.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Τετάρτη 14 Απριλίου 2010

ΚΑΡΜΕΝ – ΤΣΑΡΛΣ ΜΠΟΥΚΟΦΣΚΙ

...Ηταν γραμματέας του διευθυντή. Την έλεγαν Κάρμεν, μα παρά το ισπανικό όνομα ήταν ξανθιά και φορούσε στενά μάλλινα φορέματα, παπούτσια με τακούνι στιλέτο, μεταξωτές κάλτσες και ζαρτιέρες, τα χείλια της τα βάραινε το έντονο κραγιόν, αλλά – ω Χριστέ μου – πως κουνιόταν, πως τρεμούλιαζε ο κώλος της, σειόταν ολόκληρη καθώς μας έφερνε τις παραγγελίες στο γραφείο και τα παιδιά γούρλωναν τα μάτια τους και τρίβαν τα αχαμνά τους καθώς τα λαχταριστά βυζιά της προσπαθούσαν να σκίσουν τα φουστάνια της και να πεταχτούν ελεύθερα έξω. Ποτέ δεν ήμουν μέγας μπήχτης. Για να είσαι μπήχτης πρέπει να τα καταφέρνεις και στο ψηστήρι. Εγώ, από ψηστήρι ήμουν τελείως άσχετος. Αλλά τόσο πολύ με πίεσε η Κάρμεν, που μια μέρα την πήρα στα όρθια, με την πλάτη ακουμπισμένη στον τοίχο. Ηταν όμορφα, ήταν ζεστά. Σκεφτόμουν γαλάζιους ουρανούς και ατέλειωτες κατακάθαρες ακρογιαλιές, μα είχε και μια θλίψη, μια έλλειψη ζεστασιάς και ανθρωπιάς που δεν καταλάβαινα, ούτε μπορούσα να τα βγάλω πέρα μαζί της. Της είχα σηκώσει ψηλά το φουστάνι και την κάρφωνα με το καυλί μου, φιλώντας το βαμμένο άλικο στόμα της και τελικά έχυσα ανάμεσα σε δύο κιβώτια, με τ' αποκαϊδια να γεμίζουν τον αέρα και με την γκόμενα κολλημένη στο βρόμικο τοίχο, μέσα στο ευεργετικό σκοτάδι.
-.-
...Εφτασα στην αποθήκη στις 10.30 π.μ. Κανονικά θα έπρεπε να ήμουν εκεί στι 8. Ηταν η ώρα του πρωινού διαλείμματος και όλος ο κόσμος περίμενε στην ουρά στο κυλικείο να πιεί καφέ. Παρήγγειλα ένα διπλό καφέ κι ένα λουκουμά με μαρμελάδα. Αντάλλαξα δυό κουβέντες με την Κάρμεν, τη γραμματέα, τη γνωστή κυρία του “όρθιου στη γωνία”. Οπως συνήθως, η Κάρμεν φορούσε ένα απίστευτα στενό μάλλινο φόρεμα, που της έμπαινε όπως το οξυγόνο σ' ένα μπαλόνι. Είχε ξοδέψει τουλάχιστον μισό κραγιόν για τα χείλια της, και τριβόταν ολόκληρη πάνω μου καθώς μου μιλούσε. Η Κάρμεν ήταν τόσο επιθετική, που σε τρόμαζε, αισθανόσουν την ανάγκη να φύγεις για ν' αποφύγεις την τόση πίεση. Όπως και οι περισσότερες γυναίκες, ποθούσε αυτό που δεν μπορούσε να έχει, μια και η Τζαν μου ρουφούσε ό,τι απόθεμα είχα και δεν είχα σε σπέρμα. Η Κάρμεν πίστευε ότι το 'παιζα δύσκολος. Εγώ έτρωγα το λουκουμά μου κι αυτή ήθελε να φάει εμένα. Κάποτε το διάλειμμα τελείωσε και πήγαμε όλοι στα πόστα μας. Κι εγώ -ο βιτσιόζος- είχα ένα στιγμιαίο όραμα: τα ελαφρά λεκιασμένα από σκατά βρακιά της Κάρμεν να ανεμίζουν στερεωμένα στο μεγάλο δάκτυλο του ποδιού μου, ενώ εγώ της τον έμπηγα στο διαμέρισμα της κεντρικής οδού. Ο κύριος Χάνσεν, ο διευθυντής, με περίμενε έξω από το γραφέιο του: “κύριε Τσινάσκι”, γαύγισε. Τον ήχο τον ήξερα: τέρμα κύριοι. Να τι σήμαινε.
Τον πλησίασα και στάθηκα μπροστά του. Φορούσε καλοσιδερωμένο ελαφρύ καλοκαιριάτικο κοστούμι, γραβάτα (πράσινη), μεταξωτό πουκάμισο, παπούτσια ακριβά και γυαλισμένα σαν καθρέφτες. Ξαφνικά, ένιωσα τα καρφιά των παπουτσιών μου να χώνονται στις πατούσες μου. Τρία κουμπιά έλειπαν από το βρόμικο πουκάμισό μου. Το φερμουάρ του παντελονιού μου ήταν μισοχαλασμένο. Η αγκράφα της ζώνης μου, σπασμένη.
“Μάλιστα;” ρώτησα.
“Είμαι υποχρεωμένος να σε απολύσω”.
“Εντάξει”, είπα.
“Είσαι πολύ καλός υπάλληλος, αλλά πρέπει να σε απολύσω”.
Στενοχωριόμουν με την αμηχανία του.
“Εδώ και έξι μέρες έρχεσαι στις 10.30. Οι άλλοι εργάτες δεν τα βλέπουν με καλό μάτι αυτά, όταν εκείνοι δουλεύουν κανονικό οκτάωρο”.
“Είμαι εντάξει, σας είπα, πιστέψτε με, δεν υπάρχει πρόβλημα”.
“Ακουσέ με: όταν είχα τα χρόνια σου, ήμου κι εγώ ζόρικο αγόρι. Μια φορά την εβδομάδα τουλάχιστον, έφτανα στη δουλειά μου με μαυρισμένο μάτι. Μα ποτέ δεν άργησα. Ετσι έφτασα εδώ που βρίσκομαι σήμερα”.
Δεν απάντησα.
“Τι συμβαίνει; Γιατί δεν μπορείς να 'ρχεσαι στην ώρα σου;”
Ξαφνικά μου πέρασε η ιδέα ότι αν του έλεγα την αλήθεια, μπορεί και να με κρατούσε. “Μόλις παντρεύτηκα, ξέρετε. Είμαι ακόμα στο μήνα του μέλιτος. Κάθε πρωί, εκεί που πάω να ντυθώ, με τραβάει στο κρεβάτι για μια τελευταία πίπα”.
Τρίχες. Δεν έγινε τίποτα. “Θα πω στο λογιστήριο να ετοιμάσουν την αποζημίωσή σου”. Ο Χάνσεν μπήκε στο γραφείο του, και τον είδα κάτι να ψιθυρίζει στην Κάρμεν. Μου ήρθε ακόμα μια ξαφνική έμπνευση και του χτύπησα το τζάμι. Ο Χάνσεν με πλησίασε. “Τι είναι πάλι;”
“Ακούστε”, του είπα. “Δεν το έχω κάνει ποτέ με την Κάρμεν. Λόγω τιμής. Είναι ωραία γυναίκα, αλλά δεν είναι ο τύπος μου. Μπορώ να έχω αποζημίωση για όλη την εβδομάδα;”
Ο Χάνσεν ξαναμπήκε στο γραφέιο του. “Να του δώσετε αποζημίωση για όλη την εβδομάδα”. Κι ήταν μόνο Τρίτη, ακόμα. Δεν περίμενα να μου κάνει το χατίρι, μα τότε θυμήθηκα ότι αυτός κι ο Αλαμπαμ μοιράζονταν από μισά 20.000 πεντάλια ποδηλάτων. Η Κάρμεν μου έδωσε την επιταγή. Μου πέταξε ένα αδιάφορο χαμόγελο, καθώς ο Χάνσεν τηλεφωνούσε στο γραφείο ευρέσεως εργασίας.

Τσαρλς Μπουκόφσκι
Ανθρωπος για όλες τις δουλειές
Μετάφραση ΧΡΥΣΑ ΤΣΑΛΙΚΙΔΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΟΔΥΣΣΕΑΣ

4 σχόλια:

Ατάργα τις είπε...

Καλημέρα Παρεισακτε

ποσα χρονια εχει που το διαβάσα αυτο το βιβλίο.

Αληθινός και συγχρόνως κυνικος ο Μπουκοφσκι.

όπως και η ζωή σε φέρνουν στα ισια σου που λένε.

Και ο χαλκάς στο χέρι σου το ίδιο γίνεται εκεινη η σιδερένια μπάλα στο ποδι σου που ειχαν παλιά οι φυλακισμένοι.

Σε κρατάει στην γή, δεν μπορεις να ξεφυγεις ουτε και να τρέξεις. ακομα κι αν το κάνεις σκέφτεσαι αυτους που θ΄αφησεις πισω, ειδικά αν ειναι παιδιά, γιατι πολύ απλά "Αμαρτιες γονεων παιδεύουσι τέκνα".

Παρείσακτος είπε...

ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ
"ΑΜΑΡΤΙΑ". ΒΙΒΛΙΚΗ ΛΕΞΗ. ΣΧΕΔΟΝ ΤΡΙΣΔΙΑΣΤΑΤΗ. Ο ΚΛΕΙΔΟΛΙΘΟΣ ΤΟΥ ΕΒΡΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΥ "ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ". ΘΑ ΠΡΟΤΙΜΟΥΣΑ ΣΤΗ ΘΕΣΗ ΤΗΣ "ΠΡΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΕΣ".
ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΘΕΛΩ ΝΑ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΩ ΤΗΝ ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΕΧΟΥΝ ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΟΛΩΝ ΜΑΣ ΝΟΜΙΖΩ ΟΤΙ ΑΠΟ ΕΝΑ ΣΗΜΕΙΟ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΑ ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΠΙΡΡΟΕΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΜΕ. ΙΣΩΣ ΟΧΙ Η ΠΙΟ ΚΑΘΟΡΙΣΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΜΑΣ ΣΤΗ ΖΩΗ.
ΑΠΟ ΚΕΙ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΑΝ ΚΑΝΕΙΣ ΨΑΧΝΕΙ ΓΙΑ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΤΕ ΝΑΙ. ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΕΙΝΑΙ ΥΠΕΥΘΥΝΕΣ ΓΙΑ ΟΤΙ ΜΑΣ ΕΡΧΕΤΑΙ ΑΝΑΠΟΔΑ.
ΒΕΒΑΙΑ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΠΟΥΜΕ ΟΤΙ ΣΤΗΝ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΕΧΟΥΜΕ ΔΥΟ ΕΠΙΛΟΓΕΣ Ή ΝΑ ΠΕΡΙΦΕΡΟΥΜΕ ΤΗΝ ΘΛΙΨΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΔΥΣΤΥΧΙΑ ΜΑΣ ΓΙ' ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΠΑΘΑΜΕ ΕΞ ΑΙΤΙΑΣ ΤΟΥ ΜΠΑΜΠΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΑΜΑΣ ΜΑΣ ΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟΥΣ ΟΜΩΣ ΔΕΝ ΤΟΥΣ ΜΙΣΟΥΜΕ ΕΠΕΙΔΗ ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΝΩΤΕΡΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΑΛΛΕΣ ΤΕΤΟΙΕΣ ΜΑΛΑΚΙΕΣ Ή ΝΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΟΥΜΕ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΕΙΧΑΜΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΜΑΣ (ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ) ΚΑΙ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ ΠΟΥ ΜΑΣ ΕΧΕΙ ΔΩΘΕΙ ΓΙΑ ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΛΙΓΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟΙ.

Ατάργα τις είπε...

Γεια σου Παρείσακτε

ποιος σου λεει οτι ειναι οι γονείς μας υπεύθυνοι για τις πράξεις μας;
Το σίγουρο ειναι ότι εχουν κάνει τις θυσίες τους κι εκεινοι για τα παιδιά τους.

Κάποια όνειρά τους άφησαν πίσω, κάποιους έρωτες, σπουδές ισως, για να μας μεγαλώσουν σωστά.

Μπορώ να μιλήσω για τους δικούς μου γονείς. Ξέρω οτι άνθρωπο σαν την μητέρα μου δύσκολα βρίσκεις. Μ' έμαθε την ελευθερια του πνεύματος, να μπορώ να κρατώ πράγματα για μένα, να αγαπώ τον εαυτο μου και να χαμογελώ σε κάθε δυσκολία, μου μαθε να τραβώ τις πρώτες γραμμές μου στο χαρτί και να ζωγραφιζω, να πλέκω, να κεντώ, να μαγειρεύω, να χρησιμοποιώ τα χέρια μου και ν΄αφηνω ελεύθερο το πνεύμα μου για να δημιουργήσει.
θα μπορούσε να ειναι μια Θεά, και ήταν θεά στα μάτια μου. Ομορφη σαν την Καρέζη στις παλιές της ταινίες. Μορφωμένη, εδωσε κρυφά εξετάσεις για να περάσει στην Εμπορική, οταν ουτε τ΄αγορια δεν το τολμουσαν τότε να σπουδάσουν. Εκανε 10 χιλιομετρα καθε μέρα με τα ποδια για να πάει και να γυρισει απο την σχολή... Ξεκίνησε μονη της να χτίσει σπίτι, αποφαστιστική και δραστήρια, και πάντα με το χαμόγελο, με την αγάπη, να βοηθήσει οποιον ειχε ανάγκη, να προσφέρει ενα πιάτο φαγητό, σ΄οποιον χτυπουσε την πόρτα μας. Ηταν ικανή και την μπουκιά απο το στόμα της να βγάζει...
Ακομα και σήμερα έτσι ειναι δεν άλλαξε...

Ο πατέρας μου τώρα, ενας απο τους ωραιότερους άντρας που εχω γνωρίσει στην ζωή μου. Ενας κούκλος στην κυριολεξία. Γαλανομάτης καστανόξανθος, μ΄εμαθε να αγαπώ την φύση, το κυνηγι και το σύμπαν, έτρεχε με τ αυτοκινητο δίπλα μου οταν έβγαινα για προπονηση στους δρόμους αντοχής. Πιάναμε τα κατσάβραχα και έτρεχε δίπλα μου. Μ΄εμαθε κυνήγι, αλλα και τα βοτανα που γιατρεύουν, και συγχρονως τεχνικο σχέδιο, και οτιδήποτε ειχε να κάνει με την τέχνη του μεταλλου, ξύλου κλπ. κολλήσεις, βαφές, να χρησιμοποιώ σφυριά, κατσαβίδια, πένσες ... Αυστηρός μαζι μου αλλα και δίκαιος.
Απ΄το στόμα του ακουσα ενα σωρό ιστοριές μεταφυσικές, μου μαθε να χρησιμοποιώ τις δυνάμεις του σώματός μου, εκκρεμές, βέργες κλπ.

Πως να ρίξω μομφή σ΄αυτους τους ανθρώπους, εικονισμα πρέπει αν τους έχω. Μακάρι να λένε εστω και τα μισά απ΄αυτα τα παιδιά μου μεθαύριο για μένα.

Οσο για την λέξη αμαρτία- δεν ειναι βιβλική αν την αναλύσεις θα δεις οτι το Αμ/ανα + αρτιος= o μη ολοκληρωμένος ...

Ελπιζω να μη σε ζάλισα

καλη σου μέρα

Παρείσακτος είπε...

ΓΕΙΑ ΣΟΥ 801
ΛΕΓΟΝΤΑΣ ΒΙΒΛΙΚΗ ΕΝΝΟΩ ΟΤΙ ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΒΙΒΛΟΥ Η ΑΜΑΡΤΙΑ ΕΓΙΝΕ ΚΑΤΙ ΚΥΡΙΑΡΧΟ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ. ΠΩΣ ΤΟ ΕΛΕΓΕ Ο ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΣ "ΕΝΟΧΟΣ ΓΙΑ ΚΑΠΟΙΑ ΑΙΤΙΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΤΗΝ ΕΜΑΘΕΣ ΠΟΤΕ" ΚΛΠ. ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗ ΒΙΒΛΟ ΓΕΝΝΙΟΜΑΣΤΕ ΑΜΑΡΤΩΛΟΙ. ΑΥΤΟ ΕΝΝΟΟΥΣΑ. ΟΧΙ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΑ.
ΚΑΛΟ Σ/Κ