η υπηρέτρια άλλαζε στ' αλήθεια εσώρουχα κάθε τρεις βδομάδες όπως απαιτούσε ο πατέρας. Αλλά το χωριό αυτό είναι γεμάτο άθεους, που οι αμαρτωλές κουβέντες ενός δασκάλου της παλαιάς σχολής τους κρατάνε στο στραβό δρόμο, κι ο εφημέριος γίνεται σκνίπα κάθε Σάββατο, πράγμα που δίνει λιγότερο βάρος στα ιερά του λόγια. Ωστόσο, αν δεν το έχεις συνηθίσει, δε γίνεσαι στοχαστής δίχως να μπεις στον πειρασμό ν' αποδώσεις την ευθύνη σε κάποια Ανώτερη Δύναμη, και το καλύτερο στην περίπτωση αυτή για τον Ουροντονάλ ήταν να ευχαριστήσει το Θεό.
Το πράγμα έγινε απλά. Ο κύριος εφημέριος, νηφάλιος εντελώς τυχαία, στη διάρκεια της περιόδου περισυλλογής πριν από την αγία μετάληψη, ρώτησε τον Ουροντονάλ:
-Σε τι οφέίλεται η πτώση του Αδάμ και της Εύας;
Κανένας δεν ήξερε ν' απαντήσει, γιατί, στην εξοχή, το να κάνεις έρωτα δεν είναι πια αμαρτία. Αλλά ο Ουροντονάλ σήκωσε το χέρι.
-Ξέρεις; ρώτησε ο εφημέριος.
-Μάλιστα, κύριε εφηέριε, είπε ο Ουροντονάλ. Είναι σφάλμα της γένεσης.
Ο εφημέριος ένιωσε να περνάει το φτερό του Αγίου Πνεύματος και κούμπωσε το γιακά του γιατί φοβήθηκε το ρεύμα. Εδιωξε τα παιδιά και κάθησε να σκεφτεί. Τρεις μήνες αργότερα, βυθισμένος ακόμα σε σκέψεις, εγκατέλειψε το χωριό κι έγινε ερημίτης.
-Πάει μακριά, αυτό που είπε, έλεγε και ξανάλεγε.
2
Η φήμη του Ουροντονάλ σα στοχαστή, καθιερώθηκε από τη μέρα εκείνη, με αξιοσημείωτη σταθερότητα σε ολόκληρο το Ουσπινιόλ. Παραμόνευαν και τις πιο ασήμαντες κουβέντες του: πρέπει να πούμε ότι το Πνεύμα δεν εκδηλωνόταν πια. Ωστόσο, μια μέρα, στο μάθημα της Φυσικής, ο καθηγητής του έκανε μια ερώτηση σχετικά με τα ηλεκτρικά ρεύματα:
-Τι σημαίνει η παρέκκλιση της βελόνας του γαλβανόμετρου;
-Οτι υπάρχει ρέυμα..., απάντησε ο Ουροντονάλ.
Αλλά αυτό δεν ήταν τίποτα. Συνέχισε:
-Οτι έχει ρεύμα, ή ότι το γαλβανόμετρο είναι χαλασμένο... θα βρείτε δίχως άλλο ένα ποντίκι μέσα.
Από τη στιγμή εκείνη, πλήρωναν υποτροφία στον μικρό Ουροντονάλ, που ήταν τότε δεκατεσσάρων χρονών, και που τελείωσε τις σπουδές του δίχως να σκεφτεί τίποτα άλλο. Όλοι όμως ήξεραν για τι ήταν ικανός.
Στο τέλος των σπουδών του, απόχτησε πάλι περίλαμπρη δόξα στο μάθημα της φιλοσοφίας.
-Θα σας διαβάσω μια σκέψη του Επίκτητου, είχε πει ο καθηγητής.
Και διάβασε:
“Αν θέλεις να προχωρήσει στη σπουδή της γνώσης, μην αρνιέσαι, στα εξωτερικά πράγματα, να περνάς για ηλίθιος και για ανόητος”.
-Παρομοίως... είπε απαλά ο Ουροντονάλ.
Ο καθηγητής υποκλίθηκε μπροστά του.
-Αγαπητό μου παιδί, είπε, δεν έχω πια να σε διδάξω τίποτα.
Καθώς ο Ουροντονάλ σηκώθηκε και βγήκε έξω αφήνοντας την πόρτα μισάνοιχτη, ο καθηγητής του θύμισε φιλικά:
-Ουροντονάλ... μην ξεχνάς... μια πόρτα πρέπει να είναι ανοιχτή ή κλειστή...
-Μια πόρτα, είπε ο Ουροντονάλ, πρέπει να είναι ανοιχτή, κλειση ή βγαλμένη αν επείγει να διορθωθεί η κλειδαριά.
Επειτα ο Ουροντονάλ απομακρύνθηκε και πήρε το τρένο για το Παρίσι, για να κατακτήσει, να πούμε, την πρωτεύουσα.
3
Ο Ουροντονάλ, στο Παρίσι, σκέφτηκε στην αρχή ότι η μυρωδιά του μετρό της Μονμάρτης θύμιζε τους καμπινέδες στην εξοχή, αλλά κράτησε για τον εαυτό του τη διαπίστωση αυτή, που έκρινε ότι δε θα παρουσίαζε κανένα ενδιαφέρον για τους παριζιάνους. Επειτα προσπάθησε να βρει δουλειά.
Σκέφτηκε πολύ πριν προσδιορίσει τη δραστηριότητα στην οποία επιθυμούσε ν' αφοσιωθεί. Επειδή στο Ουσπινιόλ, έπαιζε στη μπάντα του δήμου, σα δεύτερη κόρνα, θέλησε να προσανατολιστεί προς τη μουσική.
Χρειαζόταν ωστόσο μια δικαιολογία: με τη συνηθισμένη του μεγαλοφυία δεν άργησε να τη βρει. -Η μουσική, σκέφτηκε, εξημερώνει τα ήθη. Τα αυστηρά ήθη όμως είναι απαραίτητα σε κάθε καλό άνθρωπο. Θα ήταν λοιπόν κακό να γίνει κάποιος μουσικός. Οι κάτοικοι της Βαβυλώνας αυτής, ωστόσο, δεν έχουν καμία ηθική: η μουσική, κατά συνέπεια, δεν παρουσιάζει γι' αυτούς κανένα κίνδυνο.
Βλέπετε ότι οι σπουδές είχαν αναπτύξει το κριτικό πνεύμα του Ουροντονάλ σε σημείο που θα μπορούσε να θεωρηθεί ανησυχητικό. Αλλά δεν ήταν φυσιολογικός άνθρωπος, και ο οργανισμός του ήταν αρκετά εύρωστος για ν' αντέξει έναν ασυνήθιστο εγκέφαλο.
Η μουσική άφηνε πολλές ελεύθερες ώρες στον Ουροντονάλ που αποφάσισε να βρει το δρόμο του στη λογοτεχνία.
Μερικές άκαρπες δοκιμές, αντί να στερέψουν τη μεγαλοφυία του, του ενέπνευσαν αυτό το απόφθεγμα:
-Η επιτυχία ενός συγγραφέα, είπε εμπιστευτικά στους φίλους του, εξαρτάται από την ικανότητά του να ταυτιστεί, πάνω στο χαρτί, μ' έναν ηλίθιο.
Στην ερωτική του ζωή, ο Ουροντονάλ ήταν εξίσου αξιοθαύμαστος.
-Το να λες: δε μ' αγαπάς πια, διαβεβαίωσε τη Μαρινούλα, τη μικρή ζηλιάρα φίλη του, είναι σαν να λες: δεν πιστέυω πια ότι μ' αγαπάς. Κι αυτό πως μπορείς να το ξέρεις;
κι η Μαρινούλα φυσικά δε βρήκε τι ν' απαντήσει.
Ωστόσο ένας άνθρωπος του διαμετρήματος του Ουροντονάλ δε μπορούσε να ικανοποιηθεί από τη μέτρια ύπαρξη που ζούσε ανάμεσα στη Μαρινούλα και την κόρνα του.
-Να ζει κανείς επικίνδυνα... έλεγε και ξανάλεγε φορές φορές και άγριες λάμψεις διέσχιζαν το αδάμαστο βλέμμα του.
Κι έπειτα, μια μέρα, η Μαρινούλα τον βρήκε νεκρό στο κρεβάτι του. Είχε αναπτύξει ένοχες σχέσεις εδώ και λίγο καιρό μ' ένα διεφθαρμένο νεαρό αισχρών ηθών, που είχε δραπετεύσει από τη φυλακή όπου εξέτιε τρεις μήνες ποινής για τη δολοφονία δώδεκα ατόμων.
Ωστόσο, ο Ουροντονάλ δεν ήταν καθόλου διεστραμμένος. Η εξήγηση όμως για το θλιβερό του τέλος βρέθηκε σε μια συλλογή από ανέκδοτους στοχασμούς, που δεν περιείχε παρά μόνο έναν, στην πρώτη σελίδα.
-Τι πιο επικίνδυνο από το να σκοτωθείς; είχε γράψει ο Ουροντονάλ.
Και πόσο δίκιο είχε.

ΜΠΟΡΙΣ ΒΙΑΝ
Ο ΕΡΩΣ ΕΙΝΑΙ ΤΥΦΛΟΣ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΡΕΝΑ ΧΑΤΧΟΥΤ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΡΑΜΜΑΤΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια: